Παρασκευή 22 Ιανουαρίου 2021

Ιστορία της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας: Η αρχιτεκτονική της γλώσσας και η αρχαία Ελληνική γλώσσα

7.8 Επιρρήματα


Ο χρονικός προσδιορισμός της πρότασης δεν γίνεται μόνο με τους χρόνους του ρήματος αλλά και με χρονικά επιρρήματα, όπως χτες, αύριο, σήμερα, ή επιρρηματικές εκφράσεις, όπως πριν από έναν μήνα, μετά από έναν χρόνο κλπ. Εδώ αξίζει να ξαναθυμηθούμε αυτό το ε (την αύξηση) που μπαίνει στην αρχή του ρήματος, όταν η αναφορά είναι στο παρελθόν: έφυγε, έφευγε. Η ιστορική γλωσσολογία (η επιστήμη που ασχολείται με την «αρχαιολογία» των γλωσσών, τις αρχές τους και την εξέλιξή τους) πιστεύει ότι σε αυτό το μικρό στοιχείο που «κολλάει» στο ρήμα κρύβεται (όπως και στην περίπτωση του θα, που είδαμε νωρίτερα) μια παλιά λέξη που σήμαινε πριν, ήταν δηλαδή ένα χρονικό επίρρημα που «στεκόταν» μόνο του. Αυτό το χρονικό επίρρημα σιγά σιγά έγινε «ένα» με το ρήμα και στη διαδικασία αυτή «μίκρυνε» (με τον ίδιο τρόπο όπως το θέλω + να έγινε θα) για να καταλήξει στο ε (την αύξηση) που έχουμε σήμερα.

Εκτός από τα χρονικά επιρρήματα υπάρχουν τα τοπικά επιρρήματα, όπως εδώ, εκεί (στην αντωνυμία εκείνος «κρύβεται» το τοπικό επίρρημα εκεί: εκείνος είναι αυτός που βρίσκεται εκεί, δηλαδή σε κάποια απόσταση από τον ομιλητή), πέρα, κοντά, μακριά, γύρω, κλπ. Αν τα χρονικά επιρρήματα, μαζί με τους χρόνους του ρήματος, είναι οι «άγκυρες» της πρότασης στον χρόνο, τα τοπικά επιρρήματα είναι οι «άγκυρές» της στον τόπο. Πολύ συχνά χρησιμοποιούνται οι ίδιες λέξεις, τα ίδια επιρρήματα, και για τις δύο δουλειές, και για τον τόπο και για τον χρόνο: Θα έρθω γύρω στις τρεις, και Τρέχουν γύρω από το τραπέζι· Δεν θα περιμένω πέρα από τις τρεις, και Η στάση είναι πιο πέρα. Γιατί συμβαίνει αυτό-, Γιατί ο χρόνος, σε αντίθεση με τον τόπο, είναι κάτι το «άπιαστο». Έτσι, χρησιμοποιούνται οι τοπικές εκφράσεις για να μπορέσουμε να μιλήσουμε γι' αυτό το «άπιαστο» που είναι ο χρόνος. Αυτό γίνεται πολύ συχνά στη γλώσσα. Χρησιμοποιούμε δηλαδή μια «χειροπιαστή», συγκεκριμένη έκφραση, για να μιλήσουμε για κάτι πιο «άπιαστο», αφηρημένο. Παρατηρήστε τα παρακάτω παραδείγματα:

(3) Το κτίριο στηρίζεται σε τσιμεντένιες κολόνες.
(4) Η θεωρία αυτή στηρίζεται στα παρακάτω επιχειρήματα.

Θα συμφωνήσετε ότι στην πρόταση (3) το ρήμα στηρίζεται έχει ένα πολύ συγκεκριμένο, «χειροπιαστό» περιεχόμενο. Και αυτό το «χειροπιαστό» περιεχόμενο χρησιμοποιείται στην πρόταση (4) για να μιλήσουμε για κάτι πιο αφηρημένο, για μια θεωρία. Σαν να ήταν η θεωρία ένα οικοδόμημα που χρειάζεται τα στηρίγματα του. «Μεταφέρουμε» τη «συγκεκριμένη» έκφραση, εδώ το ρήμα στηρίζεται, όπως στην πρόταση (3), σε έναν πιο αφηρημένο «χώρο». Αυτή είναι η διαδικασία της μεταφοράς. Με τον ίδιο, μεταφορικό, τρόπο μιλάμε για τον χρόνο μέσω του τόπου (όπως είδαμε παραπάνω).

Πέρα από τα χρονικά και τα τοπικά επιρρήματα υπάρχουν και τα τροπικά επιρρήματα, π.χ.:

(5) Τρέχει καλά/γρήγορα/δύσκολα κλπ.
(6) Σίγουρα/πιθανόν/ίσως κτλ. θα τα καταφέρει.

Τα τροπικά επιρρήματα, όπως στην πρόταση (5), κάνουν την ίδια δουλειά που κάνουν οι αναφορικές προτάσεις για τα ουσιαστικά (θυμηθείτε τη συζήτηση που κάναμε λίγο νωρίτερα): επεκτείνουν τη σημασία του ρήματος ή αλλιώς δημιουργούν περιφραστικά (δηλαδή όχι μονολεκτικά) ρήματα. Τα επιρρήματα στο παράδειγμα (6) κάνουν άλλη δουλειά: εκφράζουν τους βαθμούς βεβαιότητας που έχει ο ομιλητής γι' αυτό που λέει, για αυτό που «προτείνει» στον συνομιλητή του.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου