Τετάρτη 4 Οκτωβρίου 2017

Πως αναπτύσσουμε με το συναίσθημά μας

Ας δούμε λιγάκι τη σχέση που αναπτύσσουμε με το συναίσθημά μας. Ας δούμε πώς αντιλαμβανόμαστε τον τρόπο που φερόμαστε (την οργή, τις θυμωμένος κουβέντες, τις χειρονομίες, τις εκφάνσεις έντονης ζήλιας, τους γογγυσμούς, το μίσος) και ας αρχίσουμε να διερωτόμαστε μήπως ο τρόπος που συμπεριφερόμαστε συναισθηματικά στον ίδιο μας τον εαυτό αντικατοπτρίζεται από τον τρόπο που αντιμετωπίζουμε τους γύρω μας.

Η βασική ανάγκη κάθε ανθρώπου είναι να συνδεθεί με τους ανθρώπους του περιβάλλοντός του (στα πρώτα χρόνια της ζωής του με τη μητέρα του και στη συνέχεια με τα αδέλφια, τους φίλους, τους συντρόφους, τους ανθρώπους που σχετίζεται).
 
Τι γίνεται όμως όταν η σύνδεση αυτή δεν η επιθυμητή ή ουσιαστική; Kαι πώς αντιμετωπίζει κάθε άνθρωπος την αποκοπή από συναισθηματικές καταστάσεις που επιθυμεί, την απόσταση, τη σύγκρουση και τη σύγχυση όταν απορρίπτεται ή απορρίπτει ο ίδιος ανθρώπους, αλλά ταυτόχρονα φοβάται για την απώλειά τους;
 
Οι συναισθηματικές προσδοκίες κάθε ανθρώπινου όντος είναι λίγο πολύ συγκεκριμένες και αυτός είναι ο λόγος που όταν δεν υλοποιούνται (ακόμα και από δική του επιλογή), το συναίσθημα που προκύπτει ισοδυναμεί με απώλεια της προσωπικής του ταυτότητας (Ποιος είμαι όταν δεν αγαπιέμαι από κανέναν; Ποιος είμαι όταν «υπάρχει» μόνο ό,τι αγαπάμε;).
 
Πώς συμπεριφέρεται ένας ενήλικας που νιώθει παραμελημένος συναισθηματικά και πώς αντιδρά στην εσωτερική του σύγκρουση όταν σε νοητικό επίπεδο απορρίπτει και κατακρίνει, αλλά σε συναισθηματικό δικαιολογεί _αφού δεν μπορεί να αποκρούσει την ανάγκη του να γίνει αγαπητός;
 
Σ’ αυτές τις περιπτώσεις έχουμε τους διαρκώς θυμωμένους ενήλικες. Εκείνους που, είτε καταπιέζοντας είτε εκφράζοντας το θυμό τους, προσπαθούν να εκλογικεύσουν τα συναισθήματά τους απορρίπτοντας, καταπιέζοντας και αντιδρώντας σε κάθε ανθρώπινη προσέγγιση.
Σ’ αυτούς ανήκουν και οι τύποι που κακοποιούν συναισθηματικά τους ανθρώπους του περιβάλλοντός τους. Eίναι εκείνοι οι τύποι που μτά την οποιαδήποτε έκρηξη καταδυναστεύονται από ενοχές για τη συμπεριφορά τους και όλοι εκείνοι που, προσπαθώντας να καλύψουν την υποσυνείδητη ανάγκη τους για αποδοχή και αναγνώριση, αρνούνται να αντιληφθούν ότι ενστικτωδώς προσπαθούν να προστατευθούν κακοποιώντας τον ίδιο τους τον εαυτό.
 
‘Ολοι αυτοί που δεν αντιλαμβάνονται πως όταν ταπεινώνεις τον άλλον, αλλά παραμένεις σε μια σχέση, όταν τον βρίζεις, τον κρίνεις και τον θεωρείς μηδαμινό και κατώτερο, ουσιαστικά τον βγάζεις από τη ζωή σου αφού αποκόπτεσαι (έστω και στιγμιαία) ή τον αποκόπτεις συναισθηματικά. Μπορεί να τονώνεται ο εγωισμός, η ουσία της σχέσης όμως έχει απωλεσθεί.
 
Ας μην ξεχνάμε λοιπόν πως η κακοποίηση εκδηλώνεται πρώτα στην ψυχή του ατόμου που κακοποιεί και μετά στο περιβάλλον του.
Κάτι παρόμοιο συμβαίνει με το μίσος. Το ρήμα μισώ έχει κατά κύριο λόγο ενεργητική έννοια και εκφράζει επιθετική διάθεση ψυχής. Μιας ψυχής που υποφέρει και κλονίζεται από συναισθήματα που θολώνουν την κρίση της. Δείχνει ότι το άτομο υποφέρει και είναι έρμαιο των παθών του και του εσωτερικού του ελλείμματος.
 
Μισούμε όποιον δεν μπορούμε να βγάλουμε από το μυαλό μας. Να το θυμάστε πάντα αυτό. Πώς αλλιώς όμως η ισορροπία των σχέσεων με τρίτους διαταράσσει η ισορροπία της σχέσης μας με τον εαυτό μας;

Mε τη ζήλια σε οποιαδήποτε μορφή. Αφού η ζήλια είναι έκφραση εσωτερικής αδυναμίας πρωτίστως και λιγότερο εγωισμού. Ζηλεύουμε επειδή αισθανόμαστε κίνδυνο, επειδή είμαστε λίγοι, επειδή είμαστε ελλιπείς ή επειδή δεν είμαστε ο εαυτός μας και φοβόμαστε να αποκαλυφθούμε. Ζηλεύουμε αυτόν που δεν μπορούμε να ελέγξουμε. Ζηλεύουμε όμως και αυτόν που δεν συμπαθούμε.
Η ζήλια, όμως, είναι πολλές φορές και η αιτία που συνδέεται κάποιος αναπόσπαστα με κάποιον άλλον. Ας μην το ξεχνάμε ποτέ αυτό.
 
Το αντίπαλο δέος της ζήλιας είναι ο γογγυσμός.  Η διαμαρτυρία και τα παράπονα για όσα προσφέρουμε σε μια σχέση. Δεν ζηλεύουμε, δεν θεωρούμε κανέναν ιδιοκτησία μας, δεν κακοποιούμε, δεν αδιαφορούμε… Στεκόμαστε σθεναρά δίπλα στον άλλον, στη σχέση, τις υποσχέσεις μας, αλλά γκρινιάζουμε. Είναι το ανικανοποίητο που νιώθουμε όταν έχουμε προσδοκίες, όταν δίνουμε χωρίς πραγματικά να θέλουμε. Όταν προσφέρουμε μόνο και μόνο για να προστατευτούμε από τον κίνδυνο να χάσουμε κάτι. Είναι το μειονεκτικό εγώ που ορίζει τη συμπεριφορά μας. Ένα «εγώ» που μόνο μέσω των παροχών υφίσταται και παραμένει αλώβητο όσο δίνει.
 
Ας δούμε λοιπόν ξανά τη σχέση μας με το συναίσθημά μας τώρα που κάλμαρε η οργή. Τώρα που μες την απελπισία, τις ενοχές και τα βογγητά τα σκεφτήκαμε όλα κι ας αγκαλιάσουμε αυτά που μας πονάνε για τελευταία φορά.
 
Πόσα μπορεί άλλωστε να αντέξει ένας απλός καθημερινός άνθρωπος;
 
Πόση ευθυκρισία μπορεί να διαθέτει ένας απλός καθημερινός νους και πόση πνευματική διαύγεια να έχει κανείς, όταν χίλιες δυο σκοτούρες θολώνουν την πραγματικότητά του;
 
Πόσο μπορεί να αντισταθεί το εξουθενωμένο καθημερινό «εγώ» μας για να μην πει «άι στο διάολο όλοι», διαολοστέλνοντας χωρίς να το αντιληφθεί την ύπαρξή του και τις ουσιώδεις βαθύτερες ανάγκες του;
 
Πόσο δύσκολο άραγε είναι να σταματήσουμε να περιφέρουμε το βλέμμα στην οθόνη και κοιτάξουμε μια φορά συνειδητά μέσα μας για να αντικρύσουμε το θυμωμένο παιδί που υποφέρει και θέλει κάτι να μας πει;
 
Ας το κατανοήσουμε λοιπόν.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου