Τετάρτη 22 Σεπτεμβρίου 2021

DANIEL GOLEMAN: Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΧΩΡΙΣ ΑΙΣΘΗΜΑΤΑ

Ο Γκάρι εξόργιζε την αρραβωνιαστικιά του, την Έλεν, επειδή, παρόλο που ήταν ένας έξυπνος, ευγενικός και επιτυχημένος χειρουργός, ήταν συναισθηματικά «επίπεδος», εντελώς απαθής σε οποιαδήποτε εκδήλωση συναισθήματος. Ενώ ο Γκάρι ήταν σε θέση να μιλάει εντυπωσιακά περί επιστήμης ή τέχνης, σιωπούσε όταν επρόκειτο για τα συναισθήματά του, ακόμα και απέναντι στην Έλεν. Όσο κι αν εκείνη προσπάθησε να αποσπάσει λίγο πάθος από την πλευρά του, ο Γκάρι έμενε απαθής και αδιάφορος. «Δεν εκφράζω φυσιολογικά τα συναισθήματά μου», είπε ο Γκάρι στον ψυχοθεραπευτή που επισκέφθηκε μετά την επιμονή της Έλεν. Όταν έφθασαν στη σφαίρα των συγκινήσεων, προσέθεσε: «Δεν ξέρω τι να πω. Δε νιώθω έντονα αισθήματα, ούτε θετικά ούτε αρνητικά».

Η Έλεν δεν ήταν η μόνη αποθαρρημένη από τη συναισθηματική απομόνωση του Γκάρι. Όπως εκμυστηρεύθηκε στον ψυχοθεραπευτή, ήταν ανίκανος να μιλήσει ανοιχτά για τα συναισθήματά του σε οποιονδήποτε στη ζωή του. Απ’ όσο μπορούσε να θυμηθεί, δεν είχε νιώσει ούτε θυμό ούτε θλίψη ούτε χαρά.

Όπως παρατηρεί ο αναλυτής του, αυτή η συγκινησιακή απάθεια κάνει τον Γκάρι και άλλους σαν τον Γκάρι άχρωμους και μονότονους. «Πλήττουν όλοι μαζί τους. Γι’ αυτό και οι γυναίκες τους τους στέλνουν για θεραπεία». Η συναισθηματικά επίπεδη συμπεριφορά του Γκάρι συγκεκριμενοποιεί αυτό που οι ψυχίατροι αποκαλούν αλεξιθυμία (στερητικό α + λέξις + θυμός: με άλλα λόγια, την πλήρη απουσία συγκίνησης). Οι άνθρωποι αυτοί στερούνται λέξεων για τα συναισθήματά τους. Πράγματι, μοιάζουν να στερούνται παντελώς και συναισθημάτων, αν και αυτό μπορεί να οφείλεται στην ανικανότητά τους να εκφράσουν το συναίσθημα, παρά στην ανυπαρξία συναισθήματος. Τέτοια άτομα αρχικά εντοπίστηκαν από ψυχαναλυτές: οι θεραπευτές αυτοί είχαν απορήσει με κάποιους ασθενείς οι οποίοι δεν μπορούσαν να θεραπευτούν με τη συνήθη μέθοδο, αφού δεν ανέφεραν συναισθήματα ή φαντασιώσεις αλλά μόνο άχρωμα όνειρα – με λίγα λόγια, δεν είχαν να αφηγηθούν καμιά εσώτερη συγκινησιακή ζωή”. Τα κλινικά χαρακτηριστικά που προσδιορίζουν τους αλεξιθυμικούς περιλαμβάνουν τη δυσκολία τους να εκφράζουν συναισθήματα δικά τους ή και οποιουδήποτε άλλου- και ένα ιδιαίτερα περιορισμένο συναισθηματικό λεξιλόγιο”. Τα άτομα αυτά, επιπλέον, δυσκολεύονται να διακρίνουν τις συγκινήσεις μεταξύ τους ή να τις διαχωρίσουν από τις σωματικές αισθήσεις: έτσι, μπορούν να πουν ότι έχουν πεταλούδες στο στομάχι, ότι έχουν ταχυκαρδία, ιδρώνουν ή ζαλίζονται, αλλά δεν καταλαβαίνουν ότι νιώθουν άγχος. «Δίνουν την εντύπωση ότι είναι διαφορετικοί, εξωγήινοι, σαν να ήρθαν από έναν εντελώς διαφορετικό κόσμο, και ζουν τώρα μέσα σε μια κοινωνία που κυριαρχείται από τα συναισθήματα». Έτσι τους περιγράφει ο Δόκτωρ Πέτρος Σιφναίος, ψυχίατρος του Χάρβαρντ, ο οποίος το 1972 επινόησε τον όρο αλεξιθυμία”. 

Οι αλεξιθυμικοί, για παράδειγμα, κλαίνε σπάνια αν όμως το κάνουν, το κλάμα τους είναι πληθωρικό. Παρ’ όλα αυτά, τα χάνουν αν ερωτηθούν προς τι τα δάκρυα. Μια ασθενής με αλεξιθυμία ήταν τόσο στενοχωρημένη μετά από μια κινηματογραφική ταινία που παρακολούθησε με θέμα μια γυναίκα με οκτώ παιδιά, η οποία πέθαινε από καρκίνο, που έφθασε να αποκοιμιέται κλαίγοντας. Όταν ο θεραπευτής της υπέθεσε ότι ίσως ήταν στενοχωρημένη επειδή το έργο της θύμισε τη δική της μητέρα, η οποία στην πραγματικότητα είχε πεθάνει από καρκίνο, η γυναίκα κάθισε ακίνητη, συγχυσμένη και σιωπηλή. Όταν κατόπιν ο θεραπευτής τη ρώτησε πώς ένιωθε εκείνη τη στιγμή, απάντησε ότι ένιωθε «απαίσια», αλλά από εκεί και πέρα δεν μπορούσε να ξεκαθαρίσει τα συναισθήματά της. Και προσέθεσε ότι από καιρό σε καιρό έπιανε τον εαυτό της να κλαίει, αλλά ποτέ δεν ήξερε ακριβώς ποιος ήταν ο λόγος. Κι εδώ βρίσκεται η ουσία του προβλήματος: οι αλεξιθυμικοί δεν είναι ανίκανοι να νιώσουν, είναι όμως ανίκανοι να αναγνωρίσουν –και ιδιαίτερα ανίκανοι να περιγράψουν με λέξεις- ποια ακριβώς είναι τα συναισθήματά τους. Στερούνται ολοκληρωτικά τη βασική δεξιότητα της νοημοσύνης της καρδιάς, την αυτοεπίγνωση, τη γνώση τού τι νιώθουμε τη στιγμή που μας αναστατώνουν τα συναισθήματά μας. Οι αλεξιθυμικοί διαψεύδουν την κοινή λογική ότι είναι αυτονόητο το τι νιώθουμε, και πραγματικά δεν έχουν ιδέα. Όταν κάτι ή μάλλον κάποιος τους ωθεί προς το συναίσθημα, βρίσκουν ότι η εμπειρία τούς συγχύζει και τους συντρίβει, κι αυτό πρέπει με κάθε τρόπο να το αποφύγουν. Τα συναισθήματα γεννιούνται μέσα τους, όταν και αν γεννηθούν, σαν ένα μπλεγμένο κουβάρι δυστυχίας. Όπως το έθεσε η ασθενής που έκλαιγε με αφορμή την ταινία, νιώθουν «απαίσια», αλλά δεν ξέρουν να εξηγήσουν ακριβώς πώς είναι αυτό το «απαίσια» που νιώθουν.

Ενώ κανένας δεν μπορεί ακόμα να πει με βεβαιότητα τι προκαλεί την αλεξιθυμία, ο Δόκτωρ Σιφναίος προτείνει μια αποσύνδεση του μεταιχμιακού συστήματος από το νεοφλοιό, ιδιαίτερα από τα λεκτικά του κέντρα, πράγμα που ταιριάζει καλά με όσα μαθαίνουμε για το συγκινησιακό εγκέφαλο. Ασθενείς με σοβαρές βλάβες, στους οποίους διακόπηκε χειρουργικά αυτή η σύνδεση για να ανακουφιστούν από τα συμπτώματά τους, σημειώνει ο Σιφναίος, έγιναν συναισθηματικά επίπεδοι, όπως τα άτομα με αλεξιθυμία, ανίκανοι να περιγράψουν με λέξεις τα συναισθήματά τους και ξαφνικά κενοί από κάθε φαντασία. Με λίγα λόγια, ενώ τα κυκλώματα του συγκινησιακού εγκεφάλου μπορεί να αντιδρούν με συναισθήματα, ο νεοφλοιός δεν είναι σε θέση να ξεχωρίσει αυτά τα συναισθήματα και να προσθέσει τη χροιά του λόγου σε αυτά. Όπως παρατήρησε ο Χένρι Ροθ, στο μυθιστόρημά του Call It Sleep (Ονόμασέ το Ύπνο), σχετικά με αυτή τη δύναμη του λόγου: «Αν μπορούσες να εκφράσεις με λόγια αυτό που ένιωθες, το έκανες κτήμα σου». Το επιστέγασμα φυσικά είναι το δίλημμα του αλεξιθυμικού: καθώς δε βρίσκει λέξεις για τα συναισθήματά του, δεν μπορεί να τα κάνει κτήμα του.

DANIEL GOLEMAN, Η ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΗ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου