Πέμπτη 28 Ιανουαρίου 2021

Ιστορία της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας: Η αρχιτεκτονική της γλώσσας και η αρχαία Ελληνική γλώσσα

7.14 Η γλώσσα και οι γλώσσες


Όπως θα έχετε προσέξει, στη συζήτηση που προηγήθηκε δεν μιλήσαμε καθόλου για τα αρχαία ελληνικά. Μιλήσαμε για την αρχιτεκτονική της γλώσσας και χρησιμοποιήσαμε τα νέα ελληνικά για να την περιγράψουμε. Χρησιμοποιήσαμε τα νέα ελληνικά, γιατί είναι η γλώσσα που ξέρουμε. Θα μπορούσαμε το ίδιο καλά να μιλήσουμε για την αρχιτεκτονική της γλώσσας χρησιμοποιώντας οποιαδήποτε άλλη γλώσσα. Κι αυτό γιατί όλες οι γλώσσες έχουν την ίδια αρχιτεκτονική, τον ίδιο σχεδιασμό. Όλες έχουν προτάσεις (δηλαδή σύνταξη)· όλες έχουν τρόπους να εκφράζουν ονόματα και κατηγορήματα· όλες έχουν τρόπους να εκφράζουν τον χώρο (δηλαδή τον τόπο) και τον χρόνο· όλες έχουν τρόπους για να συνδέουν τις προτάσεις (συνδέσμους)· όλες οι γλώσσες έχουν τρόπους για να συνδέουν τις προτάσεις με τον διάλογο (αυτό που κάνουν τα μόρια στα ελληνικά). Οι διαφορές ανάμεσα στις διάφορες γλώσσες δεν βρίσκονται στον βασικό σχεδιασμό τους - αυτός είναι ο ίδιος για όλες τις γλώσσες· βρίσκονται στα μέσα που χρησιμοποιούνται για να πραγματοποιηθεί αυτός ο σχεδιασμός. Και για να γίνει αυτό κατανοητό, ας δούμε μερικά παραδείγματα.

Στα νέα ελληνικά (αλλά και στα αρχαία ελληνικά και σε πολλές άλλες γλώσσες) χρόνο έχουν μόνο τα ρήματα, και αυτός δηλώνεται με αλλαγές στη μορφή τους, στην κλίση τους (θυμηθείτε π.χ. την αύξηση έ-φυγε). Υπάρχουν όμως γλώσσες που «σημαδεύουν» για τον χρόνο και τα ουσιαστικά τους. Φανταστείτε την αύξηση να εμφανίζεται, στα νέα ελληνικά, και στα ουσιαστικά:

έ- το παιδί έ-φυγε

Στα νέα ελληνικά (και στα αρχαία ελληνικά, και σε πολλές άλλες γλώσσες) το άρθρο είναι μια «μικρή» ξεχωριστή λέξη. Υπάρχουν όμως γλώσσες όπου αυτό δεν συμβαίνει. Έτσι, στα τουρκικά το αόριστο άρθρο (bir 'ένας/μία/ένα') είναι ξεχωριστή λέξη: bir adam 'ένας άνθρωπος'. Το οριστικό άρθρο όμως δεν είναι ξεχωριστή, ανεξάρτητη λέξη στα τουρκικά- είναι «κομμάτι» του ουσιαστικού: bir adamgordum 'έναν άνθρωπο είδα'· αλλά adami gordum 'τον άνθρωπο είδα'. Αυτό το ι, που είναι κομμάτι του ουσιαστικού, είναι το οριστικό άρθρο του. Το ίδιο συμβαίνει και στα αλβανικά: nje dollap σημαίνει 'ένα ντουλάπι' (η λέξη dolap είναι τουρκική και τη δανείστηκαν τόσο τα αλβανικά όσο και τα ελληνικά)· dollapi σημαίνει 'το ντουλάπι'.

Στα νέα ελληνικά (αλλά και στα αρχαία), αν θέλουμε να μιλήσουμε για το μέσο ή το εργαλείο με το οποίο κάνουμε κάτι, χρησιμοποιούμε προθέσεις, λ.χ. την πρόθεση με: με το ψαλίδι, με το σφυρί, με το μαχαίρι. Σε πολλές γλώσσες αυτό δηλώνεται με την κλίση του ουσιαστικού. Υπάρχει δηλαδή μια πτώση που εκφράζει το μέσο ή το εργαλείο και λέγεται οργανική. Έτσι στα ρωσικά samaliot σημαίνει 'αεροπλάνο'. Το ουσιαστικό στην οργανική πτώση γίνεται samaliotom, που σημαίνει 'με το αεροπλάνο'.

Υπάρχουν γλώσσες στις οποίες το ρήμα δεν «κουβαλάει» επάνω του ενδείξεις για τον χρόνο, όπως γίνεται στα νέα ελληνικά. «Κουβαλάει» μόνο ενδείξεις για την όψη. Θυμηθείτε τη διάκριση ανάμεσα στο έφευγε και στο έφυγε. Και τα δύο δηλώνουν μια πράξη που ανήκει στο παρελθόν σε σχέση με τη στιγμή που ο ομιλητής «εκφωνεί» την πρόταση. Η διαφορά είναι ότι το πρώτο περιγράφει την πράξη ως διαρκή, ενώ το δεύτερο την παρουσιάζει τελειωμένη. Ορισμένες λοιπόν γλώσσες χρησιμοποιούν διαφορετικές μορφές του ρήματος για να δηλώσουν τη διάρκεια ή μη (κάτι ανάλογο με τη διάκριση φευγ-, φυγ-) μιας πράξης ή ενέργειας αλλά τον χρόνο τον εκφράζουν με ξεχωριστά χρονικά επιρρήματα. Κάπως έτσι:

Ο Γιάννης πριν φευγ- (διαρκές) = έφευγε.
Ο Γιάννης πριν φυγ- (τελειωμένο) = έφυγε.


Αν, όπως λέγαμε νωρίτερα, η αύξηση ε ήταν (σε μια πολύ παλιά φάση της ελληνικής γλώσσας από την οποία δεν υπάρχουν κείμενα) ένα ανεξάρτητο χρονικό επίρρημα που σήμαινε 'πριν' και «ενσωματώθηκε» αργότερα στο ρήμα, τότε σε αυτή την πολύ παλιά φάση τα ελληνικά έμοιαζαν με αυτές ακριβώς τις γλώσσες. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι γλώσσες αλλάζουν. Αυτό θα το δούμε στα επόμενα κεφάλαια πιο συστηματικά.

Στα νέα ελληνικά (αλλά και στα αρχαία ελληνικά και σε άλλες γλώσσες) τα ουσιαστικά (τα επίθετα, οι αντωνυμίες, τα άρθρα) έχουν ενδείξεις στη μορφή τους (στην κλίση τους) που δηλώνουν το γένος. Αυτό δεν συμβαίνει σε όλες τις γλώσσες. Έτσι, στα αγγλικά το γένος δηλώνεται όχι με αλλαγές στη μορφή του ουσιαστικού αλλά μόνο με αντωνυμίες: he/she/it 'αυτός/αυτή/αυτό'. Στα αγγλικά επίσης, αντίθετα από τα νέα ελληνικά, το ρήμα δεν «κουβαλάει» επάνω του ενδείξεις που δηλώνουν το πρόσωπο (με εξαίρεση το τρίτο πρόσωπο):

I go πηγαίν-ω
you go πηγαίν-εις
he/she/it goes πηγαίν-ει
we go πηγαίν-ουμε
you go πηγαίν-ετε
they go πηγαίν-ουν


To πρόσωπο δηλώνεται στα αγγλικά με την υποχρεωτική παρουσία των προσωπικών αντωνυμιών (/, you, he κλπ.). Εδώ πάλι αξίζει να θυμηθούμε αυτό που λέγαμε νωρίτερα: ότι δηλαδή παλιά οι καταλήξεις που δηλώνουν το πρόσωπο στα ελληνικά ήταν (σύμφωνα με τους «αρχαιολόγους» της γλώσσας, τους ιστορικούς γλωσσολόγους) ανεξάρτητες προσωπικές αντωνυμίες που αργότερα «έγιναν ένα» με το ρήμα, έγιναν καταλήξεις. Αλλά και για τα αγγλικά ξέρουμε ότι σε μια παλιότερη φάση τους (έως επτακόσια χρόνια πριν από σήμερα) είχαν, όπως τα ελληνικά, καταλήξεις που δήλωναν πρόσωπο. Οι καταλήξεις αυτές «χάθηκαν» (η γλώσσα άλλαξε) και αντικαταστάθηκαν από ανεξάρτητες προσωπικές αντωνυμίες που τώρα πια μπαίνουν υποχρεωτικά πριν από το ρήμα για να δηλώσουν πρόσωπο (I, you, he/she/it, we, you, they). Αλλά γιατί χάθηκαν; Ένας τρόπος (όχι ο μόνος βέβαια) με τον οποίο αλλάζουν οι γλώσσες είναι με τη διαδικασία της μετάδοσης από γενιά σε γενιά, καθώς δηλαδή μαθαίνουν τη γλώσσα τα μικρά παιδιά της νέας γενιάς. Και στην πορεία αυτή μπορεί να συμβούν διάφορες εξομαλύνσεις που διευκολύνουν την εκμάθηση. Σκεφτείτε το μικρό ελληνόπουλο που μαθαίνει την κλίση του ρήματος στα πρώτα δύο τρία χρόνια της ζωής του. Θα πρέπει να μάθει όλους τους διαφορετικούς τύπους (πηγαίν-ω, πηγαίν-εις κλπ.). Σε τέτοιες περιπτώσεις αυτό που μπορεί να συμβεί (και έγινε στα αγγλικά αλλά όχι στα ελληνικά) είναι να εξομαλυνθεί (από το παιδί) η κλίση του ρήματος (για να διευκολυνθεί το έργο της εκμάθησης): να μείνει το «σταθερό» κομμάτι του ρήματος που εκφράζει το νόημά του (πηγαιν-, go) και οι καταλήξεις να αντικατασταθούν από ανεξάρτητες αντωνυμίες. Αυτή η εξομάλυνση έχει, για το μικρό παιδί που μαθαίνει τη γλώσσα, ένα μεγάλο κέρδος: μαθαίνει έναν «άκλιτο» τύπο για το ρήμα (go) και οι καταλήξεις (που δεν έχουν ξέχωρο, δικό τους νόημα γιατί δεν είναι ανεξάρτητες λέξεις) αντικαθίστανται από ανεξάρτητες λέξεις, τις αντωνυμίες, που μαθαίνονται ευκολότερα γιατί έχουν, αντίθετα με τις καταλήξεις, ένα ξεκάθαρο νόημα.

Μετά από αυτή τη μικρή παρένθεση, ας ξαναγυρίσουμε στο ζήτημα που μας απασχολεί: στους τρόπους με τους οποίους οι γλώσσες πραγματοποιούν τον σχεδιασμό, την αρχιτεκτονική της γλώσσας. Συχνά οι γλώσσες διαφέρουν ως προς τον τρόπο με τον οποίο οργανώνουν τη σειρά των λέξεων μέσα στην πρόταση (δες τον πίνακα κατωτέρω). Έτσι, αυτό που στα νέα ελληνικά εκφράζεται με τη σειρά υποκείμενο-ρήμα-αντικείμενο, π.χ. O Γιάννης [υποκείμενο] αγόρασε [ρήμα] το βιβλίο [αντικείμενο], στα τουρκικά εκφράζεται με τη σειρά υποκείμενο-αντικείμενο-ρήμα: O Γιάννης το βιβλίο αγόρασε. Αυτή η σειρά είναι δυνατή στα ελληνικά αλλά τη χρησιμοποιούμε για να δώσουμε έμφαση στο αντικείμενο (εδώ το βιβλίο). Στα τουρκικά είναι η κανονική σειρά των λέξεων, αντίστοιχη με τη σειρά υποκείμενο-ρήμα-αντικείμενο της νέας ελληνικής.

Μιλήσαμε για την κλίση των λέξεων. Οι γλώσσες που, για να εκφράσουν διάφορες σημασίες, χρησιμοποιούν την αλλαγή της μορφής των λέξεων (λ.χ. τις πτώσεις ή διάφορες ενδείξεις που «κουβαλάει» το ρήμα: χρόνο, όψη, αριθμό, πρόσωπο) λέγονται κλιτές ή συνθετικές. Γλώσσες που, για να εκφράσουν τις ίδιες σημασίες, χρησιμοποιούν περιφραστικούς τρόπους (ξεχωριστές λέξεις και όχι αλλαγές στη μορφή των λέξεων) λέγονται αναλυτικές. Έτσι η διαφορά μεταξύ των αγγλικών και των νέων ελληνικών είναι ακριβώς η διαφορά μεταξύ μιας αναλυτικής και μιας συνθετικής γλώσσας. Συγκρίνετε το I go της αγγλικής με το πηγαίν-ω της νέας ελληνικής. Το πρόσωπο στα νέα ελληνικά είναι μέρος της κλίσης του ρήματος, ενώ στα αγγλικά δεν είναι: εκφράζεται περιφραστικά, με μια ξεχωριστή αντωνυμία. Όπως θα δούμε σε λίγο, τα νέα ελληνικά είναι, σε σύγκριση με τα αρχαία ελληνικά, λιγότερο συνθετική γλώσσα, γιατί πολλές σημασίες που εκφράζονται με την κλίση των λέξεων στα αρχαία ελληνικά, δηλαδή συνθετικά, στα νέα ελληνικά εκφράζονται περιφραστικά, δηλαδή αναλυτικά.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου