Πέμπτη 15 Απριλίου 2021

ΔΡΑΜΑΤΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ: ΣΟΦΟΚΛΗΣ - Αἴας (172-200)

ἦ ῥά σε Ταυροπόλα Διὸς Ἄρτεμις, [στρ.]
ὦ μεγάλα φάτις, ὦ
μᾶτερ αἰσχύνας ἐμᾶς, ὥρ-
175 μασε πανδάμους ἐπὶ βοῦς ἀγελαίας,
ἤ πού τινος νίκας ἀκάρπωτον χάριν,
ἤ ῥα κλυτῶν ἐνάρων
ψευσθεῖσ᾽, ἀδώροις εἴτ᾽ ἐλαφαβολίαις;
ἢ χαλκοθώραξ εἴ τιν᾽ Ἐνυάλιος
180 μομφὰν ἔχων ξυνοῦ δορὸς ἐννυχίοις
μαχαναῖς ἐτείσατο λώβαν;

οὔποτε γὰρ φρενόθεν γ᾽ ἐπ᾽ ἀριστερά, [ἀντ.]
παῖ Τελαμῶνος, ἔβας
τόσσον ἐν ποίμναις πίτνων· ἥ-
185 κοι γὰρ ἂν θεία νόσος· ἀλλ᾽ ἀπερύκοι
καὶ Ζεὺς κακὰν καὶ Φοῖβος Ἀργείων φάτιν.
εἰ δ᾽ ὑποβαλλόμενοι
κλέπτουσι μύθους οἱ μεγάλοι βασιλῆς,
ἢ τᾶς ἀσώτου Σισυφιδᾶν γενεᾶς,
190 μὴ μηκέτ᾽, ὦναξ, ὧδ᾽ ἐφάλοις κλισίαις
ὄμμ᾽ ἔχων κακὰν φάτιν ἄρῃ.

ἀλλ᾽ ἄνα ἐξ ἑδράνων [ἐπῳδ.]
ὅπου μακραίωνι
στηρίζει ποτὲ τᾷδ᾽ ἀγωνίῳ σχολᾷ,
195 ἄταν οὐρανίαν φλέγων.
ἐχθρῶν δ᾽ ὕβρις ὧδ᾽ ἀτάρβητα
ὁρμᾶτ᾽ ἐν εὐανέμοις βάσσαις,
πάντων καχαζόντων
γλώσσαις βαρυάλγητα·
200 ἐμοὶ δ᾽ ἄχος ἕστακεν.

***
Μήπως η Άρτεμη, η Ταυρόπολη κόρη του Δία
—ω φήμη φοβερή, ω της ντροπής μου μάνα—
σ᾽ έχει σπρώξει σ᾽ αγέλη βοδιών του στρατού;
Μήπως έμεινε απλήρωτη κάποια νίκη δική σου;
μη δεν πήρε η θεά τη μερίδα από ένδοξα
λάφυρα; μην την άφησες άδωρη, όταν χτύπησες
κάποιο ελάφι;
Ή, με χάλκινο θώρακα, ο Άρης
180 έχει ρίξει μομφή σε μια μάχη εναντίον σου,
και τη νύχτα που πέρασε μηχανεύτηκε
βλάβη εκδίκησης;

Πώς αλλιώς θα ξεστράτιζε ο νους σου παράλογα,
Τελαμώνιε, για να φτάσεις τόσο στην άκρη,
που σε ποίμνια έπεσες πάνω, παρεκτός
αν σε βρήκε παραζάλη θεού;
Αλλά ο Δίας κι ο Φοίβος Απόλλων θα μπορούσαν
να διώξουν των Αργείων την επαίσχυντη φήμη.
Αν ωστόσο με δόλο οι τρανοί βασιλείς
υποβάλλουν πλαστές ιστορίες, ή αυτοί
190 ή εκείνος ο σπόρος της επάρατης φύτρας
του Σίσυφου, άρχοντά μου, μην ξεμείνεις
εδώ στην παράλια σκηνή, στην κακή τους
τη φήμη ευάλωτος.

Αλλά ορθώσου, μη στέκεις τόσην ώρα
αργός σε μεγάλη αγωνία, τη φλόγα
ψηλώνοντας μιας θεήλατης τύφλας.
Γιατί έτσι των εχθρών σου η υπέρογκη έπαρση
προχωρεί ανεμπόδιστη, σαν φωτιά σε λαγκάδια
ανάμεσα που τα δέρνουν οι άνεμοι.
Ενώ όλοι οι άλλοι καγχάζουν, με γλώσσα σκληρή
που πονά, κι έχει ο πόνος αυτός και σ᾽ εμένα
200 μέσα φωλιάσει.

Ιστορία της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας: Προς τα νέα ελληνικά

12.9.1 Παρένθεση: θα μπορούσε να «αναστηθεί» η αρχαία ελληνική γλώσσα, όπως «αναστήθηκε» η αρχαία εβραϊκή;

Οι Εβραίοι, όπως ξέρετε, εγκατέλειψαν ήδη από την αρχαιότητα την ιστορική τους κοιτίδα, τη γη του Ισραήλ, για να γλιτώσουν καταδιώξεις, και εγκαταστάθηκαν σε ολόκληρη την Ευρώπη. Αυτή είναι η λεγόμενη εβραϊκή Διασπορά. Πολύ σύντομα έχασαν τη μητρική τους γλώσσα και αφομοιώθηκαν γλωσσικά, υιοθέτησαν δηλαδή τη γλώσσα της χώρας όπου ζούσαν. Έτσι, πολλοί Εβραίοι υιοθέτησαν, ήδη από την αρχαιότητα, τα ελληνικά. Όσοι εγκαταστάθηκαν αργότερα στην Ισπανία υιοθέτησαν τα ισπανικά. Άλλοι, πάλι, έγιναν γερμανόφωνοι ή ρωσόφωνοι. Την παλιά τους γλώσσα την κράτησαν μόνο στη λειτουργία, όπως γίνεται σε μας με την εκκλησιαστική γλώσσα (όπως έχουμε ήδη πει, πρόκειται για την κοινή ελληνιστική). Και φυσικά αυτή τη γλώσσα την καταλάβαιναν μόνο οι ραβίνοι (οι ιερείς) και όχι ο πολύς κόσμος.

Όταν, μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, δημιουργήθηκε το 1948 το κράτος του Ισραήλ και πάρα πολλοί Εβραίοι άρχισαν να επιστρέφουν για να ζήσουν εκεί, τέθηκε το ζήτημα της εθνικής γλώσσας του νέου κράτους, της γλώσσας που θα μιλούσαν όλοι οι πολίτες. Αποφασίστηκε να είναι η παλιά εβραϊκή (η βιβλική εβραϊκή, όπως ονομάζεται), που είχε επιζήσει, όπως είπαμε, ως γλώσσα της λειτουργίας και μόνο. Αυτή η παλιά εβραϊκή εμπλουτίστηκε με νέες λέξεις που ήταν απαραίτητες για τις ανάγκες της σύγχρονης ζωής και έγινε η γλώσσα του νέου κράτους, της διοίκησης, της εκπαίδευσης, της καθημερινής ζωής.

Η σχετική ευκολία με την οποία έγινε η «ανάσταση» των αρχαίων εβραϊκών στο νέο κράτος του Ισραήλ οφείλεται στο γεγονός ότι δεν υπήρχαν «νέα εβραϊκά». Οι Εβραίοι της Διασποράς μιλούσαν πολλές και διαφορετικές γλώσσες και όχι μία, «απόγονο» της εβραϊκής. Και εδώ φαίνεται καθαρά η διαφορά με τη δική μας περίπτωση. Η αρχαΐζουσα γλώσσα, που κυριάρχησε στις επίσημες, γραπτές κυρίως, μορφές λόγου ήδη από τα τέλη της αρχαιότητας με το κίνημα του αττικισμού, δεν μπορούσε να γίνει το κοινό γλωσσικό εργαλείο όλων των Ελλήνων, γιατί υπήρχε ένας σοβαρός ανταγωνιστής: τα νέα ελληνικά. Ένας τέτοιος ανταγωνιστής δεν υπήρχε στην περίπτωση της εβραϊκής. Δεν υπήρχαν νέα εβραϊκά!

Η θέση του θύματος είναι δική μου

Στα διαπροσωπικά παίγνια των ανθρώπων, η θέση του θύματος είναι καταρχήν περιζήτητη. Καθένας σπρώχνει, τραβάει, κάνει κόλπα, βάζει στους άλλους ή στον εαυτό του τρικλοποδιές, κινεί γνωστούς και βάζει μέσον, εξαντλεί πόρους και μυαλό, κατά κανόνα ασυναίσθητα, ασυνείδητα, ώστε να βρεθεί εκείνος στη θέση του θύματος – όποτε προβλέπεται, και συχνά προβλέπεται.

Ο πρώτος λόγος που κάνει τη θέση του θύματος έτσι περιζήτητη είναι ενδοψυχικός. Είμαι στη θέση του θύματος σημαίνει πέρα απ' τ' άλλα δύο πράγματα: Την πρωτοβουλία τού τι συμβαίνει δεν την έχω εγώ, αλλά ο άλλος. Και, αν κάποιος χρωστάει στον άλλον, αυτός δεν είμαι εγώ. Είναι, σαν να λέμε, μια θέση ανεύθυνου παίκτη, που προσδοκά να βγει κερδισμένος και όποτε νικά και όποτε χάνει την παρτίδα: Όποτε γίνεται αυτό που λέει πως θέλει, επειδή έγινε. Κι όποτε δεν γίνεται, επειδή ο άλλος, που 'ναι ο φταίχτης, του οφείλει αποζημίωση και επανόρθωση.

Μ' αυτό το ψυχικό στρατήγημα, μ' αυτό το ασυνείδητο κόλπο, όποιος αισθάνεται ότι κατέχει τη θέση του θύματος επιδιώκει ή και κατακτά δύο ενδοψυχικά έπαθλα: Από τη μια, αισθάνεται απαλλαγμένος από την ευθύνη και την υποχρέωση ν' αντιμετωπίσει, να επεξεργαστεί και να πάρει θέση απέναντι σε διάφορα ηθικά και πρακτικά διλήμματα, με όλον τον κόπο και τις επιπτώσεις που ίσως εξυπονοούν οι επιλογές του. Κι από την άλλη – βαθύτερος λόγος – επειδή έτσι αποφεύγει να έρθει αντιμέτωπος με την αλήθεια της ψυχής του. Αποφεύγει ν' αντικρύσει μηχανισμούς, επιθυμίες, φαντασιώσεις και συγκρούσεις που έχουν σαν θέατρο επιχειρήσεων τη δική του ψυχή.

Θα μου πείτε, και καλά, γιατί ένας συνήθης, κοινός άνθρωπος να κάνει τόσον κόπο προκειμένου ν' αποφύγει να δει καθαρά την αλήθεια της ψυχής του;

Θα σας πω κι εγώ: Επειδή κάθε άνθρωπος, κι ο πιο κοινός και ο πιο συνήθης, έχει ασυνείδητο. Έχει απωθημένα, δηλαδή ψυχικές παραστάσεις και ροπές πανίσχυρες, αλλά ανεπίτρεπτες, απορριπτόμενες από το Εγώ του (από την επίσημη ιδέα του για το ποιος είναι). Έχει φαντασιώσεις και επιθυμίες (αυτοί είναι οι οδηγητές της ασυνείδητης ψυχικής ζωής). Οι οποίες, αν βρεθούν στο προσκήνιο και πάρουν τα ηνία και της συνειδητής ψυχικής ζωής, ενδεχομένως θ' αποσταθεροποιήσουν εικόνες για τον εαυτό του κατασκευασμένες με πολύ καιρό και κόπο, με μεγάλες θυσίες και έξοδα.

Η συμφιλίωση ανάμεσα στα δύο αυτά πεδία της ψυχής (συνειδητό και ασυνείδητο ή, από την άλλη σκοπιά, Εγώ και Αυτό=αμυντικός και ενορμητικός πόλος της ψυχής) είναι καρπός μακράς πορείας στη ζωή – πορείας εξωτερικής και εσωτερικής. Ενώ η σύγκρουση και η διαμάχη ανάμεσά τους είναι η φυσική κατάσταση της ψυχής – με όλες τις επιπτώσεις που έχει μία τέτοια κατάσταση, όπως η προαναφερθείσα αυθόρμητη τάση αποφυγής της εσωτερικής αλήθειας.

Γι' αυτούς τους κύριους ενδοψυχικούς λόγους, είναι αυθόρμητη ροπή του ανθρώπου, σε κάθε σχέση που έχει απαιτήσεις (και οι περισσότερες έχουν) και, οπωσδήποτε, σε κάθε στιγμή που γεννιέται μία σημαντική ένταση στη σχέση, να επιδιώκει ασυναίσθητα να καταλάβει τη θέση του θύματος, του αδικημένου, του ριγμένου...Έχει όμως ή εικάζεται ότι έχει και πρόσθετα πλεονεκτήματα η θέση του θύματος. Έχει μια δύναμη, μια ισχύ που δεν είναι διόλου αμελητέες, ιδίως όταν το παιχνίδι της ανθρώπινης σχέσης εκτραπεί ή εκφυλιστεί σε παιχνίδι εξουσίας – στο γνωστό "τίνος θα περάσει".

Εκεί η κατάσταση είναι προφανής: Αφού για να συνεχίσει η σχέση, το παιχνίδι, απαιτείται να υπάρχουν και τα δύο μέλη, και οι δύο παίκτες, τότε τι είναι πιο ξεκούραστο, ισχυρότερο και, εγωιστικά ιδωμένο, πιο επωφελές; Να τραβάς και να σπρώχνεις και να κοπιάζεις εσύ ή και εσύ – ή να χτυπιέται ο άλλος για να σε κρατήσει, για να σ' ευχαριστήσει, κινητοποιήσει και τα όμοια; Όποιος πει ότι ποτέ δεν έχει δει τέτοια παιχνίδια, ας κοιταχτεί λιγάκι στον καθρέπτη. Κι όποιος πάλι πει ότι, σε τεταμένες καταστάσεις και περίπλοκες ασκήσεις δεν βλέπει ποια είναι η αυθόρμητη (εγωιστική, πλην τόσο ανθρώπινη) τάση της ψυχής μάλλον έχει χάσει επεισόδια.

Για να το πούμε πολύ απλά: Τη μεγαλύτερη ισχύ και απολαβή την έχει, σε τέτοιες τεταμένες και μπερδεμένες καταστάσεις, εκείνος που βρίσκεται στη θέση του τραβάτε με κι ας κλαίω – ή όπως το διατύπωσε μία άλλη ασθενής μου, εκείνος που, για να κάνει αυτό που θέλει και τον συμφέρει, καταφέρνει και βάζει τους άλλους να τον παρακαλάνε: "Έλα, Μαρία", "Μα έλα, βρε Γιάννη", και τα όμοια.

Τα όσα είπαμε μέχρι τώρα δείχνουν και κάτι ακόμη: Η ανθρώπινη σχέση είναι παιχνίδι για δύο (τουλάχιστον). Κι όποτε προκύπτει, σε μία συνηθισμένη ιστορία, θέση θύματος, τότε καλό είναι να τραβήξει κανείς (το θύμα, το έτερο μέλος της σχέσης, οι θεατές...) λιγάκι την κουρτίνα και να δει τι παίζεται στ' αλήθεια στο συγκεκριμένο σενάριο θυματοποίησης.

Κι εκεί συχνότατα θα δούμε, στο παρασκήνιο, ότι σε συνήθεις ανθρώπινες ιστορίες που παράγουν θέση θύματος, κατά κανόνα και τουλάχιστον κατά ένα μέρος, το θύμα είναι πλάσμα διπλής όψεως. Θα δούμε ότι το ίδιο το θύμα τροφοδοτεί το παιχνίδι που παράγει θέση θύματος με πολλούς τρόπους. Υπάρχουν μάλιστα δύο κύριες και πολύ συνηθισμένες εκδοχές παιχνιδιών, όπου το θύμα συμβάλλει καθοριστικά στην τύχη του:

- Στην πρώτη εκδοχή ανευρίσκουμε το συναινούν θύμα. Δηλαδή, έναν άνθρωπο που με τη στάση του και με τις πράξεις του, με όσα έμπρακτα υποστηρίζει και αρνείται, τροφοδοτεί και διαιωνίζει το συγκεκριμένο παιχνίδι – κατά κανόνα συνοδεύοντας τη στάση του με διάφορες εκλογικεύσεις.

- Στη δεύτερη εκδοχή αυτό που συναντάς είναι ο θύτης-θύμα. Έχει δύο παραλλαγές: Στην πρώτη παραλλαγή συναντάμε το σύνδρομο του Σαμψών, σαν να λέμε. Δηλαδή, έναν άνθρωπο ο οποίος, αφού δεν γίνεται το δικό του (καλό ή κακό με κάποια κριτήρια, άσχετο), άρα είναι "το θύμα", προτιμά να καταστρέψει τα πάντα – δηλαδή μετατρέπεται σε "θύτη".

Αυτό το σύνδρομο το συναντάμε με αυξημένη συχνότητα στις άψυχες σχέσεις, όπου δυο άνθρωποι σαπίζουν μαζί επειδή κανείς δεν έχει το κουράγιο να θάψει μια νεκρή σχέση, καθώς και σε βίαιους χωρισμούς, με τη λογική "δεν θα σε χαίρομαι εγώ, δεν θα σε χαίρεται κανείς".

Στο "σύνδρομο του Σαμψών" ο θύτης-θύμα έχει πάντοτε κάποια επίγνωση του τι κάνει – απλώς, του είναι αδύνατο να το αποφύγει ή να στερηθεί την απόλαυση του κακού που προκαλεί.

Στη δεύτερη παραλλαγή, αντίθετα, ένας άνθρωπος καταρχήν ανεπιγνώτως προκαλεί κακό στους άλλους και στον εαυτό του με τον εξής τρόπο: Κάνει ό,τι μπορεί ώστε να βρεθεί στη θέση του θύματος των περιστάσεων, των άλλων ανθρώπων, των μηχανισμών, του συστήματος – κατά κανόνα, αρχίζοντας αυτός ο ίδιος εχθροπραξίες, που η έκβασή τους είναι προδιαγεγραμμένη και τα σπασμένα θα τα πληρώσει κι ο ίδιος.

Παιδιά με βίαιες ή παραβατικές συμπεριφορές, χρήστες ουσιών, στην οδό της σχολικής αποτυχίας... είναι οι πιο τυπικές όσο και τραγικές μορφές αυτής της παραλλαγής του υποδείγματος "θύμα-θύτης" που θα το χαρακτηρίζαμε σύνδρομο του Γολγοθά: Αρνούνται, πονούν, ενοχοποιούν, παγιδεύουν και πληγώνουν τους άλλους μέσα από τη δική τους θυματοποίηση, χωρίς επίγνωση του πόσο θα κοστίσει σ' αυτά τα ίδια μια τέτοια πορεία. Στους μεγαλύτερους, αλκοολισμός, τοξικομανίες και παραβατικότητες, καθώς και ανοιχτές ή συγκεκαλυμμένες απόπειρες αυτοκτονίας είναι το αντίστοιχο αυτό- και ετεροκαταστροφικό σχήμα "θύτης-θύμα".

Τα λογικά πορίσματα που προκύπτουν από όλα τα παραπάνω, μπορούν να διατυπωθούν ως εξής: Έχε επίγνωση της θέσης σου μέσα στην σχέση. Μη δικάζεις, μην καταδικάζεις. Κατανόησε τον άλλον, το παιχνίδι και τον εαυτό σου μέσα σ' αυτό. Και, το σπουδαιότερο: Αντί να κλαις τη μοίρα σου, κοίτα να δεις τι περνά από το χέρι σου.

Αντί να ψευτοζείς με τις απολαβές του θύματος, δηλαδή, κοίτα τι είναι αυτό που μπορείς να κάνεις για να πάνε τα πράγματα προς ένα σημείο που θα βρίσκεται πιο κοντά στην αληθινή σου ζωή. Η συμμόρφωση με τις προδιαγραφές της θέσης θύματος, όποιες κι αν είναι οι συναισθηματικές ή πρακτικές απολαβές της, έχει πάντοτε ανθρώπινο κόστος. Που μπορεί να πάρει ακόμη και οριακές, υπαρξιακές διαστάσεις – όπως δείχνει η ακόλουθη κουβέντα ενός ώριμου πλέον άνδρα (επιτυχημένου, επιπρόσθετα) στο πλαίσιο της ψυχανάλυσής του:

"Στη ζωή μου πάντοτε προσπαθούσα να προσαρμοστώ στην εικόνα που είχαν οι άλλοι για μένα, ώστε να γίνω αποδεκτός. Έτσι όμως ήμουν χαμένος από χέρι. Αν δεν τα κατάφερνα, θα είχα αποτύχει. Κι αν πάλι τα κατάφερνα, θα είχα χάσει τον εαυτό μου. Ήμουν, σαν να λέμε, κυριολεκτικά σφαγμένος από χέρι".

Η νευροεπιστήµη του νου που αναπτύσσεται: Τι συµβαίνει όταν µιλάµε για τα συναισθήµατά µας;

Το να μιλάτε για τα συναισθήματά σας και για τις διάφορες καταστάσεις που ζείτε σας βοηθάει να τα διαχειρίζεστε και να τα βλέπετε στις σωστές διαστάσεις τους. Αυτή η έκφραση των συναισθημάτων είναι γνωστό πως είναι θεραπευτική και επίσης βοηθάει στη σταθεροποίηση του νου.
  • Τι συμβαίνει όταν μιλάμε για τα συναισθήματά μας;
  • Τι αποδείξεις υπάρχουν ότι το να μιλάμε για τα συναισθήματά μας βοηθάει;
  • Βρίσκοντας λύσεις
  • Βρείτε χρόνο να μιλήσετε.

Τι συμβαίνει όταν µιλάµε για τα συναισθήµατά µας;

Μια συνήθεια που βοηθάει να σταθεροποιηθεί το μυαλό μας είναι να μιλάμε για τα συναισθήματά μας. Καθώς εκφράζετε τα συναισθήματά σας, το μυαλό σας έχει την ευκαιρία να κάνει διάφορα πράγματα. Το πρώτο είναι ότι δίνει στον Χιμπατζή σας τον χώρο να βγάλει προς τα έξω πράγματα που τον αναστατώνουν ή του προκαλούν δυσφορία. Όταν επιτρέπουμε στον Χιμπατζή να εκφράσει τα συναισθήματά του, ο Άνθρωπος μέσα μας έχει την ευκαιρία να ακούσει και να επεξεργαστεί αυτό που συμβαίνει.

Πολλοί άνθρωποι ξέρουν ότι όταν μιλούν για τα προβλήματα ή τις ιδέες τους, ακούν τον εαυτό τους να μιλάει και συχνά βλέπουν τα πράγματα διαφορετικά. Αυτό που κάνουν είναι ότι δίνουν στον Άνθρωπο μια ευκαιρία να χρησιμοποιήσει τη λογική και να δει τα πράγματα στις σωστές διαστάσεις τους. Επομένως, όταν εκφράζονται συναισθήματα, ο Χιμπατζής μιλάει και ο Άνθρωπος ακούει.

Βασικό σημείο

Όταν μιλάμε δυνατά, ο Άνθρωπος μέσα μας ακούει και βλέπει τα πράγματα στις σωστές διαστάσεις τους.

Τα παιδιά δεν διαφέρουν από τους ενηλίκους ως προς την ανάγκη τους να εκφράσουν τα συναισθήματά τους. Ωστόσο, ο Άνθρωπός τους δεν είναι πολύ ανεπτυγμένος κι έτσι συνήθως δεν μπορούν να δουν τα πράγματα στις σωστές δια­στάσεις τους ή λογικά. Ένας σημαντικός ρόλος για έναν ενήλικο που είναι μαζί τους είναι να λειτουργεί ως ο Άνθρωπος σε σχέση με τον Χιμπατζή του παιδιού. Αν παρατηρήσετε ενηλίκους που καταφέρνουν αποτελεσματικά να βοηθούν παιδιά τα οποία είναι αναστατωμένα, θα δείτε ότι συχνά ακολουθούν μια ορισμένη σειρά:
  • Πρώτα ακούν και σχηματίζουν μια σαφή εικόνα σχετικά με το τι αντιλαμβάνεται το παιδί ότι έχει συμβεί
  • Δείχνουν με συμπόνια ότι έχουν καταλάβει το παιδί
  • Βοηθούν το παιδί να μιλήσει για τους φόβους του και τους απομακρύνουν
  • Εντοπίζουν τα συμπεράσματα στα οποία μπορεί να έχει καταλήξει το παιδί και μετά αλλάζουν τα συμπεράσματα αυτά αν δεν είναι σωστά
  • Τέλος, προτείνουν τρόπους για να προχωρήσει το παιδί.
Όταν άρχισα να δουλεύω στην ψυχιατρική παιδιών, ένα από τα πρώτα πράγματα που μου έκαναν εντύπωση ήταν το βάθος της σκέψης των πολύ μικρών παιδιών. Αυτό με έκανε αμέσως να συνειδητοποιήσω πόσο σημαντικό ήταν να ακούω και να καταλαβαίνω αυτό που συνέβαινε στο μυαλό τους. Έμαθα να παίρνω πολύ σοβαρά τους φόβους ή τα συμπεράσματα των παιδιών, όποια κι αν ήταν. Τα παιδιά ολοφάνερα προτιμούν τις εξηγήσεις που μπορούν να κατανοήσουν. Η δουλειά με ενηλίκους έχει πολλές προφανείς δια­φορές από τη δουλειά με παιδιά, αλλά έχω πλέον καταλάβει ότι τα παιδιά όλων των ηλικιών θέλουν τη συζήτηση, όπως ακριβώς και οι ενήλικοι.

Τι αποδείξεις υπάρχουν ότι το να µιλάµε για τα συναισθήµατά µας βοηθάει;

Υπάρχουν αρκετοί τομείς που έχουν ερευνηθεί. Έχω επιλέξει μερικούς από αυτούς ως παράδειγμα του πώς το να μιλάς για τα συναισθήματά σου σε βοηθάει να τα διαχειριστείς.

Το να μιλάμε δυνατά, είτε στον εαυτό μας είτε σε κάποιον άλλο, ρίχνει το επίπεδο του άγχους. Από την άλλη μεριά, το να μαζεύουμε διάφορα πράγματα μέσα μας οδηγεί σε επίμονες σκέψεις που δεν φεύγουν με τίποτα.

Έχει βρεθεί ότι αν συμβεί για δεύτερη φορά κάτι αγχωτικό, το άτομο που την πρώτη φορά μίλησε γι’ αυτό θα το διαχειριστεί καλύτερα από εκείνον που την πρώτη φορά δεν μίλησε γι’ αυτό. Η συγκεκριμένη έρευνα βασίζεται στην υπόθεση της ολοκλήρωσης, η οποία υποστηρίζει ότι μιλώντας καταλήγουμε να βγάζουμε ένα νόημα από τα αγχογόνα συμβάντα στη ζωή μας. Καθώς μιλάμε, δημιουργούμε λέξεις που εξηγούν τα συναισθήματά μας. Έτσι μπορούμε να καταλάβουμε τι αισθανόμαστε και να το χρησιμοποιήσουμε αυτό για να βοηθήσουμε τους άλλους να μας καταλάβουν.

Ένα άλλο πλεονέκτημα του να μιλάμε γι’ αυτό που μας απασχολεί είναι ότι έτσι το εκλογικεύουμε και νιώθουμε λιγότερο απειλημένοι. Αυτό μπορεί να αλλάξει τα συναισθήματα που νιώθουμε απέναντι στο συμβάν.

Μερικές φορές, όταν μιλάμε για κάτι που μας αγχώνει, μπορεί στην αρχή να νιώσουμε χειρότερα. Ωστόσο, αν συνεχίσουμε να μιλάμε για την κατάσταση, τότε συνήθως η διάθεσή μας βελτιώνεται και οι απρόσκλητες σκέψεις εξαφανίζονται.

Βρίσκοντας λύσεις

Τι γίνεται αν ένα παιδί δυσκολεύεται πολύ να εκφράσει τους φόβους και τις σκέψεις του;

Μερικά παιδιά δυσκολεύονται πολύ να μιλούν για τις σκέψεις ή τα συναισθήματά τους. Μπορεί να υπάρχουν διάφοροι λόγοι γι’ αυτό. Ακολουθούν μερικές προτάσεις για να τα βοηθήσετε να εκφράσουν τις ανησυχίες τους ή να μιλήσουν για κάτι που τα στενοχώρησε. Ελπίζω ότι θα βρείτε μία ή περισσότερες ιδέες που θα σας ταιριάζουν.

Πείτε στο παιδί ότι είναι φυσιολογικό

Όλοι οι άνθρωποι νιώθουν ανακούφιση όταν μαθαίνουν ότι αυτό που βιώνουν ή ο τρόπος που αντιδρούν είναι φυσιολογικά. Ο Χιμπατζής μέσα στο μυαλό μας είναι φτιαγμένος για να αντιδρά σε καταστάσεις. Παρότι αυτό δεν βοηθάει πάντα, είναι φυσιολογικό. Έτσι, μπορεί το παιδί να ανακουφιστεί αν του εξηγήσετε ότι είναι φυσιολογικό να δυσκολεύεται να εκφράσει πώς αισθάνεται, και μετά του δείξετε διάφορους τρόπους για να ξεπεράσει τη δυσκολία αυτή. Να δείχνετε πάντα στα παιδιά ότι είστε εκεί για εκείνα. Όταν είναι δυνατόν, βοηθάει πολύ να εξηγήσετε ότι και άλλα παιδιά έχουν βιώσει το ίδιο πράγμα και τελικά όλα πήγαν καλά.

Αυτό που χρειάζεσαι είναι κάποιον που σε ενθαρρύνει, όχι που σε πιέζει να γίνεις κάτι που δεν είσαι

Αποτέλεσμα εικόνας για ερεβοκτονοσ Πώς μπορείς εσύ να αλλάξεις τον άλλο; Έχει ποτέ κανείς αλλάξει τον άλλο;Δεν χρειάζεσαι κάποιον που σε αναγκάζει να κάνεις πράγματα που δεν θέλεις. Κάποιον που θέλει να σε αλλάξει. Κάποιον που δεν σου επιτρέπει να είσαι ο εαυτός σου. Κάποιον που δεν σε αποδέχεται όπως πραγματικά είσαι.

Αυτό που χρειάζεσαι είναι κάποιον που σε ενθαρρύνει. Κάποιον που μπορεί να δει όλες τις ιδιότητες και την δύναμη σου. Κάποιον που βλέπει τους στόχους και τα όνειρα σου και σε ενθαρρύνει να τα επιδιώξεις ανεξάρτητα από το πόσο ψηλά ή μη ρεαλιστικά και αν φαίνονται στους άλλους.

Χρειάζεσαι κάποιον που πιστεύει στις ικανότητες σου. Κάποιον που πιστεύει πως μπορείς να πετύχεις ό, τι και αν βάλεις στο μυαλό σου. Κάποιον που σε ενθαρρύνει να εκπληρώσεις όλες τις δυνατότητες σου.

Κάποιον που μπορεί να δει πέρα από την εξωτερική ομορφιά σου. Κάποιον που μπορεί να δει την ομορφιά της ψυχής σου. Κάποιον που ξέρει πως μπορείς να αντιμετωπίσεις κάθε πρόβλημα και να ξεπεράσεις κάθε πρόκληση που θα σου δώσει η ζωή.

Χρειάζεσαι κάποιον που ξέρει την αξία σου. Κάποιον που γνωρίζει τις αδυναμίες και τις ατέλειες σου και δεν σε κρίνει γι' αυτές. Κάποιον που ξέρει τις κακές πλευρές σου και όμως δεν σε κάνει να νιώθεις πως δεν αξίζεις εξαιτίας τους.

Χρειάζεσαι κάποιον που σέβεται τις απόψεις και τις ιδέες σου ανεξάρτητα από το πόσο διαφορετικές είναι από τις δικές του. Κάποιον που δεν παρεμβαίνει στις αποφάσεις σου και σέβεται τις επιλογές σου.

Χρειάζεσαι κάποιον που ξέρει πώς να σου συμπεριφερθεί όταν οι αγχωτικές σκέψεις και οι φόβοι σου σε κατακλύζουν. Κάποιον που δεν θεωρεί «υπερβολική ευαισθησία» ή «απαίτηση» τις πιο συναισθηματικές καταστάσεις. Κάποιον που δεν σε κάνει να νιώθεις απαρατήρητος/η όταν δείχνει την αγάπη σου.

Δεν χρειάζεσαι κάποιον που σε συγκρίνει με άλλους/ες άντρες/γυναίκες και σε κάνει να νιώθεις άσχημα με τον εαυτό σου.

Χρειάζεσαι κάποιον που χαίρεται για σένα και γιορτάζει μαζί σου όταν πετυχαίνεις ένα στόχο σου αλλά επίσης είναι δίπλα σου όταν δεν νιώθεις καλά ή όταν περνάς μια δύσκολη κατάσταση.

Χρειάζεσαι κάποιον που σε ενθαρρύνει να βρεις την εσωτερική σου δύναμη και το θάρρος για να σηκωθείς, να διώξεις τον πόνο και να προχωρήσεις όταν η ζωή σε ρίχνει.

Χρειάζεσαι κάποιον που είναι εκεί για να σε σηκώσει όταν το έχεις ανάγκη. Χρειάζεσαι κάποιον που σου υπενθυμίζει την αξία σου όταν δεν μπορείς να βρεις τίποτα καλό στον εαυτό σου.

Χρειάζεσαι κάποιον που σε ενθαρρύνει να κάνεις αυτά που πάντα ονειρευόσουν και όχι κάποιον που σε πιέζει να κάνεις κάτι που δεν θες ή κάτι που είναι αντίθετο με τις αξίες και τις αρχές σου.

Και αν νιώθεις πως δεν είναι ακόμα ώρα να κυνηγήσεις τους στόχους σου, επαγγελματικούς ή προσωπικούς, δεν πρέπει να σε πιέσει να το κάνεις.

Χρειάζεσαι κάποιον που δεν σε πιέζει και δεν σε χειραγωγεί. Αντιθέτως, σε αφήνει να κάνεις τις επιλογές σου και τις σέβεται ακόμα και όταν δεν συμφωνεί μαζί σου.

Ένα τέτοιο άτομο χρειάζεσαι επειδή αξίζεις το καλύτερο- και ποτέ μην συμβιβάζεσαι με κάτι λιγότερο.

Οι όμορφοι άνθρωποι (σε) κερδίζουν πάντα στις λεπτομέρειες

Είναι οι λεπτομέρειες που κάνουν τη διαφορά στους ανθρώπους. Οι περισσότεροι είμαστε λίγο απ’ όλα και τα έχουμε σχεδόν όλα σε μια στοιχειώδη διάσταση. Διαθέτουμε στοιχειώδη ευγένεια, στοιχειώδη ανθρωπιά, στοιχειώδη παιδεία…

Υπάρχουν, όμως, ανάμεσά μας κάποιοι άνθρωποι που ξεχωρίζουν γιατί αυτό το «στοιχειώδες» το έχουν λίγο παραπάνω…

Έχουν έναν δικό τους τρόπο να σε κερδίζουν, χωρίς καν να το προσπαθήσουν. Δεν έχουν χτίσει μέσα τους ένα καλούπι δοσοληψίας με τους άλλους. Δε διαθέτουν κανένα στημένο πλαίσιο μέσα στο οποίο οριοθετούν το χαμόγελό τους, την πρόθεσή τους να βοηθήσουν, ακόμα και τον τρόπο που θα σε κοιτάξουν.

Η αύρα τους είναι σαρωτική, φωτεινή και ζεστή. Τους συμπαθείς από την πρώτη στιγμή, χωρίς να τους έχεις καλά καλά γνωρίσει. Νιώθεις οικειότητα μαζί τους, αλλά κυρίως νιώθεις ασφαλής δίπλα τους.

Είναι λάθος μας να θεωρούμε ότι ένας άνθρωπος μπορεί να σε κερδίσει όταν προσπαθεί να «εξαγοράσει» μια φιλία, έναν έpωτα, μια συνεργασία. Θα συμφωνήσουμε ότι οι σημαντικές σχέσεις της ζωής μας έχουν ανάγκη από σεβασμό, εμπιστοσύνη και πράξεις για να επιβιώσουν και να αντέξουν στους κραδασμούς της καθημερινότητας και των προκλήσεων που απειλούν τις ισορροπίες τους. Κι όλα αυτά είναι όμορφα.

Δεν αναφέρομαι, όμως, στους δικούς μας ανθρώπους, αυτοί έτσι κι αλλιώς μας έχουν κερδίσει. Αναφέρομαι σ’ εκείνους που ίσως και να μη αποτελούν μέρος της καθημερινότητάς μας, ίσως και να μην είναι κομμάτι της ζωής μας. Ανάμεσα σ’ αυτούς τους ξένους που τυχαία ή περιστασιακά αλληλοεπιδρούν μαζί μας, υπάρχουν κάποιοι όμορφοι άνθρωποι, που δε χρειάζεται να καταβάλλουν προσπάθεια για να τους εκτιμήσουμε. Ξεχώρισαν μέσα από μικρές λεπτομέρειες, ίσως ανεπαίσθητες, αλλά τέτοιες ώστε να θέλαμε να τους γνωρίζαμε λίγο παραπάνω, αν υπήρχε η δυνατότητα. Ή απλά και μόνο να νιώθουμε όμορφα όταν η αύρα τους σκορπίζεται πάνω μας.

Θα μου πεις τώρα, ποιες λεπτομέρειες κάνουν όμορφο έναν άνθρωπο…

Δεν υπάρχει κανόνας. Ο καθένας από μας προσδιορίζει διαφορετικά τι είναι αυτό που τον συναρπάζει και τον κερδίζει σε έναν άνθρωπο. Πέρα από αυτά τα στοιχειώδη και βασικά που μπορεί να τον χαρακτηρίζουν γενικά ευγενικό ή καλόψυχο, υπάρχουν κι άλλα στοιχεία που μπορεί να τον ξεχωρίσουν στα δικά μας μάτια. Κι από ένας καλός κι ευγενικός άνθρωπος, όπως τόσοι άλλοι που γνωρίζουμε, να φωτογραφηθεί στον σκληρό δίσκο του μυαλού μας ως ένας όμορφος άνθρωπος.

Δε συναντάμε πολλούς τέτοιους στη ζωή μας. Ίσως γι’ αυτό και να ξεχωρίζει τόσο ξεκάθαρα η φωτεινή τους αύρα ανάμεσα στις αύρες που μας πλαισιώνουν.

Το σίγουρο είναι πως ο όμορφος άνθρωπος (σε) κερδίζει πάντα στις λεπτομέρειες.

Νιώθεις μόνο τυχερός που τον συνάντησες. Ίσως γιατί ένιωσες ζεστασιά, ηρεμία και ασφάλεια δίπλα του, χωρίς φόβο, χωρίς πρόθεση και χωρίς αντίκρισμα…

Είμαστε ακριβώς αυτό που κάνουμε

Οι ηθικά αδύναμοι άνθρωποι προσπαθούν να υπερασπιστούν ή να εξηγήσουν τον χαρακτήρα και τις πράξεις τους στους άλλους. Αντί γι’ αυτό, πρέπει να αφήνουμε τις πράξεις μας να μιλάνε για μας. Μη λες «Δεν πρέπει να λέμε ψέματα» — ας είσαι απλώς ειλικρινής. Το να ζεις τη σοφία είναι σημαντικότερο από το να γνωρίζεις γι’ αυτήν. Υπάρχει διαφορά ανάμεσα στο να λέμε ωραία πράγματα και στο να κάνουμε ωραία πράγματα. Ας μη δίνουμε υπερβολικό βάρος στην πολυμάθεια και στην πολυπραγμοσύνη.

Είμαστε αυτό που κάνουμε, όχι αυτό που λέμε. Ο Ζαν Πολ Σαρτρ έλεγε ότι είμαστε καταδικασμένοι στην ελευθερία κι ότι κρινόμαστε από τις πράξεις μας για τις οποίες φέρουμε την αποκλειστική ευθύνη. Εξάλλου, η —συχνά εφιαλτική— κρίση των άλλων μόνο σε αυτές μπορεί να βασιστεί και όχι στις προθέσεις ενός ατόμου. Ως ιδανικό τίθεται η ελευθερία επιλογής της δράσης και η ανάληψη της ευθύνης που αναλογεί σε κάθε άνθρωπο. Το να δηλώνουμε ότι είμαστε σοφοί δεν πείθει κανέναν — αντιθέτως, οι σοφές μας πράξεις αργά ή γρήγορα θα εκτιμηθούν.

Λέει ο Επίκτητος: «Ο χτίστης δεν μας λέει: “Άκουσέ με, θα σου κάνω μια διάλεξη πάνω στο χτίσιμο”». Αναλαμβάνει την υποχρέωση να χτίσει ένα σπίτι και το χτίζει. Έτσι αποδεικνύει ότι ξέρει την τέχνη. Κάνε κι εσύ κάτι παρόμοιο: «φάε και πιες σαν άνθρωπος, περιποιήσου τον εαυτό σου, παντρέψου, κάνε παιδιά, ζήσε σαν πολίτης». Ζήσε με περιέργεια, χωρίς υπεροψία, χωρίς έπαρση και φλυαρία.

SENECA: Ζήτησε λοιπόν από μένα όχι να είμαι όμοιος με τους αρίστους, αλλά να είμαι καλύτερος από τους κακούς

Αν επομένως κάποιος από αυτούς που μαίνονται κατά της φιλοσοφίας υποβάλει τη γνωστή ερώτηση: «Γιατί λοιπόν εσύ, που τα λες τόσο ωραία, δε ζεις ανάλογα; Γιατί μιλάς ταπεινά μπροστά σ’ ένα υπέρτερο ον, παράλληλα όμως θεωρείς ότι τα χρήματα σου είναι αναγκαίο εφόδιο και η απώλεια τους σε αναστατώνει; Γιατί χύνεις δάκρυα όταν πληροφορείσαι το θάνατο της γυναίκας σου ή του φίλου σου, γιατί φροντίζεις την υπόληψή σου και γιατί σε ταράζουν οι συκοφαντίες; Γιατί καλλιεργείς περισσότερα κτήματα από όσα απαιτούν οι φυσικές σου ανάγκες; Γιατί τα γεύματά σου δε συμβαδίζουν με τη διδασκαλία σου; Γιατί διατηρείς τόσο κομψή επίπλωση; Γιατί στα δείπνα σου πίνεις κρασί παλιότερο και από σένα ακόμη; Τι είναι αυτή η επίδειξη του ορνιθώνα σου; Γιατί φυτεύεις δέντρα που δε σου προσφέρουν τίποτε άλλο πέρα από σκιά; Γιατί η γυναίκα σου φοράει στ’ αυτιά της το εισόδημα ενός πλούσιου σπιτιού; Γιατί οι νεαροί δούλοι σου φορούν πολυτελή ενδύματα; Γιατί έχει γίνει πια τέχνη το να παρακαθήσει κάποιος στο τραπέζι σου και, αντί να τοποθετηθεί το πιάτο αμέριμνα και όπως τύχει, γίνεται ένα προσεκτικό σερβίρισμα, και γιατί τάχα υπάρχει και επαγγελματίας ακόμη για να τεμαχίσει το κρέας που παραθέτεις;». Αν θέλεις μάλιστα, πρόσθεσε και αυτά ακόμη: «Γιατί έχεις κτήματα πέρα από τη θάλασσα; Και γιατί έχεις πιο πολλά από όσα και συ ο ίδιος έχεις δει; Ντροπή σου! – ή μήπως είσαι τόσο ανεύθυνος, ώστε να μην έχεις ποτέ σου αντικρίσει μια χούφτα από δούλους που έχεις, ή είσαι τόσο τρυφηλός, ώστε να έχεις περισσότερους από όσους θα μπορούσε η μνήμη σου να σου θυμίσει;».

Πιο κάτω θα επικροτήσω κι εγώ τις κατηγορίες σου, και μάλιστα θα προσάψω στον εαυτό μου ακόμη πιο πολλές από όσες νομίζεις, για την ώρα όμως τούτο μόνο θα σου απαντήσω: «Δεν είμαι σοφός και -για να δώσω περισσότερη τροφή στην κακεντρέχειά σου- ούτε και θα γίνω ποτέ. Ζήτησε λοιπόν από μένα όχι να είμαι όμοιος με τους αρίστους, αλλά να είμαι καλύτερος από τους κακούς. Μου είναι αρκετό αν περιορίζω καθημερινά, έστω και στο ελάχιστο, τα ελαττώματα και καταδικάζω τα σφάλματά μου. Δεν έχω πετύχει να είμαι πραγματικά υγιής, ούτε και θα το πετύχω βέβαια. Περισσότερο αγωνίζομαι να ανακουφίσω την ποδάγρα μου παρά να τη θεραπεύσω, και είμαι ευχαριστημένος αν με θυμάται σπανιότερα και μου προκαλεί λιγότερο πόνο· όταν όμως συγκρίνω την κατάσταση μου με τα δικά σου πόδια, παρά την αναπηρία μου, εγώ είμαι δρομέας». Όλα αυτά δεν τα λέω για λογαριασμό μου -γιατί εγώ είμαι βουτηγμένος σε πέλαγος αμαρτιών κάθε είδους- αλλά μιλώ εξ ονόματος εκείνου που έχει πράγματι επιτύχει κάτι.

ΣΕΝΕΚΑΣ, Για μια ευτυχισμένη ζωή

Οι τίτλοι όντως φέρνουν δύναμη. Αλλά αν κάποτε μας στερήσουν τον τίτλο, τότε και η δύναμή του κάνει φτερά

Υπάρχει, όμως, μια δύναμη πολύ πιο βαθιά από τη δύναμη που μπορεί να προσφέρει ο οποιοσδήποτε τίτλος. Κι αυτή είναι η φυσική μας δύναμη να ηγούμαστε, που υπάρχει μέσα στον καθένα μας από το απλό γεγονός και μόνο πως είμαστε ανθρώπινες υπάρξεις. Δυστυχώς, αυτή η δυνατότητα είναι ναρκωμένη στους περισσότερους ανθρώπους και ελάχιστα αξιοποιείται. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχει και είναι διαθέσιμη σε οποιονδήποτε θέλει να την αναζητήσει και να την ενεργοποιήσει. Στην πραγματικότητα, αυτή και μόνο είναι η δύναμη στην πιο αληθινή της μορφή”.

“Γιατί το λες αυτό;”

“Επειδή είναι η δύναμη που δεν μπορούν ποτέ να μας πάρουν, ό,τι και να συμβαίνει στον εξωτερικό κόσμο. Είναι αληθινή δύναμη και δεν εξαρτάται διόλου από τις εξωτερικές συνθήκες.”

Οι Τέσσερις Φυσικές Δυνάμεις είναι:

Φυσική Δύναμη No 1. Οποιοσδήποτε ζει και αναπνέει αυτή τη στιγμή έχει τη δύναμη να πηγαίνει στη δουλειά του κάθε μέρα και να εκφράζει μέσω της εργασίας του τον Άριστο Εαυτό που κρύβει μέσα του. Και δεν χρειάζεται κανέναν τίτλο για να το κάνει αυτό.

Φυσική Δύναμη No 2. Οποιοσδήποτε είναι σήμερα ζωντανός, έχει τη δύναμη να εμπνέει, να επηρεάζει και να εξυψώνει οποιονδήποτε άνθρωπο συναντήσει, προσφέροντάς του το δώρο ενός σπουδαίου παραδείγματος. Και δεν χρειάζεται κανέναν τίτλο για να το κάνει αυτό.

Φυσική Δύναμη No 3. Οποιοσδήποτε είναι σήμερα γεμάτος από ζωή μπορεί με πάθος και έμπνευση να κινητοποιήσει θετικές αλλαγές σε πείσμα όλων των αρνητικών συνθηκών. Και δεν χρειάζεται κανέναν τίτλο για να το κάνει αυτό.

Φυσική Δύναμη No 4. Οποιοσδήποτε ζει και αντιλαμβάνεται την αλήθεια της φιλοσοφίας “Ηγέτης Δίχως Τίτλο”, μπορεί να συμπεριφερθεί απέναντι στους συναδέλφους του με σεβασμό, εκτίμηση, ευγένεια – και με αυτό τον τρόπο να εξυψώσει την κουλτούρα ενός ολόκληρου οργανισμού στο καλύτερο δυνατό επίπεδο. Και δεν χρειάζεται κανέναν τίτλο για να το κάνει αυτό.

Αν δεν σας ενδιαφέρει να είστε ευαίσθητοι, τότε είστε σαν νεκροί

Και πώς μπορεί κανείς ν’ αποκτήσει ευαισθησία; Πώς θα γεννηθεί αυτή η ευαισθησία που θα σε κάνει να βρίσκεσαι σ’ επαγρύπνηση ώστε να μη βλάπτεις άλλους ανθρώπους, τα ζώα, τα λουλούδια;

Σας ενδιαφέρουν όλα αυτά; Θα έπρεπε. Αν δεν σας ενδιαφέρει να είστε ευαίσθητοι, τότε είστε σαν νεκροί, όπως άλλωστε και οι περισσότεροι άνθρωποι. Παρόλο που έχουν εξασφαλισμένο το φαγητό τους, έχουν τη δουλειά τους, κάνουν παιδιά, οδηγούν αυτοκίνητα, φοράνε κομψά ρούχα, οι περισσότεροι είναι τόσο καλοί όσο κι οι νεκροί.

Ξέρετε τι σημαίνει να είσαι ευαίσθητος; Σίγουρα σημαίνει να έχεις ένα αίσθημα στοργής για πράγματα που γίνονται γύρω σου: Να βλέπεις ένα ζώο που υποφέρει και να κάνεις κάτι γι’ αυτό, να βγάζεις μια πέτρα από το μονοπάτι γιατί περνάνε πάρα πολλά γυμνά πόδια από εκεί και μπορεί να τραυματιστούν, να μαζεύεις από το δρόμο ένα καρφί, γιατί μπορεί να σκάσει το λάστιχο του αυτοκινήτου κάποιου ανθρώπου. Το να είσαι ευαίσθητος σημαίνει ότι έχεις αισθήματα για τους ανθρώπους, για τα πουλιά, για τα λουλούδια, για τα δέντρα – όχι επειδή είναι δικά σου, αλλά απλώς επειδή έχεις επίγνωση της εξαιρετικής ομορφιάς των πραγμάτων. Και πώς μπορεί να γεννηθεί αυτή η ευαισθησία;

Από τη στιγμή που είσαι βαθιά ευαίσθητος, είναι φυσικό να μην ξεριζώνεις τα λουλούδια, δεν έχεις τη διάθεση να καταστρέφεις τίποτα, να πληγώνεις τούς ανθρώπους, που σημαίνει ότι έχεις μέσα σου πραγματικό σεβασμό, αγάπη για τα πάντα. Η αγάπη είναι το πιο σημαντικό πράγμα στη ζωή. Αλλά τι εννοούμε όταν λέμε αγάπη; Αν αγαπάς κάποιο πρόσωπο επειδή αυτό ανταποκρίνεται στην αγάπη σου, σίγουρα αυτό δεν είναι αγάπη. Αγάπη είναι να υπάρχει μέσα σου εκείνη η μοναδική αίσθηση στοργής που δεν ζητάει τίποτα για αντάλλαγμα. Μπορεί να είσαι πολύ έξυπνος από παιδί, να περνάς όλες σου τις εξετάσεις, να παίρνεις διπλώματα και να φτάνεις σε υψηλά αξιώματα, αλλά αν δεν έχεις αυτή την ευαισθησία, αυτή την αίσθηση της στοργής, αυτή την αίσθηση της απλής αγάπης, τότε η καρδιά σου θα είναι άδεια και θα είσαι δυστυχισμένος για το υπόλοιπο της ζωής σου.

Λοιπόν, είναι πολύ σημαντικό για την ίδια την καρδιά να είναι γεμάτη από αυτή την αίσθηση στοργής, γιατί τότε δεν θα καταστρέφετε ποτέ τίποτα, δεν θα είστε άσπλαχνοι και δεν θα υπάρχουν πια πόλεμοι. Τότε θα είστε ευτυχισμένα πλάσματα.

Τώρα, πώς μπορεί να γεννηθεί αυτή η αγάπη; Σίγουρα, η αγάπη πρέπει να ξεκινήσει από το σχολείο, από το δάσκαλο. Αν ο δάσκαλος, παράλληλα με τις γνώσεις που σας δίνει για τα μαθηματικά, τη γεωγραφία ή την ιστορία, έχει και αυτή την αίσθηση της αγάπης μέσα στην καρδιά του και μιλάει γι’ αυτήν, αν αυθόρμητα βγάζει μια πέτρα από το δρόμο για να μη σκοντάψει κάποιος, αν δεν αφήνει τους βοηθούς του να κάνουν όλες τις βαριές δουλειές, αν στις συζητήσεις του, στη δουλειά του, στο παιχνίδι, όταν τρώει, όταν είναι μαζί ας ή μόνος του αισθάνεται αυτό το περίεργο πράγμα και σας μιλάει συχνά γι’ αυτό, τότε θα γνωρίσετε κι εσείς τι σημαίνει ν’ αγαπάς.

Μπορεί να έχεις ένα όμορφο πρόσωπο, να φοράς ωραία ρούχα ή να είσαι σπουδαίος αθλητής, αλλά αν δεν υπάρχει αγάπη στην καρδιά σου θα είσαι ένα άσχημο ανθρώπινο πλάσμα, άσχημο πέρα από κάθε μέτρο. Αντιθέτως, όταν αγαπάς, το πρόσωπά σου – είτε είναι άσχημο είτε είναι ωραίο- θα έχει μια ακτινοβολία. Η αγάπη είναι το πιο σημαντικό πράγμα στη ζωή και είναι πολύ σημαντικό να μιλάς για την αγάπη, να την αισθάνεσαι, να τη θρέφεις, να τη φυλάς σαν θησαυρό, αλλιώς γρήγορα θα διαλυθεί, γιατί ο κόσμος είναι πολύ βάρβαρος. Αν, όταν είσαι νέος, δεν νιώθεις αγάπη, αν δεν βλέπεις με αγάπη τους ανθρώπους, τα ζώα, τα λουλούδια, τότε, όταν μεγαλώσεις, θα ανακαλύψεις ότι η ζωή σου είναι άδεια· θα νιώθεις πολλή μοναξιά και η σκοτεινή σκιά του φόβου θα σε ακολουθεί πάντα. Από τη στιγμή, όμως, που έχεις στην καρδιά σου αυτό το εκπληκτικό πράγμα που ονομάζεται αγάπη και νιώθεις το βάθος, τη χαρά, την έκστασή της, θα ανακαλύψεις ότι για σένα ο κόσμος έχει μεταμορφωθεί.

Η αγάπη δεν είναι επιχείρηση, σταματήστε λοιπόν να την αντιμετωπίζετε έτσι

Η αγάπη δεν είναι επιχείρηση, σταματήστε λοιπόν να την αντιμετωπίζετε έτσι. Διαφορετικά θα χάσετε τη ζωή σας και θα χάσετε την αγάπη και όλα τα όμορφα στοιχεία της – επειδή κανένα από τα όμορφα πράγματα στη ζωή δεν είναι μια επιχειρηματική πράξη. Οι επιχειρηματικές πράξεις είναι το πιο άσχημο πράγμα στον κόσμο – αναγκαίο κακό, αλλά η ίδια η ύπαρξη δεν γνωρίζει τι σημαίνει επιxειρήσεις». Τα δέντρα ανθίζουν, και αυτό δεν είναι επιχείρηση, τα αστέρια λάμπουν, και αυτό δεν είναι επιχείρηση, και εσείς δεν χρειάζεται να πληρώσετε για αυτό και κανένας δεν απαιτεί κάτι από εσάς. Ένα πουλί έρχεται και κάθεται στην πόρτα σας και τραγουδά, και το πουλί δεν θα σας ζητήσει κάποιο πιστοποιητικό ή δείγμα εκτίμησης. Τραγούδησε το τραγούδι του και έπειτα πέταξε μακριά χαρούμενο, χωρίς να αφήσει ίχνη πίσω του.

Έτσι αναπτύσσεται η αγάπη. Προσφέρετε και μην περιμένετε να δείτε πόσα μπορείτε να αρπάξετε. Ναι, η αγάπη έρχεται, έρχεται στο χιλιαπλάσιο, αλλά έρχεται με φυσικό τρόπο. Η αγάπη έρχεται μόνη της, δεν χρειάζεται να την απαιτήσετε. Όταν την απαιτείτε, δεν έρχεται ποτέ. Όταν την απαιτείτε, την σκοτώνετε.

Προσφέρετε, λοιπόν. Αρχίστε να δίνετε,

Στην αρχή θα είναι δύσκολο, επειδή έχετε εκπαιδευτεί ολόκληρη τη ζωή σας να μην προσφέρετε, αλλά να παίρνετε. Στην αρχή θα πρέπει να παλέψετε με την ίδια σας την πανοπλία. Οι μύες σας έχουν σκληρύνει, η καρδιά σας έχει παγώσει, έχετε γίνει ψυχροί. Στην αρχή θα είναι δύσκολο, αλλά κάθε βήμα θα οδηγήσει σε ένα ακόμα και σιγά σιγά το ποτάμι θα αρχίσει να κυλάει.

Πρώτα απομυθοποιήστε τους γονείς σας. Όταν απομυθοποιήσετε τους γονείς σας, θα απομυθοποιήσετε και τα κοινωνικά πρέπει – επειδή οι γονείς σας εκφράζουν όλα τα παραπάνω. Έτσι θα γίνετε ένα άτομο. Για πρώτη φορά δεν αποτελείτε πλέον μέρος της μάζας, έχετε μια αυθεντική ατομικότητα. Έτσι αυτονομείστε. Αυτή είναι η ωρίμανση. Έτσι πρέπει να είναι ένας ενήλικας.

Ενήλικας είναι κάποιος που δεν χρειάζεται τους γονείς του. Ενήλικας είναι κάποιος που δεν χρειάζεται κανέναν στον οποίο θα στηριχτεί ή από τον οποίο θα πιαστεί. Ενήλικας είναι κάποιος που είναι χαρούμενος στη μοναχικότητά του η μοναξιά αυτή είναι ένα τραγούδι, μια γιορτή. Ενήλικας είναι κάποιος που μπορεί να μείνει μόνος του με τον εαυτό του και να είναι καλά. Η μοναχικότητά του δεν είναι μοναξιά, η μοναχικότητά του είναι ηθελημένη απομόνωση, έχει διαλογιστική φύση.

Κάποια στιγμή θα πρέπει να βγείτε από τη μήτρα της μητέρας σας. Εάν είχατε παραμείνει εκεί μέσα για διάστημα μεγαλύτερο από εννέα μήνες, θα είχατε πεθάνει – όχι μόνο εσείς, αλλά και η μητέρα σας θα είχε πεθάνει. Κάποια στιγμή αναγκαστήκατε να βγείτε από τη μήτρα της μητέρας σας και έπειτα, κάποια στιγμή, αναγκαστήκατε να φύγετε από την οικογενειακή ατμόσφαιρα, μια ακόμα μήτρα, να πάτε στο σχολείο. Και μετά κάποια στιγμή αναγκαστήκατε να βγείτε από τη σχολική ατμόσφαιρα, μια ακόμα μήτρα, και να βγείτε στον κόσμο. Κατά βάθος όμως είστε ακόμα ένα παιδί. Είστε ακόμα στη μήτρα! Στρώματα και στρώματα μήτρας υπάρχουν ακόμα και αυτή η μήτρα πρέπει να σπάσει.

Στην Ανατολή ονομάζουμε αυτό το σπάσιμο «δεύτερη γέννηση». Όταν επιτύχετε μια δεύτερη γέννηση, θα απελευθερωθείτε απόλυτα από τις γονικές εντυπώσεις. Και το όμορφο εδώ είναι ότι μόνο ένα τέτοιο άτομο νιώθει ευγνωμοσύνη απέναντι στους γονείς του. Το παράδοξο είναι ότι μόνο ένα τέτοιο άτομο μπορεί να συγχωρέσει τους γονείς του. Νιώθει συμπόνια και τους αγαπάει, τους συμπονά βαθιά και πραγματικά, επειδή έχουν υποφέρει και εκείνοι με τον ίδιο τρόπο. Δεν είναι θυμωμένος, όχι. Μπορεί να έχει δάκρυα στα μάτια του, αλλά δεν είναι θυμωμένος και θα κάνει τα πάντα για να βοηθήσει τους γονείς του να μεταφερθούν προς μία τέτοια πληρότητα μοναχικότητας, ένα τέτοιο ύψος μοναχικότητας. Γίνετε άτομα, αυτό είναι το πρώτο που πρέπει να κάνετε.

Το δεύτερο είναι να μην αναμένετε την τελειότητα, να μη ζητάτε και να μην απαιτείτε. Αγαπήστε τους κανονικούς ανθρώπους. Δεν έχουν τίποτα κακό οι κανονικοί άνθρωποι. Οι κανονικοί άνθρωποι είναι εξαιρετικοί! Κάθε ανθρώπινο πλάσμα είναι τόσο μοναδικό. Σεβαστείτε αυτή τη μοναδικότητα.

Τρίτον, προσφέρετε, και προσφέρετε άνευ όρων – έτσι θα μάθετε τι είναι η αγάπη. Δεν μπορώ να το ορίσω. Μπορώ να σας δείξω τον τρόπο να την καλλιεργήσετε. Μπορώ να σας δείξω πώς να φυτέψετε μια τριανταφυλλιά, πώς να την ποτίσετε, πώς να την μπολιάσετε, πώς να την προστατεύσετε. Και τότε, μία μέρα, από το πουθενά, θα ανθίσει ένα τριαντά φυλλο και το σπίτι σας θα γεμίσει από τα αρώματά του. Έτσι δημιουργείται η αγάπη.

Οι καλοί φίλοι είναι πολύτιμος θησαυρός

Κι αν αφαιρέσεις ρούχα, φτιασίδια, μάσκες, τι μένει; Οι άνθρωποι που επιλέγεις και σε επιλέγουν κάθε μέρα. Αυτό μένει στο τέλος. Δυο λόγια συμπονετικά κι άλλοτε μαχαίρια να κάνουν βόλτες στο κεφάλι σου για ώρες, ίσως μέρες. Λόγια των εκλεκτών, εκείνων που συγκατοικείτε στις ζωές σας από χρόνια γιατί η δική σας διαδρομή δεν έχει πόρτα εξόδου.

Άλλους τους ξέρεις από παιδιά. Μοιραστήκατε τις ίδιες γρατζουνιές, τις ίδιες φαφούτικες φωτογραφίες, τις ίδιες γνώριμες γειτονιές. Μυρωδιές, γέλια και κλάματα έγιναν αλυσίδες που σας κρατούν κοντά όσο κι αν άλλαξαν οι ενήλικες διαδρομές. Το παρελθόν έχει δική του δύναμη πάνω σας. Αντί τα χρόνια να φθίνουν τους δεσμούς, τους κρατούν αλώβητους από παραξενιές κι εξελίξεις.

Άλλους τους γνώρισες μετέπειτα. Με τσιγάρα βαριά και ποτά μπερδεμένα στα χέρια. Κλώτσησες τους ενδοιασμούς και τις δεύτερες σκέψεις και τους άφησες να δουν κάτι δικό σου μέσα απ’ τις χαραμάδες. Το ίδιο έκαναν κι αυτοί. Σου άνοιξαν δρόμο να περπατήσεις πλάι τους, να δεις κι έναν άλλο κόσμο πέρα απ’ το δικό σου. Δεσμοί αλλιώτικοι, πιο συνειδητά φτιαγμένοι από το ώριμο της ηλικίας.

Κι έπειτα όσα σας βρήκαν μαζί. Χαρές και λύπες. Νίκες κι αποτυχίες έπλεκαν κάθε μέρα λίγο απ’ το κουβάρι των κοινών σας αναμνήσεων. Ένα τηλέφωνο στα άγρια μεσάνυχτα, μια κουβέντα καθησυχαστική, ένα «εγώ είμαι εδώ» κι ένα «μη φοβάσαι». Κι ύστερα μπράβο, συγχαρητήρια, το αξίζεις και μάτια χαμογελαστά να χαίρονται με τα καλά της ζωής σου. Αϋπνίες, λαχτάρες, έγνοιες, δανεικά κι αγύριστα, συμβουλές κι εκείνο το εκνευριστικό «στα ‘λεγα εγώ». Μούτρα για τόσο όσο και ξανά προς τη δόξα τραβά.

Βλέπεις, οι φίλοι έχουν πάντα δίκιο. Ακόμη κι εκείνες τις φορές που χτυπιέσαι πως έχουν άδικο, έρχεται το πλήρωμα του χρόνου να σου τρίψει στα μούτρα τη σοφία τους. Όσο κι αν εκνευρίζεσαι, χαίρεσαι που έχεις δίπλα σου ανθρώπους που καθημερινά σου επιβεβαιώνουν πως αξίζουν να υπάρχουν και να υπάρχεις στη ζωή τους.

Όπως όλες οι σχέσεις έτσι κι αυτή θέλει δουλειά, ίσως την περισσότερη. Δεν είναι γονείς οι φίλοι να ανέχονται τα πάντα σου, ούτε σχέσεις ερωτικές να σηκώνουν νάζια, πείσματα και κέρατα. Οι φιλίες είναι αλισβερίσια που υπακούν σε λόγους τιμής και σταράτες κουβέντες. Δίχως ψέματα, υποκρισίες και καλλωπισμούς. Ωμές κουβέντες για γερά στομάχια, γνήσιο ενδιαφέρον, θάρρος και θράσος. Το φίλο αν τον αγαπάς πρέπει να τον πονέσεις. Τον φίλο αν τον αγαπάς πρέπει να τον χαϊδέψεις. Να ξέρεις τι θέλει χωρίς να χρειαστεί να στο ζητήσει και το ίδιο να κάνει κι εκείνος.

Καθρέφτης ο ένας στη ψυχή του άλλου. Εκείνος θα σου πει όσα δεν τολμάς να ξεστομίσεις κι εσύ θα ακούσεις όσα δε λένε τα χείλη του. Έχει κάτι από μαγεία αυτή η σχέση. Δεν ακολουθεί τη συνηθισμένη ροή των πραγμάτων. Εκεί που πάει να τελειώσει, αρχίζει πάλι απ’ την αρχή. Ρουτινιάζει, βαλτώνει, κουράζει και τροφοδοτείται απ’ την ίδια την ενέργεια των ανθρώπων της. Χρησιμοποιεί τα ίδια της τα υλικά για να γίνει σαν καινούρια.

Το πιο δύσκολο κομμάτι της είναι πως εδώ δε χρειάζεται να ξεγυμνώσεις το κορμί σου αλλά το χαρακτήρα σου. Δε χρειάζεται να μιλήσεις. Οι σιωπές κάνουν τις πραγματικές συζητήσεις μεταξύ φίλων. Να νιώθεις άνετα, να αισθάνεσαι ασφάλεια και να μη χρειάζεται να μετρήσεις τις κουβέντες σου πριν τις ξεστομίσεις.

Βάλσαμο στη ψυχή οι φίλοι, φάρμακο σπάνιο και πολύτιμο. Μην το χαραμίζεις.

H τιμωρία του Άτλαντα: Γιατί ήθελε να τον τιμωρήσει ο Δίας;

Ο Άτλας ήταν γιος του Τιτάνα Ιαπετού και της Ωκεανίδας Κλυμένης. Αδέρφια του ήταν ο Προμηθέας, ο Επιμηθέας και ο Μενοίτιος, οι γνωστοί «Ιαπετίδες». Στη διάρκεια της Τιτανομαχίας, ο Άτλαντας αντιτάχθηκε στον παντοδύναμο Δία.

Έγινε αρχηγός των Τιτανίδων, δηλαδή των γιων των Τιτάνων και αποδείχτηκε ισχυρότερος όλων. Ωστόσο, όταν η μάχη έληξε με τη νίκη του Δία, ο αρχηγός των θεών θέλησε να τιμωρήσει τον Άτλαντα για την περιφρόνηση που του έδειξε και να τον εκδικηθεί, επειδή κατασπάραξε μαζί με τα αδέρφια του, τον Διόνυσο.

Η τιμωρία είxε ως εξής: ο Άτλας βυθίστηκε στα Τάρταρα κάτω από τη γη, στα σύνορα του χάους και καταδικάστηκε να φέρει αιωνίως στους ώμους του τον Ουράνιο Θόλο, δηλαδή τον ουρανό. Εκεί, τον βρήκε ο Ηρακλής, που τον είχε διατάξει ο Ευρυσθέας να του φέρει τα μήλα των Εσπερίδων. Ο Ηρακλής δεν ήθελε να πάει ο ίδιος. Πρότεινε στον Άτλαντα να τον αντικαταστήσει στα βαριά του καθήκοντα και εκείνος με τη σειρά του να πάρει τα πολύτιμα φρούτα. Κι όντως έτσι έγινε. Όταν όμως ο Άτλας επέστρεψε με τα μήλα ήθελε, όσο τίποτα άλλο, να απαλλαγεί από το αιώνιο βάσανο.

Αρνήθηκε να κρατήσει τον ουρανό, με τη δικαιολογία ότι θα πήγαινε ο ίδιος τα φρούτα στον Ευρυσθέα. Ο Ηρακλής, όντας οξυδερκής, κατάλαβε το τέχνασμα του. Προσποιούμενος ότι χρειάζεται λίγη βοήθεια για να κρατάει το θόλο καλύτερα, άφησε όλο το βάρος να πέσει στην ωμοπλάτη του Άτλαντα και έτσι συνεχίστηκε η αιώνια τιμωρία του. Από αυτό το αιώνιο βασανιστήριο προκύπτει και το όνομα «Άτλας» – προέρχεται από το γράμμα άλφα και τη λέξη «τλαν», που σημαίνει «εκείνος που υπομένει τα πάντα»….

Παραπληροφόρηση: Μια σοβαρή απειλή για τη δημοκρατία

Οι ψευδείς ειδήσεις κι ο τρόπος που εξαπλώνονται στα μέσα ενημέρωσης αποτελούν μια από τις μεγαλύτερες απειλές της σύγχρονης κοινωνίας. Η ποσότητα των δημοσιευμάτων που σκόπιμα παραπληροφορούν είναι τόση μεγάλη, ώστε να τίθεται θέμα προσβολής της δημοκρατίας.

Σε πρόσφατη έρευνα του Ευρωβαρομέτρου, το 83% απάντησαν ότι οι ψευδείς ειδήσεις συνιστούν κίνδυνο για τη δημοκρατία.

Η αλήθεια έχει τεράστια σημασία σε μια κοινωνία. Όσο περισσότερο ο δημόσιος λόγος βασίζεται στα ψέματα και στον λαϊκισμό, τόσο πιο δύσκολο είναι να σημειωθεί εποικοδομητική πρόοδος. Η δημοκρατία βλάπτεται όταν οι άνθρωποι ψηφίζουν με βάση την πίστη τους σε θεωρίες συνωμοσίας. Το κράτος υποφέρει όταν οι πολιτικές θεσπίζονται βασισμένες εν μέρει σε ψευδείς ισχυρισμούς. Ενώ το κύρος της χώρας πλήττεται όταν οι θεωρίες συνωμοσίας γίνονται όλο και περισσότερο αποδεκτές από τον γενικό πληθυσμό.

Τι είναι τα fake news;

Ο όρος δεν είναι καινούριος, ψευδείς ειδήσεις υπάρχουν από την στιγμή που οι άνθρωποι άρχισαν να μιλάνε μεταξύ τους. Τα τελευταία όμως χρόνια η χρήση του εκτοξεύθηκε κυρίως από τα μέσα ενημέρωσης και τους πολιτικούς (που τον έχουν εκφυλίσει και θα σας πω μετά το γιατί). Ο καθηγητής φιλοσοφίας Axel Gelfert, λέει ότι τα “fake news” είναι:

«μια σκόπιμη παρουσίαση εσφαλμένων και παραπλανητικών ισχυρισμών ως ειδήσεις, όπου οι ισχυρισμοί είναι παραπλανητικοί εκ προμελέτης».

Τα fake news είναι η προπαγάνδα;

Το Ινστιτούτο Ανάλυσης της Προπαγάνδας των Η.Π.Α. όρισαν την προπαγάνδα σαν την

«οργανωμένη πειθώ που εμπεριέχει τη διάδοση μεροληπτικών ιδεών και γνωμών, συχνά μέσω της χρήσης ψεμάτων, απάτης, διαστρεβλώσεων υπερβολών και λογοκρισίας»

Επομένως θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε ότι το κύριο εργαλείο της προπαγάνδας είναι τα fake news, αν και τα fake news δεν χρησιμοποιούνται μόνο για λόγους προπαγάνδας.

Κι η προπαγάνδα προϋπήρχε, αλλά με το διαδίκτυο χτύπησαν φλέβα: έναν πολύ φτηνότερο και ταχύτερο τρόπο για να κάνουν τη δουλειά τους. Σύμφωνα με έρευνα του ΜΙΤ οι ψευδείς ειδήσεις ταξιδεύουν 6 φορές γρηγορότερα από τις αληθινές και διαμοιράζονται σε πολύ περισσότερους ανθρώπους. Προσθέστε εδώ και την ακρισία του κόσμου: το 60% των άρθρων που κοινοποιούνται διαδίδονται από άτομα που δεν τα έχουν διαβάσει καν.

Τι σημαίνει αυτό; Τι μπορεί να γίνει δηλαδή αν λείψει η αντικειμενικότητα στην πληροφόρηση; Μια λέξη μόνο: «Χειραγώγηση».

Με τα φεικ νιουζ δεν είναι μόνο ότι χάνουμε το χρόνο μας, αλλά χάνουμε και την ελευθερία των επιλογών μας σαν πολίτες.

Γιατί όπως προειδοποίησε ο Βολταίρος

«Όσοι μπορούν να σε κάνουν να πιστέψεις απιθανότητες (παραλογισμούς), είναι ικανοί να σε πείσουν να διαπράξεις φρικαλεότητες.»

To 2015 o τότε πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Γιούνκερ ανέθεσε στην Επίτροπο Ψηφιακής Οικονομίας και Κοινωνίας Μαρίγια Γκάμπριελ, να ερευνήσει τις προκλήσεις που δημιουργούν οι ηλεκτρονικές πλατφόρμες για τη δημοκρατία, αναφορικά με τη διασπορά της παραπληροφόρησης και να προτείνει τι χρειάζεται να γίνει, σε επίπεδο ΕΕ, για να προστατευθούν οι πολίτες της.

Αυτή έφτιαξε μια ανεξάρτητη Ομάδα Εμπειρογνώμων για να διεξάγει έρευνα. Η ομάδα έβαλε να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι αντιπρόσωποι από την κοινωνία των πολιτών, τις πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης, των μέσων μαζικής ενημέρωσης, δημοσιογράφους κι ακαδημαϊκούς.

Τον Μάρτη του 2018 συνέταξαν και παρέδωσαν μια έκθεση προτείνοντας έναν ορισμό του φαινομένου και κάνοντας μία σειρά από συστάσεις. Όρισαν σαν παραπληροφόρηση την:

«ψευδή, ανακριβή, ή παραπλανητική πληροφορία που έχει σχεδιαστεί, παρουσιάζεται και προωθείται με πρόθεση να προκαλέσει δημόσια βλάβη ή για την αποκόμιση κέρδους»

Η έκθεση γράφει ότι απέφυγε σκόπιμα να χρησιμοποιήσει τον όρο “fake news” για δύο λόγους:

Πρώτον, ο όρος είναι ανεπαρκής για να καταγράψει το πολύπλοκο πρόβλημα της παραπληροφόρησης, που περιλαμβάνει περιεχόμενο που δεν είναι στην πραγματικότητα “ψευδές” ή εξ ολοκλήρου “ψευδές”, αλλά κατασκευασμένη πληροφορία αναμεμιγμένη με γεγονότα, και πρακτικές που ξεπερνούν οτιδήποτε που μοιάζει με “ειδήσεις”, για να συμπεριλάβει κάποιες μορφές αυτοματοποιημένων λογαριασμών (δίκτυα ψεύτικων οπαδών, επεξεργασμένα βίντεο, στοχοθετημένη διαφήμιση, οργανωμένο trolling, και άλλα)

Δεύτερον, ο όρος “fake news” είναι όχι μόνο ανεπαρκής αλλά και παραπλανητικός, γιατί έχει υιοθετηθεί από ορισμένους πολιτικούς και τους οπαδούς τους, οι οποίοι χρησιμοποιούν τον όρο για να απορρίψουν οτιδήποτε θεωρούν ενοχλητικό γι΄ αυτούς.

Ας δούμε τώρα πώς η παραπληροφόρηση και τα fake news μπορούν να βλάψουν την κοινωνία

Στους ανθρώπους αρέσουν οι ιστορίες, ακόμη κι οι ψεύτικες (κυρίως αυτές) και φυσικά η μυθοπλασία. Είναι, πως να το κάνουμε, πιο όμορφες, πιο ελκυστικές, πιο εύκολες. Οι άνθρωποι θέλουν αγάπη, στοργή και προδέρμ, ιστορίες που να τους καθησυχάζουν, να τους μιλάνε για ασφάλεια και συμπόνοια κι όχι στατιστικά στοιχεία και μαθηματικά.

Φολου γιορ χαρτ. Έτσι δεν έλεγε μια παλιά διαφήμιση; Ακολούθα την καρδιά σου, δηλαδή το συναίσθημά σου. Η δημοκρατία θέλει άραγε ορθολογική λήψη αποφάσεων ή όχι;

Μην απαντήσετε αμέσως. Σκεφτείτε. Μήπως τα συναισθήματα δεν είναι αυτά που καθοδηγούν τους ψηφοφόρους αλλά και τους ηγέτες τους; Αυτή η «εξάρτησή μας από την καρδιά» λέει ο Χαράρι:

«μπορεί να αποδειχτεί η αχίλλειος πτέρνα της δημοκρατίας. Γιατί μόλις κάποιος (είτε βρίσκεται στο Πεκίνο είτε στο Σαν Φρανσίσκο) αποκτήσει την ικανότητα να χειραγωγεί την ανθρώπινη καρδιά, η δημοκρατική πολιτική θα μεταλλαχτεί σε ένα συναισθηματικό κουκλοθέατρο».

Σε μια δημοκρατία, κάθε πολίτης πρέπει να είναι σε θέση να αναζητά και να ξεχωρίζει τις γνήσιες πηγές πληροφόρησης. Για τους αρχαίους Έλληνες, αυτό ακριβώς διέκρινε τη δημοκρατία τους από την τυραννία.

Είναι σημαντικό να ξέρουμε ότι Δημοκρατία κι επιστήμη πάνε αντάμα

Ο Καρλ Σαγκάν σ΄ ένα από τα βιβλία του έγραψε το εξής:

“Οι αξίες της επιστήμης και οι αξίες της δημοκρατίας είναι εναρμονισμένες και σε πολλές περιπτώσεις αδιαχώριστες. Η επιστήμη και η δημοκρατία ξεκίνησαν – με την πολιτισμένη τους ενσάρκωση – την ίδια χρονική περίοδο και στο ίδιο μέρος: την Ελλάδα του 7ου και 6ου αιώνα π.Χ. Η επιστήμη προσφέρει ισχύ σε οποιονδήποτε κάνει τον κόπο να τη μάθει. Καθώς η επιστήμη αναπτύσσεται, απαιτεί πράγματι την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών. Οι αξίες της αντιτίθενται στο μυστικισμό. Η επιστήμη δεν διαθέτει ειδικά πλεονεκτήματα ή προνομιακές θέσεις.

Το να βρει κανείς τυχαία έναν κόκκο αλήθειας να πλέει σε ένα τεράστιο ωκεανό σύγχυσης και ανοησίας, απαιτεί επαγρύπνηση, αφοσίωση και κουράγιο. Αλλά αν εμείς δεν εξασκούμε αυτούς τους αυστηρούς τρόπους σκέψης, δεν μπορούμε να ελπίζουμε ότι θα λύσουμε τα πραγματικά σοβαρά προβλήματα της αλήθειας που αντιμετωπίζουμε και κινδυνεύουμε να γίνουμε ένα έθνος κορόιδων, έρμαια στον πρώτο τυχόντα τσαρλατάνο που θα μας συναντήσει.”

Αυτό ξέρετε μου θύμισε εκείνο που λέει ο Λουκιανό στο Περί αιρέσεων:

«θα ’σαι σαν ένα υγρό χυμένο πάνω στο τραπέζι, κι όπου σε σπρώχνει ο καθένας με το δαχτυλάκι του, θα πηγαίνεις. Ή, μα τον Δία, σαν καλαμιά που φυτρώνει στην ακροποταμιά και γέρνει σε κάθε φύσημα του αέρα και σαλεύει ακόμα κι όταν η αύρα είναι ανεπαίσθητη. «



Η επιστήμη κι η δημοκρατία, εκτός από κριτική σκέψη, προϋποθέτουν και ψηφιακό εγγραμματισμό. Ένας από τους μεγάλους κινδύνους της δημοκρατίας σήμερα είναι το φαινόμενο μιας «κοινωνίας αναλφάβητων νέου τύπου». Χρειαζόμαστε κι άλλου είδους «εγγραμματισμούς» (αν είναι δόκιμος ο όρος). Χρειαζόμαστε:

Γνώσεις λειτουργικού αλφαβητισμού. Να μπορείς να συντονίσεις τα κανάλια στην τηλεόραση, να βάλεις μπροστά το πλυντήριο, να παρακολουθήσεις μια συζήτηση στη βουλή.

Αλφαβητισμού των κινδύνων. Να παίρνουμε τις σωστές αποφάσεις με ενημερωμένο τρόπο χωρίς να βάζουμε σε κίνδυνο την υγεία μας, ή να να μας χειραγωγούν με μη ρεαλιστικούς φόβους κι ελπίδες.

Οικονομικό αλφαβητισμό. Δηλαδή ικανότητα κατανόησης των βασικών αρχών των οικονομικών
Μαθηματικό αλφαβητισμό. Απόφοιτοι Πανεπιστημίων δεν ξέρουν να κάνουν μια διαίρεση να υπολογίσουν ένα απλό κλάσμα ή ένα ποσοστό.

Πληροφοριακό εγγραμματισμό. Ανάπτυξη πληροφοριακών δεξιοτήτων. Τι είναι αυτό που βλέπω στο ιντερνετ;

Η λύση πιστεύω ότι δεν είναι να αφαιρέσουμε δικαιώματα από τους απλούς πολίτες (βλέπε ελευθερία έκφρασης), αλλά να τους διδάξουμε πώς να συμμετάσχουν με περίσκεψη στην αναζήτηση πληροφοριών και πώς να αξιολογούν την αξιοπιστία τους σε μια κακόφωνη δημοκρατία.

Η έννοια της θετικής ελευθερίας

Η «θετική» έννοια της λέξης «ελευθερία» εκπηγάζει από την επιθυμία του ατόμου να είναι αυτεξούσιο. Θέλω η ζωή και οι αποφάσεις μου να εξαρτώνται από εμένα τον ίδιο, και όχι από τις οποιεσδήποτε εξωτερικές δυνάμεις. Θέλω να είμαι όργανο της δικής μου μόνο βούλησης, και όχι της βούλησης των άλλων. Θέλω να είμαι υποκείμενο, και όχι αντικείμενο· η συμπεριφορά μου να καθορίζεται από κίνητρα, συνειδητά ελατήρια, δικά μου, και όχι από εξωγενή αίτια. Θέλω να είμαι ανεξάρτητη προσωπικότητα, και όχι ένας άνθρωπος χωρίς οντότητα. Θέλω να είμαι παράγων δράσεως· να αποφασίζω εγώ για τη ζωή μου, και όχι οι άλλοι. Θέλω να εξουσιάζω τον εαυτό μου και να μην υφίσταμαι τις ενέργειες της φύσης ή των άλλων ανθρώπων, ωσάν να ήμουν πράγμα ή ζώο, ωσάν να ήμουν ένας δούλος ανίκανος να εκδηλώσει την ανθρώπινη υπόστασή του - ανίκανος, ήτοι, να συλλάβει και να πραγματώσει δικούς του σκοπούς και δικούς του τρόπους δράσης. Αυτό, μεταξύ άλλων, εννοώ όταν λέω πως είμαι ορθολογικός· αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο πιστεύω πως διακρίνομαι, ως άνθρωπος, από τον υπόλοιπο κόσμο. Προπάντων, όμως, θέλω να αντιλαμβάνομαι τον εαυτό μου ως ένα ον που σκέπτεται, βούλεται και δρα, ένα ον που έχει την ευθύνη των επιλογών του και που μπορεί να τις αιτιολογήσει επί τη βάσει των ιδεών και των επιδιώξεών του. Αισθάνομαι ελεύθερος στον βαθμό που πιστεύω πως όλα αυτά ισχύουν και υπόδουλος, στον βαθμό που είμαι αναγκασμένος να παραδεχτώ πως τίποτε από όλα αυτά δεν ισχύει.

Η ελευθερία που συνίσταται στο να είμαι αυτεξούσιος, κύριος του εαυτού μου, και η ελευθερία που συνίσταται στο να μη με εμποδίζουν οι άλλοι να επιλέγω κατά βούλησιν μπορεί, εκ πρώτης όψεως, να φαίνεται πως είναι κοντινές: δύο απλώς τρόποι, ένας θετικός και ένας αρνητικός, που λίγο πολύ εκφράζουν την ίδια ιδέα. Ωστόσο, οι δυο αυτές αντιλήψεις περί ελευθερίας, η «θετική» και η «αρνητική», αναπτύχθηκαν ιστορικά προς διαφορετικές κατευθύνσεις -μη ακολουθώντας πάντοτε μιαν αυστηρή λογική-, οπότε και δεν άργησαν να έλθουν σε σύγκρουση.

Προκειμένου να το κατανοήσουμε καλύτερα αυτό, θα μπορούσαμε να εξετάσουμε τη δυναμική της «αυτεξουσιότητας», αυτής της, αρχικώς αθωότατης, μεταφοράς. «Εξουσιάζω τον εαυτό μου»· «είμαι κύριος του εαυτού μου»· «δεν είμαι δούλος κανενός»· δεν είμαι όμως άραγε (όπως θα έλεγαν οι πλατωνιστές ή οι εγελιανοί) δούλος της φύσης; Ή των «αχαλίνωτων» παθών μου; Δεν πρόκειται τάχα για τα πολλαπλά είδη ενός και του αυτού γένους, του γένους «δούλος» - άλλα πολιτικά ή νομικά, και άλλα ηθικά ή πνευματικά; Δεν έχουν άραγε οι άνθρωποι βιώσει την εμπειρία της απελευθέρωσης από την πνευματική σκλαβιά, από την υποδούλωση στη φύση, και δεν έχουν άραγε συνειδητοποιήσει μέσα από αυτή την εμπειρία πως υπάρχει, από τη μια πλευρά, ένα Εγώ που κυριαρχεί και, από την άλλη, ένα Εγώ που καθυποτάσσεται; Κατά καιρούς, το κυρίαρχο αυτό Εγώ ταυτίζεται με τον Λόγο, με την «ανώτερη φύση» μου, με το Εγώ που υπολογίζει τα πράγματα και αποβλέπει σε αυτό που τελικά θα το ικανοποιήσει, με το «αληθινό», «ιδεώδες», «αυτόνομο» Εγώ ή με τον «καλύτερο εαυτό μου»· και αντιπαραβάλλεται στη συνέχεια με τις ανορθολογικές παρορμήσεις, τις ανεξέλεγκτες επιθυμίες, την «κατώτερη» φύση μου, την επιδίωξη της άμεσης απόλαυσης, το «εμπειρικό» ή «ετερόνομο» Εγώ που γίνεται υποχείριο της επιθυμίας και του πάθους, και στο οποίο πρέπει να επιβληθεί η αυστηρότερη πειθαρχία, αν είναι κάποτε να ανυψωθεί στο επίπεδο της «πραγματικής» του φύσης. Ορισμένοι παρουσιάζουν το χάσμα που χωρίζει τα δυο Εγώ ως ακόμη ευρύτερο: αντιλαμβάνονται το πραγματικό Εγώ ως κάτι πολύ πιο μεγάλο από το άτομο (όπως το εννοούμε συνήθως), ως ένα κοινωνικό «όλον» -ως μία φυλή, ένα γένος, μία Εκκλησία, ένα κράτος ή ως τη μεγάλη κοινωνία των ζώντων, των νεκρών και των ακόμη αγέννητων-, στο πλαίσιο του οποίου το άτομο αποτελεί απλώς ένα συστατικό στοιχείο ή μια όψη. 

Η οντότητα αυτή αναγνωρίζεται στη συνέχεια ως το «πραγματικό» Εγώ, το οποίο, επιβάλλοντας στα δύστροπα «μέλη» του τη συλλογική ή «οργανική» ενιαία βούλησή του, επιτυγχάνει έναν «υψηλότερο» ελευθερίας τόσο για το ίδιο όσο και, κατ' επέκτασιν, για αυτά. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που έχουν επισημάνει τους κινδύνους τους οποίους ενέχει η χρήση οργανικών μεταφορών με σκοπό την αιτιολόγηση του καταναγκασμού που ασκούν κάποιοι άνθρωποι, προκειμένου να επιτύχουν και για τους άλλους ένα «υψηλότερο» επίπεδο ελευθερίας. Αν κάτι όμως καθιστά αληθοφανή αυτού του είδους τη γλώσσα, είναι το ότι παραδεχόμαστε πως είναι όντως δυνατόν, κάποτε μάλιστα και επιτρεπτό, να καταναγκάζει κανείς τους ανθρώπους, εν ονόματι ενός κάποιου σκοπού ή στόχου (της δικαιοσύνης, ας πούμε, ή της δημόσιας υγείας), τον οποίο, αν οι άνθρωποι ήταν πιο φωτισμένοι -αν δεν ήταν τόσο τυφλοί, αδαείς και διεφθαρμένοι όσο είναι- θα επεδίωκαν κατά πάσαν πιθανότητα και μόνοι τους. Καταλήγω, έτσι, με περισσή ευκολία, να πιστεύω ότι καταναγκάζω τους άλλους προς δικό τους όφελος: εξυπηρετώντας το δικό τους συμφέρον, και όχι το δικό μου. Και ισχυρίζομαι ότι εγώ γνωρίζω καλύτερα από αυτούς τι πραγματικά χρειάζονται. Αν ήταν τόσο ορθολογικοί και σοφοί όσο εγώ, κι αν καταλάβαιναν ποιο είναι το αληθινό τους συμφέρον τόσο καλά όσο εγώ, δεν θα μου προέβαλλαν καμία αντίσταση. Μπορώ, βεβαίως, να προχωρήσω ακόμη περισσότερο και να ισχυριστώ ότι οι άνθρωποι, μες στη βαθιά τους άγνοια, επιδιώκουν πράγματα στα οποία κατ' ουσίαν εναντιώνονται· και εναντιώνονται, διότι, υπάρχει μέσα τους μια μυστηριώδης οντότητα -μια λανθάνουσα ορθολογική βούληση, ο «αληθινός» τους σκοπός-, η οποία, αν και διαψεύδεται από όλα όσα οι άνθρωποι αισθάνονται, λέγουν και κάνουν συνειδητά, είναι το «πραγματικό» τους Εγώ, σχετικά με το οποίο το φτωχό, χωροχρονικά προσδιορισμένο, εμπειρικό τους Εγώ γνωρίζει ελάχιστα ή και απολύτως τίποτε· κι ακόμη, ότι το εσώτερο αυτό πνεύμα είναι το μόνο Εγώ του οποίου οι επιθυμίες είναι άξιες ιδιαίτερης προσοχής. Άπαξ και ακολουθήσω αυτή τη συλλογιστική, μπορώ πράγματι να αγνοήσω τις επιθυμίες των ανθρώπων ή των κοινωνιών και να τους φοβίσω, να τους καταπιέσω ή να τους βασανίσω, εν ονόματι, και εκ μέρους, του «πραγματικού» τους Εγώ, έχοντας τη βεβαιότητα ότι ο πραγματικός σκοπός του ανθρώπου (όποιος κι αν είναι: η ευτυχία, το καθήκον, η σοφία, η κοινωνική δικαιοσύνη, η ολοκλήρωση της προσωπικότητας) ταυτίζεται με την ελευθερία του — ήτοι με την ελεύθερη επιλογή του «πραγματικού», αν και συχνά άδηλου και κρύφιου, Εγώ του.

Πολλοί έχουν καταδείξει αυτό το παράδοξο. Άλλο είναι να λες ότι γνωρίζεις τι είναι καλό για τον Χ, ενώ ο ίδιος δεν το γνωρίζει, ή ακόμη και να μη λαμβάνεις υπόψη τις επιθυμίες του για το δικό του το καλό· και άλλο να ισχυρίζεσαι ότι το έχει eo ipso επιλέξει, όχι συνειδητά, όχι στο πλαίσιο της καθημερινής του συμπεριφοράς, αλλά υπό την ιδιότητά του ως ορθολογικού Εγώ, το οποίο το εμπειρικό του Εγώ μπορεί και να αγνοεί - ως «πραγματικού» Εγώ που ξέρει ποιο είναι το καλό και, όταν το διακρίνει, δεν μπορεί παρά να το επιλέξει. Η τερατώδης αυτή φενάκη, που συνίσταται στην εξίσωση αυτού που ο Χ θα επέλεγε αν ήταν κάτι που δεν είναι, ή τουλάχιστον που δεν είναι ακόμη, με αυτό που ο Χ πράγματι επιζητεί και επιλέγει, βρίσκεται στον πυρήνα όλων των πολιτικών θεωριών περί αυτοπραγμάτωσης. Άλλο είναι να λέω πως έχει κάποιος το δικαίωμα να με καταναγκάζει, εφόσον είναι για το καλό μου, το οποίο εγώ δεν είμαι σε θέση να καταλάβω (κάτι τέτοιο θα μπορούσε πράγματι να είναι προς όφελος μου και να αυξήσει την ελευθερία μου)· και άλλο να λέω πως, εφόσον είναι για το καλό μου, δεν υφίσταμαι κανέναν απολύτως καταναγκασμό, δεδομένου ότι εγώ το θέλησα αυτό το πράγμα, είτε εν γνώσει μου είτε όχι, και άρα είμαι ελεύθερος (ή «πραγματικά» ελεύθερος), όσο κι αν το άμοιρο το επίγειο σώμα μου και το ανόητο μυαλό μου το απορρίπτουν με σφοδρότητα και αντιμάχονται απεγνωσμένα αυτούς που, ακόμη και με τις καλύτερες προθέσεις, προσπαθούν να μου το επιβάλουν.

Το σχεδόν μαγικό αυτό τέχνασμα (για το οποίο δικαίως ο William James ονείδιζε τους εγελιανούς) μπορεί εξίσου εύκολα να εφαρμοστεί και αναφορικά με την έννοια της «αρνητικής» ελευθερίας: το Εγώ που δεν πρέπει να υφίσταται κανέναν καταναγκασμό δεν είναι πλέον το άτομο με τις συγκεκριμένες επιθυμίες και ανάγκες του, αλλά ο «πραγματικός» ένδον άνθρωπος, που ταυτίζεται με την επιδίωξη ενός ιδεώδους σκοπού τον οποίο το εμπειρικό Εγώ αγνοεί παντελώς. Και όπως στην περίπτωση του «θετικά» ελεύθερου πραγματικού Εγώ, η οντότητα αυτή μπορεί κατά τρόπο τεχνητό να προσλάβει τις διαστάσεις μιας οντότητας υπερατομικής -ενός κράτους, μιας κοινωνικής τάξης, ενός έθνους ή ακόμη και της πορείας της ιστορίας-, που εκλαμβάνεται ως υποκείμενο περισσότερο «πραγματικό» από το εμπειρικό Εγώ. Από ιστορική άποψη, ωστόσο, η «θετική» αντίληψη της ελευθερίας ως εξουσίας και κυριότητας εαυτού, καθώς υποδηλώνει έναν ορισμένο διχασμό του ανθρώπου, συνδέθηκε πιο εύκολα, τόσο στη θεωρία όσο και στην πράξη, με τον διχασμό της προσωπικότητας μεταξύ ενός υπερβατικού, κυρίαρχου εξουσιαστή και ενός συνόλου επιθυμιών και παθών που πρέπει να εξουσιαστούν και να καθυποταχθούν. Το ιστορικό αυτό στοιχείο στάθηκε καθοριστικό. Τούτο αποδεικνύει (αν υποθέσουμε πως μια τόσο προφανής αλήθεια χρειάζεται όντως απόδειξη) ότι κάθε αντίληψη περί ελευθερίας απορρέει και από μία διαφορετική άποψη σχετικά με το τι είναι το Εγώ, το άτομο, ο άνθρωπος. Αρκεί κανείς να νοθεύσει τον ορισμό του ανθρώπου, και μπορεί έπειτα να δώσει στην έννοια της ελευθερίας ό,τι νόημα θέλει. Και δυστυχώς, η πρόσφατη ιστορία έχει περίτρανα αποδείξει πως δεν πρόκειται απλώς για ένα ζήτημα ακαδημαϊκής φύσεως.

Οι συνέπειες της διάκρισης μεταξύ των δύο Εγώ γίνονται ακόμη πιο σαφείς, αν αναλογιστεί κανείς ποιες είναι οι δύο βασικές μορφές που προσέλαβε, κατά τον ρου της ιστορίας, η επιθυμία του ανθρώπου να είναι αυτόνομος — να εξουσιάζεται μόνον από το «πραγματικό» Εγώ του: αφ' ενός, η αυταπάρνηση κατά την επιδίωξη της ανεξαρτησίας· και, αφ' ετέρου, η αυτοπραγμάτωση ή η απόλυτη ταύτιση με μιαν αρχή ή ένα ιδεώδες κατά την επιδίωξη του ίδιου στόχου.

ΛΟΓΓΟΣ: Τὰ κατὰ Δάφνιν καὶ Χλόην (4.19.1-4.21.3)

[4.19.1] Οἱ μὲν ταῦτα συνθέμενοι ἀπῆλθον εἴσω πάλιν· ὁ δὲ Ἄστυλος σχολὴν ἄγοντι τῷ πατρὶ προσρυεὶς αἰτεῖ τὸν Δάφνιν εἰς τὴν πόλιν καταγαγεῖν ὡς καλόν τε ὄντα καὶ ἀγροικίας κρείττονα καὶ ταχέως ὑπὸ Γνάθωνος καὶ τὰ ἀστυκὰ διδαχθῆναι δυνάμενον. [4.19.2] Χαίρων ὁ πατὴρ δίδωσι καὶ μεταπεμψάμενος τὸν Λάμωνα καὶ τὴν Μυρτάλην εὐηγγελίζετο μὲν αὐτοῖς ὅτι Ἄστυλον θεραπεύσει λοιπὸν ἀντὶ αἰγῶν καὶ τράγων Δάφνις, ἐπηγγέλλετο δὲ δύο ἀντ᾽ ἐκείνου δώσειν αὐτοῖς αἰπόλους. [4.19.3] Ἐνταῦθα ὁ Λάμων, πάντων ἤδη συνερρυηκότων καὶ ὅτι καλὸν ὁμόδουλον ἕξουσιν ἡδομένων, αἰτήσας λόγον ἤρξατο λέγειν· «ἄκουσον, ὦ δέσποτα, παρ᾽ ἀνδρὸς γέροντος ἀληθῆ λόγον· ἐπόμνυμι δὲ τὸν Πᾶνα καὶ τὰς Νύμφας ὡς οὐδὲν ψεύσομαι. [4.19.4] Οὐκ εἰμὶ Δάφνιδος πατήρ, οὐδ᾽ εὐτύχησέ ποτε Μυρτάλη μήτηρ γενέσθαι. Ἄλλοι πατέρες ἐξέθηκαν τοῦτον, ἴσως παιδίων πρεσβυτέρων ἅλις ἔχοντες· ἐγὼ δὲ εὗρον ἐκκείμενον καὶ ὑπὸ αἰγὸς ἐμῆς τρεφόμενον, ἣν καὶ ἀποθανοῦσαν ἔθαψα ἐν τῷ περικήπῳ φιλῶν ὅτι ἐποίησε μητρὸς ἔργα. [4.19.5] Εὗρον αὐτῷ καὶ γνωρίσματα συνεκκείμενα· ὁμολογῶ, δέσποτα, καὶ φυλάττω· τύχης γάρ ἐστι μείζονος ἢ καθ᾽ ἡμᾶς σύμβολα. Ἀστύλου μὲν οὖν εἶναι δοῦλον αὐτὸν οὐχ ὑπερηφανῶ, καλὸν οἰκέτην καλοῦ καὶ ἀγαθοῦ δεσπότου· παροίνημα δὲ Γνάθωνος οὐ δύναμαι περιιδεῖν γενόμενον, ὃς ἐς Μιτυλήνην αὐτὸν ἄγειν ἐπὶ γυναικῶν ἔργα σπουδάζει.»
[4.20.1] Ὁ μὲν Λάμων ταῦτα εἰπὼν ἐσιώπησε καὶ πολλὰ ἀφῆκε δάκρυα· τοῦ δὲ Γνάθωνος θρασυνομένου καὶ πληγὰς ἀπειλοῦντος, ὁ Διονυσοφάνης τοῖς εἰρημένοις ἐκπλαγεὶς τὸν μὲν Γνάθωνα σιωπᾶν ἐκέλευσε, σφόδρα τὴν ὀφρὺν εἰς αὐτὸν τοξοποιήσας, τὸν δὲ Λάμωνα πάλιν ἀνέκρινε καὶ παρεκελεύετο τἀληθῆ λέγειν μηδὲ ὅμοια πλάττειν μύθοις ἐπὶ τῷ κατέχειν τὸν υἱόν. [4.20.2] Ὡς δὲ ἀτενὴς ἦν καὶ κατὰ πάντων ὤμνυε θεῶν καὶ ἐδίδου βασανίζειν αὑτόν, εἰ ψεύδεται, ‹παρα›καθημένης τῆς Κλεαρίστης ἐβασάνιζε τὰ λελεγμένα. «Τί δ᾽ ἂν ἐψεύδετο Λάμων, μέλλων ἀνθ᾽ ἑνὸς δύο λαμβάνειν αἰπόλους; Πῶς δ᾽ ἂν καὶ ταῦτα ἔπλασεν ἄγροικος; Οὐ γὰρ εὐθὺς ἦν ἄπιστον ἐκ τοιούτου γέροντος καὶ μητρὸς εὐτελοῦς υἱὸν καλὸν οὕτω γενέσθαι;»
[4.21.1] Ἐδόκει μὴ μαντεύεσθαι ἐπὶ πλέον, ἀλλὰ ἤδη τὰ γνωρίσματα σκοπεῖν εἰ λαμπρᾶς καὶ ἐνδοξοτέρας τύχης. Ἀπῄει μὲν Μυρτάλη κομίσουσα πάντα φυλαττόμενα ἐν πήρᾳ παλαιᾷ· [4.21.2] κομισθέντα δὲ πρῶτος Διονυσοφάνης ἐπέβλεπε, καὶ ἰδὼν χλανίδιον ἁλουργές, πόρπην χρυσήλατον, ξιφίδιον ἐλεφαντόκωπον, μέγα βοήσας «ὦ Ζεῦ δέσποτα» καλεῖ τὴν γυναῖκα θεασομένην· [4.21.3] Ἡ δὲ ἰδοῦσα μέγα καὶ αὐτὴ βοᾷ· «φίλαι Μοῖραι· οὐ ταῦτα ἡμεῖς συνεξεθήκαμεν ἰδίῳ παιδί; Οὐκ εἰς τούτους τοὺς ἀγροὺς κομίσουσαν Σωφροσύνην ἀπεστείλαμεν; Οὐκ ἄλλα μὲν οὖν, ἀλλ᾽ αὐτὰ ταῦτα. Φίλε ἄνερ, ἡμέτερόν ἐστι τὸ παιδίον· σὸς υἱός ἐστι Δάφνις, καὶ πατρῴας ἔνεμεν αἶγας.»

***
[4.19.1] Ύστερα απ᾽ αυτή τη συνεννόηση οι δυο τους ξαναμπήκαν πάλι μέσα. Στο μεταξύ ο Άστυλος, βρίσκοντας τον πατέρα του εύκαιρο, έτρεξε και του ζήτησε να πάρει τον Δάφνη στην πόλη· έτσι ωραίος που ήταν, είπε, του άξιζε ζωή καλύτερη από του χωριού, και σύντομα θα τον κατατόπιζε ο Γνάθων στις συνήθειες της πόλης. [4.19.2] Ο πατέρας του δέχτηκε μ᾽ ευχαρίστηση. Έστειλε να φωνάξουν το Λάμωνα και τη Μυρτάλη, τους ανάγγειλε το καλό νέο —ότι από δω κι εμπρός ο Δάφνης δεν θα περιποιέται γίδες και τράγους, αλλά τον Άστυλο— κι υποσχέθηκε ότι στη θέση του θα τους έδινε δυο γιδάδες. [4.19.3] Τότε, ενώ όλοι οι άλλοι υπηρέτες είχαν μαζευτεί τρεχάτοι, χαρούμενοι που θ᾽ αποχτούσαν έναν τόσο ωραίο συνάδελφο, ο Λάμων ζήτησε το λόγο κι άρχισε να μιλάει: «Άκουσε, αφέντη, τ᾽ αληθινά λόγια που έχει να σου πει ένας γέρος άνθρωπος — γιατί ορκίζομαι στον Πάνα και τις Νύμφες ότι δε θα πω το παραμικρό ψέμα. [4.19.4] Δεν είμαι εγώ πατέρας του Δάφνη, ούτε και της Μυρτάλης στάθηκε ποτέ τυχερό να γίνει μάνα. Άλλοι γονείς άφησαν έκθετο τούτο το παιδί, ίσως επειδή είχαν κιόλας αρκετά παιδιά πιο μεγάλα. Εγώ το βρήκα παραριγμένο, να το βυζαίνει μια γίδα μου — που όταν ψόφησε την έθαψα έξω στον κήπο, τόσο την είχα αγαπήσει γιατί του στάθηκε σα μάνα. [4.19.5] Μαζί μ᾽ αυτόν βρήκα και σημαδιακά φασκιά —τ᾽ ομολογώ αφέντη— που τα ᾽χω ακόμα φυλαγμένα, γιατί δείχνουν καταγωγή τρανότερη από τη δική μας τη σειρά. Να ᾽ναι υπηρέτης του Αστύλου δεν το κρίνω ανάξιο — ωραίος υπηρέτης ωραίου και καλού αφεντικού. Αλλά να τον γλεντάει στα μεθύσια του ο Γνάθων, που σκοπεύει να τον πάρει στη Μυτιλήνη για να τον μεταχειρίζεται σα γυναίκα, τούτο δεν μπορώ να το ανεχτώ».
[4.20.1] Αυτά είπε ο Λάμων, κι ύστερα σώπασε κι έχυσε πολλά δάκρυα. Ο Γνάθων αυθαδίασε απειλώντας να τον χτυπήσει, αλλά ο Διονυσοφάνης —που είχε πολύ ταραχτεί από τα λόγια του Λάμωνος— τον πρόσταξε, μ᾽ ένα αυστηρό ζάρωμα των φρυδιών, να σωπάσει. Κατόπι ανάκρινε ξανά τον Λάμωνα, πιέζοντάς τον να πει την αλήθεια κι όχι να φτιάχνει παραμύθια για να κρατήσει το γιο του. [4.20.2] Ο Λάμων έμεινε ακλόνητος, παίρνοντας όρκο σ᾽ όλους τους θεούς και προτείνοντας να τον βασανίσουν για να δουν αν λέει ψέματα. Ο Διονυσοφάνης ζύγιζε τα λεγόμενά του μπροστά στην Κλεαρίστη: «Τί λόγο έχει ο Λάμων να λέει ψέματα, την ώρα που είναι να πάρει δυο γιδάδες αντί για έναν; Και πώς μπορεί χωρικός να φανταστεί αυτή την ιστορία; Μήπως δεν ήταν εξαρχής απίθανο, ένας τέτοιος γέρος και μια τιποτένια μάνα να κάνουν τόσο ωραίο γιο;»
[4.21.1] Τέλος αποφάσισε ν᾽ αφήσει τις εικασίες και να εξετάσει τα σημαδιακά φασκιά, αν στ᾽ αλήθεια έδειχναν πιο λαμπρή κι ένδοξη καταγωγή. Η Μυρτάλη, που τα ᾽χε όλα φυλαγμένα σ᾽ ένα παλιό ταγάρι, πήγε να τα φέρει. [4.21.2] Όταν τα ᾽φερε, πρώτος τα κοίταξε ο Διονυσοφάνης· βλέποντας πορφυρό πανωφοράκι, χρυσή καρφίτσα και φιλντισένιο σπαθάκι έβγαλε μεγάλη κραυγή «Αφέντη Δία!» και φώναξε τη γυναίκα του να τα δει. [4.21.3] Σαν τα είδε, έσυρε κραυγή κι εκείνη· «Μοίρες μου αγαπημένες, τούτα δεν είναι που εμείς αφήσαμε με το δικό μας το παιδί; Δε στείλαμε τη Σωφροσύνη να τα φέρει σ᾽ αυτά τα κτήματα; Τούτα τα ίδια ήταν, όχι άλλα. Άντρα μου αγαπημένε, δικό μας είναι το παιδί, γιος σου είν᾽ ο Δάφνης, τις γίδες του πατέρα του έβοσκε!»