Ὁπότε δὲ μὴ δύναιτο, ἁρπάζοι ἂν καὶ βιάζοιτο μετὰ τοῦτο;
Οἶμαι, ἔφη.
Ἀντεχομένων δὴ καὶ μαχομένων, ὦ θαυμάσιε, γέροντός τε καὶ γραός, ἆρ᾽ εὐλαβηθείη ἂν καὶ φείσαιτο μή τι δρᾶσαι τῶν τυραννικῶν;
Οὐ πάνυ, ἦ δ᾽ ὅς, ἔγωγε θαρρῶ περὶ τῶν γονέων τοῦ τοιούτου.
Ἀλλ᾽, ὦ Ἀδείμαντε, πρὸς Διός, ἕνεκα νεωστὶ φίλης καὶ οὐκ ἀναγκαίας ἑταίρας γεγονυίας τὴν πάλαι φίλην καὶ ἀναγκαίαν [574c] μητέρα, ἢ ἕνεκα ὡραίου νεωστὶ φίλου γεγονότος οὐκ ἀναγκαίου τὸν ἄωρόν τε καὶ ἀναγκαῖον πρεσβύτην πατέρα καὶ τῶν φίλων ἀρχαιότατον δοκεῖ ἄν σοι ὁ τοιοῦτος πληγαῖς τε δοῦναι καὶ καταδουλώσασθαι ἂν αὐτοὺς ὑπ᾽ ἐκείνοις, εἰ εἰς τὴν αὐτὴν οἰκίαν ἀγάγοιτο;
Ναὶ μὰ Δία, ἦ δ᾽ ὅς.
Σφόδρα γε μακάριον, ἦν δ᾽ ἐγώ, ἔοικεν εἶναι τὸ τυραννικὸν ὑὸν τεκεῖν.
Πάνυ γ᾽, ἔφη.
[574d] Τί δ᾽, ὅταν δὴ τὰ πατρὸς καὶ μητρὸς ἐπιλείπῃ τὸν τοιοῦτον, πολὺ δὲ ἤδη συνειλεγμένον ἐν αὐτῷ ᾖ τὸ τῶν ἡδονῶν σμῆνος, οὐ πρῶτον μὲν οἰκίας τινὸς ἐφάψεται τοίχου ἤ τινος ὀψὲ νύκτωρ ἰόντος τοῦ ἱματίου, μετὰ δὲ ταῦτα ἱερόν τι νεωκορήσει; καὶ ἐν τούτοις δὴ πᾶσιν, ἃς πάλαι εἶχεν δόξας ἐκ παιδὸς περὶ καλῶν τε καὶ αἰσχρῶν, τὰς δικαίας ποιουμένας, αἱ νεωστὶ ἐκ δουλείας λελυμέναι, δορυφοροῦσαι τὸν Ἔρωτα, κρατήσουσι μετ᾽ ἐκείνου, αἳ πρότερον μὲν ὄναρ [574e] ἐλύοντο ἐν ὕπνῳ, ὅτε ἦν αὐτὸς ἔτι ὑπὸ νόμοις τε καὶ πατρὶ δημοκρατούμενος ἐν ἑαυτῷ· τυραννευθεὶς δὲ ὑπὸ Ἔρωτος, οἷος ὀλιγάκις ἐγίγνετο ὄναρ, ὕπαρ τοιοῦτος ἀεὶ γενόμενος, οὔτε τινὸς φόνου δεινοῦ ἀφέξεται οὔτε βρώματος οὔτ᾽ ἔργου, [575a] ἀλλὰ τυραννικῶς ἐν αὐτῷ ὁ Ἔρως ἐν πάσῃ ἀναρχίᾳ καὶ ἀνομίᾳ ζῶν, ἅτε αὐτὸς ὢν μόναρχος, τὸν ἔχοντά τε αὐτὸν ὥσπερ πόλιν ἄξει ἐπὶ πᾶσαν τόλμαν, ὅθεν αὑτόν τε καὶ τὸν περὶ αὑτὸν θόρυβον θρέψει, τὸν μὲν ἔξωθεν εἰσεληλυθότα ἀπὸ κακῆς ὁμιλίας, τὸν δ᾽ ἔνδοθεν ὑπὸ τῶν αὐτῶν τρόπων καὶ ἑαυτοῦ ἀνεθέντα καὶ ἐλευθερωθέντα· ἢ οὐχ οὗτος ὁ βίος τοῦ τοιούτου;
Οὗτος μὲν οὖν, ἔφη.
Καὶ ἂν μέν γε, ἦν δ᾽ ἐγώ, ὀλίγοι οἱ τοιοῦτοι ἐν πόλει [575b] ὦσι καὶ τὸ ἄλλο πλῆθος σωφρονῇ, ἐξελθόντες ἄλλον τινὰ δορυφοροῦσι τύραννον ἢ μισθοῦ ἐπικουροῦσιν, ἐάν που πόλεμος ᾖ· ἐὰν δ᾽ ἐν εἰρήνῃ τε καὶ ἡσυχίᾳ γένωνται, αὐτοῦ δὴ ἐν τῇ πόλει κακὰ δρῶσι σμικρὰ πολλά.
Τὰ ποῖα δὴ λέγεις;
Οἷα κλέπτουσι, τοιχωρυχοῦσι, βαλλαντιοτομοῦσι, λωποδυτοῦσιν, ἱεροσυλοῦσιν, ἀνδραποδίζονται· ἔστι δ᾽ ὅτε συκοφαντοῦσιν, ἐὰν δυνατοὶ ὦσι λέγειν, καὶ ψευδομαρτυροῦσι καὶ δωροδοκοῦσιν.
[575c] Σμικρά γ᾽, ἔφη, κακὰ λέγεις, ἐὰν ὀλίγοι ὦσιν οἱ τοιοῦτοι.
Τὰ γὰρ σμικρά, ἦν δ᾽ ἐγώ, πρὸς τὰ μεγάλα σμικρά ἐστιν, καὶ ταῦτα δὴ πάντα πρὸς τύραννον πονηρίᾳ τε καὶ ἀθλιότητι πόλεως, τὸ λεγόμενον, οὐδ᾽ ἵκταρ βάλλει. ὅταν γὰρ δὴ πολλοὶ ἐν πόλει γένωνται οἱ τοιοῦτοι καὶ ἄλλοι οἱ συνεπόμενοι αὐτοῖς, καὶ αἴσθωνται ἑαυτῶν τὸ πλῆθος, τότε οὗτοί εἰσιν οἱ τὸν τύραννον γεννῶντες μετὰ δήμου ἀνοίας ἐκεῖνον, ὃς ἂν αὐτῶν μάλιστα αὐτὸς ἐν αὑτῷ μέγιστον καὶ πλεῖστον [575d] ἐν τῇ ψυχῇ τύραννον ἔχῃ.
Εἰκότως γ᾽, ἔφη· τυραννικώτατος γὰρ ἂν εἴη.
Οὐκοῦν ἐὰν μὲν ἑκόντες ὑπείκωσιν· ἐὰν δὲ μὴ ἐπιτρέπῃ ἡ πόλις, ὥσπερ τότε μητέρα καὶ πατέρα ἐκόλαζεν, οὕτω πάλιν τὴν πατρίδα, ἐὰν οἷός τ᾽ ᾖ, κολάσεται ἐπεισαγόμενος νέους ἑταίρους, καὶ ὑπὸ τούτοις δὴ δουλεύουσαν τὴν πάλαι φίλην μητρίδα τε, Κρῆτές φασι, καὶ πατρίδα ἕξει τε καὶ θρέψει. καὶ τοῦτο δὴ τὸ τέλος ἂν εἴη τῆς ἐπιθυμίας τοῦ τοιούτου ἀνδρός.
[575e] Τοῦτο, ἦ δ᾽ ὅς, παντάπασί γε.
Οὐκοῦν, ἦν δ᾽ ἐγώ, οὗτοί γε τοιοίδε γίγνονται ἰδίᾳ καὶ πρὶν ἄρχειν· πρῶτον μὲν οἷς ἂν συνῶσιν, ἢ κόλαξιν ἑαυτῶν συνόντες καὶ πᾶν ἑτοίμοις ὑπηρετεῖν, ἢ ἐάν τού τι δέωνται, [576a] αὐτοὶ ὑποπεσόντες, πάντα σχήματα τολμῶντες ποιεῖν ὡς οἰκεῖοι, διαπραξάμενοι δὲ ἀλλότριοι;
Καὶ σφόδρα γε.
Ἐν παντὶ ἄρα τῷ βίῳ ζῶσι φίλοι μὲν οὐδέποτε οὐδενί, ἀεὶ δέ του δεσπόζοντες ἢ δουλεύοντες ἄλλῳ, ἐλευθερίας δὲ καὶ φιλίας ἀληθοῦς τυραννικὴ φύσις ἀεὶ ἄγευστος.
Πάνυ μὲν οὖν.
Ἆρ᾽ οὖν οὐκ ὀρθῶς ἂν τοὺς τοιούτους ἀπίστους καλοῖμεν;
Πῶς δ᾽ οὔ;
Καὶ μὴν ἀδίκους γε ὡς οἷόν τε μάλιστα, εἴπερ ὀρθῶς [576b] ἐν τοῖς πρόσθεν ὡμολογήσαμεν περὶ δικαιοσύνης οἷόν ἐστιν.
Ἀλλὰ μήν, ἦ δ᾽ ὅς, ὀρθῶς γε.
Κεφαλαιωσώμεθα τοίνυν, ἦν δ᾽ ἐγώ, τὸν κάκιστον. ἔστιν δέ που, οἷον ὄναρ διήλθομεν, ὃς ἂν ὕπαρ τοιοῦτος ᾖ.
Πάνυ μὲν οὖν.
Οὐκοῦν οὗτος γίγνεται ὃς ἂν τυραννικώτατος φύσει ὢν μοναρχήσῃ, καὶ ὅσῳ ἂν πλείω χρόνον ἐν τυραννίδι βιῷ, τοσούτῳ μᾶλλον τοιοῦτος.
Ἀνάγκη, ἔφη διαδεξάμενος τὸν λόγον ὁ Γλαύκων.
Ἆρ᾽ οὖν, ἦν δ᾽ ἐγώ, ὃς ἂν φαίνηται πονηρότατος, καὶ [576c] ἀθλιώτατος φανήσεται; καὶ ὃς ἂν πλεῖστον χρόνον καὶ μάλιστα τυραννεύσῃ, μάλιστά τε καὶ πλεῖστον χρόνον τοιοῦτος γεγονὼς τῇ ἀληθείᾳ; τοῖς δὲ πολλοῖς πολλὰ καὶ δοκεῖ.
Ἀνάγκη, ἔφη, ταῦτα γοῦν οὕτως ἔχειν.
Ἄλλο τι οὖν, ἦν δ᾽ ἐγώ, ὅ γε τυραννικὸς κατὰ τὴν τυραννουμένην πόλιν ἂν εἴη ὁμοιότητι, δημοτικὸς δὲ κατὰ δημοκρατουμένην, καὶ οἱ ἄλλοι οὕτω;
Τί μήν;
Οὐκοῦν, ὅτι πόλις πρὸς πόλιν ἀρετῇ καὶ εὐδαιμονίᾳ, τοῦτο καὶ ἀνὴρ πρὸς ἄνδρα;
[576d] Πῶς γὰρ οὔ;
Τί οὖν ἀρετῇ τυραννουμένη πόλις πρὸς βασιλευομένην οἵαν τὸ πρῶτον διήλθομεν;
Πᾶν τοὐναντίον, ἔφη· ἡ μὲν γὰρ ἀρίστη, ἡ δὲ κακίστη.
Οὐκ ἐρήσομαι, εἶπον, ὁποτέραν λέγεις· δῆλον γάρ. ἀλλ᾽ εὐδαιμονίας τε αὖ καὶ ἀθλιότητος ὡσαύτως ἢ ἄλλως κρίνεις; καὶ μὴ ἐκπληττώμεθα πρὸς τὸν τύραννον ἕνα ὄντα βλέποντες, μηδ᾽ εἴ τινες ὀλίγοι περὶ ἐκεῖνον, ἀλλ᾽ ὡς χρὴ ὅλην [576e] τὴν πόλιν εἰσελθόντας θεάσασθαι, καταδύντες εἰς ἅπασαν καὶ ἰδόντες, οὕτω δόξαν ἀποφαινώμεθα.
Ἀλλ᾽ ὀρθῶς, ἔφη, προκαλῇ· καὶ δῆλον παντὶ ὅτι τυραννουμένης μὲν οὐκ ἔστιν ἀθλιωτέρα, βασιλευομένης δὲ οὐκ εὐδαιμονεστέρα.
Ἆρ᾽ οὖν, ἦν δ᾽ ἐγώ, καὶ περὶ τῶν ἀνδρῶν τὰ αὐτὰ ταῦτα [577a] προκαλούμενος ὀρθῶς ἂν προκαλοίμην, ἀξιῶν κρίνειν περὶ αὐτῶν ἐκεῖνον, ὃς δύναται τῇ διανοίᾳ εἰς ἀνδρὸς ἦθος ἐνδὺς διιδεῖν καὶ μὴ καθάπερ παῖς ἔξωθεν ὁρῶν ἐκπλήττεται ὑπὸ τῆς τῶν τυραννικῶν προστάσεως ἣν πρὸς τοὺς ἔξω σχηματίζονται, ἀλλ᾽ ἱκανῶς διορᾷ; εἰ οὖν οἰοίμην δεῖν ἐκείνου πάντας ἡμᾶς ἀκούειν, τοῦ δυνατοῦ μὲν κρῖναι, συνῳκηκότος δὲ ἐν τῷ αὐτῷ καὶ παραγεγονότος ἔν τε ταῖς κατ᾽ οἰκίαν πράξεσιν, ὡς πρὸς ἑκάστους τοὺς οἰκείους ἔχει, ἐν οἷς [577b] μάλιστα γυμνὸς ἂν ὀφθείη τῆς τραγικῆς σκευῆς, καὶ ἐν αὖ τοῖς δημοσίοις κινδύνοις, καὶ ταῦτα πάντα ἰδόντα κελεύοιμεν ἐξαγγέλλειν πῶς ἔχει εὐδαιμονίας καὶ ἀθλιότητος ὁ τύραννος πρὸς τοὺς ἄλλους;
Ὀρθότατ᾽ ἄν, ἔφη, καὶ ταῦτα προκαλοῖο.
Βούλει οὖν, ἦν δ᾽ ἐγώ, προσποιησώμεθα ἡμεῖς εἶναι τῶν δυνατῶν ἂν κρῖναι καὶ ἤδη ἐντυχόντων τοιούτοις, ἵνα ἔχωμεν ὅστις ἀποκρινεῖται ἃ ἐρωτῶμεν;
Πάνυ γε.
***
[574b] Και αν δεν του το επιτρέψουν, δεν θα τολμήσει να κλέψει και να εξαπατήσει τους γονείς του;Χωρίς αμφιβολία.
Κι αν δεν το κατορθώσει, δεν θα καταφύγει στην αρπαγή και στη βία;
Το πιστεύω.
Και αν αντιτάξουν αντίσταση στη βία του, θα σεβαστεί άραγε τα γερατειά τους και θα τον εμποδίσει τίποτα να τους μεταχειριστεί με τρόπο τυραννικό;
Δεν σου τους εξασφαλίζω πάρα πολύ τους γονείς ενός τέτοιου ανθρώπου.
Αλλά για χάρη μιας φίλης χτεσινής, μιας εταίρας που μαζί της δεν έχει κανέναν αναγκαίο δεσμό, [574c] ή για χάρη ενός νεαρού φίλου, που ως χτες ακόμα του ήταν αδιάφορος, πιστεύεις, Αδείμαντε, ότι θα τολμούσε να σηκώσει χέρι εναντίον της παλαιάς φίλης, της μητέρας του, με την οποία τον ενώνει ο ιερός δεσμός του αίματος, ή εναντίον του αρχαιότερου φίλου, του γέροντα πια πατέρα του, και να τους υποδουλώσει σ᾽ εκείνους τους έρωτές του, αν έφτανε στο σημείο να τους φέρει μέσα στο ίδιο σπίτι;
Ναι, μά την αλήθεια, το πιστεύω.
Πολύ αξιομακάριστο λοιπόν πράγμα φαίνεται πως είναι να γεννήσει κανείς γιο τυραννικό.
Πολύ βέβαια.
[574d] Τί δε; όταν τελειώσουν πια ό,τι είχαν και δεν είχαν οι γονείς του, και πολλαπλασιαστεί μέσα στην καρδιά του το σμήνος των ηδονών, τότε δεν θα τολμήσει πρώτα να τρυπήσει τον τοίχο κανενός σπιτιού ή ν᾽ αδειάσει την τσέπη κανενός νυκτερινού διαβάτη, έπειτα ν᾽ απογυμνώσει και κανέναν ναό; Όλες τότε πλέον οι δοξασίες που είχε από την παιδική του ηλικία για τα καλά και τα άσχημα, και που φαίνονταν δίκαιες, θα υποταχθούν νικημένες στα πάθη του που τώρα τελευταία απελευθερώθηκαν από τη δουλεία κι έγιναν δορυφόροι του Έρωτά του· τα πάθη αυτά που πρωτύτερα, όταν ήταν ακόμα στην εξουσία του πατέρα του και των δημοκρατικών νόμων, μόλις κατά τον ύπνο στα όνειρά του [574e] τολμούσαν ν᾽ απολυθούν, τώρα που ο Έρωτας έγινε τύραννός του, τον κάνουν για πάντα τέτοιον που μόνο κάποτε γινόταν στον ύπνο του· τώρα ούτε ο φοβερότερος φόνος ή το βδελυρότερο φαγητό ή κακούργημα θα τον σταματήσει· [575a] αλλά ο Έρωτας που τυραννικά ζει μέσα του με κάθε αναρχία και ανομία, σαν απόλυτος μονάρχης, θα τον αναγκάσει, όπως ο μονάρχης την πόλη που κυβερνά, όλα να τ᾽ αποτολμήσει, για να θρέψει και τον εαυτό του κι εκείνη την πολυθόρυβη ακολουθία των παθών που άλλα τους μπήκαν απέξω με τις κακές συναναστροφές κι άλλα πάλι μόνα τους γεννήθηκαν μέσα του από την ελευθερία και τη χειραφέτηση που ο ίδιος έδωσε· ή αυτός δεν είναι ο τρόπος που ζει ο τέτοιος άνθρωπος;
Αυτός και όχι άλλος.
Και αν βρίσκονται λίγοι τέτοιοι άνθρωποι σε μια πόλη [575b] και οι άλλοι πολίτες είναι συνετοί, τότε αναγκάζονται να φύγουν, για να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε κανέναν άλλο ξένο τύραννο, ή για να καταταχθούν ως μισθοφόροι, εάν υπάρχει πουθενά πόλεμος· αν πάλι η πόλη έχει ειρήνη και ησυχία, μένοντας κάνουν τότε πολλά μικρά κακά.
Ποιά εννοείς;
Π.χ. κλοπές, διαρρήξεις, λωποδυσίες, αρπαγές, ιεροσυλίες, σωματεμπορίες· κάποτε δε, αν έχουν κάποιαν ευγλωττία, κάνουν τον συκοφάντη και ψευδομαρτυρούν ή πουλούν τη συνείδησή τους.
[575c] Μικρά είναι τα κακά που λες, αν είναι λίγοι οι τέτοιοι άνθρωποι.
Γιατί βέβαια τα μικρά είναι μικρά, όταν συγκρίνονται με τα μεγάλα, και όλ᾽ αυτά, άμα τα βάλει κανείς κοντά στη διαφθορά και στην αθλιότητα που φέρνει μέσα σε μια πόλη ο τύραννος, δεν πλησιάζουν, όπως λέμε, καθόλου τον στόχο. Όταν όμως σε μια πόλη αυξηθεί ο αριθμός των τέτοιων ανθρώπων και προστεθούν και άλλοι σ᾽ αυτούς, και αισθανθούν την υπεροχή τους, τότε αυτοί, μαζί με τη μωρία του μικρού λαού, προμηθεύουν στην πόλη τον τύραννο, και μάλιστα εκείνον από τον κύκλο τους που [575d] έχει μέσα στην ψυχή του τον μεγαλύτερο και δυνατότερο τύραννο.
Πολύ φυσικά, γιατί αυτός θα είναι και ο τυραννικότερος.
Εάν λοιπόν η πόλη το πάρει απόφαση και κλίνει το κεφάλι χωρίς να φέρει καμιάν αντίσταση, έχει καλώς· ειδεμή, αν θελήσει να εναντιωθεί, όπως κακομεταχειρίστηκε τότε τη μητέρα του και τον πατέρα του, το ίδιο θα κακομεταχειριστεί τώρα και την πατρίδα του, αν μπορέσει· θα την αναγκάσει, αυτή την παλιά του φίλη, τη μητρίδα καθώς τη λέγουν οι Κρήτες, και πατρίδα, να κάνει τον δούλο στους νέους του φίλους που έφερε απέξω και να τους τρέφει. Σ᾽ αυτό το τέλος θα καταλήξουν οι επιθυμίες τού τέτοιου ανθρώπου.
[575e] Σ᾽ αυτό μάλιστα.
Δεν είναι τάχα τέτοια η διαγωγή τους και στον ιδιωτικό τους βίο και πριν ακόμα καταλάβουν την εξουσία; πρώτα, όσοι τους περιστοιχίζουν ή είναι κόλακες πρόθυμοι να τους εξυπηρετούν σε κάθε περίσταση ή και αυτοί οι ίδιοι, όταν έχουν την ανάγκη κανενός, [576a] δεν διστάζουν να ταπεινώνονται και να κάνουν όλες τις απρέπειες για να τους αποδείξουν τάχα την αγάπη τους, μόλις όμως επιτύχουν τον σκοπό τους, ούτε θέλουν πια να τους ξέρουν.
Πολύ σωστά.
Έτσι λοιπόν περνούν όλη τη ζωή τους, χωρίς ποτέ να είναι φίλοι με κανέναν, αλλά πάντοτε ή δεσπότες των άλλων ή δούλοι, και το χαρακτηριστικό ακριβώς του τυραννικού τύπου είναι να μη γνωρίσει ποτέ ούτε την αληθινή ελευθερία ούτε την αληθινή φιλία.
Βεβαιότατα.
Δεν θα είχαμε λοιπόν δίκιο να ονομάσομε τους τέτοιους ανθρώπους άπιστους;
Πώς όχι;
Ακόμη και άδικους στον υπέρτατο βαθμό, αν τουλάχιστον είναι σωστά [576b] όσα πρωτύτερα παραδεχτήκαμε για τη δικαιοσύνη.
Μα βέβαια είναι σωστά.
Ας χαρακτηρίσομε λοιπόν τώρα συνοπτικά τον πιο κακό απ᾽ όλους τους ανθρώπους. Είναι περίπου εκείνος που, όπως τον περιγράψαμε στα όνειρά του, τέτοιος είναι και στην πραγματική ζωή του.
Βεβαιότατα.
Τέτοιος γίνεται ο άνθρωπος που έχοντας από τη φύση του τυραννικότατο χαρακτήρα θ᾽ αποκτήσει μοναρχικήν εξουσία· και όσο περισσότερο ζει ασκώντας τυραννικήν εξουσία τόσο περισσότερο θα γίνεται τέτοιος.
Κατ᾽ ανάγκη, είπε μπαίνοντας στη συζήτηση ο Γλαύκων.
Ο άδικος είναι άθλιος και ο δίκαιος ευδαίμων. Πρώτη απόδειξη: τί συμβαίνει στις αντίστοιχες πολιτείες
Αλλ᾽ εάν είναι ο χειρότερος των ανθρώπων, είπα εγώ, [576c] δεν θα είναι και ο αθλιότερος; και δεν θα είναι τόσο αθλιότερος όσο περισσότερο χρόνο και με τον πιο απόλυτο τρόπο ασκήσει την τυραννική εξουσία; αδιάφορο τί φρονούν γι᾽ αυτό οι πολλοί.
Κατ᾽ ανάγκην είναι όπως τα λες.
Ο τυραννικός λοιπόν άνθρωπος, που τυραννείται από τα πάθη του, δεν αντιστοιχεί κατά την ομοιότητα προς την τυραννούμενη πόλη, όπως ο δημοκρατικός προς τη δημοκρατούμενη, και οι άλλοι ομοίως;
Χωρίς αμφιβολία.
Όποιαν επομένως σχέση έχει μια πόλη προς μιαν άλλη, ως προς την αρετή και την ευδαιμονία, την ίδια σχέση δεν έχει κι ένας άνθρωπος προς έναν άλλο;
[576d] Πώς όχι;
Αλλά ποιά σχέση έχει ως προς την αρετή μια πόλη τυραννούμενη προς εκείνη τη βασιλευόμενη πόλη, που πρώτη την περιγράψαμε;
Είναι ολωσδιόλου αντίθετες· γιατί η μια είναι η καλύτερη και η άλλη η χειρότερη.
Δεν θα σε ρωτήσω ποιά λες καλύτερη και ποιά χειρότερη· γιατί είναι φανερό. Αλλ᾽ άραγε την ίδια ιδέα έχεις και για την ευδαιμονία και την αθλιότητα αυτών των δύο πόλεων ή διαφορετική; Και ας μη συγχύσομε τα πράγματα βλέποντας τον τύραννο μόνο που είναι ένας, ούτε τον μικρό αριθμό των ευνοουμένων του, αλλ᾽ ας μπούμε να εξετάσομε όπως πρέπει ολόκληρη [576e] την πόλη, να χωθούμε παντού και τότε να πούμε τη γνώμη μας για όσα ιδούμε.
Ορθό είναι αυτό που προτείνεις· και είναι φανερό για τον καθένα ότι δεν υπάρχει πόλη αθλιότερη από την τυραννούμενη ούτε ευτυχέστερη από τη βασιλευόμενη.
Δεν θα ήταν άραγε ορθό να προτείνω τα ίδια και για τους ανθρώπους, [577a] και ν᾽ απαιτήσω να κρίνει γι᾽ αυτούς εκείνος μόνο που μπορεί με τη σκέψη να εισδύσει και να εννοήσει κατά βάθος τον χαρακτήρα του ανθρώπου χωρίς να θαμπώνεται, σαν να είναι παιδί, από την εξωτερική παράσταση και τη συνοδεία που βάζουν εμπρός οι τύραννοι, για να εντυπωσιάζουν τον κόσμο; Αν λοιπόν ισχυριζόμουν ότι μόνο εκείνον πρέπει όλοι μας ν᾽ ακούμε που όχι μόνο είναι ικανός να κρίνει, αλλ᾽ έχει ακόμη συζήσει με τους τυράννους και τους έχει παρακολουθήσει στις ιδιωτικές πράξεις τους, πώς φέρνονται προς καθέναν από τους οικείους των, τότε που [577b] παρουσιάζονται χωρίς τη θεατρική στολή τους, ακόμη και πώς φέρνονται κατά τους δημόσιους κινδύνους, αυτόν να παρακαλέσομε, αφού τα γνώρισε όλα καλά, να πει και σ᾽ εμάς σε τί κατάσταση ευδαιμονίας και αθλιότητας βρίσκεται ο τύραννος συγκριτικά με τους άλλους — δεν θα είχα δίκιο;
Ορθότατη θα ήταν και αυτή η πρότασή σου.
Θες λοιπόν να υποθέσομε ότι εμείς είμαστε από τους ικανούς να κρίνουν και από κείνους που έχουν συζήσει με τέτοιους ανθρώπους, για να ᾽χομε κάποιον ν᾽ απαντά στις ερωτήσεις μας;
Θέλω μάλιστα.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου