Σε ένα παιδικό πάρτι, ένα αγόρι προτείνει στον φίλο του να παίξουν όλοι μαζί «Θάρρος ή Αλήθεια». Εντυπωσιάστηκα. Νόμιζα ότι αυτό το παιχνίδι, όπως και η «μπουκάλα», ανήκει στο παρελθόν. Των δικών μου παιδικών και εφηβικών πάρτι.
Πάντα παίζουμε ένα παιχνίδι με απώτερους σκοπούς. Συνειδητούς ή ασυνείδητους. Παίζουμε για να περάσει η ώρα. Για να ψυχαγωγηθούμε. Για να αποδείξουμε πόσο καλοί παίκτες είμαστε. Για να κερδίσουμε το ομορφότερο κορίτσι της τάξης. Για να γελάσουμε. Για να αποσπάσουμε εκείνο το αθώο πρώτο φιλί στο στόμα, αφού δεν μπορούμε να το ζητήσουμε ευθέως. Και μετά αφού περνούν τα χρόνια, παίζουμε, συνθηκολογούμε μέσα μας, κατασκευάζουμε την πραγματικότητα, επιλέγουμε επάγγελμα και υποδυόμαστε ρόλους για να αντέξουμε την ύπαρξή μας. Να ξορκίσουμε τον θάνατο. Να δείξουμε την ανωτερότητά μας. Να καλύψουμε την περιέργειά μας. Να πάρουμε αγάπη. Κυρίως. Και ίσως να δώσουμε και λίγη. Να ερωτευτούμε και όταν τελειώσει να μπορούμε να ξαναερωτευτούμε. Και το παιχνίδι να ξαναρχίζει σαν να μην υπήρξε χθες και σαν να μην υπάρχει αύριο.
Τι γίνεται, όμως, με το θάρρος; Πόσο εύκολο είναι για έναν άνθρωπο να παίξει στη ζωή του επιλέγοντας το θάρρος και την αλήθεια; Και εάν η αλήθεια είναι σαν το ανέκδοτο με τον ελέφαντα, που ανάλογα τι πιάνεις –προβοσκίδα, πόδι κ.λπ.– αυτό νομίζεις ότι είναι ο ελέφαντας, με το θάρρος τι γίνεται;
«Είμαστε δύο μήνες χωρισμένοι και δεν τολμώ να του πω ότι θέλω να ξαναγυρίσει στο σπίτι μας. Μου λείπει αυτό το θάρρος», λέει μια γυναίκα στον καθρέφτη της. Η ίδια συνεχίζει, «να γυρίσει εκείνος. Γιατί δεν γυρίζει; Να του κάνουμε και τη χάρη να πέσουμε στα πόδια του;», γυρνά ξαφνικά αγριεμένη στη φίλη της που την κοιτά πίσω από τον καθρέφτη όπου δοκίμαζε ένα ζευγάρι καινούργιες μπότες.
Ενας πατέρας χρεοκοπεί. Ο γιος του προσπαθεί να καταλάβει γιατί του συνέβη αυτό το κακό, που επηρεάζει όλη την οικογένεια, αλλά και το μέλλον του νεαρού. Ο πατέρας κινδυνεύει με φυλάκιση. Χρωστά στο Δημόσιο. Στο σπίτι όλη την ημέρα βρίζει την κυβέρνηση, την κρίση, τους δανειστές, την Ευρώπη, την τρόικα. Ολοι φταίνε για το κατάντημά του. Το παιδί είναι θυμωμένο και θέλει να ξεπληρώσει για τον πατέρα του. Το θάρρος του έχει γίνει θράσος. Ενώ ξεκίνησε σαν θαρραλέος επιχειρηματίας, ο εαυτός του και οι κακές αποφάσεις του τον μετατρέπουν σε θρασύ και δειλό.
Ενα κορίτσι επιθυμεί να πει την αλήθεια στη δασκάλα ότι αντέγραψε στο διαγώνισμα. Η μητέρα της είναι ανένδοτη. «Θα πας εσύ να βγάλεις το φίδι από την τρύπα;» της λέει.
Το παιχνίδι που παίζαμε ως παιδιά εμπεριείχε δύο έννοιες αλληλένδετες μεταξύ τους. Οταν κάποιος νιώθει κάτι ως αληθές, μπορεί να χρειαστεί να βρει το θάρρος για να το ομολογήσει ενώπιον της ομάδας του παιχνιδιού. Και το ρίσκο σχετιζόταν με τη διάσταση, από τη μια, της εσωτερικής ικανότητας να ξέρεις να αναγνωρίζεις τι είναι αλήθεια για σένα, τουλάχιστον, και από την άλλη, με τη δράση, την εκδραμάτιση του θάρρους, ή με την τόλμη να μπορείς να κάνεις την «υπέρβαση».
Στα παιχνίδια που παίζουν οι ενήλικες, το παιχνίδι έχει μετονομαστεί σε «θάρρος ή θράσος;», με το δεύτερο να κερδίζει στα σημεία όσο πιο «ενήλικος» νιώθεις. Αναβιώνοντας όλα τα δύσκολα, στερημένα και αδηφάγα παιδικά κομμάτια, ο ενήλικος σε παλινδρόμηση αδυνατεί να κάνει την υπέρβαση. Αδυνατεί να μιλήσει με θάρρος στον εαυτό του και στους άλλους για όσα τον πονούν. Για τις ελλείψεις, τις λανθασμένες κινήσεις, για τους στόχους που ναυάγησαν, για τις ευθύνες που δεν αναλήφθηκαν, για τον πόνο που θέλουν να αποφύγουν, για την αίσθηση μεγαλομανίας και παντοδυναμίας ως μια διαρκή ψευδαίσθηση, για τα όρια που συνεχώς και αδιαλείπτως επιθυμούν να ξεπερνούν εις βάρος των άλλων και επ’ ωφελεία εκείνων. Το θράσος έχει γίνει η ασπίδα του λαβωμένου. Οσο πιο μικρός και αδύναμος τόσο πιο οχυρωμένος. Το ζήτημα όμως είναι ότι το θράσος εξελίσσεται σε ηθική αξία της ζωής. Το θάρρος έχει υπαναχωρήσει, κάνοντάς το να φαίνεται σαν την αφελή εκδοχή του θράσους, σε ένα παιχνίδι για γερά στομάχια. Το σίγουρο είναι ότι στη δική μου αλήθεια, το ένα αποκλείει το άλλο. Ο θρασύς δεν είναι ποτέ θαρραλέος. Δεν είναι ποτέ καινοτόμος, γοητευτικός, ρομαντικός και υπεύθυνος. Ο θρασύς δεν σέβεται την αλήθεια του. Δεν την εκφράζει, δεν την αντέχει. Τον καταπίνει. Γι' αυτό, είναι καλύτερα η στροφή μιας «μπουκάλας» για να στρέψουμε σε άλλον αυτό που δεν αντέχουμε να σηκώσουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου