Τετάρτη 3 Ιουνίου 2020

ΠΛΑΤΩΝ: Ἀπολογία Σωκράτους (35e-37a)

Αφού κρίθηκε ένοχος ο Σωκράτης προτείνει την ποινή που πιστεύει ότι του αξίζει

[35e] Τὸ μὲν μὴ ἀγανακτεῖν, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, ἐπὶ τούτῳ
[36a] τῷ γεγονότι, ὅτι μου κατεψηφίσασθε, ἄλλα τέ μοι πολλὰ συμβάλλεται, καὶ οὐκ ἀνέλπιστόν μοι γέγονεν τὸ γεγονὸς τοῦτο, ἀλλὰ πολὺ μᾶλλον θαυμάζω ἑκατέρων τῶν ψήφων τὸν γεγονότα ἀριθμόν. οὐ γὰρ ᾠόμην ἔγωγε οὕτω παρ᾽ ὀλίγον ἔσεσθαι ἀλλὰ παρὰ πολύ· νῦν δέ, ὡς ἔοικεν, εἰ τριάκοντα μόναι μετέπεσον τῶν ψήφων, ἀπεπεφεύγη ἄν. Μέλητον μὲν οὖν, ὡς ἐμοὶ δοκῶ, καὶ νῦν ἀποπέφευγα, καὶ οὐ μόνον ἀποπέφευγα, ἀλλὰ παντὶ δῆλον τοῦτό γε, ὅτι εἰ μὴ ἀνέβη Ἄνυτος καὶ Λύκων κατηγορήσοντες ἐμοῦ, κἂν ὦφλε
[36b] χιλίας δραχμάς, οὐ μεταλαβὼν τὸ πέμπτον μέρος τῶν ψήφων.
Τιμᾶται δ᾽ οὖν μοι ὁ ἀνὴρ θανάτου. εἶεν· ἐγὼ δὲ δὴ τίνος ὑμῖν ἀντιτιμήσομαι, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι; ἢ δῆλον ὅτι τῆς ἀξίας; τί οὖν; τί ἄξιός εἰμι παθεῖν ἢ ἀποτεῖσαι, ὅτι μαθὼν ἐν τῷ βίῳ οὐχ ἡσυχίαν ἦγον, ἀλλ᾽ ἀμελήσας ὧνπερ οἱ πολλοί, χρηματισμοῦ τε καὶ οἰκονομίας καὶ στρατηγιῶν καὶ δημηγοριῶν καὶ τῶν ἄλλων ἀρχῶν καὶ συνωμοσιῶν καὶ στάσεων τῶν ἐν τῇ πόλει γιγνομένων, ἡγησάμενος ἐμαυτὸν [36c] τῷ ὄντι ἐπιεικέστερον εἶναι ἢ ὥστε εἰς ταῦτ᾽ ἰόντα σῴζεσθαι, ἐνταῦθα μὲν οὐκ ᾖα οἷ ἐλθὼν μήτε ὑμῖν μήτε ἐμαυτῷ ἔμελλον μηδὲν ὄφελος εἶναι, ἐπὶ δὲ τὸ ἰδίᾳ ἕκαστον ἰὼν εὐεργετεῖν τὴν μεγίστην εὐεργεσίαν, ὡς ἐγώ φημι, ἐνταῦθα ᾖα, ἐπιχειρῶν ἕκαστον ὑμῶν πείθειν μὴ πρότερον μήτε τῶν ἑαυτοῦ μηδενὸς ἐπιμελεῖσθαι πρὶν ἑαυτοῦ ἐπιμεληθείη ὅπως ὡς βέλτιστος καὶ φρονιμώτατος ἔσοιτο, μήτε τῶν τῆς πόλεως, πρὶν αὐτῆς τῆς πόλεως, τῶν τε ἄλλων οὕτω κατὰ τὸν
[36d] αὐτὸν τρόπον ἐπιμελεῖσθαι — τί οὖν εἰμι ἄξιος παθεῖν τοιοῦτος ὤν; ἀγαθόν τι, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, εἰ δεῖ γε κατὰ τὴν ἀξίαν τῇ ἀληθείᾳ τιμᾶσθαι· καὶ ταῦτά γε ἀγαθὸν τοιοῦτον ὅτι ἂν πρέποι ἐμοί. τί οὖν πρέπει ἀνδρὶ πένητι εὐεργέτῃ δεομένῳ ἄγειν σχολὴν ἐπὶ τῇ ὑμετέρᾳ παρακελεύσει; οὐκ ἔσθ᾽ ὅτι μᾶλλον, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, πρέπει οὕτως ὡς τὸν τοιοῦτον ἄνδρα ἐν πρυτανείῳ σιτεῖσθαι, πολύ γε μᾶλλον ἢ εἴ τις ὑμῶν ἵππῳ ἢ συνωρίδι ἢ ζεύγει νενίκηκεν Ὀλυμπίασιν· ὁ μὲν γὰρ ὑμᾶς ποιεῖ εὐδαίμονας δοκεῖν εἶναι, ἐγὼ δὲ
[36e] εἶναι, καὶ ὁ μὲν τροφῆς οὐδὲν δεῖται, ἐγὼ δὲ δέομαι. εἰ οὖν δεῖ με κατὰ τὸ δίκαιον τῆς ἀξίας τιμᾶσθαι, τούτου
[37a] τιμῶμαι, ἐν πρυτανείῳ σιτήσεως.

***
[35e] Να μην αγανακτώ, ω άνδρες Αθηναίοι, γι᾽ αυτό
[36a] που έγινε και με καταψηφίσατε, και πολλά άλλα συντελούν και τούτο, πως το γεγονός αυτό δεν μου ήτανε ανέλπιστο· πολύ περισσότερο όμως θαυμάζω τον αριθμό των ψήφων από τα δύο μέρη. Γιατί εγώ τουλάχιστον δεν πίστευα να είναι τόσο λίγη η διαφορά των ψήφων αλλά πιο μεγάλη· και τώρα, όπως φαίνεται, αν τρεις μονάχα ψήφοι έπεφταν απ᾽ το άλλο μέρος, θα την εγλίτωνα. Τον Μέλητο λοιπόν, καθώς μου φαίνεται, τώρα τον ξέφυγα και όχι μόνο τον ξέφυγα, αλλά και φανερό σε όλους είναι πως, αν ο Άνυτος και ο Λύκων δεν εσηκώνοντο να με κατηγορήσουν μαζί του, θα πλήρωνε
[36b] και χίλιες δραχμές πρόστιμο, για τον λόγο πως δεν πήρε με το μέρος του το ένα πέμπτο των ψήφων.
Προτείνει λοιπόν ο άνθρωπος για μένα την ποινή του θανάτου. Ας είναι. Κι εγώ ποιά ποινή θα σας ζητήσω, ω άνδρες Αθηναίοι; Ποιάν άλλη παρ᾽ αυτήν που μου αξίζει; Τί λοιπόν; Τί είμαι άξιος να πάθω ή να πληρώσω, αφού, κι εγώ δεν ξέρω γιατί, δεν κοίταξα την ησυχία μου στη ζωή μου, μόνο αμέλησα εκείνα που οι περισσότεροι γυρεύουν, και χρήματα και σπίτι και στρατηγίες και δημηγορίες και άλλες εξουσίες και συνωμοσίες και επαναστάσεις, που εγίνοντο στην πόλη, γιατί νόμισα
[36c] πως έπρεπε να είμαι πιο μετριοπαθής και να μην ανακατεύομαι σε τέτοια πράγματα ζητώντας τη σωτηρία μου, και δεν ανακατεύθηκα, που αν ανακατευόμουν ούτε σας ούτε τον εαυτό μου θα ωφελούσα, αλλά κοίταζα να κάνω καλό σε καθέναν χωριστά, το μεγαλύτερο απ᾽ τα καλά, να προσπαθώ δηλαδή να πείθω τον καθένα σας να μην επιμελείται πρώτα τα συμφέροντά του σε τίποτε, πριν επιμεληθεί τον εαυτό του, πώς δηλαδή να γίνει ο καλύτερος και ο φρονιμότερος, μήτε πρώτα πάλι τα άλλα συμφέροντα της πόλης, πριν απ᾽ αυτή την ίδια την πόλη, και να επιμελείται και όλα τ᾽ άλλα
[36d] με τον ίδιον τον τρόπο. Τί αξίζω να πάθω λοιπόν, τέτοιος που είμαι; Κάτι καλό, ω άνδρες Αθηναίοι, αν πρέπει να μου δοθεί ό,τι μου αξίζει· και τέτοιο καλό που να μου πρέπει. Τί πρέπει λοιπόν σε φτωχό ευεργέτη, που έχει ανάγκη να ησυχάσει για να σας συμβουλεύει; Και είναι τίποτε, ω άνδρες Αθηναίοι, που να πρέπει τόσο σε τέτοιον άνθρωπο, από το να τρέφεται στο πρυτανείο πολύ περισσότερο από κάθε άλλον από σας που νίκησε στους Ολυμπιακούς αγώνες, στην ιππασία ή σε άρμα με δύο άλογα ή και με περισσότερα; Γιατί εκείνος σας κάνει να φαίνεσθε πως είσαστε ευτυχισμένοι κι εγώ
[36e] σας κάνω αληθινά ευτυχισμένους, εκείνος δεν έχει ανάγκη από τροφή κι εγώ έχω. Αν πρέπει λοιπόν κατά την αξία μου να κριθώ άξιος για κατιτί,
[37a] εγώ κρίνω άξιο τον εαυτό μου να τρέφομαι στο πρυτανείο.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου