Η συμποτική ελεγεία που ακολουθεί αναφέρεται στον τρόπο με τον οποίο πρέπει να οργανώνονται τα εορταστικά συμπόσια.
Αποτελείται από δύο μέρη: στο πρώτο (στ. 1-12) περιγράφεται μια σκηνή συμποσίου, στο οποίο υπάρχει άφθονο κρασί, φαγητό και τραγούδι· στο δεύτερο μέρος (13-24) τονίζεται ότι οι προηγούμενες ετοιμασίες πρέπει να συνοδεύονται από συμπεριφορά αρμόζουσα προς τους θεούς και την περίσταση.
Στο πρώτο μέρος κυριαρχεί η έννοια της καθαρότητας (το δείπνο, τα χέρια, οι κύλικες είναι "καθαρά", η ευωδία του λιβανιού είναι"αγνή"), ενώ στο δεύτερο μέρος το βάρος μετατίθεται στην ευσέβειακαι στην ευπρέπεια.
Από τις υλικές συνθήκες μεταβαίνουμε στις πνευματικές ιδιότητες, για να καταλήξει το ποίημα με τη χαρακτηριστική λέξη ἀγαθήν.
΄Οπως έχει παρατηρηθεί, «αυτή η προοδευτική εξύψωση του συναισθήματος, που συμβολίζεται επιδέξια με την ανοδική κίνηση από το πάτωμα (στ. 1) στο τραπέζι (στ. 9), στο σπίτι (12), στην ανθρώπινη υπεροχή (στ. 20), στο σεβασμό προς τους θεούς (στ. 24), δίνει στο ποίημα το διδακτικό του χαρακτήρα· αποτελεί μιαν άσκηση στην ηθική ευαισθητοποίηση [...]».
Το ποίημα απευθύνεται σε ανθρώπους που δεν έχουν πλήρη συνείδηση της αρετής που πρέπει να χαρακτηρίζει τη συμπεριφορά τους, γεγονός που καθιστά απίθανη την υπόθεση ότι γράφτηκε για το τελετουργικό δείπνο ενός ομίλου (θιάσου,) οπαδών του Πυθαγόρα ή του Παρμενίδη.
< Τώρα το δάπεδο, τα χέρια όλων και οι κύλικες, τα πάντα είναι καθαρά.
Ο ένας βάζει στα κεφάλια μας πλεκτά στεφάνια, ο άλλος μας προσφέρει σε απλόχωρη φιάλη μύρα.
Στέκει ο κρατήρας ξέχειλος από οινωπή χαρά.
Και άλλο κρασί ετοιμασμένο, «ποτέ δεν θα σας λείψω» βεβαιώνει, γλυκύ ποτό μέσα σε πήλινα δοχεία και μοσχομυρίζει άνθη.
Από το κέντρο αφήνει το λιβάνι την εξαγνιστήριά του ευωδιά.
Ψυχρό, γλυκύ και καθαρό είναι το νερό.
Πλάι μας βρίσκονται ροδοκοκκινισμένα ψωμιά και πλούσια στρωμένο τραπέζι, βαριά φορτωμένο με παχύρρευστο μέλι και λιπαρό τυρί.
Στη μέση ο βωμός, ολόκληρος με άνθη σκεπασμένος.
Αχολογά το αρχοντικό από το χορό και το τραγούδι.
Πρέπει πρώτα απ᾽ όλα καλόγνωμοι να υμνούμε τον θεό με αφηγήσεις επαινετικές και στοχασμούς ανεπίληπτους.
Ας κάνουμε σπονδές και ας ευχηθούμε στο χέρι μας να είναι η πραγμάτωση του δίκιου (-αυτό είναι το σωστότερο απ᾽ όλα).
Όχι απρέπειες.
Να πίνεις, αλλά να μπορείς σπίτι πιωμένος να γυρνάς χωρίς να σε υποβαστάζει υπηρέτης, αν βέβαια δεν είσαι πολύ γέρος πια.
Να επαινείς τον πότη που μιλά για πράγματα ευγενή -την αρετή πρέπει να θυμόμαστε και να υμνούμε.
Να μην μιλάνε τα ποιήματά μας για Γίγαντες, Τιτάνες και Κενταύρους, ψευδολογήματα των αρχαίων ποιητών.
Μιλιά για τον εμφύλιο σπαραγμό.
Όλα αυτά σε τίποτε δεν ωφελούν.
Πάντοτε το καλύτερο πρέπει να σκεφτόμαστε για τους θεούς. >
--------------------
Ο ένας βάζει στα κεφάλια μας πλεκτά στεφάνια, ο άλλος μας προσφέρει σε απλόχωρη φιάλη μύρα.
Στέκει ο κρατήρας ξέχειλος από οινωπή χαρά.
Και άλλο κρασί ετοιμασμένο, «ποτέ δεν θα σας λείψω» βεβαιώνει, γλυκύ ποτό μέσα σε πήλινα δοχεία και μοσχομυρίζει άνθη.
Από το κέντρο αφήνει το λιβάνι την εξαγνιστήριά του ευωδιά.
Ψυχρό, γλυκύ και καθαρό είναι το νερό.
Πλάι μας βρίσκονται ροδοκοκκινισμένα ψωμιά και πλούσια στρωμένο τραπέζι, βαριά φορτωμένο με παχύρρευστο μέλι και λιπαρό τυρί.
Στη μέση ο βωμός, ολόκληρος με άνθη σκεπασμένος.
Αχολογά το αρχοντικό από το χορό και το τραγούδι.
Πρέπει πρώτα απ᾽ όλα καλόγνωμοι να υμνούμε τον θεό με αφηγήσεις επαινετικές και στοχασμούς ανεπίληπτους.
Ας κάνουμε σπονδές και ας ευχηθούμε στο χέρι μας να είναι η πραγμάτωση του δίκιου (-αυτό είναι το σωστότερο απ᾽ όλα).
Όχι απρέπειες.
Να πίνεις, αλλά να μπορείς σπίτι πιωμένος να γυρνάς χωρίς να σε υποβαστάζει υπηρέτης, αν βέβαια δεν είσαι πολύ γέρος πια.
Να επαινείς τον πότη που μιλά για πράγματα ευγενή -την αρετή πρέπει να θυμόμαστε και να υμνούμε.
Να μην μιλάνε τα ποιήματά μας για Γίγαντες, Τιτάνες και Κενταύρους, ψευδολογήματα των αρχαίων ποιητών.
Μιλιά για τον εμφύλιο σπαραγμό.
Όλα αυτά σε τίποτε δεν ωφελούν.
Πάντοτε το καλύτερο πρέπει να σκεφτόμαστε για τους θεούς. >
--------------------
καὶ κύλικες· πλεκτοὺς δ᾽ ἀμφιτιθεῖ στεφάνους,
ἄλλος δ᾽ εὐῶδες μύρον ἐν φιάλῃ παρατείνει·
κρητὴρ δ᾽ ἕστηκεν μεστὸς ἐυφροσύνης·
5 ἄλλος δ᾽ οἶνος ἑτοῖμος, ὃς οὔποτέ φησι προδώσειν,
μείλιχος ἐν κεράμοις, ἄνθεος ὀζόμενος·
ἐν δὲ μέσοις ἁγνὴν ὀδμὴν λιβανωτὸς ἵησιν,
ψυχρὸν δ᾽ ἐστὶν ὕδωρ καὶ γλυκὺ καὶ καθαρόν·
παρκέαται δ᾽ ἄρτοι ξανθοὶ γεραρή τε τράπεζα
10 τυροῦ καὶ μέλιτος πίονος ἀχθομένη·
βωμὸς δ᾽ ἄνθεσιν ἀν τὸ μέσον πάντῃ πεπύκασται,
μολπὴ δ᾽ ἀμφὶς ἔχει δώματα καὶ θαλίη.
χρὴ δὲ πρῶτον μὲν θεὸν ὑμνεῖν εὔφρονας ἄνδρας
εὐφήμοις μύθοις καὶ καθαροῖσι λόγοις,
15 σπείσαντάς τε καὶ εὐξαμένους τὰ δίκαια δύνασθαι
πρήσσειν· ταῦτα γὰρ ὦν ἐστι προχειρότερον,
οὐχ ὕβρεις· πίνειν δ᾽ ὁπόσον κεν ἔχων ἀφίκοιο
οἴκαδ᾽ ἄνευ προπόλου μὴ πάνυ γηραλέος.
ἀνδρῶν δ᾽ αἰνεῖν τοῦτον ὃς ἐσθλὰ πιὼν ἀναφαίνει,
20 ὡς ᾖ μνημοσύνη καὶ τόνος ἀμφ᾽ ἀρετῆς,
οὔ τι μάχας διέπειν Τιτήνων οὐδὲ Γιγάντων
οὐδὲ ‹ › Κενταύρων, πλάσμα‹τα› τῶν προτέρων,
ἢ στάσιας σφεδανάς· τοῖς οὐδὲν χρηστὸν ἔνεστιν·
θεῶν ‹δὲ› προμηθείην αἰὲν ἔχειν ἀγαθήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου