ΟΙ. ὅτε δὴ κατῆλθ᾽ Εὐριπίδης, ἐπεδείκνυτο
τοῖς λωποδύταις καὶ τοῖσι βαλλαντιοτόμοις
καὶ τοῖσι πατραλοίαισι καὶ τοιχωρύχοις,
ὅπερ ἔστ᾽ ἐν Ἅιδου πλῆθος, οἱ δ᾽ ἀκροώμενοι
775 τῶν ἀντιλογιῶν καὶ λυγισμῶν καὶ στροφῶν
ὑπερεμάνησαν κἀνόμισαν σοφώτατον·
κἄπειτ᾽ ἐπαρθεὶς ἀντελάβετο τοῦ θρόνου,
ἵν᾽ Αἰσχύλος καθῆστο. ΞΑ. κοὐκ ἐβάλλετο;
ΟΙ. μὰ Δί᾽, ἀλλ᾽ ὁ δῆμος ἀνεβόα κρίσιν ποεῖν
780 ὁπότερος εἴη τὴν τέχνην σοφώτερος.
ΞΑ. ὁ τῶν πανούργων; ΟΙ. νὴ Δί᾽, οὐράνιόν γ᾽ ὅσον.
ΞΑ. μετ᾽ Αἰσχύλου δ᾽ οὐκ ἦσαν ἕτεροι σύμμαχοι;
ΟΙ. ὀλίγον τὸ χρηστόν ἐστιν, ὥσπερ ἐνθάδε.
ΞΑ. τί δῆθ᾽ ὁ Πλούτων δρᾶν παρασκευάζεται;
785 ΟΙ. ἀγῶνα ποιεῖν αὐτίκα μάλα καὶ κρίσιν
κἄλεγχον αὐτοῖν τῆς τέχνης. ΞΑ. κἄπειτα πῶς
οὐ καὶ Σοφοκλέης ἀντελάβετο τοῦ θρόνου;
ΟΙ. μὰ Δί᾽ οὐκ ἐκεῖνος, ἀλλ᾽ ἔκυσε μὲν Αἰσχύλον,
ὅτε δὴ κατῆλθε, κἀνέβαλε τὴν δεξιὰν
790 κἄνεικος ὑπεχώρησεν αὐτῷ τοῦ θρόνου.
νυνὶ δ᾽ ἔμελλεν, ὡς ἔφη Κλειδημίδης,
ἔφεδρος καθεδεῖσθαι· κἂν μὲν Αἰσχύλος κρατῇ,
ἕξειν κατὰ χώραν· εἰ δὲ μή, περὶ τῆς τέχνης
διαγωνιεῖσθ᾽ ἔφασκε πρός γ᾽ Εὐριπίδην.
795 ΞΑ. τὸ χρῆμ᾽ ἄρ᾽ ἔσται; ΟΙ. νὴ Δί᾽ ὀλίγον ὕστερον.
κἀνταῦθα δὴ τὰ δεινὰ κινηθήσεται.
καὶ γὰρ ταλάντῳ μουσικὴ σταθμήσεται—
ΞΑ. τί δέ; μειαγωγήσουσι τὴν τραγῳδίαν;
ΟΙ. καὶ κανόνας ἐξοίσουσι καὶ πήχεις ἐπῶν
800 καὶ πλαίσια ξύμπηκτα— ΞΑ. πλινθεύσουσι γάρ;
ΟΙ. καὶ διαμέτρους καὶ σφῆνας. ὁ γὰρ Εὐριπίδης
κατ᾽ ἔπος βασανιεῖν φησι τὰς τραγῳδίας.
ΞΑ. ἦ που βαρέως οἶμαι τὸν Αἰσχύλον φέρειν.
ΟΙ. ἔβλεψε γοῦν ταυρηδὸν ἐγκύψας κάτω.
805 ΞΑ. κρινεῖ δὲ δὴ τίς ταῦτα; ΟΙ. τοῦτ᾽ ἦν δύσκολον·
σοφῶν γὰρ ἀνδρῶν ἀπορίαν ηὑρισκέτην.
οὔτε γὰρ Ἀθηναίοισι συνέβαιν᾽ Αἰσχύλος—
ΞΑ. πολλοὺς ἴσως ἐνόμιζε τοὺς τοιχωρύχους.
ΟΙ. λῆρόν τε τἄλλ᾽ ἡγεῖτο τοῦ γνῶναι πέρι
810 φύσεις ποητῶν· εἶτα τῷ σῷ δεσπότῃ
ἐπέτρεψαν, ὁτιὴ τῆς τέχνης ἔμπειρος ἦν.
ἀλλ᾽ εἰσίωμεν· ὡς ὅταν γ᾽ οἱ δεσπόται
ἐσπουδάκωσι, κλαύμαθ᾽ ἡμῖν γίγνεται.
***
ΥΠΗ. Σαν ήρθε ο Ευριπίδης κάτω, αρχίζει
της τέχνης του επιδείξεις, μ᾽ ακροατήριο
όλο πορτοφολάδες, λωποδύτες,
διαρρήχτες, πατροκτόνους· ο Άδης είναι
πήχτρα απ᾽ αυτούς. Ακούοντας τότε εκείνοι
αντίλογους, λυγίσματα, τσαλίμια,
είπαν ξετρελαμένοι: «Αυτός είν᾽ ο άξιος.»
Και πήρε ο νους του αέρα κι απαιτούσε
το θρόνο που καθότανε ο Αισχύλος.
ΞΑΝ. Και δεν τον πιάσαν τότε με τις πέτρες;
ΥΠΗ. Καθόλου· ο κόσμος φώναζε να γίνει
780 κρίση, να δουν ποιός είναι ο πιο μεγάλος.
ΞΑΝ. Κείνοι οι αχρείοι; ΥΠΗ. Ναι, χάλαγαν τον κόσμο.
ΞΑΝ. Καλά, κι ο Αισχύλος οπαδούς δεν είχε;
ΥΠΗ. Όπως εδώ, κι εκεί οι καλοί είναι λίγοι.
ΞΑΝ. Κι ο Πλούτωνας τί σκέφτεται να κάμει;
ΥΠΗ. Της τέχνης τους αγώνα, ευθύς, σε λίγο,
έλεγχο, κρίση. ΞΑΝ. Ο Σοφοκλής πώς όμως
δεν πρόβαλε απαιτήσεις για το θρόνο;
ΥΠΗ. Φίλησε τον Αισχύλο, εδώ σαν ήρθε,
τον έπιασε απ᾽ το χέρι, και χωρίς
790 αξίωση του αναγνώρισε το θρόνο.
Και τώρα, έτσι όπως λέει κι ο Κλειδημίδης,
θα εφεδρεύει· ο Αισχύλος αν νικήσει,
δε θα σαλέψει· αλλ᾽ αν νικήσει ο άλλος,
θα παραβγεί μ᾽ αυτόν σε αγώνα τέχνης.
ΞΑΝ. Ώστε θα γίνει αγώνας; ΥΠΗ. Ναι, σε λίγο.
Και πράματα, που ο νους σου θα σαστίσει.
Με ζυγαριά την ποίηση θα ζυγίσουν…
ΞΑΝ. Αρνιού θυσία θα γίνει η τραγωδία;
ΥΠΗ. και χάρακες θα φέρουν, στίχων μέτρα,
800 καλούπια στέρεα… ΞΑΝ. Πώς; Θα φτιάξουν πλίθους;
ΥΠΗ. διαμέτρων ρίγες, σφήνες. Ο Ευριπίδης
τις τραγωδίες θα ελέγξει στίχο στίχο.
ΞΑΝ. Βέβαια γι᾽ αυτά θ᾽ αγαναχτεί ο Αισχύλος.
ΥΠΗ. Έσκυψε μια, και λοξοκοίταξε έτσι.
ΞΑΝ. Και ποιός θα κρίνει; ΥΠΗ. Αυτού δυσκολευτήκαν·
δεν έβρισκαν ανθρώπους που να νιώθουν.
Ο Αισχύλος για Αθηναίους δε συμφωνούσε…
ΞΑΝ. Θα πίστευε πως είναι λωποδύτες.
ΥΠΗ. τους άλλους πάλι τους θεωρούσε ανάξιους,
810 ποιητές να κρίνουν· τέλος στο δικό σου
το ανάθεσαν αφέντη, που είναι αρμόδιος.
Μα πάμε μέσα· όταν οι αφέντες πιάσουν
τα σοβαρά, στους δούλους πέφτει ξύλο.
τοῖς λωποδύταις καὶ τοῖσι βαλλαντιοτόμοις
καὶ τοῖσι πατραλοίαισι καὶ τοιχωρύχοις,
ὅπερ ἔστ᾽ ἐν Ἅιδου πλῆθος, οἱ δ᾽ ἀκροώμενοι
775 τῶν ἀντιλογιῶν καὶ λυγισμῶν καὶ στροφῶν
ὑπερεμάνησαν κἀνόμισαν σοφώτατον·
κἄπειτ᾽ ἐπαρθεὶς ἀντελάβετο τοῦ θρόνου,
ἵν᾽ Αἰσχύλος καθῆστο. ΞΑ. κοὐκ ἐβάλλετο;
ΟΙ. μὰ Δί᾽, ἀλλ᾽ ὁ δῆμος ἀνεβόα κρίσιν ποεῖν
780 ὁπότερος εἴη τὴν τέχνην σοφώτερος.
ΞΑ. ὁ τῶν πανούργων; ΟΙ. νὴ Δί᾽, οὐράνιόν γ᾽ ὅσον.
ΞΑ. μετ᾽ Αἰσχύλου δ᾽ οὐκ ἦσαν ἕτεροι σύμμαχοι;
ΟΙ. ὀλίγον τὸ χρηστόν ἐστιν, ὥσπερ ἐνθάδε.
ΞΑ. τί δῆθ᾽ ὁ Πλούτων δρᾶν παρασκευάζεται;
785 ΟΙ. ἀγῶνα ποιεῖν αὐτίκα μάλα καὶ κρίσιν
κἄλεγχον αὐτοῖν τῆς τέχνης. ΞΑ. κἄπειτα πῶς
οὐ καὶ Σοφοκλέης ἀντελάβετο τοῦ θρόνου;
ΟΙ. μὰ Δί᾽ οὐκ ἐκεῖνος, ἀλλ᾽ ἔκυσε μὲν Αἰσχύλον,
ὅτε δὴ κατῆλθε, κἀνέβαλε τὴν δεξιὰν
790 κἄνεικος ὑπεχώρησεν αὐτῷ τοῦ θρόνου.
νυνὶ δ᾽ ἔμελλεν, ὡς ἔφη Κλειδημίδης,
ἔφεδρος καθεδεῖσθαι· κἂν μὲν Αἰσχύλος κρατῇ,
ἕξειν κατὰ χώραν· εἰ δὲ μή, περὶ τῆς τέχνης
διαγωνιεῖσθ᾽ ἔφασκε πρός γ᾽ Εὐριπίδην.
795 ΞΑ. τὸ χρῆμ᾽ ἄρ᾽ ἔσται; ΟΙ. νὴ Δί᾽ ὀλίγον ὕστερον.
κἀνταῦθα δὴ τὰ δεινὰ κινηθήσεται.
καὶ γὰρ ταλάντῳ μουσικὴ σταθμήσεται—
ΞΑ. τί δέ; μειαγωγήσουσι τὴν τραγῳδίαν;
ΟΙ. καὶ κανόνας ἐξοίσουσι καὶ πήχεις ἐπῶν
800 καὶ πλαίσια ξύμπηκτα— ΞΑ. πλινθεύσουσι γάρ;
ΟΙ. καὶ διαμέτρους καὶ σφῆνας. ὁ γὰρ Εὐριπίδης
κατ᾽ ἔπος βασανιεῖν φησι τὰς τραγῳδίας.
ΞΑ. ἦ που βαρέως οἶμαι τὸν Αἰσχύλον φέρειν.
ΟΙ. ἔβλεψε γοῦν ταυρηδὸν ἐγκύψας κάτω.
805 ΞΑ. κρινεῖ δὲ δὴ τίς ταῦτα; ΟΙ. τοῦτ᾽ ἦν δύσκολον·
σοφῶν γὰρ ἀνδρῶν ἀπορίαν ηὑρισκέτην.
οὔτε γὰρ Ἀθηναίοισι συνέβαιν᾽ Αἰσχύλος—
ΞΑ. πολλοὺς ἴσως ἐνόμιζε τοὺς τοιχωρύχους.
ΟΙ. λῆρόν τε τἄλλ᾽ ἡγεῖτο τοῦ γνῶναι πέρι
810 φύσεις ποητῶν· εἶτα τῷ σῷ δεσπότῃ
ἐπέτρεψαν, ὁτιὴ τῆς τέχνης ἔμπειρος ἦν.
ἀλλ᾽ εἰσίωμεν· ὡς ὅταν γ᾽ οἱ δεσπόται
ἐσπουδάκωσι, κλαύμαθ᾽ ἡμῖν γίγνεται.
***
ΥΠΗ. Σαν ήρθε ο Ευριπίδης κάτω, αρχίζει
της τέχνης του επιδείξεις, μ᾽ ακροατήριο
όλο πορτοφολάδες, λωποδύτες,
διαρρήχτες, πατροκτόνους· ο Άδης είναι
πήχτρα απ᾽ αυτούς. Ακούοντας τότε εκείνοι
αντίλογους, λυγίσματα, τσαλίμια,
είπαν ξετρελαμένοι: «Αυτός είν᾽ ο άξιος.»
Και πήρε ο νους του αέρα κι απαιτούσε
το θρόνο που καθότανε ο Αισχύλος.
ΞΑΝ. Και δεν τον πιάσαν τότε με τις πέτρες;
ΥΠΗ. Καθόλου· ο κόσμος φώναζε να γίνει
780 κρίση, να δουν ποιός είναι ο πιο μεγάλος.
ΞΑΝ. Κείνοι οι αχρείοι; ΥΠΗ. Ναι, χάλαγαν τον κόσμο.
ΞΑΝ. Καλά, κι ο Αισχύλος οπαδούς δεν είχε;
ΥΠΗ. Όπως εδώ, κι εκεί οι καλοί είναι λίγοι.
ΞΑΝ. Κι ο Πλούτωνας τί σκέφτεται να κάμει;
ΥΠΗ. Της τέχνης τους αγώνα, ευθύς, σε λίγο,
έλεγχο, κρίση. ΞΑΝ. Ο Σοφοκλής πώς όμως
δεν πρόβαλε απαιτήσεις για το θρόνο;
ΥΠΗ. Φίλησε τον Αισχύλο, εδώ σαν ήρθε,
τον έπιασε απ᾽ το χέρι, και χωρίς
790 αξίωση του αναγνώρισε το θρόνο.
Και τώρα, έτσι όπως λέει κι ο Κλειδημίδης,
θα εφεδρεύει· ο Αισχύλος αν νικήσει,
δε θα σαλέψει· αλλ᾽ αν νικήσει ο άλλος,
θα παραβγεί μ᾽ αυτόν σε αγώνα τέχνης.
ΞΑΝ. Ώστε θα γίνει αγώνας; ΥΠΗ. Ναι, σε λίγο.
Και πράματα, που ο νους σου θα σαστίσει.
Με ζυγαριά την ποίηση θα ζυγίσουν…
ΞΑΝ. Αρνιού θυσία θα γίνει η τραγωδία;
ΥΠΗ. και χάρακες θα φέρουν, στίχων μέτρα,
800 καλούπια στέρεα… ΞΑΝ. Πώς; Θα φτιάξουν πλίθους;
ΥΠΗ. διαμέτρων ρίγες, σφήνες. Ο Ευριπίδης
τις τραγωδίες θα ελέγξει στίχο στίχο.
ΞΑΝ. Βέβαια γι᾽ αυτά θ᾽ αγαναχτεί ο Αισχύλος.
ΥΠΗ. Έσκυψε μια, και λοξοκοίταξε έτσι.
ΞΑΝ. Και ποιός θα κρίνει; ΥΠΗ. Αυτού δυσκολευτήκαν·
δεν έβρισκαν ανθρώπους που να νιώθουν.
Ο Αισχύλος για Αθηναίους δε συμφωνούσε…
ΞΑΝ. Θα πίστευε πως είναι λωποδύτες.
ΥΠΗ. τους άλλους πάλι τους θεωρούσε ανάξιους,
810 ποιητές να κρίνουν· τέλος στο δικό σου
το ανάθεσαν αφέντη, που είναι αρμόδιος.
Μα πάμε μέσα· όταν οι αφέντες πιάσουν
τα σοβαρά, στους δούλους πέφτει ξύλο.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου