Ένα από τα ωραιότερα παιγνίδια άσκησης του μυαλού στον κόσμοι, η ιστορία του οποίου χάνεται στα βάθη των αιώνων, είναι το σκάκι.
Οι ιστορικές πηγές αναφέρουν ότι διάφορα παιγνίδια, που έχουν σχέση με το σκάκι,παίζονταν από τη μακρινή αρχαιότητα σ’ όλες τις περιοχές ανάμεσα στην Κίνα, την Αίγυπτο και την Ελλάδα, και είναι πολλές αυτές που διεκδικούν την καταγωγή του. Είναι γνωστό ότι ένα τέτοιο παιγνίδι είχε φτάσει και στους Κέλτες, πριν την Ρωμαϊκή τους κατάκτηση.
Μέχρι τις μέρες μας δεν έχει κατορθωθεί να βρεθεί ούτε ο εφευρέτης του ούτε ο χρόνος εμφάνισής του, ενώ είναι πολλές οι θεωρίες που θέλουν την αρχική του μορφή να παίζεται στις Ινδίες γύρω στην ελληνιστική περίοδο.
Το όνομα του παιγνιδιού στην Ινδία εκείνων των χρόνων ήταν τσατουράγκα, δηλαδή τετραπλή σύνθεση, παιγνίδι που παιζόταν με τα τέσσερα όπλα που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι Ινδοί (ελέφαντες, ιππικό, άρματα και πεζικό). Το παιγνίδι παιζόταν με τέσσερις παίκτες και ο κάθε παίκτης κατείχε από μία γωνία της σκακιέρας.
Αν δεχτούμε ότι το σκάκι προέρχεται από την Ινδία, τότε εφευρέτης του θα θεωρηθεί ο βραχμάνος Σίσσα, που όμως έζησε σε μια απροσδιόριστη εποχή.
Σύμφωνα με αυτή την παράδοση, όταν ο ηγεμόνας της περιοχής στην οποία ζούσε ο Σίσσα τον κάλεσε για να του δείξει το παιγνίδι που είχε εφεύρει, ενθουσιάστηκε τόσο πολύ ώστε ρώτησε τον Σίσσα τι επιθυμούσε ως ανταμοιβή.
Ο Σίσσα τότε ζήτησε τόσους κόκκους σιτάρι, όσους θα μπορούσαν να συμπεριληφθούν στα 64 τετράγωνα της σκακιέρας, βάζοντα στο πρώτο έναν κόκκο, στον δεύτερο δύο, στο τρίτο τέσσερις, στο τέταρτο οκτώ, και πάει λέγοντας, διπλασιάζοντας, δηλαδή, κάθε φορά τους κόκκους στο επόμενο τετράγωνο.
Ο ηγεμόνας γέλασε, θεωρώντας εντελώς ασήμαντο το αίτημα του σοφού και τον ξαναρώτησε, αν επιθυμεί κάτι περισσότερο σημαντικό. Ο Σίσσα επέμεινε στο αρχικό του αίτημα και ο ηγεμόνας διέταξε να αδειάσουν το φορτίο σιταριού μιας καμήλας δίπλα του. Η έκπληξη ήταν τεράστια, όταν ο θησαυροφύλακάς του, και επομένως υπεύθυνος των αποθηκών, τον ενημέρωσε ότι δεν έφτανε, όχι μόνο το σιτάρι της ηγεμονίας του, αλλά ούτε και των γύρω ηγεμονιών, για να ικανοποιήσει το αίτημα του Σίσσα..., διότι το απαιτούμενο σιτάρι ανέρχονταν σε
18.446.744.073.709.551.615 κόκκους σιταριού!
Υπολογίζοντας, με τα σημερινά μας μέτρα και σταθμά, ότι το βάρος ενός κόκκου είναι ίσο με 0,053 γραμμάρια, οι απαιτούμενοι κόκκοι ισοδυναμούσαν με την ποσότητα των 977.677.436.907 τόνων ( απλά, λέει μαθηματικά...).
Στα Βυζαντινά χρόνια παιζόταν μια παραλλαγή του παιγνιδιού, γνωστή ως ζατρίκιον και πιθανολογείται ότι προήρθε από την Περσία. Στα αρχαία περσικά λεγόταν shatranj, δηλαδή βασιλικό παιγνίδι. Αυτό ερμηνεύεται και από τον ιδιαίτερο ρόλο του πιονιού «βασιλιάς» στο παιγνίδι, και όχι επειδή παιζόταν από βασιλιάδες και ευγενείς.
Ωστόσο, το σκάκι δεν πέρασε στην Ευρώπη από τους Πέρσες, αλλά από τους Άραβες, οι οποίοι το είχαν μάθει από τους Πέρσες.
Την γνωστή μας μορφή το σκάκι την απέκτησε στην Ευρώπη τον 15ο αιώνα. Οι κινήσεις του ίππου, του πύργου, του βασιλιά και των απλών πιονιών έχουν μείνει αναλλοίωτες στους αιώνες που πέρασαν. Διαφορές εντοπίζονται μόνον στην κίνηση της βασίλισσας, του αξιωματικού και στην κίνηση του ροκέ.
Ο πύργος, που αρχικά συμβόλιζε τα άρματα, στην πορεία συνδέθηκε με τους πολιορκητικούς πύργους.
Οι ιστορικές πηγές αναφέρουν ότι διάφορα παιγνίδια, που έχουν σχέση με το σκάκι,παίζονταν από τη μακρινή αρχαιότητα σ’ όλες τις περιοχές ανάμεσα στην Κίνα, την Αίγυπτο και την Ελλάδα, και είναι πολλές αυτές που διεκδικούν την καταγωγή του. Είναι γνωστό ότι ένα τέτοιο παιγνίδι είχε φτάσει και στους Κέλτες, πριν την Ρωμαϊκή τους κατάκτηση.
Μέχρι τις μέρες μας δεν έχει κατορθωθεί να βρεθεί ούτε ο εφευρέτης του ούτε ο χρόνος εμφάνισής του, ενώ είναι πολλές οι θεωρίες που θέλουν την αρχική του μορφή να παίζεται στις Ινδίες γύρω στην ελληνιστική περίοδο.
Το όνομα του παιγνιδιού στην Ινδία εκείνων των χρόνων ήταν τσατουράγκα, δηλαδή τετραπλή σύνθεση, παιγνίδι που παιζόταν με τα τέσσερα όπλα που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι Ινδοί (ελέφαντες, ιππικό, άρματα και πεζικό). Το παιγνίδι παιζόταν με τέσσερις παίκτες και ο κάθε παίκτης κατείχε από μία γωνία της σκακιέρας.
Αν δεχτούμε ότι το σκάκι προέρχεται από την Ινδία, τότε εφευρέτης του θα θεωρηθεί ο βραχμάνος Σίσσα, που όμως έζησε σε μια απροσδιόριστη εποχή.
Σύμφωνα με αυτή την παράδοση, όταν ο ηγεμόνας της περιοχής στην οποία ζούσε ο Σίσσα τον κάλεσε για να του δείξει το παιγνίδι που είχε εφεύρει, ενθουσιάστηκε τόσο πολύ ώστε ρώτησε τον Σίσσα τι επιθυμούσε ως ανταμοιβή.
Ο Σίσσα τότε ζήτησε τόσους κόκκους σιτάρι, όσους θα μπορούσαν να συμπεριληφθούν στα 64 τετράγωνα της σκακιέρας, βάζοντα στο πρώτο έναν κόκκο, στον δεύτερο δύο, στο τρίτο τέσσερις, στο τέταρτο οκτώ, και πάει λέγοντας, διπλασιάζοντας, δηλαδή, κάθε φορά τους κόκκους στο επόμενο τετράγωνο.
Ο ηγεμόνας γέλασε, θεωρώντας εντελώς ασήμαντο το αίτημα του σοφού και τον ξαναρώτησε, αν επιθυμεί κάτι περισσότερο σημαντικό. Ο Σίσσα επέμεινε στο αρχικό του αίτημα και ο ηγεμόνας διέταξε να αδειάσουν το φορτίο σιταριού μιας καμήλας δίπλα του. Η έκπληξη ήταν τεράστια, όταν ο θησαυροφύλακάς του, και επομένως υπεύθυνος των αποθηκών, τον ενημέρωσε ότι δεν έφτανε, όχι μόνο το σιτάρι της ηγεμονίας του, αλλά ούτε και των γύρω ηγεμονιών, για να ικανοποιήσει το αίτημα του Σίσσα..., διότι το απαιτούμενο σιτάρι ανέρχονταν σε
18.446.744.073.709.551.615 κόκκους σιταριού!
Υπολογίζοντας, με τα σημερινά μας μέτρα και σταθμά, ότι το βάρος ενός κόκκου είναι ίσο με 0,053 γραμμάρια, οι απαιτούμενοι κόκκοι ισοδυναμούσαν με την ποσότητα των 977.677.436.907 τόνων ( απλά, λέει μαθηματικά...).
Στα Βυζαντινά χρόνια παιζόταν μια παραλλαγή του παιγνιδιού, γνωστή ως ζατρίκιον και πιθανολογείται ότι προήρθε από την Περσία. Στα αρχαία περσικά λεγόταν shatranj, δηλαδή βασιλικό παιγνίδι. Αυτό ερμηνεύεται και από τον ιδιαίτερο ρόλο του πιονιού «βασιλιάς» στο παιγνίδι, και όχι επειδή παιζόταν από βασιλιάδες και ευγενείς.
Ωστόσο, το σκάκι δεν πέρασε στην Ευρώπη από τους Πέρσες, αλλά από τους Άραβες, οι οποίοι το είχαν μάθει από τους Πέρσες.
Την γνωστή μας μορφή το σκάκι την απέκτησε στην Ευρώπη τον 15ο αιώνα. Οι κινήσεις του ίππου, του πύργου, του βασιλιά και των απλών πιονιών έχουν μείνει αναλλοίωτες στους αιώνες που πέρασαν. Διαφορές εντοπίζονται μόνον στην κίνηση της βασίλισσας, του αξιωματικού και στην κίνηση του ροκέ.
Ο πύργος, που αρχικά συμβόλιζε τα άρματα, στην πορεία συνδέθηκε με τους πολιορκητικούς πύργους.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου