Η σημασία του δικαιώματος της γυναίκας στον οργασμό. Η σεξουαλική ηδονή αποτελεί δικαίωμα τόσο του άντρα όσο και της γυναίκας, και αυτό είναι κάτι που πρέπει να γίνει κατανοητό από όλους. Είναι σημαντικό οι νέοι άντρες να μάθουν από μικρή ηλικία ότι μία καλή σεξουαλική σχέση μπορεί να επιτευχθεί, μόνο εάν κι εφόσον και οι δύο σύντροφοι ικανοποιούν αμοιβαία τις μεταξύ τους ανάγκες κι επιθυμίες.
Η αμοιβαιότητα μέσα σε μία σχέση είναι θεμελιώδες στοιχείο για τη δημιουργία οικειότητας, ενδιαφέροντος κι ενεργής συμμετοχής, ώστε να κρατηθεί δυνατή η φλόγα της επιθυμίας. Όμως, οι γυναίκες «προέρχονται» από τον πλανήτη Αφροδίτη, ενώ οι άνδρες από τον Άρη. Και οι βασικές διαφορές που υπάρχουν μεταξύ των δύο φύλων ισχύουν και αναφορικά με τη σεξουαλική ηδονή. Για τον άντρα, η αντρική σεξουαλικότητα είναι συνώνυμη με την αυτοεπιβεβαίωση και την κυριαρχία. Ως εκ τούτου, εστιάζει κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής στην επίτευξη του οργασμού και στον έλεγχο της σεξουαλικής του επίδοσης. Η γυναίκα, από την άλλη μεριά, βιώνει τη σεξουαλική επαφή ως ένα «παιχνίδι» που πρέπει να παίζεται «επί ίσοις όροις». Θεωρεί ότι, για να υπάρχει η ιδανική σεξουαλική ηδονή, κανένας από τους δύο συντρόφους δεν πρέπει να κυριαρχεί στον άλλον. Απλώς, αναλογιστείτε με πόσο διαφορετικό τρόπο βιώνουν ο άντρας και η γυναίκα την «πρώτη φορά». Η πλειοψηφία των γυναικών βλέπουν την πρώτη σεξουαλική εμπειρία ως ένα «δώρο» που προσφέρουν στον σύντροφό τους, ενώ οι άντρες το βλέπουν κυρίως ως ένα «στίγμα» από το οποίο πρέπει να απαλλαγούν.
Επομένως, πώς είναι δυνατόν δύο φαινομενικά τόσο διαφορετικοί και απόμακροι κόσμοι να φτάσουν σε ένα σημείο αμοιβαίας σεξουαλικής ικανοποίησης; Έχει αναπτυχθεί ένα μοντέλο, το «Μοντέλο της Αμοιβαιότητας», που βασίζεται στις δύο παρακάτω θεωρίες:
Θεωρία της Ανταλλαγής
Θεωρία της Ισότητας
Σύμφωνα με τη Θεωρία της Ανταλλαγής, η σχέση του ζευγαριού είναι μία «επένδυση»: κόστη, οφέλη, διαθεσιμότητα χρόνου και πόρων που συσσωρεύονται, για να επιτευχθεί συντροφικότητα και σεξουαλική ικανοποίηση. Και, ασφαλώς, μία σχέση θα αντέξει και θα έχει διάρκεια, εφόσον το «όφελος» υπερβαίνει το «κόστος». Από την άλλη μεριά, σύμφωνα με τη Θεωρία της Ισότητας, και οι δύο σύντροφοι «λαμβάνουν πίσω» ακριβώς ότι έχουν «δώσει», διασφαλίζοντας έτσι μία σχέση που διαρκεί και αντέχει στον χρόνο -πάντα βάσει των κανόνων του «ευ αγωνίζεσθαι» (fair play). Για να υπάρχει σεξουαλική αμοιβαιότητα, φαίνεται ότι το μόνο που χρειάζεται είναι ο κάθε σύντροφος να καθοδηγεί τον άλλον, «στέλνοντας μηνύματα» και επικοινωνώντας για τις δικές του προσωπικές προτιμήσεις, ενώ παράλληλα είναι σε θέση να «λαμβάνει και να ακούει τα μηνύματα» για τις προτιμήσεις του συντρόφου του. Με τον τρόπο αυτόν, κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής υπάρχει μία εναλλαγή στιγμών, κατά τις οποίες και οι δύο σύντροφοι δίνουν και παίρνουν.
Η διάρκεια και η ηδονή
Ο γυναικείος οργασμός, ιδιαίτερα ο κολπικός, μπορεί να παίξει ρόλο στην εξέλιξη. Χαρακτηριζόμενος ως κάτι το «απροσδιόριστο», «ασύλληπτο» και «αδιόρατο», ο γυναικείος οργασμός επιτρέπει στη γυναίκα υποσυνείδητα να διακρίνει μεταξύ του σωστού και του λανθασμένου για αυτήν συντρόφου. Έτσι εξηγείται το γεγονός, ότι ο γυναικείος οργασμός επέρχεται πιο συχνά, όταν η γυναίκα νιώθει χαλαρή, ήρεμη, με έναν δοτικό σεξουαλικό σύντροφο, με τον οποίον βρίσκεται σε συναισθηματική αρμονία, και ο οποίος πληροί τις προϋποθέσεις για μία μακροχρόνια σχέση.
Όμως, υπάρχει και μία άλλη θεωρία: ο οργασμός ίσως είναι ένα από τα όπλα που χρησιμοποιεί υποσυνείδητα το σώμα της γυναίκας, για να επιλέξει τον πατέρα των παιδιών της. Κατά τη διάρκεια του οργασμού, το μέγεθος του κόλπου μειώνεται κατά 30%. Οι συσπάσεις της μήτρας κατά τη διάρκεια του οργασμού μπορεί στην πραγματικότητα να διευκολύνουν την αναπαραγωγή, καθώς ευνοούν την άνοδο μεγαλύτερου αριθμού σπερματοζωαρίων μέσα από τις σάλπιγγες και αυξάνουν την «ορμή» με την οποία ταξιδεύουν τα σπερματοζωάρια. Έτσι, το σώμα καθοδηγεί την προδιάθεση για οργασμό, ανάλογα με την «καταλληλότητα» του εκάστοτε συντρόφου ή με τις συνθήκες της στιγμής. Με άλλα λόγια, πίσω από την εμφανή μη προβλεψιμότητα του γυναικείου οργασμού, πιθανό να υπάρχει μία συγκεκριμένη αναπαραγωγική στρατηγική, την οποία ούτε η ίδια η γυναίκα δεν γνωρίζει.
Ίσως, να υπάρχει ακόμη και μία τρίτη πιθανή εκδοχή, δηλαδή ο οργασμός να συνεχίζει να αποτελεί κάτι που οι γυναίκες δεν έχουν ακόμη πραγματικά κατακτήσει. Τα πλεονεκτήματα που περιγράφονται παραπάνω μπορεί μεν να κάνουν τον οργασμό πηγή ικανοποίησης για τη γυναίκα, αλλά η ίδια πιθανώς να νιώθει ότι βρίσκεται ακόμη «στα μισά του δρόμου» της εξελικτικής πορείας προς τον πλήρη οργασμικό έλεγχο, που αποτελεί αντρικό προνόμιο. Με άλλα λόγια, ο οργασμός στη γυναίκα αποτελεί πηγή απόλαυσης κι ευχαρίστησης, αλλά δεν έχει «ρίζες», με την έννοια ότι δεν έχει κάποια ουσιαστική χρηστικότητα. Αποτελεί ένα άλυτο μυστήριο, που ασφαλώς συντελεί στο ερωτικό «δέσιμο» του ζευγαριού!
Όμως, πόση διάρκεια θα πρέπει να έχει το σεξ, για να μπορέσει η γυναίκα να φτάσει σε οργασμό; Ενώ για έναν άντρα (χωρίς ΠΕ) μόνο 2 λεπτά μπορεί να είναι αρκετά, η γυναίκα φτάνει σε οργασμό κατά μέσο όρο μέσα σε 10-20 λεπτά από την έναρξη της σεξουαλικής επαφής. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο είναι ιδιαίτερα σημαντικό ο άντρας να μην εστιάζεται αποκλειστικά και μόνο στον οργασμό, αλλά να έχει την ικανότητα να συγκεντρώνεται σε όλες τις φάσεις της σεξουαλικής επαφής, στις οποίες περιλαμβάνονται και τα προκαταρκτικά ερωτικά παιχνίδια, να μπορεί να ελέγξει και να «τιθασεύσει» τη σεξουαλική του ορμή, δίνοντας στη σύντροφό του τον απαραίτητο χρόνο, για να ικανοποιηθεί σεξουαλικά και να φτάσει στον οργασμό. Σύμφωνα με μελέτη που διεξήχθη σε Η.Π.Α και Καναδά, η ικανοποιητική σεξουαλική επαφή μπορεί να διαρκεί από 3 έως 13 λεπτά. Όμως, δεν χωρά αμφιβολία ότι η ουσιαστική αξία στη σχέση του ζευγαριού έγκειται στην ποιότητα της σεξουαλικής δραστηριότητας και όχι στην ταχύτητα.
Μαθήματα από εξειδικευμένο Σεξοθεραπευτή (sex coach) είναι το πρώτο βήμα για την τέλεια απόλαυση!
Η αμοιβαιότητα μέσα σε μία σχέση είναι θεμελιώδες στοιχείο για τη δημιουργία οικειότητας, ενδιαφέροντος κι ενεργής συμμετοχής, ώστε να κρατηθεί δυνατή η φλόγα της επιθυμίας. Όμως, οι γυναίκες «προέρχονται» από τον πλανήτη Αφροδίτη, ενώ οι άνδρες από τον Άρη. Και οι βασικές διαφορές που υπάρχουν μεταξύ των δύο φύλων ισχύουν και αναφορικά με τη σεξουαλική ηδονή. Για τον άντρα, η αντρική σεξουαλικότητα είναι συνώνυμη με την αυτοεπιβεβαίωση και την κυριαρχία. Ως εκ τούτου, εστιάζει κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής στην επίτευξη του οργασμού και στον έλεγχο της σεξουαλικής του επίδοσης. Η γυναίκα, από την άλλη μεριά, βιώνει τη σεξουαλική επαφή ως ένα «παιχνίδι» που πρέπει να παίζεται «επί ίσοις όροις». Θεωρεί ότι, για να υπάρχει η ιδανική σεξουαλική ηδονή, κανένας από τους δύο συντρόφους δεν πρέπει να κυριαρχεί στον άλλον. Απλώς, αναλογιστείτε με πόσο διαφορετικό τρόπο βιώνουν ο άντρας και η γυναίκα την «πρώτη φορά». Η πλειοψηφία των γυναικών βλέπουν την πρώτη σεξουαλική εμπειρία ως ένα «δώρο» που προσφέρουν στον σύντροφό τους, ενώ οι άντρες το βλέπουν κυρίως ως ένα «στίγμα» από το οποίο πρέπει να απαλλαγούν.
Επομένως, πώς είναι δυνατόν δύο φαινομενικά τόσο διαφορετικοί και απόμακροι κόσμοι να φτάσουν σε ένα σημείο αμοιβαίας σεξουαλικής ικανοποίησης; Έχει αναπτυχθεί ένα μοντέλο, το «Μοντέλο της Αμοιβαιότητας», που βασίζεται στις δύο παρακάτω θεωρίες:
Θεωρία της Ανταλλαγής
Θεωρία της Ισότητας
Σύμφωνα με τη Θεωρία της Ανταλλαγής, η σχέση του ζευγαριού είναι μία «επένδυση»: κόστη, οφέλη, διαθεσιμότητα χρόνου και πόρων που συσσωρεύονται, για να επιτευχθεί συντροφικότητα και σεξουαλική ικανοποίηση. Και, ασφαλώς, μία σχέση θα αντέξει και θα έχει διάρκεια, εφόσον το «όφελος» υπερβαίνει το «κόστος». Από την άλλη μεριά, σύμφωνα με τη Θεωρία της Ισότητας, και οι δύο σύντροφοι «λαμβάνουν πίσω» ακριβώς ότι έχουν «δώσει», διασφαλίζοντας έτσι μία σχέση που διαρκεί και αντέχει στον χρόνο -πάντα βάσει των κανόνων του «ευ αγωνίζεσθαι» (fair play). Για να υπάρχει σεξουαλική αμοιβαιότητα, φαίνεται ότι το μόνο που χρειάζεται είναι ο κάθε σύντροφος να καθοδηγεί τον άλλον, «στέλνοντας μηνύματα» και επικοινωνώντας για τις δικές του προσωπικές προτιμήσεις, ενώ παράλληλα είναι σε θέση να «λαμβάνει και να ακούει τα μηνύματα» για τις προτιμήσεις του συντρόφου του. Με τον τρόπο αυτόν, κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής υπάρχει μία εναλλαγή στιγμών, κατά τις οποίες και οι δύο σύντροφοι δίνουν και παίρνουν.
Η διάρκεια και η ηδονή
Ο γυναικείος οργασμός, ιδιαίτερα ο κολπικός, μπορεί να παίξει ρόλο στην εξέλιξη. Χαρακτηριζόμενος ως κάτι το «απροσδιόριστο», «ασύλληπτο» και «αδιόρατο», ο γυναικείος οργασμός επιτρέπει στη γυναίκα υποσυνείδητα να διακρίνει μεταξύ του σωστού και του λανθασμένου για αυτήν συντρόφου. Έτσι εξηγείται το γεγονός, ότι ο γυναικείος οργασμός επέρχεται πιο συχνά, όταν η γυναίκα νιώθει χαλαρή, ήρεμη, με έναν δοτικό σεξουαλικό σύντροφο, με τον οποίον βρίσκεται σε συναισθηματική αρμονία, και ο οποίος πληροί τις προϋποθέσεις για μία μακροχρόνια σχέση.
Όμως, υπάρχει και μία άλλη θεωρία: ο οργασμός ίσως είναι ένα από τα όπλα που χρησιμοποιεί υποσυνείδητα το σώμα της γυναίκας, για να επιλέξει τον πατέρα των παιδιών της. Κατά τη διάρκεια του οργασμού, το μέγεθος του κόλπου μειώνεται κατά 30%. Οι συσπάσεις της μήτρας κατά τη διάρκεια του οργασμού μπορεί στην πραγματικότητα να διευκολύνουν την αναπαραγωγή, καθώς ευνοούν την άνοδο μεγαλύτερου αριθμού σπερματοζωαρίων μέσα από τις σάλπιγγες και αυξάνουν την «ορμή» με την οποία ταξιδεύουν τα σπερματοζωάρια. Έτσι, το σώμα καθοδηγεί την προδιάθεση για οργασμό, ανάλογα με την «καταλληλότητα» του εκάστοτε συντρόφου ή με τις συνθήκες της στιγμής. Με άλλα λόγια, πίσω από την εμφανή μη προβλεψιμότητα του γυναικείου οργασμού, πιθανό να υπάρχει μία συγκεκριμένη αναπαραγωγική στρατηγική, την οποία ούτε η ίδια η γυναίκα δεν γνωρίζει.
Ίσως, να υπάρχει ακόμη και μία τρίτη πιθανή εκδοχή, δηλαδή ο οργασμός να συνεχίζει να αποτελεί κάτι που οι γυναίκες δεν έχουν ακόμη πραγματικά κατακτήσει. Τα πλεονεκτήματα που περιγράφονται παραπάνω μπορεί μεν να κάνουν τον οργασμό πηγή ικανοποίησης για τη γυναίκα, αλλά η ίδια πιθανώς να νιώθει ότι βρίσκεται ακόμη «στα μισά του δρόμου» της εξελικτικής πορείας προς τον πλήρη οργασμικό έλεγχο, που αποτελεί αντρικό προνόμιο. Με άλλα λόγια, ο οργασμός στη γυναίκα αποτελεί πηγή απόλαυσης κι ευχαρίστησης, αλλά δεν έχει «ρίζες», με την έννοια ότι δεν έχει κάποια ουσιαστική χρηστικότητα. Αποτελεί ένα άλυτο μυστήριο, που ασφαλώς συντελεί στο ερωτικό «δέσιμο» του ζευγαριού!
Όμως, πόση διάρκεια θα πρέπει να έχει το σεξ, για να μπορέσει η γυναίκα να φτάσει σε οργασμό; Ενώ για έναν άντρα (χωρίς ΠΕ) μόνο 2 λεπτά μπορεί να είναι αρκετά, η γυναίκα φτάνει σε οργασμό κατά μέσο όρο μέσα σε 10-20 λεπτά από την έναρξη της σεξουαλικής επαφής. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο είναι ιδιαίτερα σημαντικό ο άντρας να μην εστιάζεται αποκλειστικά και μόνο στον οργασμό, αλλά να έχει την ικανότητα να συγκεντρώνεται σε όλες τις φάσεις της σεξουαλικής επαφής, στις οποίες περιλαμβάνονται και τα προκαταρκτικά ερωτικά παιχνίδια, να μπορεί να ελέγξει και να «τιθασεύσει» τη σεξουαλική του ορμή, δίνοντας στη σύντροφό του τον απαραίτητο χρόνο, για να ικανοποιηθεί σεξουαλικά και να φτάσει στον οργασμό. Σύμφωνα με μελέτη που διεξήχθη σε Η.Π.Α και Καναδά, η ικανοποιητική σεξουαλική επαφή μπορεί να διαρκεί από 3 έως 13 λεπτά. Όμως, δεν χωρά αμφιβολία ότι η ουσιαστική αξία στη σχέση του ζευγαριού έγκειται στην ποιότητα της σεξουαλικής δραστηριότητας και όχι στην ταχύτητα.
Μαθήματα από εξειδικευμένο Σεξοθεραπευτή (sex coach) είναι το πρώτο βήμα για την τέλεια απόλαυση!