Καὶ ἐγὼ εἶπον —ἤδη δὲ ἀνειστήκη ὡς ἐξιών— Ὦ παῖ Ἱππονίκου, ἀεὶ μὲν ἔγωγέ σου τὴν φιλοσοφίαν ἄγαμαι, ἀτὰρ [335e] καὶ νῦν ἐπαινῶ καὶ φιλῶ, ὥστε βουλοίμην ἂν χαρίζεσθαί σοι, εἴ μου δυνατὰ δέοιο· νῦν δ᾽ ἐστὶν ὥσπερ ἂν εἰ δέοιό μου Κρίσωνι τῷ Ἱμεραίῳ δρομεῖ ἀκμάζοντι ἕπεσθαι, ἢ τῶν δολιχοδρόμων τῳ ἢ τῶν ἡμεροδρόμων διαθεῖν τε καὶ ἕπεσθαι, [336a] εἴποιμι ἄν σοι ὅτι πολὺ σοῦ μᾶλλον ἐγὼ ἐμαυτοῦ δέομαι θέουσιν τούτοις ἀκολουθεῖν, ἀλλ᾽ οὐ γὰρ δύναμαι, ἀλλ᾽ εἴ τι δέῃ θεάσασθαι ἐν τῷ αὐτῷ ἐμέ τε καὶ Κρίσωνα θέοντας, τούτου δέου συγκαθεῖναι· ἐγὼ μὲν γὰρ οὐ δύναμαι ταχὺ θεῖν, οὗτος δὲ δύναται βραδέως. εἰ οὖν ἐπιθυμεῖς ἐμοῦ καὶ Πρωταγόρου ἀκούειν, τούτου δέου, ὥσπερ τὸ πρῶτόν μοι ἀπεκρίνατο διὰ βραχέων τε καὶ αὐτὰ τὰ ἐρωτώμενα, οὕτω καὶ νῦν ἀποκρίνεσθαι· [336b] εἰ δὲ μή, τίς ὁ τρόπος ἔσται τῶν διαλόγων; χωρὶς γὰρ ἔγωγ᾽ ᾤμην εἶναι τὸ συνεῖναί τε ἀλλήλοις διαλεγομένους καὶ τὸ δημηγορεῖν.
Ἀλλ᾽ —ὁρᾷς;— ἔφη, ὦ Σώκρατες, δίκαια δοκεῖ λέγειν Πρωταγόρας ἀξιῶν αὑτῷ τε ἐξεῖναι διαλέγεσθαι ὅπως βούλεται, καὶ σὺ ὅπως ἂν αὖ σὺ βούλῃ.
Ὑπολαβὼν οὖν ὁ Ἀλκιβιάδης, Οὐ καλῶς λέγεις, ἔφη, ὦ Καλλία· Σωκράτης μὲν γὰρ ὅδε ὁμολογεῖ μὴ μετεῖναί οἱ μακρολογίας καὶ παραχωρεῖ Πρωταγόρᾳ, τοῦ δὲ διαλέγεσθαι [336c] οἷός τ᾽ εἶναι καὶ ἐπίστασθαι λόγον τε δοῦναι καὶ δέξασθαι θαυμάζοιμ᾽ ἂν εἴ τῳ ἀνθρώπων παραχωρεῖ. εἰ μὲν οὖν καὶ Πρωταγόρας ὁμολογεῖ φαυλότερος εἶναι Σωκράτους διαλεχθῆναι, ἐξαρκεῖ Σωκράτει· εἰ δὲ ἀντιποιεῖται, διαλεγέσθω ἐρωτῶν τε καὶ ἀποκρινόμενος, μὴ ἐφ᾽ ἑκάστῃ ἐρωτήσει μακρὸν λόγον ἀποτείνων, ἐκκρούων τοὺς λόγους καὶ οὐκ ἐθέλων [336d] διδόναι λόγον, ἀλλ᾽ ἀπομηκύνων ἕως ἂν ἐπιλάθωνται περὶ ὅτου τὸ ἐρώτημα ἦν οἱ πολλοὶ τῶν ἀκουόντων· ἐπεὶ Σωκράτη γε ἐγὼ ἐγγυῶμαι μὴ ἐπιλήσεσθαι, οὐχ ὅτι παίζει καί φησιν ἐπιλήσμων εἶναι. ἐμοὶ μὲν οὖν δοκεῖ ἐπιεικέστερα Σωκράτης λέγειν· χρὴ γὰρ ἕκαστον τὴν ἑαυτοῦ γνώμην ἀποφαίνεσθαι.
Μετὰ δὲ τὸν Ἀλκιβιάδην, ὡς ἐγᾦμαι, Κριτίας ἦν ὁ εἰπών· Ὦ Πρόδικε καὶ Ἱππία, Καλλίας μὲν δοκεῖ μοι μάλα πρὸς [336e] Πρωταγόρου εἶναι, Ἀλκιβιάδης δὲ ἀεὶ φιλόνικός ἐστι πρὸς ὃ ἂν ὁρμήσῃ· ἡμᾶς δὲ οὐδὲν δεῖ συμφιλονικεῖν οὔτε Σωκράτει οὔτε Πρωταγόρᾳ, ἀλλὰ κοινῇ ἀμφοτέρων δεῖσθαι μὴ μεταξὺ διαλῦσαι τὴν συνουσίαν.
Ἀλλ᾽ —ὁρᾷς;— ἔφη, ὦ Σώκρατες, δίκαια δοκεῖ λέγειν Πρωταγόρας ἀξιῶν αὑτῷ τε ἐξεῖναι διαλέγεσθαι ὅπως βούλεται, καὶ σὺ ὅπως ἂν αὖ σὺ βούλῃ.
Ὑπολαβὼν οὖν ὁ Ἀλκιβιάδης, Οὐ καλῶς λέγεις, ἔφη, ὦ Καλλία· Σωκράτης μὲν γὰρ ὅδε ὁμολογεῖ μὴ μετεῖναί οἱ μακρολογίας καὶ παραχωρεῖ Πρωταγόρᾳ, τοῦ δὲ διαλέγεσθαι [336c] οἷός τ᾽ εἶναι καὶ ἐπίστασθαι λόγον τε δοῦναι καὶ δέξασθαι θαυμάζοιμ᾽ ἂν εἴ τῳ ἀνθρώπων παραχωρεῖ. εἰ μὲν οὖν καὶ Πρωταγόρας ὁμολογεῖ φαυλότερος εἶναι Σωκράτους διαλεχθῆναι, ἐξαρκεῖ Σωκράτει· εἰ δὲ ἀντιποιεῖται, διαλεγέσθω ἐρωτῶν τε καὶ ἀποκρινόμενος, μὴ ἐφ᾽ ἑκάστῃ ἐρωτήσει μακρὸν λόγον ἀποτείνων, ἐκκρούων τοὺς λόγους καὶ οὐκ ἐθέλων [336d] διδόναι λόγον, ἀλλ᾽ ἀπομηκύνων ἕως ἂν ἐπιλάθωνται περὶ ὅτου τὸ ἐρώτημα ἦν οἱ πολλοὶ τῶν ἀκουόντων· ἐπεὶ Σωκράτη γε ἐγὼ ἐγγυῶμαι μὴ ἐπιλήσεσθαι, οὐχ ὅτι παίζει καί φησιν ἐπιλήσμων εἶναι. ἐμοὶ μὲν οὖν δοκεῖ ἐπιεικέστερα Σωκράτης λέγειν· χρὴ γὰρ ἕκαστον τὴν ἑαυτοῦ γνώμην ἀποφαίνεσθαι.
Μετὰ δὲ τὸν Ἀλκιβιάδην, ὡς ἐγᾦμαι, Κριτίας ἦν ὁ εἰπών· Ὦ Πρόδικε καὶ Ἱππία, Καλλίας μὲν δοκεῖ μοι μάλα πρὸς [336e] Πρωταγόρου εἶναι, Ἀλκιβιάδης δὲ ἀεὶ φιλόνικός ἐστι πρὸς ὃ ἂν ὁρμήσῃ· ἡμᾶς δὲ οὐδὲν δεῖ συμφιλονικεῖν οὔτε Σωκράτει οὔτε Πρωταγόρᾳ, ἀλλὰ κοινῇ ἀμφοτέρων δεῖσθαι μὴ μεταξὺ διαλῦσαι τὴν συνουσίαν.
***
Προσπάθειες να μη διακοπεί η συζήτηση: α) Παρέμβαση του Καλλία, του Αλκιβιάδη και του Κριτία.Λέγοντας αυτά σηκώθηκα να φύγω· αλλά καθώς σηκωνόμουνα χουφτώνει το χέρι μου ο Καλλίας με το δεξί του χέρι [335d] και με τ᾽ αριστερό του άδραξε το πανωφόρι που φορώ και είπε: Δε θα σ᾽ αφήσουμε να φύγεις, Σωκράτη· γιατί, αν εσύ βγεις από το σπιτικό μου, δε θα έχει πια το ίδιο ενδιαφέρον η συζήτηση. Σε παρακαλώ λοιπόν να μείνεις μαζί μας· γιατί ποιός συζητητής μπορεί να μου δώσει τη χαρά που νιώθω ακούοντας να συζητάτε εσύ κι ο Πρωταγόρας; Κάνε σ᾽ όλους μας αυτή τη χάρη.
Κι εγώ του απάντησα (είχα κιόλας σηκωθεί από τη θέση μου για να πηγαίνω): Γιε του Ιππονίκου, θαυμάζω πάντοτε την αγάπη σου για τη μόρφωση, [335e] και τώρα ακόμη σε συγχαίρω και σε συμπαθώ· θα ᾽θελα λοιπόν να σου κάνω την καρδιά, αν ήταν στο χέρι μου αυτό που μου ζητάς· τώρα όμως κάνεις σαν να με παρακαλούσες να συναγωνιστώ τον Κρίσωνα τον Ιμεραίο, το δρομέα, όταν βρισκόταν στην ακμή του ή να τρέχω στήθος με στήθος και να προσπαθώ να ξεπεράσω ένα μαραθωνοδρόμο ή ταχυδρόμο. [336a] Θα σου έλεγα τότε ότι περισσότερο κι από σένα θα φιλοτιμούσα τον εαυτό μου να τους έχω από κοντά στο τρέξιμό τους, αλλά δεν το μπορώ. Αν όμως στ᾽ αλήθεια θέλεις να δεις εμένα και τον Κρίσωνα να τρέχουμε πλάι πλάι, αυτόν παρακάλεσε να χαλαρώσει το ρυθμό του· γιατί εγώ δεν μπορώ να τρέχω γρήγορα, αυτός όμως μπορεί αργά. Αν λοιπόν επιθυμείς ν᾽ ακούσεις εμένα και τον Πρωταγόρα, παρακάλεσε αυτόν, όπως στην αρχή μου έδινε κοφτές απαντήσεις κι ακριβώς πάνω σ᾽ ό,τι τον ρωτούσα, έτσι να μου απαντά και τώρα· [336b] αλλιώς, τί διάλογος μπορεί να γίνει; Γιατί νομίζω ότι είναι δυο διαφορετικά πράγματα η αναμεταξύ μας διαλογική συζήτηση και ο ρητορικός λόγος.
Κοίταξε όμως, είπε, Σωκράτη· μπορούμε να πούμε πως ο Πρωταγόρας δεν έχει δίκιο, επειδή απαιτεί να έχει το ελεύτερο να συζητά όπως θέλει — κι εσύ απ᾽ τη μεριά σου πάλι όπως θέλεις;
Τότε μπήκε στη μέση ο Αλκιβιάδης και είπε: Σα να μη μας τα λες καλά, Καλλία· γιατί ο Σωκράτης αποδώ παραδέχεται ότι δεν τα καταφέρνει στις μακρόλογες συζητήσεις και αφήνει τα πρωτεία στον Πρωταγόρα· [336c] είναι όμως τόσο ικανός να συζητά ρωτώντας και δίνοντας απαντήσεις και τόσο καλά ξέρει να φέρνει και να δέχεται επιχειρήματα, ώστε θα ᾽ταν έκπληξη για μένα να βρεθεί άνθρωπος στον οποίο θα παραχωρούσε τα πρωτεία. Αν τώρα ο Πρωταγόρας απ᾽ τη μεριά του παραδέχεται ότι είναι κατώτερος στη διαλογική συζήτηση, ο Σωκράτης δε θέλει τίποτα περισσότερο. Αν όμως θέλει τα πρωτεία, ας συνεχίσει τη συζήτηση με ερωτήσεις και απαντήσεις· ας πάψει ν᾽ αραδιάζει κι από μια μακρόλογη ομιλία που τραβά σε μάκρος ύστερ᾽ από κάθε ερώτηση, ξεστρατίζοντας έτσι από το θέμα [336d] και αποφεύγοντας να στηρίξει τα λεγόμενά του με επιχειρήματα, αλλά δίνοντας μάκρος στα λόγια του, έτσι που οι περισσότεροι ακροατές να ξεχνούν πάνω σε ποιά ερώτηση απαντά. Γιατί, όσο για τον Σωκράτη, σας βεβαιώνω εγώ ότι δεν είναι αυτός που θα τον εγκαταλείψει το μνημονικό του — μην κοιτάτε που δε σοβαρολογεί και λέει ότι είναι ξεχασιάρης. Αν θέλετε λοιπόν τη γνώμη μου, νομίζω ότι πιο λογική είναι η πρόταση του Σωκράτη· γιατί πρέπει ο καθένας σας να εκφράσει τη γνώμη του.
Αν δε κάνω λάθος, ο Κριτίας ήταν που πήρε το λόγο μετά τον Αλκιβιάδη και είπε: Πρόδικε και Ιππία, βλέπω ότι ο Καλλίας βέβαια με το παραπάνω [336e] παίρνει το μέρος του Πρωταγόρα, αλλά ξέρω πως και ο Αλκιβιάδης ποτέ δεν το βάζει κάτω, αν είναι να επιτύχει το στόχο του. Από τη μεριά μας όμως δε μας εξυπηρετεί να μπούμε στον καβγά παίρνοντας το μέρος του Σωκράτη ή του Πρωταγόρα· μας συμφέρει να παρακαλέσουμε με τον ίδιο τρόπο και τον ένα και τον άλλο να μη διαλύσουν τη συγκέντρωσή μας αφήνοντας στη μέση τη συζήτηση.
Κι εγώ του απάντησα (είχα κιόλας σηκωθεί από τη θέση μου για να πηγαίνω): Γιε του Ιππονίκου, θαυμάζω πάντοτε την αγάπη σου για τη μόρφωση, [335e] και τώρα ακόμη σε συγχαίρω και σε συμπαθώ· θα ᾽θελα λοιπόν να σου κάνω την καρδιά, αν ήταν στο χέρι μου αυτό που μου ζητάς· τώρα όμως κάνεις σαν να με παρακαλούσες να συναγωνιστώ τον Κρίσωνα τον Ιμεραίο, το δρομέα, όταν βρισκόταν στην ακμή του ή να τρέχω στήθος με στήθος και να προσπαθώ να ξεπεράσω ένα μαραθωνοδρόμο ή ταχυδρόμο. [336a] Θα σου έλεγα τότε ότι περισσότερο κι από σένα θα φιλοτιμούσα τον εαυτό μου να τους έχω από κοντά στο τρέξιμό τους, αλλά δεν το μπορώ. Αν όμως στ᾽ αλήθεια θέλεις να δεις εμένα και τον Κρίσωνα να τρέχουμε πλάι πλάι, αυτόν παρακάλεσε να χαλαρώσει το ρυθμό του· γιατί εγώ δεν μπορώ να τρέχω γρήγορα, αυτός όμως μπορεί αργά. Αν λοιπόν επιθυμείς ν᾽ ακούσεις εμένα και τον Πρωταγόρα, παρακάλεσε αυτόν, όπως στην αρχή μου έδινε κοφτές απαντήσεις κι ακριβώς πάνω σ᾽ ό,τι τον ρωτούσα, έτσι να μου απαντά και τώρα· [336b] αλλιώς, τί διάλογος μπορεί να γίνει; Γιατί νομίζω ότι είναι δυο διαφορετικά πράγματα η αναμεταξύ μας διαλογική συζήτηση και ο ρητορικός λόγος.
Κοίταξε όμως, είπε, Σωκράτη· μπορούμε να πούμε πως ο Πρωταγόρας δεν έχει δίκιο, επειδή απαιτεί να έχει το ελεύτερο να συζητά όπως θέλει — κι εσύ απ᾽ τη μεριά σου πάλι όπως θέλεις;
Τότε μπήκε στη μέση ο Αλκιβιάδης και είπε: Σα να μη μας τα λες καλά, Καλλία· γιατί ο Σωκράτης αποδώ παραδέχεται ότι δεν τα καταφέρνει στις μακρόλογες συζητήσεις και αφήνει τα πρωτεία στον Πρωταγόρα· [336c] είναι όμως τόσο ικανός να συζητά ρωτώντας και δίνοντας απαντήσεις και τόσο καλά ξέρει να φέρνει και να δέχεται επιχειρήματα, ώστε θα ᾽ταν έκπληξη για μένα να βρεθεί άνθρωπος στον οποίο θα παραχωρούσε τα πρωτεία. Αν τώρα ο Πρωταγόρας απ᾽ τη μεριά του παραδέχεται ότι είναι κατώτερος στη διαλογική συζήτηση, ο Σωκράτης δε θέλει τίποτα περισσότερο. Αν όμως θέλει τα πρωτεία, ας συνεχίσει τη συζήτηση με ερωτήσεις και απαντήσεις· ας πάψει ν᾽ αραδιάζει κι από μια μακρόλογη ομιλία που τραβά σε μάκρος ύστερ᾽ από κάθε ερώτηση, ξεστρατίζοντας έτσι από το θέμα [336d] και αποφεύγοντας να στηρίξει τα λεγόμενά του με επιχειρήματα, αλλά δίνοντας μάκρος στα λόγια του, έτσι που οι περισσότεροι ακροατές να ξεχνούν πάνω σε ποιά ερώτηση απαντά. Γιατί, όσο για τον Σωκράτη, σας βεβαιώνω εγώ ότι δεν είναι αυτός που θα τον εγκαταλείψει το μνημονικό του — μην κοιτάτε που δε σοβαρολογεί και λέει ότι είναι ξεχασιάρης. Αν θέλετε λοιπόν τη γνώμη μου, νομίζω ότι πιο λογική είναι η πρόταση του Σωκράτη· γιατί πρέπει ο καθένας σας να εκφράσει τη γνώμη του.
Αν δε κάνω λάθος, ο Κριτίας ήταν που πήρε το λόγο μετά τον Αλκιβιάδη και είπε: Πρόδικε και Ιππία, βλέπω ότι ο Καλλίας βέβαια με το παραπάνω [336e] παίρνει το μέρος του Πρωταγόρα, αλλά ξέρω πως και ο Αλκιβιάδης ποτέ δεν το βάζει κάτω, αν είναι να επιτύχει το στόχο του. Από τη μεριά μας όμως δε μας εξυπηρετεί να μπούμε στον καβγά παίρνοντας το μέρος του Σωκράτη ή του Πρωταγόρα· μας συμφέρει να παρακαλέσουμε με τον ίδιο τρόπο και τον ένα και τον άλλο να μη διαλύσουν τη συγκέντρωσή μας αφήνοντας στη μέση τη συζήτηση.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου