12.2.3. Το κλέος-σῆμα
Η πιο αντιπροσωπευτική πηγή κλέους στην Ιλιάδα συνδέεται με τον πρόωρο θάνατο του πολεμιστή στο πεδίο της μάχης. Το ευκλεές εμπόλεμο τέλος, που στα επόμενα χρόνια εγκωμιάζεται ως καλός (ωραίος) θάνατος, σημαδεύεται από τα σήματα του τύμβου και της στήλης, που υψώνονται προς τιμήν του νεκρού, για να τον θυμούνται και να διηγούνται την ιστορία του οι επόμενες γενιές. Το ταφικό σῆμα ως μνημείο εξασφαλίζει στους βροτούς μια μορφή κοινωνικής αθανασίας, ενώ η αμετακίνητη και διαρκής παρουσία του παραπέμπει στον προσωρινό και παράδοξο χαρακτήρα που έχουν οι αξίες της ηρωικής ζωής· για να τις εξασφαλίσει ο πολεμιστής, πρέπει να τις χάσει, και, για να τις κατέχει αιώνια, πρέπει να πάψει ο ίδιος να υπάρχει.
Θυμίζεται ότι η ταφή του σώματος, με τον παρεπόμενο τύμβο και τη στήλη, θεωρείται τιμητικό δώρο (γέρας θανόντων), που το αξίζουν επιφανείς πολεμιστές όπως ο Σαρπηδόνας και ο Πάτροκλος (Π 457 = 675, Ψ 9). Αντίθετα, η στέρηση της ταφής, όταν μάλιστα σημαδεύεται από την κακοποίηση/αικισμό του σώματος του πολεμιστή, είναι ταπεινωτική πράξη και δηλώνει την πρόθεση του μαινόμενου αντιπάλου να εξαφανίσει εντελώς, διαμελίζοντάς το, το σώμα του θύματος, ώστε να μην το θυμάται κανείς ποτέ. Ο νεκρός Πάτροκλος καλεί τον Αχιλλέα να φροντίσει επιτέλους για την ταφή του (Ψ 71), καθώς, εκδικούμενος την άκοσμη συμπεριφορά του Έκτορα, ο μαινόμενος φίλος του επιφυλάσσει φριχτά έργα για τον μισητό του εχθρό (ἀεικέα ἔργα, Χ 395, πρβ. 336): ατιμάζει (ἀείκιζεν, Ω 22) το σώμα του, πασχίζοντας μάταια να το παραμορφώσει (οὐδ᾽ αἰσχύνει, Ω 418).
Στο κλέος-σῆμα της Ιλιάδας εμπλέκεται κατά κύριο λόγο ο Έκτορας. Όπως ήδη αναφέρθηκε, το κλέος του στηρίζεται στο αίσθημα της αἰδοῦς. Ο ήρωας επιλέγει, ενόψει των δεσμεύσεών του απέναντι στον λαό του, να επιστρέψει στη μάχη για να κερδίσει μεγάλη δόξα (Ζ 446) παρά να μείνει μέσα στο κάστρο της Τροίας, ελπίζοντας σε μια μακρά ειρηνική ζωή. Η αἰδώς του Έκτορα τον οδηγεί στο να υπερασπιστεί τον λαό του, πέφτοντας νεκρός στο πεδίο της μάχης, με μοναδικό κέρδος την προάσπιση της τιμής και την υστεροφημία του.
Το κλέος-σῆμα του τρωαδίτη ήρωα προεξαγγέλλεται με ειρωνικό τρόπο από τον ίδιο, όταν, στο τέλος μιας επηρμένης διακήρυξής του προς Αχαιούς και Τρώες, φαντασιώνεται τη δόξα της νίκης του απέναντι στον αντίπαλο, που θα τολμούσε να του αντιπαρατεθεί στη μάχη (Η 87-91):
Και κάποτε θα πει κάποιος από τους ανθρώπους που θα γεννηθούν πιο ύστερα, καθώς θα ταξιδεύει πάνω στην κρασάτη θάλασσα: «Αυτός εδώ ο τάφος [σῆμα] είναι ενός άντρα που πέθανε παλιά· τον σκότωσε ο γενναίος Έκτορας, μ᾽ όλο που πολέμησε αντρειωμένα [ἀριστεύοντα].» Έτσι θα πει κανένας κάποτε και η δόξα μου δε θα χαθεί ποτέ [κλέος οὔ ποτ᾽ ὀλεῖται].
Στην υποσχετική αυτή δήλωση το αθάνατο κλέος αφορά τον επίδοξο νικητή Έκτορα. Κι όμως ο ήρωας δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον υποψήφιο νεκρό του αντίπαλο, καθώς το δικό του αξιομνημόνευτο κλέος εξαρτάται από την αναμνηστική αριστεία του θύματος: το μνήμα που θα σηκώσουν οι συμπολεμιστές του νεκρού αντιπάλου, για να θυμούνται την αριστεία του, θα είναι και η αφορμή μνημόνευσης του εξολοθρευτή του, ο οποίος έτσι θα έχει κερδίσει δόξα «που δεν θα χαθεί ποτέ».
Εξάλλου, ο επίδοξος νικητής έχει ήδη δεσμευτεί (Η 77-86) ότι, στην περίπτωση που θα εξοντώσει τον αντίπαλό του και του δώσει ο Απόλλωνας εὖχος, θα παραδώσει το σώμα του στους Αχαιούς για να το θάψουν και να υψώσουν τύμβο δίπλα στον Ελλήσποντο (Η 86)· ο ίδιος, λέει, θα κρατήσει μόνο τα όπλα του θύματος, φέρνοντάς τα στο Ίλιο ως ανάμνηση της ένδοξης νίκης του. Αν αντίθετα ο υποψήφιος αντίπαλος εξοντώσει τον Έκτορα, τότε αυτός καλείται να κρατήσει τα όπλα του, δίνοντας όμως το σώμα του στους δικούς του για την τιμητική του ταφή.
Ο ειρωνικός χαρακτήρας του λόγου του Έκτορα σε σχέση με τα όπλα (πρβ. Ρ 131, 193 κ.ε.) και το σώμα (πρβ. Χ 256-259 ≈ Η 81-86, Χ 338 κ.ε.) είναι προφανής, σε σημείο που να υποθέτει κάποιος ότι ο τελικός αποδέκτης της προκλητικής αυτής πρόσκλησης θα μπορούσε να είναι ο Αχιλλέας. Εξάλλου, η τοποθεσία του ταφικού σήματος του υποψήφιου θύματος δίπλα στον Ελλήσποντο είναι το σημείο όπου στην Οδύσσεια ο Αγαμέμνονας λέει ότι οι Αχαιοί ύψωσαν τιμητικό τύμβο στον νεκρό Αχιλλέα (ω 82-84, πρβ. Ψ 245-248, 255-257). Όμως, στην εξέλιξη της Ιλιάδας δεν σκοτώνεται ο Αχιλλέας από τον Έκτορα, αλλά ο Έκτορας από τον Αχιλλέα. Ο τρωαδίτης ήρωας τελικά θα είναι αυτός στον οποίο, στο τέλος του ιλιαδικού έπους, οι δικοί του θα υψώσουν ταφικό σῆμα (Ω 799-801), για να θυμάται ο κόσμος την αριστεία του. Για την Ανδρομάχη, που θρηνεί τον νεκρό άντρα της, ο θάνατός του είναι κλέος (Χ 514) μόνο για τους άλλους, αμέτοχους στη θλίψη, Τρώες και τις Τρωαδίτισσες (Χ 514), ενώ στον επίλογο του έπους, όταν ο λαός των Τρώων υποδέχεται τον νεκρώσιμο νόστο του υπερασπιστή της πόλης, κατέχεται από ακατανίκητο πένθος (Ω 708).
Συμπερασματικά λοιπόν, στον βαθμό που η Ιλιάδα κλείνει με την τελετή της ταφής του Έκτορα, ο λόγος του τρωαδίτη ήρωα στην έβδομη ραψωδία ακούγεται σαν συνοπτική προεξαγγελία της δικής του ταφής. Το εξαιρετικό κλέος «που δεν θα χαθεί ποτέ», στο τέλος της Ιλιάδας μετακινείται από τον επίδοξο θύτη-Έκτορα στον Έκτορα-θύμα. Απομένει η άλωση της Τροίας, η οποία έχει ήδη προβλεφθεί νωρίς στο έπος από τον Δία, με σημάδι «που η φήμη του δεν θα χαθεί ποτέ» (κλέος οὔ ποτ᾽ ὀλεῖται, Β 325).
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου