Κυριακή 31 Δεκεμβρίου 2017

Οι Ατομικοί φιλόσοφοι. Ο Δημόκριτος, οι Ελεάτες και η θεωρία του «ατόμου»

Αποτέλεσμα εικόνας για οποιοσ δεν εχει γνωση δεν δικαιουται να εχει γνωμηΤον πραγματικό αντίλογο στους Ελεάτες τον ανέλαβαν στο πεδίο της φυσικής οι Ατομικοί και στο πεδίο της γνωσιολογίας και της λογικής οι Σοφιστές. Οι Ατομικοί είδαν έγκαιρα ότι από τη διαμάχη της ελεατικής οντολογίας με την ιωνική φυσική είχαν βγει στην επιφάνεια γνήσια και κεντρικά προβλήματα ουσίας, που δεν μπορούσε να τα επιλύσει πια η εμμονή στον υλοζωισμό. Έτσι οι Ατομικοί μαθήτεψαν στους Ελεάτες και έμαθαν να τους αντιμετωπίζουν με επιχειρήματα ελεατικά. Κατ’ αρχήν οι Ατομικοί δέχτηκαν το ελεατικό δόγμα ότι το ον είναι αγέννητο και άφθαρτο, θέση που, επιτέλους, είχε την καταγωγή της στο ηρακλειτικό «ήν άεί καί έστιν καί έσται»· δε δέχτηκαν όμως ότι το ον είναι και ακίνητο και αδιαίρετο. Οι Ελεάτες είχαν αρνηθεί τη δυνατότητα να κινείται και να διαιρείται το ον, επειδή γι’ αυτούς εκτός από το ον δεν υπήρχε τίποτ’ άλλο. Οι Ατομικοί παρατήρησαν ότι με αυτόν τον τρόπο οι Ελεάτες είχαν αρνηθεί και την ύπαρξη του κενού που το ταύτιζαν με το μη ον. Αλλά το «κενόν”, το μη ον, απέναντι στο «πλήρες”, στο ον, μπορεί να το λέμε μη ον, είναι όμως τόσο πραγματικό όσο και το ον. Με άλλα λόγια η ύπαρξη του κενού χώρου έπρεπε να θεωρείται τόσο βέβαιη όσο και η ύπαρξη του όντος. Αυτό ήταν το πρώτο βήμα για μια φυσιοκρατική ερμηνεία της ελεατικής φιλοσοφίας.
 
Συγκεκριμένα, οι Ατομικοί πήραν αρνητική στάση απέναντι στη θεωρία του Ελεάτη Ζήνωνα για την «επ’ άπειρον τομήν», που βέβαια ήταν θεωρητικά δυνατή για τα σχήματα των μαθηματικών αλλά όχι και για τα φυσικά σώματα. Κρίνοντας τη θέση του Ζήνωνα, πρόσεξαν περισσότερο το ότι με την «επ’ άπειρον τομήν» στο πεδίο της φυσικής το λογικό επακόλουθο θα ήταν να δεχτούμε άπειρο κενό, που θα έκανε δυνατή την απεριόριστη διαίρεση των σωμάτων. Και μάλιστα άπειρο κενό νοούμενο τελικά και ως μοναδική ουσία του σύμπαντος, σε αντίθεση βέβαια ακόμα και με την ίδια την ελεατική φιλοσοφία, που είχε αρνηθεί εντελώς την ύπαρξη του κενού, καθώς εκείνη το ταύτιζε με το μη ον. Διαπιστώνοντας λοιπόν το άτοπο της θεωρίας του Ζήνωνα, οι Ατομικοί βεβαιώθηκαν ότι τελικά υπάρχει από τη μια κενό, που κάνει δυνατή τη διαίρεση των σωμάτων, και από την άλλη έσχατα μόρια ύλης, που δεν επιδέχονται παραπέρα τομές και παραμένουν «άτομα», δηλαδή άτμητα. Έτσι, ελέγχοντας το κύρος της θεωρίας του Ζήνωνα και της ελεατικής διδασκαλίας γενικότερα, οι Ατομικοί μετέφεραν την προβληματική της «διχοτομίας» από τα μαθηματικά στη φυσική και πέτυχαν να συλλάβουν και να διατυπώσουν τη θεωρία του Ατόμου.
 
Συνύπαρξη Όντος και κενού χώρου. Η θεωρία του Ατόμου. Δημόκριτος: η διδασκαλία για τα άτομα
 
Πάνω σ’ αυτή τη βάση ο Δημόκριτος (470/460-400/390 π.Χ.), ο πολυμερέστερος και μεθοδικότερος νους πριν από τον Αριστοτέλη, περιγράφοντας το Άτομο, δεν είχε πια καμιά αντίρρηση να αποδώσει σ’ αυτό τα περισσότερα από τα γνωρίσματα που οι Ελεάτες είχαν αποδώσει στο ον. Έτσι αυτός προσδιόρισε το άτομο ως αγέννητο, άφθαρτο, αναλλοίωτο, πλήρες και τέλειο, ομοιόμορφα συμπαγές, απαλλαγμένο από κενό, απλό, ενιαίο και αμερές, χωρίς αυξομειώσεις, αραιώσεις και πυκνώσεις ή διαστολές και συστολές, αδιαίρετο και με καθορισμένα όρια. Αντίθετα όμως από τους Ελεάτες, που πρόσθετον στο ον και τα γνωρίσματα του μοναδικού, του σφαιρικού και του ακίνητου, ο Δημόκριτος είπε στην αντίστοιχη θέση του δικού του ορισμού για το άτομο ότι τα άτομα είναι άπειρα σε πλήθος και σε σχήματα και ότι κινούνται αιώνια μέσα στο κενό και μάλιστα σε άπειρους συνδυασμούς φοράς. Στη συνέχεια ο Δημόκριτος εξήγησε τις ποιότητες των φυσικών σωμάτων και φαινομένων και γενικά κάθε γένεση και φθορά μέσα στη φύση όχι από την ίδια την ουσία των ατόμων, αλλά από το «συναγελασμό» τους μέσα στο κενό, δηλαδή από τη συνάθροιση και τη διάλυσή τους, από το βαθμό πυκνότητας στη διάταξή τους κατά τη σύνοδό τους, από το μέγεθος και το σχήμα εκείνων των ατόμων που συμπλέκονται σε κάθε περίπτωση και από τη θέση και την τάξη τους μέσα στους σχηματισμούς τους. Έτσι δίδαξε ότι σε μια σύνοδο από σφαιρικά άτομα παράγεται η φωτιά, σε μια σύνοδο από πολυγωνικά άτομα ένα σώμα τραχύ κτλ. Με αυτή τη θεωρία ο Δημόκριτος, στηριγμένος κυρίως στα κριτήρια της ελεατικής οντολογίας, κατέκτησε την έννοια της «αποίου» ύλης (δηλαδή της ύλης που νοείται μόνο με τις ιδιότητες της μάζας, χωρίς ποιότητες). Από τη μηχανική και μόνο κίνηση της αποίου ύλης, χωρίς άλλους συντελεστές, ο Δημόκριτος εξήγησε, σε βάση καθαρά ποσοτική, κάθε ποιότητα και ειδοποιό διαφορά. Χωρίζοντας την πραγματικότητα σε αληθινή («ετεή») και σε συμβατική («νόμω»), δηλαδή στην ουσία της ύλης και στα επιφαινόμενά της, ο Δημόκριτος ως ένα σημείο συμβάδιζε βέβαια με τους Ελεάτες, που χώριζαν το ον από τα φαινόμενα. Ταυτόχρονα όμως απομακρυνόταν από εκείνους, γιατί μόνο αυτός εννοούσε την ουσία όχι μεταφυσικά αλλά υλικά και τα φαινόμενα της φύσης όχι ως αυταπάτη των ανθρώπων, αλλά ως κάτι που κατά κάποιο τρόπο επισυμβαίνει γύρω από την ουσία.
 
Δημόκριτος: σύνθεση και διάλυση άπειρων κόσμων. Βιολογία και γνωσιολογία
 
Σύμφωνα με τη θεωρία του Ατόμου, ο Δημόκριτος δίδαξε ότι ένας κόσμος συντίθεται, όταν σε μεγάλο κενό του διαστήματος συναθροίζονται αλληλοσυγκρουόμενα πολλά άτομα και με τη φορά τους σχηματίζεται δίνη. Μέσα σ’ αυτή τη δίνη, εξήγησε ο Δημόκριτος, τα ομοειδή άτομα έλκονται αμοιβαία, «συναγελάζονται» και απαρτίζουν ζώνες, που δεν είναι άλλο από τα προσιτά στις αισθήσεις μας φυσικά σώματα, δηλαδή φωτιά, αέρας, νερό, γη. Στη συνέχεια τα βαρύτερα από αυτά τα υλικά μαζεύονται στο κέντρο και αποτελούν τη Γη, ενώ τα ελαφρότερα εξωθούνται προς την περιφέρεια και διαμορφώνονται σε ουράνια σώματα και μετεωρολογικά φαινόμενα.
 
Με αυτόν τον τρόπο, υποστήριξε ο Δημόκριτος, συντίθενται και διαλύονται άπειροι κόσμοι. Γι’ αυτούς τους κόσμους, που τους θεωρούσε «μεγέθει διαφέροντας» και με «άνισα τα διαστήματα», έλεγε ακόμα ο Δημόκριτος ότι «τους μεν αυξεσθαι, τους δε ακμάζειν, τους δε φθίνειν», ότι καταστρέφονται «υπ’ αλλήλων προσπίπτοντας», ότι σε μερικούς δεν υπάρχουν ήλιος και σελήνη, ενώ σε άλλους υπάρχουν περισσότεροι και «μείζω των παρ’ ημίν» και υπέθεσε «ενίους κόσμους ερήμους ζώων και φυτών και παντός υγρού».
 
Η σκέψη του Δημοκρίτου γύρω από τα βιολογικά προβλήματα συμφωνεί με τις βασικές θέσεις της ατομικής θεωρίας. Έτσι υποστήριζε ότι χαρακτηριστικές ιδιότητες, δεξιότητες και όργανα, με τα οποία είναι προικισμένα τα ζώα, δεν έγιναν από δημιουργική σκοπιμότητα αλλά μόνο συμπτωματικά («συμπεσείν… συνέβη… από του αυτομάτου συστάντα επιτηδείως») και ότι από αυτά σώθηκαν μόνο όσα φάνηκαν κατάλληλα για τη συντήρηση του κάθε είδους, σε σχέση βέβαια με τους ειδικότερους όρους της ζωής του. Επίσης συνεπής με την κοσμολογία του, ο Δημόκριτος έβλεπε το ζωντανό οργανισμό ως «μικρόν κόσμον», αντίθετα από τους μεταγενεστέρους που έβλεπαν τον κόσμο ως ζωντανό οργανισμό. Την ψυχή τη θεωρούσε φυσικό σώμα, απέδιδε τη σύστασή της, όπως ακριβώς και της φωτιάς, σε συμπλοκή από σφαιρικά άτομα, την ταύτιζε με το νου και την πίστευε «φθαρτήν, τω σώματι συνδιαφθειρομένην». Στη θεωρία της γνώσης ο Δημόκριτος, αφού είχε διαχωρίσει στο πεδίο της φυσικής την ύλη από τα επιφαινόμενά της, αυτοδεσμευόταν να ακολουθήσει ένα αντίστοιχο σχήμα. Έτσι δίδαξε ότι η γνώση μας γενικά είναι «επιρρυσμίη», δηλαδή σχετική με τις καταστάσεις που μας περιβάλλουν και που δεν είναι παρά επιφαινόμενα της ύλης, όπως και εμείς οι ίδιοι, ενώ η «αλήθεια» βρίσκεται «εν βυθώ», δηλαδή στα «άτομα» και στο «κενόν». Με αυτή τη γενική θέση του είναι ευνόητο ότι ο Δημόκριτος, εφόσον αναγνώριζε ως μοναδική τη φυσική πραγματικότητα, εξηγούσε και όλες τις διεργασίες προς τη γνώση, από την αίσθηση ως τη νόηση, ως καθαρά φυσικούς μηχανισμούς. Από τους φορείς της γνώσης χαρακτήριζε την αίσθηση ως «σκοτίη» και τη νόηση ως «γνησίη», έκρινε όμως την πρώτη απαραίτητη για τη δεύτερη, όπως έκανε αργότερα και ο Αριστοτέλης, που θεωρούσε τη γνώση αδύνατη «έξω του αισθάνεσθαι».

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου