Δέκα μυριάδες ορισμούς μπορείς να δώσεις στον έρωτα. Και οι ποιητές όλοι, από τον Όμηρο ως τον Καβάφη, δουλεύοντας ετούτο το μεταλλείο της άνοιξης, μας δείχνουν κάθε φορά κι από μια του όψη. Ο καθένας με τον τρόπο του.
Όμως ο έρωτας επιμένει να είναι αόριστος. Και αλίμονό μας, εάν γεννιόταν ο υπερποιητής που θα πετύχαινε να τον ορίσει. Τι θα γινότανε!
Την άλλη μέρα όλοι οι άνθρωποι, ουρές και κοπάδια και φάλαγγες κατά μιλιούνια, θα σπούδαζαν να επισκεφθούν τον τόπο, όπου χτίστηκε το πιο σπουδαίο μνημείο επί γης: ο Έρωτος Τάφος. Να προσκυνήσουν το περίτεχνο επιτύμβιο και να αποθέσουν μπροστά του ένα λευκό τριαντάφυλλο.
Όχι. Να μας λείπει ένας τέτοιος ποιητής. Ένας δεύτερος Αττίλας Φειδίας.
Γιατί ο Φειδίας που έχτισε τον Παρθενώνα, την ίδια στιγμή, και χωρίς να το υποψιάζεται, είχε χτίσει και τον τάφο της σοφίας του ανθρώπου˙ της Αθηνάς σοφίας. Ο Παρθενώνας είναι το ταφικό μνημείο της κλασσικής Ελλάδας. Την άλλη μέρα άρχισε ο πελοποννησιακός πόλεμος. Άρχισε το τέλος της κλασσικής Ελλάδας. Και την παράλλη έρχουνταν οι ελληνιστικοί χρόνοι της κάμψης. Και η κλασσική Ελλάδα είναι όλων των εποχών του ανθρώπου η πιο αληθινή εποχή.
Ωστόσο, εδόθηκε από τους ποιητές ο ορισμός του έρωτα. Ο πλήρης και ο ακριβής. Εκείνη την έννοια του ορισμού, δηλαδή, που τόσο βασανίστηκε ο Σωκράτης να την ανακαλύψει. Και που σαν την ανακάλυψε, είχε ταυτόχρονα ανακαλύψει και την επιστήμη. Την επιστήμη. Που σαν άλλος Φαέθοντας ανέβασε τον άνθρωπο στον ουρανό. Κι από κει κρατώντας στα δυο χέρια του τα γκέμια του φωτός και της φωτιάς μέλλει να τον καταγκρεμίσει στα Τάρταρα.
Ο ορισμός, λοιπόν, που εδόθηκε στον έρωτα, και που όλοι οι ποιητές τον διατύπωσαν με τα δικά του λόγια ο καθένας, είναι ο ακόλουθος: έρωτας είναι η τέχνη του να φεύγεις.
Να φεύγεις, αλλά πώς να φεύγεις! Το πράγμα θέλει μεγάλη προσοχή. Γιατί ο ορισμός αυτός είναι τορπίλλι που το παίζει στα χέρια του μικρό παιδί. Το παίζει στα χέρια του και δεν ξέρει τι είναι... Ο Γιωργής τ' Αποδέλοιπο, που λέει κι ο Μυριβήλης.
Έρωτας είναι η τέχνη του να φεύγεις έτσι, που η σφαγή που θα νιώθεις να είναι πολύ πιο σφαγερή από τη σφαγή που νιώθει ο σύντροφος που αφήνεις. Αν εκείνος πονάει τρεις, εσύ να πονέσεις εννιά. Εδώ σε θέλω κάβουρα, που λένε, να περπατάς στα κάρβουνα. Χόρεψες ποτέ σου το χορό του αναστενάρη, χωρίς να είσαι αναστενάρης;
Δημήτρη Λιαντίνη "Γκέμμα"
Όμως ο έρωτας επιμένει να είναι αόριστος. Και αλίμονό μας, εάν γεννιόταν ο υπερποιητής που θα πετύχαινε να τον ορίσει. Τι θα γινότανε!
Την άλλη μέρα όλοι οι άνθρωποι, ουρές και κοπάδια και φάλαγγες κατά μιλιούνια, θα σπούδαζαν να επισκεφθούν τον τόπο, όπου χτίστηκε το πιο σπουδαίο μνημείο επί γης: ο Έρωτος Τάφος. Να προσκυνήσουν το περίτεχνο επιτύμβιο και να αποθέσουν μπροστά του ένα λευκό τριαντάφυλλο.
Όχι. Να μας λείπει ένας τέτοιος ποιητής. Ένας δεύτερος Αττίλας Φειδίας.
Γιατί ο Φειδίας που έχτισε τον Παρθενώνα, την ίδια στιγμή, και χωρίς να το υποψιάζεται, είχε χτίσει και τον τάφο της σοφίας του ανθρώπου˙ της Αθηνάς σοφίας. Ο Παρθενώνας είναι το ταφικό μνημείο της κλασσικής Ελλάδας. Την άλλη μέρα άρχισε ο πελοποννησιακός πόλεμος. Άρχισε το τέλος της κλασσικής Ελλάδας. Και την παράλλη έρχουνταν οι ελληνιστικοί χρόνοι της κάμψης. Και η κλασσική Ελλάδα είναι όλων των εποχών του ανθρώπου η πιο αληθινή εποχή.
Ωστόσο, εδόθηκε από τους ποιητές ο ορισμός του έρωτα. Ο πλήρης και ο ακριβής. Εκείνη την έννοια του ορισμού, δηλαδή, που τόσο βασανίστηκε ο Σωκράτης να την ανακαλύψει. Και που σαν την ανακάλυψε, είχε ταυτόχρονα ανακαλύψει και την επιστήμη. Την επιστήμη. Που σαν άλλος Φαέθοντας ανέβασε τον άνθρωπο στον ουρανό. Κι από κει κρατώντας στα δυο χέρια του τα γκέμια του φωτός και της φωτιάς μέλλει να τον καταγκρεμίσει στα Τάρταρα.
Ο ορισμός, λοιπόν, που εδόθηκε στον έρωτα, και που όλοι οι ποιητές τον διατύπωσαν με τα δικά του λόγια ο καθένας, είναι ο ακόλουθος: έρωτας είναι η τέχνη του να φεύγεις.
Να φεύγεις, αλλά πώς να φεύγεις! Το πράγμα θέλει μεγάλη προσοχή. Γιατί ο ορισμός αυτός είναι τορπίλλι που το παίζει στα χέρια του μικρό παιδί. Το παίζει στα χέρια του και δεν ξέρει τι είναι... Ο Γιωργής τ' Αποδέλοιπο, που λέει κι ο Μυριβήλης.
Έρωτας είναι η τέχνη του να φεύγεις έτσι, που η σφαγή που θα νιώθεις να είναι πολύ πιο σφαγερή από τη σφαγή που νιώθει ο σύντροφος που αφήνεις. Αν εκείνος πονάει τρεις, εσύ να πονέσεις εννιά. Εδώ σε θέλω κάβουρα, που λένε, να περπατάς στα κάρβουνα. Χόρεψες ποτέ σου το χορό του αναστενάρη, χωρίς να είσαι αναστενάρης;
Δημήτρη Λιαντίνη "Γκέμμα"
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου