OMDURMAN 1898
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Το 1895 οι Βρετανοί μαζί με τους Αιγυπτίους ανέλαβαν εκστρατεία για την κατάλυση του καθεστώτος των φανατικών Ισλαμιστών (Μαχντιστών) και την επαναφορά του Σουδάν υπό τον έλεγχο της Αιγύπτου. Τρία χρόνια αργότερα, ενώ ξημέρωνε η 2α Σεπτεμβρίου 1898, μπροστά από τα τείχη του Ομντουρμάν θα παιζόταν η τελευταία πράξη, καθώς δύο τελείως διαφορετικοί κόσμοι θα αντιμετώπιζαν ο ένας τον άλλο. Το Σουδάν είναι μια αχανής χώρα που βρίσκεται νότια της Αιγύπτου και βορειοδυτικά της Αιθιοπίας. Από το 1821 εθεωρείτο επαρχία της Αιγύπτου. Στην πραγματικότητα όμως οι Αιγύπτιοι ποτέ δεν κατάφεραν να ελέγξουν πλήρως αυτήν την κυρίως ερημική και άγονη χώρα. Είχαν τοποθετήσει απλώς φρουρές στα κυριότερα αστικά κέντρα και σε σημεία κατά μήκος του Νείλου που διέτρεχε τη χώρα πριν φθάσει στην Αίγυπτο. Ως κέντρο της διοίκησής τους είχαν ορίσει το Χαρτούμ, στη συμβολή του Λευκού με τον Γαλάζιο Νείλο. Στην ύπαιθρο επικρατούσε αναρχία, με την κάθε φυλή να έχει τους δικούς της νόμους, ενώ ολόκληρη η χώρα είχε γίνει ο παράδεισος των δουλεμπόρων...
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Το 1895 οι Βρετανοί μαζί με τους Αιγυπτίους ανέλαβαν εκστρατεία για την κατάλυση του καθεστώτος των φανατικών Ισλαμιστών (Μαχντιστών) και την επαναφορά του Σουδάν υπό τον έλεγχο της Αιγύπτου. Τρία χρόνια αργότερα, ενώ ξημέρωνε η 2α Σεπτεμβρίου 1898, μπροστά από τα τείχη του Ομντουρμάν θα παιζόταν η τελευταία πράξη, καθώς δύο τελείως διαφορετικοί κόσμοι θα αντιμετώπιζαν ο ένας τον άλλο. Το Σουδάν είναι μια αχανής χώρα που βρίσκεται νότια της Αιγύπτου και βορειοδυτικά της Αιθιοπίας. Από το 1821 εθεωρείτο επαρχία της Αιγύπτου. Στην πραγματικότητα όμως οι Αιγύπτιοι ποτέ δεν κατάφεραν να ελέγξουν πλήρως αυτήν την κυρίως ερημική και άγονη χώρα. Είχαν τοποθετήσει απλώς φρουρές στα κυριότερα αστικά κέντρα και σε σημεία κατά μήκος του Νείλου που διέτρεχε τη χώρα πριν φθάσει στην Αίγυπτο. Ως κέντρο της διοίκησής τους είχαν ορίσει το Χαρτούμ, στη συμβολή του Λευκού με τον Γαλάζιο Νείλο. Στην ύπαιθρο επικρατούσε αναρχία, με την κάθε φυλή να έχει τους δικούς της νόμους, ενώ ολόκληρη η χώρα είχε γίνει ο παράδεισος των δουλεμπόρων...
Η Αίγυπτος με τη σειρά της δεν ήταν ανεξάρτητο κράτος. Αν και στην ουσία ήταν αυτόνομη, στους τύπους παρέμενε επαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η οποία κατά το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα ήταν ήδη αντιμέτωπη με την παρακμή και τη συρρίκνωση. Το ενδιαφέρον του σουλτάνου για την Αίγυπτο ήταν μικρό και ως μόνο σημείο παρουσίας των Τούρκων στην περιοχή είχε απομείνει η σημαία τους που ακόμα κυμάτιζε εκεί. Αντιστρόφως ανάλογο ήταν το ενδιαφέρον της Βρετανικής Αυτοκρατορίας για την περιοχή. Από το 1869 οπότε λειτούργησε η διώρυγα στο Σουέζ, ο τόπος απέκτησε ζωτική σημασία για τους Βρετανούς διότι εξασφαλίζοντας την ακώλυτη λειτουργία της διώρυγας εξασφάλιζαν τη συντομότερη οδό επικοινωνίας με τις Ινδίες.
Σιγά-σιγά η παρουσία τους γινόταν όλο και πιο έντονη. Ο αντιβασιλιάς της Αιγύπτου ήταν καταχρεωμένος από τα Βρετανικά δάνεια και δεν μπορούσε να αντισταθεί στη διαρκώς αυξανόμενη Βρετανική επιρροή. Ειδικότερα μετά το 1881 οι Βρετανοί καταστέλλοντας την επανάσταση των Αιγυπτίων εθνικιστών υπό τον Αχμέντ Αραμπί μετέτρεψαν την Αίγυπτο σε προτεκτοράτο τους και τους τοπικούς άρχοντες σε μαριονέτες. Το 1881 υπήρξε έτος - σταθμός και για το Σουδάν. Εκείνη τη χρονιά εμφανίστηκε ο πλέον επιτυχημένος από μια σειρά παλαιότερων «μεσσιών». Το όνομά του ήταν Μωχάμεντ Αχμέντ ιμπν ελ Σαγιέντ αμπντ Αλλάχ, αλλά έμεινε στην ιστορία ως «Μάχντι», που σήμαινε «ο αναμενόμενος».
Ο χαρισματικός αυτός θρησκευτικός ηγέτης διακήρυσσε τον εξαγνισμό του Ισλάμ και την απελευθέρωση του Σουδάν από τους Τούρκους (Αιγυπτίους). Ακολουθούμενος από έναν συνεχώς μεγενθυνόμενο πυρήνα φανατικών οπαδών, τους δερβίσηδες (φτωχούς), όπως τους έλεγε αρχικά, ή Ανσάρ (βοηθούς), όπως τους έλεγε αργότερα, άρχισε να ξηλώνει τις Αιγυπτιακές φρουρές τη μία μετά την άλλη. Πολύ σύντομα απέκτησε τον έλεγχο του δυτικού Σουδάν νικώντας επανειλημμένα τα Αιγυπτιακά εκστρατευτικά σώματα που έφθαναν για να καταστείλουν το κίνημά του. Οι περισσότεροι από τους Αιγυπτίους αιχμαλώτους προσχωρούσαν στις τάξεις των Μαχντιστών, οι οποίοι εμπλούτισαν το οπλοστάσιό τους με τα καταληφθέντα τυφέκια και πυροβόλα.
Με τον Μάχντι είχαν συνταχθεί μερικοί από τους πιο ικανούς ανθρώπους στο Σουδάν, με πρώτο και καλύτερο τον διαβόητο πρώην δουλέμπορο Οσμάν Ντίνια, ο οποίος αναδείχθηκε ως ο κύριος πολέμαρχος των δερβίσηδων σε όλα τα χρόνια της κυριαρχίας τους. Με τον στρατό του πλέον να φθάνει τους 30.000 άνδρες, ο Μάχντι άρχισε να απειλεί το ανατολικό Σουδάν θέτοντας και το ίδιο το Χαρτούμ σε μια χαλαρή πολιορκία. Οι Βρετανοί μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχαν επιδείξει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη γη των δουλεμπόρων, αλλά βλέποντας τη ροή των πραγμάτων αποφάσισαν να εκκενώσουν το Σουδάν από τις αιγυπτιακές δυνάμεις που είχαν απομείνει εκεί.
Για την οργάνωση της εκκένωσης απέστειλαν στο Χαρτούμ ένα από τα πιο αγαπημένα παιδιά της Βρετανίας, τον ήρωα του Στέμματος στρατηγό Τσαρλς Γκόρντον, ο οποίος είχε καταστείλει την επανάσταση των Ταϊπίνγκ στην Κίνα. Φθάνοντας στο Χαρτούμ τον Φεβρουάριο του 1884 ο Γκόρντον διαπίστωσε ότι καμία οδός διαφυγής δεν ήταν ασφαλής, αφού οι δυνάμεις των Μαχντιστών είχαν απλωθεί σε όλο το Σουδάν. Έλαβε έτσι τη γενναία απόφαση να παραμείνει στην πόλη, παρά τις διαταγές που είχε, και με τους 7.000 άνδρες που διοικούσε να οργανώσει την άμυνά του και εκεί να αντιμετωπίσει τον Μάχντι. Παράλληλα ζήτησε από το Λονδίνο να του σταλούν ενισχύσεις. Ο Μάχντι με τη σειρά του περιέσφιξε τον κλοιό γύρω από το Χαρτούμ.
Μόλις τα νέα για τον κίνδυνο τον οποίο διέτρεχε ο Γκόρντον έφθασαν στο Λονδίνο, η κοινή γνώμη απαίτησε να αποσταλεί εκστρατευτικό σώμα για να λύσει την πολιορκία. Πράγματι, με εντολή της κυβέρνησης ένα στράτευμα 10.000 ανδρών υπό τον στρατηγό Γουόλσλεϋ ξεκίνησε από την Αίγυπτο για το Χαρτούμ. Το βράδυ, όμως, της 25ης Ιανουαρίου 1885 οι Μαχντιστές κατέλαβαν με έφοδο την πόλη. Επακολούθησαν φοβερές ακρότητες και καταστροφές, ενώ το κεφάλι του ευγενικού Γκόρντον καρφωμένο σε έναν πάσσαλο «κόσμησε» την τέντα του Μάχντι. Το εκστρατευτικό σώμα του Γουόλσλεϋ έφθασε στην πόλη με δύο μόλις ημέρες καθυστέρηση και μη μπορώντας πλέον να προσφέρει τίποτα έλαβε τον δρόμο της επιστροφής.
Ο Μάχντι κατέστησε πρωτεύουσα του κράτους το Ομντουρμάν, ένα προάστιο βορειοδυτικά του ερειπωμένου πλέον Χαρτούμ. Ο ίδιος πέθανε έξι μήνες αργότερα από τύφο. Στα τέλη του 1885 οι Μαχντιστές ήλεγχαν ολόκληρο το Σουδάν, ενώ οι Βρετανο-Αιγύπτιοι διατηρούσαν στην κατοχή τους μόνο δύο πόλεις: την Ουάντι Χάλφα στα σύνορα Αιγύπτου - Σουδάν και το Σουακίν στην Ερυθρά θάλασσα. Τον Μάχντι, ύστερα από δική του επιθυμία, διαδέχθηκε ένα διευθυντήριο τριών χαλίφηδων (διαδόχων), από τους οποίους ξεχώριζε ο χαλίφης Αμπνταλαχί ιμπν Μουχάμαντ αντ Ταασί. Κατά τα επόμενα χρόνια ο τελευταίος εγκαθίδρυσε ένα απολυταρχικό Ισλαμικό κράτος που λειτουργούσε σαν ένα τεράστιο στρατόπεδο στο οποίο ο Ισλαμικός νόμος ρύθμιζε τα πάντα.
Εξυπακούεται ότι το κράτος αυτό βρισκόταν διαρκώς σε τζιχάντ (ιερό πόλεμο). Το 1887 60.000 Ανσάρ επέδραμαν στην Αιθιοπία. Το 1889 απέκρουσαν επιτυχώς επίθεση των Αιθιόπων σε μάχη που έγινε στο Καλαμπάτ. Τον ίδιο χρόνο ο στρατός του χαλίφη επιτέθηκε στην ίδια την Αίγυπτο, αλλά αποκρούστηκε σε μάχη στο Τοσκί. Το 1891 ο χαλίφης Αμπνταλαχί επιβλήθηκε ως μοναδικός αρχηγός των πιστών του Σουδάν.
ΤΟ ΣΟΥΔΑΝ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΧΑΡΤΟΥΜ
Οι Ansar σημείωσαν δυο ακόμα νίκες το 1885, όταν κυρίευσαν την Kassala και το Sennar στο ανατολικό Σουδάν. Ο πόλεμος κατά της Αβησσυνίας το 1887 - 1889 αποτέλεσε την πρώτη δοκιμασία του Khalifa και η μάχη στο Gallabat ήταν ίσως η τελευταία μάχη στην ιστορία, όπου δυο στρατοί συγκρούονταν με αγχέμαχα όπλα. Από το 1886 έως το 1889 η άμυνα των Αιγυπτιακών συνόρων και της περιοχής του Σουακίμ ήταν αποκλειστική αρμοδιότητα του «νέου» Αιγυπτιακού στρατού, που διοικούνταν από Βρετανούς αξιωματικούς. Το Δεκέμβριο του 1888 δυο Αιγυπτιακές - Σουδανικές ταξιαρχίες υπό τη διοίκηση των Grenfell και Kitchener έλυσαν την πολιορκία του Σουακίμ από τον Osman Digna.
Τον Ιούλιο του 1889 οι Ansar εισέβαλαν στην Αίγυπτο και στις 3 Αυγούστου ηττήθηκαν από τους Αιγυπτίους στη μάχη του Toski. Οι Ansar υποχώρησαν στη Suarda, 130 μίλια νότια της Wadi Halfa. Η ήττα αυτή σηματοδότησε την αρχή της παρακμής του κράτους του Mahdi στο Σουδάν. Το 1889 - 1890 υπήρχε λιμός στο Σουδάν και το 1891 απέτυχε μια επανάσταση κατά του Khalifa. Το 1891 οι δυνάμεις του Osman Digna πολιόρκησαν ξανά το Σουακίμ, αλλά ηττήθηκαν στις 19 Φεβρουαρίου από τους Αιγυπτίους στο Tokar. Ακόμα μια ήττα έλαβε χώρα το Δεκέμβριο του 1893, όταν ο Ιταλικός στρατός νίκησε τον Ahmad wadAli στο Agordat. Τον Ιούλιο του 1894 οι Ιταλοί κατέλαβαν την Kassala, τη μεγαλύτερη πόλη του ανατολικού Σουδάν.
Αλλά το 1896 υπέστησαν βαριά ήττα από τους Αβησσυνούς στην Adowa, οι οποίοι απείλησαν ξανά το νότιο Σουδάν. Το κράτος του Mahdi βρέθηκε σε κατάσταση πολιορκίας. Στο νότο οι Βέλγοι του Κογκό διεκδικούσαν την περιοχή του Άνω Νείλου. Δυτικά ήταν οι Γάλλοι. Αλλά η σημαντικότερη απειλή για τον Khalifa που δεν το άφηνε να δεσμεύσει δυνάμεις για να αντιμετωπίσει αυτές τις απειλές, ήταν ο «νέος» Αιγυπτιακός στρατός. Στη Βρετανία, η κοινή γνώμη απαίτησε επίμονα την εκδίκηση για το θάνατο του Gordon. Ο Αιγυπτιακός στρατός ενισχύθηκε και αναδιοργανώθηκε, ενώ η άμυνα του Σουέζ ανατέθηκε στο Βασιλικό Ναυτικό και στα Βρετανικά στρατεύματα στην Αίγυπτο.
Το 1895 άρχισαν να εκπονούνται σχέδια για την κατάκτηση της Dongola το επόμενο έτος. Λαμβάνοντας υπόψη την προσωπική απόφαση του Χεδίβη της Αιγύπτου να χρησιμοποιήσει τον αναγεννημένο Αιγυπτιακό στρατό και να κατακτήσει την επαρχία της Dongola και το αίτημα της Ιταλίας για έναν αντιπερισπασμό που θα εμπόδιζε τους Ansar να κυριεύσουν την Kassala, η Βρετανική κυβέρνηση ενέκρινε μια εκστρατεία ανακατάληψης του Σουδάν. Επικεφαλής ορίστηκε ο στρατηγός Sir Herbert Kitchener, ο οποίος είχε γίνει Sirdar το 1892. Δυο νέα τάγματα του Αιγυπτιακού στρατού κλήθηκαν από τις εφεδρείες, στρατιώτες από την Ινδία στάλθηκαν να αντικαταστήσουν τη φρουρά στο Σουακίμ και το σύνταγμα North Staffordshire πήρε τον έλεγχο των συνόρων από τον Αιγυπτιακό στρατό.
ΣΟΥΔΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ
Η ιστορία του Σουδάν κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα μπορεί να διαιρεθεί σε τέσσερις περιόδους:
Η ήττα του Hicks Pasha στη μάχη του Shaykan το 1883 και η επικράτηση του κινήματος του Mahdi, ανάγκασε τη Βρετανική κυβέρνηση να οργανώσει ένα σχέδιο εκκένωσης του Σουδάν από τους ξένους πολίτες που ζούσαν εκεί. Για το σκοπό αυτό, έστειλε το στρατηγό Gordon στο Χαρτούμ. Ο στρατός του Mahdi πολιόρκησε το Χαρτούμ, το οποίο έπεσε τον Ιανουάριο του 1885. Ο στρατηγός Gordon σκοτώθηκε ηρωικά στο παλάτι του. Ο Mahdi πέθανε από τύφο τον Ιούνιο του 1885 και ο διάδοχος του Khalifa Abdullahi μετέφερε την πρωτεύουσα του Σουδάν στο Omdurman. Το Σουδάν υπό την ηγεσία του Khalifa ήταν ένα από τα ισχυρότερα κράτη στην Αφρική εκείνη την περίοδο.
Προσπάθησε να επεκτείνει την κυριαρχία του στα γύρω κράτη και ήρθε αντιμέτωπος με τις άλλες δυνάμεις στην περιοχή. Το 1887 άρχισε ο πόλεμος με την Αιθιοπία που τελείωσε με τη νίκη των Ansar στη μάχη του Gallabat. Το 1889 εισέβαλε στην Αίγυπτο και ηττήθηκε στη μάχη του Toski από τον Αιγυπτιακό στρατό. Οι Βέλγοι διεκδικούσαν το νότιο Σουδάν και οι Γάλλοι είχαν τις δικές τους φιλοδοξίες στα ανατολικά σύνορα του. Το 1893 ο Ιταλικός στρατός νίκησε τους Ansar στη μάχη του Agordat στην Αιθιοπία και το 1894 κατέλαβε την Kassala στο ανατολικό Σουδάν.
Φοβούμενη μήπως άλλες Ευρωπαϊκές δυνάμεις στην περιοχή επωφεληθούν της παρακμής του κράτους του Mahdi και διεκδικήσουν εδάφη στο Σουδάν, η Βρετανική κυβέρνηση έδωσε εντολή στον Herbert Kitchener το 1895 να οργανώσει μια εκστρατεία για την ανακατάληψη του Σουδάν. Η εκστρατεία ξεκίνησε το Μάρτιο του 1896. Διαθέτοντας έναν άριστα εξοπλισμένο στρατό, νίκησε κατά κράτος τις δυνάμεις του Khalifa με αποκορύφωμα την επική μάχη του Omdurman το Σεπτέμβριο του 1898.
ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ ΔΙΟΙΚΗΤΕΣ
Οι Διοικητές του Άγγλο-Αιγυπτιακού Στρατού
Αρχιστράτηγος της εκστρατείας στο Σουδάν ήταν ο 48χρονος Sir Herbert Kitchener, ο οποίος είχε διαδεχθεί τον Sir Francis Grenfell ως Sirdar το 1892. Ο Kitchener ήταν ένας αυστηρός και σκληρός διοικητής, ο οποίος δεν πραγματοποιούσε τίποτε χωρίς 100% προετοιμασία. Άνθρωπος χωρίς χιούμορ, μισούσε τον Τύπο, φιλόδοξος και φιλάργυρος. Η αμοιβή του για την ανακατάληψη του Σουδάν ήταν 30.000 λίρες και ένας τίτλος ευγενείας. Αν ο Kitchener ήταν το μυαλό του Άγγλο-Αιγυπτιακού στρατού, ο υποστράτηγος Archibald Hunter ήταν η γροθιά του. Ήταν ένας σκληρός και μάχιμος στρατηγός, που βρισκόταν στην πρώτη γραμμή όλων των συγκρούσεων στο Σουδάν για 14 χρόνια.
Ο διοικητής της Βρετανικής μεραρχίας πεζικού, αντιστράτηγος Sir William Catacre, ήταν ένας αεικίνητος, ενεργητικός και ακούραστος διοικητής, ο οποίος διοικούσε τους άντρες του πολύ σκληρά. Οι ταξίαρχοι A.G. Wauchope και N.G. Lyttelton, πέρασαν δύσκολες ώρες, καθώς ο Catacre αποφάσιζε για όλα. Ίσως η πιο διακεκριμένη προσωπικότητα ανάμεσα στους διοικητές ήταν ο αντισυνταγματάρχης Hector Archibald MacDonald, ο οποίος είχε την περισσότερη θητεία στο στρατό από κάθε άλλον. Γενναίος μέχρι απερισκεψίας, έκανε ίσως τα περισσότερα για να πετύχει η εκστρατεία στο Omdurman.
Οι άλλοι διοικητές ήταν ο αντισυνταγματάρχης J.G. Maxwell, ο οποίος πολέμησε με τον Αιγυπτιακό στρατό σε όλες τις νίκες του καθώς και ο αντισυνταγματάρχης D.F. Lewis, ένας ταλαντούχος στρατιώτης με απεριόριστη ζωτικότητα. Το σώμα ιππικού είχε διοικητή τον αντισυνταγματάρχη R.G. Broadwood, ενώ το πυροβολικό βρίσκονταν υπό τη διοίκηση του αντισυνταγματάρχη C.J. Long. Οι Friendlies, μια δύναμη 2.500 Αράβων άτακτων, διοικούνταν από τον ταγματάρχη Edward Montagu Stuart-Wortley, έναν βετεράνο της αποτυχημένης εκστρατείας σωτηρίας του Gordon και εκκεντρικό οπαδό των Αράβων.
Οι Διοικητές των Ansar
Από το 1885 ο στρατός των Ansar διοικούνταν από τον Khalifa Abdullahi, ο οποίος ήταν ικανός διπλωμάτης, αλλά ανεπαρκής στη διοίκηση του στρατού. Ο πιο αποτελεσματικός διοικητής στο πεδίο της μάχης ήταν ίσως ο Osman Digna, ένας πρώην δουλέμπορος με σημαντικά ερείσματα ανάμεσα στις φυλές της περιοχής του Σουακίμ. Έγινε πρεσβύτερος Amir με το θάνατο του Abd al Rahman Mujumi και παρέμεινε ψηλά στην ιεραρχία των Ansar μέχρι τη μάχη του Omdurman. Ο διοικητής των Ansar στη μάχη του ποταμού Atbara ήταν ο Khalifa Sharif Mahmud Ahmad, ο οποίος συνελήφθη.
Εξαιτίας του παραδοσιακού νεποτισμού των Αράβων, ο Khalifa διόρισε τον ετεροθαλή αδελφό του Yacub στη διοίκηση της Μαύρης Σημαίας και το γιο του Shaikh Uthman al-Din στη διοίκηση της Σκούρας Πράσινης Σημαίας (τους Muluazimiya).
ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ ΣΤΡΑΤΟΙ
Το εκστρατευτικό σώμα του Κίτσενερ αριθμούσε 25.800 άνδρες και ήταν διαιρεμένο σε δύο μεραρχίες. Η Βρετανική μεραρχία υπό τον στρατηγό Γκέϊτακρ είχε δύναμη 8.200 ανδρών χωρισμένων σε δύο ταξιαρχίες, διοικούμενες από τους ταξιάρχους Γουότσοπ και Λάιτλτον. Η Αιγυπτιακή μεραρχία υπό τον στρατηγό Χάντερ είχε δύναμη 17.600 Αιγυπτίων και Σουδανών, χωρισμένη σε τέσσερις ταξιαρχίες διοικούμενες από τους ταξιάρχους Μακ Ντόναλντ, Μάξγουελ, Λιούις και Κόλινσον. Τα τυφέκια των Βρετανών ήταν Lee-Metford, ενώ των Αιγυπτίων Henry-Martini. Το πυροβολικό συγκροτούσαν δύο Βρετανικές, τέσσερις Αιγυπτιακές και μία έφιππη Αιγυπτιακή πυροβολαρχίες με 44 πυροβόλα και 20 υδρόψυκτα πολυβόλα Μaxim.
Το ιππικό συγκροτούσαν το 21o Βρετανικό Σύνταγμα Λογχοφόρων, εννέα ίλες Αιγυπτιακού ιππικού και οκτώ λόχοι καμηλών. Δίπλα στο εκστρατευτικό σώμα, στα νερά του Νείλου, έπλεε ένας μικρός στόλος από δέκα θωρακισμένες κανονιοφόρους (ποταμόπλοια), οι οποίες έφεραν συνολικά 36 πυροβόλα και 24 Μaxim. Σε μία από αυτές, τη "Fatih", κυβερνήτης ήταν ο Ντέιβιντ Μπήτυ, μετέπειτα διοικητής των καταδρομικών του Βρετανικού στόλου κατά τη ναυμαχία της Γιουτλάνδης. Τον στρατό του χαλίφη συγκροτούσαν τέσσερις μεγάλοι σχηματισμοί. Η μαύρη σημαία είχε δύναμη 14.240 ανδρών της οποίας διοικητής ήταν ο Γιακούμπ, ετεροθαλής αδελφός του χαλίφη. Ο ίδιος ο χαλίφης διηύθυνε τη μάχη δίπλα στον Γιακούμπ.
Η σκουροπράσινη σημαία είχε δύναμη 28.380 ανδρών υπό τη διοίκηση του Οσμάν Σαϊκ αντ Ντιν, πρωτότοκου γιου του χαλίφη. Η πράσινη σημαία είχε δύναμη 5.400 ανδρών και διοικητή τον χαλίφη Αλή Ουάντ Ουλού. Ο Οσμάν Ντίνια, ο οποίος είχε χάσει τη σημαία του κατά τη μάχη του Ταμάι το 1884, διοικούσε 3.400 άνδρες. Ένα σύνολο 51.420 ανδρών το οδηγούσαν 86 εμίρηδες. Από αυτούς 5.500 ήταν ιππείς, ενώ 14.300 έφεραν τυφέκια, κυρίως τα παλαιότερα Remington. Οι υπόλοιποι ήταν οπλισμένοι με δόρατα, σπαθιά και ασπίδες, κάποιοι δε φορούσαν κράνη και αλυσιδωτούς θώρακες. Οι δερβίσηδες κατά τη μάχη χρησιμοποίησαν μόνο πέντε πυροβόλα, η αποτελεσματικότητα των οποίων ήταν μηδαμινή.
Ο ΑΓΓΛΟ - ΑΙΓΥΠΤΙΑΚΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ
Τα Βρετανικά συντάγματα πεζικού ήταν οργανωμένα σε δυο τάγματα των οκτώ λόχων των 120 αντρών ο καθένας. Τα συντάγματα ιππικού είχαν 4 ίλες των 160 αντρών η καθεμία. Τα Αιγυπτιακά τάγματα πεζικού είχαν έξι λόχους των 150 αντρών ο καθένας. Οι ίλες ιππικού είχαν 100 άντρες η καθεμία. Οι πυροβολαρχίες είχαν έξι πυροβόλα με 113 άντρες, ενώ οι ιππήλατες πυροβολαρχίες είχαν 137 άντρες. Οι λόχοι των Σωμάτων Καμήλων αποτελούνταν από 152 άντρες ο καθένας. Ήταν σπάνιο για τις μονάδες να έχουν πλήρη σύνθεση.
Ο Βρετανικός στρατός 1888 - 1891
- Gamaiza (Ανατολικό Σουδάν) 20 Δεκεμβρίου 1888 (Kitchener)
1η ταξιαρχία 9ο, 10ο, 12ο Σουδανικά τάγματα
2η ταξιαρχία 4ο Αιγυπτιακό, 11ο Σουδανικό τάγμα
- Argin / Toski (Αιγυπτιακά σύνορα) 28 Ιουνίου - 1 Αυγούστου 1889
9ο Σουδανικό τάγμα 4 λόχοι
10ο Σουδανικό τάγμα 4 λόχοι
13ο Σουδανικό τάγμα 4 λόχοι
Σώμα Καμήλων 2 λόχοι
Αιγυπτιακό ιππικό 2 ίλες
2η πεδινή πυροβολαρχία Αιγυπτιακό πυροβολικό 6,6 cm πυροβόλα Krupp
3η πυροβολαρχία Φρουράς Αιγυπτιακό πυροβολικό 2,8 cm πυροβόλα Krupp
- Toski 3 Αυγούστου
1η ταξιαρχία (Woodhouse) 3ο - 5ο - 7ο Αιγυπτιακά τάγματα
2 ίλες ιππικού
1η και 2η πυροβολαρχία πεδινού πυροβολικού 6 πυροβόλα
1 πυροβολαρχία Φρουράς
Σώμα Καμήλων
2η ταξιαρχία (Kitchener) 1ο - 2ο Αιγυπτιακά τάγματα
1 ίλη ιππικού
1 μεραρχία ιππήλατου πυροβολικού και 1 πεδινού
1 ίλη του 20ου συντάγματος Ουσάρων συν 4 κανονιοφόροι
- Tokar (Ανατολικό Σουδάν) 19 Φεβρουαρίου 1891
1ο Αιγυπτιακό τάγμα (λίγοι λόχοι)
4ο Αιγυπτιακό
11ο και 12ο Σουδανικά τάγματα
2 ίλες ιππικού
2 πεδινά πυροβόλα Krupp, 2 ορεινά πυροβόλα, 1 πολυβόλο Maxim
Στολή των Βρετανικών Στρατευμάτων στο Σουδάν
Όλοι οι στρατιώτες φορούσαν την κανονική χακί στολή με καφέ ζώνες και λευκές παλάσκες πυρομαχικών. Τα κράνη για τον ήλιο ήταν επίσης χακί χρώματος με ενσωματωμένο προστατευτικό για το λαιμό. Διαφορετικό χρώμα είχαν τα μικρά μεταξωτά κομματάκια υφάσματος με το σύμβολο του συντάγματος, που τοποθετούνταν πάνω στο κράνος. Αυτά τα σύμβολα ήταν τα παρακάτω :
Τυφέκια - Ξιφολόγχες
Στις εκστρατείες του 1896 - 1898 το Βρετανικό πεζικό ήταν εξοπλισμένο με το τυφέκιο Lee-Metford, ένα όπλο με γεμιστήρα πέντε σφαιρών διαμετρήματος 7,7 χιλιοστών, που έριχνε άκαπνες σφαίρες. Η σφαίρα του Lee-Metford με διάμετρο όσο ένα μολύβι μπορούσε να τρυπήσει το κόκκαλο. Η αποτελεσματικότητα της ήταν μεγαλύτερη απ' ότι φάνηκε στη μάχη του Omdurman. Αν και το τυφέκιο μαύρης πυρίτιδας Martini - Henry ήταν αργό, στα χέρια των Αιγύπτιων και Σουδανών στρατιωτών αποδείχτηκε ανώτερο των περιστάσεων, ιδιαίτερα στις μάχες εκ του σύνεγγυς. Και τα δυο τυφέκια απέδειξαν σε αυτές τις εκστρατείες την ανωτερότητα τους από τα τυφέκια Remington των Ansar.
Στις μάχες του Σουδάν το 1884 - 1885, η ξιφολόγχη που χρησιμοποιούσε ο Βρετανός στρατιώτης ήταν ανεπαρκής και έτσι αντικαταστάθηκε το 1886 - 1887 από νέο μοντέλο με λεπίδα 18,5 ιντσών για το τυφέκιο Martini - Henry. Το μοντέλο του 1888 ήρθε μαζί με το τυφέκιο Lee - Metford. Αυτό το τυφέκιο ήταν μακρύτερο από το Martini - Henry, έτσι λοιπόν και η λόγχη του ήταν κοντύτερη κατά 12 ίντσες.
Το Ξίφος του Ιππικού
Οι εκστρατείες του 1896 - 1898 ήταν το αντικείμενο πολλών αναφορών στις εφημερίδες σχετικά με τις ελλείψεις σε ποιότητα του οπλισμού των στρατιωτών και συγκεκριμένα του ξίφους ιππικού. Μετά την εκστρατεία του Χαρτούμ εμφανίστηκε το ξίφος Ιππικού, μοντέλο 1885, που τροποποιήθηκε το 1889, έτσι ώστε το βάρος του ήταν αυξημένο κατά 3,5 oz, επηρεάζοντας την συνολική ισορροπία και ευστάθεια του. Το 1890 εισήχθη νέο μοντέλο που δεν άλλαξε την αρνητική εικόνα που είχαν για το όπλο οι ιππείς. Το νέο ξίφος του 1899 ήταν επίσης ανεπαρκές στη μάχη και δεν υιοθετήθηκε από το Βρετανικό ιππικό στον πόλεμο με τους Boers.
Πυροβολικό
Το 1885 το Βρετανικό ιππήλατο και πεδινό πυροβολικό ήταν εξοπλισμένο με ένα πυροβόλο 12pdr διαμετρήματος 3 ιντσών, συρόμενο από ομάδα έξι αλόγων. Σε πλήρη σύνθεση, το πυροβόλο, τα πυρομαχικά, οι δυο τροχοί και ο άξονας ζύγιζαν 38cwt (2 τόνους), το οποίο ήταν πολύ βαρύ. Το 1894 εισήχθη σε υπηρεσία ένα νέο πυροβόλο 12pdr βάρους 6cwt (περ. 305 κιλά), με ελαφρύτερα πυρομαχικά. Αυτά τα πυροβόλα, έβαλλαν μια νέα υψηλής εκρηκτικότητας οβίδα και είχαν μεγαλύτερη ακτίνα βολής.
Σε χρήση βρίσκονταν επίσης και ολμοβόλα των 5,5 ιντσών που έβαλλαν ένα νέο εκρηκτικό, τον λυδίτη, ο οποίος χρησιμοποιήθηκε για την αύξηση της διατρητικής ικανότητας των κοινών οβίδων όλων των τύπων πυροβόλων και ολμοβόλων με διαμέτρημα άνω των 4,7 ιντσών. Η αποτελεσματικότητα του φάνηκε για πρώτη φορά όταν μικρά ολμοβόλα χρησιμοποίησαν οβίδες των 50 λιβρών σε απόσταση 3.000 γιαρδών για να προκαλέσουν τεράστιες τρύπες στο θόλο του τύμβου του Mahdi στο Omdurman, τυλίγοντας όλο το κτίριο σε ένα σύννεφο σκόνης και καπνού.
To Πυροβολικό Αιγυπτιακού Στρατού
Ο Αιγυπτιακός στρατός χρησιμοποιούσε τα πυροβόλα Krupp των 6,5εκ., που μεταφέρονταν σε τέσσερα μουλάρια ή καμήλες. Το 1897 αντικαταστάθηκαν από τα Maxim-Nordenfelt των 75 χιλ., που έβαλλαν οβίδα των 12,5 λιβρών ή μια διπλή των 18pdr. Στη μάχη του Omdurman οι τέσσερις Αιγυπτιακές πεδινές πυροβολαρχίες ήταν εξοπλισμένες με αυτά και μόνο η 3η διατηρούσε δυο πυροβόλα Krupp. Οι Αιγυπτιακές ιππήλατες πυροβολαρχίες ήταν εξοπλισμένες με το παμπάλαιο πυροβόλο Krupp των 7,75εκ., που μερικές φορές αναφέρεται και σαν 7pdr. Ανάμεσα στα μειονεκτήματα του ήταν ο χαμηλός ρυθμός βολής, η χαμηλής ποιότητας οβίδες και τα ελλαττωματικά φρένα. Για τη μεταφορά του χρησιμοποιούνταν έξι άλογα.
Πολυβόλα Maxim
Το Αμερικανικής εφεύρεσης πολυβόλο Maxim ήταν επαναστατικό στο ότι οι σφαίρες ήταν αποθηκευμένες σε μια εύκαμπτη ζώνη και διέθετε σύστημα ψύξης. Υιοθετήθηκε από το Βρετανικό στρατό το 1891 και μπήκε σε υπηρεσία σταδιακά από τις μονάδες ιππικού και πεζικού, αλλά όχι και από το Βασιλικό Πυροβολικό. Ζύγιζε μόνο 40 λίβρες και έβαλλε 650 σφαίρες το λεπτό. Για την εκστρατεία στο Omdurman σχηματίστηκε μια πυροβολαρχία των τεσσάρων Maxim από τα συντάγματα North Staffordshire και Connaught Rangers που αύξησε την ισχύ πυρός του πεζικού του Kitchener. Μέχρι το 1898, όλα τα πολυβόλα που χρησιμοποιούνταν στον Αιγυπτιακό στρατό ήταν Maxim.
Το ιππικό ήταν εξοπλισμένο με ένα «ιππήλατο» Maxim, συρόμενο από έξι άλογα. Κάθε πυροβολαρχία του Αιγυπτιακού στρατού είχε τέσσερα πολυβόλα και του ιππικού είχε έξι.
Η Αναγέννηση του Αιγυπτιακού Στρατού
Η ήττα του στρατού του Arabi το 1882 και οι επιθέσεις των Ansar κατά τα επόμενα τρία χρόνια διέλυσαν τον Αιγυπτιακό στρατό. Μετά το 1885 το κύριο βάρος των μαχών εναντίον των Ansar στα Αιγυπτιακά σύνορα πραγματοποιήθηκε από έναν Αιγυπτιακό στρατό, που ήταν εκπαιδευμένος κατά τα Βρετανικά πρότυπα και διοικούνταν από Βρετανούς αξιωματικούς. Αυτός ο «νέος» στρατός ξεκίνησε την ανακατάληψη του Σουδάν και έδωσε τις περισσότερες μάχες έως το τέλος του πολέμου. Οι Αιγύπτιοι στρατιώτες ήταν πειθαρχημένοι και ακολουθούσαν τις οδηγίες των Βρετανών αξιωματικών.
Στο Omdurman, ο Αιγυπτιακός στρατός αποτελούνταν από 19 τάγματα πεζικού, δέκα ίλες ιππικού, μια ιππήλατη και τέσσερις πεδινές πυροβολαρχίες και πολυβόλα Maxim, ένα Σώμα Καμήλων των οκτώ λόχων. Ήταν συνολικά 20.000 άντρες με περισσότερους από 140 λευκούς αξιωματικούς.
Στολή του Αιγυπτιακού Στρατού - Σημαίες
Η επίσημη στολή ήταν ο χακί χιτώνας και παντελόνια, μπλε γκέτες, κόκκινο φέσι με χακί κάλυμμα και ένα ύφασμα για το λαιμό. Τα τάγματα ξεχώριζαν μεταξύ τους από τα διάφορα εμβλήματα ποικίλλων χρωμάτων στα φέσια. Κάθε τάγμα έφερε στη μάχη μια μονόχρωμη μεταξωτή πράσινη σημαία, διαστάσεων περίπου 100εκ. x 800εκ., που έφερε τον αριθμό του τάγματος σε άσπρα Αραβικά νούμερα. Εκτός από τις σημαίες των ταγμάτων, κάθε λόχος έφερε ένα μικρό ορθογώνιο χρωματιστό ύφασμα, δεμένο σε λαβή ακοντίου και έχοντας τον αριθμό του λόχου γραμμένο στο κέντρο.
Η Αιγυπτιακή επίσημη σημαία ήταν ίδια με αυτή της Τουρκίας, δηλαδή κόκκινη με ένα μεγάλο αστέρι και μισοφέγγαρο στο κέντρο. Το επίσημο λάβαρο του Χεδίβη ήταν κόκκινο, έχοντας τρία μικρά αστέρια και μισοφέγγαρα σχεδιασμένα κοντά στο κοντάρι.
Σουδανικά Τάγματα στον Αιγυπτιακό Στρατό
Οι Σουδανοί σχημάτιζαν έξι τάγματα (9ο έως 14ο) και θεωρούνταν γενικά ως η αφρόκρεμα του στρατού, τοποθετημένοι συχνά στην πρώτη γραμμή της μάχης, με τα Αιγυπτιακά στρατεύματα σε ρόλο υποστήριξης. Προέρχονταν από τους νέγρους του νοτίου Σουδάν και των βουνών Nuba, πολλοί δε ήταν βετεράνοι του Αιγυπτιακού στρατού από τις εκστρατείες στο Μεξικό και Τουρκία. Άλλοι είχαν πολεμήσει με το στρατό του Mahdi. Μετά από κάθε κύρια μάχη, νεοσύλλεκτοι από τους jihadiyya (αιχμάλωτοι πολέμου) έγιναν στρατιώτες του Αιγυπτιακού στρατού και πολέμησαν εναντίων των πρώην αφεντών τους. Τα Σουδανικά τάγματα είχαν στις τάξεις τους βετεράνους πολεμιστές.
Το Ναυτικό του Kitchener
Για να επιτύχει στην εκστρατεία, ο Kitchener ήξερε ότι έπρεπε να έχει τον πλήρη έλεγχο του ποταμού Νείλου και αυτό το κατόρθωσε με το στόλο του από θωρακισμένες κανονιοφόρους, που καθεμία μετέφερε οπλισμό ικανό να διαλύσει κάθε αραβικό οχυρό. Με διοικητές νέους αξιωματικούς του Βασιλικού Ναυτικού αποσπασμένους στο Σουδάν, ο στολίσκος αυτός βρίσκονταν υπό τη γενική διοίκηση του Διοικητή του Βασιλικού Ναυτικού Colin Keppel. Στην αρχή της καριέρας του ως διοικητής, το Zafir ανατινάχτηκε. Τα διάφορα πλοία και οι διοικητές τους φαίνονται παρακάτω :
Zafir Διοικητής C. Keppel, Βασιλικό Ναυτικό (ΒΝ)
Sultan Υποπλοίαρχος Cowan, ΒΝ (αργότερα ο Keppel)
Sheikh Υποπλοίαρχος Sparks, ΒΝ
Melik Ταγματάρχης Gordon, Βασιλικό Μηχανικό
Fateh Υποπλοίαρχος Beatty, ΒΝ
Nazir Υποπλοίαρχος Hood, ΒΝ
El Hafir (El Teb) Υποπλοίαρχος Staveley, ΒΝ
Tamai Υποπλοίαρχος Talbot, ΒΝ
Metemma Υποπλοίαρχος Stevenson, ΒΝ
Abu Klea Πλοίαρχος Newcombe, ΒΝ
Κάθε κανονιοφόρος ήταν εξοπλισμένη με πολυβόλα Maxim και Nordenfelt καθώς και κανόνια των 6pdr και 12pdr. Ο Υποπλοίαρχος H.L.A. Hood, διοικητής του Nazir, έγινε ναύαρχος και έχασε τη ζωή του, διοικώντας την 3η Μοίρα καταδρομικών στη ναυμαχία της Γιουτλάνδης τον Μάιο του 1916.
Ο ΣΤΡΑΤΟΣ ΤΩΝ ANSAR
Όταν ξεκίνησε η εκστρατεία ανακατάληψης του Σουδάν το 1896, ο στρατός των Ansar ήταν οργανωμένος σε τρεις κύριες μονάδες που βρίσκονταν στο Omdurman. Οι Muluazimiya διοικούνταν από τον σεΐχη Uthman al-Din, τον μεγαλύτερο γιο του Khalifa. Αυτοί ήταν οργανωμένοι σε 18 rubs, δυνάμεως περίπου 10.000 - 12.000 αντρών, που προέρχονταν από Άραβες jihadiyya (τυφεκιοφόρους) της Δύσης, των βουνών Nuba και του νότου. Ήταν οπλισμένοι με τυφέκια Remington. Η Μαύρη Σημαία διοικούνταν από τον αδελφό του Khalifa, Yaqub. Αποτελούνταν από πολεμιστές διαφόρων φυλών. Ήταν οπλισμένοι με σπαθιά, ακόντια και τυφέκια Remington.
Η Πράσινη Σημαία είχε απορροφήσει την Κόκκινη Σημαία του Khalifa al-Sharif Έδρευε στην περιοχή του Λευκού Νείλου και αποτελούνταν από πολεμιστές των τοπικών φυλών.
Οργάνωση των Ansar
Σε όλη τη διάρκεια ζωής της Αυτοκρατορίας των Δερβίσηδων οι πολεμιστές κάθε Σημαίας, ήταν οργανωμένοι σε «Rubs» 800 και 1.200 αντρών συνήθως. Διαιρούνταν σε τρεις ομάδες μάχης και σε μια ομάδα διοίκησης. Η πρώτη ομάδα μάχης αποτελούνταν από ακοντιστές. Η δεύτερη από τυφεκιοφόρους jihadiyya (γνωστοί αργότερα και ως Muluazimayya), οι οποίοι ήταν οργανωμένοι σε υποομάδες των 100 αντρών. Η τρίτη ομάδα ήταν οι ιππείς, συνήθως της φυλής Baggara, οπλισμένοι με μακρά ακόντια και σπαθιά. Όταν εκτελούσαν αποστολές αναγνώρισης και επιδρομές στα σύνορα ήταν οπλισμένοι με τυφέκια.
Κάθε υποομάδα διαιρούνταν σε εκατονταρχίες με επικεφαλής έναν ra'smi'a (εκατόνταρχος) και σε muqaddamiyya των 25 αντρών με επικεφαλής τον muqaddam. Επιπλέον υπήρχαν εγκατεστημένες μόνιμες φρουρές, επανδρωμένες από Αφρικανούς τυφεκιοφόρους και Άραβες ακοντιστές, οι οποίοι ζούσαν σε στρατώνες.
Οι Σημαίες των Ansar
Κάθε μονάδα των Ansar ξεχώριζε από τη Σημαία της. Οι Amir και οι ra'smi'a's (εκατόνταρχοι) είχαν τις δικές τους. Οι σημαίες ήταν ορθογώνιες με διαστάσεις 4x3 πόδια περίπου. Κατασκευάζονταν στο Omdurman και ήταν αποθηκευμένες στο οπλοστάσιο. Διακοσμημένες στη μια πλευρά μόνο, είχαν γραμμένα θρησκευτικά κείμενα τεσσάρων γραμμών σε ένα άσπρο φόντο με χρωματιστό περίγραμμα. Υπήρχαν σημαίες στερεών χρωμάτων, δηλαδή μπλε, κόκκινο ή πράσινο που είχαν γράμματα σε κόκκινο, μπλε, μαύρο, πράσινο ή άσπρο. Τα κοντάρια τους ήταν στολισμένα με μπρούντζινες μπάλες ή μισοφέγγαρα.
Η Παρακμή του Κράτους των Ansar
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1880, το κράτος των Ansar σταδιακά εκφυλιζόταν και παρήκμαζε μέχρι την τελική του ήττα το 1898. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου ο στρατός των Ansar ήταν ένας από τους ισχυρότερους Αφρικανικούς στρατούς, έχοντας νικήσει τους Αβησσυνούς το 1888 - 1889, οι οποίοι αργότερα νίκησαν τον Ιταλικό στρατό το 1896. Τα αίτια της παρακμής ήταν πολλά. Το βασικότερο ήταν η συνολική υποτίμηση του αναγεννημένου Αιγυπτιακού στρατού και η σύγχρονη στρατιωτική τεχνολογία που είχε στη διάθεση του ο Kitchener. Άλλο αίτιο ήταν η κακή ποιότητα των όπλων και πυρομαχικών, ο λιγοστός αριθμός εκπαιδευμένων τυφεκιοφόρων και πυροβολητών, η απώλεια των πιο ικανών διοικητών και ένα αναποτελεσματικό σύστημα εφοδιασμού.
Η Στολή των Ansar
Από τις αρχή της επικράτησης του κινήματος του Mahdi στο Σουδάν, οι πολεμιστές των Ansar έπρεπε να φορούν την jibbah, μια κοντή βαμβακερή μπλούζα που έφτανε μέχρι τα γόνατα και ήταν διακοσμημένη με χρωματιστά μπαλώματα. Μέχρι το 1885 τα μπαλώματα ήταν μπλε ή κόκκινα. Αργότερα προστέθηκαν και άλλα χρώματα όπως μαύρο, πράσινο, καφέ. Φορούσαν επίσης λευκά παντελόνια (siraval), σανδάλια (sayidan), ζώνη (karaba), κάλυμμα κεφαλής (taggia), τουρμπάνι (imma) και κολιέ (sibba). Το φέσι απαγορευόταν αυστηρά. Κάποιοι Amir (οπλαρχηγοί) φορούσαν ένα κόκκινο τουρμπάνι τυλιγμένο γύρω από το κεφάλι. Η μια άκρη του υφάσματος έπεφτε πίσω από το αριστερό αυτί και το υπόλοιπο ήταν τυλιγμένο με τέτοιο τρόπο, ώστε σχημάτιζε ένα V μπροστά.
Έμοιαζε πολύ με το τουρμπάνι των Σιχ. Οι πολεμιστές από τις φυλές Beja, Bisharin και Baggara φορούσαν λευκά βαμβακερά παντελόνια. Για να δηλώσουν την πίστη τους στον Mahdi, έραβαν στα ρούχα τους ένα ή δύο μπαλώματα κόκκινου ή μπλε χρώματος. Τα μαλλιά τους ήταν κατσαρά και σκληρά στην αφή. Εξείχαν έξι ή οκτώ ίντσες δεξιά και αριστερά της κεφαλής. Ήταν μακριά μέχρι τους ώμους και έβαζαν ένα μικρό κομμάτι ξύλου στην κορυφή. Όταν οι πολεμιστές της φυλής Beja φόρεσαν την jibbah, άλλαξαν την εμφάνιση τους. Κούρεψαν τα μαλλιά τους και φόρεσαν σκούφο. Πολεμιστές από τη φυλή Hadendowah και οι «Fuzzy-Wuzzies» στο ανατολικό Σουδάν δε ξύρισαν ποτέ το κεφάλι τους και δε φόρεσαν ποτέ την jibbah.
Τα Όπλα των Ansar
Κατά τη δεκαετία του 1880, πριν την εκστρατεία του Χαρτούμ και τις νίκες έναντι των κακό-εκπαιδευμένων Αιγυπτιακών δυνάμεων, ο νέος στρατός του Mahdi δεν ήταν επαρκώς εξοπλισμένος. Οι νίκες και τα λάφυρα από τις μάχες βελτίωσαν τον εξοπλισμό των Ansar, προσθέτοντας τυφέκια Remington δίπλα στα ακόντια, σπαθιά και στιλέτα. Οι περισσότεροι από τους Ansar ήταν εξοπλισμένοι με ακόντιο μήκους 10 ποδιών και φαρδιάς λεπίδας, τρία κοντύτερα ακόντια και ένα σπαθί, που μεταφέρονταν συνήθως σε μια κόκκινη δερμάτινη θήκη κρεμασμένη από τον αριστερό ώμο. Αρκετοί πολεμιστές είχαν κοντά στιλέτα, τοποθετημένα σε κόκκινο δερμάτινο θηκάρι στο αριστερό χέρι.
Οι πολεμιστές Beja και Bisharin μετέφεραν μερικές φορές σκληρότερα μαχαίρια, με φαρδιά λεπίδα και ξύλινα μπαστούνια με γάντζους για να χτυπούν τα πόδια των αλόγων και καμήλων. Οι Beja είχαν και ασπίδες. Αυτές ήταν κυκλικές με μεγάλο κωνικό κέντρο. Φτιάχνονταν από δέρμα ρινόκερου, κροκόδειλου ή ελέφαντα και μπορούσαν να εξοστρακίσουν μια σφαίρα. Οι υπόλοιπες φυλές χρησιμοποιούσαν ασπίδες τύπου Baggara, ελλειπτικές με κωνικό κέντρο. Πανοπλίες δε χρησιμοποιήθηκαν. Περισσότερα από 21.000 τυφέκια άφησαν οι ηττημένες Αιγυπτιακές δυνάμεις μαζί με τα πυρομαχικά. Αυτά ήταν τα ξεπερασμένα Remington, ένα τυφέκιο επαναστατικό όταν βγήκε στην παραγωγή το 1865.
Ο Αιγυπτιακός στρατός το υιοθέτησε το 1870. Ήταν ένα όπλο απλό στη λειτουργία του. Μπορούσε να ρίξει δεκαεπτά βολές το λεπτό, αλλά η ακρίβεια του μειώθηκε επειδή οι Ansar συνήθιζαν να κονταίνουν την κάννη. Οι Ansar χρησιμοποιούσαν ακόμα τυφέκια Martini-Henry. Αν ένας Ansar πολεμιστής είχε ένα τυφέκιο, είχε και μια ή δυο θήκες για σφαίρες. Αυτές ήταν έγχρωμες τοπικής κατασκευής και αντέγραφαν το αιγυπτιακό πρότυπο. Φοριούνταν γύρω από τη μέση ή πάνω στον ώμο. Ο βαρύς οπλισμός των Ansar ήταν λίγος.
Πιστεύεται ότι οι Άραβες απέκτησαν από τις Αιγυπτιακές δυνάμεις 4.000 τυφέκια Remington, πέντε πεδινά πυροβόλα Krupp, δυο Gatling, δυο ρουκετοβόλα και άφθονα πυρομαχικά από την περιοχή του Σουακίμ το 1884. Επίσης είχαν λίγα παλιά μπρούτζινα ορεινά ολμοβόλα, που μεταφέρονταν με καμήλες και πολυβόλα Nordenfelt.
Το Πυροβολικό των Ansar
Σε όλη την εκστρατεία του Omdurman, οι Ansar είχαν έντεκα πυροβολαρχίες των έξι πυροβόλων, επανδρωμένες από 156 πυροβολητές. Τα ονόματα των διοικητών του πυροβολικού των Ansar ήταν οι Muhammad Abd al-Rahman (Αιγύπτιος), Ali Masri (Σουδανός), Abd al-Aal Ahmed και Abd al-Rahmen Ramah. Όλοι τους ήταν υπό τη γενική διοίκηση του Yaqub. Αποθηκευμένα στο Omdurman ή τοποθετημένα σε οχυρά κατά μήκος του Νείλου, υπήρχαν 63 πυροβόλα. 35 μπρούτζινα ορεινά πυροβόλα, οκτώ Krupp, επτά πολυβόλα διαφόρων τύπων κυρίως Nordenfelt και ένα Remington καθώς και 13 πυροβόλα άλλων τύπων με εξωτικά και άγνωστα ονόματα, όπως πέντε «Sherkba», δυο «Ordi», δυο «Abyssinian», τρία «Kuba» και ένα «French».
Δυο από τα τρία ποταμόπλοια των Ansar ήταν οπλισμένα με ένα ορεινό πυροβόλο το καθένα. Μόνο πέντε κανόνια χρησιμοποιήθηκαν από τους Ansar στη μάχη του Omdurman. Αυτά ήταν υπό τη διοίκηση των Muluazimiya και της Μαύρης Σημαίας και βρίσκονταν τοποθετημένα πάνω σε λόφο με θέα το πεδίο της μάχης.
Η Τακτική Μάχης των Ansar
Δυο σημαντικά στοιχεία στην τακτική μάχης των Ansar ήταν ο αιφνιδιασμός και το ξαφνικό χτύπημα, που βασίζονταν στην περικύκλωση και στις επιθέσεις από δυο κατευθύνσεις ή στην αιφνιδιαστική επίθεση κατά μήκος της γραμμής προέλασης του εχθρού. Οι τυφεκιοφόροι προστάτευαν τους ακοντιστές και σπαθοφόρους, βάλλοντας κατά του εχθρού πριν την τελική επίθεση. Η ταχύτητα ήταν το βασικό πλεονέκτημα τους και έτσι μπορούσαν να χρησιμοποιούν το έδαφος για κάλυψη. Το έδαφος επέτρεπε στους πολεμιστές να καλύπτονται στους θάμνους, έτσι ώστε η τελική επίθεση να είναι η πρώτη ένδειξη της παρουσίας τους. Οι γενναιότεροι από αυτούς κινούνταν γρηγορότερα και έφταναν πρώτοι στο μέτωπο.
Οι επιθέσεις τους γίνονταν συνήθως με σχηματισμό σφήνας, ο οποίος αυτόματα μεγέθυνε το ρήγμα στην άμυνα του εχθρού. Ήταν πρακτική τους να τοποθετούν τους καλύτερους άντρες μπροστά και μερικούς σε εφεδρεία. Τις περισσότερες φορές, εμφανίζονταν ξαφνικά από τους θάμνους ή μια κοιλότητα στο έδαφος, βαδίζοντας γρήγορα μέσα σε ένα μαύρο σύννεφο σκόνης. Σχημάτιζαν μεγάλες φάλαγγες, που καθεμία είχε επικεφαλής έναν έφιππο Amir και τους ακόλουθους του. Ο ρυθμός προέλασης έμενε σταθερός από τα τύμπανα που χτυπούσαν ακατάπαυστα. Οι Amir ενίσχυαν το πάθος τους με Ισλαμικές πολεμικές ιαχές και προσευχές. Τα σινιάλα στη μάχη δίνονταν από τύμπανα και κόρνες.
Στα τέλη του 1895, ο στρατός των Ansar ήταν συγκεντρωμένος κυρίως στο Omdurman. Εκεί υπήρχαν περίπου 15.000 τυφεκιοφόροι, 45.000 ακοντιστές και σπαθοφόροι, 3.500 ιππείς και 46 πυροβόλα. Το πραγματικό μέγεθος του στρατού των Ansar στο Omdurman στις 1/2 Σεπτεμβρίου 1898 αποτέλεσε αντικείμενο έρευνας. Οι πρώτες αναγνωρίσεις του ιππικού ανέφεραν την παρουσία 30.000 πολεμιστών. Ο Kitchener πίστευε αρχικά ότι υπήρχαν 35.000, αλλά κατέληξε μεταξύ 40.000 με 50.000 πολεμιστών. Μετά τη μάχη, η αναφορά Νο.60 από το Σουδάν έδωσε τους επίσημους αριθμούς που είναι οι εξής : 462 Amir και 51.423 άντρες, από τους οποίους οι 5.495 ήταν ιππείς και οι 14.296 τυφεκιοφόροι. Σύνολο : 51.885 άντρες.
Ο Στρατός των Ansar
Η ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ DONGOLA - BERBER
Το 1892 ο στρατηγός Χόρας-Χέρμπερτ Κίτσενερ (1850 - 1916) ανέλαβε αρχιστράτηγος (σιρντάρ) του Αιγυπτιακού Στρατού αντικαθιστώντας στη θέση αυτή τον σερ Φράνσις Γκρένφελ. Ο Κίτσενερ είχε τη φήμη ενός ιδιαίτερα ικανού αλλά και σκληρού αξιωματικού. Διέθετε οργανωτικό πνεύμα, έδινε σημασία στη λεπτομέρεια και ποτέ δεν άρχιζε μια επιχείρηση αν δεν ήταν 100% σίγουρος για την επιτυχία της. Ψηλός, άκαμπτος και αγέλαστος με το μεγάλο μουστάκι του, αποτελούσε το πιο τυπικό δείγμα Βρετανού αξιωματικού της εποχής του. Πρώτο μέλημα του Κίτσενερ ήταν η σκληρή και συστηματική εκπαίδευση των Αιγυπτίων.
Στις προηγούμενες εκστρατείες οι Αιγύπτιοι είχαν πολύ χαμηλό ηθικό και η απόδοσή τους στη μάχη κάθε άλλο παρά ως ικανοποιητική μπορούσε να χαρακτηρισθεί. Ο αρχιστράτηγος γνώριζε ότι το ένα από τα δύο "κλειδιά" για μια επιτυχημένη μελλοντική εκστρατεία εναντίον του χαλίφη θα ήταν η σωστή εκπαίδευση των Αιγυπτίων και των Σουδανών, οι οποίοι αποτελούσαν τον κορμό του στρατού του. Το άλλο "κλειδί" θα ήταν η σωστή οργάνωση και η άριστη επιμελητεία. Τα χρόνια περνούσαν και το 1895 μετά από εκλογές προέκυψε νέα κυβέρνηση στη Βρετανία, η οποία έβλεπε με καλό μάτι την ανακατάληψη του Σουδάν.
Η κοινή γνώμη όλα αυτά τα χρόνια δεν είχε λησμονήσει τον Γκόρντον και επιθυμούσε διακαώς εκδίκηση. Προς τούτο δόθηκε εντολή στον Κίτσενερ να ετοιμάσει εκστρατεία.. Την 1η Μαρτίου 1896 οι Ιταλοί υπέστησαν βαρύτατη ήττα από τους Αιθίοπες στην Αντουά, γεγονός που καθιστούσε την παρουσία τους στην περιοχή ιδιαίτερα προβληματική. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την αστάθεια που παρουσίαζε τα τελευταία χρόνια το καθεστώς του χαλίφη δημιουργούσε ένα ρευστό περιβάλλον στην περιοχή. Το Λονδίνο φοβόταν ότι οι Γάλλοι, οι οποίοι καιροφυλακτούσαν, δεν θα έχαναν πιθανή ευκαιρία να επέμβουν προς όφελός τους στο Σουδάν.
Αυτό ασφαλώς επιτάχυνε τις εξελίξεις και έτσι στις 12 του ίδιου μήνα ο Κίτσενερ έλαβε εντολή να ξεκινήσει. Στις 16 Μαρτίου οι Αιγύπτιοι ξεκίνησαν από την Ουάντι Χάλφα και τέσσερις μέρες αργότερα κατέλαβαν χωρίς αντίσταση το χωριό Ακάσα, όπου και εγκατέστησαν στρατόπεδο. Οι δερβίσηδες προτίμησαν να οχυρωθούν στο χωριό Φιρκέτ, 25 χλμ. νοτιότερα. Δύο μήνες παρέμεινε στην Ακάσα ο Κίτσενερ συγκεντρώνοντας τον στρατό του και τις απαραίτητες προμήθειες. Στις αρχές Ιουνίου ήταν έτοιμος να «κτυπήσει» το Φιρκέτ.
Τη νύκτα της 6ης προς την 7η Ιουνίου 10.000 Αιγύπτιοι και Σουδανοί υπό τον στρατηγό Χάντερ κινούμενοι σε δύο σκέλη, ένα από την όχθη του Νείλου και ένα από την έρημο, προσέγγισαν το Φιρκέτ και στις 5 τα ξημερώματα επιτέθηκαν στους ανυποψίαστους δερβίσηδες. Ο αιφνιδιασμός ήταν πλήρης. Δυόμισι ώρες αργότερα η δύναμης 3.000 ανδρών φρουρά του Φιρκέτ είχε διαλυθεί, αφήνοντας πίσω της 1.000 νεκρούς και τραυματίες και 600 αιχμαλώτους. Χωρίς να βιάζεται ο Κίτσενερ περίμενε να περάσουν οι καλοκαιρινοί μήνες και στις αρχές Σεπτεμβρίου ξεκίνησε για την παλιά πόλη της Ντόγκολα, γενέτειρα του Μάχντι, η οποία στις 20 Σεπτεμβρίου έπεσε σχεδόν αμαχητί.
Προκειμένου να περιορίσει τη γραμμή ανεφοδιασμού του ο αρχιστράτηγος σχεδίαζε να κατασκευάσει σιδηροδρομική γραμμή που θα ένωνε την Ουάντι Χάλφα με το Αμπού Χαμέντ, το οποίο όμως ήλεγχε ακόμη ο εχθρός. Την πρωτοχρονιά του 1897 άρχισαν οι εργασίες κατασκευής των γραμμών και κατά τα μέσα Ιουλίου είχαν φθάσει στο μέσο της διαδρομής. Στις 29 Ιουλίου από το Μεράουι, όπου είχε το στρατόπεδό του, ο Κίτσενερ έδωσε εντολή στον Χάντερ να καταλάβει το Αμπού Χαμέντ. Ο Χάντερ με τους 3.600 άνδρες που είχε υπό τις διαταγές του διέσχισε 190 χλμ. ερήμου μέσα στην πιο ζεστή περίοδο του καλοκαιριού σε επτά ημέρες.
Οι 700 ανσάρ οι οποίοι αποτελούσαν τη φρουρά της πόλης αρνήθηκαν να παραδοθούν και ο Χάντερ έστειλε τους Σουδανούς του, οι οποίοι με τις ξιφολόγχες κατέλαβαν το χωριό σκοτώνοντας 250 από τους υπερασπιστές του. Ο Βρετανός στη συνέχεια έδωσε εντολή να πετάξουν τα πτώματα στον Νείλο. Δύο μέρες αργότερα στο Μεράουι ο Κίτσενερ βλέποντας τα νεκρά κορμιά να πλέουν στο ποτάμι έλαβε το μήνυμα νίκης που του έστελνε με αυτά ο στρατηγός του. Η πτώση του Αμπού Χαμέντ θορύβησε τον εμίρη Ζακί Οσμάν, διοικητή της πόλης του Μπέρμπερ, ο οποίος χωρίς καθυστέρηση την εκκένωσε και υποχώρησε νότια.
Ο Χάντερ μόλις πληροφορήθηκε την υποχώρηση του Ζακί Οσμάν έσπευσε και στις 31 Αυγούστου κατέλαβε χωρίς μάχη την Μπέρμπερ, η οποία θεωρείτο ως το πιο στρατηγικό σημείο από την Ουάντι Χάλφα μέχρι το Ομντουρμάν. Στις 31 Οκτωβρίου 1897 η σιδηροδρομική γραμμή έφθασε στο Αμπού Χαμέντ σφραγίζοντας οριστικά την τύχη του καθεστώτος του χαλίφη.
Η Εκστρατεία
Η εκστρατεία άρχισε στις 16 Μαρτίου 1896, όταν διάφορα Αιγυπτιακά τάγματα διέσχισαν τα σύνορα με το Σουδάν και προέλαυσαν κατά μήκος του Νείλου σιδηροδρομικώς και με ποταμόπλοια. Χωρίς να συναντήσουν αντίσταση, έφτασαν στην Akasha στις 20 Μαρτίου. Οι Ansar οχυρώθηκαν στο Firket, 16 μίλια νότια. Στην Akasha εγκατέστησαν στρατόπεδο για την προστασία της κατασκευής του σιδηρόδρομου. Το στρατόπεδο θα λειτουργούσε και ως χώρος αποθήκευσης των προμηθειών του στρατού. Ο Kitchener σχεδίασε σχολαστικά κάθε λεπτομέρεια της εκστρατείας του, υπολογίζοντας το κόστος της και δίνοντας τη μεγαλύτερη προσοχή στον εφοδιασμό του στρατού του.
Ήθελε να έχει το πλεονέκτημα της χρήσης του ποταμού Νείλου και να επεκτείνει το σιδηρόδρομο, παρά να χρησιμοποιήσει τις καμήλες. Από το Κάιρο έως το Saras (55 μίλια βόρεια της Akasha), μια απόσταση 827 μιλίων, ο σιδηρόδρομος χρησιμοποιούνταν για τα πρώτα 350 μίλια. Για τα επόμενα 230 μίλια γίνονταν χρήση ποταμόπλοιων και για έξι μίλια γύρω από τον 1ο καταρράκτη υπήρχε μια στενή σιδηροδρομική γραμμή. Ποταμόπλοια χρησιμοποιούνταν για άλλα 208 μίλια ενώ στα τελευταία 33 μίλια υπήρχε πάλι μια στενή σιδηροδρομική γραμμή. Ο Sirdar σκόπευε να συγκεντρώσει το στρατό του και να απελευθερώσει το Firket. Έπειτα, θα έστελνε τις εφεδρείες και τις προμήθειες του με ιστιοφόρα στη Dongola.
Ταυτόχρονα οι κανονιοφόροι θα βοηθούσαν και φρουρούσαν τη μεταφορά αυτή και θα έπαιρναν μέρος σε μάχες. Όλο τον Απρίλιο και Μάιο του 1896, ο Kitchener σταθεροποίησε τη θέση του στην Akasha, φέρνοντας στρατεύματα και βελτιώνοντας τις επικοινωνίες του. Στα τέλη Μαΐου η σιδηροδρομική γραμμή επεκτάθηκε 64 μίλια από το Wadi Halfa και υπολείπονταν μόνο 25 μίλια από την Akasha. Στο Omdurman ο Khalifa ήταν ενήμερος για τη γρήγορη προέλαση του Αιγυπτιακού στρατού και την κατάκτηση της Akasha. Έτσι, ο Amir Hammuda συγκέντρωσε το στρατό του στο Firket και σε άλλες τοποθεσίες νότια.
Η Μάχη του Firket (7 Ιουνίου 1896)
Κατά τη διάρκεια της νύκτας 6 - 7 Ιουνίου, ο Kitchener έστειλε μια δύναμη από 9.000 Αιγύπτιους και Σουδανούς, υποστηριζόμενη από πολυβόλα Maxim για να επιτεθούν στον Utman al-Azraq και στη δύναμη των 3.000 αντρών του στο Firket, 16 μίλια νότια της Akasha. Μια φάλαγγα ιππικού και καμήλων υπό τον Burn - Murdoch κινήθηκε μέσα στην έρημο με σκοπό να αποκόψει την οδό διαφυγής των Ansar. Ο κύριος όγκος του στρατού, 7.000 άντρες περίπου, υπό τον Hunter κινήθηκε κατά μήκος του Νείλου. Χωρίς θόρυβο, με άκρα μυστικότητα και τέλειο συγχρονισμό, αιφνιδίασαν τους Ansar στις 5 το πρωί. Η μάχη κράτησε περίπου δυο ώρες.
Οι Ansar είχαν περισσότερους από 1.000 νεκρούς και τραυματίες, ενώ 600 πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Ο Utman alAzraq και οι υπόλοιποι επιζώντες του στρατού του υποχώρησαν νότια. Ήταν μια επιχείρηση που πραγματοποιήθηκε σχεδόν αποκλειστικά από τρεις Αιγυπτιακές και Σουδανικές ταξιαρχίες με έφιππη υποστήριξη, με απώλειες 22 νεκρούς και 91 τραυματίες.
Οι Βρετανικές δυνάμεις στη μάχη του Firket (7 Ιουνίου 1896)
- Φάλαγγα Νείλου (Hunter) 7.000 άντρες
1η ταξιαρχία (Lewis) 3ο, 4ο Αιγυπτιακά 9ο, 10ο Σουδανικά
2η ταξιαρχία (MacDonald) 11ο, 12ο, 13ο Σουδανικά
3η ταξιαρχία (Maxwell) 2ο, 7ο, 8ο Αιγυπτιακά
4η ταξιαρχία (David) 1ο, 5ο, 15ο Αιγυπτιακά (μετά το Firket)
2η και 3η Αιγυπτιακές πυροβολαρχίες
2 κανονιοφόροι, 3 θωρακισμένα ατμόπλοια
Μισό τάγμα του Συντάγματος North Staffordshire
1 πυροβολαρχία Maxim των Connaught Ranger
- Φάλαγγα Ερήμου (Burn - Murdoch) 2.700 άντρες
6 λόχοι του Σώματος Καμήλων
8 ίλες ιππικού
12ο Σουδανικό τάγμα (με καμήλες)
1 ιππήλατη πυροβολαρχία (6 πυροβόλα Krupp 6cm)
2 πολυβόλα Maxim
Η Πορεία προς Dongola
Αναμένοντας νέες ενισχύσεις και το στολίσκο των κανονιοφόρων, ο Kitchener σταμάτησε τις επιχειρήσεις για τρεις μήνες, μια περίοδο με καταιγίδες, έντονες πλημμύρες και χολέρα. Αρχές Σεπτεμβρίου η εκστρατευτική δύναμη ενισχύθηκε από το σύνταγμα North Staffordshire και με σύνολο 13.000 άντρες, 22 πυροβόλα και τέσσερις κανονιοφόρους, ήταν έτοιμη να προελαύσει νότια κατά μήκος του ποταμού Νείλου. Απέναντι τους βρίσκονταν ο Muhammad-wad-Bushara με 5.000 άντρες και έξι ορεινά πυροβόλα. Στις 18 Σεπτεμβρίου οι Ansar οχυρώθηκαν στο Hafir, στο Νείλο, απέναντι από το χωριό Kerma. Ο Kitchener ήθελε να ασφαλίσει τα νώτα του και προσπάθησε να τους νικήσει με το πυροβολικό και τις κανονιοφόρους του.
Ακολούθησε ένας τρίωρος μάταιος βομβαρδισμός, έως ότου οι κανονιοφόροι έλαβαν την εντολή και έπλευσαν προς Dongola. Φοβούμενος μια επίθεση στα νώτα του από τον Αιγυπτιακό στρατό, τα στρατεύματα του Khalifa εγκατέλειψαν το Hafir στη διάρκεια της νύχτας 19 - 20 Σεπτεμβρίου. Η Dongola κυριεύτηκε στις 23 Σεπτεμβρίου. Ο Kitchener, ο Χεδίβης και η Βρετανική κυβέρνηση ήταν ενθουσιασμένοι και εντυπωσιασμένοι με τα αποτελέσματα της εκστρατείας. Με ελάχιστο οικονομικό κόστος και λιγότερες από 170 απώλειες κατέκτησαν μεγάλο μέρος του βορείου Σουδάν. Οι Ansar ηττήθηκαν στρατηγικά και αναγκάστηκαν σε άτακτη υποχώρηση προς το Metammeh, Berber και Atbara.
Ο Hunter Κατακτά το Abu Hamed
Για να διατηρήσει τα κεκτημένα της εκστρατείας της Dongola, ο Kitchener σχεδίαζε να κατασκευάσει ένα σιδηρόδρομο στην ανεξερεύνητη και άνυδρη έρημο της Νουβίας, από το Wadi Halfa στο Abu Hamed. Οι πρώτες ράγες τοποθετήθηκαν την 1η Ιανουαρίου 1897. Στα μέσα Ιουλίου είχε κατασκευαστεί η μισή γραμμή και μια δύναμη στάλθηκε για να κυριεύσει το Abu Hamed. Ξεκινώντας από την Μερόβη στις 29 Ιουλίου, ο στρατηγός Hunter προέλαυσε με μια φάλαγγα 3.600 αντρών μέσα στην άγρια, πετρώδη και λασπώδη έρημο, καλύπτοντας 118 μίλια σε 7,5 μέρες τη ζεστότερη εποχή του χρόνου. Η φρουρά των 700 αντρών αρνήθηκε να παραδοθεί και έτσι ο Hunter έστειλε το Σουδανικό πεζικό να εφορμήσει εφ' όπλου λόγχη.
Οι Ansar πολέμησαν μέχρι τέλους αφήνοντας 250 νεκρούς στο πεδίο της μάχης. Ο Hunter πέταξε τα πτώματα στο Νείλο και έτσι ο Kitchener έμαθε για τη νίκη, όταν είδε τα κορμιά των νεκρών Αράβων να επιπλέουν στο Νείλο δυο μέρες αργότερα κοντά στη Μερόβη. Ο στολίσκος των κανονιοφόρων πέρασε με δυσκολίες από τον 4ο καταρράκτη και στις 29 Αυγούστου τα πέντε ποταμόπλοια έφτασαν στο Abu Hamed για να προστατέψουν τον μελλοντικό σιδηρόδρομο. Η πτώση του Abu Hamed θορύβησε τον Zaki Uthman, τον διοικητή του Khalifa στο Berber. Οι ενισχύσεις που περίμενε δεν έφτασαν ποτέ. Έτσι εκκένωσε το Berber στις 24 Αυγούστου και οπισθοχώρησε στο Shendi, νότια του ποταμού Atbara.
Ακούγοντας φήμες γι' αυτό, ο Hunter έστειλε 40 άντρες να ανιχνεύσουν την κατάσταση και αυτοί κυρίευσαν την πόλη στις 31 Αυγούστου. Το πιο στρατηγικό σημείο μεταξύ Wadi Halfa και Omdurman έπεσε στα χέρια του Kitchener αναίμακτα.
Οι Βρετανικές Δυνάμεις στη Μάχη του Abu Hamed (7 Αυγούστου 1897)
Στρατηγός Hunter
3ο Αιγυπτιακό τάγμα, 9ο, 10ο, 11ο Σουδανικά
1 πυροβολαρχία πεδινών πυροβόλων
2 πολυβόλα Maxim
Ιππικό
Η ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΣΤΟΝ ΠΟΤΑΜΟ ATBARA
Ο Osman Digna, ευρισκόμενος μεταξύ δυο Αιγυπτιακών δυνάμεων στο Berber και Σουακίμ, εγκατέλειψε το αρχηγείο του στο Adarama και κινήθηκε νότια, επιτρέποντας στον Kitchener να ξανανοίξει τον παλιό δρόμο του καραβανιού μεταξύ των δυο τοποθεσιών και να συγκεντρώσει προμήθειες στο Berber. Στα μέσα Οκτωβρίου οι τρεις τελευταίες και μεγαλύτερες κανονιοφόροι έφτασαν στην πόλη και ξεκίνησαν ανιχνευτικές επιχειρήσεις κατά του Mahmud στη Metemma. Στις 31 Οκτωβρίου ο σιδηρόδρομος έφτασε στο Abu Hamed, κάνοντας ευκολότερη τη συντήρηση της φρουράς στο Berber. Ο Kitchener δημιούργησε ένα κύριο οχυρωμένο στρατόπεδο, το Οχυρό Atbara, στη συμβολή του Νείλου και του ποταμού Atbara.
Στα τέλη του 1897, ο Αιγυπτιακός στρατός πήρε τον έλεγχο της Kassala από τους Ιταλούς και έγιναν συμφωνίες με τους Αβησσυνούς να παραμείνουν ουδέτεροι. Στις 2 Ιανουαρίου 1898, το 1ο τάγμα του συντάγματος Royal Warwickshire και οι Cameron Highlanders προωθήθηκαν από το Κάιρο στο Wadi Halfa. Το 1ο τάγμα των Seaforth Highlanders ήρθε από τη Μάλτα και μαζί με το 1ο τάγμα του 10ου συ- ντάγματος Lincolns σχημάτισαν μια Βρετανική ταξιαρχία υπό τη διοίκηση του Catacre. Στα τέλη Ιανουαρίου, ο Αιγυπτιακός στρατός με τρεις ταξιαρχίες πεζικού, οκτώ ίλες ιππικού και τέσσερις πυροβολαρχίες υπεράσπιζε το Νείλο από το φρούριο Atbara στο Abu Hamed.
Η Βρετανική ταξιαρχία του Catacre βρίσκονταν οχυρωμένη 30 μίλια νότια του Abu Hamed, αλλά όταν ο Mahmud οχυρώθηκε στον ποταμό Atbara, κινήθηκε νοτιότερα και στρατοπέδευσε κοντά στο Βρετανικό Οχυρό Atbara.
Οι Αντιδράσεις του Khalifa
Ο Khalifa είχε διατάξει τον Ιούνιο 1897 τον Amir Mahmud Ahmad και τον στρατό της Δύσης, δύναμης 10.000 αντρών, να βρίσκεται στρατοπεδευμένος δυτικά του Metammeh. Στα τέλη του 1897 ο κύριος στρατός των Ansar, δύναμης 40.000 αντρών, βρίσκονταν με τον Khalifa στο Omdurman και μια δύναμη 20.000 αντρών υπό τον Osman Digna και Mahmud ήταν στο Metammeh. Στα μέσα Φεβρουαρίου 1898 ο Mahmud και ο στρατός του κινήθηκαν βόρεια από το Metammeh, διασχίζοντας το Νείλο στο Shendi. Στις 18 Μαρτίου οι Ansar διέ- σχισαν την έρημο μεταξύ Νείλου και Atbara, σχεδιάζοντας να περάσουν τον σχεδόν ξηρό ποταμό Atbara και να κινηθούν βόρεια, παρακάμπτοντας το Οχυρό Atbara του Kitchener.
Στις 20 Μαρτίου οι Ansar έφτασαν στην Nakheila, οπού ο Mahmud συνειδητοποίησε, ότι δεν μπορούσε να αποφύγει τη μάχη. Οι Ansar τότε κατασκεύασαν οχυρωμένο στρατόπεδο, περιτριγυρισμένο από θάμνους, χαμηλούς πασσάλους από φοίνικα και τρεις σειρές χαντάκια.
Η Μάχη του ποταμού Atbara (8 Απριλίου 1898)
Στα τέλη Ιανουαρίου του 1898 ο Κίτσενερ έλαβε ως ενισχύσεις τέσσερα Βρετανικά τάγματα που ανήκαν στα συντάγματα Ρόαγιαλ Γουόργουικσάϊρ, Λίνκολνσάϊρ, Σίφορθ Χάιλάντερς και Κάμερον Χάιλάντερς. Οι μονάδες αυτές υπό τη διοίκηση του στρατηγού Γκέϊτακρ σχημάτισαν τη Βρετανική Ταξιαρχία, η οποία δημιούργησε το στρατόπεδό της, το Φορτ Ατμπάρα, στο σημείο όπου ο Νείλος συναντάται με τον παραπόταμό του, τον Ατμπάρα. Στο μεταξύ ο χαλίφης, που ήταν έξαλλος από τον τρόπο με τον οποίο χάθηκαν η Ντόγκολα και το Μπέρμπερ, έδωσε εντολή στον εμίρη Μαχμούντ Αχμάντ να αναζητήσει τους εισβολείς και να πεθάνει πολεμώντας.
Ο Μαχμούντ επικεφαλής 12.000 ανδρών ξεκίνησε από το Μέτεμε στις 18 Μαρτίου και δύο μέρες αργότερα έφθασε στον οικισμό Νεχέιλα, δίπλα στην όχθη του σχεδόν αποξηραμένου Ατμπάρα. Εκεί εγκατέστησε στρατόπεδο το οποίο περιέφραξε με την περίφραξη ζαρίμπα. Η ζαρίμπα αποτελείτο από σωρούς από αγκαθωτούς θάμνους μιμόζα, οι οποίοι αφθονούσαν στην έρημο και δημιουργούσαν ένα αδιαπέραστο πλέγμα. Πίσω από τη ζαρίμπα οι δερβίσηδες είχαν κατασκευάσει φράκτες με κορμούς από φοίνικες και πιο πίσω τρεις σειρές χαρακωμάτων. Στο εσωτερικό του στρατοπέδου αλλά και ανάμεσα στις καλύβες των ντόπιων ετοίμασαν μεγάλο αριθμό ατομικών ορυγμάτων.
Αρχικά ο Κίτσενερ δίσταζε να επιτεθεί περιμένοντας να δει τις διαθέσεις του Μαχμούντ. Βλέποντας όμως ότι ο εμίρης δεν είχε σκοπό να μετακινηθεί αποφάσισε να κάνει τη δική του κίνηση. Τη νύκτα της 7ης προς την 8η Απριλίου και ύστερα από πορεία τεσσάρων ημερών το εκστρατευτικό σώμα έλαβε θέσεις πολύ κοντά στην αμυντική τοποθεσία των δερβίσηδων. Στις τέσσερις τα ξημερώματα έλαβε σχηματισμό μάχης και προχωρώντας αθόρυβα έφθασε 800 μέτρα από την περίμετρο των δερβίσηδων. Σύμφωνα με το σχέδιο του Κίτσενερ οι Χάιλάντερς του Κάμερον, σε γραμμή μάχης, θα οδηγούσαν την επίθεση με αποστολή να δημιουργήσουν ρήγματα στην περίφραξη.
Τα υπόλοιπα τρία τάγματα της Βρετανικής Ταξιαρχίας, κινούμενα σε φάλαγγες, θα εισχωρούσαν στο στρατόπεδο από αυτά τα ρήγματα, σαρώνοντας τα πάντα με την ξιφολόγχη. Στο δεξιό τους πλευρό με ανάλογο σχέδιο θα επιχειρούσε η Αιγυπτιακή Μεραρχία του Χάντερ. Στις 06.20 ήχησε το πρώτο πυροβόλο δίνοντας το έναυσμα για έναν σφοδρό φραγμό πυροβολικού και ρουκετών, το οποίο διήρκεσε μία ώρα. Αμέσως μετά ο σιρντάρ έδωσε το σήμα για γενική επίθεση και τον ήχο των πυροβόλων διαδέχθηκε ο ήχος από τα τύμπανα και τις πίπιζες καθώς οι Βρετανοί περνούσαν στην επίθεση.
Πρώτοι οι Χάιλάντερς του Κάμερον φορώντας τα παραδοσιακά κιλτ, με τις ξιφολόγχες τους να λάμπουν στον πρωινό ήλιο, βάδιζαν με την αναμενόμενη από ένα τάγμα της Αυτής Μεγαλειότητας τάξη και πειθαρχία. Άγριες φωνές ανέβαιναν από τα στήθη των Βρετανών καθώς πλησίαζαν τη ζαρίμπα, φωνές που επαναλάμβαναν συνεχώς τα ίδια λόγια: "Θυμηθείτε τον Γκόρντον!". Μόλις οι Βρετανοί βρέθηκαν 250 μέτρα από τη ζαρίμπα, δέχθηκαν τα πρώτα πυρά. Οι Χάιλάντερς, που είδαν τους πρώτους συντρόφους τους να πέφτουν νεκροί, απάντησαν με συνεχείς ομοβροντίες καθώς συνέχιζαν να προχωρούν. Λίγα λεπτά αργότερα έφθασαν στη ζαρίμπα, όπου με ανακούφιση διαπίστωσαν ότι οι θάμνοι δεν ήταν τόσο πυκνοί και μπορούσαν εύκολα να τους μετακινήσουν.
Ανταλλάσσοντας πυρά με τους αμυνόμενους δημιούργησαν τα πρώτα ανοίγματα στην περίφραξη και εισχώρησαν στο στρατόπεδο, όπου ενεπλάκησαν σε σκληρή μάχη σώμα με σώμα με τους αποφασισμένους δερβίσηδες. Καθώς εισέρχονταν στη μάχη και τα άλλα τρία βρετανικά τάγματα η αντίσταση των δερβίσηδων κάμφθηκε και οι Βρετανοί ξεχύθηκαν στο εσωτερικό του στρατοπέδου. Ξαφνικά, σαν να ζωντάνεψε η άμμος, εκατοντάδες σκονισμένοι δερβίσηδες πετάγονταν από τα ορύγματά τους και ρίχνονταν επάνω στους εισβολείς. Η Βρετανική Ταξιαρχία όμως είχε αναπτυχθεί πλέον και ταυτόχρονα με τους Αιγυπτίους, που εισέβαλαν από τη βόρεια πλευρά, πότε βάλλοντας και πότε λογχίζοντας άρχισαν να σαρώνουν το στρατόπεδο.
Οι δερβίσηδες πολεμούσαν με αυταπάρνηση. Ωστόσο υπό την πίεση των Βρετανών έχασαν τη συνοχή τους: μερικοί από αυτούς άρχισαν να υποχωρούν, ενώ κάποιοι άλλοι έμεναν στα ορύγματά τους και πέθαιναν πολεμώντας. Κερδίζοντας το κάθε μέτρο με σκληρό αγώνα οι Βρετανοί κατέλαβαν ολόκληρο το στρατόπεδο και φθάνοντας στην αποξηραμένη κοίτη του ποταμού έριξαν τις τελευταίες ομοβροντίες στους υποχωρούντες δερβίσηδες. Η μάχη για την κατάληψη της οχυρής θέσης είχε διαρκέσει 45 λεπτά. Οι απώλειες των Βρετανο- Αιγυπτίων ανήλθαν σε 565 νεκρούς και τραυματίες. Βαρύ τίμημα κατέβαλαν και οι Κάμερον Χάιλάντερς: 16 νεκρούς και 45 τραυματίες.
Οι δερβίσηδες είχαν περισσότερους από 3.000 νεκρούς και τραυματίες. Μεγάλος ήταν και ο αριθμός των αιχμαλώτων που συνέλαβαν οι Βρετανοί, ανάμεσα σε αυτούς και ο ίδιος ο εμίρης Μαχμούντ Αχμάντ. «Εγώ μπροστά στον χαλίφη δεν είμαι παρά ένα φύλλο», είπε στον Κίτσενερ όταν οδηγήθηκε μπροστά του, «στο Ομντουρμάν θα πληρώσετε για όλα».
Η Μάχη του Ποταμού Atbara (8 Απριλίου 1898)
Ο Kitchener δίστασε να επιτεθεί στους οχυρωμένους Ansar, επειδή ο στρατός του βρίσκονταν 1.200 μίλια μακριά από τη βάση ανεφοδιασμού και δεν είχε καλές γραμμές επικοινωνίας. Στις 4 Απριλίου 1898 ήταν ολοφάνερο ότι ο Mahmud δεν σκόπευε να δώσει μάχη σε ανοικτό πεδίο και έτσι, μετά από τέσσερις μέρες, ο στρατός του άρχισε τη νύχτα 7 - 8 Απριλίου να παίρνει θέση στη Nakheila. Στις 8 Απριλίου 1898, κάτω από το φως ενός λαμπερού φεγγαριού, η δύναμη του Kitchener χωρισμένη σε τέσσερα μεγάλα τετράγωνα προέλαυσε αθόρυβα μέσω της ερήμου και στις 4 το πρωί παρατάχθηκε για μάχη.
Το πρώτο πυροβόλο άνοιξε πυρ στις 6.20 και ακολούθησε βαρύς βομβαρδισμός από οβίδες και ρουκέτες, προκαλώντας ένα μεγάλο σύννεφο καπνού και σκόνης πάνω από το πεδίο της μάχης. Ξαφνικά εμφανίστηκε μια μεγάλη μάζα ιππικού που επιτέθηκε γρήγορα στο αριστερό μέτωπο κατά του Αιγυπτιακού ιππικού.
Οι Βρετανικές Δυνάμεις στη Μάχη του Atbara (8 Απριλίου 1898)
- Βρετανική ταξιαρχία (Catacre)
1ο τάγμα 6ο σύνταγμα Royal Warwickshire
1ο τάγμα 10ο σύνταγμα Lincolnshire
1ο τάγμα 72ο σύνταγμα Seaforth Highlanders
1ο τάγμα 79ο σύνταγμα Cameron Highlanders
- Αιγυπτιακή μεραρχία (Hunter)
1η ταξιαρχία (MacDonald) 2o Αιγυπτιακό, 9ο, 10ο, 11ο Σουδανικά τάγματα
2η ταξιαρχία (Maxwell) 8ο Αιγυπτιακό, 12ο, 13ο, 14ο Σουδανικά τάγματ
3η ταξιαρχία (Lewis) 3ο, 4ο, 7ο Αιγυπτιακά τάγματα
Ιππικό (Broadwood) 8 ίλες και 2 πολυβόλα Maxim
Ιππήλατη πυροβολαρχία (Young) 6 πυροβόλα Krupp
3 πυροβολαρχίες του Long, καθεμία από 6 πολυβόλα Maxim - Nordenfelt
Απόσπασμα Αιγύπτιων πυροβολητών με ρουκετοβόλα 24 λιβρών (Beatty)
Μετά από μια ώρα συνεχούς βομβαρδισμού, ακούστηκε η γενική προσταγή της επίθεσης του πεζικού εναντίον των Ansar. Οι Cameron Highlanders βρίσκονταν παραταγμένοι σε γραμμή κατά μήκος του μετώπου. Ακολουθούσαν σε φάλαγγες των οκτώ λόχων οι Lincolns στα δεξιά, οι Seaforths στο κέντρο και οι Warwicks στα αριστερά. Ο αγκαθωτός φράκτης εμπόδισε αρχικά τους Cameron να προχωρήσουν. Υπήρχαν πάσσαλοι και πυκνό δίκτυο από χαντάκια. Ο καπνός και η σκόνη δυσκόλευαν την ορατότητα. Μαύροι πολεμιστές πετάχτηκαν ξαφνικά από τη γη, τρέχοντας και πυροβολώντας, καθώς υποχωρούσαν μπροστά στον κινούμενο όγκο του πεζικού.
Αφήνοντας σωρούς από νεκρούς, οι στρατιώτες των Camerons, Seaforths, Lincolns και Warwicks συνέχισαν την κίνηση τους μέσα στη zareba έως το ποτάμι. Φτάνοντας στην όχθη του ποταμού έριξαν ομοβροντίες στον εχθρό, που τρέπονταν σε φυγή. Η 45λεπτη μάχη τελείωσε. Ήταν μια δαπανηρή νίκη για τον Άγγλο-αιγυπτιακό στρατό, ο οποίος είχε περισσότερες από 550 απώλειες.
Οι Απώλειες των Βρετανών
1ο τάγμα των Royal Warwickshire 2 νεκροί 12 τραυματίες
1ο τάγμα 10ο σύνταγμα Lincolns 1 νεκρός 16 τραυματίες
72ο σύνταγμα Seaforth Highlanders 7 νεκροί 26 τραυματίες
79ο σύνταγμα Cameron Highlanders 16 νεκροί 45 τραυματίες
Οι τρεις Αιγυπτιακές ταξιαρχίες έχασαν 57 άντρες και είχαν 386 τραυματίες, συμπεριλαμβανομένων δέκα Βρετανών αξιωματικών. Ο στρατός του Mahmud διαλύθηκε ολοσχερώς. Οι απώλειες εκτιμώνται σε 40 Amir και 1.000 νεκρούς. Πολλοί συνελήφθησαν και ανάμεσα τους ο Mahmud. Το υπόλοιπο του στρατού των Ansar διασκορπίστηκε στην έρημο. Ο Osman Digna κατάφερε με 4.000 άντρες περίπου να υποχωρήσει προς το Gedaref και να ενωθεί με τον κύριο όγκο του στρατού στο Omdurman.
Ο Sirdar Προετοιμάζεται για την Τελική Μάχη
Ο Kitchener παρέμεινε όλο το καλοκαίρι στο Οχυρό Atbara, περιμένοντας τις ενισχύσεις και την άνοδο των νερών του Νείλου.
Η ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟ OMDURMAN
Στα μέσα Αυγούστου ο στρατός του Kitchener συγκεντρώθηκε στον έκτο καταρράκτη διαθέτοντας μια προωθημένη αποθήκη εφοδίων στο νησί Nasri. Κατά τη διάρκεια του Ιουλίου και Αυγούστου ο στρατός ενισχύθηκε με μια νέα Βρετανική ταξιαρχία, που αποτελούνταν από το 1ο τάγμα Γρεναδιέρων της Φρουράς (από το Γιβραλτάρ), το 1ο τάγμα Τυφεκιοφόρων Northumberland, το 2ο τάγμα Τυφεκιοφόρων Lancashire από το Κάιρο και το 2ο τάγμα της ταξιαρχίας Τυφεκιοφόρων από τη Μάλτα. Το 21ο σύνταγμα Λογχοφόρων ήρθε επίσης από την Αίγυπτο. Οπότε η συνολική δύναμη του Kitchener ήταν περίπου 22.000 άντρες, 44 πυροβόλα, 20 Maxim και ένας στόλος κανονιοφόρων με τις δέκα από αυτές θωρακισμένες.
Στις 24 Αυγούστου, ξεκίνησε η προέλαση. Στην κεφαλή της βρίσκονταν το ιππικό και το Σώμα καμήλων, ενώ ο υπόλοιπος στρατός ακολουθούσε. Έγιναν οι ακόλουθες στάσεις:
Το στρατόπεδο είχε διαστάσεις 720 x 560 γιάρδες με τα ζώα και τα μεταφορικά στο κέντρο. Ο στρατός του Khalifa εντοπίστηκε άμεσα από ανιχνευτές ιππικού, δυτικά του Omdurman να κινείται βόρεια προς τους λόφους Kerreri απέναντι από την Egeiga. Αλλά κατά το απόγευμα οι Ansar σταμάτησαν την προέλαση τους. Ο Kitchener άρχισε γρήγορα να ισχυροποιεί τη θέση του. Οι λεπτομέρειες της προέλασης στο Omdurman, έχουν ληφθεί από την επίσημη Αναφορά του στρατηγού Kitchener, με ημερομηνία 5 Σεπτεμβρίου 1898:
«Κύριε, μετά την απόφαση να σταλεί μια εκστρατευτική δύναμη από Βρετανικά και Αιγυπτιακά στρατεύματα εναντίον του στρατού του Khalifa στο Omdurman, έχω την τιμή να σας πληροφορήσω ότι τα ακόλουθα στρατεύματα ήταν συγκεντρωμένα στον έκτο καταρράκτη, κοντά σε μια προκεχωρημένη αποθήκη προμηθειών που είχε προηγουμένως δημιουργηθεί στο νησί Nasri.
Βρετανικά Στρατεύματα
21ο σύνταγμα Λογχοφόρων, 32η πεδινή πυροβολαρχία Βασιλικού Πυροβολικού, 37η πυροβολαρχία ολμοβόλων Βασιλικού Πυροβολικού.
Μεραρχία Πεζικού
- 1η Ταξιαρχία
1ο τάγμα του συντάγματος Warwickshire, 1ο τάγμα του συντάγματος Lincolnshire, 1ο τάγμα Seaforth Highlanders, 1ο τάγμα των Cameron Highlanders, 6 Maxim και απόσπασμα του Βασιλικού Μηχανικού.
2η Ταξιαρχία
1ο τάγμα Φρουράς Γρεναδιέρων, 1ο τάγμα Τυφεκιοφόρων του Northumberland, 2ο τάγμα των Τυφεκιοφόρων Lancashire, 2ο τάγμα της Ταξιαρχίας Τυφεκιοφόρων, 4 Maxim, απόσπασμα Βασιλικού Μηχανικού.
Αιγυπτιακά Στρατεύματα
9 ίλες ιππικού, 1 ιππήλατη πυροβολαρχία, 4 πεδινές πυροβολαρχίες, 10 Maxim, 8 λόχοι Σώματος Καμήλων.
- 1η Ταξιαρχία
2ο Αιγυπτιακό τάγμα, 9ο, 10ο και 11ο Σουδανικά τάγματα.
- 2η Ταξιαρχία
8ο Αιγυπτιακό τάγμα, 12ο, 13ο και 14ο Σουδανικά τάγματα.
- 3η Ταξιαρχία
3ο, 4ο, 7ο και 15ο Αιγυπτιακά τάγματα.
- 4η Ταξιαρχία
1ο, 5ο, 17ο, 18ο Αιγυπτιακά τάγματα. Μεταφορικά με καμήλες.
Στις 24 Αυγούστου τα στρατεύματα άρχισαν να προελαύνουν προς το Jebel Royan, όπου κατασκευάστηκε μια αποθήκη για τις προμήθειες και ένα Βρετανικό νοσοκομείο 200 κλινών. Στις 28 Αυγούστου, ο στρατός κινήθηκε προς το Wadi el Abid και την επόμενη μέρα έφτασε στο Sayal, από όπου έστειλα γράμμα στον Khalifa, προειδοποιώντας τον να εκκενώσει το Omdurman από τα γυναικόπαιδα, καθώς σκόπευα να το βομβαρδίσω, εκτός και αν παραδινόταν. Την επόμενη μέρα ο στρατός βάδισε προς το Sururab και στις 1 Σεπτεμβρίου έφτασε στο χωριό Egeiga, δυο μίλια νότια των λόφων Kerreri και σε απόσταση 6 μιλίων από το Omdurman. Σε όλη τη διάρκεια της προέλασης μας έγιναν αντιληπτές συχνές περιπολίες του εχθρικού ιππικού.
Οι ανιχνευτές μας αντίκρισαν το Omdurman, από όπου μεγάλα τμήματα του εχθρού εθεάθησαν να κινούνται βόρεια. Το απόγευμα από τις πλαγιές του Jebel Surgham, είδα ολόκληρο το στρατό των Ansar να έρχεται εναντίον μας και τη μαύρη σημαία του Khalifa μαζί με τους Mulazimin του (σωματοφύλακες) να είναι ευδιάκριτη στον ορίζοντα. Εκτίμησα τον αριθμό τους σε 35.000 άντρες, αλλά η πραγματική τους δύναμη ήταν μεταξύ σαράντα και πενήντα χιλιάδων αντρών. Από πληροφορίες που έλαβα, συμπέρανα, ότι η πρόθεση του Khalifa ήταν να μας συναντήσει στους λόφους Kerreri, αλλά ξαφνιάστηκε από τη γρήγορη προέλαση μας.
Ο στρατός παρατάχθηκε άμεσα γύρω από το χωριό Egeiga, όπου οργάνωσε μια αμυντική περίμετρο με καθαρό πεδίο πυρός προς κάθε κατεύθυνση. Στις 14:00 μ.μ. οι ανιχνευτές μας ανέφεραν, ότι ο εχθρός σταμάτησε την προέλαση του και ετοιμαζόταν να κατασκηνώσει. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο Khalifa σχεδίαζε μια νυκτερινή επίθεση στις θέσεις μας και έτσι έγιναν προετοιμασίες γι' αυτό. Την ίδια στιγμή όμως οι κάτοικοι του χωριού Egeiga μετέφεραν ψευδείς πληροφορίες ότι σκοπεύαμε εμείς να κάνουμε μια νυκτερινή επίθεση. Αυτό έγινε γνωστό στον Khalifa, ο οποίος αποφάσισε να παραμείνει στη θέση του. Συνεπώς περάσαμε ένα ανενόχλητο βράδυ.
Εν τω μεταξύ, οι κανονιοφόροι υπό τη διοίκηση του Keppel, οι οποίες είχαν βομβαρδίσει το προκεχωρημένο στρατόπεδο των Ansar κοντά στους λόφους Kerreri στις 31 Αυγούστου, συνέχισαν την πορεία τους νότια την αυγή της 1ης Σεπτεμβρίου, ρυμουλκώντας την πυροβολαρχία ολμοβόλων στη δεξιά όχθη, σε συνεργασία με τους άτακτους του ταγματάρχη Stuart-Wortley. Μετά την καταστροφή δυο οχυρών, η πυροβολαρχία έλαβε θέση στη δεξιά όχθη του ποταμού, από όπου ξεκίνησε ένας αποτελεσματικός βομβαρδισμός του Omdurman. Ο περίβλεπτος θόλος του τύμβου του Mahdi διαλύθηκε, ενώ οι κανονιοφόροι βομβάρδισαν αποτελεσματικά τα γύρω οχυρά, που απάντησαν με πολλές αλλά άστοχες βολές».
Η νύκτα της 1 / 2 Σεπτεμβρίου 1896 περιγράφεται γλαφυρά από τον Bennet Burleigh, πολεμικό ανταποκριτή της Daily Telegraph του Λονδίνου, στην αναφορά του στην εφημερίδα:
«Η θύελλα είχε περάσει. Το φεγγάρι ανέτειλε νωρίς την νύκτα της 1ης Σεπτεμβρίου. Έλαμπε ζωηρά πάνω από τον καταυλισμό, νότια του χωριού Kerreri ή του Umm Matragan, σύμφωνα με τους χαρτογράφους. Η βόρεια άκρη του στρατοπέδου μας βρίσκονταν κοντά στον ποταμό μόλις 500 γιάρδες νότια του ερειπωμένου οχυρού των Ansar στο Kerreri. Φρουρές υπήρχαν κατά μήκος του ημικυκλικού στρατοπέδου. Οι φρουροί είχαν πολύ καλό οπτικό πεδίο. Στρατιώτες βρίσκονταν επίσης τις στέγες των καλυβών των ντόπιων στη νοτιοδυτική γωνία του στρατοπέδου.
Τέσσερις ανιχνευτές Ja’alin εστάλησαν στο λόφο Surgham για να παρατηρούν το στρατό του Khalifa και να μας πληροφορήσουν για ενδεχόμενη κίνηση του. Οι φρουροί είχαν διαταγή να πυροβολούν σε όποιον επιτίθονταν. Από τη βόρεια μέχρι τη νότια άκρη, κατά μήκος του ποταμού, το στρατόπεδο είχε διαστάσεις περίπου ένα μίλι μήκος και 1.200 γιάρδες πλάτος. Υπήρχαν καλύβες από λάσπη εντός του στρατοπέδου, που προστατεύονταν από μιμόζα και διπλή σειρά χαρακωμάτων. Θάμνοι υπήρχαν μπροστά από τις θέσεις των Βρετανικών στρατευμάτων, τα οποία είχαν μέτωπο προς το Omdurman νότια. Χαρακώματα προστάτευαν το στρατόπεδο δυτικά και βόρεια, στις θέσεις των Αιγυπτίων στρατιωτών.
Οι οχυρώσεις της zareba δεν έφταναν μέχρι το ποτάμι. Υπήρχε κενό τριάντα έως πενήντα γιαρδών. Η ταξιαρχία του Lyttelton ήταν πρώτη παρατεγμένη αριστερά στη νότια άκρη του στρατοπέδου. Οι άντρες του Wauchope συνέχιζαν τη διάταξη προς τα δεξιά. Στο νότιο κενό υπήρχαν τρεις λόχοι του 2ου τάγματος της Ταξιαρχίας Τυφεκιοφόρων. Στα δεξιά τους υπήρχαν τρεις πυροβολαρχίες. Η 32η πεδινή πυροβολαρχία υπό τον ταγματάρχη Williams, δυο ορεινές πυροβολαρχίες Maxim-Nordenfelt με διοικητές τους λοχαγούς Stewart και de Rougemont, καθώς και έξι πολυβόλα Maxim υπό τον λοχαγό Smeaton. Δεξιά των πυροβολαρχιών βρίσκονταν οι υπόλοιποι άντρες της 2ης ταξιαρχίας Τυφεκιοφόρων, οι Τυφεκιοφόροι Lancashire, Northumberland και η Φρουρά των Γρεναδιέρων.
Ανάμεσα στις ταξιαρχίες του στρατηγού Lyttelton και στρατηγού Wauchope, υπήρχαν δυο πολυβόλα Maxim. Μετά ακολουθούσαν τα συντάγματα των Warwick, Cameron, Seaforth και Lincoln. Στο δεξιό των Lincolns, όπου άρχιζαν τα χαρακώματα και η γραμμή του μετώπου εκτείνονταν προς τα δυτικά, βρίσκονταν η ταξιαρχία του Maxwell. Μεταξύ των ταξιαρχιών των Wauchope και Maxwell υπήρχαν δυο Maxim και στη διάρκεια της πρώτης επίθεσης των Ansar, τα δυο πυροβόλα Krupp των έξι εκατοστών. Η πυροβολαρχία Maxim-Nordenfelt του ταγματάρχη Lawrie βρίσκονταν δεξιά της ταξιαρχίας του Maxwell. Στη βόρεια πλευρά της zareba υπήρχε η πυροβολαρχία Maxim-Nordenfelt του ταγματάρχη Peake.
Αυτά τα πυροβόλα είχαν αποδώσει καλά στη μάχη του ποταμού Atbara, ώστε ο Kitchener άμεσα ενίσχυσε το πυροβολικό του με τρεις ακόμα πυροβολαρχίες αυτής της κλάσης. Η ταξιαρχία του Maxwell αποτελούνταν από τρία Σουδανικά και ένα Αιγυπτιακό τάγμα, δηλαδή, το 8ο Αιγυπτιακό και τα 12ο, 13ο και 14ο Σουδανικά. Βορειότερα, στη δεξιά πλευρά των αντρών του συνταγματάρχη Maxwell, υπήρχε η ταξιαρχία Αιγυπτίων του Lewis Bey, με τα 3ο, 4ο, 7ο και 15ο τάγματα. Ανάμεσα τους βρίσκονταν η πασίγνωστη και εμπειροπόλεμη ταξιαρχία του συνταγματάρχη MacDonald, αποτελούμενη από τα 9ο, 10ο, 11ο Σουδανικά και το 2ο Αιγυπτιακό τάγμα.
Εντός του στρατοπέδου, σε εφεδρεία, βρίσκονταν η 4η ταξιαρχία Αιγυπτίων με διοικητή τον ταγματάρχη Collinson. Αποτελούνταν από τα 1ο, 5ο, 17ο και 18ο Αιγυπτιακά τάγματα».
Οι Βρετανικές Δυνάμεις στη Μάχη του Omdurman 1 - 2 Σεπτεμβρίου 1898
- Βρετανική Μεραρχία Πεζικού (Catacre)
1η ταξιαρχία (Wauchope)
1o τάγμα Royal Warwickshire (συνταγματάρχης Jones)
1ο τάγμα Lincoshire (αντισυνταγματάρχης Louth)
1ο τάγμα Seaforth Highlanders (συνταγματάρχης Murray)
1ο τάγμα Cameron Highlanders έξι πυροβόλα Maxim
1 απόσπασμα Βασιλικού Μηχανικού
2η ταξιαρχία (Lyttelton)
1ο τάγμα Φρουράς Γρεναδιέρων (συνταγματάρχης Hatton)
1ο τάγμα τυφεκιοφόρων Northumberland (αντισυνταγματάρχης Money)
2ο τάγμα τυφεκιοφόρων Lancashire (αντισυνταγματάρχης Collinwood)
2η ταξιαρχία τυφεκιοφόρων (συντ. Hayward)
4 πυροβόλα Maxim επανδρωμένα από Ιρλανδούς τυφεκιοφόρους
1 απόσπασμα Βασιλικού Μηχανικού
- Αιγυπτιακή Μεραρχία Πεζικού (Hunter)
1η ταξιαρχία (MacDonald)
2o Αιγυπτιακό τάγμα (Pink)
9ο Σουδανικό τάγμα (Walter)
10ο Σουδανικό τάγμα (Nason)
11ο Σουδανικό τάγμα (Jackson)
2η ταξιαρχία (Maxwell)
8ο Αιγυπτιακό τάγμα (Kiloussi Bey)
12ο Σουδανικό τάγμα (Townshend)
13ο Σουδανικό τάγμα (Collinson Smith – Dorrien)
14ο Σουδανικό τάγμα(Shekleton)
3η ταξιαρχία (Lewis)
3ο Αιγυπτιακό τάγμα (Sillern)
4ο Αιγυπτιακό τάγμα (Sparkes)
7ο Αιγυπτιακό τάγμα (Fathy Bey)
15ο Αιγυπτιακό τάγμα (Hickman)
4η ταξιαρχία (Collinson)
1ο Αιγυπτιακό τάγμα (Doran)
5ο Αιγυπτιακό τάγμα (Burhan Bey)
17ο Αιγυπτιακό τάγμα (Matchett)
Ιππικό (Burn-Murdoch)
21ο σύνταγμα Λογχοφόρων 4 ίλες (Martin), Αιγυπτιακό ιππικό 9 ίλες (Broadwood) Σώμα καμήλων 8 λόχοι (Tudway)
- Πυροβολικό (Long)
32η πεδινή πυροβολαρχία, Βασιλικό Πυροβολικό (8 πυροβόλα)
37η πεδινή πυροβολαρχία, Βασιλικό Πυροβολικό (6 ολμοβόλα 5 ιντσών)
1η Αιγυπτιακή ιππήλατη πυροβολαρχία (6 Krupp των 6cm, 2 Maxim)
2η, 3η, 4η, 5η Αιγυπτιακές πεδινές πυροβολαρχίες (καθεμία 6 Maxim-Nordenfelt, 2 Maxim)
- Ναυτικές Δυνάμεις
3 θωρακισμένες κανονιοφόροι κλάσης 1889 (καθεμία με 2 Nordenfelt, 1 ολμοβόλο, 4 Maxim)
3 θωρακισμένες κανονιοφόροι κλάσης 1896 (καθεμία με δυο 6pdr,
4 Maxim) 4 παλιές θωρακισμένες κανονιοφόροι (καθεμία με ένα 12pdr, δυο MaximNordenfelt)
Συνολικός αριθμός στρατιωτών: 8.200 Βρετανοί, 17.600 Αιγύπτιοι - Σουδανοί
Στη zareba: 44 πυροβόλα, 20 Maxim
Στις κανονιοφόρους: 36 πυροβόλα, 24 Maxim.
ΟΜΝΤΟΥΡΜΑΝ
Τέσσερις μήνες παρέμεινε ο Κίτσενερ στη θέση του δίνοντας στους άνδρες του χρόνο να αναπαυθούν και να προετοιμαστούν για τη συνέχεια. Κατά το διάστημα αυτό ενισχύθηκε με νέες μονάδες και συμπλήρωσε τα εφόδιά του. Στα μέσα Αυγούστου, όταν είχαν περάσει οι δύσκολες μέρες του καυτού αφρικανικού καλοκαιριού, ο αρχιστράτηγος ήταν έτοιμος. Στις 24 του μήνα ξεκίνησε για την τελική του επίθεση. Αυτή τη φορά στόχος του ήταν η καρδιά του "θηρίου": το Ομντουρμάν. Μετά από πορεία οκτώ ημερών, την 1η Σεπτεμβρίου, το εκστρατευτικό σώμα έφθασε στον παραποτάμιο οικισμό Εγέϊγα, 11 χλμ. βόρεια του Ομντουρμάν, όπου και στρατοπέδευσε.
Η περίμετρος του στρατοπέδου, μήκους 1.600 μέτρων περίπου, είχε το σχήμα ενός μεγάλου ημικυκλίου του οποίου οι δύο άκρες βρίσκονταν στον Νείλο. Στη νότια πλευρά της περιμέτρου, προς την κατεύθυνση του Ομντουρμάν, ο Κίτσενερ έταξε τους Βρετανούς, ενώ στο μέσο και στη βόρεια πλευρά έλαβαν θέση οι Αιγύπτιοι με τους Σουδανούς. Στο σημείο όπου η κάθε μονάδα συναντούσε τη διπλανή της, ο αρχιστράτηγος τοποθέτησε πυροβολικό με τρόπο ώστε σε όλη την περίμετρο να υπάρχει μια αδιάλειπτη γραμμή αλληλοσυμπληρούμενου πυρός από τα τυφέκια των ανδρών, τα πολυβόλα Μaxim και τα πυροβόλα που υπήρχαν ανάμεσά τους.
Οι Βρετανοί και οι Αιγύπτιοι κατασκεύασαν περίφραξη ζαρίμπα, ενώ σε κάποια σημεία της περιμέτρου, κυρίως στη βόρεια πλευρά, έσκαψαν ρηχά χαρακώματα. Στο νοτιότερο άκρο του στρατοπέδου τάχθηκαν οι λογχοφόροι του 21ου Συντάγματος Ιππικού, ενώ στο βορειότερο το αιγυπτιακό ιππικό και το σώμα των καμηλών. Οι κανονιοφόροι τοποθετήθηκαν στις δύο άκρες του στρατοπέδου για να παρέχουν πυρά υποστήριξης. Μπροστά από το στρατόπεδο εκτεινόταν η έρημος, η οποία με ήπια κλίση ανηφόριζε από τον Νείλο προς τα δυτικά επιτρέποντας παρατήρηση σε ικανή απόσταση και εξαιρετικούς τομείς βολής.
Βορειοδυτικά του στρατοπέδου και σε απόσταση περίπου 3 χλμ. υπήρχε το σύμπλεγμα των λόφων Κερέρι, ενώ νοτιοδυτικά υψωνόταν το απόκρημνο βουνό Τζεμπέλ Σουργκάμ. Από τους πρόποδες του τελευταίου οι βρετανικές περίπολοι και αργότερα το μεσημέρι και ο ίδιος ο Κίτσενερ είδαν το σύνολο του στρατού των δερβίσηδων να έχει αφήσει το Ομντουρμάν και να φθάνει προς συνάντηση του εκστρατευτικού σώματος. Νωρίς το απόγευμα ο στρατός του χαλίφη σταμάτησε και στρατοπέδευσε. Οι Βρετανοί και οι Αιγύπτιοι συμπλήρωσαν τις προετοιμασίες τους και στη συνέχεια αναζήτησαν λίγη ανάπαυση. Η νύκτα κύλησε ήσυχα σε γενικές γραμμές, αλλά λίγο πριν τα ξημερώματα της 2ας Σεπτεμβρίου σήμανε συναγερμός.
Οι προωθημένες περίπολοι ανέφεραν πως οι Ανσάρ είχαν σηκωθεί και έπαιρναν θέση για επίθεση. Οι άνδρες επάνδρωσαν ταχύτατα τις προκαθορισμένες θέσεις στην περίμετρο και περίμεναν την εκδήλωση της επίθεσης. Στις 06:30 ο Κίτσενερ έστειλε το Αιγυπτιακό ιππικό, τις καμήλες και το έφιππο πυροβολικό στους λόφους Κερέρι σε αποστολή αντιπερισπασμού. Στις 06:40 ακούστηκαν οι αλαλαγμοί των επιτιθεμένων, ενώ λίγο αργότερα φάνηκαν οι πρώτες σημαίες τους και πίσω από αυτές τα πλήθη των δερβίσηδων με τους έφιππους εμίρηδες να τους καθοδηγούν. Υπό τα ψυχρά βλέμματα των Βρετανών ο στρατός του χαλίφη απλώθηκε σαν ένα τεράστιο μισοφέγγαρο το οποίο με μεγάλη ταχύτητα συνέκλινε προς την περίμετρό τους.
Από τη νότια πλευρά του βουνού επιτέθηκαν οι άνδρες της μαύρης σημαίας. Οι τυφεκιοφόροι της σκουροπράσινης σημαίας έλαβαν θέσεις στους πρόποδες του Τζεμπέλ Σουργκάμ και άρχισαν να βάλλουν κατά των Βρετανο-Αιγυπτίων από σχετικά υψηλότερο έδαφος. Η μεγάλη απόσταση, όμως, από την οποία πυροβολούσαν και το γεγονός ότι οι Ανσάρ δεν ήταν και οι καλύτεροι των σκοπευτών, συνετέλεσαν ώστε η αποτελεσματικότητα του πυρός αυτού να είναι ιδιαίτερα χαμηλή και να μην ανησυχήσει τους Βρετανούς παρά τις μικρές απώλειες που τους προξένησε. Ταυτόχρονα από τη βόρεια πλευρά του βουνού ο κύριος όγκος των πολεμιστών του ίδιου σχηματισμού με επικεφαλής τον εμίρη Οσμάν Αζράκ όρμησε προς τον κεντρικό τομέα του στρατοπέδου των Βρετανο-Αιγυπτίων.
Πιο βόρεια οι άνδρες της πράσινης σημαίας, έξαλλοι από τον θρησκευτικό φανατισμό, όρμησαν στο προωθημένο απόσπασμα των Αιγυπτίων στους λόφους Κερέρι. Στις 06:45 και από απόσταση 2.750 μέτρων το πυροβολικό του Κίτσενερ άρχισε να βάλλει κατά των επιτιθεμένων. Πέντε λεπτά αργότερα ζωντάνεψαν τα πολυβόλα Μaxim και αμέσως μετά τα τυφέκια των στρατιωτών. Ταυτόχρονα άρχισαν να βάλουν και τα πυροβόλα των κανονιοφόρων που είχαν λάβει θέση στη νότια πλευρά του στρατοπέδου. Ο όγκος πυρός ήταν πλέον τεράστιος και το αποτέλεσμά του στους εκτεθειμένους δερβίσηδες καταστροφικό. Η έρημος άρχισε να σπέρνεται από τα νεκρά κορμιά τους και να ποτίζεται από το αίμα τους.
Τα όπλα των Βρετανών υπερθερμαίνονταν από τη συνεχή χρήση και τα αντικαθιστούσαν με άλλα που τους χορηγούσαν οι πιο πίσω γραμμές. Στους λόφους Κερέρι όμως τα πράγματα είχαν λάβει διαφορετική τροπή. Οι δερβίσηδες έχοντας μεγάλη αριθμητική υπεροχή επιτίθεντο στο μέτωπο και στο δεξιό πλευρό των Αιγυπτίων πιέζοντάς τους ασφυκτικά. Ο επικεφαλής, συνταγματάρχης Μπρόουντγουντ, αντιλήφθηκε ότι ο αγώνας στο σημείο εκείνο ήταν μάταιος και η περαιτέρω παραμονή εκεί ισοδυναμούσε με καταστροφή. Επάνω στην ώρα έφθασε και η εντολή για υποχώρηση από τον Κίτσενερ. Το ιππικό απαγκιστρώθηκε γρήγορα αλλά το έφιππο πυροβολικό και το σώμα των καμηλών διέτρεχαν θανάσιμο κίνδυνο καθώς τους ακολουθούσαν κατά πόδας οι δερβίσηδες.
Οι Ανσάρ κατέλαβαν δύο πυροβόλα που εγκατέλειψαν κακήν κακώς τα πληρώματά τους και βρέθηκαν μια ανάσα από το να παγιδεύσουν τους υποχωρούντες Αιγυπτίους. Στην κρίσιμη στιγμή εμφανίστηκε στην όχθη η κανονιοφόρος "Μελίκ", η οποία με τα όπλα της θέρισε κυριολεκτικά τους προπορευόμενους δερβίσηδες δίνοντας τον χρόνο στο σώμα των καμηλών να αναζητήσει τη σωτηρία στο στρατόπεδο. Οι δερβίσηδες δίστασαν για μια στιγμή, αλλά εξοργισμένοι από την αποτυχία τους επιτέθηκαν στη βόρεια πλευρά του στρατοπέδου. Η προσέγγιση δεύτερης κανονιοφόρου και το πυρ των αμυνομένων από το στρατόπεδο τούς ανάγκασε να υποχωρήσουν προς τους λόφους.
Στο μεταξύ στον κεντρικό τομέα οι δερβίσηδες συνέχιζαν να επιτίθενται με μανία. Ο φανατισμός και το μίσος δεν τους άφηναν το περιθώριο να φοβηθούν. Οι αμυνόμενοι όμως δεν αστειεύονταν. Όσοι περισσότεροι δερβίσηδες ρίχνονταν στη μάχη, τόσο αυξάνονταν οι απώλειές τους και σιγά-σιγά η αρχική τους ορμή μειώθηκε. Στην πρώτη γραμμή ένας ηλικιωμένος άνδρας κρατώντας μια μεγάλη σημαία έτρεχε προς την περίμετρο την ώρα που τον βρήκε ο θάνατος. Δίπλα του ο γενναίος εμίρης Οσμάν Αζράκ έφιππος παρότρυνε τους άνδρες να συνεχίσουν την επίθεση ανεμίζοντας το σπαθί του. Μία ριπή τον έριξε από το άλογό του νεκρό. Ο θάνατος του εμίρη σήμανε και το τέλος της επίθεσης.
Οι πιο προωθημένοι ανσάρ έπεσαν στο έδαφος για να καλυφθούν, ενώ οι υπόλοιποι τράπηκαν σε φυγή προς το Τζεμπέλ Σουργκάμ και τους λόφους Κερέρι. Ήταν 08:00 όταν αναχαιτίστηκε η επίθεση. Στο τμήμα της περιμέτρου που επάνδρωναν οι Αιγύπτιοι και οι Σουδανοί οι δερβίσηδες δεν κατόρθωσαν να πλησιάσουν περισσότερο από τα 140 μέτρα, ενώ στο τμήμα στο οποίο αμύνονταν οι Βρετανοί σταμάτησαν στα 270 μέτρα. Παρά την επιτυχή αναχαίτιση της επίθεσης ο Κίτσενερ και το επιτελείο του ήταν ανήσυχοι καθώς έβλεπαν τους δερβίσηδες να χάνονται από το οπτικό τους πεδίο. Αν και ο στρατός του χαλίφη είχε βαριές απώλειες, ήταν ακόμη υπολογίσιμο μέγεθος και δεν έπρεπε να φθάσει πρώτος στο Ομντουρμάν.
Ο αρχιστράτηγος ήθελε με κάθε τρόπο να αποφύγει τις αιματηρές οδομαχίες. Αμέσως διατάχθηκε το 21ο Σύνταγμα Ιππικού να καλπάσει νοτιοδυτικά, να καταδιώξει και να διασκορπίσει τους υποχωρούντες Ανσάρ και τελικά να παρεμβληθεί ανάμεσα σε αυτούς και στο Ομντουρμάν αποτρέποντας την είσοδό τους στην πόλη. Ταυτόχρονα δόθηκε εντολή σε ολόκληρο το εκστρατευτικό σώμα να ακολουθήσει με τη μεγαλύτερη δυνατή ταχύτητα προς την ίδια κατεύθυνση, για να ανακτήσει επαφή με τον εχθρό. Το 21ο Σύνταγμα μετά από σύντομη προετοιμασία ξεκίνησε για την πρώτη του πραγματική έφοδο. Ανάμεσα στους άνδρες των πρώτων γραμμών ήταν και ο νεαρός υπολοχαγός Ουίνστον Τσώρτσιλ, ο μετέπειτα πρωθυπουργός της Βρετανίας.
Προσπερνώντας τους πρόποδες του Τζεμπέλ Σουργκάμ οι Βρετανοί είδαν σε κάποια απόσταση μπροστά τους ένα σώμα από 700 πολεμιστές της φυλής Χάντεντόα, τους Φούζι-Γούζις όπως τους έλεγαν οι Βρετανοί, οι οποίοι ανήκαν στη δύναμη του Οσμάν Ντίνια. Οι 400 λογχοφόροι κάλπασαν εναντίον τους, αλλά καθώς πλησίαζαν διεπίστωσαν έκπληκτοι ότι σε μία εσοχή του εδάφους, η οποία αρχικά δεν ήταν ορατή, υπήρχε ακόμη ένα εχθρικό τμήμα περίπου 2.000 ανδρών. Η ταχύτητά τους ήταν τέτοια που δεν τους επέτρεπε να σταματήσουν. Χωρίς δεύτερη σκέψη επιτέθηκαν στη μάζα των δερβίσηδων. Η σύγκρουση ήταν φοβερή. Άνδρες, άλογα κι ατσάλι έγιναν ένα.
Οι πρώτοι δερβίσηδες παρασύρθηκαν από την ορμή των ιππέων, στη συνέχεια όμως η μάχη εξελίχθηκε σε μια σειρά από πολλές ατομικές μονομαχίες. Μέσα στη μάζα των δερβίσηδων ο κάθε ιππέας πολεμούσε για τον εαυτό του. Η μάχη σώμα με σώμα διήρκεσε μόλις δύο λεπτά. Οι πιο πολλοί λογχοφόροι κατάφεραν να διαπεράσουν τον εχθρικό κλοιό και να βρεθούν στην απέναντι πλευρά. Κάποιοι άλλοι που είτε έπεσαν από τα άλογά τους, είτε μπλοκαρίστηκαν ανάμεσα στους εχθρούς, έμειναν εκεί για πάντα. Στα δύο αυτά λεπτά το 21ο Σύνταγμα είχε 5 αξιωματικούς και 65 οπλίτες νεκρούς και τραυματίες, έχασε δε και 119 άλογα. Φθάνοντας οι λογχοφόροι στην άλλη άκρη της εσοχής αφίππευσαν και άρχισαν να βάλλουν με τις καραμπίνες τους κατά των δερβίσηδων.
Οι τελευταίοι σχημάτισαν εκ νέου τις γραμμές τους και αφού άλλαξαν μέτωπο κινήθηκαν εναντίον των Βρετανών. Τα δραστικά πυρά όμως ανέκοψαν την επίθεσή τους και τους ανάγκασαν να υποχωρήσουν προς την κατεύθυνση του Τζεμπέλ Σουργκάμ. Η ώρα ήταν περίπου 09:30 όταν το υπόλοιπο εκστρατευτικό σώμα, που ακολουθούσε κινούμενο κλιμακωτά, περνούσε μπροστά από το Τζεμπέλ Σουργκάμ βαδίζοντας νοτιοδυτικά προς το Ομντουρμάν και οι ανιχνευτές ανέφεραν στον Κίτσενερ ότι η μαύρη σημαία ήταν ακόμη στην περιοχή. Ο αρχιστράτηγος έδωσε εντολή στις τρεις προπορευόμενες ταξιαρχίες του να επιτεθούν από τη νότια πλευρά του βουνού.
Καθώς οι ταξιαρχίες αυτές επιτάχυναν για να επιτεθούν, ολόκληρη η παράταξη του εκστρατευτικού σώματος τεντώθηκε και τα κενά ανάμεσα στις μονάδες άρχισαν να μεγαλώνουν. Τελευταία στη σειρά ερχόταν η ταξιαρχία του Μακ Ντόναλντ, με δύναμη 3.000 Αιγυπτίων και Σουδανών, η οποία εκείνη τη χρονική στιγμή βρισκόταν στο ύψος του βορείου άκρου του Τζεμπέλ Σουργκάμ. Ο Μακ Ντόναλντ, αλλά και ο διοικητής της Αιγυπτιακής μεραρχίας στρατηγός Χάντερ που ήταν μαζί του, έβλεπαν την ταξιαρχία του ταξίαρχου Λιούις η οποία προπορευόταν να απομακρύνεται και το διάστημα μεταξύ τους να μεγαλώνει. Ήταν η στιγμή που επέλεξε ο Χαλίφης για να «κτυπήσει».
Οι 15.000 άνδρες της μαύρης και της σκουροπράσινης σημαίας ξεπρόβαλαν από τις πλαγιές στο βόρειο άκρο του υψώματος οδηγούμενοι από τον Γιακούμπ και επιτέθηκαν με μανία στην απομονωμένη ταξιαρχία του Μακ Ντόναλντ. Η στιγμή ήταν πολύ δύσκολη. Αν η ταξιαρχία του Μακ Ντόναλντ χανόταν, ολόκληρο το εκστρατευτικό σώμα θα διέτρεχε θανάσιμο κίνδυνο. Ο Μακ Ντόναλντ έδωσε αμέσως εντολή να ταχθούν τα πυροβόλα του, τα οποία άρχισαν να βάλλουν από απόσταση περίπου 1.100 μέτρων. Οι στρατιώτες εκτελώντας τις εντολές των αξιωματικών τους άλλαξαν υποδειγματικά τον σχηματισμό τους από φάλαγγα πορείας σε γραμμή μάχης και καθώς τα επίλεκτα τμήματα του χαλίφη πλησίαζαν τους υποδέχθηκαν με πυκνά πυρά.
Ο Κίτσενερ άκουσε τις εκρήξεις και αντιλαμβανόμενος τον κίνδυνο που διαγραφόταν έδωσε εντολή στον ταξίαρχο Γουότσοπ να σπεύσει με την ταξιαρχία του για να καλύψει το κενό ανάμεσα στην ταξιαρχία του Μακ Ντόναλντ και στην ταξιαρχία του Λιούις. Οι ταξιαρχίες των Λάϊτλτον και Μάξγουελ ακολουθούμενες από αυτή του Λιούις έφθασαν στη νότια πλευρά του Τζεμπέλ Σουργκάμ και επιτέθηκαν σε ένα σώμα 2.700 δερβίσηδων που ανήκε στην σκουροπράσινη σημαία και είχε ως επικεφαλής τον εμίρη Ιμπραήμ Χαλίλ. Μετά από σύντομη μάχη οι Βρετανοί έτρεψαν σε φυγή τους Ανσάρ και κινήθηκαν για να λάβουν θέση ανάμεσα στον στρατό του Χαλίφη και στο Ομντουρμάν.
Στο μεταξύ η πίεση των Ανσάρ στην απομονωμένη ταξιαρχία αυξανόταν διαρκώς. Τα κύματα των πολεμιστών το ένα μετά το άλλο έπεφταν με λύσσα επάνω στους άνδρες του Μακ Ντόναλντ, οι οποίοι με αξιοθαύμαστη σταθερότητα διατηρούσαν τις γραμμές τους. Κάποια στιγμή όμως και με την ταξιαρχία του Γουότσοπ ακόμα μακριά, φάνηκε πως οι δερβίσηδες θα κατάφερναν να εισχωρήσουν στο κενό ανάμεσα στις δύο ταξιαρχίες. Στη δύσκολη εκείνη στιγμή το 7ο Αιγυπτιακό Σύνταγμα, που ήταν η οπισθοφυλακή της ταξιαρχίας Λιούις, άλλαξε μέτωπο και προσπάθησε να καλύψει το άνοιγμα. Η ορμή των επιτιθεμένων ήταν τέτοια που το Σύνταγμα προς στιγμήν έδειξε να κλονίζεται.
Ο στρατηγός Χάντερ ο οποίος βρισκόταν κοντά έστειλε για ενίσχυση τους δύο εφεδρικούς λόχους του 15ου Συντάγματος του Λιούις, οι οποίοι εμπλεκόμενοι στη μάχη αποκατέστησαν τη σταθερότητα και σε συνδυασμό με τα πυρά των άλλων μονάδων όχι μόνο έφραξαν το άνοιγμα, αλλά έθεσαν και τους δερβίσηδες σε διασταυρούμενα πυρά. Η επίθεση των δερβίσηδων ήταν πλέον καταδικασμένη. Οι βαρύτατες απώλειες τους ανάγκασαν να σταματήσουν. Ο Μακ Ντόναλντ αποφάσισε να προωθηθεί και αυτή η κίνησή του σε συνδυασμό με την προέλαση των ταξιαρχιών Λάϊτλτον και Μάξγουελ ανάγκασε τους δερβίσηδες να τραπούν σε άτακτη φυγή προς τα δυτικά.
Βλέποντας τους δερβίσηδες να εγκαταλείπουν το πεδίο της μάχης οι Αιγύπτιοι με τους Σουδανούς για πρώτη φορά από τα ξημερώματα άφησαν τους εαυτούς τους να χαλαρώσουν λίγο. Δεν είχαν περάσει μερικά λεπτά όταν από την πλευρά των λόφων Κερέρι ακούστηκαν αλαλαγμοί και πυροβολισμοί. Στρέφοντας το βλέμμα του προς την κατεύθυνση των λόφων ο Μακ Ντόναλντ είδε 12.000 άνδρες της πράσινης και της σκουροπράσινης σημαίας να επιτίθενται στην ταξιαρχία του, η οποία εκείνη τη στιγμή ήταν στραμμένη προς τα νοτιοδυτικά έχοντας εκτεθειμένο το δεξιό της πλευρό στη νέα επίθεση. Ταυτόχρονα ένα μέρος από τους υποχωρούντες δερβίσηδες της μαύρης σημαίας βλέποντας τη νέα επίθεση αναθάρρησε, πραγματοποίησε μεταβολή και αντεπιτέθηκε.
Ο κίνδυνος για μια ακόμα φορά ήταν πολύ μεγάλος. Γρήγορα ο Μακ Ντόναλντ έδωσε εντολή στους άνδρες του να αλλάξουν το μέτωπό τους και να στραφούν προς τους εφορμούντες Ανσάρ. Η ταξιαρχία του εκτέλεσε άψογα τον ελιγμό και αφού στράφηκε βορειοδυτικά άρχισε να βάλλει κατά των επιτιθεμένων. Αυτή τη φορά ο Μακ Ντόναλντ είχε και την υποστήριξη της ταξιαρχίας του Γουότσοπ, που είχε φθάσει αριστερά του, αλλά και αυτής του Κόλινσον, η οποία είχε μόλις ξεκινήσει από το στρατόπεδο συνοδεύοντας την εφοδιοπομπή. Οι δερβίσηδες παρά τις βαριές απώλειες συνέχιζαν την επίθεση με φανατισμό. Μετά από λίγο όμως οι πίσω γραμμές έπρεπε να τρέχουν ανάμεσα στους σωρούς των πτωμάτων των συντρόφων τους για να συνεχίσουν την επίθεση.
Κάποια στιγμή και αφού ξεπέρασαν και τα απώτατα όρια της ανθρώπινης αντοχής σταμάτησαν και σιγά-σιγά άρχισαν να υποχωρούν. Οι Αιγύπτιοι τους ακολουθούσαν με συνεχείς ομοβροντίες αραιώνοντας ακόμα περισσότερο τις γραμμές τους. Λίγα λεπτά αργότερα το αιγυπτιακό ιππικό, το οποίο νωρίτερα είχε λάβει εντολή για επίθεση, έπεσε επάνω τους μετατρέποντας την υποχώρησή τους σε άτακτη φυγή. Η μάχη είχε τελειώσει. Ο στρατός του χαλίφη είχε διαλυθεί και τα τμήματά του έτρεχαν διάσπαρτα προς όλες τις κατευθύνσεις. Το εκστρατευτικό σώμα ξεκίνησε για το Ομντουρμάν.
Στις 12:30 οι πρώτες μονάδες έφθασαν στην πόλη. Αργότερα έφθασε και ο σιρντάρ έχοντας μαζί του ως λάφυρο τη μαύρη σημαία του χαλίφη. Όσοι από τους δερβίσηδες είχαν επιστρέψει στην πόλη προσέρχονταν και παρέδιδαν τον οπλισμό τους. Όποιοι από αυτούς αντιστέκονταν εκτελούντο επί τόπου. Μέχρι το απόγευμα ολόκληρο το εκστρατευτικό σώμα είχε εισέλθει στην πόλη. Η νύκτα που έπεφτε έφερνε μαζί της το τέλος της τελευταίας ημέρας του καθεστώτος των Μαχντιστών στο Σουδάν.
ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ ΤΟΥ OMDURMAN ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΣΗΜΗ ΑΝΑΦΟΡΑ ΤΟΥ KITCHENER
Αυγή 2 Σεπτεμβρίου 1898
Η επίσημη Αναφορά του Kitchener συνεχίζει: «Την αυγή της επόμενης μέρας (2 Σεπτεμβρίου), οι έφιππες περιπολίες μας ανέφεραν το ξεκίνημα της εχθρικής επίθεσης και στις 6:30 π.μ. το Αιγυπτιακό ιππικό έλαβε θέση μαζί με το ιππήλατο πυροβολικό, το Σώμα καμήλων και τέσσερα Maxim στους λόφους Kerreri στη δεξιά πλευρά μας. Στις 6:40 π.μ. έφτασαν στα αυτιά μας οι κραυγές των Ansar και σε λίγα λεπτά οι σημαίες τους φάνηκαν στον ορίζοντα, σχηματίζοντας ένα ημικύκλιο γύρω από το μέτωπο μας».
Από την αναφορά ενός πολεμικού ανταποκριτή: «Στην αρχή φάνηκαν λίγες σημαίες στην κορυφή και μετά ακολούθησαν συμπαγείς μάζες από ακοντιστές και τυφεκιοφόρους υπό την καθοδήγηση έφιππων Amir. Ο βρυχηθμός της μεγάλης μάζας των Ansar έφτασε στα αυτιά του Άγγλο-Αιγυπτιακού στρατού, καθώς απλώνονταν σε ένα γιγαντιαίο ημικύκλιο γύρω από τις θέσεις μας». Η επίσημη Αναφορά του Kitchener περιγράφει την πρώτη επίθεση: «Τα πυροβόλα της 32ης πεδινής πυροβολαρχίας άνοιξαν πυρ στις 6:45 π.μ. σε απόσταση 2.800 γιαρδών, ενώ οι Ansar συνέχισαν την προέλαση τους γρήγορα, και ορμητικά.
Οι στρατιώτες και τα Maxim στα αριστερά της παράταξης μας ήταν οι πρώτοι που άρχισαν τη μάχη, καθώς οι τυφεκιοφόροι του εχθρού, ευρισκόμενοι στις πλαγιές του Jebel Surgham, άνοιξαν πυρ, προκαλώντας κάποιες απώλειες. Παράλληλα οι ακοντιστές τους έκαναν προσπάθειες να φτάσουν στις γραμμές μας». Στις 6:50 π.μ. το πυροβολικό, οι κανονιοφόροι στη νότια πλευρά και οι Φρουρά των Γρεναδιέρων άνοιξαν πυρ με ομοβροντίες στις 2.000 γιάρδες. Καθώς οι Ansar έφτασαν εντός βολής, ήρθε η σειρά των Highlanders, Lincolns και των Αιγυπτιακών ταξιαρχιών να ανοίξουν πυρ, πυροβολώντας ασταμάτητα μέχρι που αναγκάστηκαν να αλλάξουν τα τυφέκια με άλλα εφεδρικά.
Οι Ansar προχωρούσαν συντεταγμένα και χωρισμένοι σε μάζες των 4.000 αντρών περίπου, κάλυπταν ολόκληρη την περιοχή μεταξύ των λόφων Kerreri, του Jebel Surgham και του ποταμιού.
Το Πυρ μιας Κανονιοφόρου Σώζει το Σώμα Καμήλων
Ο Kitchener συνεχίζει την ιστορία της μάχης στην Αναφορά του: «Μετά τις 8:00 π.μ. η κύρια επίθεση του εχθρού είχε αποκρουστεί. Μια μεγάλη και συμπαγής μάζα στρατού των Ansar παρατηρήθηκε να προελαύνει προς τη δεξιά πλευρά του στρατοπέδου μας με μεγάλη ταχύτητα και άμεσα ήρθε σε εμπλοκή με τα έφιππα στρατεύματα μας στους λόφους Kerreri. Μια από τις κανονιοφόρους, η όποια προστάτευε τις όχθες του ποταμού, έλαβε διαταγή να παρέχει βοήθεια στα σκληρά πιεζόμενα έφιππα στρατεύματα και άρχισε κανονιοβολισμό κατά του εχθρού, που είχε απώλειες 450 αντρών περίπου. Οι μονάδες πυροβολικού και τα Maxim που βρίσκονταν εντός του στρατοπέδου έβαλλαν ταυτόχρονα και ο εχθρός αναγκάστηκε να αποσυρθεί πίσω από τους λόφους».
Το ιππικό και το Σώμα Καμήλων είχαν λάβει θέσεις μάχης στους λόφους Kerreri στο δεξιό της Άγγλο-Αιγυπτιακής παράταξης, αλλά υπερφαλαγγίστηκαν από αριθμητικά υπέρτερους αντιπάλους και βρίσκονταν σε δύσκολη θέση. Το Σώμα Καμήλων ήταν αδύνατο να πολεμήσει σε πετρώδες έδαφος. Οι Ansar πίεσαν, κυρίευσαν δυο πυροβόλα και κατάφεραν να απομονώσουν το Σώμα καμήλων. Την κατάλληλη στιγμή όμως μια κανονιοφόρος εμφανίστηκε και συνεργαζόμενη με τις μονάδες πυροβολικού από τη zareba, απώθησε τον εχθρό πίσω με βαριές απώλειες.
Η Επίθεση του 21ου Συντάγματος Λογχοφόρων
Από την επίσημη Αναφορά: «Αφού όλες οι επιθέσεις απέτυχαν και ο εχθρός αποσύρθηκε έξω από την ακτίνα βολής μας, διέταξα το 21ο σύνταγμα Λογχοφόρων να καθαρίσει το έδαφος από εναπομείναντες εχθρούς στο αριστερό πλευρό της διάταξης μας και να εμποδίσει τους Ansar να υποχωρήσουν προς το Omdurman. Αφού διέσχισαν τις πλαγιές του Jebel Surgham, συνάντησαν τυχαία μερικούς Ansar που βρίσκονταν κρυμμένοι εκεί. Οι άντρες του συντάγματος επιτέθηκαν με γενναιότητα και παρόλο που ο εχθρός ήταν υπέρτερος αριθμητικά, κράτησαν τις θέσεις τους. Η μάχη ήταν σκληρή. Οι Ansar αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν με σημαντικές απώλειες. Δυστυχώς, ο υπολοχαγός R. Grenfell και είκοσι άντρες έχασαν τη ζωή τους».
Το 21ο σύνταγμα Λογχοφόρων με τέσσερις ίλες σε σειρά συνάντησε μια δύναμη 300 Ansar περίπου και πραγματοποίησε την πρώτη επιδρομή στην ιστορία του. Ξαφνικά, μεταξύ αυτών και των Ansar, υπήρχε μια ρεματιά, στην οποία βρίσκονταν ακόμα 3.000 ή 4.000 Ansar. Με ασυγκράτητη ορμή, οι Λογχοφόροι επιτέθηκαν και διέσχισαν τη ρεματιά, ενώ οι Ansar ξαπλωμένοι στο έδαφος προσπαθούσαν να τους σκοτώσουν. Χάνοντας πέντε αξιωματικούς, 65 άντρες και 119 άλογα, οι ιππείς πέρασαν κατευθείαν στην άλλη πλευρά, αφίππευσαν και άνοιξαν πυρ με τις καραμπίνες τους.
Η Τελευταία Επίθεση του Khalifa
Συνεχίζοντας την ιστορία στην επίσημη Αναφορά του, ο Kitchener έγραψε : «Εν τω μεταξύ, διέταξα το στρατό να ακολουθήσει (την επίθεση των Λογχοφόρων) με τις ταξιαρχίες σε διαγώνια διάταξη (in echelon) 6 από τα αριστερά. Στις 9:30 π.μ. οι πρώτες ταξιαρχίες (του Lyttelton και Wauchope) έφτασαν στις υπώρειες του Jebel Surgham κοντά στο ποτάμι και διατάχτηκαν να σταματήσουν μέχρι να φτάσουν και οι υπόλοιπες. Τότε έλαβα την πληροφορία ότι ο Khalifa βρίσκονταν ακόμα με το στρατό του στις αριστερές πλαγιές του Jebel Surgham. Έδωσα διαταγή να γίνει μια αλλαγή στη διάταξη των τριών πρώτων ταξιαρχιών (των Lyttelton, Wauchope και Maxwell) και τότε ήταν που η ταξιαρχία του MacDonald δέχτηκε σφοδρή επίθεση, ενώ λάβαινε θέση στα δεξιά της διάταξης μας.
Μαθαίνοντας από τον στρατηγό Hunter, ο οποίος βρίσκονταν στην ταξιαρχία του MacDonald, ότι χρειάζονταν υποστήριξη, έστειλα την ταξιαρχία του Wauchope να τον ενισχύσει και διέταξα τις υπόλοιπες ταξιαρχίες να παραταχθούν λίγο πιο δεξιά». Πιθανώς ο Kitchener αγνοούσε, ότι στα δεξιά του, κρυμμένος πίσω από το Jebel Surgham, βρίσκονταν ο στρατός της Μαύρης Σημαίας του Khalifa με δύναμη 17.000 αντρών. Η προέλαση ήταν αργή, καθώς η 2η Βρετανική ταξιαρχία (Lyttelton) προχωρούσε κατά μήκος του Νείλου με την 1η Βρετανική ταξιαρχία (Wauchope) να ακολουθεί στα δεξιά της. Μετά ακολουθούσαν οι Αιγυπτιακές ταξιαρχίες των Maxwell, Lewis και MacDonald με τον Collinson να παραμένει πίσω σε ρόλο υποστήριξης.
Η 1η Βρετανική ταξιαρχία του Wauchope προσπάθησε να προλάβει τη 2η Βρετανική ταξιαρχία του Lyttelton, με αποτέλεσμα η 2η Αιγυπτιακή ταξιαρχία του Maxwell να μείνει αρκετά πιο πίσω. Ο Maxwell προσπάθησε να κλείσει το μεγάλο κενό που δημιουργήθηκε με την ταξιαρχία του Wauchope ενώ ο Lewis βιάστηκε με τη σειρά του να μειώσει την απόσταση που τον χώριζε με την ταξιαρχία του Maxwell. Έτσι η ταξιαρχία του MacDonald, η οποία είχε ολοκληρώσει την κίνηση της προς τα δυτικά, βρέθηκε σχεδόν ένα μίλι μακρύτερα από την ταξιαρχία του Lewis».
Η επίσημη Αναφορά εξηγεί τι συνέβη μετά: «Πριν προλάβει ο MacDonald να αποκρούσει τη σφοδρή επίθεση των Ansar, έκαναν την εμφάνιση τους οι υπόλοιπες δυνάμεις τους από τους λόφους Kerreri, οι οποίες επιτέθηκαν αμέσως. Ήταν αναγκαίο λοιπόν η αλλαγή της διάταξης της ταξιαρχίας του προς τα δεξιά. Η κίνηση αυτή εκτελέστηκε υποδειγματικά και τώρα, υποστηριζόμενος από ένα τμήμα της ταξιαρχίας του Wauchope δεξιά και με την ταξιαρχία του Lewis αριστερά, απέκρουσε ολοκληρωτικά τη δεύτερη πιο αποφασιστική επίθεση των Ansar.
Την ίδια στιγμή, οι ταξιαρχίες των Maxwell και Lyttelton είχαν επιτεθεί στις δυνάμεις των Ansar του γιου του Khalifa Usman Shaikh al-Din στις πλαγιές του Jebel Surgham, τους απώθησαν και έτσι απέκοψαν την υποχώρηση προς το Omdurman του μεγαλύτερου όγκου του στρατού των Ansar, ο οποίος αποδιοργανώθηκε και άρχισε να υποχωρεί προς τα δυτικά, καταδιωκόμενος από τα έφιππα στρατεύματα μας, τα οποία καθάρισαν και τις τελευταίες εστίες αντίστασης του εχθρού». Όταν ο Kitchener διέταξε την ταξιαρχία του Maxwell να εφορμήσει στο Jebel Surgham με τη 2η Βρετανική ταξιαρχία (Lyttelton) αριστερά του, ο στρατός της Μαύρης Σημαίας εξαπέλυσε σφοδρή επίθεση στις Αιγυπτιακές ταξιαρχίες των MacDonald και Lewis.
Άμεσα, ο Kitchener έστειλε την 1η Βρετανική ταξιαρχία (Wauchope) να υποστηρίξει τον MacDonald. Με αυτές τις κινήσεις, ολόκληρος ο στρατός είχε μέτωπο προς τα δυτικά. Ο στρατός της Μαύρης Σημαίας που επιτέθηκε στον MacDonald δέχτηκε πλευρικό πυρ από την ταξιαρχία του Lewis, που είχε κυριεύσει το Jebel Surgham, αναγκάζοντας τους Ansar να οπισθοχωρήσουν. Ξαφνικά, έκαναν την εμφάνιση τους οι 12.000 Ansar της Πράσινης Σημαίας από τους λόφους Kerreri στα δεξιά του MacDonald. Έτσι αναγκάστηκε να δώσει στην ταξιαρχία του σχήμα αιχμής βέλους. Φτάνοντας την ίδια στιγμή ο Wauchope με την ταξιαρχία του, έστειλε τους Lincolns δεξιά και τους υπόλοιπους αριστερά του MacDonald.
Τότε ξεκίνησε η πιο άγρια μάχη της ημέρας, καθώς ο Khalifa αντέστρεψε τους πολεμιστές της δικής του Μαύρης Σημαίας για να επιτεθούν μαζί με τον στρατό της Πράσινης Σημαίας. Ήταν η κρισιμότερη στιγμή της μάχης του Omdurman. Ο MacDonald δεν ήταν μόνος. Υποστηρίζονταν από την ταξιαρχία του Collinson, το Σώμα Καμήλων και το Αιγυπτιακό ιππικό του Broadwood. Η 2η Βρετανική και η 2η Αιγυπτιακή ταξιαρχία, προελαύνοντας αριστερά του λόφου Surgham, ήταν πολύ μακριά για να βοηθήσουν. Το Βρετανικό, Αιγυπτιακό και Σουδανικό πεζικό έριχναν συνεχείς ομοβροντίες στους επιτιθέμενους Ansar.
Ο MacDonald και η πιστή ταξιαρχία πεζικού του ανάγκασαν το στρατό της Πράσινης Σημαίας να υποχωρήσει πίσω στους λόφους, ενώ μια επίθεση του Αιγυπτιακού ιππικού μετέτρεψε την υποχώρηση τους σε φυγή. Με μια εντυπωσιακή προέλαση προς τα δυτικά, ολόκληρος ο στρατός του Kitchener απώθησε τον εχθρό στην έρημο. Ας αφήσουμε όμως την Αναφορά του θριαμβευτή Sirdar να ολοκληρώσει την ιστορία: «Η μάχη είχε ουσιαστικά τελειώσει και οι ταξιαρχίες των Lyttelton και Maxwell προέλαυσαν προς το Khor Shambat, στην κατεύθυνση του Omdurman, στο οποίο έφτασαν στις 12:30 μ.μ. Εκεί τα στρατεύματα αναπαύτηκαν και ξεδίψασαν. Το υπόλοιπο της μεραρχίας του Hunter και η ταξιαρχία του Wauchope έφτασαν στο ίδιο μέρος στις 3:00 μ.μ.
Στις 2:00 μ.μ. προχώρησα με την ταξιαρχία του Maxwell και την 32η πεδινή πυροβολαρχία μέσα από τα προάστια του Omdurman προς το μεγάλο τείχος του περιβόλου του Khalifa και αφήνοντας δυο πυροβόλα και τρία τάγματα να φυλούν τις προσβάσεις, το 13ο Σουδανικό τάγμα με τέσσερα πυροβόλα κινήθηκε προς το ποτάμι, όπου μαζί με τρεις κανονιοφόρους πέρασε μέσα από τα ρήγματα που είχαν γίνει στο τείχος από τα ολμοβόλα και βάδισε νότια κατά μήκος των οχυρών. Στρίβοντας στην κύρια πύλη, ακολούθησε τον δρόμο ευθεία προς το σπίτι του Khalifa και στον τύμβο του Mahdi. Αυτά κυριεύτηκαν αμέσως. Ο Khalifa είχε εγκαταλείψει την πόλη λίγη ώρα πριν την είσοδο μας, ύστερα από μια μάταιη προσπάθεια να συγκεντρώσει τους άντρες του για περαιτέρω αντίσταση.
Οι κανονιοφόροι συνέχισαν την πορεία τους, καθαρίζοντας τους δρόμους από τους Ansar. Το υπόλοιπο τμήμα της ταξιαρχίας προχώρησε και κυρίευσε όλη την πόλη. Φρουρές τοποθετήθηκαν στα κύρια κτίρια του Khalifa και οι στρατιώτες, αφού απελευθέρωσαν τους Ευρωπαίους αιχμαλώτους από τις φυλακές, στρατοπέδευσαν στις 7 το απόγευμα γύρω από την πόλη. Οι κανονιοφόροι, το Αιγυπτιακό ιππικό και το Σώμα Καμήλων αμέσως ξεκίνησαν την καταδίωξη του Khalifa νότια, αλλά εξαιτίας των εξαντλητικής κατάστασης των ζώων και των άγριων συνθηκών που επικρατούσαν στη ενδοχώρα, οι οποίες εμπόδιζαν την επικοινωνία με τις κανονιοφόρους που μετέφεραν τρόφιμα, αναγκάστηκαν να σταματήσουν μετά από 30 μίλια.
Οι κανονιοφόροι συνέχισαν την πορεία τους νότια για 90 μίλια περίπου, αλλά δεν κατάφεραν να εντοπίσουν τον Khalifa, ο οποίος απομακρύνθηκε δυτικά προς το Kordofan. Μεγάλες ποσότητες πυρομαχικών, μπαρουτιού, εξήντα κανόνια διαφόρων τύπων, τεράστιες ποσότητες από τυφέκια, σπαθιά, ακόντια, λάβαρα, τύμπανα και άλλα υλικά πολέμου βρέθηκαν στο πεδίο της μάχης και στο Omdurman. Το αποτέλεσμα αυτής της μάχης είναι η εκμηδένιση του στρατού του Khalifa, η εξαφάνιση του κινήματος του Mahdi στο Σουδάν και η υποταγή ολόκληρης της χώρας στην Αίγυπτο. Η ειρήνη και ο πολιτισμός επέστρεψαν στο Σουδάν.
Στις 4 Σεπτεμβρίου οι Βρετανικές και Αιγυπτιακές σημαίες υψώθηκαν με επίσημη τελετή στα τείχη του παλατιού του Χαρτούμ, κοντά στο σημείο όπου σκοτώθηκε ο στρατηγός Gordon και αυτό το γεγονός εκτιμήθηκε από το λαό σαν την έναρξη μιας νέας εποχής ειρήνης και ευημερίας για τη δύστυχη χώρα τους». Η επίσημη Αναφορά του Sirdar διαβιβάστηκε στον αντιστράτηγο Sir Francis Grenfell, που ήταν Αρχιστράτηγος στην Αίγυπτο, ο οποίος τη μεταβίβασε στη Βρετανία, συνοδευόμενη από μια δική του υπερβολική Αναφορά:
«Αρχηγείο, Κάιρο 16 Σεπτεμβρίου 1898
Κύριε
1) Έχω την τιμή να διαβιβάσω μια αναφορά από τον υποστράτηγο Sir Herbert Kitchener, KCB, Sirdar, που περιγράφει τις τελευταίες φάσεις της εκστρατείας στο Σουδάν και την τελική μάχη στις 2 Σεπτεμβρίου.
2) Ο Sirdar στην αναφορά του εξιστορεί περιληπτικά και με απλά λόγια τα γεγονότα της τελευταίας φάσης μιας από τις πιο επιτυχημένες εκστρατείες ενός Βρετανού στρατηγού εναντίον ενός άγριου εχθρού, που είχε ως αποτέλεσμα τη κατάκτηση του Omdurman, την καταστροφή της δύναμης των Ansar στο Σουδάν και τη διάνοιξη της πλωτής οδού στις Ισημερινές επαρχίες.
3) Η συγκέντρωση του στρατού στον ποταμό Atbara έγινε εντός του προβλεπόμενου χρονοδιαγράμματος και οι ετοιμασίες για τη μεταφορά του στρατού στο πεδίο της μάχης πραγματοποιήθηκαν άψογα από τον Sirdar και το προσωπικό του. Όλες οι δυσκολίες προβλέφθηκαν και, από την αρχή της εκστρατείας μέχρι το Omdurman, οι επιχειρήσεις συντονίστηκαν με ακρίβεια. Η θαυμάσια διάταξη της δύναμης του Sirdar, το ακριβές πυρ του πυροβολικού και των Maxim, καθώς και οι σταθερές πειθαρχημένες βολές του πεζικού και των κανονιοφόρων, έδωσαν τη δυνατότητα σε αυτόν να καταστρέψει τον εχθρό από μεγάλη απόσταση και έτσι εξηγείται η σχετικά μικρή λίστα απωλειών. Ποτέ δεν είχαν επιτευχθεί τόσο μεγάλα αποτελέσματα με τόσο ασήμαντο κόστος.
4) Δυστυχώς το 21ο σύνταγμα Λογχοφόρων είχε μεγάλες απώλειες σε νεκρούς και τραυματίες. Αλλά η επίθεση του ενάντια μιας υπέρτερης δύναμης του εχθρού οπλισμένου με σπαθιά και ακόντια σε δύσκολο έδαφος και κάτω από μη ευνοϊκές συνθήκες ήταν άξια των καλύτερων παραδόσεων του Βρετανικού ιππικού.
5) Όσον αφορά τον στρατό που συμμετείχε στην εκστρατεία, μπορώ να πω ότι ποτέ, κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας μου, δεν είχα δει ένα σώμα στρατού όπως το Βρετανικό απόσπασμα ιππικού, πυροβολικού, μηχανικού και πεζικού στη διάθεση του Sirdar, να παρουσιάζει τέτοια αξιοθαύμαστη εικόνα. Στέλνω αυτή την Αναφορά στην πατρίδα με τον λοχαγό H. Grenfell του σώματος ιππέων της Βασιλικής Φρουράς (Life Guards), ο οποίος υπηρέτησε ως αξιωματικός υπηρεσίας στον ταξίαρχο Εντιμότατο N.G. Lyttelton, CB, διοικητή της δεύτερης Βρετανικής ταξιαρχίας στο Σουδάν».
Οι απώλειες των Ansar εκτιμώνται σε 10.000 νεκρούς, 15.000 τραυματίες και 5.000 φυλακισμένους. Πολλοί πέθαναν αργότερα εξαιτίας των τραυμάτων τους.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Η επόμενη ημέρα, 3 Σεπτεμβρίου, ήταν ημέρα ανασύνταξης και απολογισμού. Το εκστρατευτικό σώμα είχε 482 νεκρούς και τραυματίες. Ο στρατός του χαλίφη είχε 9.700 νεκρούς, 15.000 τραυματίες και 5.000 αιχμαλώτους. Πολλοί τραυματίες πέθαναν από τα τραύματά τους στο σημείο όπου είχαν πέσει, ενώ σε πολλούς από αυτούς οι Βρετανοί φρόντισαν να δώσουν τη χαριστική βολή ή λογχισμό κατά περίσταση. Στις 4 Σεπτεμβρίου ο Κίτσενερ με τους αξιωματικούς του μετέβησαν στο Χαρτούμ, όπου στο κτίριο το οποίο ο Γκόρντον είχε το διοικητήριό του τέλεσαν την αρμόζουσα κηδεία, ικανοποιώντας το περί δικαίου αίσθημα του Βρετανικού λαού.
Με τη Βρετανική και την Τουρκική σημαία να κυματίζουν στο διοικητήριο το Σουδάν είχε και τυπικά πλέον επανέλθει υπό αιγυπτιακή διοίκηση. Μία μόνο εκκρεμότητα έμενε να ρυθμιστεί: ο χαλίφης..Έναν χρόνο οι Αιγύπτιοι τον κατεδίωκαν ανεπιτυχώς. Τελικά στις 25 Νοεμβρίου 1899, σε μάχη που έγινε στην περιοχή πηγάδια Γκεντίντ, στο νοτιοδυτικό Σουδάν, συνέτριψαν τα υπολείμματα του στρατού του χαλίφη. Ο ίδιος μαζί με πολλούς από τους υπαρχηγούς του βρήκαν αξιοπρεπή θάνατο. Μόνο ο Οσμάν Ντίνια διέφυγε και παραδόθηκε έναν μήνα αργότερα. Πέρασε την υπόλοιπη ζωή του στη φυλακή ανταλλάσσοντας έναν έντιμο θάνατο με μια άτιμη ζωή. Πέθανε το 1924.
Στη μάχη του Ομντουρμάν συγκρούστηκαν δύο κόσμοι, ο δυτικός με τον Ισλαμικό, δύο τελείως διαφορετικές φιλοσοφίες, δύο αντίθετοι τρόποι σκέψης. Από τη μια πλευρά οι Βρετανοί δίνοντας έμφαση στην εκπαίδευση, στην οργάνωση, στον εξοπλισμό και στην επιμελητεία διεξήγαγαν έναν σύγχρονο πόλεμο. Από την άλλη οι δερβίσηδες οπλισμένοι κυρίως με ακόντια και σπαθιά, πίστευαν ακράδαντα ότι η πίστη στον Αλλάχ αρκεί για να τους περάσει αβλαβείς μέσα από το φράγμα πυρός. Ο χαλίφης υπέπεσε σε απανωτά σφάλματα. Κατά τα πρώτα στάδια της εκστρατείας, όταν ο Κίτσενερ είχε 10.000 στρατό, μπορούσε να κινητοποιήσει 60.000 άνδρες. Αν επιτίθετο τότε ίσως η εξέλιξη να ήταν διαφορετική.
Ωστόσο προτίμησε να παραμείνει στην πρωτεύουσα αφήνοντας μικρές φρουρές στην πορεία του εκστρατευτικού σώματος, οι οποίες χάνονταν η μία μετά την άλλη. Όταν το εκστρατευτικό σώμα έφθασε στο Ομντουρμάν οι επιτελείς του τού πρότειναν να μη δώσουν εκεί τη μάχη αλλά με ανταρτοπόλεμο να φθείρουν τους εισβολείς. Εκείνος όμως πίστευε σε μια προφητεία του Μάχντι που έλεγε ότι ένας μεγάλος εχθρός θα συντριβεί έξω από το Ομντουρμάν και αντικαθιστώντας τη λογική με τη δοξασία ήταν απόλυτα βέβαιος για τη νίκη.
Ακόμα και την πολύ συνετή συμβουλή να μη γίνει η επίθεση το πρωί αλλά τη νύκτα, οπότε θα μπορούσαν να πλησιάσουν πολύ κοντά στο στρατόπεδο πριν αρχίσουν να δέχονται πυρά, την απέρριψε για να μη χάσει το πλεονέκτημα των δικών του πυρών, τα οποία όπως είδαμε ήταν αμελητέα. Είναι φανερό ότι είχε υπερεκτιμήσει την αποτελεσματικότητα της επίθεσης των φανατικών του, φαίνεται δε ότι δεν είχε εκτιμήσει σωστά τον όγκο του πυρός που θα δέχονταν αυτοί στο ανοικτό πεδίο. Είναι επίσης πολύ πιθανό να είχε υποτιμήσει το επίπεδο εκπαίδευσης αλλά και τη διάθεση των Αιγυπτίων και των Σουδανών να πολεμήσουν. Καταδικαστική, εξάλλου, ήταν και η αδυναμία του να συντονίσει ταυτόχρονη επίθεση εναντίον της ταξιαρχίας Μακ Ντόναλντ.
Το σίγουρο ήταν ότι με τις επιλογές του οδήγησε τους άνδρες του, από τους οποίους δεν έλειψε το θάρρος, σε ένα απίστευτο σφαγείο χωρίς καμία ελπίδα για νίκη. Ο Κίτσενερ, καλός γνώστης των αρχών του σύγχρονου πολέμου, οργάνωσε με άψογο τρόπο την εκστρατεία του. Χωρίς να βιάζεται και χωρίς να αφήνει τίποτα στην τύχη, προχωρούσε με σιγουριά. Οργάνωσε ένα άρτιο σύστημα επικοινωνιών και τροφοδοσίας που του εξασφάλισε την πορεία προς τον νότο. Εκπαιδεύοντας σκληρά τους Αιγυπτίους και τους Σουδανούς τους μετέτρεψε σε σκληροτράχηλους και αξιόπιστους πολεμιστές.
Η αξία αυτής της εκπαίδευσης φάνηκε καθ’ όλη τη διάρκεια της εκστρατείας, αλλά κυρίως τη δύσκολη στιγμή κατά την οποία οι άνδρες του Μακ Ντόναλντ δεχόμενοι την τρομακτική επίθεση των Ανσάρ με υποδειγματική ψυχραιμία και τάξη, έσωσαν τους εαυτούς τους και σιγούρεψαν τη νίκη για τον Κίτσενερ. Για τη θέση της Βρετανίας στον κόσμο, την αποικιοκρατία και τις παρεμβάσεις στα εσωτερικά των χωρών πολλά έχουν γραφεί και πολλές συζητήσεις μπορούν να γίνουν. Ανεξάρτητα από το πολιτικό ζήτημα, οι Βρετανοί στο Σουδάν πολέμησαν όπως πάντα με τάξη, πείσμα και επιμονή τιμώντας τις πολεμικές παραδόσεις της φυλής τους.
Ειδικά στον Ατμπάρα οι Βρετανοί στρατιώτες αγωνίστηκαν με το πνεύμα που επί αιώνες είχε μετατρέψει ένα απομονωμένο νησί στη βορειοδυτική Ευρώπη σε παγκόσμια Αυτοκρατορία. Το 1898 η Αυτοκρατορία ήταν ακόμη πολύ ισχυρή. Όταν ο Βρετανικός λέων εβρυχάτο, ο βρυχηθμός του μπορούσε να ακουστεί στα πέρατα της γης. Παρόλο που η στρατηγική και τακτική ήταν Βρετανική, θα ήταν λάθος να ισχυριστούμε ότι η μάχη του Omdurman ήταν μια Βρετανική νίκη. Τα Αιγυπτιακά και Σουδανικά τάγματα ήταν αυτά που έπαιξαν το σημαντικότερο ρόλο στη μάχη. Η πρώτη επίθεση των Ansar εναντίον των Βρετανικών ταξιαρχιών, εκφυλίστηκε μπροστά στην Αιγυπτιακή-Σουδανική ταξιαρχία του Maxwell.
Η κύρια επίθεση, πρώτα από τη Μαύρη σημαία και μετά από τις δυο Πράσινες σημαίες, κατευθύνθηκε κατά των Αιγυπτιακών ταγμάτων και συγκεκριμένα κατά της Αιγυπτιακής-Σουδανικής ταξιαρχίας του MacDonald. Αυτή ήταν σε μεγάλο βαθμό που αναχαίτισε τους Ansar με την υποστήριξη των Lincolns. Το Αιγυπτιακό ιππικό, το Σώμα Καμήλων, η ιππήλατη πυροβολαρχία και τα Maxim πραγματοποίησαν όλες τις αναγνωριστικές επιχειρήσεις και ήταν οι πιο αποτελεσματικές στο Omdurman στη φθορά των δυνάμεων του Shaikh al-Din και Ali wad Ullu.
Το αργοκίνητο Σώμα Καμήλων υπέστη απώλειες απέναντι στους υπέρτερους Ansar και δεν είναι παράλογο να πούμε, ότι ολόκληρο το έφιππο τμήμα του στρατού του Kitchener μπορούσε να είχε αποδεκατιστεί δίχως τη μεσολάβηση των κανονιοφόρων. Ωστόσο, στο τέλος της μάχης, το Αιγυπτιακό ιππικό και το Σώμα Καμήλων ήταν ακόμα σε θέση να καταδιώξουν του Khalifa. Η καταδίωξη του Khalifa ήταν ένας ρόλος που είχε ανατεθεί στο 21ο σύνταγμα Λογχοφόρων, αλλά εξαιτίας των απωλειών του στη μάχη, δεν ήταν σε θέση να αναλάβει και άλλη επιχείρηση. Τελικά το 21ο σύνταγμα φάνηκε ότι ήταν μια περιττή μονάδα.
Ο συγγραφέας A.B. Theobald στο βιβλίο του «The Mahadiyya», που εκδόθηκε το 1951 στο Λονδίνο, ισχυρίστηκε, ότι «Η αμυντική γραμμή του Kitchener στο χωριό Egeiga ήταν παρακινδυνευμένη, η διαταγή του στον Broadwood κοντόφθαλμη και η προέλαση του στο Omdurman πρόωρη». Ωστόσο, η τεράστια ισχύς πυρός του Kitchener και η τακτική του να τοποθετήσει τα συντάγματα σε διπλή σειρά με την πρώτη σειρά γονατιστή και την πίσω όρθια, πέτυχε. Οι Ansar δέχτηκαν έναν καταιγισμό βολών, καθώς επιτίθονταν. Δεν είναι υπερβολή να ισχυριστούμε, ότι ο Βρετανός πεζικάριος, που πολέμησε στο Βατερλό το 1815, θα ένοιωθε άνετα και στο Omdurman.
Τα Στρατιωτικά Λάθη του Khalifa
Τα μεγαλύτερα λάθη του Khalifa ήταν η υποτίμηση της τεράστιας ισχύος πυρός του στρατού του Kitchener και η απουσία ικανών διοικητών στο στρατό του. Τα λάθη και οι παραλείψεις του άρχισαν πολύ πριν τη μάχη του Omdurman. Οι νίκες του επί των Αβησσυνών ήταν πύρρειες, ενώ η αποτυχημένη εισβολή στην Αίγυπτο το 1889 είχε ως συνέπεια την αποστασία πολλών φυλών. Οι ελάχιστες φρουρές του κατά μήκος του Νείλου δεν φάνηκαν αξιόμαχες και το σημαντικότερο είναι, ότι δε έπρεπε να αφήσει ανενόχλητη την κατασκευή και χρήση του σιδηρόδρομου για τον εφοδιασμό του στρατού του Kitchener.
Μπορούσε να είχε υποχωρήσει δυτικά, ώστε να αναγκάσει τον Kitchener να τον κυνηγήσει μέσα στις ξεραμένες εκτάσεις του Σουδάν, μακριά από το Νείλο και των γραμμών ανεφοδιασμού του. Ωστόσο, αυτό θα σήμαινε εγκατάλειψη της πόλης του Omdurman. Μπορούσε να είχε οχυρώσει το φαράγγι Shabluka, μεταξύ Metammeh και Omdurman. Στο σημείο αυτό ο Νείλος στένευε σε 100 γιάρδες πλάτος και ο χείμαρρος του γινόταν τόσο δυνατός που θα δυσκόλευε τις κανονιοφόρους να τον διασχίσουν. Μπορούσε να μην είχε επιτεθεί στον Άγγλο-Αιγυπτιακό στρατό στην Egeiga και να περιμένει τον Kitchener να βαδίσει έξω από τον καταυλισμό κατευθείαν προς το Omdurman.
Με τον τεράστιο στρατό του τοποθετημένο στους λόφους Kerreri και στα υψώματα του Jebel Surgham, μπορούσε να είχε κάνει μια μαζική κυκλωτική επίθεση στη φάλαγγα του Kitchener. Ωστόσο, έχοντας αποφασίσει μια γενική επίθεση, ο Khalifa μπορούσε να την πραγματοποιήσει τη νύκτα. Ο Kitchener φοβόταν πολύ μια νυκτερινή επίθεση από τους Ansar. Οι στρατηγοί του, Ibrahim Khalil, Osman Azrak και ο Osman Digna, πίεζαν για νυκτερινή επίθεση, ο πρώτος δε είχε κάνει ανίχνευση του εδάφους. Αντίθετα, αυτός άκουσε τη συμβουλή του γιου του, Shaikh al-Din, ο οποίος ισχυρίστηκε, ότι μια νυκτερινή επίθεση δε θα επέτρεπε στους άντρες του να πολεμήσουν με καλύτερο πλεονέκτημα.
Το Αποτέλεσμα της Εκστρατείας
Οι Ansar πολέμησαν με γενναιότητα μέχρις εσχάτων απέναντι στην τρομερή δύναμη πυρός του στρατού του Kitchener. Στις 4 Σεπτεμβρίου 1898, δυο μέρες μετά τη μάχη του Omdurman, αντιπρόσωποι από κάθε Σύνταγμα και Σώμα παρατάχθηκαν στην αριστερή όχθη του Γαλάζιου Νείλου μπροστά από τα ερείπια του παλατιού του Gordon. Ακούστηκε ο εθνικός ύμνος της Βρετανίας και της Αιγύπτου και η τελετή έληξε με τον αγαπημένο ύμνο του Gordon «Abide With Me».
Εκκαθαριστικές Επιχειρήσεις Μετά τη Μάχη του Omdurman
Η εκστρατεία τελείωσε. Τα Βρετανικά στρατεύματα έφυγαν από το Σουδάν, το 21ο σύνταγμα Λογχοφόρων και η Φρουρά των Γρεναδιέρων επέστρεψαν στην πατρίδα τους για να παρελάσουν ανάμεσα στο πλήθος που ζητωκραύγασε. Ο Αιγυπτιακός στρατός συνέχισε το κυνήγι του Khalifa και των εναπομεινάντων Amir, συμπεριλαμβανομένου και του Ahmed Fedil, ο οποίος βρισκόταν στην Gedaref με 6.000 άντρες τη στιγμή της μάχης του Omdurman. Σε μια προσπάθεια του να ξανασυναντήσει τον Khalifa, διέσχισε το Νείλο, αφήνοντας φρουρά στη Gedaref, η οποία αμέσως δέχτηκε επίθεση από τον αντισυνταγματάρχη Parsons που βρίσκονταν στην Kassala και τους 1.350 άντρες του.
Στις 7 Σεπτεμβρίου ο Parsons προέλαυσε επικεφαλής του 16ου Αιγυπτιακού τάγματος, ενός μικρού Σώματος Καμήλων και περίπου 370 Αράβων άτακτων. Χρειάστηκε έξι μέρες για να διασχίσει το φουσκωμένο ποταμό Atbara σε ξύλινες με καραβόπανα βάρκες. Τότε δέχτηκε επίθεση από 3.500 Ansar. Μετά την απόκρουση της επίθεσης τους και την απώλεια 100 αντρών περίπου, η δύναμη του Parsons κυρίευσε την Gedaref και πολιορκήθηκε από τον στρατό του Fedil. Ο στρατηγός Rundle με 1.100 άντρες ενισχύσεις έφτασε στις 22 Οκτωβρίου. Η δύναμη του Fedil διαλύθηκε εντελώς και διασκορπίστηκε προς το χωριό Rosaires δίπλα στο Νείλο. Ο Kitchener έστειλε τον συνταγματάρχη Lewis με την κανονιοφόρο Nazir και Αιγύπτιους στρατιώτες, ο οποίος πολιόρκησε τον Fedil τα Χριστούγεννα του 1898.
Την επόμενη μέρα το εξασθενημένο 10ο Σουδανικό τάγμα επιτέθηκε στον εχθρό εφ' όπλου λόγχη, που ήταν καλά οχυρωμένος, χάνοντας εννέα αξιωματικούς και 151 άντρες. Οι Ansar είχαν περίπου 2.000 νεκρούς και οι επιζώντες παραδόθηκαν αργότερα σε μια κανονιοφόρο στο Νείλο. Ο ίδιος ο Fedil δραπέτευσε και κατάφερε να ενωθεί με τον Khalifa στο Kordofan. Το κυνήγι του Khalifa Αμέσως μετά την πτώση του Omdurman μια φάλαγγα υπό τον Slatin Pasha και δυο κανονιοφόρους ξεκίνησε την καταδίωξη του Khalifa. Αργότερα έγινε γνωστό ότι οι φυγάδες κατευθύνονταν στο Kordofan.
Για περισσότερο από ένα χρόνο ο Khalifa, ο Osman Digna, ο Shaikh al-Din, ο ali wad Ullu και μια μικρή ομάδα από πιστούς ακόλουθους μετακινούνταν στο νοτιοδυτικό Σουδάν, ψάχνοντας για τροφή και αντιμετωπίζοντας επιθέσεις από τοπικές φυλές. Ύστερα από μια αποτυχημένη, λόγω έλλειψης νερού, αποστολή του αδελφού του Kitchener, ξεκίνησε μια δεύτερη υπό τον συνταγματάρχη Wingate και 3.700 άντρες. Αυτός ανακάλυψε και νίκησε τη δύναμη του Ahmed Fedil το Νοέμβριο του 1899. Με το μικρό στρατό του και τους επιζώντες της δύναμης του Fedil, ο Khalifa αποφάσισε να σταματήσει στα πηγάδια του Um Dibaykarat. Αναμένοντας το τέλος του, ο Khalifa και οι Amir του κάθισαν πάνω σε χαλιά προσευχής και περίμεναν την καταστροφή.
Μόνο ο Osman Digna δραπέτευσε για να συλληφθεί ένα μήνα αργότερα. Κλεισμένος σε Αιγυπτιακές φυλακές, επέζησε έως το 1924. Εκατοντάδες φυλακισμένοι πέθαναν από αρρώστιες στη φυλακή Rosetta, ανάμεσα τους και ο Shaikh al-Din, ο οποίος υπέκυψε σε γάγγραινα από τραύμα που έπαθε στο Um Dibaykarat.
Βρετανικά Μετάλλια Τιμής για την Εκστρατεία
Το Μετάλλιο Τιμής KHARTOUM 1898 απονεμήθηκε στις παρακάτω μονάδες σε αναγνώριση των υπηρεσιών που πρόσφεραν στο στρατό του Sir Herbert Kitchener στην εκστρατεία του 1898:
ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ
1885
26 / 1: Πτώση του Xαρτούμ. Θάνατος του Gordon. Οι οπαδοί του Mahdi κατακτούν την Kassala και το Sennar.
31 / 12: Μάχη του Ginnis.
1887
Αρχίζει ο πόλεμος των Ansar με την Αβησσυνία.
1888
20 / 12: Ο Grenfell νικά τον Osman Digna στη Gamaiza και δίνει τέλος στην πολιορκία του Σουακίμ.
1889
Λιμός στο Σουδάν Ιούλιος - Η εισβολή των Ansar στην Αίγυπτο.
3 / 8: Οι Ansar ηττώνται στη μάχη του Toski.
1891
19 / 2: Οι Αιγυπτιακές δυνάμεις νικούν τους Ansar στο Tokar. Συντρίβεται επανάσταση εναντίον του Khalifa.
1892
Φεβρουάριος: Ο Grenfell παραιτείται από τη θέση του Sirdar.
Μάρτιος: Ο Kitchener διορίζεται Sirdar.
1893
Δεκέμβριος: Οι Ιταλοί νικούν τους Ansar του Ahmad wad-Ali στο Agordat.
1894
Ιούλιος: Οι Ιταλοί κυριεύουν την Kassala.
1895
Ο Slatin Pasha δραπετεύει από τον Khalifa.
1896
1 / 3: Οι Αβησσυνοί νικούν τους Ιταλούς στην Adowa.
15 / 3: Ο Hunter κυριεύει την Akasha.
7 / 6: Μάχη του Firket.
19 / 9: Βομβαρδισμός του Hafir από τις κανονιοφόρους.
23 / 9: Ο Άγγλο-Αιγυπτιακός στρατός εισέρχεται στην Dongola.
1897
1 / 1: Πρώτες ράγες για το σιδηρόδρομο από το Wadi Halfa στο Abu Hamed.
Ιούνιος: Ο Khalifa στέλνει τον Mahmud και στρατό της Δύσης στο Metammeh.
7 / 8: Ο Hunter επιτίθεται στο Abu Hamed.
21 / 8: Οι Ansar εγκαταλείπουν το Berber μετά από ανταρσία της φρουράς.
31 / 8: Ο Kitchener κυριεύει το Berber.
31 / 10: Ο σιδηρόδρομος φτάνει στο Abu Hamed.
25 / 12: Η Kassala παραδίδεται από τους Ιταλούς στους Αιγυπτίους.
31 / 12: Ο Sirdar ζητά ενισχύσεις σε Βρετανικά στρατεύματα.
1898
26 / 2: Η Βρετανική ταξιαρχία ξεκινά για το μέτωπο από το Abu Dis.
3 / 3: Η Βρετανική ταξιαρχία φτάνει στη Dibeika.
15 / 3: Ο Sirdar φεύγει από το Berber.
16 / 3: Συγκέντρωση του στρατού στο Kenur.
20 / 3: Ο στρατός προελαύνει κατά μήκος του ποταμού Atbara.
21 / 3: Πρώτη επαφή με το ιππικό των Ansar.
27 / 3: Το Shendi καταστρέφεται.
30 / 3: Ο στρατηγός Hunter κάνει αναγνώριση στον καταυλισμό του Mahmud.
4 / 4: Δεύτερη αναγνώριση, σύγκρουση ιππικού στη zareba του Mahmud.
8 / 4: Μάχη του ποταμού Atbara.
11 / 4: Ο Sirdar μπαίνει θριαμβευτής στο Berber.
18 / 4: Ο σιδηρόδρομος φτάνει στο Abeidieh, ξεκινά η κατασκευή νέων κανονιοφόρων.
Μέσα Ιουνίου: Ο σιδηρόδρομος φτάνει στο Οχυρό Atbara.
Αρχές Ιουλίου: Η ταξιαρχία του Lewis αφήνει τον ποταμό Atbara προς νότο.
3 - 17 / 8: Δεύτερη Βρετανική ταξιαρχία φτάνει στον ποταμό Atbara.
13 / 8: Ο Sirdar φεύγει από τον ποταμό Atbara.
18 / 8: Οι τελευταίοι στρατιώτες φεύγουν από τον ποταμό Atbara.
28 / 8: Τελική συγκέντρωση στο Jebel Royan.
29 / 8: Πορεία από το Jebel Royan στο Wady Abid (οκτώ μίλια).
30 / 8: Πορεία από το Wady Abid στο Sayal (δέκα μίλια).
31 / 8: Πορεία από το Sayal στο Sururab (οκτώ μίλια). Βομβαρδισμός του χωριού Kerreri.
1 / 9: Πορεία προς την Egeiga (έξι μίλια). Βομβαρδισμός των οχυρών του Omdurman.
2 / 9: Μάχη και κατάκτηση του Omdurman.
4 / 9: Κηδεία του Gordon.
9 / 9: Ο Sirdar ξεκινά για τη Fashoda.
22 / 9: Μάχη της Gedaref.
24 / 9: Ο Sirdar επιστρέφει από τη Fashoda.
HORATIO HERBERT KITCHENER (1850 - 1916)
Ο Στρατάρχης Οράτιος Χέρμπερτ Κίτσενερ, 1ος Κόμης Κίτσενερ (Horatio Herbert Kitchener 24 Ιουνίου 1850 - 5 Ιουνίου 1916), ήταν ένας Βρετανός Στρατάρχης και Ανθύπατος, ο οποίος απέκτησε φήμη για τις αποικιακές εκστρατείες τις οποίες διηύθυνε και αργότερα, για το σημαντικό ρόλο που έπαιξε κατά τις πρώιμες φάσεις του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, αν και πέθανε στα μισά αυτού. Ο Κίτσενερ έγινε διάσημος το 1898 για τη νίκη του στη Μάχη του Ομντουρμάν και την εξασφάλιση του ελέγχου του Σουδάν, μετά από την οποία του απονεμήθηκε ο τίτλος "Λόρδος Κίτσενερ του Χαρτούμ".
Σαν Αρχηγός του Επιτελείου (1900 - 1902) στον Δεύτερο Πόλεμο των Μπόερ έπαιξε σημαντικό ρόλο στην κατάκτηση της Δημοκρατίας των Μπόερ από τον Λόρδο Ρόμπερτς και στη συνέχεια διαδέχθηκε τον Ρόμπερτς σαν Διοικητής - όταν ο αγώνας των Μπόερ είχε μεταπέσει σε ανταρτοπόλεμο και οι βρετανικές δυνάμεις περιόρισαν τους αμάχους Μπόερ σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Η θητεία του σαν Διοικητής (1902 - 1909) του Στρατού της Ινδίας στιγματίστηκε από τη διαφωνία του με έναν άλλο διάσημο ανθύπατο, τον Αντιβασιλέα Λόρδο Κώρζον, ο οποίος τελικά παραιτήθηκε. Ο Κίτσενερ στη συνέχεια επέστρεψε στην Αίγυπτο σαν Γενικός Πρόξενος (de factoΚυβερνήτης).
Το 1914, με την έκρηξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ο Λόρδος Κίτσενερ διορίσθηκε Υπουργός Πολέμου και μέλος του Υπουργικού Συμβουλίου. Ήταν ένας από τους λίγους που προέβλεψαν ότι θα ήταν ένας μακροχρόνιος πόλεμος με κάθε άλλο παρά ασφαλή πιθανότητα νίκης για τη Βρετανία, οργάνωσε τον μεγαλύτερο εθελοντικό στρατό που είχε δει ποτέ η Βρετανική Αυτοκρατορία και επέβλεψε τη σημαντική αύξηση της παραγωγής υλικών για τον πόλεμο με τη Γερμανία στο Δυτικό Μέτωπο. Η επιβλητική του εικόνα, η οποία αποτυπώθηκε στις αφίσες στρατολόγησης που απαιτούσαν. Ο Λόρδος Κίτσενερ θέλει εσάς, παραμένει ακόμα αναγνωρίσιμη αλλά και διακωμωδήθηκε πολλές φορές μέχρι σήμερα.
Κατηγορήθηκε για την Κρίση των Οβίδων την άνοιξη του 1915 -ένα από τα γεγονότα που οδήγησαν στο σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού- και λόγω αυτού έχασε τον έλεγχο που είχε στο πολεμικό υλικό και τη στρατηγική του πολέμου. Πέθανε το 1916, όταν το πολεμικό σκάφος που τον μετέφερε για διαπραγματεύσεις στη Ρωσία βυθίστηκε από Γερμανική νάρκη. Μετά από το θάνατο του, ο Κίτσενερ κατηγορήθηκε ότι ήταν ένας καλός υφιστάμενος αλλά ένας κακός διοικητής. Ο Λόυντ Τζωρτζ -ο οποίος μπορεί να έλαβε τα εύσημα για μερικά από τα επιτεύγματα του Κίτσενερ στον τομέα του πολεμικού υλικού- του άσκησε κριτική στο βιβλίο του Πολεμικά Απομνημονεύματα.
Μετά από την πολυετή του εμπειρία διοίκησης σχετικά μικρών δυνάμεων κατά τις αποικιακές εκστρατείες, ο Κίτσενερ δυσφημίστηκε λόγω της μυστικοπάθειας του, της άρνησης του να εξηγεί τις ενέργειες του στους συνεργάτες του και της απροθυμίας του να οργανώνει και να κατανέμει αρμοδιότητες. Ωστόσο, μετά το 1970, το άνοιγμα νέων αρχείων επέτρεψε στους ιστορικούς να αποκαταστήσουν ως ένα βαθμό το κύρος του Κίτσενερ, με τουλάχιστον έναν να αναφέρει ότι οι ικανότητες του αύξαναν σταθερά με κάθε προαγωγή του. Μερικοί ιστορικοί εξυμνούν σήμερα τη στρατηγική του σκέψη κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ιδιαίτερα την οργάνωση του δικτύου επέκτασης της παραγωγής πυρομαχικών και το σημαντικό του ρόλο στη δημιουργία του Βρετανικού Στρατού του 1914 - 1915, ο οποίος κατάφερε να αποδώσει έναν στρατό ικανό να καλύψει τις υποχρεώσεις της Βρετανίας στο Ευρωπαϊκό Μέτωπο.
Πρώτα Χρόνια
Ο Κίτσενερ γεννήθηκε στο Μπαλλυλόνγκφορντ κοντά στο Λιστόουελ της Επαρχίας Κέρρυ στην Ιρλανδία και ήταν γιος του Αντισυνταγματάρχη Χένρυ Οράτιου Κίτσενερ (1805 - 1894) και της Φράνσις Ανν Σεβαλιέ - Κόουλ (πέθανε το 1864, ήταν κόρη του Αιδεσιμότατου Τζων Σεβαλιέ και της τρίτης συζύγου του, Ελίζαμπεθ, το γένος Κόουλ). Ο πατέρας του είχε μόλις αγοράσει γη στην Ιρλανδία, συμμετέχοντας σε ένα πρόγραμμα ενθάρρυνσης αγοράς γης μετά από την πρόσφατη Πείνα της Πατάτας. Την χρονιά που πέθανε η μητέρα του λόγω φυματίωσης, είχαν μετακομίσει στην Ελβετία, σε μία προσπάθεια να βελτιωθεί η κατάσταση της.
Ο νεαρός Κίτσενερ σπούδασε εκεί και στη Βασιλική Στρατιωτική Ακαδημία του Γούλγουιτς. Φιλογάλλος και ανήσυχος να δει δράση, κατατάχθηκε σε μία νοσοκομειακή μονάδα του Γαλλικού Στρατού κατά τον Γαλλοπρωσικό Πόλεμο. Ο πατέρας του τον πήρε ξανά στην Αγγλία όταν προσεβλήθη από πνευμονία μετά από την ανύψωση του με ένα αερόστατο προκειμένου να παρακολουθήσει το Στρατό του Λίγηρα σε δράση. Κατετάγη στο Βασιλικό Μηχανικό στις 4 Ιανουαρίου 1871. Η θητεία του στη Γαλλία είχε παραβιάσει τη Βρετανική ουδετερότητα και για αυτό υπέστη επίπληξη από τον Πρίγκηπα Γεώργιο, Δούκα του Καίμπριτζ, Αρχιστράτηγο του Βρετανικού Στρατού.
Υπηρέτησε στην Παλαιστίνη, την Αίγυπτο και την Κύπρο σαν γεωδαίτης, έμαθε την Αραβική γλώσσα και προετοίμασε λεπτομερείς τοπογραφικούς χάρτες των περιοχών αυτών. Ο αδελφός του, Αντιστράτηγος Σερ Γουώλτερ Κίτσενερ, ακολούθησε επίσης το στρατιωτικό επάγγελμα και διετέλεσε Κυβερνήτης των Βερμούδων από το 1908 έως το 1912.
Αποστολή στην Παλαιστίνη
Το 1874, στην ηλικία των 24 ετών, ο Κίτσενερ επιφορτίστηκε από το Ίδρυμα Εξερεύνησης της Παλαιστίνης με μία εξερεύνηση - χαρτογράφηση των Αγίων Τόπων, αντικαθιστώντας τον Τσαρλς Τύργουιτ Ντραίηκ, ο οποίος είχε πεθάνει από ελονοσία. Ο Κίτσενερ, ο οποίος τότε ήταν αξιωματικός του Βασιλικού Μηχανικού, συνεργάστηκε με τον συνάδελφο του Κλωντ Ρ. Κόντερ του Βασιλικού Μηχανικού και μεταξύ του 1874 και του 1877 εξερεύνησαν τις σημερινές περιοχές του Ισραήλ, της Δυτικής Όχθης και της Γάζας, επιστρέφοντας μόνο για λίγο στην Αγγλία το 1875 μετά από μία επίθεση που δέχθηκαν από ντόπιους στο Σαφέντ της Γαλιλαία.
Η αποστολή των Κόντερ και Κίτσενερ έμεινε γνωστή σαν Εξερεύνηση της Δυτικής Παλαιστίνης, διότι περιορίστηκε σε μεγάλο βαθμό στην περιοχή δυτικά του ποταμού Ιορδάνη (Hodson 1997). Η εξερεύνηση συνέλεξε στοιχεία της τοπογραφίας και της τοπονομίας της περιοχής, καθώς επίσης και της τοπικής χλωρίδας και πανίδας. Τα αποτελέσματα της εξερεύνησης δημοσιεύτηκαν σε μία σειρά οκτώ τόμων, με τη συμμετοχή του Κίτσενερ να επεκτείνεται στους 3 πρώτους τόμους (Conder and Kitchener, 1881 - 1885). Αυτή η εξερεύνηση είχε μία μακροχρόνια επίδραση στη Μέση Ανατολή για αρκετούς λόγους:
Αίγυπτος - Σουδάν και Χαρτούμ
Ο Κίτσενερ αργότερα υπηρέτησε ως υποπρόξενος στην Ανατολία και το 1883 ως Βρετανός Λοχαγός με τον βαθμό του Ταγματάρχη του Τουρκικού Στρατού κατά την κατοχή της Αιγύπτου. Η Αίγυπτος είχε καταστεί πρόσφατα ένα κράτος μαριονέτα της Βρετανίας, αν και θεωρητικά βρισκόταν ακόμα κάτω από την κυριαρχία του χεδίβη (Αιγύπτιος μονάρχης) και του κατ' όνομα επικυρίαρχου του Οθωμανού Σουλτάνου. Το 1884 ο Κίτσενερ ήταν υπασπιστής της αποτυχημένης εκστρατείας διάσωσης του Γκόρντον στο Σουδάν. Σύμφωνα με προφορικές μαρτυρίες του Γουίλλιαμ Φόρντ, ο οποίος ήταν ο υπηρέτης του, ο Κίτσενερ εκτιμόταν από τους άντρες του για την ηγεσία του και την δίκαιη μεταχείριση των υφισταμένων του.
Με την καλή γνώση της Αραβικής, ο Κίτσενερ μπορούσε να συνδιαλεχθεί με τους ντόπιους πληθυσμούς. Εκείνη την εποχή η μνηστή του και πιθανώς η μόνη γυναίκα που αγάπησε ποτέ, Ερμιόνη Μπαίηκερ, κόρη του Βαλέντάιν Μπαίηκερ Πασά, πέθανε από τυφοειδή πυρετό στο Κάιρο. Έτσι, δεν απέκτησε ποτέ παιδιά, αλλά ανέθρεψε τη νεαρή ανηψιά του Μπέρθα Σεβαλιέ - Μπουτέλ, κόρη του πρώτου εξαδέλφου του, Σερ Φράνσις Χέπμπορν ντε Σεβαλιέ - Μπουτέλ. Ο Ταγματάρχης Κίτσενερ υπηρέτησε ως αξιωματικός πληροφοριών στην Εκστρατεία του Νείλου το 1884 - 1885. Ήταν παρών στο Αμπού Κλέα.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1880, φέροντας το βαθμό του Επίτιμου Συνταγματάρχη, υπήρξε κυβερνήτης των Περιοχών της Ερυθράς Θαλάσσης (οι οποίες εκείνη την εποχή ήταν πρακτικά κάτι περισσότερο από το λιμάνι του Σουακίν). Τραυματίστηκε σοβαρά στη γνάθο κατά τη διάρκεια μίας αψιμαχίας και ανάρρωσε στην Αγγλία. Επίσης υπηρέτησε στη Μάχη του Τόσκι (1889). Έχοντας γίνει σιρντάρ (αρχιστράτηγος) του Αιγυπτιακού Στρατού το 1892 -με το βαθμό του ταξίαρχου και στη συνέχεια του υποστράτηγου του Βρετανικού Στρατού- οδήγησε το 1896 τις Αγγλοαιγυπτιακές δυνάμεις προς τις πηγές του Νείλου, κατασκεύασε έναν σιδηρόδρομο για τη μεταφορά υλικών και προσωπικού και κατενίκησε τους Σουδανούς στη Μάχη του Ομντουρμάν στις 2 Σεπτεμβρίου του 1898, κοντά στο Χαρτούμ.
Η δεύτερη θητεία του Κίτσενερ στο Σουδάν (1886 - 1899) του απέφερε πανεθνική φήμη και έλαβε τους τίτλους του Υπασπιστή της Βασίλισσας Βικτωρίας και του Ταξιάρχη Ιππότη του Τάγματος του Λουτρού. Ωστόσο, αυτή η εκστρατεία θα κάνει γνωστή και τη σκληρότητα του, ένα στοιχείο της τακτικής του που έγινε καλά γνωστό μετά από τον Πόλεμο των Μπόερ. Μετά από τη νίκη του στη Μάχη του Ομντουρμάν, διέταξε την εκταφή και τον διασκορπισμό των λειψάνων του Μαχντί. Είναι επίσης πολύ πιθανό ότι ο Κίτσενερ απέτρεψε έναν πόλεμο μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και της Γαλλίας, όταν αντιμετώπισε με πυγμή αλλά χωρίς βία την γαλλική στρατιωτική αποστολή υπό τον λοχαγό Μαρσάν, η οποία σκόπευε να διεκδικήσει τη Φασόντα, στο επεισόδιο που έμεινε γνωστό σαν ''Επεισόδιο της Φασόντα''.
Τιμήθηκε με τον τίτλο του "Βαρώνου Κίτσενερ" του Χαρτούμ και του Άσπαλ της Κομητείας του Σάφολκ, στις 31 Οκτωβρίου 1898 σαν υπόμνηση της νίκης του και άρχισε ένα πρόγραμμα αποκατάστασης της εύρυθμης διοίκησης του Σουδάν. Το πρόγραμμα είχε στιβαρά θεμέλια και βασίστηκε στην εκπαίδευση στο Κολέγιο Γκόρντον, όχι μόνο των παιδιών της τοπικής ελίτ, αλλά και παιδιών οποιασδήποτε τάξης και περιοχής του Σουδάν. Διέταξε την ανακατασκευή των τζαμιών του Χαρτούμ, επέβαλε μεταρρυθμίσεις οι οποίες αναγνώριζαν την Παρασκευή -ιερή μέρα για τους Μουσουλμάνους- σαν επίσημη ημέρα ανάπαυσης και εξασφάλισε ανεξιθρησκεία για όλους τους πολίτες του Σουδάν.
Προσπάθησε να αποτρέψει ιεραποστολές Ευαγγελιστών να ασκήσουν προσηλυτισμό στους Μουσουλμάνους. Ο Κίτσενερ διέσωσε ένα σημαντικό κεφάλαιο από φιλανθρωπίες, το οποίο είχε καταλήξει στα θησαυροφυλάκια του Χεδίβη της Αιγύπτου και το διέθεσε για τη βελτίωση της ζωής των απλών Σουδανών. Επίσης μεταρρύθμισε τους νόμους για τα χρέη, απαγορεύοντας στους τοκογλύφους να αποκτούν όλα τα περιουσιακά στοιχεία των φτωχών αγροτών, εξασφαλίζοντας τους τουλάχιστον 5 στρέμματα καλλιεργήσιμης γης και τα απαραίτητα εργαλεία. Το 1899, ως αναγνώριση των υπηρεσιών του, παραχωρήθηκε στον Κίτσενερ ένα μικρό νησί του Νείλου στο ύψος του Ασουάν, το νησί μετονομάστηκε Νήσος του Κίτσενερ προς τιμήν του.
Ο Πόλεμος των Μπόερ
Κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Πολέμου των Μπόερ (1899 - 1902), ο Κίτσενερ κατέφτασε στη Νότιο Αφρική το Δεκέμβριο του 1899 μαζί με τον Λόρδο Ρόμπερτς και τις μαζικές Βρετανικές ενισχύσεις επί του ατμόπλοιου "Ντάνοταρ Καστλ". Αν και επισήμως κατείχε τον τίτλο του Επιτελάρχη, πρακτικά ήταν υποδιοικητής και τον Φεβρουάριο του 1900 διέταξε μία μετωπική επίθεση κατά τη Μάχη του Παάρντεμπεργκ, η οποία επικρίθηκε από πολλούς. Μετά την ήττα των τακτικών δυνάμεων των Μπόερ, ο Κίτσενερ διαδέχθηκε τον Ρόμπερτς στη διοίκηση της Βρετανικής δύναμης το Νοέμβριο του 1900.
Μία συμφιλιωτική συμφωνία ειρήνης την οποία είχε διαπραγματευτεί ο Κίτσενερ με τους αρχηγούς των Μπόερ απέτυχε το 1901, λόγω του βέτο το οποίο άσκησε το Υπουργικό Συμβούλιο της Βρετανικής κυβέρνησης. Σαν συνέπεια αυτής της αποτυχίας, ο Κίτσενερ συνέχισε και επέκτεινε την επιτυχημένη στρατηγική του Ρόμπερτς για την καθυποταγή των Κομάντο των Μπόερ, στην οποία περιλαμβανόταν η πολιτική της καμμένης γης και των στρατοπέδων συγκέντρωσης.
Σε αυτή την σκληρή εκστρατεία, η στρατηγική αυτή αποτελείτο από τη στέρηση των Μπόερ από την υποστήριξη των πολιτών, με τη χρήση της τακτικής της καμένης γης, της καταστροφής των αγροκτημάτων των Μπόερ, τη σφαγή των κατοικιδίων, την ανέγερση οχυρωμένων οικημάτων και τη μετακίνηση γυναικών, παιδιών και ηλικιωμένων σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Οι συνθήκες σε αυτά τα στρατόπεδα, τα οποία ο Ρόμπερτς είχε συλλάβει σαν ένα μέσο ελέγχου των οικογενειών των οποίων τα αγροκτήματα είχαν καταστραφεί, άρχισαν να επιδεινώνονται ραγδαία όσο η μεγάλη εισροή αμάχων Μπόερ υπερέβαινε τις δυνατότητες της σχετικά μικρής Βρετανικής δύναμης να ανταποκριθεί στη φύλαξη τους.
Υπήρχαν ελλείψεις σε χώρο, σε τροφή, σε υγιεινή, σε φάρμακα και σε ιατρική φροντίδα, γεγονός το οποίο οδήγησε στην έξαρση ασθενειών και σε ένα τραγικό ποσοστό θνησιμότητας της τάξης του 34,4% όσων Μπόερ εισέρχονταν σε αυτά. Η μεγαλύτερη πολέμιος αυτών των στρατοπέδων ήταν η Αγγλίδα ανθρωπίστρια Έμιλυ Χόμπχαουζ. Αν και σε μεγάλο βαθμό αυτές οι οι συνθήκες είχαν βελτιωθεί μέχρι τα τέλη του 1901, οδήγησαν σε μεγάλη κατακραυγή τόσο στη Βρετανία όσο και στην Ευρώπη, ιδιαίτερα μεταξύ των Νοτιοαφρικανών. Η Συνθήκη του Βερέενιγκινγκ υπογράφηκε το 1902 μετά από έξι μήνες έντασης.
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ο Κίτσενερ είχε να αντιμετωπίσει, όχι μόνο τον Σερ Άλφρεντ Μίλνερ, Κυβερνήτη της Αποικίας του Ακρωτηρίου, αλλά και τη βρετανική κυβέρνηση. Ο Μίλνερ ήταν ένας σκληροπυρηνικός συντηρητικός ο οποίος ήθελε να εκβρετανίσει με βίαιο τρόπο τους Αφρικάανς κατοίκους της Νότιας Αφρικής (τους Μπόερ) και τόσο αυτός όσο και η Βρετανική κυβέρνηση, επιθυμούσαν μία ταπεινωτική συνθήκη ειρήνης ώστε να διασφαλιστεί η νίκη τους. Ο Κίτσενερ επιθυμούσε μία πιο γενναιόδωρη συμβιβαστική συνθήκη ειρήνης, η οποία θα αναγνώριζε συγκεκριμένα δικαιώματα στους Αφρικάανς και θα υποσχόταν ένα καθεστώς αυτοδιοίκησης για το μέλλον.
Επίσης, αν και γνώριζε ότι η Βρετανική κυβέρνηση θα την απέρριπτε, υποστήριξε μία συνθήκη ειρήνης η οποία προτάθηκε από τον Μπόθα και τους άλλους αρχηγούς των Μπόερ, κατά την οποία η Δημοκρατία της Νοτίου Αφρικής και το Ελεύθερο Κράτος της Οράγγης θα διατηρούσαν την ανεξαρτησία τους, αναλαμβάνοντας την υποχρέωση να υπογράψουν συνθήκη συμμαχίας με το Ηνωμένο Βασίλειο και να κάνουν μεγάλες παραχωρήσεις προς το Ηνωμένο Βασίλειο. Σε αυτές περιλαμβανόταν ίσα δικαιώματα των Ολλανδών αποίκων με τους Βρετανούς αποίκους, δικαίωμα ψήφου στους Ουιτλάντερ (τους μη Ολλανδούς κατοίκους της Νοτίου Αφρικής) και σιδηροδρομική και τελωνειακή ένωση με την Αποικία του Ακρωτηρίου και το Νατάλ.
Το Βρετανικό υπουργικό συμβούλιο απέρριψε την προσφορά. Στο τέλος ωστόσο, η Βρετανική κυβέρνηση αποφάσισε ότι ο πόλεμος παρατεινόταν επικίνδυνα και υποστήριξε τον Κίτσενερ έναντι του Μίλνερ. Ο Λούις Μπόθα, ο αρχηγός των Μπόερ με τον οποίο ο Κίτσενερ διαπραγματεύτηκε την αποτυχημένη συνθήκη ειρήνης το 1901, έγινε ο πρώτος πρωθυπουργός της ανεξάρτητης Νοτιοαφρικανικής ένωσης το 1910. Η συνθήκη επίσης συμφώνησε στην πληρωμή επανορθώσεων μετά το τέλος των εχθροπραξιών. Έξι ημέρες αργότερα ο Κίτσενερ, ο οποίος είχε προαχθεί από τον βαθμό του Υποστράτηγου σε εκείνον του Επίτιμου Στρατηγού κατά τη διάρκεια του πολέμου, χρίστηκε Υποκόμης Κίτσενερ, του Χαρτούμ και του Βάαλ της Αποικίας του Τρανσβάαλ και του Άσπαλλ της Κομητείας του Σάφφολκ.
Το Στρατοδικείο του Μπρέικερ Μοράντ
Στην υπόθεση Μπρέικερ Μοράντ, αρκετοί στρατιώτες από την Αυστραλία συνελήφθησαν και δικάστηκαν από στρατοδικείο για τη συνοπτική εκτέλεση Μπόερ αιχμαλώτων, όπως επίσης και για τη δολοφονία ενός Γερμανού ιεραπόστολου ο οποίος θεωρούνταν φιλικά προσκείμενος στους Μπόερ, εκτελώντας υποτιθέμενες διαταγές που είχαν εγκριθεί από τον ίδιο τον Κίτσενερ. Ο διάσημος ιππέας και λαϊκός ποιητής Χάρρυ "Μπρέικερ" Μοράντ και ο Υπολοχαγός Πήτερ Χάνκοκ βρέθηκαν ένοχοι, καταδικάστηκαν σε θάνατο και τουφεκίστηκαν στο Πιέτερσμπουργκ στις 27 Φεβρουαρίου 1902. Η απόφαση για την εκτέλεση τους υπογράφηκε προσωπικά από τον Κίτσενερ. Ένας τρίτος στρατιωτικός, ο Υπολοχαγός Τζωρτζ Γουίτον φυλακίστηκε για 28 μήνες.
Ινδία και Αίγυπτος
Μετά από αυτά ο Κίτσενερ διορίστηκε Γενικός Διοικητής του Ινδικού Στρατού (1902 - 1909) -η περίοδος του αξιώματος του παρατάθηκε κατά δύο έτη- όπου αναδιοργάνωσε τον Ινδικό Στρατό. Ενώ πολλές από τις μεταρρυθμίσεις του υποστηρίχθηκαν από τον Αντιβασιλέα Λόρδο Κώρζον, ο οποίος αρχικά είχε ασκήσει πίεση για την τοποθέτηση του Κίτσενερ σε αυτή τη θέση, οι δύο άνδρες τελικά ήρθαν σε σύγκρουση σχετικά με το θέμα της διοίκησης του στρατού. Ενώ τα μετέπειτα γεγονότα τελικά δικαίωσαν τον Κώρζον όσον αφορά την προσπάθεια του Κίτσενερ να συγκεντρώσει όλες τις αρμοδιότητες λήψης στρατιωτικών αποφάσεων στο πρόσωπο του, οι ίντριγκες του Γενικού Στρατιωτικού Διοικητή του απέφεραν την αμέριστη υποστήριξη του Λονδίνου, οπότε ο Αντιβασιλέας αναγκάστηκε να παραιτηθεί της θέσης του.
Ο Κίτσενερ επέβλεψε την Παρέλαση του Ραβαλπίντι το 1905, η οποία διεξήχθη προς τιμήν της επίσκεψης του Πρίγκηπα και της Πριγκίπισσας της Ουαλλίας στην Ινδία. Αργότερα, ενώ βρισκόταν ακόμα στην Ινδία, έσπασε το πόδι του σε ένα ιππευτικό ατύχημα, κάτι που του άφησε μία ελαφριά χωλότητα για το υπόλοιπο της ζωής του. Ο Κίτσενερ προήχθη στον ανώτερο στρατιωτικό βαθμό, εκείνον του Στρατάρχη, το 1910 και περιηγήθηκε όλον τον κόσμο. Ο Κίτσενερ ήλπιζε στον τίτλο του Αντιβασιλέα της Ινδίας, αλλά ο Υπουργός Θεμάτων Ινδίας, Τζων Μόρλεϋ, δεν ενέκρινε την ιδέα και ήλπιζε να τον στείλει στην Μάλτα ως Διοικητή των Βρετανικών Δυνάμεων της Μεσογείου, φτάνοντας μέχρι σημείου να ανακοινώσει το διορισμό του Κίτσενερ στον τύπο.
Ο Κίτσενερ άσκησε μεγάλες πιέσεις για την Αντιβασιλεία, επιστρέφοντας στο Λονδίνο ώστε να επηρεάσει τα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου και τον ετοιμοθάνατο βασιλιά Εδουάρδο Ζ', από τον οποίο, με την απονομή της στραταρχικής του ράβδου, έλαβε και την άδεια να αρνηθεί τη θέση στη Μάλτα. Ωστόσο, ο Μόρλεϋ ήταν αμετάπειστος. Αυτό πιθανώς να οφειλόταν στην άποψη ότι ο Κίτσενερ ανήκε στους Τόρυς (εκείνη την εποχή υπήρχε κυβέρνηση Φιλελευθέρων) ή σε κάποια υπόγεια δυσφημιστική εκστρατεία που είχε εξαπολύσει ο Κώρζον, αλλά ο κυριότερος λόγος ήταν διότι ο Μόρλεϋ, ο οποίος ήταν Γλαδστωνικός και επομένως επιφυλακτικός με τον ιμπεριαλισμό, θεώρησε άκομψο, μετά την πρόσφατη παραχώρηση περιορισμένης αυτοδιοίκησης στην Ινδία το 1909, τη θέση του Αντιβασιλέα να καταλάβει ένας εν ενεργεία στρατιωτικός.
(Σαν συνέπεια αυτού, κανένας εν ενεργεία στρατιωτικός δεν τοποθετήθηκε σε αυτή τη θέση, μέχρι τον Άρτσιμπαλντ Ουέιβελλ το 1943). Ο Πρωθυπουργός Χένρυ Άσκουιθ συμπαθούσε τον Κίτσενερ, αλλά δεν επιθυμούσε να έλθει σε αντιπαράθεση με τον Μόρλεϋ, ο οποίος απείλησε με παραίτηση, οπότε τελικά η πρόταση του Κίτσενερ για τη θέση του Αντιβασιλέα της Ινδίας απορρίφθηκε οριστικά το 1911. Στη συνέχεια ο Κίτσενερ επέστρεψε στην Αίγυπτο σαν Γενικός Πρόξενος της Μ. Βρετανίας στην Αίγυπτο και το Σουδάν, στη θέση του Λόρδου Κρόμερ (1911 - 1914 κατά τη διάρκεια της επίσημης βασιλείας του Αμπάς Χιλμί Β', Χεδίβη της Αιγύπτου, Ηγεμόνα της Νουβίας, του Σουδάν, του Κορντοφάν και του Νταρφούρ).
Ο Κίτσενερ χρίστηκε Κόμης Κίτσενερ του Χαρτούμ και του Μπρουμ της Κομητείας του Κεντ στις 29 Ιουνίου 1914. Το περίεργο ήταν ότι προβλέφθηκε η δυνατότητα μεταβίβασης του τίτλου του στον αδελφό του ή στον ανιψιό του, καθώς ο Κίτσενερ ήταν άγαμος και δεν είχε παιδιά. Τελικά τον διαδέχθηκε ο μεγαλύτερος αδελφός του, Συνταγματάρχης Χένρυ Κίτσενερ, 2ος Κόμης του Κίτσενερ.
Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος
1914
Με την έκρηξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ο Βρετανός Πρωθυπουργός Χένρυ Άσκουιθ, διόρισε ταχύτατα τον Λόρδο Κίτσενερ Υπουργό Πολέμου. Την θέση αυτή κατείχε για λίγο ο ίδιος ο Άσκουιθ, μετά την παραίτηση του Συνταγματάρχου Σήλυ στις αρχές του 1914, μία συνέπεια του Επεισοδίου του Κούραχ. Εκείνη την εποχή ο Κίτσενερ βρισκόταν για λίγο με άδεια στη Βρετανία, όταν κηρύχθηκε ο πόλεμος. Σε αντίθεση με τις απόψεις του υπουργικού συμβουλίου, ο Κίτσενερ προέβλεψε σωστά ότι θα ήταν ένας μακρός πόλεμος που θα διαρκούσε τουλάχιστον τρία χρόνια, θα απαιτούσε τεράστιες στρατιές για τη νίκη κατά της Γερμανίας και θα επέφερε τεράστιες απώλειες πριν το τέλος του.
Ο Κίτσενερ είχε δηλώσει ότι η σύγκρουση αυτή θα καταστρέψει το ανθρώπινο δυναμικό "μέχρι το τελευταίο εκατομμύριο". Έτσι, άρχισε μία μαζική εκστρατεία στρατολόγησης, η οποία σύντομα παρουσίασε και μία χαρακτηριστική αφίσα του Κίτσενερ που πάρθηκε από το εξώφυλλο ενός περιοδικού. Είναι πιθανό ότι ώθησε πολλούς νέους να καταταγούν και αποδείχθηκε μία από τις χαρακτηριστικότερες εικόνες αυτού του πολέμου, έχοντας αντιγραφεί και παρωδηθεί πολλές φορές στη συνέχεια. Ο Γραμματέας του Υπουργικού Συμβουλίου Μώρις Χάνκεϋ έγραψε για τον Κίτσενερ:
"Το μεγάλο και εκπληκτικό γεγονός είναι ότι μέσα σε 18 μήνες από την έναρξη του πολέμου, ο οποίος βρήκε έναν λαό που βασιζόταν αποκλειστικά στη θαλάσσια ισχύ και ουσιαστικά με μη στρατιωτική εμφάνιση, (ο Κίτσενερ) συνέλαβε και υλοποίησε έναν από πάσης απόψεως εξοπλισμένο εθνικό στρατό, ικανό να αντιπαρατεθεί μόνος του με τις στρατιές της μεγαλύτερης στρατιωτικής δύναμης που είχε δει ο κόσμος".
1915
Τον Ιανουάριο του 1915 ο Στρατάρχης Σερ Τζων Φρεντς, διοικητής του Βρετανικού Εκστρατευτικού Σώματος, με την σύμφωνη γνώμη και άλλων ανώτατων διοικητών (π.χ. του Στρατηγού Σερ Ντάγκλας Χέιγκ), ζήτησε την ενσωμάτωση του Νέου Στρατού στις υπάρχουσες μεραρχίες σαν απλά τάγματα και όχι τη συγκρότηση του σε νέες μεραρχίες. Ο Φρεντς απευθύνθηκε στον πρωθυπουργό Άσκουιθ, προϊστάμενο του Κίτσενερ, ωστόσο ο Άσκουιθ αρνήθηκε να παρακάμψει τον Κίτσενερ. Αυτό υπήρξε ένας ακόμα λόγος επιδείνωσης των σχέσεων μεταξύ του Φρεντς και του Κίτσενερ, ο οποίος Κίτσενερ είχε μεταβεί στη Γαλλία τον Σεπτέμβριο του 1914, κατά τη διάρκεια της Μάχης του Μάρνη, προκειμένου να διατάξει τους Γάλλους να αναλάβουν επιθετική δράση.
Ωστόσο, ο Φρεντς είχε την εντύπωση ότι ο πόλεμος θα τελείωνε μέχρι το καλοκαίρι, πριν την ανάπτυξη των μεραρχιών του Νέου Στρατού, καθώς η Γερμανία είχε πρόσφατα αναπτύξει κάποιας από τις μεραρχίες της στο ανατολικό μέτωπο. Αυτό δεν συνέβη και οι μεραρχίες του Νέου Στρατού άρχισαν να αναπτύσσονται από τη Μάχη του Λόος τον Σεπτέμβριο του 1915. Ο Κίτσενερ προειδοποίησε τους Γάλλους τον Ιανουάριο του 1915 ότι το Δυτικό Μέτωπο ήταν μία πολιορκούμενη γραμμή που δεν μπορούσε να διαρρηχθεί, αν και αυτό αποτελούσε θέμα συζητήσεων του Υπουργικού Συμβουλίου σχετικά με αμφίβιες αποβάσεις στις ακτές της Βαλτικής ή της Βόρειας Θάλασσας ή στην Τουρκία.
Σε μία προσπάθεια ανεύρεσης τρόπου ανακούφισης της πίεσης στο Δυτικό Μέτωπο, ο Κίτσενερ πρότεινε μία εισβολή στην Αλεξανδρέττα με στρατεύματα της Αυστραλίας και της Νέας Ζηλανδίας (ANZAC), του Νέου Βρετανικού Στρατού και με στρατεύματα από την Ινδία. Η Αλεξανδρέττα ήταν μία περιοχή με μεγάλο πληθυσμό χριστιανών και ήταν το στρατηγικό κέντρο του σιδηροδρομικού δικτύου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας - η κατάληψη της θα έκοβε την Αυτοκρατορία στα δύο. Ωστόσο, τελικά πείστηκε να υποστηρίξει την καταστροφική εκστρατεία του Ουίνστον Τσώρτσιλ στην Καλλίπολη το 1915 - 1916.
Η ειρήνη που θα σταματούσε κάθε ειρήνη. Αυτή η αποτυχία, σε συνδυασμό με την Κρίση των Οβίδων το 1915 -υπό το βάρος και της επίθεσης του τύπου που ενορχήστρωσε ο Σερ Τζων Φρεντς- επέφερε βαρύ πλήγμα στο πολιτικό κύρος του Κίτσενερ. o Κίτσενερ ήταν τόσο δημοφιλής στο κοινό, που ο Άσκουιθ τον χρησιμοποίησε και στη νέα κυβέρνηση συνασπισμού, ωστόσο η ευθύνη για τα πυρομαχικά αποδόθηκε σε ένα νέο υπουργείο υπό τον Νταίηβιντ Λόυντ Τζωρτζ. Η επίσημη ιστορία αργότερα δέχτηκε ότι ο Κίτσενερ ήλπιζε να διοριστεί Αρχιστράτηγος των Συμμαχικών Δυνάμεων.
Ο Λίντελλ Χαρτ υπέθεσε ότι αυτός ήταν ο λόγος που επέτρεψε στον εαυτό του να πειστεί από τον Ζοφρ και να διατάξει την επίθεση του Λόος τον Σεπτέμβριο του 1915, μία επίθεση την οποία δεν υποστήριζε ούτε ο Φρεντς ούτε ο Χέιγκ (που τότε διοικούσε τη Βρετανική 1η Στρατιά). Ο Κίτσενερ ήταν επιφυλακτικός για τη χρησιμότητα του άρματος μάχης και για αυτό το λόγο, αυτό αναπτύχθηκε υπό την αιγίδα του Ναυαρχείου και του Ουίνστων Τσώρτσιλ. Με τους Ρώσους να έχουν εκτοπιστεί από την Πολωνία, ο Κίτσενερ θεώρησε ότι οι αυξάνονταν πιθανότητες μεταφοράς Γερμανικών στρατευμάτων δυτικά και εισβολής στη Βρετανία, οπότε ενημέρωσε το Πολεμικό Συμβούλιο (14 Μαΐου) ότι δεν σκόπευε να στείλει στην Ευρώπη το Νέο Στρατό.
Παράλληλα τηλεγράφησε (16 Μαΐου) στους Γάλλους ότι δεν θα έστελνε άλλες ενισχύσεις στη Γαλλία, αν δεν ήταν σαφές ότι η Γερμανική γραμμή μπορούσε να διασπαστεί. Ωστόσο, στα τέλη Μαΐου απέστειλε δύο Μεραρχίες, περισσότερο για να ευχαριστήσει τον Ζοφρ, παρά διότι πίστευε ότι μπορούσε να επιτευχθεί κάποια διάσπαση του μετώπου. Είχε σαν σκοπό να διατηρήσει το Νέο Στρατό για να επιτύχει ένα αποφασιστικό χτύπημα το 1916 - 1917, αλλά μέχρι το καλοκαίρι του 1915 είχε συνειδητοποιήσει ότι οι υψηλές απώλειες και η υποχρέωση που είχε αναληφθεί έναντι της Γαλλίας δεν μπορούσαν να αγνοηθούν.
"Δυστυχώς πρέπει να διεξάγουμε τον πόλεμο όπως πρέπει και όχι όπως μας αρέσει", όπως είπε χαρακτηριστικών στην Επιτροπή Δαρδανελλίων στις 20 Αυγούστου 1915. Κατά τα τέλη του 1915, ο Κίτσενερ απεστάλη για επιθεώρηση του Μετώπου της Καλλίπολης και της Μέσης Ανατολής, με την ελπίδα ότι θα μπορούσε να πειστεί να παραμείνει στην περιοχή σαν διοικητής. Ο Ντάγκλας Χέιγκ -ο οποίος εκείνη την εποχή είχε εμπλακεί σε δολοπλοκίες με σκοπό το διορισμό του Ρόμπερτσον ως Αρχηγού του Αυτοκρατορικού Γενικού επιτελείου- σύστησε το διορισμό του Κίτσενερ ως αντιβασιλέα της Ινδίας («όπου ετοιμάζονταν φασαρίες»), αλλά όχι στη Μέση Ανατολή, όπου η ισχυρή του προσωπικότητα θα είχε οδηγήσει στην προσέλκυση τόσο δημοσιότητας όσο και πόρων προς το πρόσωπο του.
Στο τέλος του 1915, ο νέος Αρχηγός του Αυτοκρατορικού Γενικού Επιτελείου, Σερ Ουίλλιαμ Ρόμπερτσον, ανέλαβε τη θέση με τον όρο ότι θα μιλούσε με το υπουργικό συμβούλιο εκ μέρους του στρατού για θέματα στρατηγικής, αφήνοντας τον Κίτσενερ υπεύθυνο για το ανθρώπινο δυναμικό και τη στρατολογία. Ενώ ο Κίτσενερ ήλπιζε ότι θα διατηρούσε τις στρατιές του σε εφεδρεία προκειμένου να δώσει τη χαριστική βολή στη Γερμανία όταν όλα τα άλλα έθνη θα είχαν εξαντληθεί, ο Ρόμπερτσον ήταν επιφυλακτικός με τη δημιουργία μετώπων στα Βαλκάνια και την Εγγύς Ανατολή και έτσι εκτόξευσε μεγάλες βρετανικές επιθέσεις εναντίον των Γερμανών στο Δυτικό Μέτωπο - η πρώτη από αυτές ήταν εκείνη του Σομ το 1916.
1916
Κατά τις αρχές του 1916, ο Κίτσενερ επισκέφθηκε τον Ντάγκλας Χέιγκ ο οποίος είχε μόλις τοποθετηθεί σαν Διοικητής του Βρετανικού Εκστρατευτικού Σώματος στη Γαλλία. Ο Κίτσενερ είχε παίξει σημαντικό ρόλο στην απομάκρυνση του προκατίχου του Χέιγκ, Σερ Τζων Φρεντς με τον οποίο είχε κακές σχέσεις. Οι απόψεις του Χέιγκ μπορεί να διέφεραν σε σχέση με εκείνες του Κίτσενερ και τη σημασία που εκείνος απέδιδε στην προσπάθεια στη Μεσόγειο, δίνοντας σημασία στην ύπαρξη ενός ισχυρού Γενικού Επιτελείου στο Λονδίνο, αλλά θεωρούσε τον Κίτσενερ μία στρατιωτική φωνή που μπορούσε να αντιπαρατεθεί στην τρέλα των πολιτών, όπως ο Τσώρτσιλ.
Ωστόσο, θεωρούσε ότι ο Κίτσενερ ήταν "κολλημένος, κουρασμένος και πολύ γερασμένος" και πίστευε ότι ήταν λυπηρό ότι "το πνεύμα του έχανε τη συνοχή του" καθώς πλησίαζε η στιγμή για μία αποφασιστική νίκη στο Δυτικό Μέτωπο (τουλάχιστον όπως το έβλεπαν ο Χέιγκ και ο Ρόμπερτσον). Ο Κίτσενερ ήταν επιφυλακτικός όσον αφορά το σχέδιο του Χέιγκ για μία αποφασιστική νίκη μέσα στο 1916 και προτιμούσε τη διενέργεια μικρότερων επιθέσεων, με χαρακτήρα καθαρά φθοράς του εχθρού, ωστόσο τάχθηκε στο πλευρό του Ρόμπερτσον λέγοντας στο Υπουργικό Συμβούλιο ότι η σχεδιαζόμενη Αγγλογαλλική επίθεση στο Σομ θα πρέπει να προχωρήσει.
Ο Κίτσενερ δεχόταν πιέσεις από τον Γάλλο πρωθυπουργό Αριστίντ Μπριάν (19 Μαρτίου 1916) για μία επίθεση στο Δυτικό Μέτωπο η οποία θα βοηθούσε στην ανακούφιση της Γερμανικής επίθεσης στο Βερντέν. Οι Γάλλοι είχαν αρνηθεί τη μεταφορά στρατευμάτων από τη Θεσσαλονίκη, κάτι που ο Κίτσενερ πίστευε ότι αποσκοπούσε στην αύξηση της Γαλλικής ισχύος στη Μεσόγειο. Στις 2 Ιουνίου 1916, ο Κίτσενερ απάντησε προσωπικά σε ερωτήσεις που τέθηκαν από τους πολιτικούς σχετικά με την διεύθυνση της πολεμικής προσπάθειας την οποία ασκούσε· στις αρχές των εχθροπραξιών, ο Κίτσενερ είχε παραγγείλει 2 εκατομμύρια τυφέκια από διάφορες κατασκευαστές όπλων των ΗΠΑ.
Μόνο 480 από αυτά τα όπλα είχαν φτάσει στο Ηνωμένο Βασίλειο μέχρι τις 4 Ιουνίου 1916. Ο αριθμός των οβίδων που είχαν παραληφθεί ήταν εξίσου απογοητευτικός. Ο Κίτσενερ εξήγησε τις προσπάθειες του για την εξασφάλιση εναλλακτικών πηγών υλικού. Έλαβε επιδοκιμαστική ψήφο και τις ευχαριστίες 200 μελών του Κοινοβουλίου τα οποία παρευρέθηκαν για να θέσουν τις ερωτήσεις τους, τόσο για την ειλικρίνεια του, όσο και για τις προσπάθειες του να διατηρήσει τον εξοπλισμό των στρατιωτών. Ο Σερ Άιβορ Χέρμπερτ, ο οποίος μόλις μία εβδομάδα πριν είχε εισηγηθεί ψήφο μομφής έναντι της ηγεσίας του Κίτσενερ στο Υπουργείο Πολέμου, υποστήριξε προσωπικά την κίνηση αυτή.
Σιγά-σιγά η παρουσία τους γινόταν όλο και πιο έντονη. Ο αντιβασιλιάς της Αιγύπτου ήταν καταχρεωμένος από τα Βρετανικά δάνεια και δεν μπορούσε να αντισταθεί στη διαρκώς αυξανόμενη Βρετανική επιρροή. Ειδικότερα μετά το 1881 οι Βρετανοί καταστέλλοντας την επανάσταση των Αιγυπτίων εθνικιστών υπό τον Αχμέντ Αραμπί μετέτρεψαν την Αίγυπτο σε προτεκτοράτο τους και τους τοπικούς άρχοντες σε μαριονέτες. Το 1881 υπήρξε έτος - σταθμός και για το Σουδάν. Εκείνη τη χρονιά εμφανίστηκε ο πλέον επιτυχημένος από μια σειρά παλαιότερων «μεσσιών». Το όνομά του ήταν Μωχάμεντ Αχμέντ ιμπν ελ Σαγιέντ αμπντ Αλλάχ, αλλά έμεινε στην ιστορία ως «Μάχντι», που σήμαινε «ο αναμενόμενος».
Ο χαρισματικός αυτός θρησκευτικός ηγέτης διακήρυσσε τον εξαγνισμό του Ισλάμ και την απελευθέρωση του Σουδάν από τους Τούρκους (Αιγυπτίους). Ακολουθούμενος από έναν συνεχώς μεγενθυνόμενο πυρήνα φανατικών οπαδών, τους δερβίσηδες (φτωχούς), όπως τους έλεγε αρχικά, ή Ανσάρ (βοηθούς), όπως τους έλεγε αργότερα, άρχισε να ξηλώνει τις Αιγυπτιακές φρουρές τη μία μετά την άλλη. Πολύ σύντομα απέκτησε τον έλεγχο του δυτικού Σουδάν νικώντας επανειλημμένα τα Αιγυπτιακά εκστρατευτικά σώματα που έφθαναν για να καταστείλουν το κίνημά του. Οι περισσότεροι από τους Αιγυπτίους αιχμαλώτους προσχωρούσαν στις τάξεις των Μαχντιστών, οι οποίοι εμπλούτισαν το οπλοστάσιό τους με τα καταληφθέντα τυφέκια και πυροβόλα.
Με τον Μάχντι είχαν συνταχθεί μερικοί από τους πιο ικανούς ανθρώπους στο Σουδάν, με πρώτο και καλύτερο τον διαβόητο πρώην δουλέμπορο Οσμάν Ντίνια, ο οποίος αναδείχθηκε ως ο κύριος πολέμαρχος των δερβίσηδων σε όλα τα χρόνια της κυριαρχίας τους. Με τον στρατό του πλέον να φθάνει τους 30.000 άνδρες, ο Μάχντι άρχισε να απειλεί το ανατολικό Σουδάν θέτοντας και το ίδιο το Χαρτούμ σε μια χαλαρή πολιορκία. Οι Βρετανοί μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν είχαν επιδείξει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη γη των δουλεμπόρων, αλλά βλέποντας τη ροή των πραγμάτων αποφάσισαν να εκκενώσουν το Σουδάν από τις αιγυπτιακές δυνάμεις που είχαν απομείνει εκεί.
Για την οργάνωση της εκκένωσης απέστειλαν στο Χαρτούμ ένα από τα πιο αγαπημένα παιδιά της Βρετανίας, τον ήρωα του Στέμματος στρατηγό Τσαρλς Γκόρντον, ο οποίος είχε καταστείλει την επανάσταση των Ταϊπίνγκ στην Κίνα. Φθάνοντας στο Χαρτούμ τον Φεβρουάριο του 1884 ο Γκόρντον διαπίστωσε ότι καμία οδός διαφυγής δεν ήταν ασφαλής, αφού οι δυνάμεις των Μαχντιστών είχαν απλωθεί σε όλο το Σουδάν. Έλαβε έτσι τη γενναία απόφαση να παραμείνει στην πόλη, παρά τις διαταγές που είχε, και με τους 7.000 άνδρες που διοικούσε να οργανώσει την άμυνά του και εκεί να αντιμετωπίσει τον Μάχντι. Παράλληλα ζήτησε από το Λονδίνο να του σταλούν ενισχύσεις. Ο Μάχντι με τη σειρά του περιέσφιξε τον κλοιό γύρω από το Χαρτούμ.
Μόλις τα νέα για τον κίνδυνο τον οποίο διέτρεχε ο Γκόρντον έφθασαν στο Λονδίνο, η κοινή γνώμη απαίτησε να αποσταλεί εκστρατευτικό σώμα για να λύσει την πολιορκία. Πράγματι, με εντολή της κυβέρνησης ένα στράτευμα 10.000 ανδρών υπό τον στρατηγό Γουόλσλεϋ ξεκίνησε από την Αίγυπτο για το Χαρτούμ. Το βράδυ, όμως, της 25ης Ιανουαρίου 1885 οι Μαχντιστές κατέλαβαν με έφοδο την πόλη. Επακολούθησαν φοβερές ακρότητες και καταστροφές, ενώ το κεφάλι του ευγενικού Γκόρντον καρφωμένο σε έναν πάσσαλο «κόσμησε» την τέντα του Μάχντι. Το εκστρατευτικό σώμα του Γουόλσλεϋ έφθασε στην πόλη με δύο μόλις ημέρες καθυστέρηση και μη μπορώντας πλέον να προσφέρει τίποτα έλαβε τον δρόμο της επιστροφής.
Ο Μάχντι κατέστησε πρωτεύουσα του κράτους το Ομντουρμάν, ένα προάστιο βορειοδυτικά του ερειπωμένου πλέον Χαρτούμ. Ο ίδιος πέθανε έξι μήνες αργότερα από τύφο. Στα τέλη του 1885 οι Μαχντιστές ήλεγχαν ολόκληρο το Σουδάν, ενώ οι Βρετανο-Αιγύπτιοι διατηρούσαν στην κατοχή τους μόνο δύο πόλεις: την Ουάντι Χάλφα στα σύνορα Αιγύπτου - Σουδάν και το Σουακίν στην Ερυθρά θάλασσα. Τον Μάχντι, ύστερα από δική του επιθυμία, διαδέχθηκε ένα διευθυντήριο τριών χαλίφηδων (διαδόχων), από τους οποίους ξεχώριζε ο χαλίφης Αμπνταλαχί ιμπν Μουχάμαντ αντ Ταασί. Κατά τα επόμενα χρόνια ο τελευταίος εγκαθίδρυσε ένα απολυταρχικό Ισλαμικό κράτος που λειτουργούσε σαν ένα τεράστιο στρατόπεδο στο οποίο ο Ισλαμικός νόμος ρύθμιζε τα πάντα.
Εξυπακούεται ότι το κράτος αυτό βρισκόταν διαρκώς σε τζιχάντ (ιερό πόλεμο). Το 1887 60.000 Ανσάρ επέδραμαν στην Αιθιοπία. Το 1889 απέκρουσαν επιτυχώς επίθεση των Αιθιόπων σε μάχη που έγινε στο Καλαμπάτ. Τον ίδιο χρόνο ο στρατός του χαλίφη επιτέθηκε στην ίδια την Αίγυπτο, αλλά αποκρούστηκε σε μάχη στο Τοσκί. Το 1891 ο χαλίφης Αμπνταλαχί επιβλήθηκε ως μοναδικός αρχηγός των πιστών του Σουδάν.
ΤΟ ΣΟΥΔΑΝ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΧΑΡΤΟΥΜ
Οι Ansar σημείωσαν δυο ακόμα νίκες το 1885, όταν κυρίευσαν την Kassala και το Sennar στο ανατολικό Σουδάν. Ο πόλεμος κατά της Αβησσυνίας το 1887 - 1889 αποτέλεσε την πρώτη δοκιμασία του Khalifa και η μάχη στο Gallabat ήταν ίσως η τελευταία μάχη στην ιστορία, όπου δυο στρατοί συγκρούονταν με αγχέμαχα όπλα. Από το 1886 έως το 1889 η άμυνα των Αιγυπτιακών συνόρων και της περιοχής του Σουακίμ ήταν αποκλειστική αρμοδιότητα του «νέου» Αιγυπτιακού στρατού, που διοικούνταν από Βρετανούς αξιωματικούς. Το Δεκέμβριο του 1888 δυο Αιγυπτιακές - Σουδανικές ταξιαρχίες υπό τη διοίκηση των Grenfell και Kitchener έλυσαν την πολιορκία του Σουακίμ από τον Osman Digna.
Τον Ιούλιο του 1889 οι Ansar εισέβαλαν στην Αίγυπτο και στις 3 Αυγούστου ηττήθηκαν από τους Αιγυπτίους στη μάχη του Toski. Οι Ansar υποχώρησαν στη Suarda, 130 μίλια νότια της Wadi Halfa. Η ήττα αυτή σηματοδότησε την αρχή της παρακμής του κράτους του Mahdi στο Σουδάν. Το 1889 - 1890 υπήρχε λιμός στο Σουδάν και το 1891 απέτυχε μια επανάσταση κατά του Khalifa. Το 1891 οι δυνάμεις του Osman Digna πολιόρκησαν ξανά το Σουακίμ, αλλά ηττήθηκαν στις 19 Φεβρουαρίου από τους Αιγυπτίους στο Tokar. Ακόμα μια ήττα έλαβε χώρα το Δεκέμβριο του 1893, όταν ο Ιταλικός στρατός νίκησε τον Ahmad wadAli στο Agordat. Τον Ιούλιο του 1894 οι Ιταλοί κατέλαβαν την Kassala, τη μεγαλύτερη πόλη του ανατολικού Σουδάν.
Αλλά το 1896 υπέστησαν βαριά ήττα από τους Αβησσυνούς στην Adowa, οι οποίοι απείλησαν ξανά το νότιο Σουδάν. Το κράτος του Mahdi βρέθηκε σε κατάσταση πολιορκίας. Στο νότο οι Βέλγοι του Κογκό διεκδικούσαν την περιοχή του Άνω Νείλου. Δυτικά ήταν οι Γάλλοι. Αλλά η σημαντικότερη απειλή για τον Khalifa που δεν το άφηνε να δεσμεύσει δυνάμεις για να αντιμετωπίσει αυτές τις απειλές, ήταν ο «νέος» Αιγυπτιακός στρατός. Στη Βρετανία, η κοινή γνώμη απαίτησε επίμονα την εκδίκηση για το θάνατο του Gordon. Ο Αιγυπτιακός στρατός ενισχύθηκε και αναδιοργανώθηκε, ενώ η άμυνα του Σουέζ ανατέθηκε στο Βασιλικό Ναυτικό και στα Βρετανικά στρατεύματα στην Αίγυπτο.
Το 1895 άρχισαν να εκπονούνται σχέδια για την κατάκτηση της Dongola το επόμενο έτος. Λαμβάνοντας υπόψη την προσωπική απόφαση του Χεδίβη της Αιγύπτου να χρησιμοποιήσει τον αναγεννημένο Αιγυπτιακό στρατό και να κατακτήσει την επαρχία της Dongola και το αίτημα της Ιταλίας για έναν αντιπερισπασμό που θα εμπόδιζε τους Ansar να κυριεύσουν την Kassala, η Βρετανική κυβέρνηση ενέκρινε μια εκστρατεία ανακατάληψης του Σουδάν. Επικεφαλής ορίστηκε ο στρατηγός Sir Herbert Kitchener, ο οποίος είχε γίνει Sirdar το 1892. Δυο νέα τάγματα του Αιγυπτιακού στρατού κλήθηκαν από τις εφεδρείες, στρατιώτες από την Ινδία στάλθηκαν να αντικαταστήσουν τη φρουρά στο Σουακίμ και το σύνταγμα North Staffordshire πήρε τον έλεγχο των συνόρων από τον Αιγυπτιακό στρατό.
ΣΟΥΔΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ
Η ιστορία του Σουδάν κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα μπορεί να διαιρεθεί σε τέσσερις περιόδους:
- 1η. Η κατάκτηση του Σουδάν από την Αίγυπτο το 1820.
- 2η. Η άνοδος του Mahdi και ο ιερός πόλεμος (jihad) εναντίον της Αιγυπτιακής κατοχής 1881 - 1883.
- 3η. Η είσοδος της Μ. Βρετανίας στον πόλεμο και η πτώση του Χαρτούμ 1884 - 1885.
- 4η. Η ανακατάληψη του Σουδάν το 1898.
Η ήττα του Hicks Pasha στη μάχη του Shaykan το 1883 και η επικράτηση του κινήματος του Mahdi, ανάγκασε τη Βρετανική κυβέρνηση να οργανώσει ένα σχέδιο εκκένωσης του Σουδάν από τους ξένους πολίτες που ζούσαν εκεί. Για το σκοπό αυτό, έστειλε το στρατηγό Gordon στο Χαρτούμ. Ο στρατός του Mahdi πολιόρκησε το Χαρτούμ, το οποίο έπεσε τον Ιανουάριο του 1885. Ο στρατηγός Gordon σκοτώθηκε ηρωικά στο παλάτι του. Ο Mahdi πέθανε από τύφο τον Ιούνιο του 1885 και ο διάδοχος του Khalifa Abdullahi μετέφερε την πρωτεύουσα του Σουδάν στο Omdurman. Το Σουδάν υπό την ηγεσία του Khalifa ήταν ένα από τα ισχυρότερα κράτη στην Αφρική εκείνη την περίοδο.
Προσπάθησε να επεκτείνει την κυριαρχία του στα γύρω κράτη και ήρθε αντιμέτωπος με τις άλλες δυνάμεις στην περιοχή. Το 1887 άρχισε ο πόλεμος με την Αιθιοπία που τελείωσε με τη νίκη των Ansar στη μάχη του Gallabat. Το 1889 εισέβαλε στην Αίγυπτο και ηττήθηκε στη μάχη του Toski από τον Αιγυπτιακό στρατό. Οι Βέλγοι διεκδικούσαν το νότιο Σουδάν και οι Γάλλοι είχαν τις δικές τους φιλοδοξίες στα ανατολικά σύνορα του. Το 1893 ο Ιταλικός στρατός νίκησε τους Ansar στη μάχη του Agordat στην Αιθιοπία και το 1894 κατέλαβε την Kassala στο ανατολικό Σουδάν.
Φοβούμενη μήπως άλλες Ευρωπαϊκές δυνάμεις στην περιοχή επωφεληθούν της παρακμής του κράτους του Mahdi και διεκδικήσουν εδάφη στο Σουδάν, η Βρετανική κυβέρνηση έδωσε εντολή στον Herbert Kitchener το 1895 να οργανώσει μια εκστρατεία για την ανακατάληψη του Σουδάν. Η εκστρατεία ξεκίνησε το Μάρτιο του 1896. Διαθέτοντας έναν άριστα εξοπλισμένο στρατό, νίκησε κατά κράτος τις δυνάμεις του Khalifa με αποκορύφωμα την επική μάχη του Omdurman το Σεπτέμβριο του 1898.
ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ ΔΙΟΙΚΗΤΕΣ
Οι Διοικητές του Άγγλο-Αιγυπτιακού Στρατού
Αρχιστράτηγος της εκστρατείας στο Σουδάν ήταν ο 48χρονος Sir Herbert Kitchener, ο οποίος είχε διαδεχθεί τον Sir Francis Grenfell ως Sirdar το 1892. Ο Kitchener ήταν ένας αυστηρός και σκληρός διοικητής, ο οποίος δεν πραγματοποιούσε τίποτε χωρίς 100% προετοιμασία. Άνθρωπος χωρίς χιούμορ, μισούσε τον Τύπο, φιλόδοξος και φιλάργυρος. Η αμοιβή του για την ανακατάληψη του Σουδάν ήταν 30.000 λίρες και ένας τίτλος ευγενείας. Αν ο Kitchener ήταν το μυαλό του Άγγλο-Αιγυπτιακού στρατού, ο υποστράτηγος Archibald Hunter ήταν η γροθιά του. Ήταν ένας σκληρός και μάχιμος στρατηγός, που βρισκόταν στην πρώτη γραμμή όλων των συγκρούσεων στο Σουδάν για 14 χρόνια.
Ο διοικητής της Βρετανικής μεραρχίας πεζικού, αντιστράτηγος Sir William Catacre, ήταν ένας αεικίνητος, ενεργητικός και ακούραστος διοικητής, ο οποίος διοικούσε τους άντρες του πολύ σκληρά. Οι ταξίαρχοι A.G. Wauchope και N.G. Lyttelton, πέρασαν δύσκολες ώρες, καθώς ο Catacre αποφάσιζε για όλα. Ίσως η πιο διακεκριμένη προσωπικότητα ανάμεσα στους διοικητές ήταν ο αντισυνταγματάρχης Hector Archibald MacDonald, ο οποίος είχε την περισσότερη θητεία στο στρατό από κάθε άλλον. Γενναίος μέχρι απερισκεψίας, έκανε ίσως τα περισσότερα για να πετύχει η εκστρατεία στο Omdurman.
Οι άλλοι διοικητές ήταν ο αντισυνταγματάρχης J.G. Maxwell, ο οποίος πολέμησε με τον Αιγυπτιακό στρατό σε όλες τις νίκες του καθώς και ο αντισυνταγματάρχης D.F. Lewis, ένας ταλαντούχος στρατιώτης με απεριόριστη ζωτικότητα. Το σώμα ιππικού είχε διοικητή τον αντισυνταγματάρχη R.G. Broadwood, ενώ το πυροβολικό βρίσκονταν υπό τη διοίκηση του αντισυνταγματάρχη C.J. Long. Οι Friendlies, μια δύναμη 2.500 Αράβων άτακτων, διοικούνταν από τον ταγματάρχη Edward Montagu Stuart-Wortley, έναν βετεράνο της αποτυχημένης εκστρατείας σωτηρίας του Gordon και εκκεντρικό οπαδό των Αράβων.
Οι Διοικητές των Ansar
Από το 1885 ο στρατός των Ansar διοικούνταν από τον Khalifa Abdullahi, ο οποίος ήταν ικανός διπλωμάτης, αλλά ανεπαρκής στη διοίκηση του στρατού. Ο πιο αποτελεσματικός διοικητής στο πεδίο της μάχης ήταν ίσως ο Osman Digna, ένας πρώην δουλέμπορος με σημαντικά ερείσματα ανάμεσα στις φυλές της περιοχής του Σουακίμ. Έγινε πρεσβύτερος Amir με το θάνατο του Abd al Rahman Mujumi και παρέμεινε ψηλά στην ιεραρχία των Ansar μέχρι τη μάχη του Omdurman. Ο διοικητής των Ansar στη μάχη του ποταμού Atbara ήταν ο Khalifa Sharif Mahmud Ahmad, ο οποίος συνελήφθη.
Εξαιτίας του παραδοσιακού νεποτισμού των Αράβων, ο Khalifa διόρισε τον ετεροθαλή αδελφό του Yacub στη διοίκηση της Μαύρης Σημαίας και το γιο του Shaikh Uthman al-Din στη διοίκηση της Σκούρας Πράσινης Σημαίας (τους Muluazimiya).
ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ ΣΤΡΑΤΟΙ
Το εκστρατευτικό σώμα του Κίτσενερ αριθμούσε 25.800 άνδρες και ήταν διαιρεμένο σε δύο μεραρχίες. Η Βρετανική μεραρχία υπό τον στρατηγό Γκέϊτακρ είχε δύναμη 8.200 ανδρών χωρισμένων σε δύο ταξιαρχίες, διοικούμενες από τους ταξιάρχους Γουότσοπ και Λάιτλτον. Η Αιγυπτιακή μεραρχία υπό τον στρατηγό Χάντερ είχε δύναμη 17.600 Αιγυπτίων και Σουδανών, χωρισμένη σε τέσσερις ταξιαρχίες διοικούμενες από τους ταξιάρχους Μακ Ντόναλντ, Μάξγουελ, Λιούις και Κόλινσον. Τα τυφέκια των Βρετανών ήταν Lee-Metford, ενώ των Αιγυπτίων Henry-Martini. Το πυροβολικό συγκροτούσαν δύο Βρετανικές, τέσσερις Αιγυπτιακές και μία έφιππη Αιγυπτιακή πυροβολαρχίες με 44 πυροβόλα και 20 υδρόψυκτα πολυβόλα Μaxim.
Το ιππικό συγκροτούσαν το 21o Βρετανικό Σύνταγμα Λογχοφόρων, εννέα ίλες Αιγυπτιακού ιππικού και οκτώ λόχοι καμηλών. Δίπλα στο εκστρατευτικό σώμα, στα νερά του Νείλου, έπλεε ένας μικρός στόλος από δέκα θωρακισμένες κανονιοφόρους (ποταμόπλοια), οι οποίες έφεραν συνολικά 36 πυροβόλα και 24 Μaxim. Σε μία από αυτές, τη "Fatih", κυβερνήτης ήταν ο Ντέιβιντ Μπήτυ, μετέπειτα διοικητής των καταδρομικών του Βρετανικού στόλου κατά τη ναυμαχία της Γιουτλάνδης. Τον στρατό του χαλίφη συγκροτούσαν τέσσερις μεγάλοι σχηματισμοί. Η μαύρη σημαία είχε δύναμη 14.240 ανδρών της οποίας διοικητής ήταν ο Γιακούμπ, ετεροθαλής αδελφός του χαλίφη. Ο ίδιος ο χαλίφης διηύθυνε τη μάχη δίπλα στον Γιακούμπ.
Η σκουροπράσινη σημαία είχε δύναμη 28.380 ανδρών υπό τη διοίκηση του Οσμάν Σαϊκ αντ Ντιν, πρωτότοκου γιου του χαλίφη. Η πράσινη σημαία είχε δύναμη 5.400 ανδρών και διοικητή τον χαλίφη Αλή Ουάντ Ουλού. Ο Οσμάν Ντίνια, ο οποίος είχε χάσει τη σημαία του κατά τη μάχη του Ταμάι το 1884, διοικούσε 3.400 άνδρες. Ένα σύνολο 51.420 ανδρών το οδηγούσαν 86 εμίρηδες. Από αυτούς 5.500 ήταν ιππείς, ενώ 14.300 έφεραν τυφέκια, κυρίως τα παλαιότερα Remington. Οι υπόλοιποι ήταν οπλισμένοι με δόρατα, σπαθιά και ασπίδες, κάποιοι δε φορούσαν κράνη και αλυσιδωτούς θώρακες. Οι δερβίσηδες κατά τη μάχη χρησιμοποίησαν μόνο πέντε πυροβόλα, η αποτελεσματικότητα των οποίων ήταν μηδαμινή.
Ο ΑΓΓΛΟ - ΑΙΓΥΠΤΙΑΚΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ
Τα Βρετανικά συντάγματα πεζικού ήταν οργανωμένα σε δυο τάγματα των οκτώ λόχων των 120 αντρών ο καθένας. Τα συντάγματα ιππικού είχαν 4 ίλες των 160 αντρών η καθεμία. Τα Αιγυπτιακά τάγματα πεζικού είχαν έξι λόχους των 150 αντρών ο καθένας. Οι ίλες ιππικού είχαν 100 άντρες η καθεμία. Οι πυροβολαρχίες είχαν έξι πυροβόλα με 113 άντρες, ενώ οι ιππήλατες πυροβολαρχίες είχαν 137 άντρες. Οι λόχοι των Σωμάτων Καμήλων αποτελούνταν από 152 άντρες ο καθένας. Ήταν σπάνιο για τις μονάδες να έχουν πλήρη σύνθεση.
Ο Βρετανικός στρατός 1888 - 1891
- Gamaiza (Ανατολικό Σουδάν) 20 Δεκεμβρίου 1888 (Kitchener)
1η ταξιαρχία 9ο, 10ο, 12ο Σουδανικά τάγματα
2η ταξιαρχία 4ο Αιγυπτιακό, 11ο Σουδανικό τάγμα
- Argin / Toski (Αιγυπτιακά σύνορα) 28 Ιουνίου - 1 Αυγούστου 1889
9ο Σουδανικό τάγμα 4 λόχοι
10ο Σουδανικό τάγμα 4 λόχοι
13ο Σουδανικό τάγμα 4 λόχοι
Σώμα Καμήλων 2 λόχοι
Αιγυπτιακό ιππικό 2 ίλες
2η πεδινή πυροβολαρχία Αιγυπτιακό πυροβολικό 6,6 cm πυροβόλα Krupp
3η πυροβολαρχία Φρουράς Αιγυπτιακό πυροβολικό 2,8 cm πυροβόλα Krupp
- Toski 3 Αυγούστου
1η ταξιαρχία (Woodhouse) 3ο - 5ο - 7ο Αιγυπτιακά τάγματα
2 ίλες ιππικού
1η και 2η πυροβολαρχία πεδινού πυροβολικού 6 πυροβόλα
1 πυροβολαρχία Φρουράς
Σώμα Καμήλων
2η ταξιαρχία (Kitchener) 1ο - 2ο Αιγυπτιακά τάγματα
1 ίλη ιππικού
1 μεραρχία ιππήλατου πυροβολικού και 1 πεδινού
1 ίλη του 20ου συντάγματος Ουσάρων συν 4 κανονιοφόροι
- Tokar (Ανατολικό Σουδάν) 19 Φεβρουαρίου 1891
1ο Αιγυπτιακό τάγμα (λίγοι λόχοι)
4ο Αιγυπτιακό
11ο και 12ο Σουδανικά τάγματα
2 ίλες ιππικού
2 πεδινά πυροβόλα Krupp, 2 ορεινά πυροβόλα, 1 πολυβόλο Maxim
Στολή των Βρετανικών Στρατευμάτων στο Σουδάν
Όλοι οι στρατιώτες φορούσαν την κανονική χακί στολή με καφέ ζώνες και λευκές παλάσκες πυρομαχικών. Τα κράνη για τον ήλιο ήταν επίσης χακί χρώματος με ενσωματωμένο προστατευτικό για το λαιμό. Διαφορετικό χρώμα είχαν τα μικρά μεταξωτά κομματάκια υφάσματος με το σύμβολο του συντάγματος, που τοποθετούνταν πάνω στο κράνος. Αυτά τα σύμβολα ήταν τα παρακάτω :
- Ταξιαρχία τυφεκιοφόρων Σκούρο γκρι
- Τυφεκιοφόροι Lancashire Τετράγωνο κίτρινο
- Τυφεκιοφόροι Northumberland Κόκκινη λωρίδα στο κράνος
- Φρουρά Γρεναδιέρων Κόκκινη και μπλε ροζέτα
- Σύνταγμα Lincolnshire Τετράγωνο άσπρο
- Σύνταγμα Warwickshire Τετράγωνο κόκκινο
- Seaforth Highlanders Άσπρο φτερό
- Cameron Highlanders Μπλε τετράγωνο
Τυφέκια - Ξιφολόγχες
Στις εκστρατείες του 1896 - 1898 το Βρετανικό πεζικό ήταν εξοπλισμένο με το τυφέκιο Lee-Metford, ένα όπλο με γεμιστήρα πέντε σφαιρών διαμετρήματος 7,7 χιλιοστών, που έριχνε άκαπνες σφαίρες. Η σφαίρα του Lee-Metford με διάμετρο όσο ένα μολύβι μπορούσε να τρυπήσει το κόκκαλο. Η αποτελεσματικότητα της ήταν μεγαλύτερη απ' ότι φάνηκε στη μάχη του Omdurman. Αν και το τυφέκιο μαύρης πυρίτιδας Martini - Henry ήταν αργό, στα χέρια των Αιγύπτιων και Σουδανών στρατιωτών αποδείχτηκε ανώτερο των περιστάσεων, ιδιαίτερα στις μάχες εκ του σύνεγγυς. Και τα δυο τυφέκια απέδειξαν σε αυτές τις εκστρατείες την ανωτερότητα τους από τα τυφέκια Remington των Ansar.
Στις μάχες του Σουδάν το 1884 - 1885, η ξιφολόγχη που χρησιμοποιούσε ο Βρετανός στρατιώτης ήταν ανεπαρκής και έτσι αντικαταστάθηκε το 1886 - 1887 από νέο μοντέλο με λεπίδα 18,5 ιντσών για το τυφέκιο Martini - Henry. Το μοντέλο του 1888 ήρθε μαζί με το τυφέκιο Lee - Metford. Αυτό το τυφέκιο ήταν μακρύτερο από το Martini - Henry, έτσι λοιπόν και η λόγχη του ήταν κοντύτερη κατά 12 ίντσες.
Το Ξίφος του Ιππικού
Οι εκστρατείες του 1896 - 1898 ήταν το αντικείμενο πολλών αναφορών στις εφημερίδες σχετικά με τις ελλείψεις σε ποιότητα του οπλισμού των στρατιωτών και συγκεκριμένα του ξίφους ιππικού. Μετά την εκστρατεία του Χαρτούμ εμφανίστηκε το ξίφος Ιππικού, μοντέλο 1885, που τροποποιήθηκε το 1889, έτσι ώστε το βάρος του ήταν αυξημένο κατά 3,5 oz, επηρεάζοντας την συνολική ισορροπία και ευστάθεια του. Το 1890 εισήχθη νέο μοντέλο που δεν άλλαξε την αρνητική εικόνα που είχαν για το όπλο οι ιππείς. Το νέο ξίφος του 1899 ήταν επίσης ανεπαρκές στη μάχη και δεν υιοθετήθηκε από το Βρετανικό ιππικό στον πόλεμο με τους Boers.
Πυροβολικό
Το 1885 το Βρετανικό ιππήλατο και πεδινό πυροβολικό ήταν εξοπλισμένο με ένα πυροβόλο 12pdr διαμετρήματος 3 ιντσών, συρόμενο από ομάδα έξι αλόγων. Σε πλήρη σύνθεση, το πυροβόλο, τα πυρομαχικά, οι δυο τροχοί και ο άξονας ζύγιζαν 38cwt (2 τόνους), το οποίο ήταν πολύ βαρύ. Το 1894 εισήχθη σε υπηρεσία ένα νέο πυροβόλο 12pdr βάρους 6cwt (περ. 305 κιλά), με ελαφρύτερα πυρομαχικά. Αυτά τα πυροβόλα, έβαλλαν μια νέα υψηλής εκρηκτικότητας οβίδα και είχαν μεγαλύτερη ακτίνα βολής.
Σε χρήση βρίσκονταν επίσης και ολμοβόλα των 5,5 ιντσών που έβαλλαν ένα νέο εκρηκτικό, τον λυδίτη, ο οποίος χρησιμοποιήθηκε για την αύξηση της διατρητικής ικανότητας των κοινών οβίδων όλων των τύπων πυροβόλων και ολμοβόλων με διαμέτρημα άνω των 4,7 ιντσών. Η αποτελεσματικότητα του φάνηκε για πρώτη φορά όταν μικρά ολμοβόλα χρησιμοποίησαν οβίδες των 50 λιβρών σε απόσταση 3.000 γιαρδών για να προκαλέσουν τεράστιες τρύπες στο θόλο του τύμβου του Mahdi στο Omdurman, τυλίγοντας όλο το κτίριο σε ένα σύννεφο σκόνης και καπνού.
To Πυροβολικό Αιγυπτιακού Στρατού
Ο Αιγυπτιακός στρατός χρησιμοποιούσε τα πυροβόλα Krupp των 6,5εκ., που μεταφέρονταν σε τέσσερα μουλάρια ή καμήλες. Το 1897 αντικαταστάθηκαν από τα Maxim-Nordenfelt των 75 χιλ., που έβαλλαν οβίδα των 12,5 λιβρών ή μια διπλή των 18pdr. Στη μάχη του Omdurman οι τέσσερις Αιγυπτιακές πεδινές πυροβολαρχίες ήταν εξοπλισμένες με αυτά και μόνο η 3η διατηρούσε δυο πυροβόλα Krupp. Οι Αιγυπτιακές ιππήλατες πυροβολαρχίες ήταν εξοπλισμένες με το παμπάλαιο πυροβόλο Krupp των 7,75εκ., που μερικές φορές αναφέρεται και σαν 7pdr. Ανάμεσα στα μειονεκτήματα του ήταν ο χαμηλός ρυθμός βολής, η χαμηλής ποιότητας οβίδες και τα ελλαττωματικά φρένα. Για τη μεταφορά του χρησιμοποιούνταν έξι άλογα.
Πολυβόλα Maxim
Το Αμερικανικής εφεύρεσης πολυβόλο Maxim ήταν επαναστατικό στο ότι οι σφαίρες ήταν αποθηκευμένες σε μια εύκαμπτη ζώνη και διέθετε σύστημα ψύξης. Υιοθετήθηκε από το Βρετανικό στρατό το 1891 και μπήκε σε υπηρεσία σταδιακά από τις μονάδες ιππικού και πεζικού, αλλά όχι και από το Βασιλικό Πυροβολικό. Ζύγιζε μόνο 40 λίβρες και έβαλλε 650 σφαίρες το λεπτό. Για την εκστρατεία στο Omdurman σχηματίστηκε μια πυροβολαρχία των τεσσάρων Maxim από τα συντάγματα North Staffordshire και Connaught Rangers που αύξησε την ισχύ πυρός του πεζικού του Kitchener. Μέχρι το 1898, όλα τα πολυβόλα που χρησιμοποιούνταν στον Αιγυπτιακό στρατό ήταν Maxim.
Το ιππικό ήταν εξοπλισμένο με ένα «ιππήλατο» Maxim, συρόμενο από έξι άλογα. Κάθε πυροβολαρχία του Αιγυπτιακού στρατού είχε τέσσερα πολυβόλα και του ιππικού είχε έξι.
Η Αναγέννηση του Αιγυπτιακού Στρατού
Η ήττα του στρατού του Arabi το 1882 και οι επιθέσεις των Ansar κατά τα επόμενα τρία χρόνια διέλυσαν τον Αιγυπτιακό στρατό. Μετά το 1885 το κύριο βάρος των μαχών εναντίον των Ansar στα Αιγυπτιακά σύνορα πραγματοποιήθηκε από έναν Αιγυπτιακό στρατό, που ήταν εκπαιδευμένος κατά τα Βρετανικά πρότυπα και διοικούνταν από Βρετανούς αξιωματικούς. Αυτός ο «νέος» στρατός ξεκίνησε την ανακατάληψη του Σουδάν και έδωσε τις περισσότερες μάχες έως το τέλος του πολέμου. Οι Αιγύπτιοι στρατιώτες ήταν πειθαρχημένοι και ακολουθούσαν τις οδηγίες των Βρετανών αξιωματικών.
Στο Omdurman, ο Αιγυπτιακός στρατός αποτελούνταν από 19 τάγματα πεζικού, δέκα ίλες ιππικού, μια ιππήλατη και τέσσερις πεδινές πυροβολαρχίες και πολυβόλα Maxim, ένα Σώμα Καμήλων των οκτώ λόχων. Ήταν συνολικά 20.000 άντρες με περισσότερους από 140 λευκούς αξιωματικούς.
Στολή του Αιγυπτιακού Στρατού - Σημαίες
Η επίσημη στολή ήταν ο χακί χιτώνας και παντελόνια, μπλε γκέτες, κόκκινο φέσι με χακί κάλυμμα και ένα ύφασμα για το λαιμό. Τα τάγματα ξεχώριζαν μεταξύ τους από τα διάφορα εμβλήματα ποικίλλων χρωμάτων στα φέσια. Κάθε τάγμα έφερε στη μάχη μια μονόχρωμη μεταξωτή πράσινη σημαία, διαστάσεων περίπου 100εκ. x 800εκ., που έφερε τον αριθμό του τάγματος σε άσπρα Αραβικά νούμερα. Εκτός από τις σημαίες των ταγμάτων, κάθε λόχος έφερε ένα μικρό ορθογώνιο χρωματιστό ύφασμα, δεμένο σε λαβή ακοντίου και έχοντας τον αριθμό του λόχου γραμμένο στο κέντρο.
Η Αιγυπτιακή επίσημη σημαία ήταν ίδια με αυτή της Τουρκίας, δηλαδή κόκκινη με ένα μεγάλο αστέρι και μισοφέγγαρο στο κέντρο. Το επίσημο λάβαρο του Χεδίβη ήταν κόκκινο, έχοντας τρία μικρά αστέρια και μισοφέγγαρα σχεδιασμένα κοντά στο κοντάρι.
Σουδανικά Τάγματα στον Αιγυπτιακό Στρατό
Οι Σουδανοί σχημάτιζαν έξι τάγματα (9ο έως 14ο) και θεωρούνταν γενικά ως η αφρόκρεμα του στρατού, τοποθετημένοι συχνά στην πρώτη γραμμή της μάχης, με τα Αιγυπτιακά στρατεύματα σε ρόλο υποστήριξης. Προέρχονταν από τους νέγρους του νοτίου Σουδάν και των βουνών Nuba, πολλοί δε ήταν βετεράνοι του Αιγυπτιακού στρατού από τις εκστρατείες στο Μεξικό και Τουρκία. Άλλοι είχαν πολεμήσει με το στρατό του Mahdi. Μετά από κάθε κύρια μάχη, νεοσύλλεκτοι από τους jihadiyya (αιχμάλωτοι πολέμου) έγιναν στρατιώτες του Αιγυπτιακού στρατού και πολέμησαν εναντίων των πρώην αφεντών τους. Τα Σουδανικά τάγματα είχαν στις τάξεις τους βετεράνους πολεμιστές.
Το Ναυτικό του Kitchener
Για να επιτύχει στην εκστρατεία, ο Kitchener ήξερε ότι έπρεπε να έχει τον πλήρη έλεγχο του ποταμού Νείλου και αυτό το κατόρθωσε με το στόλο του από θωρακισμένες κανονιοφόρους, που καθεμία μετέφερε οπλισμό ικανό να διαλύσει κάθε αραβικό οχυρό. Με διοικητές νέους αξιωματικούς του Βασιλικού Ναυτικού αποσπασμένους στο Σουδάν, ο στολίσκος αυτός βρίσκονταν υπό τη γενική διοίκηση του Διοικητή του Βασιλικού Ναυτικού Colin Keppel. Στην αρχή της καριέρας του ως διοικητής, το Zafir ανατινάχτηκε. Τα διάφορα πλοία και οι διοικητές τους φαίνονται παρακάτω :
Zafir Διοικητής C. Keppel, Βασιλικό Ναυτικό (ΒΝ)
Sultan Υποπλοίαρχος Cowan, ΒΝ (αργότερα ο Keppel)
Sheikh Υποπλοίαρχος Sparks, ΒΝ
Melik Ταγματάρχης Gordon, Βασιλικό Μηχανικό
Fateh Υποπλοίαρχος Beatty, ΒΝ
Nazir Υποπλοίαρχος Hood, ΒΝ
El Hafir (El Teb) Υποπλοίαρχος Staveley, ΒΝ
Tamai Υποπλοίαρχος Talbot, ΒΝ
Metemma Υποπλοίαρχος Stevenson, ΒΝ
Abu Klea Πλοίαρχος Newcombe, ΒΝ
Κάθε κανονιοφόρος ήταν εξοπλισμένη με πολυβόλα Maxim και Nordenfelt καθώς και κανόνια των 6pdr και 12pdr. Ο Υποπλοίαρχος H.L.A. Hood, διοικητής του Nazir, έγινε ναύαρχος και έχασε τη ζωή του, διοικώντας την 3η Μοίρα καταδρομικών στη ναυμαχία της Γιουτλάνδης τον Μάιο του 1916.
Ο ΣΤΡΑΤΟΣ ΤΩΝ ANSAR
Όταν ξεκίνησε η εκστρατεία ανακατάληψης του Σουδάν το 1896, ο στρατός των Ansar ήταν οργανωμένος σε τρεις κύριες μονάδες που βρίσκονταν στο Omdurman. Οι Muluazimiya διοικούνταν από τον σεΐχη Uthman al-Din, τον μεγαλύτερο γιο του Khalifa. Αυτοί ήταν οργανωμένοι σε 18 rubs, δυνάμεως περίπου 10.000 - 12.000 αντρών, που προέρχονταν από Άραβες jihadiyya (τυφεκιοφόρους) της Δύσης, των βουνών Nuba και του νότου. Ήταν οπλισμένοι με τυφέκια Remington. Η Μαύρη Σημαία διοικούνταν από τον αδελφό του Khalifa, Yaqub. Αποτελούνταν από πολεμιστές διαφόρων φυλών. Ήταν οπλισμένοι με σπαθιά, ακόντια και τυφέκια Remington.
Η Πράσινη Σημαία είχε απορροφήσει την Κόκκινη Σημαία του Khalifa al-Sharif Έδρευε στην περιοχή του Λευκού Νείλου και αποτελούνταν από πολεμιστές των τοπικών φυλών.
Οργάνωση των Ansar
Σε όλη τη διάρκεια ζωής της Αυτοκρατορίας των Δερβίσηδων οι πολεμιστές κάθε Σημαίας, ήταν οργανωμένοι σε «Rubs» 800 και 1.200 αντρών συνήθως. Διαιρούνταν σε τρεις ομάδες μάχης και σε μια ομάδα διοίκησης. Η πρώτη ομάδα μάχης αποτελούνταν από ακοντιστές. Η δεύτερη από τυφεκιοφόρους jihadiyya (γνωστοί αργότερα και ως Muluazimayya), οι οποίοι ήταν οργανωμένοι σε υποομάδες των 100 αντρών. Η τρίτη ομάδα ήταν οι ιππείς, συνήθως της φυλής Baggara, οπλισμένοι με μακρά ακόντια και σπαθιά. Όταν εκτελούσαν αποστολές αναγνώρισης και επιδρομές στα σύνορα ήταν οπλισμένοι με τυφέκια.
Κάθε υποομάδα διαιρούνταν σε εκατονταρχίες με επικεφαλής έναν ra'smi'a (εκατόνταρχος) και σε muqaddamiyya των 25 αντρών με επικεφαλής τον muqaddam. Επιπλέον υπήρχαν εγκατεστημένες μόνιμες φρουρές, επανδρωμένες από Αφρικανούς τυφεκιοφόρους και Άραβες ακοντιστές, οι οποίοι ζούσαν σε στρατώνες.
Οι Σημαίες των Ansar
Κάθε μονάδα των Ansar ξεχώριζε από τη Σημαία της. Οι Amir και οι ra'smi'a's (εκατόνταρχοι) είχαν τις δικές τους. Οι σημαίες ήταν ορθογώνιες με διαστάσεις 4x3 πόδια περίπου. Κατασκευάζονταν στο Omdurman και ήταν αποθηκευμένες στο οπλοστάσιο. Διακοσμημένες στη μια πλευρά μόνο, είχαν γραμμένα θρησκευτικά κείμενα τεσσάρων γραμμών σε ένα άσπρο φόντο με χρωματιστό περίγραμμα. Υπήρχαν σημαίες στερεών χρωμάτων, δηλαδή μπλε, κόκκινο ή πράσινο που είχαν γράμματα σε κόκκινο, μπλε, μαύρο, πράσινο ή άσπρο. Τα κοντάρια τους ήταν στολισμένα με μπρούντζινες μπάλες ή μισοφέγγαρα.
Η Παρακμή του Κράτους των Ansar
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1880, το κράτος των Ansar σταδιακά εκφυλιζόταν και παρήκμαζε μέχρι την τελική του ήττα το 1898. Στη διάρκεια αυτής της περιόδου ο στρατός των Ansar ήταν ένας από τους ισχυρότερους Αφρικανικούς στρατούς, έχοντας νικήσει τους Αβησσυνούς το 1888 - 1889, οι οποίοι αργότερα νίκησαν τον Ιταλικό στρατό το 1896. Τα αίτια της παρακμής ήταν πολλά. Το βασικότερο ήταν η συνολική υποτίμηση του αναγεννημένου Αιγυπτιακού στρατού και η σύγχρονη στρατιωτική τεχνολογία που είχε στη διάθεση του ο Kitchener. Άλλο αίτιο ήταν η κακή ποιότητα των όπλων και πυρομαχικών, ο λιγοστός αριθμός εκπαιδευμένων τυφεκιοφόρων και πυροβολητών, η απώλεια των πιο ικανών διοικητών και ένα αναποτελεσματικό σύστημα εφοδιασμού.
Η Στολή των Ansar
Από τις αρχή της επικράτησης του κινήματος του Mahdi στο Σουδάν, οι πολεμιστές των Ansar έπρεπε να φορούν την jibbah, μια κοντή βαμβακερή μπλούζα που έφτανε μέχρι τα γόνατα και ήταν διακοσμημένη με χρωματιστά μπαλώματα. Μέχρι το 1885 τα μπαλώματα ήταν μπλε ή κόκκινα. Αργότερα προστέθηκαν και άλλα χρώματα όπως μαύρο, πράσινο, καφέ. Φορούσαν επίσης λευκά παντελόνια (siraval), σανδάλια (sayidan), ζώνη (karaba), κάλυμμα κεφαλής (taggia), τουρμπάνι (imma) και κολιέ (sibba). Το φέσι απαγορευόταν αυστηρά. Κάποιοι Amir (οπλαρχηγοί) φορούσαν ένα κόκκινο τουρμπάνι τυλιγμένο γύρω από το κεφάλι. Η μια άκρη του υφάσματος έπεφτε πίσω από το αριστερό αυτί και το υπόλοιπο ήταν τυλιγμένο με τέτοιο τρόπο, ώστε σχημάτιζε ένα V μπροστά.
Έμοιαζε πολύ με το τουρμπάνι των Σιχ. Οι πολεμιστές από τις φυλές Beja, Bisharin και Baggara φορούσαν λευκά βαμβακερά παντελόνια. Για να δηλώσουν την πίστη τους στον Mahdi, έραβαν στα ρούχα τους ένα ή δύο μπαλώματα κόκκινου ή μπλε χρώματος. Τα μαλλιά τους ήταν κατσαρά και σκληρά στην αφή. Εξείχαν έξι ή οκτώ ίντσες δεξιά και αριστερά της κεφαλής. Ήταν μακριά μέχρι τους ώμους και έβαζαν ένα μικρό κομμάτι ξύλου στην κορυφή. Όταν οι πολεμιστές της φυλής Beja φόρεσαν την jibbah, άλλαξαν την εμφάνιση τους. Κούρεψαν τα μαλλιά τους και φόρεσαν σκούφο. Πολεμιστές από τη φυλή Hadendowah και οι «Fuzzy-Wuzzies» στο ανατολικό Σουδάν δε ξύρισαν ποτέ το κεφάλι τους και δε φόρεσαν ποτέ την jibbah.
Τα Όπλα των Ansar
Κατά τη δεκαετία του 1880, πριν την εκστρατεία του Χαρτούμ και τις νίκες έναντι των κακό-εκπαιδευμένων Αιγυπτιακών δυνάμεων, ο νέος στρατός του Mahdi δεν ήταν επαρκώς εξοπλισμένος. Οι νίκες και τα λάφυρα από τις μάχες βελτίωσαν τον εξοπλισμό των Ansar, προσθέτοντας τυφέκια Remington δίπλα στα ακόντια, σπαθιά και στιλέτα. Οι περισσότεροι από τους Ansar ήταν εξοπλισμένοι με ακόντιο μήκους 10 ποδιών και φαρδιάς λεπίδας, τρία κοντύτερα ακόντια και ένα σπαθί, που μεταφέρονταν συνήθως σε μια κόκκινη δερμάτινη θήκη κρεμασμένη από τον αριστερό ώμο. Αρκετοί πολεμιστές είχαν κοντά στιλέτα, τοποθετημένα σε κόκκινο δερμάτινο θηκάρι στο αριστερό χέρι.
Οι πολεμιστές Beja και Bisharin μετέφεραν μερικές φορές σκληρότερα μαχαίρια, με φαρδιά λεπίδα και ξύλινα μπαστούνια με γάντζους για να χτυπούν τα πόδια των αλόγων και καμήλων. Οι Beja είχαν και ασπίδες. Αυτές ήταν κυκλικές με μεγάλο κωνικό κέντρο. Φτιάχνονταν από δέρμα ρινόκερου, κροκόδειλου ή ελέφαντα και μπορούσαν να εξοστρακίσουν μια σφαίρα. Οι υπόλοιπες φυλές χρησιμοποιούσαν ασπίδες τύπου Baggara, ελλειπτικές με κωνικό κέντρο. Πανοπλίες δε χρησιμοποιήθηκαν. Περισσότερα από 21.000 τυφέκια άφησαν οι ηττημένες Αιγυπτιακές δυνάμεις μαζί με τα πυρομαχικά. Αυτά ήταν τα ξεπερασμένα Remington, ένα τυφέκιο επαναστατικό όταν βγήκε στην παραγωγή το 1865.
Ο Αιγυπτιακός στρατός το υιοθέτησε το 1870. Ήταν ένα όπλο απλό στη λειτουργία του. Μπορούσε να ρίξει δεκαεπτά βολές το λεπτό, αλλά η ακρίβεια του μειώθηκε επειδή οι Ansar συνήθιζαν να κονταίνουν την κάννη. Οι Ansar χρησιμοποιούσαν ακόμα τυφέκια Martini-Henry. Αν ένας Ansar πολεμιστής είχε ένα τυφέκιο, είχε και μια ή δυο θήκες για σφαίρες. Αυτές ήταν έγχρωμες τοπικής κατασκευής και αντέγραφαν το αιγυπτιακό πρότυπο. Φοριούνταν γύρω από τη μέση ή πάνω στον ώμο. Ο βαρύς οπλισμός των Ansar ήταν λίγος.
Πιστεύεται ότι οι Άραβες απέκτησαν από τις Αιγυπτιακές δυνάμεις 4.000 τυφέκια Remington, πέντε πεδινά πυροβόλα Krupp, δυο Gatling, δυο ρουκετοβόλα και άφθονα πυρομαχικά από την περιοχή του Σουακίμ το 1884. Επίσης είχαν λίγα παλιά μπρούτζινα ορεινά ολμοβόλα, που μεταφέρονταν με καμήλες και πολυβόλα Nordenfelt.
Το Πυροβολικό των Ansar
Σε όλη την εκστρατεία του Omdurman, οι Ansar είχαν έντεκα πυροβολαρχίες των έξι πυροβόλων, επανδρωμένες από 156 πυροβολητές. Τα ονόματα των διοικητών του πυροβολικού των Ansar ήταν οι Muhammad Abd al-Rahman (Αιγύπτιος), Ali Masri (Σουδανός), Abd al-Aal Ahmed και Abd al-Rahmen Ramah. Όλοι τους ήταν υπό τη γενική διοίκηση του Yaqub. Αποθηκευμένα στο Omdurman ή τοποθετημένα σε οχυρά κατά μήκος του Νείλου, υπήρχαν 63 πυροβόλα. 35 μπρούτζινα ορεινά πυροβόλα, οκτώ Krupp, επτά πολυβόλα διαφόρων τύπων κυρίως Nordenfelt και ένα Remington καθώς και 13 πυροβόλα άλλων τύπων με εξωτικά και άγνωστα ονόματα, όπως πέντε «Sherkba», δυο «Ordi», δυο «Abyssinian», τρία «Kuba» και ένα «French».
Δυο από τα τρία ποταμόπλοια των Ansar ήταν οπλισμένα με ένα ορεινό πυροβόλο το καθένα. Μόνο πέντε κανόνια χρησιμοποιήθηκαν από τους Ansar στη μάχη του Omdurman. Αυτά ήταν υπό τη διοίκηση των Muluazimiya και της Μαύρης Σημαίας και βρίσκονταν τοποθετημένα πάνω σε λόφο με θέα το πεδίο της μάχης.
Η Τακτική Μάχης των Ansar
Δυο σημαντικά στοιχεία στην τακτική μάχης των Ansar ήταν ο αιφνιδιασμός και το ξαφνικό χτύπημα, που βασίζονταν στην περικύκλωση και στις επιθέσεις από δυο κατευθύνσεις ή στην αιφνιδιαστική επίθεση κατά μήκος της γραμμής προέλασης του εχθρού. Οι τυφεκιοφόροι προστάτευαν τους ακοντιστές και σπαθοφόρους, βάλλοντας κατά του εχθρού πριν την τελική επίθεση. Η ταχύτητα ήταν το βασικό πλεονέκτημα τους και έτσι μπορούσαν να χρησιμοποιούν το έδαφος για κάλυψη. Το έδαφος επέτρεπε στους πολεμιστές να καλύπτονται στους θάμνους, έτσι ώστε η τελική επίθεση να είναι η πρώτη ένδειξη της παρουσίας τους. Οι γενναιότεροι από αυτούς κινούνταν γρηγορότερα και έφταναν πρώτοι στο μέτωπο.
Οι επιθέσεις τους γίνονταν συνήθως με σχηματισμό σφήνας, ο οποίος αυτόματα μεγέθυνε το ρήγμα στην άμυνα του εχθρού. Ήταν πρακτική τους να τοποθετούν τους καλύτερους άντρες μπροστά και μερικούς σε εφεδρεία. Τις περισσότερες φορές, εμφανίζονταν ξαφνικά από τους θάμνους ή μια κοιλότητα στο έδαφος, βαδίζοντας γρήγορα μέσα σε ένα μαύρο σύννεφο σκόνης. Σχημάτιζαν μεγάλες φάλαγγες, που καθεμία είχε επικεφαλής έναν έφιππο Amir και τους ακόλουθους του. Ο ρυθμός προέλασης έμενε σταθερός από τα τύμπανα που χτυπούσαν ακατάπαυστα. Οι Amir ενίσχυαν το πάθος τους με Ισλαμικές πολεμικές ιαχές και προσευχές. Τα σινιάλα στη μάχη δίνονταν από τύμπανα και κόρνες.
Στα τέλη του 1895, ο στρατός των Ansar ήταν συγκεντρωμένος κυρίως στο Omdurman. Εκεί υπήρχαν περίπου 15.000 τυφεκιοφόροι, 45.000 ακοντιστές και σπαθοφόροι, 3.500 ιππείς και 46 πυροβόλα. Το πραγματικό μέγεθος του στρατού των Ansar στο Omdurman στις 1/2 Σεπτεμβρίου 1898 αποτέλεσε αντικείμενο έρευνας. Οι πρώτες αναγνωρίσεις του ιππικού ανέφεραν την παρουσία 30.000 πολεμιστών. Ο Kitchener πίστευε αρχικά ότι υπήρχαν 35.000, αλλά κατέληξε μεταξύ 40.000 με 50.000 πολεμιστών. Μετά τη μάχη, η αναφορά Νο.60 από το Σουδάν έδωσε τους επίσημους αριθμούς που είναι οι εξής : 462 Amir και 51.423 άντρες, από τους οποίους οι 5.495 ήταν ιππείς και οι 14.296 τυφεκιοφόροι. Σύνολο : 51.885 άντρες.
Ο Στρατός των Ansar
- Dongola και Αιγυπτιακά σύνορα 4.600 τυφεκιοφόροι, 8.000 ακοντιστές και σπαθοφόροι, 1.200 ιππείς και 18 κανόνια.
- Ανατολικό Σουδάν 6.900 τυφεκιοφόροι, 1.100 ακοντιστές και σπαθοφόροι, 2.150 ιππείς και 4 κανόνια.
- Δυτικό Σουδάν 6.000 τυφεκιοφόροι, 2.500 ακοντιστές και σπαθοφόροι, 350 ιππείς και 4 κανόνια.
- Νότιο Σουδάν 1.800 τυφεκιοφόροι, 4.500 ακοντιστές και σπαθοφόροι, 3 κανόνια.
- Abu Hamed 460 τυφεκιοφόροι, 1.500 ακοντιστές και σπαθοφόροι, 300 ιππείς και 2 κανόνια.
- Dongola 1.400 τυφεκιοφόροι, 1.500 ακοντιστές και σπαθοφόροι, 300 ιππείς Baggara και 6 κανόνια.
- Hafir 320 τυφεκιοφόροι, 1.100 ακοντιστές και σπαθοφόροι και 80 ιππείς Baggara.
- Kerma 250 τυφεκιοφόροι, 100 ακοντιστές και σπαθοφόροι, 150 ιππείς Baggara και 1 πολυβόλο Nordenfelt.
- Amri Post 30 τυφεκιοφόροι.
Η ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ DONGOLA - BERBER
Το 1892 ο στρατηγός Χόρας-Χέρμπερτ Κίτσενερ (1850 - 1916) ανέλαβε αρχιστράτηγος (σιρντάρ) του Αιγυπτιακού Στρατού αντικαθιστώντας στη θέση αυτή τον σερ Φράνσις Γκρένφελ. Ο Κίτσενερ είχε τη φήμη ενός ιδιαίτερα ικανού αλλά και σκληρού αξιωματικού. Διέθετε οργανωτικό πνεύμα, έδινε σημασία στη λεπτομέρεια και ποτέ δεν άρχιζε μια επιχείρηση αν δεν ήταν 100% σίγουρος για την επιτυχία της. Ψηλός, άκαμπτος και αγέλαστος με το μεγάλο μουστάκι του, αποτελούσε το πιο τυπικό δείγμα Βρετανού αξιωματικού της εποχής του. Πρώτο μέλημα του Κίτσενερ ήταν η σκληρή και συστηματική εκπαίδευση των Αιγυπτίων.
Στις προηγούμενες εκστρατείες οι Αιγύπτιοι είχαν πολύ χαμηλό ηθικό και η απόδοσή τους στη μάχη κάθε άλλο παρά ως ικανοποιητική μπορούσε να χαρακτηρισθεί. Ο αρχιστράτηγος γνώριζε ότι το ένα από τα δύο "κλειδιά" για μια επιτυχημένη μελλοντική εκστρατεία εναντίον του χαλίφη θα ήταν η σωστή εκπαίδευση των Αιγυπτίων και των Σουδανών, οι οποίοι αποτελούσαν τον κορμό του στρατού του. Το άλλο "κλειδί" θα ήταν η σωστή οργάνωση και η άριστη επιμελητεία. Τα χρόνια περνούσαν και το 1895 μετά από εκλογές προέκυψε νέα κυβέρνηση στη Βρετανία, η οποία έβλεπε με καλό μάτι την ανακατάληψη του Σουδάν.
Η κοινή γνώμη όλα αυτά τα χρόνια δεν είχε λησμονήσει τον Γκόρντον και επιθυμούσε διακαώς εκδίκηση. Προς τούτο δόθηκε εντολή στον Κίτσενερ να ετοιμάσει εκστρατεία.. Την 1η Μαρτίου 1896 οι Ιταλοί υπέστησαν βαρύτατη ήττα από τους Αιθίοπες στην Αντουά, γεγονός που καθιστούσε την παρουσία τους στην περιοχή ιδιαίτερα προβληματική. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την αστάθεια που παρουσίαζε τα τελευταία χρόνια το καθεστώς του χαλίφη δημιουργούσε ένα ρευστό περιβάλλον στην περιοχή. Το Λονδίνο φοβόταν ότι οι Γάλλοι, οι οποίοι καιροφυλακτούσαν, δεν θα έχαναν πιθανή ευκαιρία να επέμβουν προς όφελός τους στο Σουδάν.
Αυτό ασφαλώς επιτάχυνε τις εξελίξεις και έτσι στις 12 του ίδιου μήνα ο Κίτσενερ έλαβε εντολή να ξεκινήσει. Στις 16 Μαρτίου οι Αιγύπτιοι ξεκίνησαν από την Ουάντι Χάλφα και τέσσερις μέρες αργότερα κατέλαβαν χωρίς αντίσταση το χωριό Ακάσα, όπου και εγκατέστησαν στρατόπεδο. Οι δερβίσηδες προτίμησαν να οχυρωθούν στο χωριό Φιρκέτ, 25 χλμ. νοτιότερα. Δύο μήνες παρέμεινε στην Ακάσα ο Κίτσενερ συγκεντρώνοντας τον στρατό του και τις απαραίτητες προμήθειες. Στις αρχές Ιουνίου ήταν έτοιμος να «κτυπήσει» το Φιρκέτ.
Τη νύκτα της 6ης προς την 7η Ιουνίου 10.000 Αιγύπτιοι και Σουδανοί υπό τον στρατηγό Χάντερ κινούμενοι σε δύο σκέλη, ένα από την όχθη του Νείλου και ένα από την έρημο, προσέγγισαν το Φιρκέτ και στις 5 τα ξημερώματα επιτέθηκαν στους ανυποψίαστους δερβίσηδες. Ο αιφνιδιασμός ήταν πλήρης. Δυόμισι ώρες αργότερα η δύναμης 3.000 ανδρών φρουρά του Φιρκέτ είχε διαλυθεί, αφήνοντας πίσω της 1.000 νεκρούς και τραυματίες και 600 αιχμαλώτους. Χωρίς να βιάζεται ο Κίτσενερ περίμενε να περάσουν οι καλοκαιρινοί μήνες και στις αρχές Σεπτεμβρίου ξεκίνησε για την παλιά πόλη της Ντόγκολα, γενέτειρα του Μάχντι, η οποία στις 20 Σεπτεμβρίου έπεσε σχεδόν αμαχητί.
Προκειμένου να περιορίσει τη γραμμή ανεφοδιασμού του ο αρχιστράτηγος σχεδίαζε να κατασκευάσει σιδηροδρομική γραμμή που θα ένωνε την Ουάντι Χάλφα με το Αμπού Χαμέντ, το οποίο όμως ήλεγχε ακόμη ο εχθρός. Την πρωτοχρονιά του 1897 άρχισαν οι εργασίες κατασκευής των γραμμών και κατά τα μέσα Ιουλίου είχαν φθάσει στο μέσο της διαδρομής. Στις 29 Ιουλίου από το Μεράουι, όπου είχε το στρατόπεδό του, ο Κίτσενερ έδωσε εντολή στον Χάντερ να καταλάβει το Αμπού Χαμέντ. Ο Χάντερ με τους 3.600 άνδρες που είχε υπό τις διαταγές του διέσχισε 190 χλμ. ερήμου μέσα στην πιο ζεστή περίοδο του καλοκαιριού σε επτά ημέρες.
Οι 700 ανσάρ οι οποίοι αποτελούσαν τη φρουρά της πόλης αρνήθηκαν να παραδοθούν και ο Χάντερ έστειλε τους Σουδανούς του, οι οποίοι με τις ξιφολόγχες κατέλαβαν το χωριό σκοτώνοντας 250 από τους υπερασπιστές του. Ο Βρετανός στη συνέχεια έδωσε εντολή να πετάξουν τα πτώματα στον Νείλο. Δύο μέρες αργότερα στο Μεράουι ο Κίτσενερ βλέποντας τα νεκρά κορμιά να πλέουν στο ποτάμι έλαβε το μήνυμα νίκης που του έστελνε με αυτά ο στρατηγός του. Η πτώση του Αμπού Χαμέντ θορύβησε τον εμίρη Ζακί Οσμάν, διοικητή της πόλης του Μπέρμπερ, ο οποίος χωρίς καθυστέρηση την εκκένωσε και υποχώρησε νότια.
Ο Χάντερ μόλις πληροφορήθηκε την υποχώρηση του Ζακί Οσμάν έσπευσε και στις 31 Αυγούστου κατέλαβε χωρίς μάχη την Μπέρμπερ, η οποία θεωρείτο ως το πιο στρατηγικό σημείο από την Ουάντι Χάλφα μέχρι το Ομντουρμάν. Στις 31 Οκτωβρίου 1897 η σιδηροδρομική γραμμή έφθασε στο Αμπού Χαμέντ σφραγίζοντας οριστικά την τύχη του καθεστώτος του χαλίφη.
Η Εκστρατεία
Η εκστρατεία άρχισε στις 16 Μαρτίου 1896, όταν διάφορα Αιγυπτιακά τάγματα διέσχισαν τα σύνορα με το Σουδάν και προέλαυσαν κατά μήκος του Νείλου σιδηροδρομικώς και με ποταμόπλοια. Χωρίς να συναντήσουν αντίσταση, έφτασαν στην Akasha στις 20 Μαρτίου. Οι Ansar οχυρώθηκαν στο Firket, 16 μίλια νότια. Στην Akasha εγκατέστησαν στρατόπεδο για την προστασία της κατασκευής του σιδηρόδρομου. Το στρατόπεδο θα λειτουργούσε και ως χώρος αποθήκευσης των προμηθειών του στρατού. Ο Kitchener σχεδίασε σχολαστικά κάθε λεπτομέρεια της εκστρατείας του, υπολογίζοντας το κόστος της και δίνοντας τη μεγαλύτερη προσοχή στον εφοδιασμό του στρατού του.
Ήθελε να έχει το πλεονέκτημα της χρήσης του ποταμού Νείλου και να επεκτείνει το σιδηρόδρομο, παρά να χρησιμοποιήσει τις καμήλες. Από το Κάιρο έως το Saras (55 μίλια βόρεια της Akasha), μια απόσταση 827 μιλίων, ο σιδηρόδρομος χρησιμοποιούνταν για τα πρώτα 350 μίλια. Για τα επόμενα 230 μίλια γίνονταν χρήση ποταμόπλοιων και για έξι μίλια γύρω από τον 1ο καταρράκτη υπήρχε μια στενή σιδηροδρομική γραμμή. Ποταμόπλοια χρησιμοποιούνταν για άλλα 208 μίλια ενώ στα τελευταία 33 μίλια υπήρχε πάλι μια στενή σιδηροδρομική γραμμή. Ο Sirdar σκόπευε να συγκεντρώσει το στρατό του και να απελευθερώσει το Firket. Έπειτα, θα έστελνε τις εφεδρείες και τις προμήθειες του με ιστιοφόρα στη Dongola.
Ταυτόχρονα οι κανονιοφόροι θα βοηθούσαν και φρουρούσαν τη μεταφορά αυτή και θα έπαιρναν μέρος σε μάχες. Όλο τον Απρίλιο και Μάιο του 1896, ο Kitchener σταθεροποίησε τη θέση του στην Akasha, φέρνοντας στρατεύματα και βελτιώνοντας τις επικοινωνίες του. Στα τέλη Μαΐου η σιδηροδρομική γραμμή επεκτάθηκε 64 μίλια από το Wadi Halfa και υπολείπονταν μόνο 25 μίλια από την Akasha. Στο Omdurman ο Khalifa ήταν ενήμερος για τη γρήγορη προέλαση του Αιγυπτιακού στρατού και την κατάκτηση της Akasha. Έτσι, ο Amir Hammuda συγκέντρωσε το στρατό του στο Firket και σε άλλες τοποθεσίες νότια.
Η Μάχη του Firket (7 Ιουνίου 1896)
Κατά τη διάρκεια της νύκτας 6 - 7 Ιουνίου, ο Kitchener έστειλε μια δύναμη από 9.000 Αιγύπτιους και Σουδανούς, υποστηριζόμενη από πολυβόλα Maxim για να επιτεθούν στον Utman al-Azraq και στη δύναμη των 3.000 αντρών του στο Firket, 16 μίλια νότια της Akasha. Μια φάλαγγα ιππικού και καμήλων υπό τον Burn - Murdoch κινήθηκε μέσα στην έρημο με σκοπό να αποκόψει την οδό διαφυγής των Ansar. Ο κύριος όγκος του στρατού, 7.000 άντρες περίπου, υπό τον Hunter κινήθηκε κατά μήκος του Νείλου. Χωρίς θόρυβο, με άκρα μυστικότητα και τέλειο συγχρονισμό, αιφνιδίασαν τους Ansar στις 5 το πρωί. Η μάχη κράτησε περίπου δυο ώρες.
Οι Ansar είχαν περισσότερους από 1.000 νεκρούς και τραυματίες, ενώ 600 πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Ο Utman alAzraq και οι υπόλοιποι επιζώντες του στρατού του υποχώρησαν νότια. Ήταν μια επιχείρηση που πραγματοποιήθηκε σχεδόν αποκλειστικά από τρεις Αιγυπτιακές και Σουδανικές ταξιαρχίες με έφιππη υποστήριξη, με απώλειες 22 νεκρούς και 91 τραυματίες.
Οι Βρετανικές δυνάμεις στη μάχη του Firket (7 Ιουνίου 1896)
- Φάλαγγα Νείλου (Hunter) 7.000 άντρες
1η ταξιαρχία (Lewis) 3ο, 4ο Αιγυπτιακά 9ο, 10ο Σουδανικά
2η ταξιαρχία (MacDonald) 11ο, 12ο, 13ο Σουδανικά
3η ταξιαρχία (Maxwell) 2ο, 7ο, 8ο Αιγυπτιακά
4η ταξιαρχία (David) 1ο, 5ο, 15ο Αιγυπτιακά (μετά το Firket)
2η και 3η Αιγυπτιακές πυροβολαρχίες
2 κανονιοφόροι, 3 θωρακισμένα ατμόπλοια
Μισό τάγμα του Συντάγματος North Staffordshire
1 πυροβολαρχία Maxim των Connaught Ranger
- Φάλαγγα Ερήμου (Burn - Murdoch) 2.700 άντρες
6 λόχοι του Σώματος Καμήλων
8 ίλες ιππικού
12ο Σουδανικό τάγμα (με καμήλες)
1 ιππήλατη πυροβολαρχία (6 πυροβόλα Krupp 6cm)
2 πολυβόλα Maxim
Η Πορεία προς Dongola
Αναμένοντας νέες ενισχύσεις και το στολίσκο των κανονιοφόρων, ο Kitchener σταμάτησε τις επιχειρήσεις για τρεις μήνες, μια περίοδο με καταιγίδες, έντονες πλημμύρες και χολέρα. Αρχές Σεπτεμβρίου η εκστρατευτική δύναμη ενισχύθηκε από το σύνταγμα North Staffordshire και με σύνολο 13.000 άντρες, 22 πυροβόλα και τέσσερις κανονιοφόρους, ήταν έτοιμη να προελαύσει νότια κατά μήκος του ποταμού Νείλου. Απέναντι τους βρίσκονταν ο Muhammad-wad-Bushara με 5.000 άντρες και έξι ορεινά πυροβόλα. Στις 18 Σεπτεμβρίου οι Ansar οχυρώθηκαν στο Hafir, στο Νείλο, απέναντι από το χωριό Kerma. Ο Kitchener ήθελε να ασφαλίσει τα νώτα του και προσπάθησε να τους νικήσει με το πυροβολικό και τις κανονιοφόρους του.
Ακολούθησε ένας τρίωρος μάταιος βομβαρδισμός, έως ότου οι κανονιοφόροι έλαβαν την εντολή και έπλευσαν προς Dongola. Φοβούμενος μια επίθεση στα νώτα του από τον Αιγυπτιακό στρατό, τα στρατεύματα του Khalifa εγκατέλειψαν το Hafir στη διάρκεια της νύχτας 19 - 20 Σεπτεμβρίου. Η Dongola κυριεύτηκε στις 23 Σεπτεμβρίου. Ο Kitchener, ο Χεδίβης και η Βρετανική κυβέρνηση ήταν ενθουσιασμένοι και εντυπωσιασμένοι με τα αποτελέσματα της εκστρατείας. Με ελάχιστο οικονομικό κόστος και λιγότερες από 170 απώλειες κατέκτησαν μεγάλο μέρος του βορείου Σουδάν. Οι Ansar ηττήθηκαν στρατηγικά και αναγκάστηκαν σε άτακτη υποχώρηση προς το Metammeh, Berber και Atbara.
Ο Hunter Κατακτά το Abu Hamed
Για να διατηρήσει τα κεκτημένα της εκστρατείας της Dongola, ο Kitchener σχεδίαζε να κατασκευάσει ένα σιδηρόδρομο στην ανεξερεύνητη και άνυδρη έρημο της Νουβίας, από το Wadi Halfa στο Abu Hamed. Οι πρώτες ράγες τοποθετήθηκαν την 1η Ιανουαρίου 1897. Στα μέσα Ιουλίου είχε κατασκευαστεί η μισή γραμμή και μια δύναμη στάλθηκε για να κυριεύσει το Abu Hamed. Ξεκινώντας από την Μερόβη στις 29 Ιουλίου, ο στρατηγός Hunter προέλαυσε με μια φάλαγγα 3.600 αντρών μέσα στην άγρια, πετρώδη και λασπώδη έρημο, καλύπτοντας 118 μίλια σε 7,5 μέρες τη ζεστότερη εποχή του χρόνου. Η φρουρά των 700 αντρών αρνήθηκε να παραδοθεί και έτσι ο Hunter έστειλε το Σουδανικό πεζικό να εφορμήσει εφ' όπλου λόγχη.
Οι Ansar πολέμησαν μέχρι τέλους αφήνοντας 250 νεκρούς στο πεδίο της μάχης. Ο Hunter πέταξε τα πτώματα στο Νείλο και έτσι ο Kitchener έμαθε για τη νίκη, όταν είδε τα κορμιά των νεκρών Αράβων να επιπλέουν στο Νείλο δυο μέρες αργότερα κοντά στη Μερόβη. Ο στολίσκος των κανονιοφόρων πέρασε με δυσκολίες από τον 4ο καταρράκτη και στις 29 Αυγούστου τα πέντε ποταμόπλοια έφτασαν στο Abu Hamed για να προστατέψουν τον μελλοντικό σιδηρόδρομο. Η πτώση του Abu Hamed θορύβησε τον Zaki Uthman, τον διοικητή του Khalifa στο Berber. Οι ενισχύσεις που περίμενε δεν έφτασαν ποτέ. Έτσι εκκένωσε το Berber στις 24 Αυγούστου και οπισθοχώρησε στο Shendi, νότια του ποταμού Atbara.
Ακούγοντας φήμες γι' αυτό, ο Hunter έστειλε 40 άντρες να ανιχνεύσουν την κατάσταση και αυτοί κυρίευσαν την πόλη στις 31 Αυγούστου. Το πιο στρατηγικό σημείο μεταξύ Wadi Halfa και Omdurman έπεσε στα χέρια του Kitchener αναίμακτα.
Οι Βρετανικές Δυνάμεις στη Μάχη του Abu Hamed (7 Αυγούστου 1897)
Στρατηγός Hunter
3ο Αιγυπτιακό τάγμα, 9ο, 10ο, 11ο Σουδανικά
1 πυροβολαρχία πεδινών πυροβόλων
2 πολυβόλα Maxim
Ιππικό
Η ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΣΤΟΝ ΠΟΤΑΜΟ ATBARA
Ο Osman Digna, ευρισκόμενος μεταξύ δυο Αιγυπτιακών δυνάμεων στο Berber και Σουακίμ, εγκατέλειψε το αρχηγείο του στο Adarama και κινήθηκε νότια, επιτρέποντας στον Kitchener να ξανανοίξει τον παλιό δρόμο του καραβανιού μεταξύ των δυο τοποθεσιών και να συγκεντρώσει προμήθειες στο Berber. Στα μέσα Οκτωβρίου οι τρεις τελευταίες και μεγαλύτερες κανονιοφόροι έφτασαν στην πόλη και ξεκίνησαν ανιχνευτικές επιχειρήσεις κατά του Mahmud στη Metemma. Στις 31 Οκτωβρίου ο σιδηρόδρομος έφτασε στο Abu Hamed, κάνοντας ευκολότερη τη συντήρηση της φρουράς στο Berber. Ο Kitchener δημιούργησε ένα κύριο οχυρωμένο στρατόπεδο, το Οχυρό Atbara, στη συμβολή του Νείλου και του ποταμού Atbara.
Στα τέλη του 1897, ο Αιγυπτιακός στρατός πήρε τον έλεγχο της Kassala από τους Ιταλούς και έγιναν συμφωνίες με τους Αβησσυνούς να παραμείνουν ουδέτεροι. Στις 2 Ιανουαρίου 1898, το 1ο τάγμα του συντάγματος Royal Warwickshire και οι Cameron Highlanders προωθήθηκαν από το Κάιρο στο Wadi Halfa. Το 1ο τάγμα των Seaforth Highlanders ήρθε από τη Μάλτα και μαζί με το 1ο τάγμα του 10ου συ- ντάγματος Lincolns σχημάτισαν μια Βρετανική ταξιαρχία υπό τη διοίκηση του Catacre. Στα τέλη Ιανουαρίου, ο Αιγυπτιακός στρατός με τρεις ταξιαρχίες πεζικού, οκτώ ίλες ιππικού και τέσσερις πυροβολαρχίες υπεράσπιζε το Νείλο από το φρούριο Atbara στο Abu Hamed.
Η Βρετανική ταξιαρχία του Catacre βρίσκονταν οχυρωμένη 30 μίλια νότια του Abu Hamed, αλλά όταν ο Mahmud οχυρώθηκε στον ποταμό Atbara, κινήθηκε νοτιότερα και στρατοπέδευσε κοντά στο Βρετανικό Οχυρό Atbara.
Οι Αντιδράσεις του Khalifa
Ο Khalifa είχε διατάξει τον Ιούνιο 1897 τον Amir Mahmud Ahmad και τον στρατό της Δύσης, δύναμης 10.000 αντρών, να βρίσκεται στρατοπεδευμένος δυτικά του Metammeh. Στα τέλη του 1897 ο κύριος στρατός των Ansar, δύναμης 40.000 αντρών, βρίσκονταν με τον Khalifa στο Omdurman και μια δύναμη 20.000 αντρών υπό τον Osman Digna και Mahmud ήταν στο Metammeh. Στα μέσα Φεβρουαρίου 1898 ο Mahmud και ο στρατός του κινήθηκαν βόρεια από το Metammeh, διασχίζοντας το Νείλο στο Shendi. Στις 18 Μαρτίου οι Ansar διέ- σχισαν την έρημο μεταξύ Νείλου και Atbara, σχεδιάζοντας να περάσουν τον σχεδόν ξηρό ποταμό Atbara και να κινηθούν βόρεια, παρακάμπτοντας το Οχυρό Atbara του Kitchener.
Στις 20 Μαρτίου οι Ansar έφτασαν στην Nakheila, οπού ο Mahmud συνειδητοποίησε, ότι δεν μπορούσε να αποφύγει τη μάχη. Οι Ansar τότε κατασκεύασαν οχυρωμένο στρατόπεδο, περιτριγυρισμένο από θάμνους, χαμηλούς πασσάλους από φοίνικα και τρεις σειρές χαντάκια.
Η Μάχη του ποταμού Atbara (8 Απριλίου 1898)
Στα τέλη Ιανουαρίου του 1898 ο Κίτσενερ έλαβε ως ενισχύσεις τέσσερα Βρετανικά τάγματα που ανήκαν στα συντάγματα Ρόαγιαλ Γουόργουικσάϊρ, Λίνκολνσάϊρ, Σίφορθ Χάιλάντερς και Κάμερον Χάιλάντερς. Οι μονάδες αυτές υπό τη διοίκηση του στρατηγού Γκέϊτακρ σχημάτισαν τη Βρετανική Ταξιαρχία, η οποία δημιούργησε το στρατόπεδό της, το Φορτ Ατμπάρα, στο σημείο όπου ο Νείλος συναντάται με τον παραπόταμό του, τον Ατμπάρα. Στο μεταξύ ο χαλίφης, που ήταν έξαλλος από τον τρόπο με τον οποίο χάθηκαν η Ντόγκολα και το Μπέρμπερ, έδωσε εντολή στον εμίρη Μαχμούντ Αχμάντ να αναζητήσει τους εισβολείς και να πεθάνει πολεμώντας.
Ο Μαχμούντ επικεφαλής 12.000 ανδρών ξεκίνησε από το Μέτεμε στις 18 Μαρτίου και δύο μέρες αργότερα έφθασε στον οικισμό Νεχέιλα, δίπλα στην όχθη του σχεδόν αποξηραμένου Ατμπάρα. Εκεί εγκατέστησε στρατόπεδο το οποίο περιέφραξε με την περίφραξη ζαρίμπα. Η ζαρίμπα αποτελείτο από σωρούς από αγκαθωτούς θάμνους μιμόζα, οι οποίοι αφθονούσαν στην έρημο και δημιουργούσαν ένα αδιαπέραστο πλέγμα. Πίσω από τη ζαρίμπα οι δερβίσηδες είχαν κατασκευάσει φράκτες με κορμούς από φοίνικες και πιο πίσω τρεις σειρές χαρακωμάτων. Στο εσωτερικό του στρατοπέδου αλλά και ανάμεσα στις καλύβες των ντόπιων ετοίμασαν μεγάλο αριθμό ατομικών ορυγμάτων.
Αρχικά ο Κίτσενερ δίσταζε να επιτεθεί περιμένοντας να δει τις διαθέσεις του Μαχμούντ. Βλέποντας όμως ότι ο εμίρης δεν είχε σκοπό να μετακινηθεί αποφάσισε να κάνει τη δική του κίνηση. Τη νύκτα της 7ης προς την 8η Απριλίου και ύστερα από πορεία τεσσάρων ημερών το εκστρατευτικό σώμα έλαβε θέσεις πολύ κοντά στην αμυντική τοποθεσία των δερβίσηδων. Στις τέσσερις τα ξημερώματα έλαβε σχηματισμό μάχης και προχωρώντας αθόρυβα έφθασε 800 μέτρα από την περίμετρο των δερβίσηδων. Σύμφωνα με το σχέδιο του Κίτσενερ οι Χάιλάντερς του Κάμερον, σε γραμμή μάχης, θα οδηγούσαν την επίθεση με αποστολή να δημιουργήσουν ρήγματα στην περίφραξη.
Τα υπόλοιπα τρία τάγματα της Βρετανικής Ταξιαρχίας, κινούμενα σε φάλαγγες, θα εισχωρούσαν στο στρατόπεδο από αυτά τα ρήγματα, σαρώνοντας τα πάντα με την ξιφολόγχη. Στο δεξιό τους πλευρό με ανάλογο σχέδιο θα επιχειρούσε η Αιγυπτιακή Μεραρχία του Χάντερ. Στις 06.20 ήχησε το πρώτο πυροβόλο δίνοντας το έναυσμα για έναν σφοδρό φραγμό πυροβολικού και ρουκετών, το οποίο διήρκεσε μία ώρα. Αμέσως μετά ο σιρντάρ έδωσε το σήμα για γενική επίθεση και τον ήχο των πυροβόλων διαδέχθηκε ο ήχος από τα τύμπανα και τις πίπιζες καθώς οι Βρετανοί περνούσαν στην επίθεση.
Πρώτοι οι Χάιλάντερς του Κάμερον φορώντας τα παραδοσιακά κιλτ, με τις ξιφολόγχες τους να λάμπουν στον πρωινό ήλιο, βάδιζαν με την αναμενόμενη από ένα τάγμα της Αυτής Μεγαλειότητας τάξη και πειθαρχία. Άγριες φωνές ανέβαιναν από τα στήθη των Βρετανών καθώς πλησίαζαν τη ζαρίμπα, φωνές που επαναλάμβαναν συνεχώς τα ίδια λόγια: "Θυμηθείτε τον Γκόρντον!". Μόλις οι Βρετανοί βρέθηκαν 250 μέτρα από τη ζαρίμπα, δέχθηκαν τα πρώτα πυρά. Οι Χάιλάντερς, που είδαν τους πρώτους συντρόφους τους να πέφτουν νεκροί, απάντησαν με συνεχείς ομοβροντίες καθώς συνέχιζαν να προχωρούν. Λίγα λεπτά αργότερα έφθασαν στη ζαρίμπα, όπου με ανακούφιση διαπίστωσαν ότι οι θάμνοι δεν ήταν τόσο πυκνοί και μπορούσαν εύκολα να τους μετακινήσουν.
Ανταλλάσσοντας πυρά με τους αμυνόμενους δημιούργησαν τα πρώτα ανοίγματα στην περίφραξη και εισχώρησαν στο στρατόπεδο, όπου ενεπλάκησαν σε σκληρή μάχη σώμα με σώμα με τους αποφασισμένους δερβίσηδες. Καθώς εισέρχονταν στη μάχη και τα άλλα τρία βρετανικά τάγματα η αντίσταση των δερβίσηδων κάμφθηκε και οι Βρετανοί ξεχύθηκαν στο εσωτερικό του στρατοπέδου. Ξαφνικά, σαν να ζωντάνεψε η άμμος, εκατοντάδες σκονισμένοι δερβίσηδες πετάγονταν από τα ορύγματά τους και ρίχνονταν επάνω στους εισβολείς. Η Βρετανική Ταξιαρχία όμως είχε αναπτυχθεί πλέον και ταυτόχρονα με τους Αιγυπτίους, που εισέβαλαν από τη βόρεια πλευρά, πότε βάλλοντας και πότε λογχίζοντας άρχισαν να σαρώνουν το στρατόπεδο.
Οι δερβίσηδες πολεμούσαν με αυταπάρνηση. Ωστόσο υπό την πίεση των Βρετανών έχασαν τη συνοχή τους: μερικοί από αυτούς άρχισαν να υποχωρούν, ενώ κάποιοι άλλοι έμεναν στα ορύγματά τους και πέθαιναν πολεμώντας. Κερδίζοντας το κάθε μέτρο με σκληρό αγώνα οι Βρετανοί κατέλαβαν ολόκληρο το στρατόπεδο και φθάνοντας στην αποξηραμένη κοίτη του ποταμού έριξαν τις τελευταίες ομοβροντίες στους υποχωρούντες δερβίσηδες. Η μάχη για την κατάληψη της οχυρής θέσης είχε διαρκέσει 45 λεπτά. Οι απώλειες των Βρετανο- Αιγυπτίων ανήλθαν σε 565 νεκρούς και τραυματίες. Βαρύ τίμημα κατέβαλαν και οι Κάμερον Χάιλάντερς: 16 νεκρούς και 45 τραυματίες.
Οι δερβίσηδες είχαν περισσότερους από 3.000 νεκρούς και τραυματίες. Μεγάλος ήταν και ο αριθμός των αιχμαλώτων που συνέλαβαν οι Βρετανοί, ανάμεσα σε αυτούς και ο ίδιος ο εμίρης Μαχμούντ Αχμάντ. «Εγώ μπροστά στον χαλίφη δεν είμαι παρά ένα φύλλο», είπε στον Κίτσενερ όταν οδηγήθηκε μπροστά του, «στο Ομντουρμάν θα πληρώσετε για όλα».
Η Μάχη του Ποταμού Atbara (8 Απριλίου 1898)
Ο Kitchener δίστασε να επιτεθεί στους οχυρωμένους Ansar, επειδή ο στρατός του βρίσκονταν 1.200 μίλια μακριά από τη βάση ανεφοδιασμού και δεν είχε καλές γραμμές επικοινωνίας. Στις 4 Απριλίου 1898 ήταν ολοφάνερο ότι ο Mahmud δεν σκόπευε να δώσει μάχη σε ανοικτό πεδίο και έτσι, μετά από τέσσερις μέρες, ο στρατός του άρχισε τη νύχτα 7 - 8 Απριλίου να παίρνει θέση στη Nakheila. Στις 8 Απριλίου 1898, κάτω από το φως ενός λαμπερού φεγγαριού, η δύναμη του Kitchener χωρισμένη σε τέσσερα μεγάλα τετράγωνα προέλαυσε αθόρυβα μέσω της ερήμου και στις 4 το πρωί παρατάχθηκε για μάχη.
Το πρώτο πυροβόλο άνοιξε πυρ στις 6.20 και ακολούθησε βαρύς βομβαρδισμός από οβίδες και ρουκέτες, προκαλώντας ένα μεγάλο σύννεφο καπνού και σκόνης πάνω από το πεδίο της μάχης. Ξαφνικά εμφανίστηκε μια μεγάλη μάζα ιππικού που επιτέθηκε γρήγορα στο αριστερό μέτωπο κατά του Αιγυπτιακού ιππικού.
Οι Βρετανικές Δυνάμεις στη Μάχη του Atbara (8 Απριλίου 1898)
- Βρετανική ταξιαρχία (Catacre)
1ο τάγμα 6ο σύνταγμα Royal Warwickshire
1ο τάγμα 10ο σύνταγμα Lincolnshire
1ο τάγμα 72ο σύνταγμα Seaforth Highlanders
1ο τάγμα 79ο σύνταγμα Cameron Highlanders
- Αιγυπτιακή μεραρχία (Hunter)
1η ταξιαρχία (MacDonald) 2o Αιγυπτιακό, 9ο, 10ο, 11ο Σουδανικά τάγματα
2η ταξιαρχία (Maxwell) 8ο Αιγυπτιακό, 12ο, 13ο, 14ο Σουδανικά τάγματ
3η ταξιαρχία (Lewis) 3ο, 4ο, 7ο Αιγυπτιακά τάγματα
Ιππικό (Broadwood) 8 ίλες και 2 πολυβόλα Maxim
Ιππήλατη πυροβολαρχία (Young) 6 πυροβόλα Krupp
3 πυροβολαρχίες του Long, καθεμία από 6 πολυβόλα Maxim - Nordenfelt
Απόσπασμα Αιγύπτιων πυροβολητών με ρουκετοβόλα 24 λιβρών (Beatty)
Μετά από μια ώρα συνεχούς βομβαρδισμού, ακούστηκε η γενική προσταγή της επίθεσης του πεζικού εναντίον των Ansar. Οι Cameron Highlanders βρίσκονταν παραταγμένοι σε γραμμή κατά μήκος του μετώπου. Ακολουθούσαν σε φάλαγγες των οκτώ λόχων οι Lincolns στα δεξιά, οι Seaforths στο κέντρο και οι Warwicks στα αριστερά. Ο αγκαθωτός φράκτης εμπόδισε αρχικά τους Cameron να προχωρήσουν. Υπήρχαν πάσσαλοι και πυκνό δίκτυο από χαντάκια. Ο καπνός και η σκόνη δυσκόλευαν την ορατότητα. Μαύροι πολεμιστές πετάχτηκαν ξαφνικά από τη γη, τρέχοντας και πυροβολώντας, καθώς υποχωρούσαν μπροστά στον κινούμενο όγκο του πεζικού.
Αφήνοντας σωρούς από νεκρούς, οι στρατιώτες των Camerons, Seaforths, Lincolns και Warwicks συνέχισαν την κίνηση τους μέσα στη zareba έως το ποτάμι. Φτάνοντας στην όχθη του ποταμού έριξαν ομοβροντίες στον εχθρό, που τρέπονταν σε φυγή. Η 45λεπτη μάχη τελείωσε. Ήταν μια δαπανηρή νίκη για τον Άγγλο-αιγυπτιακό στρατό, ο οποίος είχε περισσότερες από 550 απώλειες.
Οι Απώλειες των Βρετανών
1ο τάγμα των Royal Warwickshire 2 νεκροί 12 τραυματίες
1ο τάγμα 10ο σύνταγμα Lincolns 1 νεκρός 16 τραυματίες
72ο σύνταγμα Seaforth Highlanders 7 νεκροί 26 τραυματίες
79ο σύνταγμα Cameron Highlanders 16 νεκροί 45 τραυματίες
Οι τρεις Αιγυπτιακές ταξιαρχίες έχασαν 57 άντρες και είχαν 386 τραυματίες, συμπεριλαμβανομένων δέκα Βρετανών αξιωματικών. Ο στρατός του Mahmud διαλύθηκε ολοσχερώς. Οι απώλειες εκτιμώνται σε 40 Amir και 1.000 νεκρούς. Πολλοί συνελήφθησαν και ανάμεσα τους ο Mahmud. Το υπόλοιπο του στρατού των Ansar διασκορπίστηκε στην έρημο. Ο Osman Digna κατάφερε με 4.000 άντρες περίπου να υποχωρήσει προς το Gedaref και να ενωθεί με τον κύριο όγκο του στρατού στο Omdurman.
Ο Sirdar Προετοιμάζεται για την Τελική Μάχη
Ο Kitchener παρέμεινε όλο το καλοκαίρι στο Οχυρό Atbara, περιμένοντας τις ενισχύσεις και την άνοδο των νερών του Νείλου.
Η ΠΟΡΕΙΑ ΠΡΟΣ ΤΟ OMDURMAN
Στα μέσα Αυγούστου ο στρατός του Kitchener συγκεντρώθηκε στον έκτο καταρράκτη διαθέτοντας μια προωθημένη αποθήκη εφοδίων στο νησί Nasri. Κατά τη διάρκεια του Ιουλίου και Αυγούστου ο στρατός ενισχύθηκε με μια νέα Βρετανική ταξιαρχία, που αποτελούνταν από το 1ο τάγμα Γρεναδιέρων της Φρουράς (από το Γιβραλτάρ), το 1ο τάγμα Τυφεκιοφόρων Northumberland, το 2ο τάγμα Τυφεκιοφόρων Lancashire από το Κάιρο και το 2ο τάγμα της ταξιαρχίας Τυφεκιοφόρων από τη Μάλτα. Το 21ο σύνταγμα Λογχοφόρων ήρθε επίσης από την Αίγυπτο. Οπότε η συνολική δύναμη του Kitchener ήταν περίπου 22.000 άντρες, 44 πυροβόλα, 20 Maxim και ένας στόλος κανονιοφόρων με τις δέκα από αυτές θωρακισμένες.
Στις 24 Αυγούστου, ξεκίνησε η προέλαση. Στην κεφαλή της βρίσκονταν το ιππικό και το Σώμα καμήλων, ενώ ο υπόλοιπος στρατός ακολουθούσε. Έγιναν οι ακόλουθες στάσεις:
- 24 Αυγούστου Wad Hamed
- 25 Αυγούστου Jebel Royan
- 28 Αυγούστου Wady el Abid
- 30 Αυγούστου Sayal
- 31 Αυγούστου Sururab (6 μίλια βόρεια των λόφων Kerreri)
- 01 Σεπτεμβρίου Egeiga
Το στρατόπεδο είχε διαστάσεις 720 x 560 γιάρδες με τα ζώα και τα μεταφορικά στο κέντρο. Ο στρατός του Khalifa εντοπίστηκε άμεσα από ανιχνευτές ιππικού, δυτικά του Omdurman να κινείται βόρεια προς τους λόφους Kerreri απέναντι από την Egeiga. Αλλά κατά το απόγευμα οι Ansar σταμάτησαν την προέλαση τους. Ο Kitchener άρχισε γρήγορα να ισχυροποιεί τη θέση του. Οι λεπτομέρειες της προέλασης στο Omdurman, έχουν ληφθεί από την επίσημη Αναφορά του στρατηγού Kitchener, με ημερομηνία 5 Σεπτεμβρίου 1898:
«Κύριε, μετά την απόφαση να σταλεί μια εκστρατευτική δύναμη από Βρετανικά και Αιγυπτιακά στρατεύματα εναντίον του στρατού του Khalifa στο Omdurman, έχω την τιμή να σας πληροφορήσω ότι τα ακόλουθα στρατεύματα ήταν συγκεντρωμένα στον έκτο καταρράκτη, κοντά σε μια προκεχωρημένη αποθήκη προμηθειών που είχε προηγουμένως δημιουργηθεί στο νησί Nasri.
Βρετανικά Στρατεύματα
21ο σύνταγμα Λογχοφόρων, 32η πεδινή πυροβολαρχία Βασιλικού Πυροβολικού, 37η πυροβολαρχία ολμοβόλων Βασιλικού Πυροβολικού.
Μεραρχία Πεζικού
- 1η Ταξιαρχία
1ο τάγμα του συντάγματος Warwickshire, 1ο τάγμα του συντάγματος Lincolnshire, 1ο τάγμα Seaforth Highlanders, 1ο τάγμα των Cameron Highlanders, 6 Maxim και απόσπασμα του Βασιλικού Μηχανικού.
2η Ταξιαρχία
1ο τάγμα Φρουράς Γρεναδιέρων, 1ο τάγμα Τυφεκιοφόρων του Northumberland, 2ο τάγμα των Τυφεκιοφόρων Lancashire, 2ο τάγμα της Ταξιαρχίας Τυφεκιοφόρων, 4 Maxim, απόσπασμα Βασιλικού Μηχανικού.
Αιγυπτιακά Στρατεύματα
9 ίλες ιππικού, 1 ιππήλατη πυροβολαρχία, 4 πεδινές πυροβολαρχίες, 10 Maxim, 8 λόχοι Σώματος Καμήλων.
- 1η Ταξιαρχία
2ο Αιγυπτιακό τάγμα, 9ο, 10ο και 11ο Σουδανικά τάγματα.
- 2η Ταξιαρχία
8ο Αιγυπτιακό τάγμα, 12ο, 13ο και 14ο Σουδανικά τάγματα.
- 3η Ταξιαρχία
3ο, 4ο, 7ο και 15ο Αιγυπτιακά τάγματα.
- 4η Ταξιαρχία
1ο, 5ο, 17ο, 18ο Αιγυπτιακά τάγματα. Μεταφορικά με καμήλες.
Στις 24 Αυγούστου τα στρατεύματα άρχισαν να προελαύνουν προς το Jebel Royan, όπου κατασκευάστηκε μια αποθήκη για τις προμήθειες και ένα Βρετανικό νοσοκομείο 200 κλινών. Στις 28 Αυγούστου, ο στρατός κινήθηκε προς το Wadi el Abid και την επόμενη μέρα έφτασε στο Sayal, από όπου έστειλα γράμμα στον Khalifa, προειδοποιώντας τον να εκκενώσει το Omdurman από τα γυναικόπαιδα, καθώς σκόπευα να το βομβαρδίσω, εκτός και αν παραδινόταν. Την επόμενη μέρα ο στρατός βάδισε προς το Sururab και στις 1 Σεπτεμβρίου έφτασε στο χωριό Egeiga, δυο μίλια νότια των λόφων Kerreri και σε απόσταση 6 μιλίων από το Omdurman. Σε όλη τη διάρκεια της προέλασης μας έγιναν αντιληπτές συχνές περιπολίες του εχθρικού ιππικού.
Οι ανιχνευτές μας αντίκρισαν το Omdurman, από όπου μεγάλα τμήματα του εχθρού εθεάθησαν να κινούνται βόρεια. Το απόγευμα από τις πλαγιές του Jebel Surgham, είδα ολόκληρο το στρατό των Ansar να έρχεται εναντίον μας και τη μαύρη σημαία του Khalifa μαζί με τους Mulazimin του (σωματοφύλακες) να είναι ευδιάκριτη στον ορίζοντα. Εκτίμησα τον αριθμό τους σε 35.000 άντρες, αλλά η πραγματική τους δύναμη ήταν μεταξύ σαράντα και πενήντα χιλιάδων αντρών. Από πληροφορίες που έλαβα, συμπέρανα, ότι η πρόθεση του Khalifa ήταν να μας συναντήσει στους λόφους Kerreri, αλλά ξαφνιάστηκε από τη γρήγορη προέλαση μας.
Ο στρατός παρατάχθηκε άμεσα γύρω από το χωριό Egeiga, όπου οργάνωσε μια αμυντική περίμετρο με καθαρό πεδίο πυρός προς κάθε κατεύθυνση. Στις 14:00 μ.μ. οι ανιχνευτές μας ανέφεραν, ότι ο εχθρός σταμάτησε την προέλαση του και ετοιμαζόταν να κατασκηνώσει. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο Khalifa σχεδίαζε μια νυκτερινή επίθεση στις θέσεις μας και έτσι έγιναν προετοιμασίες γι' αυτό. Την ίδια στιγμή όμως οι κάτοικοι του χωριού Egeiga μετέφεραν ψευδείς πληροφορίες ότι σκοπεύαμε εμείς να κάνουμε μια νυκτερινή επίθεση. Αυτό έγινε γνωστό στον Khalifa, ο οποίος αποφάσισε να παραμείνει στη θέση του. Συνεπώς περάσαμε ένα ανενόχλητο βράδυ.
Εν τω μεταξύ, οι κανονιοφόροι υπό τη διοίκηση του Keppel, οι οποίες είχαν βομβαρδίσει το προκεχωρημένο στρατόπεδο των Ansar κοντά στους λόφους Kerreri στις 31 Αυγούστου, συνέχισαν την πορεία τους νότια την αυγή της 1ης Σεπτεμβρίου, ρυμουλκώντας την πυροβολαρχία ολμοβόλων στη δεξιά όχθη, σε συνεργασία με τους άτακτους του ταγματάρχη Stuart-Wortley. Μετά την καταστροφή δυο οχυρών, η πυροβολαρχία έλαβε θέση στη δεξιά όχθη του ποταμού, από όπου ξεκίνησε ένας αποτελεσματικός βομβαρδισμός του Omdurman. Ο περίβλεπτος θόλος του τύμβου του Mahdi διαλύθηκε, ενώ οι κανονιοφόροι βομβάρδισαν αποτελεσματικά τα γύρω οχυρά, που απάντησαν με πολλές αλλά άστοχες βολές».
Η νύκτα της 1 / 2 Σεπτεμβρίου 1896 περιγράφεται γλαφυρά από τον Bennet Burleigh, πολεμικό ανταποκριτή της Daily Telegraph του Λονδίνου, στην αναφορά του στην εφημερίδα:
«Η θύελλα είχε περάσει. Το φεγγάρι ανέτειλε νωρίς την νύκτα της 1ης Σεπτεμβρίου. Έλαμπε ζωηρά πάνω από τον καταυλισμό, νότια του χωριού Kerreri ή του Umm Matragan, σύμφωνα με τους χαρτογράφους. Η βόρεια άκρη του στρατοπέδου μας βρίσκονταν κοντά στον ποταμό μόλις 500 γιάρδες νότια του ερειπωμένου οχυρού των Ansar στο Kerreri. Φρουρές υπήρχαν κατά μήκος του ημικυκλικού στρατοπέδου. Οι φρουροί είχαν πολύ καλό οπτικό πεδίο. Στρατιώτες βρίσκονταν επίσης τις στέγες των καλυβών των ντόπιων στη νοτιοδυτική γωνία του στρατοπέδου.
Τέσσερις ανιχνευτές Ja’alin εστάλησαν στο λόφο Surgham για να παρατηρούν το στρατό του Khalifa και να μας πληροφορήσουν για ενδεχόμενη κίνηση του. Οι φρουροί είχαν διαταγή να πυροβολούν σε όποιον επιτίθονταν. Από τη βόρεια μέχρι τη νότια άκρη, κατά μήκος του ποταμού, το στρατόπεδο είχε διαστάσεις περίπου ένα μίλι μήκος και 1.200 γιάρδες πλάτος. Υπήρχαν καλύβες από λάσπη εντός του στρατοπέδου, που προστατεύονταν από μιμόζα και διπλή σειρά χαρακωμάτων. Θάμνοι υπήρχαν μπροστά από τις θέσεις των Βρετανικών στρατευμάτων, τα οποία είχαν μέτωπο προς το Omdurman νότια. Χαρακώματα προστάτευαν το στρατόπεδο δυτικά και βόρεια, στις θέσεις των Αιγυπτίων στρατιωτών.
Οι οχυρώσεις της zareba δεν έφταναν μέχρι το ποτάμι. Υπήρχε κενό τριάντα έως πενήντα γιαρδών. Η ταξιαρχία του Lyttelton ήταν πρώτη παρατεγμένη αριστερά στη νότια άκρη του στρατοπέδου. Οι άντρες του Wauchope συνέχιζαν τη διάταξη προς τα δεξιά. Στο νότιο κενό υπήρχαν τρεις λόχοι του 2ου τάγματος της Ταξιαρχίας Τυφεκιοφόρων. Στα δεξιά τους υπήρχαν τρεις πυροβολαρχίες. Η 32η πεδινή πυροβολαρχία υπό τον ταγματάρχη Williams, δυο ορεινές πυροβολαρχίες Maxim-Nordenfelt με διοικητές τους λοχαγούς Stewart και de Rougemont, καθώς και έξι πολυβόλα Maxim υπό τον λοχαγό Smeaton. Δεξιά των πυροβολαρχιών βρίσκονταν οι υπόλοιποι άντρες της 2ης ταξιαρχίας Τυφεκιοφόρων, οι Τυφεκιοφόροι Lancashire, Northumberland και η Φρουρά των Γρεναδιέρων.
Ανάμεσα στις ταξιαρχίες του στρατηγού Lyttelton και στρατηγού Wauchope, υπήρχαν δυο πολυβόλα Maxim. Μετά ακολουθούσαν τα συντάγματα των Warwick, Cameron, Seaforth και Lincoln. Στο δεξιό των Lincolns, όπου άρχιζαν τα χαρακώματα και η γραμμή του μετώπου εκτείνονταν προς τα δυτικά, βρίσκονταν η ταξιαρχία του Maxwell. Μεταξύ των ταξιαρχιών των Wauchope και Maxwell υπήρχαν δυο Maxim και στη διάρκεια της πρώτης επίθεσης των Ansar, τα δυο πυροβόλα Krupp των έξι εκατοστών. Η πυροβολαρχία Maxim-Nordenfelt του ταγματάρχη Lawrie βρίσκονταν δεξιά της ταξιαρχίας του Maxwell. Στη βόρεια πλευρά της zareba υπήρχε η πυροβολαρχία Maxim-Nordenfelt του ταγματάρχη Peake.
Αυτά τα πυροβόλα είχαν αποδώσει καλά στη μάχη του ποταμού Atbara, ώστε ο Kitchener άμεσα ενίσχυσε το πυροβολικό του με τρεις ακόμα πυροβολαρχίες αυτής της κλάσης. Η ταξιαρχία του Maxwell αποτελούνταν από τρία Σουδανικά και ένα Αιγυπτιακό τάγμα, δηλαδή, το 8ο Αιγυπτιακό και τα 12ο, 13ο και 14ο Σουδανικά. Βορειότερα, στη δεξιά πλευρά των αντρών του συνταγματάρχη Maxwell, υπήρχε η ταξιαρχία Αιγυπτίων του Lewis Bey, με τα 3ο, 4ο, 7ο και 15ο τάγματα. Ανάμεσα τους βρίσκονταν η πασίγνωστη και εμπειροπόλεμη ταξιαρχία του συνταγματάρχη MacDonald, αποτελούμενη από τα 9ο, 10ο, 11ο Σουδανικά και το 2ο Αιγυπτιακό τάγμα.
Εντός του στρατοπέδου, σε εφεδρεία, βρίσκονταν η 4η ταξιαρχία Αιγυπτίων με διοικητή τον ταγματάρχη Collinson. Αποτελούνταν από τα 1ο, 5ο, 17ο και 18ο Αιγυπτιακά τάγματα».
Οι Βρετανικές Δυνάμεις στη Μάχη του Omdurman 1 - 2 Σεπτεμβρίου 1898
- Βρετανική Μεραρχία Πεζικού (Catacre)
1η ταξιαρχία (Wauchope)
1o τάγμα Royal Warwickshire (συνταγματάρχης Jones)
1ο τάγμα Lincoshire (αντισυνταγματάρχης Louth)
1ο τάγμα Seaforth Highlanders (συνταγματάρχης Murray)
1ο τάγμα Cameron Highlanders έξι πυροβόλα Maxim
1 απόσπασμα Βασιλικού Μηχανικού
2η ταξιαρχία (Lyttelton)
1ο τάγμα Φρουράς Γρεναδιέρων (συνταγματάρχης Hatton)
1ο τάγμα τυφεκιοφόρων Northumberland (αντισυνταγματάρχης Money)
2ο τάγμα τυφεκιοφόρων Lancashire (αντισυνταγματάρχης Collinwood)
2η ταξιαρχία τυφεκιοφόρων (συντ. Hayward)
4 πυροβόλα Maxim επανδρωμένα από Ιρλανδούς τυφεκιοφόρους
1 απόσπασμα Βασιλικού Μηχανικού
- Αιγυπτιακή Μεραρχία Πεζικού (Hunter)
1η ταξιαρχία (MacDonald)
2o Αιγυπτιακό τάγμα (Pink)
9ο Σουδανικό τάγμα (Walter)
10ο Σουδανικό τάγμα (Nason)
11ο Σουδανικό τάγμα (Jackson)
2η ταξιαρχία (Maxwell)
8ο Αιγυπτιακό τάγμα (Kiloussi Bey)
12ο Σουδανικό τάγμα (Townshend)
13ο Σουδανικό τάγμα (Collinson Smith – Dorrien)
14ο Σουδανικό τάγμα(Shekleton)
3η ταξιαρχία (Lewis)
3ο Αιγυπτιακό τάγμα (Sillern)
4ο Αιγυπτιακό τάγμα (Sparkes)
7ο Αιγυπτιακό τάγμα (Fathy Bey)
15ο Αιγυπτιακό τάγμα (Hickman)
4η ταξιαρχία (Collinson)
1ο Αιγυπτιακό τάγμα (Doran)
5ο Αιγυπτιακό τάγμα (Burhan Bey)
17ο Αιγυπτιακό τάγμα (Matchett)
Ιππικό (Burn-Murdoch)
21ο σύνταγμα Λογχοφόρων 4 ίλες (Martin), Αιγυπτιακό ιππικό 9 ίλες (Broadwood) Σώμα καμήλων 8 λόχοι (Tudway)
- Πυροβολικό (Long)
32η πεδινή πυροβολαρχία, Βασιλικό Πυροβολικό (8 πυροβόλα)
37η πεδινή πυροβολαρχία, Βασιλικό Πυροβολικό (6 ολμοβόλα 5 ιντσών)
1η Αιγυπτιακή ιππήλατη πυροβολαρχία (6 Krupp των 6cm, 2 Maxim)
2η, 3η, 4η, 5η Αιγυπτιακές πεδινές πυροβολαρχίες (καθεμία 6 Maxim-Nordenfelt, 2 Maxim)
- Ναυτικές Δυνάμεις
3 θωρακισμένες κανονιοφόροι κλάσης 1889 (καθεμία με 2 Nordenfelt, 1 ολμοβόλο, 4 Maxim)
3 θωρακισμένες κανονιοφόροι κλάσης 1896 (καθεμία με δυο 6pdr,
4 Maxim) 4 παλιές θωρακισμένες κανονιοφόροι (καθεμία με ένα 12pdr, δυο MaximNordenfelt)
Συνολικός αριθμός στρατιωτών: 8.200 Βρετανοί, 17.600 Αιγύπτιοι - Σουδανοί
Στη zareba: 44 πυροβόλα, 20 Maxim
Στις κανονιοφόρους: 36 πυροβόλα, 24 Maxim.
ΟΜΝΤΟΥΡΜΑΝ
Τέσσερις μήνες παρέμεινε ο Κίτσενερ στη θέση του δίνοντας στους άνδρες του χρόνο να αναπαυθούν και να προετοιμαστούν για τη συνέχεια. Κατά το διάστημα αυτό ενισχύθηκε με νέες μονάδες και συμπλήρωσε τα εφόδιά του. Στα μέσα Αυγούστου, όταν είχαν περάσει οι δύσκολες μέρες του καυτού αφρικανικού καλοκαιριού, ο αρχιστράτηγος ήταν έτοιμος. Στις 24 του μήνα ξεκίνησε για την τελική του επίθεση. Αυτή τη φορά στόχος του ήταν η καρδιά του "θηρίου": το Ομντουρμάν. Μετά από πορεία οκτώ ημερών, την 1η Σεπτεμβρίου, το εκστρατευτικό σώμα έφθασε στον παραποτάμιο οικισμό Εγέϊγα, 11 χλμ. βόρεια του Ομντουρμάν, όπου και στρατοπέδευσε.
Η περίμετρος του στρατοπέδου, μήκους 1.600 μέτρων περίπου, είχε το σχήμα ενός μεγάλου ημικυκλίου του οποίου οι δύο άκρες βρίσκονταν στον Νείλο. Στη νότια πλευρά της περιμέτρου, προς την κατεύθυνση του Ομντουρμάν, ο Κίτσενερ έταξε τους Βρετανούς, ενώ στο μέσο και στη βόρεια πλευρά έλαβαν θέση οι Αιγύπτιοι με τους Σουδανούς. Στο σημείο όπου η κάθε μονάδα συναντούσε τη διπλανή της, ο αρχιστράτηγος τοποθέτησε πυροβολικό με τρόπο ώστε σε όλη την περίμετρο να υπάρχει μια αδιάλειπτη γραμμή αλληλοσυμπληρούμενου πυρός από τα τυφέκια των ανδρών, τα πολυβόλα Μaxim και τα πυροβόλα που υπήρχαν ανάμεσά τους.
Οι Βρετανοί και οι Αιγύπτιοι κατασκεύασαν περίφραξη ζαρίμπα, ενώ σε κάποια σημεία της περιμέτρου, κυρίως στη βόρεια πλευρά, έσκαψαν ρηχά χαρακώματα. Στο νοτιότερο άκρο του στρατοπέδου τάχθηκαν οι λογχοφόροι του 21ου Συντάγματος Ιππικού, ενώ στο βορειότερο το αιγυπτιακό ιππικό και το σώμα των καμηλών. Οι κανονιοφόροι τοποθετήθηκαν στις δύο άκρες του στρατοπέδου για να παρέχουν πυρά υποστήριξης. Μπροστά από το στρατόπεδο εκτεινόταν η έρημος, η οποία με ήπια κλίση ανηφόριζε από τον Νείλο προς τα δυτικά επιτρέποντας παρατήρηση σε ικανή απόσταση και εξαιρετικούς τομείς βολής.
Βορειοδυτικά του στρατοπέδου και σε απόσταση περίπου 3 χλμ. υπήρχε το σύμπλεγμα των λόφων Κερέρι, ενώ νοτιοδυτικά υψωνόταν το απόκρημνο βουνό Τζεμπέλ Σουργκάμ. Από τους πρόποδες του τελευταίου οι βρετανικές περίπολοι και αργότερα το μεσημέρι και ο ίδιος ο Κίτσενερ είδαν το σύνολο του στρατού των δερβίσηδων να έχει αφήσει το Ομντουρμάν και να φθάνει προς συνάντηση του εκστρατευτικού σώματος. Νωρίς το απόγευμα ο στρατός του χαλίφη σταμάτησε και στρατοπέδευσε. Οι Βρετανοί και οι Αιγύπτιοι συμπλήρωσαν τις προετοιμασίες τους και στη συνέχεια αναζήτησαν λίγη ανάπαυση. Η νύκτα κύλησε ήσυχα σε γενικές γραμμές, αλλά λίγο πριν τα ξημερώματα της 2ας Σεπτεμβρίου σήμανε συναγερμός.
Οι προωθημένες περίπολοι ανέφεραν πως οι Ανσάρ είχαν σηκωθεί και έπαιρναν θέση για επίθεση. Οι άνδρες επάνδρωσαν ταχύτατα τις προκαθορισμένες θέσεις στην περίμετρο και περίμεναν την εκδήλωση της επίθεσης. Στις 06:30 ο Κίτσενερ έστειλε το Αιγυπτιακό ιππικό, τις καμήλες και το έφιππο πυροβολικό στους λόφους Κερέρι σε αποστολή αντιπερισπασμού. Στις 06:40 ακούστηκαν οι αλαλαγμοί των επιτιθεμένων, ενώ λίγο αργότερα φάνηκαν οι πρώτες σημαίες τους και πίσω από αυτές τα πλήθη των δερβίσηδων με τους έφιππους εμίρηδες να τους καθοδηγούν. Υπό τα ψυχρά βλέμματα των Βρετανών ο στρατός του χαλίφη απλώθηκε σαν ένα τεράστιο μισοφέγγαρο το οποίο με μεγάλη ταχύτητα συνέκλινε προς την περίμετρό τους.
Από τη νότια πλευρά του βουνού επιτέθηκαν οι άνδρες της μαύρης σημαίας. Οι τυφεκιοφόροι της σκουροπράσινης σημαίας έλαβαν θέσεις στους πρόποδες του Τζεμπέλ Σουργκάμ και άρχισαν να βάλλουν κατά των Βρετανο-Αιγυπτίων από σχετικά υψηλότερο έδαφος. Η μεγάλη απόσταση, όμως, από την οποία πυροβολούσαν και το γεγονός ότι οι Ανσάρ δεν ήταν και οι καλύτεροι των σκοπευτών, συνετέλεσαν ώστε η αποτελεσματικότητα του πυρός αυτού να είναι ιδιαίτερα χαμηλή και να μην ανησυχήσει τους Βρετανούς παρά τις μικρές απώλειες που τους προξένησε. Ταυτόχρονα από τη βόρεια πλευρά του βουνού ο κύριος όγκος των πολεμιστών του ίδιου σχηματισμού με επικεφαλής τον εμίρη Οσμάν Αζράκ όρμησε προς τον κεντρικό τομέα του στρατοπέδου των Βρετανο-Αιγυπτίων.
Πιο βόρεια οι άνδρες της πράσινης σημαίας, έξαλλοι από τον θρησκευτικό φανατισμό, όρμησαν στο προωθημένο απόσπασμα των Αιγυπτίων στους λόφους Κερέρι. Στις 06:45 και από απόσταση 2.750 μέτρων το πυροβολικό του Κίτσενερ άρχισε να βάλλει κατά των επιτιθεμένων. Πέντε λεπτά αργότερα ζωντάνεψαν τα πολυβόλα Μaxim και αμέσως μετά τα τυφέκια των στρατιωτών. Ταυτόχρονα άρχισαν να βάλουν και τα πυροβόλα των κανονιοφόρων που είχαν λάβει θέση στη νότια πλευρά του στρατοπέδου. Ο όγκος πυρός ήταν πλέον τεράστιος και το αποτέλεσμά του στους εκτεθειμένους δερβίσηδες καταστροφικό. Η έρημος άρχισε να σπέρνεται από τα νεκρά κορμιά τους και να ποτίζεται από το αίμα τους.
Τα όπλα των Βρετανών υπερθερμαίνονταν από τη συνεχή χρήση και τα αντικαθιστούσαν με άλλα που τους χορηγούσαν οι πιο πίσω γραμμές. Στους λόφους Κερέρι όμως τα πράγματα είχαν λάβει διαφορετική τροπή. Οι δερβίσηδες έχοντας μεγάλη αριθμητική υπεροχή επιτίθεντο στο μέτωπο και στο δεξιό πλευρό των Αιγυπτίων πιέζοντάς τους ασφυκτικά. Ο επικεφαλής, συνταγματάρχης Μπρόουντγουντ, αντιλήφθηκε ότι ο αγώνας στο σημείο εκείνο ήταν μάταιος και η περαιτέρω παραμονή εκεί ισοδυναμούσε με καταστροφή. Επάνω στην ώρα έφθασε και η εντολή για υποχώρηση από τον Κίτσενερ. Το ιππικό απαγκιστρώθηκε γρήγορα αλλά το έφιππο πυροβολικό και το σώμα των καμηλών διέτρεχαν θανάσιμο κίνδυνο καθώς τους ακολουθούσαν κατά πόδας οι δερβίσηδες.
Οι Ανσάρ κατέλαβαν δύο πυροβόλα που εγκατέλειψαν κακήν κακώς τα πληρώματά τους και βρέθηκαν μια ανάσα από το να παγιδεύσουν τους υποχωρούντες Αιγυπτίους. Στην κρίσιμη στιγμή εμφανίστηκε στην όχθη η κανονιοφόρος "Μελίκ", η οποία με τα όπλα της θέρισε κυριολεκτικά τους προπορευόμενους δερβίσηδες δίνοντας τον χρόνο στο σώμα των καμηλών να αναζητήσει τη σωτηρία στο στρατόπεδο. Οι δερβίσηδες δίστασαν για μια στιγμή, αλλά εξοργισμένοι από την αποτυχία τους επιτέθηκαν στη βόρεια πλευρά του στρατοπέδου. Η προσέγγιση δεύτερης κανονιοφόρου και το πυρ των αμυνομένων από το στρατόπεδο τούς ανάγκασε να υποχωρήσουν προς τους λόφους.
Στο μεταξύ στον κεντρικό τομέα οι δερβίσηδες συνέχιζαν να επιτίθενται με μανία. Ο φανατισμός και το μίσος δεν τους άφηναν το περιθώριο να φοβηθούν. Οι αμυνόμενοι όμως δεν αστειεύονταν. Όσοι περισσότεροι δερβίσηδες ρίχνονταν στη μάχη, τόσο αυξάνονταν οι απώλειές τους και σιγά-σιγά η αρχική τους ορμή μειώθηκε. Στην πρώτη γραμμή ένας ηλικιωμένος άνδρας κρατώντας μια μεγάλη σημαία έτρεχε προς την περίμετρο την ώρα που τον βρήκε ο θάνατος. Δίπλα του ο γενναίος εμίρης Οσμάν Αζράκ έφιππος παρότρυνε τους άνδρες να συνεχίσουν την επίθεση ανεμίζοντας το σπαθί του. Μία ριπή τον έριξε από το άλογό του νεκρό. Ο θάνατος του εμίρη σήμανε και το τέλος της επίθεσης.
Οι πιο προωθημένοι ανσάρ έπεσαν στο έδαφος για να καλυφθούν, ενώ οι υπόλοιποι τράπηκαν σε φυγή προς το Τζεμπέλ Σουργκάμ και τους λόφους Κερέρι. Ήταν 08:00 όταν αναχαιτίστηκε η επίθεση. Στο τμήμα της περιμέτρου που επάνδρωναν οι Αιγύπτιοι και οι Σουδανοί οι δερβίσηδες δεν κατόρθωσαν να πλησιάσουν περισσότερο από τα 140 μέτρα, ενώ στο τμήμα στο οποίο αμύνονταν οι Βρετανοί σταμάτησαν στα 270 μέτρα. Παρά την επιτυχή αναχαίτιση της επίθεσης ο Κίτσενερ και το επιτελείο του ήταν ανήσυχοι καθώς έβλεπαν τους δερβίσηδες να χάνονται από το οπτικό τους πεδίο. Αν και ο στρατός του χαλίφη είχε βαριές απώλειες, ήταν ακόμη υπολογίσιμο μέγεθος και δεν έπρεπε να φθάσει πρώτος στο Ομντουρμάν.
Ο αρχιστράτηγος ήθελε με κάθε τρόπο να αποφύγει τις αιματηρές οδομαχίες. Αμέσως διατάχθηκε το 21ο Σύνταγμα Ιππικού να καλπάσει νοτιοδυτικά, να καταδιώξει και να διασκορπίσει τους υποχωρούντες Ανσάρ και τελικά να παρεμβληθεί ανάμεσα σε αυτούς και στο Ομντουρμάν αποτρέποντας την είσοδό τους στην πόλη. Ταυτόχρονα δόθηκε εντολή σε ολόκληρο το εκστρατευτικό σώμα να ακολουθήσει με τη μεγαλύτερη δυνατή ταχύτητα προς την ίδια κατεύθυνση, για να ανακτήσει επαφή με τον εχθρό. Το 21ο Σύνταγμα μετά από σύντομη προετοιμασία ξεκίνησε για την πρώτη του πραγματική έφοδο. Ανάμεσα στους άνδρες των πρώτων γραμμών ήταν και ο νεαρός υπολοχαγός Ουίνστον Τσώρτσιλ, ο μετέπειτα πρωθυπουργός της Βρετανίας.
Προσπερνώντας τους πρόποδες του Τζεμπέλ Σουργκάμ οι Βρετανοί είδαν σε κάποια απόσταση μπροστά τους ένα σώμα από 700 πολεμιστές της φυλής Χάντεντόα, τους Φούζι-Γούζις όπως τους έλεγαν οι Βρετανοί, οι οποίοι ανήκαν στη δύναμη του Οσμάν Ντίνια. Οι 400 λογχοφόροι κάλπασαν εναντίον τους, αλλά καθώς πλησίαζαν διεπίστωσαν έκπληκτοι ότι σε μία εσοχή του εδάφους, η οποία αρχικά δεν ήταν ορατή, υπήρχε ακόμη ένα εχθρικό τμήμα περίπου 2.000 ανδρών. Η ταχύτητά τους ήταν τέτοια που δεν τους επέτρεπε να σταματήσουν. Χωρίς δεύτερη σκέψη επιτέθηκαν στη μάζα των δερβίσηδων. Η σύγκρουση ήταν φοβερή. Άνδρες, άλογα κι ατσάλι έγιναν ένα.
Οι πρώτοι δερβίσηδες παρασύρθηκαν από την ορμή των ιππέων, στη συνέχεια όμως η μάχη εξελίχθηκε σε μια σειρά από πολλές ατομικές μονομαχίες. Μέσα στη μάζα των δερβίσηδων ο κάθε ιππέας πολεμούσε για τον εαυτό του. Η μάχη σώμα με σώμα διήρκεσε μόλις δύο λεπτά. Οι πιο πολλοί λογχοφόροι κατάφεραν να διαπεράσουν τον εχθρικό κλοιό και να βρεθούν στην απέναντι πλευρά. Κάποιοι άλλοι που είτε έπεσαν από τα άλογά τους, είτε μπλοκαρίστηκαν ανάμεσα στους εχθρούς, έμειναν εκεί για πάντα. Στα δύο αυτά λεπτά το 21ο Σύνταγμα είχε 5 αξιωματικούς και 65 οπλίτες νεκρούς και τραυματίες, έχασε δε και 119 άλογα. Φθάνοντας οι λογχοφόροι στην άλλη άκρη της εσοχής αφίππευσαν και άρχισαν να βάλλουν με τις καραμπίνες τους κατά των δερβίσηδων.
Οι τελευταίοι σχημάτισαν εκ νέου τις γραμμές τους και αφού άλλαξαν μέτωπο κινήθηκαν εναντίον των Βρετανών. Τα δραστικά πυρά όμως ανέκοψαν την επίθεσή τους και τους ανάγκασαν να υποχωρήσουν προς την κατεύθυνση του Τζεμπέλ Σουργκάμ. Η ώρα ήταν περίπου 09:30 όταν το υπόλοιπο εκστρατευτικό σώμα, που ακολουθούσε κινούμενο κλιμακωτά, περνούσε μπροστά από το Τζεμπέλ Σουργκάμ βαδίζοντας νοτιοδυτικά προς το Ομντουρμάν και οι ανιχνευτές ανέφεραν στον Κίτσενερ ότι η μαύρη σημαία ήταν ακόμη στην περιοχή. Ο αρχιστράτηγος έδωσε εντολή στις τρεις προπορευόμενες ταξιαρχίες του να επιτεθούν από τη νότια πλευρά του βουνού.
Καθώς οι ταξιαρχίες αυτές επιτάχυναν για να επιτεθούν, ολόκληρη η παράταξη του εκστρατευτικού σώματος τεντώθηκε και τα κενά ανάμεσα στις μονάδες άρχισαν να μεγαλώνουν. Τελευταία στη σειρά ερχόταν η ταξιαρχία του Μακ Ντόναλντ, με δύναμη 3.000 Αιγυπτίων και Σουδανών, η οποία εκείνη τη χρονική στιγμή βρισκόταν στο ύψος του βορείου άκρου του Τζεμπέλ Σουργκάμ. Ο Μακ Ντόναλντ, αλλά και ο διοικητής της Αιγυπτιακής μεραρχίας στρατηγός Χάντερ που ήταν μαζί του, έβλεπαν την ταξιαρχία του ταξίαρχου Λιούις η οποία προπορευόταν να απομακρύνεται και το διάστημα μεταξύ τους να μεγαλώνει. Ήταν η στιγμή που επέλεξε ο Χαλίφης για να «κτυπήσει».
Οι 15.000 άνδρες της μαύρης και της σκουροπράσινης σημαίας ξεπρόβαλαν από τις πλαγιές στο βόρειο άκρο του υψώματος οδηγούμενοι από τον Γιακούμπ και επιτέθηκαν με μανία στην απομονωμένη ταξιαρχία του Μακ Ντόναλντ. Η στιγμή ήταν πολύ δύσκολη. Αν η ταξιαρχία του Μακ Ντόναλντ χανόταν, ολόκληρο το εκστρατευτικό σώμα θα διέτρεχε θανάσιμο κίνδυνο. Ο Μακ Ντόναλντ έδωσε αμέσως εντολή να ταχθούν τα πυροβόλα του, τα οποία άρχισαν να βάλλουν από απόσταση περίπου 1.100 μέτρων. Οι στρατιώτες εκτελώντας τις εντολές των αξιωματικών τους άλλαξαν υποδειγματικά τον σχηματισμό τους από φάλαγγα πορείας σε γραμμή μάχης και καθώς τα επίλεκτα τμήματα του χαλίφη πλησίαζαν τους υποδέχθηκαν με πυκνά πυρά.
Ο Κίτσενερ άκουσε τις εκρήξεις και αντιλαμβανόμενος τον κίνδυνο που διαγραφόταν έδωσε εντολή στον ταξίαρχο Γουότσοπ να σπεύσει με την ταξιαρχία του για να καλύψει το κενό ανάμεσα στην ταξιαρχία του Μακ Ντόναλντ και στην ταξιαρχία του Λιούις. Οι ταξιαρχίες των Λάϊτλτον και Μάξγουελ ακολουθούμενες από αυτή του Λιούις έφθασαν στη νότια πλευρά του Τζεμπέλ Σουργκάμ και επιτέθηκαν σε ένα σώμα 2.700 δερβίσηδων που ανήκε στην σκουροπράσινη σημαία και είχε ως επικεφαλής τον εμίρη Ιμπραήμ Χαλίλ. Μετά από σύντομη μάχη οι Βρετανοί έτρεψαν σε φυγή τους Ανσάρ και κινήθηκαν για να λάβουν θέση ανάμεσα στον στρατό του Χαλίφη και στο Ομντουρμάν.
Στο μεταξύ η πίεση των Ανσάρ στην απομονωμένη ταξιαρχία αυξανόταν διαρκώς. Τα κύματα των πολεμιστών το ένα μετά το άλλο έπεφταν με λύσσα επάνω στους άνδρες του Μακ Ντόναλντ, οι οποίοι με αξιοθαύμαστη σταθερότητα διατηρούσαν τις γραμμές τους. Κάποια στιγμή όμως και με την ταξιαρχία του Γουότσοπ ακόμα μακριά, φάνηκε πως οι δερβίσηδες θα κατάφερναν να εισχωρήσουν στο κενό ανάμεσα στις δύο ταξιαρχίες. Στη δύσκολη εκείνη στιγμή το 7ο Αιγυπτιακό Σύνταγμα, που ήταν η οπισθοφυλακή της ταξιαρχίας Λιούις, άλλαξε μέτωπο και προσπάθησε να καλύψει το άνοιγμα. Η ορμή των επιτιθεμένων ήταν τέτοια που το Σύνταγμα προς στιγμήν έδειξε να κλονίζεται.
Ο στρατηγός Χάντερ ο οποίος βρισκόταν κοντά έστειλε για ενίσχυση τους δύο εφεδρικούς λόχους του 15ου Συντάγματος του Λιούις, οι οποίοι εμπλεκόμενοι στη μάχη αποκατέστησαν τη σταθερότητα και σε συνδυασμό με τα πυρά των άλλων μονάδων όχι μόνο έφραξαν το άνοιγμα, αλλά έθεσαν και τους δερβίσηδες σε διασταυρούμενα πυρά. Η επίθεση των δερβίσηδων ήταν πλέον καταδικασμένη. Οι βαρύτατες απώλειες τους ανάγκασαν να σταματήσουν. Ο Μακ Ντόναλντ αποφάσισε να προωθηθεί και αυτή η κίνησή του σε συνδυασμό με την προέλαση των ταξιαρχιών Λάϊτλτον και Μάξγουελ ανάγκασε τους δερβίσηδες να τραπούν σε άτακτη φυγή προς τα δυτικά.
Βλέποντας τους δερβίσηδες να εγκαταλείπουν το πεδίο της μάχης οι Αιγύπτιοι με τους Σουδανούς για πρώτη φορά από τα ξημερώματα άφησαν τους εαυτούς τους να χαλαρώσουν λίγο. Δεν είχαν περάσει μερικά λεπτά όταν από την πλευρά των λόφων Κερέρι ακούστηκαν αλαλαγμοί και πυροβολισμοί. Στρέφοντας το βλέμμα του προς την κατεύθυνση των λόφων ο Μακ Ντόναλντ είδε 12.000 άνδρες της πράσινης και της σκουροπράσινης σημαίας να επιτίθενται στην ταξιαρχία του, η οποία εκείνη τη στιγμή ήταν στραμμένη προς τα νοτιοδυτικά έχοντας εκτεθειμένο το δεξιό της πλευρό στη νέα επίθεση. Ταυτόχρονα ένα μέρος από τους υποχωρούντες δερβίσηδες της μαύρης σημαίας βλέποντας τη νέα επίθεση αναθάρρησε, πραγματοποίησε μεταβολή και αντεπιτέθηκε.
Ο κίνδυνος για μια ακόμα φορά ήταν πολύ μεγάλος. Γρήγορα ο Μακ Ντόναλντ έδωσε εντολή στους άνδρες του να αλλάξουν το μέτωπό τους και να στραφούν προς τους εφορμούντες Ανσάρ. Η ταξιαρχία του εκτέλεσε άψογα τον ελιγμό και αφού στράφηκε βορειοδυτικά άρχισε να βάλλει κατά των επιτιθεμένων. Αυτή τη φορά ο Μακ Ντόναλντ είχε και την υποστήριξη της ταξιαρχίας του Γουότσοπ, που είχε φθάσει αριστερά του, αλλά και αυτής του Κόλινσον, η οποία είχε μόλις ξεκινήσει από το στρατόπεδο συνοδεύοντας την εφοδιοπομπή. Οι δερβίσηδες παρά τις βαριές απώλειες συνέχιζαν την επίθεση με φανατισμό. Μετά από λίγο όμως οι πίσω γραμμές έπρεπε να τρέχουν ανάμεσα στους σωρούς των πτωμάτων των συντρόφων τους για να συνεχίσουν την επίθεση.
Κάποια στιγμή και αφού ξεπέρασαν και τα απώτατα όρια της ανθρώπινης αντοχής σταμάτησαν και σιγά-σιγά άρχισαν να υποχωρούν. Οι Αιγύπτιοι τους ακολουθούσαν με συνεχείς ομοβροντίες αραιώνοντας ακόμα περισσότερο τις γραμμές τους. Λίγα λεπτά αργότερα το αιγυπτιακό ιππικό, το οποίο νωρίτερα είχε λάβει εντολή για επίθεση, έπεσε επάνω τους μετατρέποντας την υποχώρησή τους σε άτακτη φυγή. Η μάχη είχε τελειώσει. Ο στρατός του χαλίφη είχε διαλυθεί και τα τμήματά του έτρεχαν διάσπαρτα προς όλες τις κατευθύνσεις. Το εκστρατευτικό σώμα ξεκίνησε για το Ομντουρμάν.
Στις 12:30 οι πρώτες μονάδες έφθασαν στην πόλη. Αργότερα έφθασε και ο σιρντάρ έχοντας μαζί του ως λάφυρο τη μαύρη σημαία του χαλίφη. Όσοι από τους δερβίσηδες είχαν επιστρέψει στην πόλη προσέρχονταν και παρέδιδαν τον οπλισμό τους. Όποιοι από αυτούς αντιστέκονταν εκτελούντο επί τόπου. Μέχρι το απόγευμα ολόκληρο το εκστρατευτικό σώμα είχε εισέλθει στην πόλη. Η νύκτα που έπεφτε έφερνε μαζί της το τέλος της τελευταίας ημέρας του καθεστώτος των Μαχντιστών στο Σουδάν.
ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΜΑΧΗΣ ΤΟΥ OMDURMAN ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΣΗΜΗ ΑΝΑΦΟΡΑ ΤΟΥ KITCHENER
Αυγή 2 Σεπτεμβρίου 1898
Η επίσημη Αναφορά του Kitchener συνεχίζει: «Την αυγή της επόμενης μέρας (2 Σεπτεμβρίου), οι έφιππες περιπολίες μας ανέφεραν το ξεκίνημα της εχθρικής επίθεσης και στις 6:30 π.μ. το Αιγυπτιακό ιππικό έλαβε θέση μαζί με το ιππήλατο πυροβολικό, το Σώμα καμήλων και τέσσερα Maxim στους λόφους Kerreri στη δεξιά πλευρά μας. Στις 6:40 π.μ. έφτασαν στα αυτιά μας οι κραυγές των Ansar και σε λίγα λεπτά οι σημαίες τους φάνηκαν στον ορίζοντα, σχηματίζοντας ένα ημικύκλιο γύρω από το μέτωπο μας».
Από την αναφορά ενός πολεμικού ανταποκριτή: «Στην αρχή φάνηκαν λίγες σημαίες στην κορυφή και μετά ακολούθησαν συμπαγείς μάζες από ακοντιστές και τυφεκιοφόρους υπό την καθοδήγηση έφιππων Amir. Ο βρυχηθμός της μεγάλης μάζας των Ansar έφτασε στα αυτιά του Άγγλο-Αιγυπτιακού στρατού, καθώς απλώνονταν σε ένα γιγαντιαίο ημικύκλιο γύρω από τις θέσεις μας». Η επίσημη Αναφορά του Kitchener περιγράφει την πρώτη επίθεση: «Τα πυροβόλα της 32ης πεδινής πυροβολαρχίας άνοιξαν πυρ στις 6:45 π.μ. σε απόσταση 2.800 γιαρδών, ενώ οι Ansar συνέχισαν την προέλαση τους γρήγορα, και ορμητικά.
Οι στρατιώτες και τα Maxim στα αριστερά της παράταξης μας ήταν οι πρώτοι που άρχισαν τη μάχη, καθώς οι τυφεκιοφόροι του εχθρού, ευρισκόμενοι στις πλαγιές του Jebel Surgham, άνοιξαν πυρ, προκαλώντας κάποιες απώλειες. Παράλληλα οι ακοντιστές τους έκαναν προσπάθειες να φτάσουν στις γραμμές μας». Στις 6:50 π.μ. το πυροβολικό, οι κανονιοφόροι στη νότια πλευρά και οι Φρουρά των Γρεναδιέρων άνοιξαν πυρ με ομοβροντίες στις 2.000 γιάρδες. Καθώς οι Ansar έφτασαν εντός βολής, ήρθε η σειρά των Highlanders, Lincolns και των Αιγυπτιακών ταξιαρχιών να ανοίξουν πυρ, πυροβολώντας ασταμάτητα μέχρι που αναγκάστηκαν να αλλάξουν τα τυφέκια με άλλα εφεδρικά.
Οι Ansar προχωρούσαν συντεταγμένα και χωρισμένοι σε μάζες των 4.000 αντρών περίπου, κάλυπταν ολόκληρη την περιοχή μεταξύ των λόφων Kerreri, του Jebel Surgham και του ποταμιού.
Το Πυρ μιας Κανονιοφόρου Σώζει το Σώμα Καμήλων
Ο Kitchener συνεχίζει την ιστορία της μάχης στην Αναφορά του: «Μετά τις 8:00 π.μ. η κύρια επίθεση του εχθρού είχε αποκρουστεί. Μια μεγάλη και συμπαγής μάζα στρατού των Ansar παρατηρήθηκε να προελαύνει προς τη δεξιά πλευρά του στρατοπέδου μας με μεγάλη ταχύτητα και άμεσα ήρθε σε εμπλοκή με τα έφιππα στρατεύματα μας στους λόφους Kerreri. Μια από τις κανονιοφόρους, η όποια προστάτευε τις όχθες του ποταμού, έλαβε διαταγή να παρέχει βοήθεια στα σκληρά πιεζόμενα έφιππα στρατεύματα και άρχισε κανονιοβολισμό κατά του εχθρού, που είχε απώλειες 450 αντρών περίπου. Οι μονάδες πυροβολικού και τα Maxim που βρίσκονταν εντός του στρατοπέδου έβαλλαν ταυτόχρονα και ο εχθρός αναγκάστηκε να αποσυρθεί πίσω από τους λόφους».
Το ιππικό και το Σώμα Καμήλων είχαν λάβει θέσεις μάχης στους λόφους Kerreri στο δεξιό της Άγγλο-Αιγυπτιακής παράταξης, αλλά υπερφαλαγγίστηκαν από αριθμητικά υπέρτερους αντιπάλους και βρίσκονταν σε δύσκολη θέση. Το Σώμα Καμήλων ήταν αδύνατο να πολεμήσει σε πετρώδες έδαφος. Οι Ansar πίεσαν, κυρίευσαν δυο πυροβόλα και κατάφεραν να απομονώσουν το Σώμα καμήλων. Την κατάλληλη στιγμή όμως μια κανονιοφόρος εμφανίστηκε και συνεργαζόμενη με τις μονάδες πυροβολικού από τη zareba, απώθησε τον εχθρό πίσω με βαριές απώλειες.
Η Επίθεση του 21ου Συντάγματος Λογχοφόρων
Από την επίσημη Αναφορά: «Αφού όλες οι επιθέσεις απέτυχαν και ο εχθρός αποσύρθηκε έξω από την ακτίνα βολής μας, διέταξα το 21ο σύνταγμα Λογχοφόρων να καθαρίσει το έδαφος από εναπομείναντες εχθρούς στο αριστερό πλευρό της διάταξης μας και να εμποδίσει τους Ansar να υποχωρήσουν προς το Omdurman. Αφού διέσχισαν τις πλαγιές του Jebel Surgham, συνάντησαν τυχαία μερικούς Ansar που βρίσκονταν κρυμμένοι εκεί. Οι άντρες του συντάγματος επιτέθηκαν με γενναιότητα και παρόλο που ο εχθρός ήταν υπέρτερος αριθμητικά, κράτησαν τις θέσεις τους. Η μάχη ήταν σκληρή. Οι Ansar αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν με σημαντικές απώλειες. Δυστυχώς, ο υπολοχαγός R. Grenfell και είκοσι άντρες έχασαν τη ζωή τους».
Το 21ο σύνταγμα Λογχοφόρων με τέσσερις ίλες σε σειρά συνάντησε μια δύναμη 300 Ansar περίπου και πραγματοποίησε την πρώτη επιδρομή στην ιστορία του. Ξαφνικά, μεταξύ αυτών και των Ansar, υπήρχε μια ρεματιά, στην οποία βρίσκονταν ακόμα 3.000 ή 4.000 Ansar. Με ασυγκράτητη ορμή, οι Λογχοφόροι επιτέθηκαν και διέσχισαν τη ρεματιά, ενώ οι Ansar ξαπλωμένοι στο έδαφος προσπαθούσαν να τους σκοτώσουν. Χάνοντας πέντε αξιωματικούς, 65 άντρες και 119 άλογα, οι ιππείς πέρασαν κατευθείαν στην άλλη πλευρά, αφίππευσαν και άνοιξαν πυρ με τις καραμπίνες τους.
Η Τελευταία Επίθεση του Khalifa
Συνεχίζοντας την ιστορία στην επίσημη Αναφορά του, ο Kitchener έγραψε : «Εν τω μεταξύ, διέταξα το στρατό να ακολουθήσει (την επίθεση των Λογχοφόρων) με τις ταξιαρχίες σε διαγώνια διάταξη (in echelon) 6 από τα αριστερά. Στις 9:30 π.μ. οι πρώτες ταξιαρχίες (του Lyttelton και Wauchope) έφτασαν στις υπώρειες του Jebel Surgham κοντά στο ποτάμι και διατάχτηκαν να σταματήσουν μέχρι να φτάσουν και οι υπόλοιπες. Τότε έλαβα την πληροφορία ότι ο Khalifa βρίσκονταν ακόμα με το στρατό του στις αριστερές πλαγιές του Jebel Surgham. Έδωσα διαταγή να γίνει μια αλλαγή στη διάταξη των τριών πρώτων ταξιαρχιών (των Lyttelton, Wauchope και Maxwell) και τότε ήταν που η ταξιαρχία του MacDonald δέχτηκε σφοδρή επίθεση, ενώ λάβαινε θέση στα δεξιά της διάταξης μας.
Μαθαίνοντας από τον στρατηγό Hunter, ο οποίος βρίσκονταν στην ταξιαρχία του MacDonald, ότι χρειάζονταν υποστήριξη, έστειλα την ταξιαρχία του Wauchope να τον ενισχύσει και διέταξα τις υπόλοιπες ταξιαρχίες να παραταχθούν λίγο πιο δεξιά». Πιθανώς ο Kitchener αγνοούσε, ότι στα δεξιά του, κρυμμένος πίσω από το Jebel Surgham, βρίσκονταν ο στρατός της Μαύρης Σημαίας του Khalifa με δύναμη 17.000 αντρών. Η προέλαση ήταν αργή, καθώς η 2η Βρετανική ταξιαρχία (Lyttelton) προχωρούσε κατά μήκος του Νείλου με την 1η Βρετανική ταξιαρχία (Wauchope) να ακολουθεί στα δεξιά της. Μετά ακολουθούσαν οι Αιγυπτιακές ταξιαρχίες των Maxwell, Lewis και MacDonald με τον Collinson να παραμένει πίσω σε ρόλο υποστήριξης.
Η 1η Βρετανική ταξιαρχία του Wauchope προσπάθησε να προλάβει τη 2η Βρετανική ταξιαρχία του Lyttelton, με αποτέλεσμα η 2η Αιγυπτιακή ταξιαρχία του Maxwell να μείνει αρκετά πιο πίσω. Ο Maxwell προσπάθησε να κλείσει το μεγάλο κενό που δημιουργήθηκε με την ταξιαρχία του Wauchope ενώ ο Lewis βιάστηκε με τη σειρά του να μειώσει την απόσταση που τον χώριζε με την ταξιαρχία του Maxwell. Έτσι η ταξιαρχία του MacDonald, η οποία είχε ολοκληρώσει την κίνηση της προς τα δυτικά, βρέθηκε σχεδόν ένα μίλι μακρύτερα από την ταξιαρχία του Lewis».
Η επίσημη Αναφορά εξηγεί τι συνέβη μετά: «Πριν προλάβει ο MacDonald να αποκρούσει τη σφοδρή επίθεση των Ansar, έκαναν την εμφάνιση τους οι υπόλοιπες δυνάμεις τους από τους λόφους Kerreri, οι οποίες επιτέθηκαν αμέσως. Ήταν αναγκαίο λοιπόν η αλλαγή της διάταξης της ταξιαρχίας του προς τα δεξιά. Η κίνηση αυτή εκτελέστηκε υποδειγματικά και τώρα, υποστηριζόμενος από ένα τμήμα της ταξιαρχίας του Wauchope δεξιά και με την ταξιαρχία του Lewis αριστερά, απέκρουσε ολοκληρωτικά τη δεύτερη πιο αποφασιστική επίθεση των Ansar.
Την ίδια στιγμή, οι ταξιαρχίες των Maxwell και Lyttelton είχαν επιτεθεί στις δυνάμεις των Ansar του γιου του Khalifa Usman Shaikh al-Din στις πλαγιές του Jebel Surgham, τους απώθησαν και έτσι απέκοψαν την υποχώρηση προς το Omdurman του μεγαλύτερου όγκου του στρατού των Ansar, ο οποίος αποδιοργανώθηκε και άρχισε να υποχωρεί προς τα δυτικά, καταδιωκόμενος από τα έφιππα στρατεύματα μας, τα οποία καθάρισαν και τις τελευταίες εστίες αντίστασης του εχθρού». Όταν ο Kitchener διέταξε την ταξιαρχία του Maxwell να εφορμήσει στο Jebel Surgham με τη 2η Βρετανική ταξιαρχία (Lyttelton) αριστερά του, ο στρατός της Μαύρης Σημαίας εξαπέλυσε σφοδρή επίθεση στις Αιγυπτιακές ταξιαρχίες των MacDonald και Lewis.
Άμεσα, ο Kitchener έστειλε την 1η Βρετανική ταξιαρχία (Wauchope) να υποστηρίξει τον MacDonald. Με αυτές τις κινήσεις, ολόκληρος ο στρατός είχε μέτωπο προς τα δυτικά. Ο στρατός της Μαύρης Σημαίας που επιτέθηκε στον MacDonald δέχτηκε πλευρικό πυρ από την ταξιαρχία του Lewis, που είχε κυριεύσει το Jebel Surgham, αναγκάζοντας τους Ansar να οπισθοχωρήσουν. Ξαφνικά, έκαναν την εμφάνιση τους οι 12.000 Ansar της Πράσινης Σημαίας από τους λόφους Kerreri στα δεξιά του MacDonald. Έτσι αναγκάστηκε να δώσει στην ταξιαρχία του σχήμα αιχμής βέλους. Φτάνοντας την ίδια στιγμή ο Wauchope με την ταξιαρχία του, έστειλε τους Lincolns δεξιά και τους υπόλοιπους αριστερά του MacDonald.
Τότε ξεκίνησε η πιο άγρια μάχη της ημέρας, καθώς ο Khalifa αντέστρεψε τους πολεμιστές της δικής του Μαύρης Σημαίας για να επιτεθούν μαζί με τον στρατό της Πράσινης Σημαίας. Ήταν η κρισιμότερη στιγμή της μάχης του Omdurman. Ο MacDonald δεν ήταν μόνος. Υποστηρίζονταν από την ταξιαρχία του Collinson, το Σώμα Καμήλων και το Αιγυπτιακό ιππικό του Broadwood. Η 2η Βρετανική και η 2η Αιγυπτιακή ταξιαρχία, προελαύνοντας αριστερά του λόφου Surgham, ήταν πολύ μακριά για να βοηθήσουν. Το Βρετανικό, Αιγυπτιακό και Σουδανικό πεζικό έριχναν συνεχείς ομοβροντίες στους επιτιθέμενους Ansar.
Ο MacDonald και η πιστή ταξιαρχία πεζικού του ανάγκασαν το στρατό της Πράσινης Σημαίας να υποχωρήσει πίσω στους λόφους, ενώ μια επίθεση του Αιγυπτιακού ιππικού μετέτρεψε την υποχώρηση τους σε φυγή. Με μια εντυπωσιακή προέλαση προς τα δυτικά, ολόκληρος ο στρατός του Kitchener απώθησε τον εχθρό στην έρημο. Ας αφήσουμε όμως την Αναφορά του θριαμβευτή Sirdar να ολοκληρώσει την ιστορία: «Η μάχη είχε ουσιαστικά τελειώσει και οι ταξιαρχίες των Lyttelton και Maxwell προέλαυσαν προς το Khor Shambat, στην κατεύθυνση του Omdurman, στο οποίο έφτασαν στις 12:30 μ.μ. Εκεί τα στρατεύματα αναπαύτηκαν και ξεδίψασαν. Το υπόλοιπο της μεραρχίας του Hunter και η ταξιαρχία του Wauchope έφτασαν στο ίδιο μέρος στις 3:00 μ.μ.
Στις 2:00 μ.μ. προχώρησα με την ταξιαρχία του Maxwell και την 32η πεδινή πυροβολαρχία μέσα από τα προάστια του Omdurman προς το μεγάλο τείχος του περιβόλου του Khalifa και αφήνοντας δυο πυροβόλα και τρία τάγματα να φυλούν τις προσβάσεις, το 13ο Σουδανικό τάγμα με τέσσερα πυροβόλα κινήθηκε προς το ποτάμι, όπου μαζί με τρεις κανονιοφόρους πέρασε μέσα από τα ρήγματα που είχαν γίνει στο τείχος από τα ολμοβόλα και βάδισε νότια κατά μήκος των οχυρών. Στρίβοντας στην κύρια πύλη, ακολούθησε τον δρόμο ευθεία προς το σπίτι του Khalifa και στον τύμβο του Mahdi. Αυτά κυριεύτηκαν αμέσως. Ο Khalifa είχε εγκαταλείψει την πόλη λίγη ώρα πριν την είσοδο μας, ύστερα από μια μάταιη προσπάθεια να συγκεντρώσει τους άντρες του για περαιτέρω αντίσταση.
Οι κανονιοφόροι συνέχισαν την πορεία τους, καθαρίζοντας τους δρόμους από τους Ansar. Το υπόλοιπο τμήμα της ταξιαρχίας προχώρησε και κυρίευσε όλη την πόλη. Φρουρές τοποθετήθηκαν στα κύρια κτίρια του Khalifa και οι στρατιώτες, αφού απελευθέρωσαν τους Ευρωπαίους αιχμαλώτους από τις φυλακές, στρατοπέδευσαν στις 7 το απόγευμα γύρω από την πόλη. Οι κανονιοφόροι, το Αιγυπτιακό ιππικό και το Σώμα Καμήλων αμέσως ξεκίνησαν την καταδίωξη του Khalifa νότια, αλλά εξαιτίας των εξαντλητικής κατάστασης των ζώων και των άγριων συνθηκών που επικρατούσαν στη ενδοχώρα, οι οποίες εμπόδιζαν την επικοινωνία με τις κανονιοφόρους που μετέφεραν τρόφιμα, αναγκάστηκαν να σταματήσουν μετά από 30 μίλια.
Οι κανονιοφόροι συνέχισαν την πορεία τους νότια για 90 μίλια περίπου, αλλά δεν κατάφεραν να εντοπίσουν τον Khalifa, ο οποίος απομακρύνθηκε δυτικά προς το Kordofan. Μεγάλες ποσότητες πυρομαχικών, μπαρουτιού, εξήντα κανόνια διαφόρων τύπων, τεράστιες ποσότητες από τυφέκια, σπαθιά, ακόντια, λάβαρα, τύμπανα και άλλα υλικά πολέμου βρέθηκαν στο πεδίο της μάχης και στο Omdurman. Το αποτέλεσμα αυτής της μάχης είναι η εκμηδένιση του στρατού του Khalifa, η εξαφάνιση του κινήματος του Mahdi στο Σουδάν και η υποταγή ολόκληρης της χώρας στην Αίγυπτο. Η ειρήνη και ο πολιτισμός επέστρεψαν στο Σουδάν.
Στις 4 Σεπτεμβρίου οι Βρετανικές και Αιγυπτιακές σημαίες υψώθηκαν με επίσημη τελετή στα τείχη του παλατιού του Χαρτούμ, κοντά στο σημείο όπου σκοτώθηκε ο στρατηγός Gordon και αυτό το γεγονός εκτιμήθηκε από το λαό σαν την έναρξη μιας νέας εποχής ειρήνης και ευημερίας για τη δύστυχη χώρα τους». Η επίσημη Αναφορά του Sirdar διαβιβάστηκε στον αντιστράτηγο Sir Francis Grenfell, που ήταν Αρχιστράτηγος στην Αίγυπτο, ο οποίος τη μεταβίβασε στη Βρετανία, συνοδευόμενη από μια δική του υπερβολική Αναφορά:
«Αρχηγείο, Κάιρο 16 Σεπτεμβρίου 1898
Κύριε
1) Έχω την τιμή να διαβιβάσω μια αναφορά από τον υποστράτηγο Sir Herbert Kitchener, KCB, Sirdar, που περιγράφει τις τελευταίες φάσεις της εκστρατείας στο Σουδάν και την τελική μάχη στις 2 Σεπτεμβρίου.
2) Ο Sirdar στην αναφορά του εξιστορεί περιληπτικά και με απλά λόγια τα γεγονότα της τελευταίας φάσης μιας από τις πιο επιτυχημένες εκστρατείες ενός Βρετανού στρατηγού εναντίον ενός άγριου εχθρού, που είχε ως αποτέλεσμα τη κατάκτηση του Omdurman, την καταστροφή της δύναμης των Ansar στο Σουδάν και τη διάνοιξη της πλωτής οδού στις Ισημερινές επαρχίες.
3) Η συγκέντρωση του στρατού στον ποταμό Atbara έγινε εντός του προβλεπόμενου χρονοδιαγράμματος και οι ετοιμασίες για τη μεταφορά του στρατού στο πεδίο της μάχης πραγματοποιήθηκαν άψογα από τον Sirdar και το προσωπικό του. Όλες οι δυσκολίες προβλέφθηκαν και, από την αρχή της εκστρατείας μέχρι το Omdurman, οι επιχειρήσεις συντονίστηκαν με ακρίβεια. Η θαυμάσια διάταξη της δύναμης του Sirdar, το ακριβές πυρ του πυροβολικού και των Maxim, καθώς και οι σταθερές πειθαρχημένες βολές του πεζικού και των κανονιοφόρων, έδωσαν τη δυνατότητα σε αυτόν να καταστρέψει τον εχθρό από μεγάλη απόσταση και έτσι εξηγείται η σχετικά μικρή λίστα απωλειών. Ποτέ δεν είχαν επιτευχθεί τόσο μεγάλα αποτελέσματα με τόσο ασήμαντο κόστος.
4) Δυστυχώς το 21ο σύνταγμα Λογχοφόρων είχε μεγάλες απώλειες σε νεκρούς και τραυματίες. Αλλά η επίθεση του ενάντια μιας υπέρτερης δύναμης του εχθρού οπλισμένου με σπαθιά και ακόντια σε δύσκολο έδαφος και κάτω από μη ευνοϊκές συνθήκες ήταν άξια των καλύτερων παραδόσεων του Βρετανικού ιππικού.
5) Όσον αφορά τον στρατό που συμμετείχε στην εκστρατεία, μπορώ να πω ότι ποτέ, κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας μου, δεν είχα δει ένα σώμα στρατού όπως το Βρετανικό απόσπασμα ιππικού, πυροβολικού, μηχανικού και πεζικού στη διάθεση του Sirdar, να παρουσιάζει τέτοια αξιοθαύμαστη εικόνα. Στέλνω αυτή την Αναφορά στην πατρίδα με τον λοχαγό H. Grenfell του σώματος ιππέων της Βασιλικής Φρουράς (Life Guards), ο οποίος υπηρέτησε ως αξιωματικός υπηρεσίας στον ταξίαρχο Εντιμότατο N.G. Lyttelton, CB, διοικητή της δεύτερης Βρετανικής ταξιαρχίας στο Σουδάν».
Francis Grenfell
Αντιστράτηγος, Διοικητής στην Αίγυπτο
Οι απώλειες των Ansar εκτιμώνται σε 10.000 νεκρούς, 15.000 τραυματίες και 5.000 φυλακισμένους. Πολλοί πέθαναν αργότερα εξαιτίας των τραυμάτων τους.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Η επόμενη ημέρα, 3 Σεπτεμβρίου, ήταν ημέρα ανασύνταξης και απολογισμού. Το εκστρατευτικό σώμα είχε 482 νεκρούς και τραυματίες. Ο στρατός του χαλίφη είχε 9.700 νεκρούς, 15.000 τραυματίες και 5.000 αιχμαλώτους. Πολλοί τραυματίες πέθαναν από τα τραύματά τους στο σημείο όπου είχαν πέσει, ενώ σε πολλούς από αυτούς οι Βρετανοί φρόντισαν να δώσουν τη χαριστική βολή ή λογχισμό κατά περίσταση. Στις 4 Σεπτεμβρίου ο Κίτσενερ με τους αξιωματικούς του μετέβησαν στο Χαρτούμ, όπου στο κτίριο το οποίο ο Γκόρντον είχε το διοικητήριό του τέλεσαν την αρμόζουσα κηδεία, ικανοποιώντας το περί δικαίου αίσθημα του Βρετανικού λαού.
Με τη Βρετανική και την Τουρκική σημαία να κυματίζουν στο διοικητήριο το Σουδάν είχε και τυπικά πλέον επανέλθει υπό αιγυπτιακή διοίκηση. Μία μόνο εκκρεμότητα έμενε να ρυθμιστεί: ο χαλίφης..Έναν χρόνο οι Αιγύπτιοι τον κατεδίωκαν ανεπιτυχώς. Τελικά στις 25 Νοεμβρίου 1899, σε μάχη που έγινε στην περιοχή πηγάδια Γκεντίντ, στο νοτιοδυτικό Σουδάν, συνέτριψαν τα υπολείμματα του στρατού του χαλίφη. Ο ίδιος μαζί με πολλούς από τους υπαρχηγούς του βρήκαν αξιοπρεπή θάνατο. Μόνο ο Οσμάν Ντίνια διέφυγε και παραδόθηκε έναν μήνα αργότερα. Πέρασε την υπόλοιπη ζωή του στη φυλακή ανταλλάσσοντας έναν έντιμο θάνατο με μια άτιμη ζωή. Πέθανε το 1924.
Στη μάχη του Ομντουρμάν συγκρούστηκαν δύο κόσμοι, ο δυτικός με τον Ισλαμικό, δύο τελείως διαφορετικές φιλοσοφίες, δύο αντίθετοι τρόποι σκέψης. Από τη μια πλευρά οι Βρετανοί δίνοντας έμφαση στην εκπαίδευση, στην οργάνωση, στον εξοπλισμό και στην επιμελητεία διεξήγαγαν έναν σύγχρονο πόλεμο. Από την άλλη οι δερβίσηδες οπλισμένοι κυρίως με ακόντια και σπαθιά, πίστευαν ακράδαντα ότι η πίστη στον Αλλάχ αρκεί για να τους περάσει αβλαβείς μέσα από το φράγμα πυρός. Ο χαλίφης υπέπεσε σε απανωτά σφάλματα. Κατά τα πρώτα στάδια της εκστρατείας, όταν ο Κίτσενερ είχε 10.000 στρατό, μπορούσε να κινητοποιήσει 60.000 άνδρες. Αν επιτίθετο τότε ίσως η εξέλιξη να ήταν διαφορετική.
Ωστόσο προτίμησε να παραμείνει στην πρωτεύουσα αφήνοντας μικρές φρουρές στην πορεία του εκστρατευτικού σώματος, οι οποίες χάνονταν η μία μετά την άλλη. Όταν το εκστρατευτικό σώμα έφθασε στο Ομντουρμάν οι επιτελείς του τού πρότειναν να μη δώσουν εκεί τη μάχη αλλά με ανταρτοπόλεμο να φθείρουν τους εισβολείς. Εκείνος όμως πίστευε σε μια προφητεία του Μάχντι που έλεγε ότι ένας μεγάλος εχθρός θα συντριβεί έξω από το Ομντουρμάν και αντικαθιστώντας τη λογική με τη δοξασία ήταν απόλυτα βέβαιος για τη νίκη.
Ακόμα και την πολύ συνετή συμβουλή να μη γίνει η επίθεση το πρωί αλλά τη νύκτα, οπότε θα μπορούσαν να πλησιάσουν πολύ κοντά στο στρατόπεδο πριν αρχίσουν να δέχονται πυρά, την απέρριψε για να μη χάσει το πλεονέκτημα των δικών του πυρών, τα οποία όπως είδαμε ήταν αμελητέα. Είναι φανερό ότι είχε υπερεκτιμήσει την αποτελεσματικότητα της επίθεσης των φανατικών του, φαίνεται δε ότι δεν είχε εκτιμήσει σωστά τον όγκο του πυρός που θα δέχονταν αυτοί στο ανοικτό πεδίο. Είναι επίσης πολύ πιθανό να είχε υποτιμήσει το επίπεδο εκπαίδευσης αλλά και τη διάθεση των Αιγυπτίων και των Σουδανών να πολεμήσουν. Καταδικαστική, εξάλλου, ήταν και η αδυναμία του να συντονίσει ταυτόχρονη επίθεση εναντίον της ταξιαρχίας Μακ Ντόναλντ.
Το σίγουρο ήταν ότι με τις επιλογές του οδήγησε τους άνδρες του, από τους οποίους δεν έλειψε το θάρρος, σε ένα απίστευτο σφαγείο χωρίς καμία ελπίδα για νίκη. Ο Κίτσενερ, καλός γνώστης των αρχών του σύγχρονου πολέμου, οργάνωσε με άψογο τρόπο την εκστρατεία του. Χωρίς να βιάζεται και χωρίς να αφήνει τίποτα στην τύχη, προχωρούσε με σιγουριά. Οργάνωσε ένα άρτιο σύστημα επικοινωνιών και τροφοδοσίας που του εξασφάλισε την πορεία προς τον νότο. Εκπαιδεύοντας σκληρά τους Αιγυπτίους και τους Σουδανούς τους μετέτρεψε σε σκληροτράχηλους και αξιόπιστους πολεμιστές.
Η αξία αυτής της εκπαίδευσης φάνηκε καθ’ όλη τη διάρκεια της εκστρατείας, αλλά κυρίως τη δύσκολη στιγμή κατά την οποία οι άνδρες του Μακ Ντόναλντ δεχόμενοι την τρομακτική επίθεση των Ανσάρ με υποδειγματική ψυχραιμία και τάξη, έσωσαν τους εαυτούς τους και σιγούρεψαν τη νίκη για τον Κίτσενερ. Για τη θέση της Βρετανίας στον κόσμο, την αποικιοκρατία και τις παρεμβάσεις στα εσωτερικά των χωρών πολλά έχουν γραφεί και πολλές συζητήσεις μπορούν να γίνουν. Ανεξάρτητα από το πολιτικό ζήτημα, οι Βρετανοί στο Σουδάν πολέμησαν όπως πάντα με τάξη, πείσμα και επιμονή τιμώντας τις πολεμικές παραδόσεις της φυλής τους.
Ειδικά στον Ατμπάρα οι Βρετανοί στρατιώτες αγωνίστηκαν με το πνεύμα που επί αιώνες είχε μετατρέψει ένα απομονωμένο νησί στη βορειοδυτική Ευρώπη σε παγκόσμια Αυτοκρατορία. Το 1898 η Αυτοκρατορία ήταν ακόμη πολύ ισχυρή. Όταν ο Βρετανικός λέων εβρυχάτο, ο βρυχηθμός του μπορούσε να ακουστεί στα πέρατα της γης. Παρόλο που η στρατηγική και τακτική ήταν Βρετανική, θα ήταν λάθος να ισχυριστούμε ότι η μάχη του Omdurman ήταν μια Βρετανική νίκη. Τα Αιγυπτιακά και Σουδανικά τάγματα ήταν αυτά που έπαιξαν το σημαντικότερο ρόλο στη μάχη. Η πρώτη επίθεση των Ansar εναντίον των Βρετανικών ταξιαρχιών, εκφυλίστηκε μπροστά στην Αιγυπτιακή-Σουδανική ταξιαρχία του Maxwell.
Η κύρια επίθεση, πρώτα από τη Μαύρη σημαία και μετά από τις δυο Πράσινες σημαίες, κατευθύνθηκε κατά των Αιγυπτιακών ταγμάτων και συγκεκριμένα κατά της Αιγυπτιακής-Σουδανικής ταξιαρχίας του MacDonald. Αυτή ήταν σε μεγάλο βαθμό που αναχαίτισε τους Ansar με την υποστήριξη των Lincolns. Το Αιγυπτιακό ιππικό, το Σώμα Καμήλων, η ιππήλατη πυροβολαρχία και τα Maxim πραγματοποίησαν όλες τις αναγνωριστικές επιχειρήσεις και ήταν οι πιο αποτελεσματικές στο Omdurman στη φθορά των δυνάμεων του Shaikh al-Din και Ali wad Ullu.
Το αργοκίνητο Σώμα Καμήλων υπέστη απώλειες απέναντι στους υπέρτερους Ansar και δεν είναι παράλογο να πούμε, ότι ολόκληρο το έφιππο τμήμα του στρατού του Kitchener μπορούσε να είχε αποδεκατιστεί δίχως τη μεσολάβηση των κανονιοφόρων. Ωστόσο, στο τέλος της μάχης, το Αιγυπτιακό ιππικό και το Σώμα Καμήλων ήταν ακόμα σε θέση να καταδιώξουν του Khalifa. Η καταδίωξη του Khalifa ήταν ένας ρόλος που είχε ανατεθεί στο 21ο σύνταγμα Λογχοφόρων, αλλά εξαιτίας των απωλειών του στη μάχη, δεν ήταν σε θέση να αναλάβει και άλλη επιχείρηση. Τελικά το 21ο σύνταγμα φάνηκε ότι ήταν μια περιττή μονάδα.
Ο συγγραφέας A.B. Theobald στο βιβλίο του «The Mahadiyya», που εκδόθηκε το 1951 στο Λονδίνο, ισχυρίστηκε, ότι «Η αμυντική γραμμή του Kitchener στο χωριό Egeiga ήταν παρακινδυνευμένη, η διαταγή του στον Broadwood κοντόφθαλμη και η προέλαση του στο Omdurman πρόωρη». Ωστόσο, η τεράστια ισχύς πυρός του Kitchener και η τακτική του να τοποθετήσει τα συντάγματα σε διπλή σειρά με την πρώτη σειρά γονατιστή και την πίσω όρθια, πέτυχε. Οι Ansar δέχτηκαν έναν καταιγισμό βολών, καθώς επιτίθονταν. Δεν είναι υπερβολή να ισχυριστούμε, ότι ο Βρετανός πεζικάριος, που πολέμησε στο Βατερλό το 1815, θα ένοιωθε άνετα και στο Omdurman.
Τα Στρατιωτικά Λάθη του Khalifa
Τα μεγαλύτερα λάθη του Khalifa ήταν η υποτίμηση της τεράστιας ισχύος πυρός του στρατού του Kitchener και η απουσία ικανών διοικητών στο στρατό του. Τα λάθη και οι παραλείψεις του άρχισαν πολύ πριν τη μάχη του Omdurman. Οι νίκες του επί των Αβησσυνών ήταν πύρρειες, ενώ η αποτυχημένη εισβολή στην Αίγυπτο το 1889 είχε ως συνέπεια την αποστασία πολλών φυλών. Οι ελάχιστες φρουρές του κατά μήκος του Νείλου δεν φάνηκαν αξιόμαχες και το σημαντικότερο είναι, ότι δε έπρεπε να αφήσει ανενόχλητη την κατασκευή και χρήση του σιδηρόδρομου για τον εφοδιασμό του στρατού του Kitchener.
Μπορούσε να είχε υποχωρήσει δυτικά, ώστε να αναγκάσει τον Kitchener να τον κυνηγήσει μέσα στις ξεραμένες εκτάσεις του Σουδάν, μακριά από το Νείλο και των γραμμών ανεφοδιασμού του. Ωστόσο, αυτό θα σήμαινε εγκατάλειψη της πόλης του Omdurman. Μπορούσε να είχε οχυρώσει το φαράγγι Shabluka, μεταξύ Metammeh και Omdurman. Στο σημείο αυτό ο Νείλος στένευε σε 100 γιάρδες πλάτος και ο χείμαρρος του γινόταν τόσο δυνατός που θα δυσκόλευε τις κανονιοφόρους να τον διασχίσουν. Μπορούσε να μην είχε επιτεθεί στον Άγγλο-Αιγυπτιακό στρατό στην Egeiga και να περιμένει τον Kitchener να βαδίσει έξω από τον καταυλισμό κατευθείαν προς το Omdurman.
Με τον τεράστιο στρατό του τοποθετημένο στους λόφους Kerreri και στα υψώματα του Jebel Surgham, μπορούσε να είχε κάνει μια μαζική κυκλωτική επίθεση στη φάλαγγα του Kitchener. Ωστόσο, έχοντας αποφασίσει μια γενική επίθεση, ο Khalifa μπορούσε να την πραγματοποιήσει τη νύκτα. Ο Kitchener φοβόταν πολύ μια νυκτερινή επίθεση από τους Ansar. Οι στρατηγοί του, Ibrahim Khalil, Osman Azrak και ο Osman Digna, πίεζαν για νυκτερινή επίθεση, ο πρώτος δε είχε κάνει ανίχνευση του εδάφους. Αντίθετα, αυτός άκουσε τη συμβουλή του γιου του, Shaikh al-Din, ο οποίος ισχυρίστηκε, ότι μια νυκτερινή επίθεση δε θα επέτρεπε στους άντρες του να πολεμήσουν με καλύτερο πλεονέκτημα.
Το Αποτέλεσμα της Εκστρατείας
Οι Ansar πολέμησαν με γενναιότητα μέχρις εσχάτων απέναντι στην τρομερή δύναμη πυρός του στρατού του Kitchener. Στις 4 Σεπτεμβρίου 1898, δυο μέρες μετά τη μάχη του Omdurman, αντιπρόσωποι από κάθε Σύνταγμα και Σώμα παρατάχθηκαν στην αριστερή όχθη του Γαλάζιου Νείλου μπροστά από τα ερείπια του παλατιού του Gordon. Ακούστηκε ο εθνικός ύμνος της Βρετανίας και της Αιγύπτου και η τελετή έληξε με τον αγαπημένο ύμνο του Gordon «Abide With Me».
Εκκαθαριστικές Επιχειρήσεις Μετά τη Μάχη του Omdurman
Η εκστρατεία τελείωσε. Τα Βρετανικά στρατεύματα έφυγαν από το Σουδάν, το 21ο σύνταγμα Λογχοφόρων και η Φρουρά των Γρεναδιέρων επέστρεψαν στην πατρίδα τους για να παρελάσουν ανάμεσα στο πλήθος που ζητωκραύγασε. Ο Αιγυπτιακός στρατός συνέχισε το κυνήγι του Khalifa και των εναπομεινάντων Amir, συμπεριλαμβανομένου και του Ahmed Fedil, ο οποίος βρισκόταν στην Gedaref με 6.000 άντρες τη στιγμή της μάχης του Omdurman. Σε μια προσπάθεια του να ξανασυναντήσει τον Khalifa, διέσχισε το Νείλο, αφήνοντας φρουρά στη Gedaref, η οποία αμέσως δέχτηκε επίθεση από τον αντισυνταγματάρχη Parsons που βρίσκονταν στην Kassala και τους 1.350 άντρες του.
Στις 7 Σεπτεμβρίου ο Parsons προέλαυσε επικεφαλής του 16ου Αιγυπτιακού τάγματος, ενός μικρού Σώματος Καμήλων και περίπου 370 Αράβων άτακτων. Χρειάστηκε έξι μέρες για να διασχίσει το φουσκωμένο ποταμό Atbara σε ξύλινες με καραβόπανα βάρκες. Τότε δέχτηκε επίθεση από 3.500 Ansar. Μετά την απόκρουση της επίθεσης τους και την απώλεια 100 αντρών περίπου, η δύναμη του Parsons κυρίευσε την Gedaref και πολιορκήθηκε από τον στρατό του Fedil. Ο στρατηγός Rundle με 1.100 άντρες ενισχύσεις έφτασε στις 22 Οκτωβρίου. Η δύναμη του Fedil διαλύθηκε εντελώς και διασκορπίστηκε προς το χωριό Rosaires δίπλα στο Νείλο. Ο Kitchener έστειλε τον συνταγματάρχη Lewis με την κανονιοφόρο Nazir και Αιγύπτιους στρατιώτες, ο οποίος πολιόρκησε τον Fedil τα Χριστούγεννα του 1898.
Την επόμενη μέρα το εξασθενημένο 10ο Σουδανικό τάγμα επιτέθηκε στον εχθρό εφ' όπλου λόγχη, που ήταν καλά οχυρωμένος, χάνοντας εννέα αξιωματικούς και 151 άντρες. Οι Ansar είχαν περίπου 2.000 νεκρούς και οι επιζώντες παραδόθηκαν αργότερα σε μια κανονιοφόρο στο Νείλο. Ο ίδιος ο Fedil δραπέτευσε και κατάφερε να ενωθεί με τον Khalifa στο Kordofan. Το κυνήγι του Khalifa Αμέσως μετά την πτώση του Omdurman μια φάλαγγα υπό τον Slatin Pasha και δυο κανονιοφόρους ξεκίνησε την καταδίωξη του Khalifa. Αργότερα έγινε γνωστό ότι οι φυγάδες κατευθύνονταν στο Kordofan.
Για περισσότερο από ένα χρόνο ο Khalifa, ο Osman Digna, ο Shaikh al-Din, ο ali wad Ullu και μια μικρή ομάδα από πιστούς ακόλουθους μετακινούνταν στο νοτιοδυτικό Σουδάν, ψάχνοντας για τροφή και αντιμετωπίζοντας επιθέσεις από τοπικές φυλές. Ύστερα από μια αποτυχημένη, λόγω έλλειψης νερού, αποστολή του αδελφού του Kitchener, ξεκίνησε μια δεύτερη υπό τον συνταγματάρχη Wingate και 3.700 άντρες. Αυτός ανακάλυψε και νίκησε τη δύναμη του Ahmed Fedil το Νοέμβριο του 1899. Με το μικρό στρατό του και τους επιζώντες της δύναμης του Fedil, ο Khalifa αποφάσισε να σταματήσει στα πηγάδια του Um Dibaykarat. Αναμένοντας το τέλος του, ο Khalifa και οι Amir του κάθισαν πάνω σε χαλιά προσευχής και περίμεναν την καταστροφή.
Μόνο ο Osman Digna δραπέτευσε για να συλληφθεί ένα μήνα αργότερα. Κλεισμένος σε Αιγυπτιακές φυλακές, επέζησε έως το 1924. Εκατοντάδες φυλακισμένοι πέθαναν από αρρώστιες στη φυλακή Rosetta, ανάμεσα τους και ο Shaikh al-Din, ο οποίος υπέκυψε σε γάγγραινα από τραύμα που έπαθε στο Um Dibaykarat.
Βρετανικά Μετάλλια Τιμής για την Εκστρατεία
Το Μετάλλιο Τιμής KHARTOUM 1898 απονεμήθηκε στις παρακάτω μονάδες σε αναγνώριση των υπηρεσιών που πρόσφεραν στο στρατό του Sir Herbert Kitchener στην εκστρατεία του 1898:
- 21ο Σύνταγμα Λογχοφόρων Φρουρά Γρεναδιέρων
- Τυφεκιοφόροι Northumberland Σύνταγμα Royal Warwickshire
- Σύνταγμα Lincolnshire Τυφεκιοφόροι Lancashire
- Seaforth Highlanders Cameron Highlanders
ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ
1885
26 / 1: Πτώση του Xαρτούμ. Θάνατος του Gordon. Οι οπαδοί του Mahdi κατακτούν την Kassala και το Sennar.
31 / 12: Μάχη του Ginnis.
1887
Αρχίζει ο πόλεμος των Ansar με την Αβησσυνία.
1888
20 / 12: Ο Grenfell νικά τον Osman Digna στη Gamaiza και δίνει τέλος στην πολιορκία του Σουακίμ.
1889
Λιμός στο Σουδάν Ιούλιος - Η εισβολή των Ansar στην Αίγυπτο.
3 / 8: Οι Ansar ηττώνται στη μάχη του Toski.
1891
19 / 2: Οι Αιγυπτιακές δυνάμεις νικούν τους Ansar στο Tokar. Συντρίβεται επανάσταση εναντίον του Khalifa.
1892
Φεβρουάριος: Ο Grenfell παραιτείται από τη θέση του Sirdar.
Μάρτιος: Ο Kitchener διορίζεται Sirdar.
1893
Δεκέμβριος: Οι Ιταλοί νικούν τους Ansar του Ahmad wad-Ali στο Agordat.
1894
Ιούλιος: Οι Ιταλοί κυριεύουν την Kassala.
1895
Ο Slatin Pasha δραπετεύει από τον Khalifa.
1896
1 / 3: Οι Αβησσυνοί νικούν τους Ιταλούς στην Adowa.
15 / 3: Ο Hunter κυριεύει την Akasha.
7 / 6: Μάχη του Firket.
19 / 9: Βομβαρδισμός του Hafir από τις κανονιοφόρους.
23 / 9: Ο Άγγλο-Αιγυπτιακός στρατός εισέρχεται στην Dongola.
1897
1 / 1: Πρώτες ράγες για το σιδηρόδρομο από το Wadi Halfa στο Abu Hamed.
Ιούνιος: Ο Khalifa στέλνει τον Mahmud και στρατό της Δύσης στο Metammeh.
7 / 8: Ο Hunter επιτίθεται στο Abu Hamed.
21 / 8: Οι Ansar εγκαταλείπουν το Berber μετά από ανταρσία της φρουράς.
31 / 8: Ο Kitchener κυριεύει το Berber.
31 / 10: Ο σιδηρόδρομος φτάνει στο Abu Hamed.
25 / 12: Η Kassala παραδίδεται από τους Ιταλούς στους Αιγυπτίους.
31 / 12: Ο Sirdar ζητά ενισχύσεις σε Βρετανικά στρατεύματα.
1898
26 / 2: Η Βρετανική ταξιαρχία ξεκινά για το μέτωπο από το Abu Dis.
3 / 3: Η Βρετανική ταξιαρχία φτάνει στη Dibeika.
15 / 3: Ο Sirdar φεύγει από το Berber.
16 / 3: Συγκέντρωση του στρατού στο Kenur.
20 / 3: Ο στρατός προελαύνει κατά μήκος του ποταμού Atbara.
21 / 3: Πρώτη επαφή με το ιππικό των Ansar.
27 / 3: Το Shendi καταστρέφεται.
30 / 3: Ο στρατηγός Hunter κάνει αναγνώριση στον καταυλισμό του Mahmud.
4 / 4: Δεύτερη αναγνώριση, σύγκρουση ιππικού στη zareba του Mahmud.
8 / 4: Μάχη του ποταμού Atbara.
11 / 4: Ο Sirdar μπαίνει θριαμβευτής στο Berber.
18 / 4: Ο σιδηρόδρομος φτάνει στο Abeidieh, ξεκινά η κατασκευή νέων κανονιοφόρων.
Μέσα Ιουνίου: Ο σιδηρόδρομος φτάνει στο Οχυρό Atbara.
Αρχές Ιουλίου: Η ταξιαρχία του Lewis αφήνει τον ποταμό Atbara προς νότο.
3 - 17 / 8: Δεύτερη Βρετανική ταξιαρχία φτάνει στον ποταμό Atbara.
13 / 8: Ο Sirdar φεύγει από τον ποταμό Atbara.
18 / 8: Οι τελευταίοι στρατιώτες φεύγουν από τον ποταμό Atbara.
28 / 8: Τελική συγκέντρωση στο Jebel Royan.
29 / 8: Πορεία από το Jebel Royan στο Wady Abid (οκτώ μίλια).
30 / 8: Πορεία από το Wady Abid στο Sayal (δέκα μίλια).
31 / 8: Πορεία από το Sayal στο Sururab (οκτώ μίλια). Βομβαρδισμός του χωριού Kerreri.
1 / 9: Πορεία προς την Egeiga (έξι μίλια). Βομβαρδισμός των οχυρών του Omdurman.
2 / 9: Μάχη και κατάκτηση του Omdurman.
4 / 9: Κηδεία του Gordon.
9 / 9: Ο Sirdar ξεκινά για τη Fashoda.
22 / 9: Μάχη της Gedaref.
24 / 9: Ο Sirdar επιστρέφει από τη Fashoda.
HORATIO HERBERT KITCHENER (1850 - 1916)
Ο Στρατάρχης Οράτιος Χέρμπερτ Κίτσενερ, 1ος Κόμης Κίτσενερ (Horatio Herbert Kitchener 24 Ιουνίου 1850 - 5 Ιουνίου 1916), ήταν ένας Βρετανός Στρατάρχης και Ανθύπατος, ο οποίος απέκτησε φήμη για τις αποικιακές εκστρατείες τις οποίες διηύθυνε και αργότερα, για το σημαντικό ρόλο που έπαιξε κατά τις πρώιμες φάσεις του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, αν και πέθανε στα μισά αυτού. Ο Κίτσενερ έγινε διάσημος το 1898 για τη νίκη του στη Μάχη του Ομντουρμάν και την εξασφάλιση του ελέγχου του Σουδάν, μετά από την οποία του απονεμήθηκε ο τίτλος "Λόρδος Κίτσενερ του Χαρτούμ".
Σαν Αρχηγός του Επιτελείου (1900 - 1902) στον Δεύτερο Πόλεμο των Μπόερ έπαιξε σημαντικό ρόλο στην κατάκτηση της Δημοκρατίας των Μπόερ από τον Λόρδο Ρόμπερτς και στη συνέχεια διαδέχθηκε τον Ρόμπερτς σαν Διοικητής - όταν ο αγώνας των Μπόερ είχε μεταπέσει σε ανταρτοπόλεμο και οι βρετανικές δυνάμεις περιόρισαν τους αμάχους Μπόερ σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Η θητεία του σαν Διοικητής (1902 - 1909) του Στρατού της Ινδίας στιγματίστηκε από τη διαφωνία του με έναν άλλο διάσημο ανθύπατο, τον Αντιβασιλέα Λόρδο Κώρζον, ο οποίος τελικά παραιτήθηκε. Ο Κίτσενερ στη συνέχεια επέστρεψε στην Αίγυπτο σαν Γενικός Πρόξενος (de factoΚυβερνήτης).
Το 1914, με την έκρηξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ο Λόρδος Κίτσενερ διορίσθηκε Υπουργός Πολέμου και μέλος του Υπουργικού Συμβουλίου. Ήταν ένας από τους λίγους που προέβλεψαν ότι θα ήταν ένας μακροχρόνιος πόλεμος με κάθε άλλο παρά ασφαλή πιθανότητα νίκης για τη Βρετανία, οργάνωσε τον μεγαλύτερο εθελοντικό στρατό που είχε δει ποτέ η Βρετανική Αυτοκρατορία και επέβλεψε τη σημαντική αύξηση της παραγωγής υλικών για τον πόλεμο με τη Γερμανία στο Δυτικό Μέτωπο. Η επιβλητική του εικόνα, η οποία αποτυπώθηκε στις αφίσες στρατολόγησης που απαιτούσαν. Ο Λόρδος Κίτσενερ θέλει εσάς, παραμένει ακόμα αναγνωρίσιμη αλλά και διακωμωδήθηκε πολλές φορές μέχρι σήμερα.
Κατηγορήθηκε για την Κρίση των Οβίδων την άνοιξη του 1915 -ένα από τα γεγονότα που οδήγησαν στο σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού- και λόγω αυτού έχασε τον έλεγχο που είχε στο πολεμικό υλικό και τη στρατηγική του πολέμου. Πέθανε το 1916, όταν το πολεμικό σκάφος που τον μετέφερε για διαπραγματεύσεις στη Ρωσία βυθίστηκε από Γερμανική νάρκη. Μετά από το θάνατο του, ο Κίτσενερ κατηγορήθηκε ότι ήταν ένας καλός υφιστάμενος αλλά ένας κακός διοικητής. Ο Λόυντ Τζωρτζ -ο οποίος μπορεί να έλαβε τα εύσημα για μερικά από τα επιτεύγματα του Κίτσενερ στον τομέα του πολεμικού υλικού- του άσκησε κριτική στο βιβλίο του Πολεμικά Απομνημονεύματα.
Μετά από την πολυετή του εμπειρία διοίκησης σχετικά μικρών δυνάμεων κατά τις αποικιακές εκστρατείες, ο Κίτσενερ δυσφημίστηκε λόγω της μυστικοπάθειας του, της άρνησης του να εξηγεί τις ενέργειες του στους συνεργάτες του και της απροθυμίας του να οργανώνει και να κατανέμει αρμοδιότητες. Ωστόσο, μετά το 1970, το άνοιγμα νέων αρχείων επέτρεψε στους ιστορικούς να αποκαταστήσουν ως ένα βαθμό το κύρος του Κίτσενερ, με τουλάχιστον έναν να αναφέρει ότι οι ικανότητες του αύξαναν σταθερά με κάθε προαγωγή του. Μερικοί ιστορικοί εξυμνούν σήμερα τη στρατηγική του σκέψη κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ιδιαίτερα την οργάνωση του δικτύου επέκτασης της παραγωγής πυρομαχικών και το σημαντικό του ρόλο στη δημιουργία του Βρετανικού Στρατού του 1914 - 1915, ο οποίος κατάφερε να αποδώσει έναν στρατό ικανό να καλύψει τις υποχρεώσεις της Βρετανίας στο Ευρωπαϊκό Μέτωπο.
Πρώτα Χρόνια
Ο Κίτσενερ γεννήθηκε στο Μπαλλυλόνγκφορντ κοντά στο Λιστόουελ της Επαρχίας Κέρρυ στην Ιρλανδία και ήταν γιος του Αντισυνταγματάρχη Χένρυ Οράτιου Κίτσενερ (1805 - 1894) και της Φράνσις Ανν Σεβαλιέ - Κόουλ (πέθανε το 1864, ήταν κόρη του Αιδεσιμότατου Τζων Σεβαλιέ και της τρίτης συζύγου του, Ελίζαμπεθ, το γένος Κόουλ). Ο πατέρας του είχε μόλις αγοράσει γη στην Ιρλανδία, συμμετέχοντας σε ένα πρόγραμμα ενθάρρυνσης αγοράς γης μετά από την πρόσφατη Πείνα της Πατάτας. Την χρονιά που πέθανε η μητέρα του λόγω φυματίωσης, είχαν μετακομίσει στην Ελβετία, σε μία προσπάθεια να βελτιωθεί η κατάσταση της.
Ο νεαρός Κίτσενερ σπούδασε εκεί και στη Βασιλική Στρατιωτική Ακαδημία του Γούλγουιτς. Φιλογάλλος και ανήσυχος να δει δράση, κατατάχθηκε σε μία νοσοκομειακή μονάδα του Γαλλικού Στρατού κατά τον Γαλλοπρωσικό Πόλεμο. Ο πατέρας του τον πήρε ξανά στην Αγγλία όταν προσεβλήθη από πνευμονία μετά από την ανύψωση του με ένα αερόστατο προκειμένου να παρακολουθήσει το Στρατό του Λίγηρα σε δράση. Κατετάγη στο Βασιλικό Μηχανικό στις 4 Ιανουαρίου 1871. Η θητεία του στη Γαλλία είχε παραβιάσει τη Βρετανική ουδετερότητα και για αυτό υπέστη επίπληξη από τον Πρίγκηπα Γεώργιο, Δούκα του Καίμπριτζ, Αρχιστράτηγο του Βρετανικού Στρατού.
Υπηρέτησε στην Παλαιστίνη, την Αίγυπτο και την Κύπρο σαν γεωδαίτης, έμαθε την Αραβική γλώσσα και προετοίμασε λεπτομερείς τοπογραφικούς χάρτες των περιοχών αυτών. Ο αδελφός του, Αντιστράτηγος Σερ Γουώλτερ Κίτσενερ, ακολούθησε επίσης το στρατιωτικό επάγγελμα και διετέλεσε Κυβερνήτης των Βερμούδων από το 1908 έως το 1912.
Αποστολή στην Παλαιστίνη
Το 1874, στην ηλικία των 24 ετών, ο Κίτσενερ επιφορτίστηκε από το Ίδρυμα Εξερεύνησης της Παλαιστίνης με μία εξερεύνηση - χαρτογράφηση των Αγίων Τόπων, αντικαθιστώντας τον Τσαρλς Τύργουιτ Ντραίηκ, ο οποίος είχε πεθάνει από ελονοσία. Ο Κίτσενερ, ο οποίος τότε ήταν αξιωματικός του Βασιλικού Μηχανικού, συνεργάστηκε με τον συνάδελφο του Κλωντ Ρ. Κόντερ του Βασιλικού Μηχανικού και μεταξύ του 1874 και του 1877 εξερεύνησαν τις σημερινές περιοχές του Ισραήλ, της Δυτικής Όχθης και της Γάζας, επιστρέφοντας μόνο για λίγο στην Αγγλία το 1875 μετά από μία επίθεση που δέχθηκαν από ντόπιους στο Σαφέντ της Γαλιλαία.
Η αποστολή των Κόντερ και Κίτσενερ έμεινε γνωστή σαν Εξερεύνηση της Δυτικής Παλαιστίνης, διότι περιορίστηκε σε μεγάλο βαθμό στην περιοχή δυτικά του ποταμού Ιορδάνη (Hodson 1997). Η εξερεύνηση συνέλεξε στοιχεία της τοπογραφίας και της τοπονομίας της περιοχής, καθώς επίσης και της τοπικής χλωρίδας και πανίδας. Τα αποτελέσματα της εξερεύνησης δημοσιεύτηκαν σε μία σειρά οκτώ τόμων, με τη συμμετοχή του Κίτσενερ να επεκτείνεται στους 3 πρώτους τόμους (Conder and Kitchener, 1881 - 1885). Αυτή η εξερεύνηση είχε μία μακροχρόνια επίδραση στη Μέση Ανατολή για αρκετούς λόγους:
- Η τοπογραφική εξερεύνηση λειτουργεί σαν η βάση για το σύστημα πλέγματος που χρησιμοποιείται στους σύγχρονους χάρτες του Ισραήλ και της Παλαιστίνης.
- Η συλλογή των στοιχείων των Κόντερ και Κίτσενερ μελετάται ακόμα από αρχαιολόγους και γεωγράφους που εργάζονται στο Νότιο Λεβάντε.
- Η ίδια η εξερεύνηση καθόρισε και περιέγραψε αποτελεσματικά τα πολιτικά όρια του νότιου Λεβάντε. Για παράδειγμα, τα σύγχρονα σύνορα μεταξύ του Ισραήλ και του Λιβάνου βρίσκονται στο σημείο της Άνω Γαλιλαίας, όπου σταμάτησε η εξερεύνηση των Κόντερ και Κίτσενερ.
Αίγυπτος - Σουδάν και Χαρτούμ
Ο Κίτσενερ αργότερα υπηρέτησε ως υποπρόξενος στην Ανατολία και το 1883 ως Βρετανός Λοχαγός με τον βαθμό του Ταγματάρχη του Τουρκικού Στρατού κατά την κατοχή της Αιγύπτου. Η Αίγυπτος είχε καταστεί πρόσφατα ένα κράτος μαριονέτα της Βρετανίας, αν και θεωρητικά βρισκόταν ακόμα κάτω από την κυριαρχία του χεδίβη (Αιγύπτιος μονάρχης) και του κατ' όνομα επικυρίαρχου του Οθωμανού Σουλτάνου. Το 1884 ο Κίτσενερ ήταν υπασπιστής της αποτυχημένης εκστρατείας διάσωσης του Γκόρντον στο Σουδάν. Σύμφωνα με προφορικές μαρτυρίες του Γουίλλιαμ Φόρντ, ο οποίος ήταν ο υπηρέτης του, ο Κίτσενερ εκτιμόταν από τους άντρες του για την ηγεσία του και την δίκαιη μεταχείριση των υφισταμένων του.
Με την καλή γνώση της Αραβικής, ο Κίτσενερ μπορούσε να συνδιαλεχθεί με τους ντόπιους πληθυσμούς. Εκείνη την εποχή η μνηστή του και πιθανώς η μόνη γυναίκα που αγάπησε ποτέ, Ερμιόνη Μπαίηκερ, κόρη του Βαλέντάιν Μπαίηκερ Πασά, πέθανε από τυφοειδή πυρετό στο Κάιρο. Έτσι, δεν απέκτησε ποτέ παιδιά, αλλά ανέθρεψε τη νεαρή ανηψιά του Μπέρθα Σεβαλιέ - Μπουτέλ, κόρη του πρώτου εξαδέλφου του, Σερ Φράνσις Χέπμπορν ντε Σεβαλιέ - Μπουτέλ. Ο Ταγματάρχης Κίτσενερ υπηρέτησε ως αξιωματικός πληροφοριών στην Εκστρατεία του Νείλου το 1884 - 1885. Ήταν παρών στο Αμπού Κλέα.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1880, φέροντας το βαθμό του Επίτιμου Συνταγματάρχη, υπήρξε κυβερνήτης των Περιοχών της Ερυθράς Θαλάσσης (οι οποίες εκείνη την εποχή ήταν πρακτικά κάτι περισσότερο από το λιμάνι του Σουακίν). Τραυματίστηκε σοβαρά στη γνάθο κατά τη διάρκεια μίας αψιμαχίας και ανάρρωσε στην Αγγλία. Επίσης υπηρέτησε στη Μάχη του Τόσκι (1889). Έχοντας γίνει σιρντάρ (αρχιστράτηγος) του Αιγυπτιακού Στρατού το 1892 -με το βαθμό του ταξίαρχου και στη συνέχεια του υποστράτηγου του Βρετανικού Στρατού- οδήγησε το 1896 τις Αγγλοαιγυπτιακές δυνάμεις προς τις πηγές του Νείλου, κατασκεύασε έναν σιδηρόδρομο για τη μεταφορά υλικών και προσωπικού και κατενίκησε τους Σουδανούς στη Μάχη του Ομντουρμάν στις 2 Σεπτεμβρίου του 1898, κοντά στο Χαρτούμ.
Η δεύτερη θητεία του Κίτσενερ στο Σουδάν (1886 - 1899) του απέφερε πανεθνική φήμη και έλαβε τους τίτλους του Υπασπιστή της Βασίλισσας Βικτωρίας και του Ταξιάρχη Ιππότη του Τάγματος του Λουτρού. Ωστόσο, αυτή η εκστρατεία θα κάνει γνωστή και τη σκληρότητα του, ένα στοιχείο της τακτικής του που έγινε καλά γνωστό μετά από τον Πόλεμο των Μπόερ. Μετά από τη νίκη του στη Μάχη του Ομντουρμάν, διέταξε την εκταφή και τον διασκορπισμό των λειψάνων του Μαχντί. Είναι επίσης πολύ πιθανό ότι ο Κίτσενερ απέτρεψε έναν πόλεμο μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και της Γαλλίας, όταν αντιμετώπισε με πυγμή αλλά χωρίς βία την γαλλική στρατιωτική αποστολή υπό τον λοχαγό Μαρσάν, η οποία σκόπευε να διεκδικήσει τη Φασόντα, στο επεισόδιο που έμεινε γνωστό σαν ''Επεισόδιο της Φασόντα''.
Τιμήθηκε με τον τίτλο του "Βαρώνου Κίτσενερ" του Χαρτούμ και του Άσπαλ της Κομητείας του Σάφολκ, στις 31 Οκτωβρίου 1898 σαν υπόμνηση της νίκης του και άρχισε ένα πρόγραμμα αποκατάστασης της εύρυθμης διοίκησης του Σουδάν. Το πρόγραμμα είχε στιβαρά θεμέλια και βασίστηκε στην εκπαίδευση στο Κολέγιο Γκόρντον, όχι μόνο των παιδιών της τοπικής ελίτ, αλλά και παιδιών οποιασδήποτε τάξης και περιοχής του Σουδάν. Διέταξε την ανακατασκευή των τζαμιών του Χαρτούμ, επέβαλε μεταρρυθμίσεις οι οποίες αναγνώριζαν την Παρασκευή -ιερή μέρα για τους Μουσουλμάνους- σαν επίσημη ημέρα ανάπαυσης και εξασφάλισε ανεξιθρησκεία για όλους τους πολίτες του Σουδάν.
Προσπάθησε να αποτρέψει ιεραποστολές Ευαγγελιστών να ασκήσουν προσηλυτισμό στους Μουσουλμάνους. Ο Κίτσενερ διέσωσε ένα σημαντικό κεφάλαιο από φιλανθρωπίες, το οποίο είχε καταλήξει στα θησαυροφυλάκια του Χεδίβη της Αιγύπτου και το διέθεσε για τη βελτίωση της ζωής των απλών Σουδανών. Επίσης μεταρρύθμισε τους νόμους για τα χρέη, απαγορεύοντας στους τοκογλύφους να αποκτούν όλα τα περιουσιακά στοιχεία των φτωχών αγροτών, εξασφαλίζοντας τους τουλάχιστον 5 στρέμματα καλλιεργήσιμης γης και τα απαραίτητα εργαλεία. Το 1899, ως αναγνώριση των υπηρεσιών του, παραχωρήθηκε στον Κίτσενερ ένα μικρό νησί του Νείλου στο ύψος του Ασουάν, το νησί μετονομάστηκε Νήσος του Κίτσενερ προς τιμήν του.
Ο Πόλεμος των Μπόερ
Κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Πολέμου των Μπόερ (1899 - 1902), ο Κίτσενερ κατέφτασε στη Νότιο Αφρική το Δεκέμβριο του 1899 μαζί με τον Λόρδο Ρόμπερτς και τις μαζικές Βρετανικές ενισχύσεις επί του ατμόπλοιου "Ντάνοταρ Καστλ". Αν και επισήμως κατείχε τον τίτλο του Επιτελάρχη, πρακτικά ήταν υποδιοικητής και τον Φεβρουάριο του 1900 διέταξε μία μετωπική επίθεση κατά τη Μάχη του Παάρντεμπεργκ, η οποία επικρίθηκε από πολλούς. Μετά την ήττα των τακτικών δυνάμεων των Μπόερ, ο Κίτσενερ διαδέχθηκε τον Ρόμπερτς στη διοίκηση της Βρετανικής δύναμης το Νοέμβριο του 1900.
Μία συμφιλιωτική συμφωνία ειρήνης την οποία είχε διαπραγματευτεί ο Κίτσενερ με τους αρχηγούς των Μπόερ απέτυχε το 1901, λόγω του βέτο το οποίο άσκησε το Υπουργικό Συμβούλιο της Βρετανικής κυβέρνησης. Σαν συνέπεια αυτής της αποτυχίας, ο Κίτσενερ συνέχισε και επέκτεινε την επιτυχημένη στρατηγική του Ρόμπερτς για την καθυποταγή των Κομάντο των Μπόερ, στην οποία περιλαμβανόταν η πολιτική της καμμένης γης και των στρατοπέδων συγκέντρωσης.
Σε αυτή την σκληρή εκστρατεία, η στρατηγική αυτή αποτελείτο από τη στέρηση των Μπόερ από την υποστήριξη των πολιτών, με τη χρήση της τακτικής της καμένης γης, της καταστροφής των αγροκτημάτων των Μπόερ, τη σφαγή των κατοικιδίων, την ανέγερση οχυρωμένων οικημάτων και τη μετακίνηση γυναικών, παιδιών και ηλικιωμένων σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Οι συνθήκες σε αυτά τα στρατόπεδα, τα οποία ο Ρόμπερτς είχε συλλάβει σαν ένα μέσο ελέγχου των οικογενειών των οποίων τα αγροκτήματα είχαν καταστραφεί, άρχισαν να επιδεινώνονται ραγδαία όσο η μεγάλη εισροή αμάχων Μπόερ υπερέβαινε τις δυνατότητες της σχετικά μικρής Βρετανικής δύναμης να ανταποκριθεί στη φύλαξη τους.
Υπήρχαν ελλείψεις σε χώρο, σε τροφή, σε υγιεινή, σε φάρμακα και σε ιατρική φροντίδα, γεγονός το οποίο οδήγησε στην έξαρση ασθενειών και σε ένα τραγικό ποσοστό θνησιμότητας της τάξης του 34,4% όσων Μπόερ εισέρχονταν σε αυτά. Η μεγαλύτερη πολέμιος αυτών των στρατοπέδων ήταν η Αγγλίδα ανθρωπίστρια Έμιλυ Χόμπχαουζ. Αν και σε μεγάλο βαθμό αυτές οι οι συνθήκες είχαν βελτιωθεί μέχρι τα τέλη του 1901, οδήγησαν σε μεγάλη κατακραυγή τόσο στη Βρετανία όσο και στην Ευρώπη, ιδιαίτερα μεταξύ των Νοτιοαφρικανών. Η Συνθήκη του Βερέενιγκινγκ υπογράφηκε το 1902 μετά από έξι μήνες έντασης.
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ο Κίτσενερ είχε να αντιμετωπίσει, όχι μόνο τον Σερ Άλφρεντ Μίλνερ, Κυβερνήτη της Αποικίας του Ακρωτηρίου, αλλά και τη βρετανική κυβέρνηση. Ο Μίλνερ ήταν ένας σκληροπυρηνικός συντηρητικός ο οποίος ήθελε να εκβρετανίσει με βίαιο τρόπο τους Αφρικάανς κατοίκους της Νότιας Αφρικής (τους Μπόερ) και τόσο αυτός όσο και η Βρετανική κυβέρνηση, επιθυμούσαν μία ταπεινωτική συνθήκη ειρήνης ώστε να διασφαλιστεί η νίκη τους. Ο Κίτσενερ επιθυμούσε μία πιο γενναιόδωρη συμβιβαστική συνθήκη ειρήνης, η οποία θα αναγνώριζε συγκεκριμένα δικαιώματα στους Αφρικάανς και θα υποσχόταν ένα καθεστώς αυτοδιοίκησης για το μέλλον.
Επίσης, αν και γνώριζε ότι η Βρετανική κυβέρνηση θα την απέρριπτε, υποστήριξε μία συνθήκη ειρήνης η οποία προτάθηκε από τον Μπόθα και τους άλλους αρχηγούς των Μπόερ, κατά την οποία η Δημοκρατία της Νοτίου Αφρικής και το Ελεύθερο Κράτος της Οράγγης θα διατηρούσαν την ανεξαρτησία τους, αναλαμβάνοντας την υποχρέωση να υπογράψουν συνθήκη συμμαχίας με το Ηνωμένο Βασίλειο και να κάνουν μεγάλες παραχωρήσεις προς το Ηνωμένο Βασίλειο. Σε αυτές περιλαμβανόταν ίσα δικαιώματα των Ολλανδών αποίκων με τους Βρετανούς αποίκους, δικαίωμα ψήφου στους Ουιτλάντερ (τους μη Ολλανδούς κατοίκους της Νοτίου Αφρικής) και σιδηροδρομική και τελωνειακή ένωση με την Αποικία του Ακρωτηρίου και το Νατάλ.
Το Βρετανικό υπουργικό συμβούλιο απέρριψε την προσφορά. Στο τέλος ωστόσο, η Βρετανική κυβέρνηση αποφάσισε ότι ο πόλεμος παρατεινόταν επικίνδυνα και υποστήριξε τον Κίτσενερ έναντι του Μίλνερ. Ο Λούις Μπόθα, ο αρχηγός των Μπόερ με τον οποίο ο Κίτσενερ διαπραγματεύτηκε την αποτυχημένη συνθήκη ειρήνης το 1901, έγινε ο πρώτος πρωθυπουργός της ανεξάρτητης Νοτιοαφρικανικής ένωσης το 1910. Η συνθήκη επίσης συμφώνησε στην πληρωμή επανορθώσεων μετά το τέλος των εχθροπραξιών. Έξι ημέρες αργότερα ο Κίτσενερ, ο οποίος είχε προαχθεί από τον βαθμό του Υποστράτηγου σε εκείνον του Επίτιμου Στρατηγού κατά τη διάρκεια του πολέμου, χρίστηκε Υποκόμης Κίτσενερ, του Χαρτούμ και του Βάαλ της Αποικίας του Τρανσβάαλ και του Άσπαλλ της Κομητείας του Σάφφολκ.
Το Στρατοδικείο του Μπρέικερ Μοράντ
Στην υπόθεση Μπρέικερ Μοράντ, αρκετοί στρατιώτες από την Αυστραλία συνελήφθησαν και δικάστηκαν από στρατοδικείο για τη συνοπτική εκτέλεση Μπόερ αιχμαλώτων, όπως επίσης και για τη δολοφονία ενός Γερμανού ιεραπόστολου ο οποίος θεωρούνταν φιλικά προσκείμενος στους Μπόερ, εκτελώντας υποτιθέμενες διαταγές που είχαν εγκριθεί από τον ίδιο τον Κίτσενερ. Ο διάσημος ιππέας και λαϊκός ποιητής Χάρρυ "Μπρέικερ" Μοράντ και ο Υπολοχαγός Πήτερ Χάνκοκ βρέθηκαν ένοχοι, καταδικάστηκαν σε θάνατο και τουφεκίστηκαν στο Πιέτερσμπουργκ στις 27 Φεβρουαρίου 1902. Η απόφαση για την εκτέλεση τους υπογράφηκε προσωπικά από τον Κίτσενερ. Ένας τρίτος στρατιωτικός, ο Υπολοχαγός Τζωρτζ Γουίτον φυλακίστηκε για 28 μήνες.
Ινδία και Αίγυπτος
Μετά από αυτά ο Κίτσενερ διορίστηκε Γενικός Διοικητής του Ινδικού Στρατού (1902 - 1909) -η περίοδος του αξιώματος του παρατάθηκε κατά δύο έτη- όπου αναδιοργάνωσε τον Ινδικό Στρατό. Ενώ πολλές από τις μεταρρυθμίσεις του υποστηρίχθηκαν από τον Αντιβασιλέα Λόρδο Κώρζον, ο οποίος αρχικά είχε ασκήσει πίεση για την τοποθέτηση του Κίτσενερ σε αυτή τη θέση, οι δύο άνδρες τελικά ήρθαν σε σύγκρουση σχετικά με το θέμα της διοίκησης του στρατού. Ενώ τα μετέπειτα γεγονότα τελικά δικαίωσαν τον Κώρζον όσον αφορά την προσπάθεια του Κίτσενερ να συγκεντρώσει όλες τις αρμοδιότητες λήψης στρατιωτικών αποφάσεων στο πρόσωπο του, οι ίντριγκες του Γενικού Στρατιωτικού Διοικητή του απέφεραν την αμέριστη υποστήριξη του Λονδίνου, οπότε ο Αντιβασιλέας αναγκάστηκε να παραιτηθεί της θέσης του.
Ο Κίτσενερ επέβλεψε την Παρέλαση του Ραβαλπίντι το 1905, η οποία διεξήχθη προς τιμήν της επίσκεψης του Πρίγκηπα και της Πριγκίπισσας της Ουαλλίας στην Ινδία. Αργότερα, ενώ βρισκόταν ακόμα στην Ινδία, έσπασε το πόδι του σε ένα ιππευτικό ατύχημα, κάτι που του άφησε μία ελαφριά χωλότητα για το υπόλοιπο της ζωής του. Ο Κίτσενερ προήχθη στον ανώτερο στρατιωτικό βαθμό, εκείνον του Στρατάρχη, το 1910 και περιηγήθηκε όλον τον κόσμο. Ο Κίτσενερ ήλπιζε στον τίτλο του Αντιβασιλέα της Ινδίας, αλλά ο Υπουργός Θεμάτων Ινδίας, Τζων Μόρλεϋ, δεν ενέκρινε την ιδέα και ήλπιζε να τον στείλει στην Μάλτα ως Διοικητή των Βρετανικών Δυνάμεων της Μεσογείου, φτάνοντας μέχρι σημείου να ανακοινώσει το διορισμό του Κίτσενερ στον τύπο.
Ο Κίτσενερ άσκησε μεγάλες πιέσεις για την Αντιβασιλεία, επιστρέφοντας στο Λονδίνο ώστε να επηρεάσει τα μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου και τον ετοιμοθάνατο βασιλιά Εδουάρδο Ζ', από τον οποίο, με την απονομή της στραταρχικής του ράβδου, έλαβε και την άδεια να αρνηθεί τη θέση στη Μάλτα. Ωστόσο, ο Μόρλεϋ ήταν αμετάπειστος. Αυτό πιθανώς να οφειλόταν στην άποψη ότι ο Κίτσενερ ανήκε στους Τόρυς (εκείνη την εποχή υπήρχε κυβέρνηση Φιλελευθέρων) ή σε κάποια υπόγεια δυσφημιστική εκστρατεία που είχε εξαπολύσει ο Κώρζον, αλλά ο κυριότερος λόγος ήταν διότι ο Μόρλεϋ, ο οποίος ήταν Γλαδστωνικός και επομένως επιφυλακτικός με τον ιμπεριαλισμό, θεώρησε άκομψο, μετά την πρόσφατη παραχώρηση περιορισμένης αυτοδιοίκησης στην Ινδία το 1909, τη θέση του Αντιβασιλέα να καταλάβει ένας εν ενεργεία στρατιωτικός.
(Σαν συνέπεια αυτού, κανένας εν ενεργεία στρατιωτικός δεν τοποθετήθηκε σε αυτή τη θέση, μέχρι τον Άρτσιμπαλντ Ουέιβελλ το 1943). Ο Πρωθυπουργός Χένρυ Άσκουιθ συμπαθούσε τον Κίτσενερ, αλλά δεν επιθυμούσε να έλθει σε αντιπαράθεση με τον Μόρλεϋ, ο οποίος απείλησε με παραίτηση, οπότε τελικά η πρόταση του Κίτσενερ για τη θέση του Αντιβασιλέα της Ινδίας απορρίφθηκε οριστικά το 1911. Στη συνέχεια ο Κίτσενερ επέστρεψε στην Αίγυπτο σαν Γενικός Πρόξενος της Μ. Βρετανίας στην Αίγυπτο και το Σουδάν, στη θέση του Λόρδου Κρόμερ (1911 - 1914 κατά τη διάρκεια της επίσημης βασιλείας του Αμπάς Χιλμί Β', Χεδίβη της Αιγύπτου, Ηγεμόνα της Νουβίας, του Σουδάν, του Κορντοφάν και του Νταρφούρ).
Ο Κίτσενερ χρίστηκε Κόμης Κίτσενερ του Χαρτούμ και του Μπρουμ της Κομητείας του Κεντ στις 29 Ιουνίου 1914. Το περίεργο ήταν ότι προβλέφθηκε η δυνατότητα μεταβίβασης του τίτλου του στον αδελφό του ή στον ανιψιό του, καθώς ο Κίτσενερ ήταν άγαμος και δεν είχε παιδιά. Τελικά τον διαδέχθηκε ο μεγαλύτερος αδελφός του, Συνταγματάρχης Χένρυ Κίτσενερ, 2ος Κόμης του Κίτσενερ.
Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος
1914
Με την έκρηξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ο Βρετανός Πρωθυπουργός Χένρυ Άσκουιθ, διόρισε ταχύτατα τον Λόρδο Κίτσενερ Υπουργό Πολέμου. Την θέση αυτή κατείχε για λίγο ο ίδιος ο Άσκουιθ, μετά την παραίτηση του Συνταγματάρχου Σήλυ στις αρχές του 1914, μία συνέπεια του Επεισοδίου του Κούραχ. Εκείνη την εποχή ο Κίτσενερ βρισκόταν για λίγο με άδεια στη Βρετανία, όταν κηρύχθηκε ο πόλεμος. Σε αντίθεση με τις απόψεις του υπουργικού συμβουλίου, ο Κίτσενερ προέβλεψε σωστά ότι θα ήταν ένας μακρός πόλεμος που θα διαρκούσε τουλάχιστον τρία χρόνια, θα απαιτούσε τεράστιες στρατιές για τη νίκη κατά της Γερμανίας και θα επέφερε τεράστιες απώλειες πριν το τέλος του.
Ο Κίτσενερ είχε δηλώσει ότι η σύγκρουση αυτή θα καταστρέψει το ανθρώπινο δυναμικό "μέχρι το τελευταίο εκατομμύριο". Έτσι, άρχισε μία μαζική εκστρατεία στρατολόγησης, η οποία σύντομα παρουσίασε και μία χαρακτηριστική αφίσα του Κίτσενερ που πάρθηκε από το εξώφυλλο ενός περιοδικού. Είναι πιθανό ότι ώθησε πολλούς νέους να καταταγούν και αποδείχθηκε μία από τις χαρακτηριστικότερες εικόνες αυτού του πολέμου, έχοντας αντιγραφεί και παρωδηθεί πολλές φορές στη συνέχεια. Ο Γραμματέας του Υπουργικού Συμβουλίου Μώρις Χάνκεϋ έγραψε για τον Κίτσενερ:
"Το μεγάλο και εκπληκτικό γεγονός είναι ότι μέσα σε 18 μήνες από την έναρξη του πολέμου, ο οποίος βρήκε έναν λαό που βασιζόταν αποκλειστικά στη θαλάσσια ισχύ και ουσιαστικά με μη στρατιωτική εμφάνιση, (ο Κίτσενερ) συνέλαβε και υλοποίησε έναν από πάσης απόψεως εξοπλισμένο εθνικό στρατό, ικανό να αντιπαρατεθεί μόνος του με τις στρατιές της μεγαλύτερης στρατιωτικής δύναμης που είχε δει ο κόσμος".
1915
Τον Ιανουάριο του 1915 ο Στρατάρχης Σερ Τζων Φρεντς, διοικητής του Βρετανικού Εκστρατευτικού Σώματος, με την σύμφωνη γνώμη και άλλων ανώτατων διοικητών (π.χ. του Στρατηγού Σερ Ντάγκλας Χέιγκ), ζήτησε την ενσωμάτωση του Νέου Στρατού στις υπάρχουσες μεραρχίες σαν απλά τάγματα και όχι τη συγκρότηση του σε νέες μεραρχίες. Ο Φρεντς απευθύνθηκε στον πρωθυπουργό Άσκουιθ, προϊστάμενο του Κίτσενερ, ωστόσο ο Άσκουιθ αρνήθηκε να παρακάμψει τον Κίτσενερ. Αυτό υπήρξε ένας ακόμα λόγος επιδείνωσης των σχέσεων μεταξύ του Φρεντς και του Κίτσενερ, ο οποίος Κίτσενερ είχε μεταβεί στη Γαλλία τον Σεπτέμβριο του 1914, κατά τη διάρκεια της Μάχης του Μάρνη, προκειμένου να διατάξει τους Γάλλους να αναλάβουν επιθετική δράση.
Ωστόσο, ο Φρεντς είχε την εντύπωση ότι ο πόλεμος θα τελείωνε μέχρι το καλοκαίρι, πριν την ανάπτυξη των μεραρχιών του Νέου Στρατού, καθώς η Γερμανία είχε πρόσφατα αναπτύξει κάποιας από τις μεραρχίες της στο ανατολικό μέτωπο. Αυτό δεν συνέβη και οι μεραρχίες του Νέου Στρατού άρχισαν να αναπτύσσονται από τη Μάχη του Λόος τον Σεπτέμβριο του 1915. Ο Κίτσενερ προειδοποίησε τους Γάλλους τον Ιανουάριο του 1915 ότι το Δυτικό Μέτωπο ήταν μία πολιορκούμενη γραμμή που δεν μπορούσε να διαρρηχθεί, αν και αυτό αποτελούσε θέμα συζητήσεων του Υπουργικού Συμβουλίου σχετικά με αμφίβιες αποβάσεις στις ακτές της Βαλτικής ή της Βόρειας Θάλασσας ή στην Τουρκία.
Σε μία προσπάθεια ανεύρεσης τρόπου ανακούφισης της πίεσης στο Δυτικό Μέτωπο, ο Κίτσενερ πρότεινε μία εισβολή στην Αλεξανδρέττα με στρατεύματα της Αυστραλίας και της Νέας Ζηλανδίας (ANZAC), του Νέου Βρετανικού Στρατού και με στρατεύματα από την Ινδία. Η Αλεξανδρέττα ήταν μία περιοχή με μεγάλο πληθυσμό χριστιανών και ήταν το στρατηγικό κέντρο του σιδηροδρομικού δικτύου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας - η κατάληψη της θα έκοβε την Αυτοκρατορία στα δύο. Ωστόσο, τελικά πείστηκε να υποστηρίξει την καταστροφική εκστρατεία του Ουίνστον Τσώρτσιλ στην Καλλίπολη το 1915 - 1916.
Η ειρήνη που θα σταματούσε κάθε ειρήνη. Αυτή η αποτυχία, σε συνδυασμό με την Κρίση των Οβίδων το 1915 -υπό το βάρος και της επίθεσης του τύπου που ενορχήστρωσε ο Σερ Τζων Φρεντς- επέφερε βαρύ πλήγμα στο πολιτικό κύρος του Κίτσενερ. o Κίτσενερ ήταν τόσο δημοφιλής στο κοινό, που ο Άσκουιθ τον χρησιμοποίησε και στη νέα κυβέρνηση συνασπισμού, ωστόσο η ευθύνη για τα πυρομαχικά αποδόθηκε σε ένα νέο υπουργείο υπό τον Νταίηβιντ Λόυντ Τζωρτζ. Η επίσημη ιστορία αργότερα δέχτηκε ότι ο Κίτσενερ ήλπιζε να διοριστεί Αρχιστράτηγος των Συμμαχικών Δυνάμεων.
Ο Λίντελλ Χαρτ υπέθεσε ότι αυτός ήταν ο λόγος που επέτρεψε στον εαυτό του να πειστεί από τον Ζοφρ και να διατάξει την επίθεση του Λόος τον Σεπτέμβριο του 1915, μία επίθεση την οποία δεν υποστήριζε ούτε ο Φρεντς ούτε ο Χέιγκ (που τότε διοικούσε τη Βρετανική 1η Στρατιά). Ο Κίτσενερ ήταν επιφυλακτικός για τη χρησιμότητα του άρματος μάχης και για αυτό το λόγο, αυτό αναπτύχθηκε υπό την αιγίδα του Ναυαρχείου και του Ουίνστων Τσώρτσιλ. Με τους Ρώσους να έχουν εκτοπιστεί από την Πολωνία, ο Κίτσενερ θεώρησε ότι οι αυξάνονταν πιθανότητες μεταφοράς Γερμανικών στρατευμάτων δυτικά και εισβολής στη Βρετανία, οπότε ενημέρωσε το Πολεμικό Συμβούλιο (14 Μαΐου) ότι δεν σκόπευε να στείλει στην Ευρώπη το Νέο Στρατό.
Παράλληλα τηλεγράφησε (16 Μαΐου) στους Γάλλους ότι δεν θα έστελνε άλλες ενισχύσεις στη Γαλλία, αν δεν ήταν σαφές ότι η Γερμανική γραμμή μπορούσε να διασπαστεί. Ωστόσο, στα τέλη Μαΐου απέστειλε δύο Μεραρχίες, περισσότερο για να ευχαριστήσει τον Ζοφρ, παρά διότι πίστευε ότι μπορούσε να επιτευχθεί κάποια διάσπαση του μετώπου. Είχε σαν σκοπό να διατηρήσει το Νέο Στρατό για να επιτύχει ένα αποφασιστικό χτύπημα το 1916 - 1917, αλλά μέχρι το καλοκαίρι του 1915 είχε συνειδητοποιήσει ότι οι υψηλές απώλειες και η υποχρέωση που είχε αναληφθεί έναντι της Γαλλίας δεν μπορούσαν να αγνοηθούν.
"Δυστυχώς πρέπει να διεξάγουμε τον πόλεμο όπως πρέπει και όχι όπως μας αρέσει", όπως είπε χαρακτηριστικών στην Επιτροπή Δαρδανελλίων στις 20 Αυγούστου 1915. Κατά τα τέλη του 1915, ο Κίτσενερ απεστάλη για επιθεώρηση του Μετώπου της Καλλίπολης και της Μέσης Ανατολής, με την ελπίδα ότι θα μπορούσε να πειστεί να παραμείνει στην περιοχή σαν διοικητής. Ο Ντάγκλας Χέιγκ -ο οποίος εκείνη την εποχή είχε εμπλακεί σε δολοπλοκίες με σκοπό το διορισμό του Ρόμπερτσον ως Αρχηγού του Αυτοκρατορικού Γενικού επιτελείου- σύστησε το διορισμό του Κίτσενερ ως αντιβασιλέα της Ινδίας («όπου ετοιμάζονταν φασαρίες»), αλλά όχι στη Μέση Ανατολή, όπου η ισχυρή του προσωπικότητα θα είχε οδηγήσει στην προσέλκυση τόσο δημοσιότητας όσο και πόρων προς το πρόσωπο του.
Στο τέλος του 1915, ο νέος Αρχηγός του Αυτοκρατορικού Γενικού Επιτελείου, Σερ Ουίλλιαμ Ρόμπερτσον, ανέλαβε τη θέση με τον όρο ότι θα μιλούσε με το υπουργικό συμβούλιο εκ μέρους του στρατού για θέματα στρατηγικής, αφήνοντας τον Κίτσενερ υπεύθυνο για το ανθρώπινο δυναμικό και τη στρατολογία. Ενώ ο Κίτσενερ ήλπιζε ότι θα διατηρούσε τις στρατιές του σε εφεδρεία προκειμένου να δώσει τη χαριστική βολή στη Γερμανία όταν όλα τα άλλα έθνη θα είχαν εξαντληθεί, ο Ρόμπερτσον ήταν επιφυλακτικός με τη δημιουργία μετώπων στα Βαλκάνια και την Εγγύς Ανατολή και έτσι εκτόξευσε μεγάλες βρετανικές επιθέσεις εναντίον των Γερμανών στο Δυτικό Μέτωπο - η πρώτη από αυτές ήταν εκείνη του Σομ το 1916.
1916
Κατά τις αρχές του 1916, ο Κίτσενερ επισκέφθηκε τον Ντάγκλας Χέιγκ ο οποίος είχε μόλις τοποθετηθεί σαν Διοικητής του Βρετανικού Εκστρατευτικού Σώματος στη Γαλλία. Ο Κίτσενερ είχε παίξει σημαντικό ρόλο στην απομάκρυνση του προκατίχου του Χέιγκ, Σερ Τζων Φρεντς με τον οποίο είχε κακές σχέσεις. Οι απόψεις του Χέιγκ μπορεί να διέφεραν σε σχέση με εκείνες του Κίτσενερ και τη σημασία που εκείνος απέδιδε στην προσπάθεια στη Μεσόγειο, δίνοντας σημασία στην ύπαρξη ενός ισχυρού Γενικού Επιτελείου στο Λονδίνο, αλλά θεωρούσε τον Κίτσενερ μία στρατιωτική φωνή που μπορούσε να αντιπαρατεθεί στην τρέλα των πολιτών, όπως ο Τσώρτσιλ.
Ωστόσο, θεωρούσε ότι ο Κίτσενερ ήταν "κολλημένος, κουρασμένος και πολύ γερασμένος" και πίστευε ότι ήταν λυπηρό ότι "το πνεύμα του έχανε τη συνοχή του" καθώς πλησίαζε η στιγμή για μία αποφασιστική νίκη στο Δυτικό Μέτωπο (τουλάχιστον όπως το έβλεπαν ο Χέιγκ και ο Ρόμπερτσον). Ο Κίτσενερ ήταν επιφυλακτικός όσον αφορά το σχέδιο του Χέιγκ για μία αποφασιστική νίκη μέσα στο 1916 και προτιμούσε τη διενέργεια μικρότερων επιθέσεων, με χαρακτήρα καθαρά φθοράς του εχθρού, ωστόσο τάχθηκε στο πλευρό του Ρόμπερτσον λέγοντας στο Υπουργικό Συμβούλιο ότι η σχεδιαζόμενη Αγγλογαλλική επίθεση στο Σομ θα πρέπει να προχωρήσει.
Ο Κίτσενερ δεχόταν πιέσεις από τον Γάλλο πρωθυπουργό Αριστίντ Μπριάν (19 Μαρτίου 1916) για μία επίθεση στο Δυτικό Μέτωπο η οποία θα βοηθούσε στην ανακούφιση της Γερμανικής επίθεσης στο Βερντέν. Οι Γάλλοι είχαν αρνηθεί τη μεταφορά στρατευμάτων από τη Θεσσαλονίκη, κάτι που ο Κίτσενερ πίστευε ότι αποσκοπούσε στην αύξηση της Γαλλικής ισχύος στη Μεσόγειο. Στις 2 Ιουνίου 1916, ο Κίτσενερ απάντησε προσωπικά σε ερωτήσεις που τέθηκαν από τους πολιτικούς σχετικά με την διεύθυνση της πολεμικής προσπάθειας την οποία ασκούσε· στις αρχές των εχθροπραξιών, ο Κίτσενερ είχε παραγγείλει 2 εκατομμύρια τυφέκια από διάφορες κατασκευαστές όπλων των ΗΠΑ.
Μόνο 480 από αυτά τα όπλα είχαν φτάσει στο Ηνωμένο Βασίλειο μέχρι τις 4 Ιουνίου 1916. Ο αριθμός των οβίδων που είχαν παραληφθεί ήταν εξίσου απογοητευτικός. Ο Κίτσενερ εξήγησε τις προσπάθειες του για την εξασφάλιση εναλλακτικών πηγών υλικού. Έλαβε επιδοκιμαστική ψήφο και τις ευχαριστίες 200 μελών του Κοινοβουλίου τα οποία παρευρέθηκαν για να θέσουν τις ερωτήσεις τους, τόσο για την ειλικρίνεια του, όσο και για τις προσπάθειες του να διατηρήσει τον εξοπλισμό των στρατιωτών. Ο Σερ Άιβορ Χέρμπερτ, ο οποίος μόλις μία εβδομάδα πριν είχε εισηγηθεί ψήφο μομφής έναντι της ηγεσίας του Κίτσενερ στο Υπουργείο Πολέμου, υποστήριξε προσωπικά την κίνηση αυτή.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου