[252] Πανταχόθεν μὲν τοίνυν ἄν τις ἴδοι τὴν ἀγνωμοσύνην αὐτοῦ καὶ τὴν βασκανίαν, οὐχ ἥκιστα δ᾽ ἀφ᾽ ὧν περὶ τῆς τύχης διελέχθη. ἐγὼ δ᾽ ὅλως μέν, ὅστις ἄνθρωπος ὢν ἀνθρώπῳ τύχην προφέρει, ἀνόητον ἡγοῦμαι· ἣν γὰρ ὁ βέλτιστα πράττειν νομίζων καὶ ἀρίστην ἔχειν οἰόμενος οὐκ οἶδεν εἰ μενεῖ τοιαύτη μέχρι τῆς ἑσπέρας, πῶς χρὴ περὶ ταύτης λέγειν ἢ πῶς ὀνειδίζειν ἑτέρῳ; ἐπειδὴ δ᾽ οὗτος πρὸς πολλοῖς ἄλλοις καὶ περὶ τούτων ὑπερηφάνως χρῆται τῷ λόγῳ, σκέψασθ᾽, ὦ ἄνδρες Ἀθηναῖοι, καὶ θεωρήσατε ὅσῳ καὶ ἀληθέστερον καὶ ἀνθρωπινώτερον ἐγὼ περὶ τῆς τύχης τούτου διαλεχθήσομαι.
[253] ἐγὼ τὴν τῆς πόλεως τύχην ἀγαθὴν ἡγοῦμαι, καὶ ταῦθ᾽ ὁρῶ καὶ τὸν Δία τὸν Δωδωναῖον ὑμῖν μαντευόμενον, τὴν μέντοι τῶν πάντων ἀνθρώπων, ἣ νῦν ἐπέχει, χαλεπὴν καὶ δεινήν· τίς γὰρ Ἑλλήνων ἢ τίς βαρβάρων οὐ πολλῶν κακῶν ἐν τῷ παρόντι πεπείραται;
[254] τὸ μὲν τοίνυν προελέσθαι τὰ κάλλιστα καὶ τὸ τῶν οἰηθέντων Ἑλλήνων, εἰ προοῖνθ᾽ ἡμᾶς, ἐν εὐδαιμονίᾳ διάξειν αὐτῶν ἄμεινον πράττειν, τῆς ἀγαθῆς τύχης τῆς πόλεως εἶναι τίθημι· τὸ δὲ προσκροῦσαι καὶ μὴ πάνθ᾽ ὡς ἐβουλόμεθ᾽ ἡμῖν συμβῆναι, τῆς τῶν ἄλλων ἀνθρώπων τύχης τὸ ἐπιβάλλον ἐφ᾽ ἡμᾶς μέρος μετειληφέναι νομίζω τὴν πόλιν.
[255] τὴν δ᾽ ἰδίαν τύχην τὴν ἐμὴν καὶ τὴν ἑνὸς ἡμῶν ἑκάστου ἐν τοῖς ἰδίοις ἐξετάζειν δίκαιον εἶναι νομίζω. ἐγὼ μὲν οὑτωσὶ περὶ τῆς τύχης ἀξιῶ, ὀρθῶς καὶ δικαίως, ὡς ἐμαυτῷ δοκῶ, νομίζω δὲ καὶ ὑμῖν· ὁ δὲ τὴν ἰδίαν τύχην τὴν ἐμὴν τῆς κοινῆς τῆς πόλεως κυριωτέραν εἶναί φησι, τὴν μικρὰν καὶ φαύλην τῆς ἀγαθῆς καὶ μεγάλης. καὶ πῶς ἔνι τοῦτο γενέσθαι;
[256] Καὶ μὴν εἴ γε τὴν ἐμὴν τύχην πάντως ἐξετάζειν, Αἰσχίνη, προαιρεῖ, πρὸς τὴν σεαυτοῦ σκόπει, κἂν εὕρῃς τὴν ἐμὴν βελτίω τῆς σῆς, παῦσαι λοιδορούμενος αὐτῇ. σκόπει τοίνυν εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς. καί μου πρὸς Διὸς μηδεμίαν ψυχρότητα καταγνῷ μηδείς. ἐγὼ γὰρ οὔτ᾽ εἴ τις πενίαν προπηλακίζει, νοῦν ἔχειν ἡγοῦμαι, οὔτ᾽ εἴ τις ἐν ἀφθόνοις τραφεὶς ἐπὶ τούτῳ σεμνύνεται· ἀλλ᾽ ὑπὸ τῆς τουτουὶ τοῦ χαλεποῦ βλασφημίας καὶ συκοφαντίας εἰς τοιούτους λόγους ἐμπίπτειν ἀναγκάζομαι, οἷς ἐκ τῶν ἐνόντων ὡς ἂν δύνωμαι μετριώτατα χρήσομαι.
***
[252] Από κάθε σκοπιά λοιπόν θα μπορούσε να δει κανείς την αναισθησία και την κακεντρέχεια αυτού του ανθρώπου, όχι λιγότερο όμως από όσα ανέφερε για την τύχη μου. Εγώ θεωρώ γενικά ανόητο κάθε άνθρωπο που κατακρίνει τον συνάνθρωπό του για την τύχη του. Γιατί αφού, αυτός που πιστεύει ότι είναι πανευτυχής και φαντάζεται ότι έχει την καλύτερη τύχη, δεν είναι σίγουρος αν θα παραμείνει η ίδια ως το βράδυ, πως είναι σωστό να μιλάει κανείς γι᾽ αυτήν ή να εμπαίζει άλλον; Επειδή όμως, εκτός από πολλά άλλα, μίλησε αλαζονικά και γι᾽ αυτό το θέμα εξετάστε, Αθηναίοι, και παρατηρήστε πόσο και πιο κοντά στην αλήθεια και πιο κοντά στον άνθρωπο θα μιλήσω εγώ για τη δική του τύχη.
[253] Εγώ θεωρώ την τύχη της πόλης μας καλή και τον ίδιο χρησμό βλέπω ότι έδωσε σε σας και ο Δίας από το μαντείο της Δωδώνης· την τύχη όμως όλων των ανθρώπων, που τώρα τους επηρεάζει, τη θεωρώ σκληρή και φοβερή. Υπάρχει άνθρωπος, Έλληνας ή βάρβαρος, που δεν έχει δοκιμάσει στη σημερινή εποχή πολλές συμφορές;
[254] Το ότι λοιπόν επέλεξε η πόλη μας την καλύτερη πολιτική και βρίσκεται σήμερα σε καλύτερη μοίρα από τους Έλληνες εκείνους που φαντάζονταν ότι, αν εγκατέλειπαν εμάς στην τύχη μας, θα ζούσαν ευτυχισμένοι, νομίζω ότι οφείλεται στη δική της καλή τύχη. Το ότι όμως προσέκρουσε σε εμπόδια και δεν μας ήρθαν όλα όπως τα θέλαμε, νομίζω ότι αυτό είναι αποτέλεσμα της συμμετοχής της πόλης κατά το μερίδιο που της αναλογεί στη γενική κακή κατάσταση.
[255] Τη δική μου όμως τύχη και την τύχη του καθενός από μας νομίζω ότι είναι δίκαιο να την κρίνουμε στη βάση της ιδιωτικής ζωής. Αυτές τις απόψεις, σωστές και δίκαιες, υποθέτω, έχω εγώ για την τύχη· αλλά νομίζω ότι συμφωνείτε και εσείς. Αυτός όμως ισχυρίζεται ότι η δική μου προσωπική τύχη έπαιζε σημαντικότερο ρόλο από την τύχη της πόλης, η μικρή και ασήμαντη δηλαδή από την καλή και μεγάλη τύχη της πόλης. Μα πώς είναι δυνατό να συμβαίνει κάτι τέτοιο;
[256] Αν βέβαια είσαι αποφασισμένος, Αισχίνη, να εξετάσεις με κάθε κόστος την τύχη μου, να την εξετάσεις συγκρίνοντάς την με τη δική σου και, αν διαπιστώσεις ότι η δική μου είναι καλύτερη από τη δική σου, πάψε να τη χλευάζεις. Άρχισε λοιπόν την έρευνά σου από την αρχή. Για όνομα του Δία, ας μη με κατηγορήσει κανείς για μικροψυχία. Γιατί εγώ δεν θεωρώ νουνεχή όποιον χλευάζει τη φτώχεια ούτε εκείνον που καυχιέται ότι ανατράφηκε μέσα σε άφθονα αγαθά.
[253] ἐγὼ τὴν τῆς πόλεως τύχην ἀγαθὴν ἡγοῦμαι, καὶ ταῦθ᾽ ὁρῶ καὶ τὸν Δία τὸν Δωδωναῖον ὑμῖν μαντευόμενον, τὴν μέντοι τῶν πάντων ἀνθρώπων, ἣ νῦν ἐπέχει, χαλεπὴν καὶ δεινήν· τίς γὰρ Ἑλλήνων ἢ τίς βαρβάρων οὐ πολλῶν κακῶν ἐν τῷ παρόντι πεπείραται;
[254] τὸ μὲν τοίνυν προελέσθαι τὰ κάλλιστα καὶ τὸ τῶν οἰηθέντων Ἑλλήνων, εἰ προοῖνθ᾽ ἡμᾶς, ἐν εὐδαιμονίᾳ διάξειν αὐτῶν ἄμεινον πράττειν, τῆς ἀγαθῆς τύχης τῆς πόλεως εἶναι τίθημι· τὸ δὲ προσκροῦσαι καὶ μὴ πάνθ᾽ ὡς ἐβουλόμεθ᾽ ἡμῖν συμβῆναι, τῆς τῶν ἄλλων ἀνθρώπων τύχης τὸ ἐπιβάλλον ἐφ᾽ ἡμᾶς μέρος μετειληφέναι νομίζω τὴν πόλιν.
[255] τὴν δ᾽ ἰδίαν τύχην τὴν ἐμὴν καὶ τὴν ἑνὸς ἡμῶν ἑκάστου ἐν τοῖς ἰδίοις ἐξετάζειν δίκαιον εἶναι νομίζω. ἐγὼ μὲν οὑτωσὶ περὶ τῆς τύχης ἀξιῶ, ὀρθῶς καὶ δικαίως, ὡς ἐμαυτῷ δοκῶ, νομίζω δὲ καὶ ὑμῖν· ὁ δὲ τὴν ἰδίαν τύχην τὴν ἐμὴν τῆς κοινῆς τῆς πόλεως κυριωτέραν εἶναί φησι, τὴν μικρὰν καὶ φαύλην τῆς ἀγαθῆς καὶ μεγάλης. καὶ πῶς ἔνι τοῦτο γενέσθαι;
[256] Καὶ μὴν εἴ γε τὴν ἐμὴν τύχην πάντως ἐξετάζειν, Αἰσχίνη, προαιρεῖ, πρὸς τὴν σεαυτοῦ σκόπει, κἂν εὕρῃς τὴν ἐμὴν βελτίω τῆς σῆς, παῦσαι λοιδορούμενος αὐτῇ. σκόπει τοίνυν εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς. καί μου πρὸς Διὸς μηδεμίαν ψυχρότητα καταγνῷ μηδείς. ἐγὼ γὰρ οὔτ᾽ εἴ τις πενίαν προπηλακίζει, νοῦν ἔχειν ἡγοῦμαι, οὔτ᾽ εἴ τις ἐν ἀφθόνοις τραφεὶς ἐπὶ τούτῳ σεμνύνεται· ἀλλ᾽ ὑπὸ τῆς τουτουὶ τοῦ χαλεποῦ βλασφημίας καὶ συκοφαντίας εἰς τοιούτους λόγους ἐμπίπτειν ἀναγκάζομαι, οἷς ἐκ τῶν ἐνόντων ὡς ἂν δύνωμαι μετριώτατα χρήσομαι.
***
[252] Από κάθε σκοπιά λοιπόν θα μπορούσε να δει κανείς την αναισθησία και την κακεντρέχεια αυτού του ανθρώπου, όχι λιγότερο όμως από όσα ανέφερε για την τύχη μου. Εγώ θεωρώ γενικά ανόητο κάθε άνθρωπο που κατακρίνει τον συνάνθρωπό του για την τύχη του. Γιατί αφού, αυτός που πιστεύει ότι είναι πανευτυχής και φαντάζεται ότι έχει την καλύτερη τύχη, δεν είναι σίγουρος αν θα παραμείνει η ίδια ως το βράδυ, πως είναι σωστό να μιλάει κανείς γι᾽ αυτήν ή να εμπαίζει άλλον; Επειδή όμως, εκτός από πολλά άλλα, μίλησε αλαζονικά και γι᾽ αυτό το θέμα εξετάστε, Αθηναίοι, και παρατηρήστε πόσο και πιο κοντά στην αλήθεια και πιο κοντά στον άνθρωπο θα μιλήσω εγώ για τη δική του τύχη.
[253] Εγώ θεωρώ την τύχη της πόλης μας καλή και τον ίδιο χρησμό βλέπω ότι έδωσε σε σας και ο Δίας από το μαντείο της Δωδώνης· την τύχη όμως όλων των ανθρώπων, που τώρα τους επηρεάζει, τη θεωρώ σκληρή και φοβερή. Υπάρχει άνθρωπος, Έλληνας ή βάρβαρος, που δεν έχει δοκιμάσει στη σημερινή εποχή πολλές συμφορές;
[254] Το ότι λοιπόν επέλεξε η πόλη μας την καλύτερη πολιτική και βρίσκεται σήμερα σε καλύτερη μοίρα από τους Έλληνες εκείνους που φαντάζονταν ότι, αν εγκατέλειπαν εμάς στην τύχη μας, θα ζούσαν ευτυχισμένοι, νομίζω ότι οφείλεται στη δική της καλή τύχη. Το ότι όμως προσέκρουσε σε εμπόδια και δεν μας ήρθαν όλα όπως τα θέλαμε, νομίζω ότι αυτό είναι αποτέλεσμα της συμμετοχής της πόλης κατά το μερίδιο που της αναλογεί στη γενική κακή κατάσταση.
[255] Τη δική μου όμως τύχη και την τύχη του καθενός από μας νομίζω ότι είναι δίκαιο να την κρίνουμε στη βάση της ιδιωτικής ζωής. Αυτές τις απόψεις, σωστές και δίκαιες, υποθέτω, έχω εγώ για την τύχη· αλλά νομίζω ότι συμφωνείτε και εσείς. Αυτός όμως ισχυρίζεται ότι η δική μου προσωπική τύχη έπαιζε σημαντικότερο ρόλο από την τύχη της πόλης, η μικρή και ασήμαντη δηλαδή από την καλή και μεγάλη τύχη της πόλης. Μα πώς είναι δυνατό να συμβαίνει κάτι τέτοιο;
[256] Αν βέβαια είσαι αποφασισμένος, Αισχίνη, να εξετάσεις με κάθε κόστος την τύχη μου, να την εξετάσεις συγκρίνοντάς την με τη δική σου και, αν διαπιστώσεις ότι η δική μου είναι καλύτερη από τη δική σου, πάψε να τη χλευάζεις. Άρχισε λοιπόν την έρευνά σου από την αρχή. Για όνομα του Δία, ας μη με κατηγορήσει κανείς για μικροψυχία. Γιατί εγώ δεν θεωρώ νουνεχή όποιον χλευάζει τη φτώχεια ούτε εκείνον που καυχιέται ότι ανατράφηκε μέσα σε άφθονα αγαθά.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου