Ένας πραγματιστικός ωφελιμισμός. Ποιο είναι το φιλοσοφικό σκηνικό; Δεν είναι η σχολή, ούτε το Πανεπιστήμιο ή ο μυστικός χώρος, αλλά το ανοιχτό θέατρο του κόσμου και της καθημερινής ζωής. Σ’ αυτήν τη δεύτερη ομάδα, η έννοια, η ιδέα, η θεωρία δεν έχουν την ίδια υπόσταση μ’ εκείνη της ιδεαλιστικής πλευράς. Στην υπαρξιακή λογική δεν υπάρχει η λατρεία του λόγου: η λέξη χρησιμεύει στην ανταλλαγή, στην επικοινωνία, στη διατύπωση, και όχι στον διαχωρισμό. Η θεωρία προτείνει μια εφαρμογή, έχει ως στόχο μια πρακτική. Πέραν αυτής δεν έχει κανέναν λόγο ύπαρξης. Σε μια νομιναλιστική λογική οι λέξεις χρησιμεύουν ωφελιμιστικά και δεν είναι τίποτε άλλο από πρακτικά όργανα. Δεν υπάρχει λατρεία του λόγου...
Υποστηρίζω μια ωφελιμιστική και πραγματιστική φιλοσοφία και όχι την αντίπαλο αδελφή της: την ιδεαλιστική και εννοιολογική. Μόνο η πρώτη επιτρέπει το υπαρξιακό σχέδιο. Προτού όμως συνεχίσουμε, πρέπει να εξαγνίσουμε αυτές τις δύο έννοιες, καθώς στην κλασική παράδοση ο ωφελιμισμός και ο πραγματισμός επιδέχονται δύο σημασίες, όπως συμβαίνει συχνά με τις έννοιες της φιλοσοφικής παρόδου: έτσι, οι όροι υλιστής, αισθησιοκράτης, κυνικός, επικούρειος, σοφιστής, σκεπτικός διαθέτουν στο λεξικό ένα φιλοσοφικό λήμμα, αλλά και μια κοινή σημασία. Περιέργως, η δεύτερη αντικρούει την πρώτη, σε σημείο που η μία μοιάζει να αναιρεί την άλλη.
Αυτό συμβαίνει με τον υλιστή: σύμφωνα με τον φιλόσοφο, είναι ο στοχαστής που ισχυρίζεται ότι ο κόσμος ανάγεται σε μια απλή και ξεκάθαρη διάταξη της ύλης· όμως, για τους κοινούς θνητούς, είναι το άτομο που έχει εμμονή με τη συσσώρευση υλικών αγαθών και πλούτου· το ίδιο ισχύει και για τον κυνικό: μαθητής του Διογένη εκ Σινώπης, άρα και οπαδός του ασκητισμού και μιας άκαμπτης ηθικής ευθύτητας, αλλά και χυδαίο άτομο χωρίς πίστη ούτε νόμο· αλλά και με τον επικούρειο, που χαρακτηρίζει τον μαθητή του Επίκουρου, τον οπαδό μιας λιτής ζωής και του ασκητισμού, και ταυτόχρονα ένα πρόστυχο, χυδαίο και φιλήδονο άτομο· ο σοφιστής διακηρύσσει έναν μεθοδολογικό προοπτικισμό, εκφράζει όμως ταυτόχρονα, για την πλειοψηφία του κόσμου, το άτομο που αρέσκεται σε δόλιους συλλογισμούς έχοντας στόχο την επιτυχία με κάθε μέσο· και θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε με πολλά ακόμα παραδείγματα.
Ο ωφελιμιστής, όπως γνωρίζουν οι φιλόσοφοι, προέρχεται απευθείας από τον Τζέρεμι Μπένθαμ, σπουδαίο στοχαστή, και τον Τζον Στιούαρτ Μιλ, για τους οποίους η αρχή της ωφέλειας, δηλαδή η μεγαλύτερη ευτυχία για τον μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων, δρα ως κεντρικό σημείο της ηθικής φιλοσοφίας.
Η δεοντολογία (1834) του πρώτου και ο Ωφελιμισμός (1838) του δεύτερου θέτουν τις βάσεις αυτής της δυναμικής σκέψης, που όμως παραμερίστηκε από τους υποστηρικτές της ιδεαλιστικής παράδοσης. Σ’ αυτούς τους Αγγλοσάξονες δεν υπάρχει νεφελώδης σκέψη, αλλά μια ξεκάθαρη, ακριβής, κατανοητή φιλοσοφία, απαλλαγμένη από οποιαδήποτε μεταφυσική προκατάληψη, και κυρίως, θανάσιμο αμάρτημα για την κυρίαρχη κάστα, μια σοφία ικανή να παραγάγει αποτελέσματα στην καθημερινή ζωή, στην πιο συνηθισμένη πραγματικότητα.
Για τον μέσο άνθρωπο ο ωφελιμισμός στιγματίζει τη συμπεριφορά ενός συμφεροντολόγου ατόμου ως προς τις σχέσεις του με τους άλλους, ανίκανου να φερθεί με γενναιοδωρία και ανιδιοτέλεια. Κάθε πολιτική, σκέψη ή οικονομία που χαρακτηρίζεται μ’ αυτό τον τρόπο θεωρείται ότι είναι εγωιστική, ότι δεν ενδιαφέρεται για τους ανθρώπους, αλλά ότι το μόνο που την απασχολεί είναι τα άμεσα, χειροπιαστά αποτελέσματα. Προστίθεται και μια δόση κυνισμού και μακιαβελισμού: ο ωφελιμιστής έχει ως στόχο και επιθυμεί ό,τι παρουσιάζει οφέλη ηχηρά και εντυπωσιακά, υλικά και απτά, άμεσα και καθημερινά. Βέβαια, όλα αυτά βρίσκονται στον αντίποδα της σκέψης του Μπένθαμ ή του Μιλ. Τι γίνεται δηλαδή σ’ αυτήν τη δεύτερη περίπτωση με τη μεγαλύτερη ευτυχία για τον μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων, εφόσον υπάρχει η άμεση μικρή ικανοποίηση του ενός και μόνο;
Η ίδια παρατήρηση ισχύει και για τον πραγματισμό. Από φιλοσοφική πλευρά, αυτό το ρεύμα δείχνει σε όλες τους τις διαστάσεις τη γνώση και τον ορθολογικό σκοπό. Με άλλα λόγια: αυτός ο νέος θετικισμός προτείνει μια θεωρία της αληθείας που απορρίπτει το απόλυτο των ιδεαλιστών προς όφελος της επιστημολογικής σχετικότητας. Όταν ο Πιρς δημιουργεί το σημείο και το αντικείμενο το 1878, σε ένα άρθρο με τίτλο «Πώς να κάνουμε σαφείς τις ιδέες μας;», θέτει τις βάσεις μιας αυθεντικής φιλοσοφίας της ενδοκοσμικότητας. Καμία σχέση με την αδυναμία αντιμετώπισης των πραγμάτων μόνο από πρακτική πλευρά, ή σε σχέση με το προεξοφλημένο αποτέλεσμα...
Ο πραγματιστικός ωφελιμισμός που προτείνω παραπέμπει στη φιλοσοφική συνεπειοκρατία: δεν υπάρχουν απόλυτες αλήθειες, ούτε καλό, κακό, αληθινό, ωραίο, δίκαιο καθ’ εαυτά, αλλά σε σχέση με ένα σαφές και ξεκάθαρο σχέδιο. Πρόκειται γι’ αυτό που, με μια ιδιαίτερη οπτική -τον ηδονισμό στην προκειμένη περίπτωση- μας επιτρέπει να προχωρήσουμε στην κατεύθυνση του σχεδίου πετυχαίνοντας ηδονιστικά αποτελέσματα. Η ιδέα υπάρχει ήδη στο έργο του Μπένθαμ: να σκεφτόμαστε ανάλογα με την πράξη και να την έχουμε ως στόχο σε σχέση με τα αποτελέσματά της.
Ένα ηδονιστικό σύστημα. Συνοψίζοντας: υποστηρίζω λοιπόν μια αντι-ιστορία της φιλοσοφίας ως εναλλακτική λύση αντί της κυρίαρχης ιδεαλιστικής ιστοριογραφίας· μια σωματική λογική και το αντίστοιχο αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα με μια καθαρά ενδοκοσμική οπτική· μια φιλοσοφία που νοείται ως εγωδικία προς δημιουργία και αποκωδικοποίηση· μια φιλοσοφική ζωή ως αποκάλυψη του λόγου· μια υπαρξιακή οπτική με έναν ωφελιμιστικό και πραγματιστικό στόχο.
Όλα αυτά συγκλίνουν σε ένα εστιακό σημείο: τον ηδονισμό. Συχνά προβάλλω αυτό το απόφθεγμα του Σαμφόρ, καθώς λειτουργεί ως ηδονιστική κατηγορική προσταγή: να απολαμβάνεις και να προσφέρεις απόλαυση, χωρίς να κάνεις κακό ούτε στον εαυτό σου ούτε σε οποιονδήποτε άλλον, αυτό είναι ηθική.
Αυτή η φράση τα λέει όλα: προσωπική απόλαυση, οπωσδήποτε, αλλά κυρίως απόλαυση του άλλου, καθώς χωρίς αυτή δε νοείται καμία ηθική, αφού μόνο η υπόσταση του άλλου τής δίνει αυτές τις ιδιότητες. Αν δεν υπάρχει ο άλλος -όπως στο έργο του Μαρκήσιου ντε Σαντ- δεν υπάρχει ηθική... Το ειδικό βάρος αυτού του αποφθέγματος του Σαμφόρ στον χώρο της συνεπειοκρατίας επιδέχεται άπειρες προεκτάσεις.
Κατ’ αρχάς θα ήθελα να προσδώσω σ’ αυτόν τον όρο μια αξιοπρέπεια που δε διαθέτει. Η υποδοχή της φιλοσοφικής μου πρότασης εδώ και περίπου δεκαπέντε χρόνια θέτει προβλήματα παρόμοια με εκείνα που αντιμετώπισαν οι υποστηρικτές του αρχαίου ηδονισμού: την άρνηση να μελετηθούν νηφάλια οι λεπτομέρειες των λεγομένων στο όνομα της υστερικής ταραχής που προκαλεί το άκουσμα και μόνο της λέξης ηδονή. Έκτοτε ο καθένας τα βγάζει πέρα με τον εαυτό του και την απόλαυσή του κι έπειτα πολύ συχνά αποδίδει στον άλλον, με την απλούστατη μέθοδο της μεταβίβασης, την εντύπωση που έχει σχηματίσει ο ίδιος για την ηδονή.
Έτσι, πολύ συχνά αναγκάστηκα να αντικρούσω ομιλίες που εξομοίωναν ηδονισμό και φασισμό, ηδονισμό και ναζισμό, ηδονισμό και αμοραλισμό, με την υποψία, δεδομένου ότι έχω παραδεχτεί πως είμαι νιτσεϊστής, μιας κρυφής συμπάθειας για ολοκληρωτικά, δικτατορικά και παρόμοια καθεστώτα! Να απολαμβάνεις χωρίς να προσφέρεις απόλαυση στους άλλους, μ’ αυτήν τη φράση πρέπει πραγματικά να εξομοιωθεί αυτή η φιλοσοφική θεωρία και η χειρότερη απάρνηση κάθε φιλοσοφίας· αλλά να απολαμβάνεις "και" να προσφέρεις απόλαυση στους άλλους: τι έχουν να πουν για το "και" οι υποστηρικτές αυτού του σκανδαλώδους, αλλά τόσο συχνού ολισθήματος;
Φυσικά, υπάρχει και η πιο εύκολη εκδοχή: η εξομοίωση του ηδονισμού με την πρόστυχη, συνήθη και σύγχρονη απόλαυση του φιλελεύθερου καταναλωτισμού. Γαστρονομία πολυτελείας - όταν το πρώτο μου βιβλίο, Η κοιλιά των φιλοσόφων, αντικείμενο παρεξήγησης, έδινε την ευκαιρία για μια ειρωνική προσέγγιση, δυστυχώς για τον είρωνα!, αυτών των θεμάτων περί του σώματος που φιλοσοφεί, της σαρκικής λογικής -βλέπε τη Λογική της λαιμαργίας..- της αισθησιοκρατίας, της υπαρξιακής ψυχοβιογραφίας, της φιλοσοφικής ζωής, της εναλλακτικής ιστοριογραφίας -από τότε και πάλι ο Διογένης...- κ.λπ.
Για να ολοκληρωθεί το πορτρέτο του ηδονιστή ως νέου χοίρου του Επίκουρου, η Θεωρία του ερωτικού σώματος ολοκλήρωσε τον πίνακα: εκεί όπου έθετα τους όρους ενός ηλιακού ερωτισμού, είδαν ένα εγχειρίδιο μεταμοντέρνου φλερτ, έναν πανηγυρικό της συλλογής γυναικών, μια διατριβή για την ελευθεριότητα αλά Δον Ζουάν! Όταν αντιπαραθέτω στην πλατωνική θεωρία της επιθυμίας ως έλλειψης μια δημοκρίτεια λογική της υπερβολής με την απειλή της εκτροπής· όταν προτείνω έναν ελευθεριάζοντα φεμινισμό που εξυμνεί τη γυναίκα, σε αντίθεση με την ιουδαιοχριστιανική λατρεία της παρθένου, ή της συζύγου και μητέρας· όταν υπερασπίζομαι το συνεχώς ανανεώσιμο συναλλαγματικό συμβόλαιο αντί του γάμου· όταν προβάλλω την αξία μιας μεταφυσικής τής στειρότητας σε αντίθεση προς το καθήκον της αναπαραγωγής, γίνομαι το σύμβολο του ελευθεριάζοντα - με τη χυδαία σημασία του όρου, φυσικά...
Η ηδονή παραλύει: η λέξη, τα γεγονότα, η πραγματικότητα, οι ομιλίες που γίνονται επ’ αυτής. Παραλύει ή προκαλεί υστερία. Υπάρχουν πάρα πολλά προσωπικά στοιχήματα που χάθηκαν, πολλοί δεσμοί αλλοτριωμένοι, πάσχοντες, δυστυχισμένοι και αξιολύπητοι, πολλές κρυφές, κρυμμένες αποτυχίες, πολλές δυσκολίες για την ύπαρξη, τη ζωή - τη χαρά. Εξ ου και η απόρριψη της λέξης: κακόβουλη, επιθετική, κακόπιστη κριτική· ή απλώς ξεκάθαρη αποφυγή. Ανυποληψία, δυσφήμιση, υποτίμηση, περιφρόνηση, όλα τα μέσα είναι χρήσιμα αρκεί ν’ αποφύγουμε το θέμα.
Επιμένω στη θεωρητική και υπαρξιακή μου θέση: ο ηδονισμός παρά τις παρεξηγήσεις, προσδιορίζει αυτήν τη θεώρηση του κόσμου που προτείνω στα τριάντα μου βιβλία. Μια ανάγνωση της πραγματικότητας, βέβαια αλλά και μια πρόταση ζωής. Κι αυτό γιατί υπερασπίζομαι επίσης μια έννοια που έχει παρέλθει από τη μόδα της φιλοσοφίας: την έννοια της ολοκληρωμένης σκέψης, την έννοια του συστήματος.
Υπερασπίζομαι δηλαδή μια σκέψη δυνατή, στέρεα, δομημένη, συνεπή, και προσπαθώ να εξετάσω το σύνολο των δυνατών γνώσεων. Ο ηδονισμός παρέχει το κεντρικό θέμα και τα διάφορα έργα μου τις παραλλαγές. Έτσι, έχω προτείνει μια ηθική (Η σμίλευση του εαυτού), μια ερωτική θεωρία (Θεωρία του ερωτικού σώματος) μια πολιτική (Πολιτική του επαναστάτη), μια αισθητική (Αρχαιολογία του παρόντος), μια επιστημολογία (Ανατομικές αντιστοίχως), μια μεταφυσική (Πραγματεία περί αθεολογίας). Αντιστοίχως: μια αισθητική ηθική, έναν ηλιακό ερωτισμό, μια ελευθεριακή πολιτική, μια κυνική αισθητική, μια τεχνόφιλη βιοηθική και έναν μεταμοντέρνο αθεϊσμό, προϋπόθεση δυνατότητας του συνόλου.
Michel Onfray, Η δύναμη της ύπαρξης - Ηδονιστικό μανιφέστο
Υποστηρίζω μια ωφελιμιστική και πραγματιστική φιλοσοφία και όχι την αντίπαλο αδελφή της: την ιδεαλιστική και εννοιολογική. Μόνο η πρώτη επιτρέπει το υπαρξιακό σχέδιο. Προτού όμως συνεχίσουμε, πρέπει να εξαγνίσουμε αυτές τις δύο έννοιες, καθώς στην κλασική παράδοση ο ωφελιμισμός και ο πραγματισμός επιδέχονται δύο σημασίες, όπως συμβαίνει συχνά με τις έννοιες της φιλοσοφικής παρόδου: έτσι, οι όροι υλιστής, αισθησιοκράτης, κυνικός, επικούρειος, σοφιστής, σκεπτικός διαθέτουν στο λεξικό ένα φιλοσοφικό λήμμα, αλλά και μια κοινή σημασία. Περιέργως, η δεύτερη αντικρούει την πρώτη, σε σημείο που η μία μοιάζει να αναιρεί την άλλη.
Αυτό συμβαίνει με τον υλιστή: σύμφωνα με τον φιλόσοφο, είναι ο στοχαστής που ισχυρίζεται ότι ο κόσμος ανάγεται σε μια απλή και ξεκάθαρη διάταξη της ύλης· όμως, για τους κοινούς θνητούς, είναι το άτομο που έχει εμμονή με τη συσσώρευση υλικών αγαθών και πλούτου· το ίδιο ισχύει και για τον κυνικό: μαθητής του Διογένη εκ Σινώπης, άρα και οπαδός του ασκητισμού και μιας άκαμπτης ηθικής ευθύτητας, αλλά και χυδαίο άτομο χωρίς πίστη ούτε νόμο· αλλά και με τον επικούρειο, που χαρακτηρίζει τον μαθητή του Επίκουρου, τον οπαδό μιας λιτής ζωής και του ασκητισμού, και ταυτόχρονα ένα πρόστυχο, χυδαίο και φιλήδονο άτομο· ο σοφιστής διακηρύσσει έναν μεθοδολογικό προοπτικισμό, εκφράζει όμως ταυτόχρονα, για την πλειοψηφία του κόσμου, το άτομο που αρέσκεται σε δόλιους συλλογισμούς έχοντας στόχο την επιτυχία με κάθε μέσο· και θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε με πολλά ακόμα παραδείγματα.
Ο ωφελιμιστής, όπως γνωρίζουν οι φιλόσοφοι, προέρχεται απευθείας από τον Τζέρεμι Μπένθαμ, σπουδαίο στοχαστή, και τον Τζον Στιούαρτ Μιλ, για τους οποίους η αρχή της ωφέλειας, δηλαδή η μεγαλύτερη ευτυχία για τον μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων, δρα ως κεντρικό σημείο της ηθικής φιλοσοφίας.
Η δεοντολογία (1834) του πρώτου και ο Ωφελιμισμός (1838) του δεύτερου θέτουν τις βάσεις αυτής της δυναμικής σκέψης, που όμως παραμερίστηκε από τους υποστηρικτές της ιδεαλιστικής παράδοσης. Σ’ αυτούς τους Αγγλοσάξονες δεν υπάρχει νεφελώδης σκέψη, αλλά μια ξεκάθαρη, ακριβής, κατανοητή φιλοσοφία, απαλλαγμένη από οποιαδήποτε μεταφυσική προκατάληψη, και κυρίως, θανάσιμο αμάρτημα για την κυρίαρχη κάστα, μια σοφία ικανή να παραγάγει αποτελέσματα στην καθημερινή ζωή, στην πιο συνηθισμένη πραγματικότητα.
Για τον μέσο άνθρωπο ο ωφελιμισμός στιγματίζει τη συμπεριφορά ενός συμφεροντολόγου ατόμου ως προς τις σχέσεις του με τους άλλους, ανίκανου να φερθεί με γενναιοδωρία και ανιδιοτέλεια. Κάθε πολιτική, σκέψη ή οικονομία που χαρακτηρίζεται μ’ αυτό τον τρόπο θεωρείται ότι είναι εγωιστική, ότι δεν ενδιαφέρεται για τους ανθρώπους, αλλά ότι το μόνο που την απασχολεί είναι τα άμεσα, χειροπιαστά αποτελέσματα. Προστίθεται και μια δόση κυνισμού και μακιαβελισμού: ο ωφελιμιστής έχει ως στόχο και επιθυμεί ό,τι παρουσιάζει οφέλη ηχηρά και εντυπωσιακά, υλικά και απτά, άμεσα και καθημερινά. Βέβαια, όλα αυτά βρίσκονται στον αντίποδα της σκέψης του Μπένθαμ ή του Μιλ. Τι γίνεται δηλαδή σ’ αυτήν τη δεύτερη περίπτωση με τη μεγαλύτερη ευτυχία για τον μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων, εφόσον υπάρχει η άμεση μικρή ικανοποίηση του ενός και μόνο;
Η ίδια παρατήρηση ισχύει και για τον πραγματισμό. Από φιλοσοφική πλευρά, αυτό το ρεύμα δείχνει σε όλες τους τις διαστάσεις τη γνώση και τον ορθολογικό σκοπό. Με άλλα λόγια: αυτός ο νέος θετικισμός προτείνει μια θεωρία της αληθείας που απορρίπτει το απόλυτο των ιδεαλιστών προς όφελος της επιστημολογικής σχετικότητας. Όταν ο Πιρς δημιουργεί το σημείο και το αντικείμενο το 1878, σε ένα άρθρο με τίτλο «Πώς να κάνουμε σαφείς τις ιδέες μας;», θέτει τις βάσεις μιας αυθεντικής φιλοσοφίας της ενδοκοσμικότητας. Καμία σχέση με την αδυναμία αντιμετώπισης των πραγμάτων μόνο από πρακτική πλευρά, ή σε σχέση με το προεξοφλημένο αποτέλεσμα...
Ο πραγματιστικός ωφελιμισμός που προτείνω παραπέμπει στη φιλοσοφική συνεπειοκρατία: δεν υπάρχουν απόλυτες αλήθειες, ούτε καλό, κακό, αληθινό, ωραίο, δίκαιο καθ’ εαυτά, αλλά σε σχέση με ένα σαφές και ξεκάθαρο σχέδιο. Πρόκειται γι’ αυτό που, με μια ιδιαίτερη οπτική -τον ηδονισμό στην προκειμένη περίπτωση- μας επιτρέπει να προχωρήσουμε στην κατεύθυνση του σχεδίου πετυχαίνοντας ηδονιστικά αποτελέσματα. Η ιδέα υπάρχει ήδη στο έργο του Μπένθαμ: να σκεφτόμαστε ανάλογα με την πράξη και να την έχουμε ως στόχο σε σχέση με τα αποτελέσματά της.
Ένα ηδονιστικό σύστημα. Συνοψίζοντας: υποστηρίζω λοιπόν μια αντι-ιστορία της φιλοσοφίας ως εναλλακτική λύση αντί της κυρίαρχης ιδεαλιστικής ιστοριογραφίας· μια σωματική λογική και το αντίστοιχο αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα με μια καθαρά ενδοκοσμική οπτική· μια φιλοσοφία που νοείται ως εγωδικία προς δημιουργία και αποκωδικοποίηση· μια φιλοσοφική ζωή ως αποκάλυψη του λόγου· μια υπαρξιακή οπτική με έναν ωφελιμιστικό και πραγματιστικό στόχο.
Όλα αυτά συγκλίνουν σε ένα εστιακό σημείο: τον ηδονισμό. Συχνά προβάλλω αυτό το απόφθεγμα του Σαμφόρ, καθώς λειτουργεί ως ηδονιστική κατηγορική προσταγή: να απολαμβάνεις και να προσφέρεις απόλαυση, χωρίς να κάνεις κακό ούτε στον εαυτό σου ούτε σε οποιονδήποτε άλλον, αυτό είναι ηθική.
Αυτή η φράση τα λέει όλα: προσωπική απόλαυση, οπωσδήποτε, αλλά κυρίως απόλαυση του άλλου, καθώς χωρίς αυτή δε νοείται καμία ηθική, αφού μόνο η υπόσταση του άλλου τής δίνει αυτές τις ιδιότητες. Αν δεν υπάρχει ο άλλος -όπως στο έργο του Μαρκήσιου ντε Σαντ- δεν υπάρχει ηθική... Το ειδικό βάρος αυτού του αποφθέγματος του Σαμφόρ στον χώρο της συνεπειοκρατίας επιδέχεται άπειρες προεκτάσεις.
Κατ’ αρχάς θα ήθελα να προσδώσω σ’ αυτόν τον όρο μια αξιοπρέπεια που δε διαθέτει. Η υποδοχή της φιλοσοφικής μου πρότασης εδώ και περίπου δεκαπέντε χρόνια θέτει προβλήματα παρόμοια με εκείνα που αντιμετώπισαν οι υποστηρικτές του αρχαίου ηδονισμού: την άρνηση να μελετηθούν νηφάλια οι λεπτομέρειες των λεγομένων στο όνομα της υστερικής ταραχής που προκαλεί το άκουσμα και μόνο της λέξης ηδονή. Έκτοτε ο καθένας τα βγάζει πέρα με τον εαυτό του και την απόλαυσή του κι έπειτα πολύ συχνά αποδίδει στον άλλον, με την απλούστατη μέθοδο της μεταβίβασης, την εντύπωση που έχει σχηματίσει ο ίδιος για την ηδονή.
Έτσι, πολύ συχνά αναγκάστηκα να αντικρούσω ομιλίες που εξομοίωναν ηδονισμό και φασισμό, ηδονισμό και ναζισμό, ηδονισμό και αμοραλισμό, με την υποψία, δεδομένου ότι έχω παραδεχτεί πως είμαι νιτσεϊστής, μιας κρυφής συμπάθειας για ολοκληρωτικά, δικτατορικά και παρόμοια καθεστώτα! Να απολαμβάνεις χωρίς να προσφέρεις απόλαυση στους άλλους, μ’ αυτήν τη φράση πρέπει πραγματικά να εξομοιωθεί αυτή η φιλοσοφική θεωρία και η χειρότερη απάρνηση κάθε φιλοσοφίας· αλλά να απολαμβάνεις "και" να προσφέρεις απόλαυση στους άλλους: τι έχουν να πουν για το "και" οι υποστηρικτές αυτού του σκανδαλώδους, αλλά τόσο συχνού ολισθήματος;
Φυσικά, υπάρχει και η πιο εύκολη εκδοχή: η εξομοίωση του ηδονισμού με την πρόστυχη, συνήθη και σύγχρονη απόλαυση του φιλελεύθερου καταναλωτισμού. Γαστρονομία πολυτελείας - όταν το πρώτο μου βιβλίο, Η κοιλιά των φιλοσόφων, αντικείμενο παρεξήγησης, έδινε την ευκαιρία για μια ειρωνική προσέγγιση, δυστυχώς για τον είρωνα!, αυτών των θεμάτων περί του σώματος που φιλοσοφεί, της σαρκικής λογικής -βλέπε τη Λογική της λαιμαργίας..- της αισθησιοκρατίας, της υπαρξιακής ψυχοβιογραφίας, της φιλοσοφικής ζωής, της εναλλακτικής ιστοριογραφίας -από τότε και πάλι ο Διογένης...- κ.λπ.
Για να ολοκληρωθεί το πορτρέτο του ηδονιστή ως νέου χοίρου του Επίκουρου, η Θεωρία του ερωτικού σώματος ολοκλήρωσε τον πίνακα: εκεί όπου έθετα τους όρους ενός ηλιακού ερωτισμού, είδαν ένα εγχειρίδιο μεταμοντέρνου φλερτ, έναν πανηγυρικό της συλλογής γυναικών, μια διατριβή για την ελευθεριότητα αλά Δον Ζουάν! Όταν αντιπαραθέτω στην πλατωνική θεωρία της επιθυμίας ως έλλειψης μια δημοκρίτεια λογική της υπερβολής με την απειλή της εκτροπής· όταν προτείνω έναν ελευθεριάζοντα φεμινισμό που εξυμνεί τη γυναίκα, σε αντίθεση με την ιουδαιοχριστιανική λατρεία της παρθένου, ή της συζύγου και μητέρας· όταν υπερασπίζομαι το συνεχώς ανανεώσιμο συναλλαγματικό συμβόλαιο αντί του γάμου· όταν προβάλλω την αξία μιας μεταφυσικής τής στειρότητας σε αντίθεση προς το καθήκον της αναπαραγωγής, γίνομαι το σύμβολο του ελευθεριάζοντα - με τη χυδαία σημασία του όρου, φυσικά...
Η ηδονή παραλύει: η λέξη, τα γεγονότα, η πραγματικότητα, οι ομιλίες που γίνονται επ’ αυτής. Παραλύει ή προκαλεί υστερία. Υπάρχουν πάρα πολλά προσωπικά στοιχήματα που χάθηκαν, πολλοί δεσμοί αλλοτριωμένοι, πάσχοντες, δυστυχισμένοι και αξιολύπητοι, πολλές κρυφές, κρυμμένες αποτυχίες, πολλές δυσκολίες για την ύπαρξη, τη ζωή - τη χαρά. Εξ ου και η απόρριψη της λέξης: κακόβουλη, επιθετική, κακόπιστη κριτική· ή απλώς ξεκάθαρη αποφυγή. Ανυποληψία, δυσφήμιση, υποτίμηση, περιφρόνηση, όλα τα μέσα είναι χρήσιμα αρκεί ν’ αποφύγουμε το θέμα.
Επιμένω στη θεωρητική και υπαρξιακή μου θέση: ο ηδονισμός παρά τις παρεξηγήσεις, προσδιορίζει αυτήν τη θεώρηση του κόσμου που προτείνω στα τριάντα μου βιβλία. Μια ανάγνωση της πραγματικότητας, βέβαια αλλά και μια πρόταση ζωής. Κι αυτό γιατί υπερασπίζομαι επίσης μια έννοια που έχει παρέλθει από τη μόδα της φιλοσοφίας: την έννοια της ολοκληρωμένης σκέψης, την έννοια του συστήματος.
Υπερασπίζομαι δηλαδή μια σκέψη δυνατή, στέρεα, δομημένη, συνεπή, και προσπαθώ να εξετάσω το σύνολο των δυνατών γνώσεων. Ο ηδονισμός παρέχει το κεντρικό θέμα και τα διάφορα έργα μου τις παραλλαγές. Έτσι, έχω προτείνει μια ηθική (Η σμίλευση του εαυτού), μια ερωτική θεωρία (Θεωρία του ερωτικού σώματος) μια πολιτική (Πολιτική του επαναστάτη), μια αισθητική (Αρχαιολογία του παρόντος), μια επιστημολογία (Ανατομικές αντιστοίχως), μια μεταφυσική (Πραγματεία περί αθεολογίας). Αντιστοίχως: μια αισθητική ηθική, έναν ηλιακό ερωτισμό, μια ελευθεριακή πολιτική, μια κυνική αισθητική, μια τεχνόφιλη βιοηθική και έναν μεταμοντέρνο αθεϊσμό, προϋπόθεση δυνατότητας του συνόλου.
Michel Onfray, Η δύναμη της ύπαρξης - Ηδονιστικό μανιφέστο
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου