Η σύγχρονη εποχή της παγκοσμιοποίησης χαρακτηρίζεται από πολλή ρητορική φλυαρία, πάμπολλες προσωπικές απόψεις, θεατρικές κινήσεις εντυπωσιασμού, επιθετικότητα θρησκευτική και πολιτική, αλλά και από πολύ σκεπτικισμό. Αυτά ακριβώς ίσχυαν και στην Ελληνιστική εποχή που έζησε ο Επίκουρος.
Ο Ελληνικός πολιτισμός είχε εξαπλωθεί στην Οικουμένη, η θεατρική συμπεριφορά των βασιλέων και των αυλικών τους έγινε συστατικό του δημόσιου βίου, ενώ συνυπήρχαν πολλές φιλοσοφικές απόψεις, ανάμεσα στις οποίες και ο Πυρρώνειος σκεπτικισμός, πολλές θρησκευτικές δοξασίες, καθώς και έντονες πολιτικές και πολεμικές αντιπαραθέσεις.
Όλες αυτές τις αλληλοαντικρουόμενες τάσεις ο Επίκουρος τις αντιμετώπισε με εξαιρετική νηφαλιότητα. Αντιλήφθηκε ότι η ζωή δεν έχει ανάγκη από κενές δοξασίες αλλά από ηρεμία, οπότε χρειαζόταν μια αντικειμενική μέθοδο για να κρίνει ποια από τις απόψεις ήταν ορθή, ποια πιθανή και ποια λανθασμένη. Για τον λόγο αυτό ο Αθηναίος φιλόσοφος δημιούργησε τον Κανόνα, μια μεθοδολογία γνώσης που περιλαμβάνει συγκεκριμένα κριτήρια της αλήθειας και στηρίζεται στην αντικειμενική παρατήρηση της Φύσης και στην ελεύθερη σκέψη.
Με τον Κανόνα του και την γνώση της Φύσης ο διαφωτιστής Επίκουρος πρόσφερε στον κάθε άνθρωπο την ευκαιρία αφενός να ελευθερώσει τον νου του από τις ανόητες πολυλογίες, τις υπερφυσικές μυθοπλασίες, την παράλογη δεισιδαιμονία, τις κενές ιδεοληψίες και την ψυχική ανισορροπία και αφετέρου να επιλέξει να ζήσει με φρόνηση και φιλία έναν ευδαιμονικό βίο. Ο Σοφός έγραψε στον μαθητή του Ηρόδοτο:
“Αφιερώνω συνεχώς την δραστηριότητα μου στην επιστημονική μελέτη της φύσης και έτσι, περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο τρόπο, γαληνεύει η ζωή μου» (Διογένης Λαέρτιος Χ 37).
Ο Κανόνας είναι ολοφάνερα ο πρόδρομος της σύγχρονης επιστημονικής προσέγγισης της γνώσης, που ξεκίνησε πριν από τέσσερις αιώνες από τις παρατηρήσεις με τηλεσκόπιο αφενός του Γαλιλαίου και αφετέρου του φίλου του Γκασσαντί, που αναβίωσε την Επικούρεια φιλοσοφία. Η παρατήρηση της Φύσης γίνεται με τις αισθήσεις των επιστημόνων ή με τις αισθητήριες καταγραφές των επιστημονικών οργάνων τους. Για κάθε ζήτημα διατυπώνονται πολλές θεωρίες, αλλά γίνεται αποδεκτή μόνο εκείνη η θεωρία που επιμαρτυρείται από τις παρατηρήσεις.
Η Επικούρεια μέθοδος απόκτησης της γνώσης που υιοθετήθηκε από μια κρίσιμη μάζα ανθρώπων οδήγησε την ανθρωπότητα στον Διαφωτισμό, στην Επιστήμη και στον σύγχρονο Ανθρωπισμό.
Σύμφωνα με τον Επίκουρο:
“Κενός περιεχομένου είναι εκείνος ο φιλοσοφικός λόγος που δεν θεραπεύει κανένα ανθρώπινο πάθος (Π.Μ. 31.34.10).
Όπως η ιατρική δεν ωφελεί καθόλου εάν δεν θεραπεύει τις αρρώστιες του σώματος, έτσι και η φιλοσοφία δεν ωφελεί εάν δεν θεραπεύει τα πάθη της ψυχής (Π.Μ. 29.32.21)”.
Χρησιμοποιώντας το παράδειγμα της ιατρικής αναλογίας που ενδιαφέρεται για την θεραπεία του αρρώστου θα περιγράψω εν συντομία τις διάφορες προσεγγίσεις των άλλων φιλοσοφικών σχολών σε αντιπαραβολή με την προσέγγιση της Επικούρειας φιλοσοφίας. Θα αναδείξω την διαφορά ανάμεσα στην γνώμη και στην γνώση, ανάμεσα στην προσωπική δοξασία που εκφράζουν οι άλλοι φιλόσοφοι και στην επιστημονική γνώση που εκφράζει η φιλοσοφία του Επίκουρου.
Ακριβώς επειδή είναι επιστημονικά συμβατή με την ανθρώπινη φύση, η Επικούρεια φιλοσοφία έχει ψυχοθεραπευτική δράση και βελτιώνει πρακτικά την ζωή του κάθε ανθρώπου. Ο Επικούρειος φιλόσοφος είναι ο επιστήμονας γιατρός της ψυχής, που προσφέρει στον απελπισμένο άνθρωπο τα φάρμακα για την φρόνηση και την αταραξία.
Γνώμη των άλλων φιλοσόφων
Θρησκευτικές και μαγικές δοξασίες καταδυνάστευαν το νου των ανθρώπων επί χιλιετίες, έως τον 6ο προχριστιανικό αιώνα, όταν στις ελληνικές πόλεις του Αιγαίου και των ακτών της Ιωνίας άρχισε να αναπτύσσεται η φιλοσοφία.
Σε μια εποχή που δέσποζε η δεισιδαιμονία, οι φυσικοί Ίωνες φιλόσοφοι προσπάθησαν να ξεπεράσουν τους πανάρχαιους μύθους για τους θεούς που διέδιδαν οι ποιητές και να εξηγήσουν την Φύση χρησιμοποιώντας τόσο την εμπειρία τους που βασιζόταν στις αισθήσεις, όσο και την φαντασία τους που βασιζόταν σε εμπειρικές αναλογίες και ορθολογικές υποθέσεις.
Ο κορυφαίος από αυτούς τους φυσικούς φιλοσόφους ήταν αντικειμενικά ο Δημόκριτος, ο οποίος συνδύασε την θεωρία του Παρμενίδη για το αμετάβλητο ον με την άποψη του Ηράκλειτου για την συνεχή αλλαγή, προτείνοντας αντίστοιχα αφενός την αιώνια ύπαρξη των αμετάβλητων ατόμων και αφετέρου την αέναη δημιουργία των σύνθετων σωμάτων από τα άτομα. Τα σύνθετα σώματα υπάρχουν για κάποιο χρονικό διάστημα έως την διάλυσή τους και πάλι σε άτομα. Ο Δημόκριτος υπήρξε ο πρώτος φιλόσοφος που αναφέρθηκε στην ιατρική αναλογία, την οποία χρησιμοποίησε αργότερα ο Επίκουρος. Έγραψε ο Αβδηρίτης:
”Η ιατρική θεραπεύει τις αρρώστιες του σώματος, ενώ η σοφία απαλλάσσει την ψυχή από τα πάθη”.
Στην Αθηναϊκή Δημοκρατία του 5ου προχριστιανικού αιώνα, η ανάγκη για εξάσκηση των πολιτών στον πολιτικό λόγο και την ρητορική επιχειρηματολογία προσέλκυσε μια ετερογενή ομάδα ευφυών και καλλιεργημένων ανθρώπων, τους σοφιστές, που δίδασκαν έναντι αμοιβής τους νέους να χειρίζονται τον λόγο. Οι σοφιστές προήγαγαν την αποδόμηση των πατροπαράδοτων αξιών που δεν είχαν ως επίκεντρο τον άνθρωπο, οδηγώντας στην καθιέρωση του ανθρωπισμού με την σημασία της μόρφωσης και της ανθρωπιάς.
Είναι γνωστή η ρήση του σοφιστή Πρωταγόρα “πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος” (δηλαδή ο άνθρωπος είναι μέτρο όλων των πραγμάτων). Αυτή η ρήση δεν ήταν μόνο ανθρωποκεντρική, αλλά είχε και υποκειμενική και σκεπτικιστική χροιά.
Οι σοφιστές υποστήριξαν την ριζοσπαστική άποψη ότι η αλήθεια είναι ξεχωριστή για κάθε άνθρωπο, είναι σχετική με την πίστη και τις απόψεις του, οπότε και δεν υπάρχει αντικειμενική προσέγγιση της πραγματικότητας. Οι σοφιστές δίδαξαν ότι ο καθένας μπορεί να πιστεύει ό,τι θέλει, ότι μπορεί να αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό οποιονδήποτε άλλον και ότι αυτό που έχει σημασία για να νικήσει κάποιος σε μια συζήτηση είναι η δύναμη της λογικής επιχειρηματολογίας.
Όπως είναι φανερό, η σοφιστική είναι ταυτόχρονα πρόδρομος της πολιτικής δημηγορίας, της ρητορικής, της διαλεκτικής, της υποκειμενικής γνωσιολογίας και του εγωιστικού ηδονισμού του Αρίστιππου, του Σκεπτικισμού του Πύρρωνα και του Ακαδημικού Καρνεάδη, αλλά και της προσωποκεντρικής λογοτεχνίας.
Η σοφιστική έχει άμεση σχέση με τον άκριτο εκλεκτικισμό, αντιστοιχεί στην έκφραση προσωπικής γνώμης για το κάθε τι και βρίσκεται στην βάση όλων των κοινωνικών και πολιτικών συζητήσεων, που διεξάγονται από ένα ευρύ φάσμα ανθρώπων, από τους αμόρφωτους έως τους πολιτικά και ρητορικά μορφωμένους. Η σοφιστική αποτελεί χαρακτηριστικό συστατικό της σύγχρονης χαοτικής Ελληνικής κοινωνίας, η οποία βρίθει από υποκειμενισμό, σολιψισμό, δηλαδή ναρκισσισμό του τύπου “μόνο εγώ υπάρχω”, ρητορικά σχήματα, πολιτικά ψεύδη, μονολόγους κωφών, ύβρεις και φωνασκίες.
Η εφαρμογή της σοφιστικής μεθόδου στην επιστήμη και στην ιατρική θα είχε τραγελαφικά αποτελέσματα. Σε έναν ασθενή που θα υπέφερε από πονόδοντο ο ένας σοφιστής γιατρός θα τον ξεμάτιαζε, ο άλλος σοφιστής γιατρός θα του έλεγε να πιει κολλαγόνο, ενώ ένας τρίτος σοφιστής γιατρός θα επιχειρηματολογούσε ότι για όλη την ανθρώπινη δυστυχία φταίει κάποια ομάδα ανθρώπων, κάποιο πολιτικό κόμμα ή κάποια μεταφυσική δύναμη. Επιπλέον, κάποιος σκεπτικιστής γιατρός θα υποστήριζε ότι τίποτα δεν είναι σίγουρα γνωστό για τον ανθρώπινο πόνο και ότι ο ίδιος δεν είναι σίγουρος ούτε εάν πονάει κάποιος, ούτε πώς να τον γιατρέψει, ούτε εάν έχει νόημα να τον θεραπεύσει.
Ο κάθε σοφιστής με τον υποκειμενικό λόγο του επιλέγει να ζει στον δικό του φανταστικό κόσμο. Αφού και ο Πλάτων δημιούργησε στα έργα του τον δικό του ιδεατό κόσμο, δεν είναι καθόλου περίεργο, που τον ονόμασαν σοφιστή και λογοτέχνη οι σύγχρονοι Επικούρειοι Τόμας Τζέφερσον και Τζων Στιούαρτ Μιλλ.
Η φιλοσοφία του Πλάτωνα βασίζεται στην μυθοπλασία και στην διάδοση των μύθων για τον άυλο υπερβατικό κόσμο των ιδεών, τον οποίο αντιλαμβάνονται μόνο οι λίγοι, οι εκλεκτοί, οι μυημένοι.
Για τον πλατωνικό πολιτικοθρησκευτικό τρόπο σκέψης το αγαθό βρίσκεται κάπου έξω από τον ανθρώπινο κόσμο. Το αγαθό προϋπήρχε πριν υπάρξουμε εμείς οι άνθρωποι, εμείς δεν δημιουργηθήκαμε γι' αυτό και η άριστη ζωή είναι εκείνη που όχι μόνο δεν μπορεί να κατακτήσει η πλειονότητα των ανθρώπων, αλλά ούτε καν να την οραματιστεί. Ελάχιστοι μόνο εκλεκτοί άνθρωποι έχουν την δυνατότητα να αντιληφθούν ψήγματα της ιδεατής πραγματικότητας.
Ο Πλατωνισμός έχει επηρεάσει τον Ιουδαϊσμό μέσω του Φίλωνα του Αλεξανδρέα, τον Χριστιανισμό μέσω των Τριών Ιεραρχών και του Αυγουστίνου και τον Ισλαμισμό μέσω του Αλ-Φαράμπι και του Αλ-Γκαζάλι. Στον Χριστιανισμό, ειδικότερα, ο δημιουργός θεός έχει θέσει συγκεκριμένα ηθικά πρότυπα, τα οποία πολλές φορές έρχονται σε αντίθεση με την υλική φύση μας. Αποστολή μας είναι να αναγνωρίσουμε αυτό που θέλει ο θεός και να το πράξουμε. Η παρούσα ζωή δεν έχει καμία αξία παρά μόνο ως προετοιμασία για την αιώνια ιδεατή ζωή στον Παράδεισο.
Αν πάρουμε το ιατρικό παράδειγμα, ο πλατωνιστής γιατρός λέει στην άρρωστο που υποφέρει πως η επώδυνη ασθένειά του είναι ωφέλιμη ώστε να αντιληφθεί την αχρηστία του υλικού του φθαρτού σώματος και να οδηγηθεί στην καλλιέργεια της ψυχής του και στην φώτιση. Ο πλατωνιστής γιατρός λέει στα παιδάκια που πεινάνε και κλαίνε πως και αυτό υγεία είναι από την σκοπιά του αιώνιου ιδεατού κόσμου, αφού τους δίνεται η ευκαιρία να αντιληφθούν την ματαιότητα της ζωής και να αποδεχθούν την σοφή αρμονία του σύμπαντος. Ένας έμφρων άνθρωπος θα περιέγραφε αυτόν τον πλατωνικό γιατρό ως σκληρόκαρδο, σαδιστή και ψεύτη.
Για τους Στωικούς πάλι, όλα τα συναισθήματα ταυτίζονται με παράλογες πεποιθήσεις, όλα τα συναισθήματα βασίζονται σε αδικαιολόγητες και λανθασμένες κρίσεις. Πιστεύουν ότι για να φθάσει κάποιος άνθρωπος στον ενάρετο βίο πρέπει να πετύχει την απάθεια, δηλαδή να απαλλαγεί από τα συναισθήματα. Για τους Στωικούς ο ορθολογισμός, η λογική σκέψη είναι το θεϊκό στοιχείο μέσα στον άνθρωπο. Ο ενάρετος θεϊκός λόγος διαπνέει όλη την δομή του σύμπαντος.
Οι Στωικοί είναι πανθεϊστές και πιστεύουν ότι θεός και Φύση ταυτίζονται, γι' αυτό οι άνθρωποι θα πρέπει να δεχθούν ότι είναι μέρος του τέλειου και προκαθορισμένου θεϊκού σχεδίου. Οι Στωικοί σέβονται το αγαθόν του λόγου που ενυπάρχει σε κάθε άνθρωπο. Θεωρούν ότι δεν χρειάζεται ο στωικός μαθητής να ακολουθεί πιστά τον στωικό δάσκαλο, επειδή κάθε γνώμη είναι έκφραση του συμπαντικού λόγου. “Αυτή είναι η άποψη του Ζήνωνα. Η δικιά σου ποια είναι;” ρωτάει ο Σενέκας (33.7).
Αν δούμε την ιατρική αναλογία, ο στωικός γιατρός όχι μόνο ακούει με απάθεια και αναλγησία τον άρρωστο να υποφέρει, αλλά αντί να κάνει την διάγνωση και να εφαρμόσει την θεραπεία ως ειδικός, ζητάει την γνώμη του αρρώστου, την οποία πιστεύει ότι του την έχει προεμφυτεύσει ο θεϊκός λόγος...
Περισσότερο πραγματιστής από τους Πλατωνικούς και τους Στωικούς, ο Αριστοτέλης εκφράζει τις απόψεις του μέσου ανθρώπου, του κοινού νου. Ο φιλόσοφος καταγράφει τις “κοινές πεποιθήσεις” και χρησιμοποιεί την ήρεμη διαλεκτική μέθοδο για να διερευνήσει την αλήθεια, που πιστεύει ότι εμπεριέχεται στις διάφορες γνώμες. Ερευνά τα ψυχολογικά αίτια της ανθρώπινης συμπεριφοράς και τα περιγράφει με αδρό τρόπο. Ο Σταγειρίτης παρατηρεί ότι:
“εφόσον ο φόβος κάποιου συνυπάρχει με την προσδοκία ότι θα υποστεί φθοροποιό πάθος, είναι φανερό πως όσοι πιστεύουν ότι δεν πρόκειται να πάθουν τίποτα, δεν φοβούνται” (Ρητορική 1382α35-β4).
Ο Αριστοτέλης συνήθως μιλάει θεωρητικά, αλλά αναγνωρίζει την πρακτική χρησιμότητα της ιατρικής στα Ηθικά Ευδήμεια λέγοντας:
“ο στόχος μας είναι να είμαστε υγιείς και όχι απλώς να γνωρίζουμε τι είναι υγεία. Να είμαστε καλά και όχι απλώς να ξέρουμε τι θα πει να είμαστε καλά” (ΗΕ 1216β24-25).
Όμως, η διαλεκτική μέθοδος που χρησιμοποιεί για να εκμαιεύσει από κάποιον την αλήθεια διαχωρίζοντάς την από το ψεύδος είναι ατελής χωρίς την βεβαιότητα της επιστημονικής παρατήρησης και δεν μπορεί να εφαρμοστεί στο ιατρικό ψυχοθεραπευτικό πρότυπο. Εάν ένας αριστοτελικός γιατρός συζητούσε με έναν ασθενή όλες τις πιθανές θεραπείες της αρρώστιας του, που θα βασίζονται είτε στην επιστημονική γνώση, είτε στην μαγεία, είτε στην φαντασία, είτε στην θρησκεία, στην καλύτερη περίπτωση αυτό θα ήταν επουσιώδες, ενώ στην χειρότερη θα ήταν αποπροσανατολιστικό.
Συμπερασματικά, δεν προσφέρουν στην υγεία της ψυχής ούτε ο σοφιστής γιατρός με τον υποκειμενισμό του, ούτε ο σκεπτικιστής γιατρός που δεν είναι σίγουρος για τίποτα, ούτε ο πλατωνικός γιατρός με την μυθοπλασία του, ούτε ο ανάλγητος στωικός γιατρός που ζητά την γνώμη του αρρώστου, αλλά ούτε και ο αριστοτελικός γιατρός με την άκριτη φλυαρία του.
Η ιατρική αναλογία της φιλοσοφίας όχι μόνο αρνείται την άποψη ότι η ηθική είναι υποκειμενική, αλλά αντίθετα υπογραμμίζει ότι η ηθική αλήθεια σχετίζεται με τις πραγματικές ανάγκες, τις επιθυμίες, τις αδυναμίες και τις δυνατότητες των ανθρώπων. Μόνο η εμπειρική παρατήρηση της ανθρώπινης φύσης μπορεί να προσφέρει τις βάσεις για την θεραπεία της ψυχής, όπως σωστά αντιλήφθηκε ο Επίκουρος.
Ψυχοθεραπευτική γνώση των Επικούρειων
Ο παραλληλισμός της φιλοσοφίας με την ιατρική σημαίνει ότι οι Επικούρειοι υιοθέτησαν ένα πρότυπο ασύμμετρης σχέσης μεταξύ δασκάλου και μαθητή, κατά αντιστοιχία με την σχέση γιατρού και αρρώστου.
Ακριβώς όπως ο ειδικός επιστήμονας γιατρός γνωρίζει καλύτερα για την διάγνωση και την θεραπεία της ασθένειας από έναν απληροφόρητο άρρωστο, έτσι και ο μαθητευόμενος της Επικούρειας φιλοσοφίας δεν είναι ικανός ακόμη να γνωρίζει την κατάστασή του τόσο καλά όσο ο δάσκαλος. Υιοθετώντας τα κριτήρια της αλήθειας που του μαθαίνει ο δάσκαλος, ο μαθητής αρχίζει να αναγνωρίζει την μέθοδο προσέγγισης της Φύσης και σταδιακά αποκτά γνώση για τις πραγματικές του ανάγκες εξασκώντας την φρόνησή του.
Η επικούρεια μέθοδος διδασκαλίας και ψυχοθεραπείας περιγράφεται στο έργο του Φιλόδημου περί Παρρησίας. Με την ειλικρινή κριτική του δασκάλου ο μαθητευόμενος Επικούρειος μαθαίνει γιατί νοσεί ψυχικά και σταδιακά γίνεται γιατρός του εαυτού του. Μαθαίνει να σκέπτεται επιστημονικά, να κρίνει με βάση τα κριτήρια αλήθειας του Κανόνα τι είναι αληθές, τι είναι ψευδές και τι είναι πιθανό. Μαθαίνει να θεωρεί τα συναισθήματά του ως κριτήριο αλήθειας, αλλά ταυτόχρονα εκπαιδεύεται στην φιλοσοφική θεραπεία των παράλογων φόβων και των αφύσικων επιθυμιών.
Η υιοθέτηση της ιδεοληπτικής μεθόδου ή της επιστημονικής μεθόδου από κάποιον άνθρωπο έχει τεράστια σημασία. Το παράδειγμα του Γερμανού αστρονόμου Κέπλερ την περίοδο της Αναγέννησης είναι ιδιαίτερα διαφωτιστικό. Ο ίδιος άνθρωπος με διαφορετική μέθοδο, αφενός την ιδεοληπτική πλατωνική και αφετέρου την εμπειρική επικούρεια παρουσίασε μέσα σε μια δεκαετία δύο διαφορετικά μοντέλα του ηλιακού συστήματος. Το πρώτο θεωρητικό μοντέλο βασιζόταν στα περίφημα στερεά του Πλάτωνα, ενώ το δεύτερο βασιζόταν στις πολυετείς αστρονομικές παρατηρήσεις του Δανού Τύχο Μπράχε. Προφανώς, σωστό είναι το δεύτερο επιστημονικό μοντέλο που ισχύει εδώ και τέσσερις αιώνες.
Ο επικούρειος τρόπος είναι ο επιστημονικός, ο νηφάλιος, ο ψυχικά ισορροπημένος τρόπος που βασίζεται σε επιβεβαίωση των απόψεων του Επίκουρου με τις αισθήσεις. Αυτός είναι και ο λόγος που η Επικούρεια φιλοσοφία παρέμενε σταθερή επί αιώνες στις επιστημονικές και ευδαιμονικές απόψεις της, ενώ άλλες φιλοσοφικές σχολές, όπως των Πλατωνικών και των Στωικών, λόγω της ρητορικής μεθοδολογίας τους άλλαξαν πολλές φορές τα δόγματά τους κατά την πάροδο των αιώνων. Επιπλέον, δεν είναι τυχαίο που, σύμφωνα με τον Διογένη Λαέρτιο, οι γνήσιοι Επικούρειοι αποκαλούσαν «σοφιστές» όσους εκλεκτικούς Επικούρειους παραποιούσαν την Επικούρεια φιλοσοφία.
Θα ήθελα να επισημάνω ότι σήμερα συνεχίζουμε την επικούρεια παράδοση. Όπως οι αρχαίοι Επικούρειοι δάσκαλοι, οι 3-4 καταξιωμένοι καθηγεμόνες του κάθε Κήπου μπορούν με νηφάλια κριτική με παρρησία να βοηθήσουν τους υπόλοιπους φίλους της Επικούρειας φιλοσοφίας να αναπτύξουν κριτική επιστημονική σκέψη, να ξεπεράσουν τις εσφαλμένες αντιλήψεις που προκαλούν ταραχή και να εξελιχθούν κι εκείνοι σε καθηγεμόνες. Όπως γράφει ο επικούρειος ποιητής Καβάφης:
“όποιος το πνεύμα του ποθεί να δυναμώσει, μόνο έτσι θα αναπτυχθεί ενάρετα στην γνώση”.
Ο Ελληνικός πολιτισμός είχε εξαπλωθεί στην Οικουμένη, η θεατρική συμπεριφορά των βασιλέων και των αυλικών τους έγινε συστατικό του δημόσιου βίου, ενώ συνυπήρχαν πολλές φιλοσοφικές απόψεις, ανάμεσα στις οποίες και ο Πυρρώνειος σκεπτικισμός, πολλές θρησκευτικές δοξασίες, καθώς και έντονες πολιτικές και πολεμικές αντιπαραθέσεις.
Όλες αυτές τις αλληλοαντικρουόμενες τάσεις ο Επίκουρος τις αντιμετώπισε με εξαιρετική νηφαλιότητα. Αντιλήφθηκε ότι η ζωή δεν έχει ανάγκη από κενές δοξασίες αλλά από ηρεμία, οπότε χρειαζόταν μια αντικειμενική μέθοδο για να κρίνει ποια από τις απόψεις ήταν ορθή, ποια πιθανή και ποια λανθασμένη. Για τον λόγο αυτό ο Αθηναίος φιλόσοφος δημιούργησε τον Κανόνα, μια μεθοδολογία γνώσης που περιλαμβάνει συγκεκριμένα κριτήρια της αλήθειας και στηρίζεται στην αντικειμενική παρατήρηση της Φύσης και στην ελεύθερη σκέψη.
Με τον Κανόνα του και την γνώση της Φύσης ο διαφωτιστής Επίκουρος πρόσφερε στον κάθε άνθρωπο την ευκαιρία αφενός να ελευθερώσει τον νου του από τις ανόητες πολυλογίες, τις υπερφυσικές μυθοπλασίες, την παράλογη δεισιδαιμονία, τις κενές ιδεοληψίες και την ψυχική ανισορροπία και αφετέρου να επιλέξει να ζήσει με φρόνηση και φιλία έναν ευδαιμονικό βίο. Ο Σοφός έγραψε στον μαθητή του Ηρόδοτο:
“Αφιερώνω συνεχώς την δραστηριότητα μου στην επιστημονική μελέτη της φύσης και έτσι, περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο τρόπο, γαληνεύει η ζωή μου» (Διογένης Λαέρτιος Χ 37).
Ο Κανόνας είναι ολοφάνερα ο πρόδρομος της σύγχρονης επιστημονικής προσέγγισης της γνώσης, που ξεκίνησε πριν από τέσσερις αιώνες από τις παρατηρήσεις με τηλεσκόπιο αφενός του Γαλιλαίου και αφετέρου του φίλου του Γκασσαντί, που αναβίωσε την Επικούρεια φιλοσοφία. Η παρατήρηση της Φύσης γίνεται με τις αισθήσεις των επιστημόνων ή με τις αισθητήριες καταγραφές των επιστημονικών οργάνων τους. Για κάθε ζήτημα διατυπώνονται πολλές θεωρίες, αλλά γίνεται αποδεκτή μόνο εκείνη η θεωρία που επιμαρτυρείται από τις παρατηρήσεις.
Η Επικούρεια μέθοδος απόκτησης της γνώσης που υιοθετήθηκε από μια κρίσιμη μάζα ανθρώπων οδήγησε την ανθρωπότητα στον Διαφωτισμό, στην Επιστήμη και στον σύγχρονο Ανθρωπισμό.
Σύμφωνα με τον Επίκουρο:
“Κενός περιεχομένου είναι εκείνος ο φιλοσοφικός λόγος που δεν θεραπεύει κανένα ανθρώπινο πάθος (Π.Μ. 31.34.10).
Όπως η ιατρική δεν ωφελεί καθόλου εάν δεν θεραπεύει τις αρρώστιες του σώματος, έτσι και η φιλοσοφία δεν ωφελεί εάν δεν θεραπεύει τα πάθη της ψυχής (Π.Μ. 29.32.21)”.
Χρησιμοποιώντας το παράδειγμα της ιατρικής αναλογίας που ενδιαφέρεται για την θεραπεία του αρρώστου θα περιγράψω εν συντομία τις διάφορες προσεγγίσεις των άλλων φιλοσοφικών σχολών σε αντιπαραβολή με την προσέγγιση της Επικούρειας φιλοσοφίας. Θα αναδείξω την διαφορά ανάμεσα στην γνώμη και στην γνώση, ανάμεσα στην προσωπική δοξασία που εκφράζουν οι άλλοι φιλόσοφοι και στην επιστημονική γνώση που εκφράζει η φιλοσοφία του Επίκουρου.
Ακριβώς επειδή είναι επιστημονικά συμβατή με την ανθρώπινη φύση, η Επικούρεια φιλοσοφία έχει ψυχοθεραπευτική δράση και βελτιώνει πρακτικά την ζωή του κάθε ανθρώπου. Ο Επικούρειος φιλόσοφος είναι ο επιστήμονας γιατρός της ψυχής, που προσφέρει στον απελπισμένο άνθρωπο τα φάρμακα για την φρόνηση και την αταραξία.
Γνώμη των άλλων φιλοσόφων
Θρησκευτικές και μαγικές δοξασίες καταδυνάστευαν το νου των ανθρώπων επί χιλιετίες, έως τον 6ο προχριστιανικό αιώνα, όταν στις ελληνικές πόλεις του Αιγαίου και των ακτών της Ιωνίας άρχισε να αναπτύσσεται η φιλοσοφία.
Σε μια εποχή που δέσποζε η δεισιδαιμονία, οι φυσικοί Ίωνες φιλόσοφοι προσπάθησαν να ξεπεράσουν τους πανάρχαιους μύθους για τους θεούς που διέδιδαν οι ποιητές και να εξηγήσουν την Φύση χρησιμοποιώντας τόσο την εμπειρία τους που βασιζόταν στις αισθήσεις, όσο και την φαντασία τους που βασιζόταν σε εμπειρικές αναλογίες και ορθολογικές υποθέσεις.
Ο κορυφαίος από αυτούς τους φυσικούς φιλοσόφους ήταν αντικειμενικά ο Δημόκριτος, ο οποίος συνδύασε την θεωρία του Παρμενίδη για το αμετάβλητο ον με την άποψη του Ηράκλειτου για την συνεχή αλλαγή, προτείνοντας αντίστοιχα αφενός την αιώνια ύπαρξη των αμετάβλητων ατόμων και αφετέρου την αέναη δημιουργία των σύνθετων σωμάτων από τα άτομα. Τα σύνθετα σώματα υπάρχουν για κάποιο χρονικό διάστημα έως την διάλυσή τους και πάλι σε άτομα. Ο Δημόκριτος υπήρξε ο πρώτος φιλόσοφος που αναφέρθηκε στην ιατρική αναλογία, την οποία χρησιμοποίησε αργότερα ο Επίκουρος. Έγραψε ο Αβδηρίτης:
”Η ιατρική θεραπεύει τις αρρώστιες του σώματος, ενώ η σοφία απαλλάσσει την ψυχή από τα πάθη”.
Στην Αθηναϊκή Δημοκρατία του 5ου προχριστιανικού αιώνα, η ανάγκη για εξάσκηση των πολιτών στον πολιτικό λόγο και την ρητορική επιχειρηματολογία προσέλκυσε μια ετερογενή ομάδα ευφυών και καλλιεργημένων ανθρώπων, τους σοφιστές, που δίδασκαν έναντι αμοιβής τους νέους να χειρίζονται τον λόγο. Οι σοφιστές προήγαγαν την αποδόμηση των πατροπαράδοτων αξιών που δεν είχαν ως επίκεντρο τον άνθρωπο, οδηγώντας στην καθιέρωση του ανθρωπισμού με την σημασία της μόρφωσης και της ανθρωπιάς.
Είναι γνωστή η ρήση του σοφιστή Πρωταγόρα “πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος” (δηλαδή ο άνθρωπος είναι μέτρο όλων των πραγμάτων). Αυτή η ρήση δεν ήταν μόνο ανθρωποκεντρική, αλλά είχε και υποκειμενική και σκεπτικιστική χροιά.
Οι σοφιστές υποστήριξαν την ριζοσπαστική άποψη ότι η αλήθεια είναι ξεχωριστή για κάθε άνθρωπο, είναι σχετική με την πίστη και τις απόψεις του, οπότε και δεν υπάρχει αντικειμενική προσέγγιση της πραγματικότητας. Οι σοφιστές δίδαξαν ότι ο καθένας μπορεί να πιστεύει ό,τι θέλει, ότι μπορεί να αντιμετωπίζει με σκεπτικισμό οποιονδήποτε άλλον και ότι αυτό που έχει σημασία για να νικήσει κάποιος σε μια συζήτηση είναι η δύναμη της λογικής επιχειρηματολογίας.
Όπως είναι φανερό, η σοφιστική είναι ταυτόχρονα πρόδρομος της πολιτικής δημηγορίας, της ρητορικής, της διαλεκτικής, της υποκειμενικής γνωσιολογίας και του εγωιστικού ηδονισμού του Αρίστιππου, του Σκεπτικισμού του Πύρρωνα και του Ακαδημικού Καρνεάδη, αλλά και της προσωποκεντρικής λογοτεχνίας.
Η σοφιστική έχει άμεση σχέση με τον άκριτο εκλεκτικισμό, αντιστοιχεί στην έκφραση προσωπικής γνώμης για το κάθε τι και βρίσκεται στην βάση όλων των κοινωνικών και πολιτικών συζητήσεων, που διεξάγονται από ένα ευρύ φάσμα ανθρώπων, από τους αμόρφωτους έως τους πολιτικά και ρητορικά μορφωμένους. Η σοφιστική αποτελεί χαρακτηριστικό συστατικό της σύγχρονης χαοτικής Ελληνικής κοινωνίας, η οποία βρίθει από υποκειμενισμό, σολιψισμό, δηλαδή ναρκισσισμό του τύπου “μόνο εγώ υπάρχω”, ρητορικά σχήματα, πολιτικά ψεύδη, μονολόγους κωφών, ύβρεις και φωνασκίες.
Η εφαρμογή της σοφιστικής μεθόδου στην επιστήμη και στην ιατρική θα είχε τραγελαφικά αποτελέσματα. Σε έναν ασθενή που θα υπέφερε από πονόδοντο ο ένας σοφιστής γιατρός θα τον ξεμάτιαζε, ο άλλος σοφιστής γιατρός θα του έλεγε να πιει κολλαγόνο, ενώ ένας τρίτος σοφιστής γιατρός θα επιχειρηματολογούσε ότι για όλη την ανθρώπινη δυστυχία φταίει κάποια ομάδα ανθρώπων, κάποιο πολιτικό κόμμα ή κάποια μεταφυσική δύναμη. Επιπλέον, κάποιος σκεπτικιστής γιατρός θα υποστήριζε ότι τίποτα δεν είναι σίγουρα γνωστό για τον ανθρώπινο πόνο και ότι ο ίδιος δεν είναι σίγουρος ούτε εάν πονάει κάποιος, ούτε πώς να τον γιατρέψει, ούτε εάν έχει νόημα να τον θεραπεύσει.
Ο κάθε σοφιστής με τον υποκειμενικό λόγο του επιλέγει να ζει στον δικό του φανταστικό κόσμο. Αφού και ο Πλάτων δημιούργησε στα έργα του τον δικό του ιδεατό κόσμο, δεν είναι καθόλου περίεργο, που τον ονόμασαν σοφιστή και λογοτέχνη οι σύγχρονοι Επικούρειοι Τόμας Τζέφερσον και Τζων Στιούαρτ Μιλλ.
Η φιλοσοφία του Πλάτωνα βασίζεται στην μυθοπλασία και στην διάδοση των μύθων για τον άυλο υπερβατικό κόσμο των ιδεών, τον οποίο αντιλαμβάνονται μόνο οι λίγοι, οι εκλεκτοί, οι μυημένοι.
Για τον πλατωνικό πολιτικοθρησκευτικό τρόπο σκέψης το αγαθό βρίσκεται κάπου έξω από τον ανθρώπινο κόσμο. Το αγαθό προϋπήρχε πριν υπάρξουμε εμείς οι άνθρωποι, εμείς δεν δημιουργηθήκαμε γι' αυτό και η άριστη ζωή είναι εκείνη που όχι μόνο δεν μπορεί να κατακτήσει η πλειονότητα των ανθρώπων, αλλά ούτε καν να την οραματιστεί. Ελάχιστοι μόνο εκλεκτοί άνθρωποι έχουν την δυνατότητα να αντιληφθούν ψήγματα της ιδεατής πραγματικότητας.
Ο Πλατωνισμός έχει επηρεάσει τον Ιουδαϊσμό μέσω του Φίλωνα του Αλεξανδρέα, τον Χριστιανισμό μέσω των Τριών Ιεραρχών και του Αυγουστίνου και τον Ισλαμισμό μέσω του Αλ-Φαράμπι και του Αλ-Γκαζάλι. Στον Χριστιανισμό, ειδικότερα, ο δημιουργός θεός έχει θέσει συγκεκριμένα ηθικά πρότυπα, τα οποία πολλές φορές έρχονται σε αντίθεση με την υλική φύση μας. Αποστολή μας είναι να αναγνωρίσουμε αυτό που θέλει ο θεός και να το πράξουμε. Η παρούσα ζωή δεν έχει καμία αξία παρά μόνο ως προετοιμασία για την αιώνια ιδεατή ζωή στον Παράδεισο.
Αν πάρουμε το ιατρικό παράδειγμα, ο πλατωνιστής γιατρός λέει στην άρρωστο που υποφέρει πως η επώδυνη ασθένειά του είναι ωφέλιμη ώστε να αντιληφθεί την αχρηστία του υλικού του φθαρτού σώματος και να οδηγηθεί στην καλλιέργεια της ψυχής του και στην φώτιση. Ο πλατωνιστής γιατρός λέει στα παιδάκια που πεινάνε και κλαίνε πως και αυτό υγεία είναι από την σκοπιά του αιώνιου ιδεατού κόσμου, αφού τους δίνεται η ευκαιρία να αντιληφθούν την ματαιότητα της ζωής και να αποδεχθούν την σοφή αρμονία του σύμπαντος. Ένας έμφρων άνθρωπος θα περιέγραφε αυτόν τον πλατωνικό γιατρό ως σκληρόκαρδο, σαδιστή και ψεύτη.
Για τους Στωικούς πάλι, όλα τα συναισθήματα ταυτίζονται με παράλογες πεποιθήσεις, όλα τα συναισθήματα βασίζονται σε αδικαιολόγητες και λανθασμένες κρίσεις. Πιστεύουν ότι για να φθάσει κάποιος άνθρωπος στον ενάρετο βίο πρέπει να πετύχει την απάθεια, δηλαδή να απαλλαγεί από τα συναισθήματα. Για τους Στωικούς ο ορθολογισμός, η λογική σκέψη είναι το θεϊκό στοιχείο μέσα στον άνθρωπο. Ο ενάρετος θεϊκός λόγος διαπνέει όλη την δομή του σύμπαντος.
Οι Στωικοί είναι πανθεϊστές και πιστεύουν ότι θεός και Φύση ταυτίζονται, γι' αυτό οι άνθρωποι θα πρέπει να δεχθούν ότι είναι μέρος του τέλειου και προκαθορισμένου θεϊκού σχεδίου. Οι Στωικοί σέβονται το αγαθόν του λόγου που ενυπάρχει σε κάθε άνθρωπο. Θεωρούν ότι δεν χρειάζεται ο στωικός μαθητής να ακολουθεί πιστά τον στωικό δάσκαλο, επειδή κάθε γνώμη είναι έκφραση του συμπαντικού λόγου. “Αυτή είναι η άποψη του Ζήνωνα. Η δικιά σου ποια είναι;” ρωτάει ο Σενέκας (33.7).
Αν δούμε την ιατρική αναλογία, ο στωικός γιατρός όχι μόνο ακούει με απάθεια και αναλγησία τον άρρωστο να υποφέρει, αλλά αντί να κάνει την διάγνωση και να εφαρμόσει την θεραπεία ως ειδικός, ζητάει την γνώμη του αρρώστου, την οποία πιστεύει ότι του την έχει προεμφυτεύσει ο θεϊκός λόγος...
Περισσότερο πραγματιστής από τους Πλατωνικούς και τους Στωικούς, ο Αριστοτέλης εκφράζει τις απόψεις του μέσου ανθρώπου, του κοινού νου. Ο φιλόσοφος καταγράφει τις “κοινές πεποιθήσεις” και χρησιμοποιεί την ήρεμη διαλεκτική μέθοδο για να διερευνήσει την αλήθεια, που πιστεύει ότι εμπεριέχεται στις διάφορες γνώμες. Ερευνά τα ψυχολογικά αίτια της ανθρώπινης συμπεριφοράς και τα περιγράφει με αδρό τρόπο. Ο Σταγειρίτης παρατηρεί ότι:
“εφόσον ο φόβος κάποιου συνυπάρχει με την προσδοκία ότι θα υποστεί φθοροποιό πάθος, είναι φανερό πως όσοι πιστεύουν ότι δεν πρόκειται να πάθουν τίποτα, δεν φοβούνται” (Ρητορική 1382α35-β4).
Ο Αριστοτέλης συνήθως μιλάει θεωρητικά, αλλά αναγνωρίζει την πρακτική χρησιμότητα της ιατρικής στα Ηθικά Ευδήμεια λέγοντας:
“ο στόχος μας είναι να είμαστε υγιείς και όχι απλώς να γνωρίζουμε τι είναι υγεία. Να είμαστε καλά και όχι απλώς να ξέρουμε τι θα πει να είμαστε καλά” (ΗΕ 1216β24-25).
Όμως, η διαλεκτική μέθοδος που χρησιμοποιεί για να εκμαιεύσει από κάποιον την αλήθεια διαχωρίζοντάς την από το ψεύδος είναι ατελής χωρίς την βεβαιότητα της επιστημονικής παρατήρησης και δεν μπορεί να εφαρμοστεί στο ιατρικό ψυχοθεραπευτικό πρότυπο. Εάν ένας αριστοτελικός γιατρός συζητούσε με έναν ασθενή όλες τις πιθανές θεραπείες της αρρώστιας του, που θα βασίζονται είτε στην επιστημονική γνώση, είτε στην μαγεία, είτε στην φαντασία, είτε στην θρησκεία, στην καλύτερη περίπτωση αυτό θα ήταν επουσιώδες, ενώ στην χειρότερη θα ήταν αποπροσανατολιστικό.
Συμπερασματικά, δεν προσφέρουν στην υγεία της ψυχής ούτε ο σοφιστής γιατρός με τον υποκειμενισμό του, ούτε ο σκεπτικιστής γιατρός που δεν είναι σίγουρος για τίποτα, ούτε ο πλατωνικός γιατρός με την μυθοπλασία του, ούτε ο ανάλγητος στωικός γιατρός που ζητά την γνώμη του αρρώστου, αλλά ούτε και ο αριστοτελικός γιατρός με την άκριτη φλυαρία του.
Η ιατρική αναλογία της φιλοσοφίας όχι μόνο αρνείται την άποψη ότι η ηθική είναι υποκειμενική, αλλά αντίθετα υπογραμμίζει ότι η ηθική αλήθεια σχετίζεται με τις πραγματικές ανάγκες, τις επιθυμίες, τις αδυναμίες και τις δυνατότητες των ανθρώπων. Μόνο η εμπειρική παρατήρηση της ανθρώπινης φύσης μπορεί να προσφέρει τις βάσεις για την θεραπεία της ψυχής, όπως σωστά αντιλήφθηκε ο Επίκουρος.
Ψυχοθεραπευτική γνώση των Επικούρειων
Ο παραλληλισμός της φιλοσοφίας με την ιατρική σημαίνει ότι οι Επικούρειοι υιοθέτησαν ένα πρότυπο ασύμμετρης σχέσης μεταξύ δασκάλου και μαθητή, κατά αντιστοιχία με την σχέση γιατρού και αρρώστου.
Ακριβώς όπως ο ειδικός επιστήμονας γιατρός γνωρίζει καλύτερα για την διάγνωση και την θεραπεία της ασθένειας από έναν απληροφόρητο άρρωστο, έτσι και ο μαθητευόμενος της Επικούρειας φιλοσοφίας δεν είναι ικανός ακόμη να γνωρίζει την κατάστασή του τόσο καλά όσο ο δάσκαλος. Υιοθετώντας τα κριτήρια της αλήθειας που του μαθαίνει ο δάσκαλος, ο μαθητής αρχίζει να αναγνωρίζει την μέθοδο προσέγγισης της Φύσης και σταδιακά αποκτά γνώση για τις πραγματικές του ανάγκες εξασκώντας την φρόνησή του.
Η επικούρεια μέθοδος διδασκαλίας και ψυχοθεραπείας περιγράφεται στο έργο του Φιλόδημου περί Παρρησίας. Με την ειλικρινή κριτική του δασκάλου ο μαθητευόμενος Επικούρειος μαθαίνει γιατί νοσεί ψυχικά και σταδιακά γίνεται γιατρός του εαυτού του. Μαθαίνει να σκέπτεται επιστημονικά, να κρίνει με βάση τα κριτήρια αλήθειας του Κανόνα τι είναι αληθές, τι είναι ψευδές και τι είναι πιθανό. Μαθαίνει να θεωρεί τα συναισθήματά του ως κριτήριο αλήθειας, αλλά ταυτόχρονα εκπαιδεύεται στην φιλοσοφική θεραπεία των παράλογων φόβων και των αφύσικων επιθυμιών.
Η υιοθέτηση της ιδεοληπτικής μεθόδου ή της επιστημονικής μεθόδου από κάποιον άνθρωπο έχει τεράστια σημασία. Το παράδειγμα του Γερμανού αστρονόμου Κέπλερ την περίοδο της Αναγέννησης είναι ιδιαίτερα διαφωτιστικό. Ο ίδιος άνθρωπος με διαφορετική μέθοδο, αφενός την ιδεοληπτική πλατωνική και αφετέρου την εμπειρική επικούρεια παρουσίασε μέσα σε μια δεκαετία δύο διαφορετικά μοντέλα του ηλιακού συστήματος. Το πρώτο θεωρητικό μοντέλο βασιζόταν στα περίφημα στερεά του Πλάτωνα, ενώ το δεύτερο βασιζόταν στις πολυετείς αστρονομικές παρατηρήσεις του Δανού Τύχο Μπράχε. Προφανώς, σωστό είναι το δεύτερο επιστημονικό μοντέλο που ισχύει εδώ και τέσσερις αιώνες.
Ο επικούρειος τρόπος είναι ο επιστημονικός, ο νηφάλιος, ο ψυχικά ισορροπημένος τρόπος που βασίζεται σε επιβεβαίωση των απόψεων του Επίκουρου με τις αισθήσεις. Αυτός είναι και ο λόγος που η Επικούρεια φιλοσοφία παρέμενε σταθερή επί αιώνες στις επιστημονικές και ευδαιμονικές απόψεις της, ενώ άλλες φιλοσοφικές σχολές, όπως των Πλατωνικών και των Στωικών, λόγω της ρητορικής μεθοδολογίας τους άλλαξαν πολλές φορές τα δόγματά τους κατά την πάροδο των αιώνων. Επιπλέον, δεν είναι τυχαίο που, σύμφωνα με τον Διογένη Λαέρτιο, οι γνήσιοι Επικούρειοι αποκαλούσαν «σοφιστές» όσους εκλεκτικούς Επικούρειους παραποιούσαν την Επικούρεια φιλοσοφία.
Θα ήθελα να επισημάνω ότι σήμερα συνεχίζουμε την επικούρεια παράδοση. Όπως οι αρχαίοι Επικούρειοι δάσκαλοι, οι 3-4 καταξιωμένοι καθηγεμόνες του κάθε Κήπου μπορούν με νηφάλια κριτική με παρρησία να βοηθήσουν τους υπόλοιπους φίλους της Επικούρειας φιλοσοφίας να αναπτύξουν κριτική επιστημονική σκέψη, να ξεπεράσουν τις εσφαλμένες αντιλήψεις που προκαλούν ταραχή και να εξελιχθούν κι εκείνοι σε καθηγεμόνες. Όπως γράφει ο επικούρειος ποιητής Καβάφης:
“όποιος το πνεύμα του ποθεί να δυναμώσει, μόνο έτσι θα αναπτυχθεί ενάρετα στην γνώση”.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου