«Πλάτων και Επίκουρος είναι οι δύο πόλοι της συναισθηματικής και διανοητικής ζωής, η πιο βαθιά ριζωμένη στην ανθρώπινη φύση αντίθεση, καθρέφτισμα της οικονομικής και κοινωνικής αντίθεσης. Ο Πλάτων είναι ο τυπικός αντιπρόσωπος του ιδεαλισμού, ο Επίκουρος του συστηματικότερου υλισμού που γνώρισε η Αρχαιότητα. Η αντίθεση είναι χαρακτηριστική για την ζωή και την κίνηση των ιδεών, για την ιστορία της φιλοσοφίας, που είναι η πάλη του ιδεαλισμού και του υλισμού. Η πρώτη, η παλαιότερη και πρωτογονότερη θεώρηση του κόσμου, είναι η ιδεαλιστική.
« Γεννιόμαστε πλατωνικοί » είπε ο Μπερξόν – από αφορμές, πάει να πει, οικονομικο-κοινωνικές και από πλάνη ψυχοφυσική κλίνουμε στις εύκολες λύσεις, στη φυγή και το ευχάριστο ξεγέλασμα.
Ο Επίκουρος είπε το μεγάλο veto στις πλάνες αυτές, ένα γόνιμο σε συνέπειες ceterum censeo (*) στις αντιλήψεις που είχαν κληρονομηθεί από παλαιότερους καιρούς, από τη μυθοπλασία των χρόνων της αγροτικής οικονομίας, από Πυθαγόρα και Ελεάτες. Άλλες είχαν γεννηθεί σαν νεοπλάσματα στο αντιδραστικό και αρρωστιάρικο κλίμα του 4ου αιώνα με εκπροσώπους τον Πλάτωνα και συνέχεια του τον Αριστοτέλη, τους Στωικούς και τους Σκεπτικούς, που κι αυτοί είπαν το λογάκι τους για να θολώσουν τα νερά.
Από τη σκοπιά που στάθηκε ο Επίκουρος, κόσμος και ανθρώπινη ζωή, οι αξίες που δημιούργησε η ελληνική παιδεία, πρόβαλλαν μέσα σε διαφορετικό φως, κι η χιλιολάτρευτη αρχαιότητα πήρε διαφορετικό νόημα και αξιολόγηση κι έδειξε πλευρές και αποχρώσεις διαφορετικές από εκείνες που εξακολουθούν να βλέπουν ακόμα και σήμερα οι ανιδέαστοι λατρευτές της.
Οι κληρονόμοι. Ανάμεσα στην αρχαιότητα και το νεότερο άνθρωπο στάθηκαν οι ελληνιστικοί χρόνοι, οι χρόνοι της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, ο Μεσαίωνας που στην ουσία σύρθηκε ως τα χρόνια του Διαφωτισμού και της αστικής δημοκρατίας και που κατά ένα τρόπο συνεχίζεται κάτω από τα μάτια μας. Σ’ όλη αυτή τη μακρόσυρτη διαδρομή, που η ζήση ξαναβύθισε στην αγροτική οικονομία και στην απολυταρχία και ο νους στη θολούρα του μύθου, οι άνθρωποι αγάπησαν και είδαν στην αρχαιότητα τη θρησκευτική και μυθική της πλευρά.
Η αξιολόγηση αυτή πήρε τη σχηματική της διαμόρφωση στα ελληνιστικά κιόλας χρόνια. Η ελληνική παιδεία δέχτηκε βαρβαρική επιδρομή. Η ανατολική θρησκοληψία και θεοσοφική διάθεση, που κουβάλησαν σ’ αυτήν οι ξένοι, Σύροι, Αιγύπτιοι, Εβραίοι, διαμετρικά αντίθετες και ασυμβίβαστες με την ουσία του ελληνισμού, ήταν φυσικό να αγκιστρωθούν στον Πυθαγόρα και στον Πλάτωνα. Ο Ιουδαίος Φίλων, που έζησε στα χρόνια του Χριστού, υποστήριξε πως ο Πλάτων τη σοφία του την άντλησε από τα ιερά βιβλία των Εβραίων, ενώ εκείνα βαστούν από “θεϊκή” έμπνευση. Κανένα αιώνα αργότερα ο Νουμήνιος από την Απάμεια της Συρίας (γύρω στα 160 μ.Χ.) έλεγε πως ο Πλάτων είναι ο ίδιος ο Μωϋσής που μιλάει ελληνικά, “Μωϋσής αττικίζων”. Ο αραβικός και ο δυτικοευρωπαϊκός Μεσαίωνας αγιοποίησαν τον Αριστοτέλη σαν φύλακα άγγελο της μωαμεθανικής και της καθολικής ορθοδοξίας.
Τον κίνδυνο από την επιδρομή τον νιώθουν με καρδιοχτύπι οι Επικούρειοι. Ο Φιλόδημος, Επικούρειος του 1ου π.Χ. αιώνα, γράφει με σφύξιμο ψυχής για τις ιδέες και τα έθιμα που κουβαλούσαν οι Ασιάτες. “Κοιμούνται σε ναούς, θεοπαρμένοι θυσιάζουν σε πέτρες αντί σ’ αγάλματα, με τύμπανα και άγρια μουσική. Τους θεούς αυτούς τους έχουν γι’ αδέκαστους και αλύγιστους, τον Άδη άμαχο και αδάμαστο”: “και τους μεν (θεούς) νομίζειν ατρέπτους και απαραιτήτους, τον δ’ Άδην άμαχον και αδάμαστον κατά τινα των εθνών Ασίας” (Φιλόδημος, Περί Θεών Ι, 18,22, εκδ.Η.Diels). Έτσι γίνεται ξεκάθαρα ο χωρισμός: ελληνικό και μη ελληνικό, Griechisch και Ungriechisch, όπως πολιτογραφήθηκαν οι δύο έννοιες στη γλώσσα της γερμανικής κριτικής και χρησίμεψαν σαν κεντρικό στημόνι στην μελέτη του καθηγητή.
Με το ίδιο θρησκευτικό και μυστικό μάτι κοίταξε και η Αναγέννηση την αρχαιότητα. Ορφισμός και Πυθαγορισμός, με την μεταγενέστερη χαμηλά φαντασιοκοπική παραλλαγή (Νεοπυθαγορισμός), Νεοπλατωνισμός, είχαν την έλξη τους στην πρωτοξύπνητη Δύση. Ο Σωκράτης βαθμολογήθηκε τόσο ψηλά γιατί νομίσθηκε πως παρουσιάζει γραμμές που θυμίζουν τον Χριστό.
Ήταν σωστή προφητεία του δίκαιου που πήγαινε στον άδικο θάνατο τα χιλιομνημόνευτα: “καθεύδοντες διατελοίτε αν, ει μη τινα άλλον ο θεός υμίν επιπέμψειεν κηδόμενος υμών” (Πλατ.Απολ., 31Α). “Όλον τον καιρό θα εξακολουθείτε να κοιμάσθε, ώσπου να σας λυπηθεί ο θεός και σας στείλει άλλον κανέναν”. Ο Πλάτων πέρασε για θεόπνευστος προφήτης με προαισθήματα για το σωτήριο κήρυγμα.
Οι εξοχότερες κεφαλές της Ιταλίας συζητούσαν γύρω από το φιλόξενο τραπέζι των Μεδίκων για να συμβιβάσουν Πλάτωνα και Ιησού, ονειρεύονταν μια θρησκεία που να ενώνει χριστιανική ηθική και ελληνική φιλοκαλία. Για όλον αυτόν τον μεταλεξανδρινό κόσμο ο Επίκουρος ήταν σκάνδαλο, όπως ήταν σκάνδαλο να είναι κανείς λογικός να πιστεύει σ ‘ εκείνα που πιάνει με το χέρι του και στα συμπεράσματα που βγάζει με την κρίση του. Οι σύγχρονοί του ήδη τον είχαν θάψει κάτω από διαβολές, αισχρές συκοφαντίες και διαστροφές. Το πλούσιο έργο του παραμελήθηκε, χάθηκε και στην τύχη χρωστάμε τα λίγα πολύτιμα κομμάτια που σώθηκαν. Κρυμένα αιώνες σα σπίθα στη στάχτη χρησίμευσαν προσάναμμα, όταν έφτασε το πλήρωμα άλλων καιρών. Η έρευνα και η κατανόηση αναστήλωσαν τη φωτεινή φυσιογνωμία του, την γνήσια ελληνική και οδηγημένοι από τη φεγγοβολία της αναστηλώνουμε κι εμείς την Αρχαιότητα όπως ήταν στην πραγματικότητα. »
(Απόσπασμα από το βιβλίο ( σελ. 5,5,7 του καθηγητή Χαράλαμπου Θεοδωρίδη, Επίκουρος – Η Αληθινή Όψη του Αρχαίου Κόσμου )
(*) «..και η Καρχηδόνα πρέπει να καταστραφεί !»
« Γεννιόμαστε πλατωνικοί » είπε ο Μπερξόν – από αφορμές, πάει να πει, οικονομικο-κοινωνικές και από πλάνη ψυχοφυσική κλίνουμε στις εύκολες λύσεις, στη φυγή και το ευχάριστο ξεγέλασμα.
Ο Επίκουρος είπε το μεγάλο veto στις πλάνες αυτές, ένα γόνιμο σε συνέπειες ceterum censeo (*) στις αντιλήψεις που είχαν κληρονομηθεί από παλαιότερους καιρούς, από τη μυθοπλασία των χρόνων της αγροτικής οικονομίας, από Πυθαγόρα και Ελεάτες. Άλλες είχαν γεννηθεί σαν νεοπλάσματα στο αντιδραστικό και αρρωστιάρικο κλίμα του 4ου αιώνα με εκπροσώπους τον Πλάτωνα και συνέχεια του τον Αριστοτέλη, τους Στωικούς και τους Σκεπτικούς, που κι αυτοί είπαν το λογάκι τους για να θολώσουν τα νερά.
Από τη σκοπιά που στάθηκε ο Επίκουρος, κόσμος και ανθρώπινη ζωή, οι αξίες που δημιούργησε η ελληνική παιδεία, πρόβαλλαν μέσα σε διαφορετικό φως, κι η χιλιολάτρευτη αρχαιότητα πήρε διαφορετικό νόημα και αξιολόγηση κι έδειξε πλευρές και αποχρώσεις διαφορετικές από εκείνες που εξακολουθούν να βλέπουν ακόμα και σήμερα οι ανιδέαστοι λατρευτές της.
Οι κληρονόμοι. Ανάμεσα στην αρχαιότητα και το νεότερο άνθρωπο στάθηκαν οι ελληνιστικοί χρόνοι, οι χρόνοι της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, ο Μεσαίωνας που στην ουσία σύρθηκε ως τα χρόνια του Διαφωτισμού και της αστικής δημοκρατίας και που κατά ένα τρόπο συνεχίζεται κάτω από τα μάτια μας. Σ’ όλη αυτή τη μακρόσυρτη διαδρομή, που η ζήση ξαναβύθισε στην αγροτική οικονομία και στην απολυταρχία και ο νους στη θολούρα του μύθου, οι άνθρωποι αγάπησαν και είδαν στην αρχαιότητα τη θρησκευτική και μυθική της πλευρά.
Η αξιολόγηση αυτή πήρε τη σχηματική της διαμόρφωση στα ελληνιστικά κιόλας χρόνια. Η ελληνική παιδεία δέχτηκε βαρβαρική επιδρομή. Η ανατολική θρησκοληψία και θεοσοφική διάθεση, που κουβάλησαν σ’ αυτήν οι ξένοι, Σύροι, Αιγύπτιοι, Εβραίοι, διαμετρικά αντίθετες και ασυμβίβαστες με την ουσία του ελληνισμού, ήταν φυσικό να αγκιστρωθούν στον Πυθαγόρα και στον Πλάτωνα. Ο Ιουδαίος Φίλων, που έζησε στα χρόνια του Χριστού, υποστήριξε πως ο Πλάτων τη σοφία του την άντλησε από τα ιερά βιβλία των Εβραίων, ενώ εκείνα βαστούν από “θεϊκή” έμπνευση. Κανένα αιώνα αργότερα ο Νουμήνιος από την Απάμεια της Συρίας (γύρω στα 160 μ.Χ.) έλεγε πως ο Πλάτων είναι ο ίδιος ο Μωϋσής που μιλάει ελληνικά, “Μωϋσής αττικίζων”. Ο αραβικός και ο δυτικοευρωπαϊκός Μεσαίωνας αγιοποίησαν τον Αριστοτέλη σαν φύλακα άγγελο της μωαμεθανικής και της καθολικής ορθοδοξίας.
Τον κίνδυνο από την επιδρομή τον νιώθουν με καρδιοχτύπι οι Επικούρειοι. Ο Φιλόδημος, Επικούρειος του 1ου π.Χ. αιώνα, γράφει με σφύξιμο ψυχής για τις ιδέες και τα έθιμα που κουβαλούσαν οι Ασιάτες. “Κοιμούνται σε ναούς, θεοπαρμένοι θυσιάζουν σε πέτρες αντί σ’ αγάλματα, με τύμπανα και άγρια μουσική. Τους θεούς αυτούς τους έχουν γι’ αδέκαστους και αλύγιστους, τον Άδη άμαχο και αδάμαστο”: “και τους μεν (θεούς) νομίζειν ατρέπτους και απαραιτήτους, τον δ’ Άδην άμαχον και αδάμαστον κατά τινα των εθνών Ασίας” (Φιλόδημος, Περί Θεών Ι, 18,22, εκδ.Η.Diels). Έτσι γίνεται ξεκάθαρα ο χωρισμός: ελληνικό και μη ελληνικό, Griechisch και Ungriechisch, όπως πολιτογραφήθηκαν οι δύο έννοιες στη γλώσσα της γερμανικής κριτικής και χρησίμεψαν σαν κεντρικό στημόνι στην μελέτη του καθηγητή.
Με το ίδιο θρησκευτικό και μυστικό μάτι κοίταξε και η Αναγέννηση την αρχαιότητα. Ορφισμός και Πυθαγορισμός, με την μεταγενέστερη χαμηλά φαντασιοκοπική παραλλαγή (Νεοπυθαγορισμός), Νεοπλατωνισμός, είχαν την έλξη τους στην πρωτοξύπνητη Δύση. Ο Σωκράτης βαθμολογήθηκε τόσο ψηλά γιατί νομίσθηκε πως παρουσιάζει γραμμές που θυμίζουν τον Χριστό.
Ήταν σωστή προφητεία του δίκαιου που πήγαινε στον άδικο θάνατο τα χιλιομνημόνευτα: “καθεύδοντες διατελοίτε αν, ει μη τινα άλλον ο θεός υμίν επιπέμψειεν κηδόμενος υμών” (Πλατ.Απολ., 31Α). “Όλον τον καιρό θα εξακολουθείτε να κοιμάσθε, ώσπου να σας λυπηθεί ο θεός και σας στείλει άλλον κανέναν”. Ο Πλάτων πέρασε για θεόπνευστος προφήτης με προαισθήματα για το σωτήριο κήρυγμα.
Οι εξοχότερες κεφαλές της Ιταλίας συζητούσαν γύρω από το φιλόξενο τραπέζι των Μεδίκων για να συμβιβάσουν Πλάτωνα και Ιησού, ονειρεύονταν μια θρησκεία που να ενώνει χριστιανική ηθική και ελληνική φιλοκαλία. Για όλον αυτόν τον μεταλεξανδρινό κόσμο ο Επίκουρος ήταν σκάνδαλο, όπως ήταν σκάνδαλο να είναι κανείς λογικός να πιστεύει σ ‘ εκείνα που πιάνει με το χέρι του και στα συμπεράσματα που βγάζει με την κρίση του. Οι σύγχρονοί του ήδη τον είχαν θάψει κάτω από διαβολές, αισχρές συκοφαντίες και διαστροφές. Το πλούσιο έργο του παραμελήθηκε, χάθηκε και στην τύχη χρωστάμε τα λίγα πολύτιμα κομμάτια που σώθηκαν. Κρυμένα αιώνες σα σπίθα στη στάχτη χρησίμευσαν προσάναμμα, όταν έφτασε το πλήρωμα άλλων καιρών. Η έρευνα και η κατανόηση αναστήλωσαν τη φωτεινή φυσιογνωμία του, την γνήσια ελληνική και οδηγημένοι από τη φεγγοβολία της αναστηλώνουμε κι εμείς την Αρχαιότητα όπως ήταν στην πραγματικότητα. »
(Απόσπασμα από το βιβλίο ( σελ. 5,5,7 του καθηγητή Χαράλαμπου Θεοδωρίδη, Επίκουρος – Η Αληθινή Όψη του Αρχαίου Κόσμου )
(*) «..και η Καρχηδόνα πρέπει να καταστραφεί !»
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου