Και στη ζωή και στην ερωτική διάσταση, η ανάγκη μάς σπρώχνει μπροστά, αλλά η αναζήτηση δεν τελειώνει ποτέ, γιατί όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα, δεν μπορεί να εκπληρώσει τις προσδοκίες μας. Ο άνθρωπος στην αδιάκοπη περιπλάνησή του, όμοια με του Οδυσσέα, παραμένει αιωνίως πικραμένος από την εμπειρία του, αλλά το ανικανοποίητο είναι το τίμημα που πρέπει να πληρώσει για να ωριμάσει. Ξέρουμε πως η προσωπικότητά μας αναπτύσσεται μόνο υπό την ώθηση αυτού που μας λείπει. Η ενηλικίωση συνδέεται και με την τεράστια επιθυμία να αποκτήσουμε αυτό που όταν ήμαστε παιδιά μάς ήταν απαγορευμένο.
Θα έλεγα ότι, από μια άποψη, είμαστε τυχεροί που η διάσταση της παιδικότητας δεν εξαλείφεται εντελώς. Αυτό το αιώνιο, το παιδικό ανικανοποίητο μας επιτρέπει, ή μάλλον μας «αναγκάζει» να είμαστε διαφορετικοί. Αυτό που, μ’ άλλα λόγια, εκφράζεται με την ετοιμότητα να δεχτούμε καινούργιες ιδέες κι απρόβλεπτες καταστάσεις, μας δίνει και τη δυνατότητα για νέες ανακαλύψεις. Όταν δεν μπορούμε να δεχτούμε την απουσία του άλλου, τότε ενεργοποιείται η φαντασία μας. Αρχίζουμε να νιώθουμε την ανθρώπινη διάστασή μας, βλέπουμε ότι μπορούμε να δημιουργήσουμε εντελώς καινούργια πράγματα που δεν θα είχαμε υποψιαστεί καν ότι υπήρχαν, αν είχαμε μείνει με την αυταπάτη ότι η ανάγκη είχε εκπληρωθεί. Να γιατί οι ερωτικές σχέσεις είναι τόσο επώδυνες. Να γιατί δεν υπάρχει σχέση που να μην μας εμποδίζει να νιώσουμε ότι μπορούμε να ωριμάζουμε και δεν υπάρχει ερωτική σχέση που να μην είναι φορτισμένη με πόνο. Ακόμη κι όταν νομίζουμε πως είμαστε ικανοποιημένοι, κατά βάθος ξέρουμε πως αυτό είναι αυταπάτη. Κάτι υπάρχει που διαψεύδει τις προσδοκίες μας, νιώθουμε αόριστα ότι η απατηλή εκείνη ικανοποίηση μας εμποδίζει να μεγαλώσουμε πραγματικά. Ο έρωτας που προσφέρουμε και ο έρωτας που αρνούμαστε είναι επώδυνη όσο και γόνιμη πηγή δυσαρέσκειας.
Το χάρισμα και το προνόμιο του ποιητή είναι να δέχεται τις αντιφάσεις της ζωής και του εαυτού του, ενώ ο άνθρωπος της επιστήμης, ως γνωστόν, δεν επιτρέπει στον εαυτό του τέτοια πολυτέλεια. Όσο για μας που έχουμε επιλέξει τη διερεύνηση της ψυχικής ζωής, η αντίφαση είναι ένα σταθερό και βαθιά ριζωμένο στοιχείο στο ίδιο το αντικείμενο της μελέτης μας, την πραγματικότητα της ψυχικής ζωής. Ο ψυχολόγος έρχεται διαρκώς αντιμέτωπος με την «αμφιθυμία», δηλαδή την αντιφατικότητα των αισθημάτων. Εκφράσεις όπως «θέλω και δεν θέλω», «σε μισώ και σ’ αγαπώ», «με έλκεις και με απωθείς», είναι οι μόνες που μπορούν να περιγράψουν σωστά μεγάλο μέρος της συναισθηματικής μας ζωής.
Η ιδανική κατάσταση για να καταλάβουμε καλύτερα έναν άνθρωπο, να γνωρίσουμε βαθύτερα την ψυχολογία του, δεν είναι τόσο το πώς αντιδρά σε ακραίες καταστάσεις έντασης και άγχους που συντελούν στο να «πέσουν οι μάσκες», όσο το πώς δέχεται το γεγονός ότι ο έρωτας τον καθιστά τρωτό.
Μπροστά το υπαρξιακό αδιέξοδο μόνο μία στάση υπάρχει: εκείνη που μας επιτρέπει να δημιουργούμε διαρκώς τη ζωή μας.
Στην πραγματικότητα είμαστε ελεύθεροι μόνο όταν δεχτούμε την πιθανότητα να παραμείνουμε για πάντα ανικανοποίητοι.
Όταν, ενήλικες πλέον, κάνουμε το «γύρο του κόσμου» για να ξαναβρούμε την καρδιά μας και να δώσουμε περιεχόμενο στην ψυχική μας ζωή, αυτό που μας περιμένει δεν είναι η Εδέμ, αλλά οι αντιφάσεις και οι δυσκολίες της επίγειας ζωής. Θα έλεγα ότι μ’ αυτήν την ψυχολογική άσκηση προσεγγίζουμε το «παράδοξο», την ικανότητα να καταλάβουμε πράγματα που πριν μας ήταν αδιανόητα. Πρόκειται για μια οριακή κατάσταση όπου ο κόσμος γίνεται πιο διάφανος. Γι’ αυτό οι σοφοί προς το τέλος της ζωής τους αποτραβιούνται στη μοναξιά. Δεν έχει όμως νόημα να αποτραβηχτούμε στα βουνά, αν δεν έχουμε περάσει πρώτα από τα παράδοξα και τις αντιφάσεις αυτού του κόσμου. Το σημαντικό στη διάρκεια του ταξιδιού είναι ο τρόπος με τον οποίο καταφέρνουμε να δώσουμε νόημα σε όλα αυτά, μέσα από έναν ευανάγνωστο κώδικα και μια κατανοητή γλώσσα. Τότε το «παράδοξο» γίνεται κυρίαρχος παράγοντας και φορέας της ίδιας της ζωής.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου