«Φοβοῦ τοὺς Δαναοὺς καὶ δῶρα φέροντας».
Ιλιάδα, Ομήρου. Οι Έλληνες αφήνουν στους Τρώες τον Δούρειο Ίππο, ένα ξύλινο άλογο, ομολογία της ήττας τους. Οι Τρώες βάζουν το άλογο μέσα στα τείχη της πόλης τους και η συνέχεια είναι γνωστή. Στην Αινειάδα του, το έπος που έγραψε στα τέλη του 1ου αιώνα π.Χ. και το οποίο εξιστορεί τις μυθικές περιπέτειες του Αινεία, ενός Τρώα που ταξίδεψε με λίγους συντρόφους του στην Ιταλία μετά την άλωση της Τροίας και έγινε ο πρόγονος των Ρωμαίων, ο Βιργίλιος μέσω του Λαοκόοντα λέει: Equo ne credite, Teucri / Quidquid id est, timeo Danaos et dona ferentes, δηλαδή «Μην εμπιστεύεστε το άλογο, Τρώες. / Οτιδήποτε κι αν είναι, φοβάμαι τους Δαναούς ακόμα κι όταν φέρνουν δώρα».
Στην πραγματικότητα ο Δούρειος Ίππος ήταν μια κρύπτη που έκρυβε στα σπλάχνα του τους Έλληνες πολεμιστές. Για να γίνει πιο πιστευτό το σχέδιο τους, ο στόλος των Ελλήνων κρύφτηκε και έκαψαν το στρατόπεδό τους, αφήνοντας μόνο το Δούρειο Ίππο. Ο Λαοκόων, ένας από τους Τρώες ιερείς του Θυμβραίου Απόλλωνα, προσπάθησε να προειδοποιήσει τους Τρώες να μη δεχθούν τον Δούρειο Ίππο ως δώρο από τους Έλληνες, όμως απέτυχε. Οι Τρώες αψήφησαν τη συμβουλή του και εκείνος εξοργισμένος πέταξε το ακόντιό του στο ξύλινο άλογο, για να τους αποδείξει πως είναι κούφιο. Εκείνη την ώρα ο θεός Ποσειδώνας υποστηρίζοντας τους Έλληνες, έστειλε δύο θαλάσσια φίδια, τον Όρκις και τη Χαρίβοια, να πνίξουν τον Λαοκόοντα και τους γιους του, Αντιφάντη και Θυμβραίο. Οι Τρώες ερμήνευσαν το γεγονός ως απόδειξη ότι το ξύλινο άλογο δεν ήταν ένα κόλπο των Ελλήνων και το οδήγησαν στην πόλη, αλλά θεόπνευστο. Ο Λαοκόων ήταν ο τρελός της πόλης. Κι αυτό ήταν το τέλος της Τροίας.
Ο El Greco στο έργο του Λαοκόων (περ. 1610 με 1614), απεικονίζει τη στιγμή της τιμωρίας του Λαοκόοντα. Ο γενειοφόρος Λαοκόων παρουσιάζεται στο κέντρο του πίνακα, ξαπλωμένος αδέξια με τη πλάτη του, πάνω στα σκουρόχρωμα βράχια, κρατώντας με τα δυο του χέρια το φίδι που του επιτίθεται στο κεφάλι. Το ίδιο φίδι (σύμβολό του κακού) έχει ήδη σκοτώσει τον γιο που κείτεται στα δεξιά του, ενώ στην αριστερή πλευρά βρίσκεται όρθιος ο άλλος γιος, ο οποίος αγωνίζεται να απομακρύνει ένα φίδι που είναι έτοιμο να τον δαγκώσει στο πλευρό. Στα πρόσωπα τους διαγράφεται ένταση, αγωνία, τρόμος, απόγνωση, ενώ η επιμήκυνση των γυμνών σωμάτων και το έντονα λευκό χρώμα προσδίδει στις μορφές δραματικότητα και τις κάνει να φαίνονται άυλες, υπερφυσικές έτοιμες να ανέλθουν στους ουρανούς. Ο Θεοτοκόπουλος με αυτό το τρόπο προσδίδει στο μύθο του Λαοκόοντα μια χριστιανική διάσταση. Στη δεξιά πλευρά του έργο παρατηρούνται τρεις μορφές, πιθανόν Έλληνες Θεοί, σιωπηλοί μάρτυρες του γεγονότος. Η μια μορφή έχει στρέψει το πρόσωπο της, δείχνοντας την αποστροφή ή την αντίρρησή της για την τιμωρία.
Εφόσον ο El Greco παρουσιάζει το μύθο του Λαοκόοντα δεν θα μπορούσε να λείπει, ο Δούρειος Ίππος. Στο κέντρο του πίνακα υπάρχει άλογο καφεκίτρινου χρώματος (παραπέμπει στο χρώμα του ξύλου), που υποδεικνύεται από το απλωμένο χέρι του όρθιου γιου, να κατευθύνεται προς την πύλη της πόλης. Μια έκπληξη περιμένει το θεατή καθώς αντιλαμβάνεται πως η οχυρωμένη αυτή πόλη δεν είναι η Τροία, αλλά το Τολέδο. Αν μάλιστα παρατηρήσουμε προσεκτικά θα αναγνωρίσουμε την πύλη του Τολέδου, Puerta de Bisagra Nueva, καθώς και άλλα κτήρια που παρουσιάζονται και στο έργο του Άποψη και χάρτης του Τολέδο. Τη σκηνή συμπληρώνουν τα απειλητικά, σκούρα σύννεφα και το απόκοσμο τοπίο, τα οποία προσθέτουν επιπλέον ένταση στο δράμα.
Το έργο αυτό του El Greco ίσως αποτελεί μια διαμαρτυρία ή και προειδοποίηση, του καλλιτέχνη για τα κακώς κείμενα της εποχής και τα αποτελέσματα τους, καθώς στο Τολέδο, την εποχή εκείνη, υπήρχε μοναρχικό πολίτευμα και η εξουσία της Εκκλησίας ήταν απόλυτη.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου