Η ΦΥΣΗ, η Πραγματικότητα, η Ύπαρξη, η Ζωή, Είναι Αντίληψη, Αντίληψη Ελεύθερη Απεριόριστη Αιώνια… που Εκδηλώνεται με διάφορους τρόπους, τρόπους που «παράγουν» όλα τα φαινόμενα της ύπαρξης… Λειτουργεί πάντα στο επίπεδο του είναι, του συμβαίνειν. Σε αυτή την περίπτωση η Αντίληψη Είναι Ελεύθερη ή είναι περιορισμένη – αυτά είναι απλά φυσικά περιστατικά, συμβάντα…
Όταν η Αντίληψη Αντιλαμβάνεται την Φύση της και την Λειτουργία της, διαχειρίζεται όλες τις καταστάσεις – και της Ελευθερίας και των περιορισμών – με τον ίδιο τρόπο, σαν συμβάντα. Λειτουργεί Ελεύθερα, χωρίς εμπόδιο, σκέφτεται, συναισθάνεται, αισθάνεται, δρα, χωρίς εμπόδιο… μέσα στην Αντίληψη της Ελευθερίας και της Ενότητας της Ύπαρξης…
.
Όταν Αυτή η Ίδια (η Απόλυτη) Αντίληψη «γίνεται» σκέψη, τότε δημιουργείται αυτόματα ένας παρατηρητής που καθίσταται υποκείμενο διακρίνοντας τον εαυτό από το άλλο, το αντικειμενικό και παγιώνεται σε ένα εγώ μέσα και απέναντι στον κόσμο. Σε αυτή την περίπτωση η Αντίληψη είναι περιορισμένη μέσα σε αυτή την διαδικασία κι αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα μέσα από ένα «κέντρο» παρουσίας κι ερμηνεύει τον κόσμο μέσα από αυτή την οπτική.
Στην συγκεκριμένη περίπτωση (είτε μιλάμε απλά για ένα ον στον χώρο της ύπαρξης, είτε για ένα ενσωματωμένο ον, έναν άνθρωπο στη γη, είναι το ίδιο) η Αντίληψη είναι εγκλωβισμένη μέσα στον παρατηρητή, μέσα στο εγώ κι αντιλαμβάνεται μέσα από την διαδικασία της σκέψης την πραγματικότητα – έχει μια εικόνα της πραγματικότητας – ή αλλιώς μεταφέρει τα υπάρχοντα, τα συμβαίνοντα, σε ένα θεωρητικό-λογικό-συμβολικό επίπεδο και γλώσσα. Δεν αντιλαμβάνεται άμεσα την Πραγματικότητα, τα συμβαίνοντα, αλλά τα «σκέφτεται».
Το Πρόβλημα λοιπόν που έχει το ον στην συγκεκριμένη περίπτωση (που είναι παρατηρητής, υποκείμενο, εγώ) δεν είναι πρόβλημα της Φύσης του (που έτσι κι αλλιώς Είναι Πάντα Αναλλοίωτη Και Παρούσα – σαν Αντίληψη), είναι πρόβλημα «λειτουργίας». Η Αντίληψη (η Παρούσα Αντίληψη) λειτουργεί μέσα από την περιοριστική και περιορισμένη διαδικασία της σκέψης κι αντιλαμβάνεται (σε θεωρητικό-λογικό-συμβολικό-λεκτικό επίπεδο) ότι είναι εγκλωβισμένη στην διαδικασία της σκέψης (στον παρατηρητή, στο υποκείμενο, στο εγώ).
Αντιλαμβάνεται ότι υπάρχει ένα Πέραν, Ένας Ελεύθερος Χώρος, ο Χώρος της Πραγματικότητας, της Αλήθειας, της Φώτισης, που δεν μπορεί να προσεγγίσει μέσα από προσπάθειες. Κι αντιλαμβάνεται ακόμα ότι όντας μέσα στην διαδικασία της σκέψης, όσα προσπαθεί και κάνει οδηγούν στην δημιουργία παρατηρητή, υποκειμένου, εγώ. Ό,τι κι αν κάνει στην πραγματικότητα είναι σκέψη. Η Αντίληψη ενός Πέραν της σκέψης, είναι επίσης σκέψη. Η προσπάθεια διαφυγής είναι επίσης σκέψη, η παραίτηση είναι επίσης σκέψη, ό,τι κι αν συμβαίνει είναι σκέψη (κι εδώ «τρελαίνεσαι»…).
Στην πραγματικότητα, τι ακριβώς συμβαίνει σε αυτό το ον (που μπορεί να είναι ο καθένας μας); Δηλαδή τι συμβαίνει στα όντα, στους ανθρώπους; – γιατί όλα τα όντα σχεδόν είναι σε αυτή την κατάσταση.
Το πρόβλημα που έχει το ον δεν είναι Πρόβλημα Φύσης: να είναι, να γίνει κάτι, να πραγματοποιήσει κάτι.
Πρόκειται καθαρά για ένα πρόβλημα θεωρητικό, πρόβλημα της ίδιας της σκέψης που οφείλεται στην «φύση της σκέψης», η οποία είναι μια περιοριστική και περιορισμένη διαδικασία. Από την στιγμή που τίθεται το κέντρο παρατήρησης, το υποκείμενο, το εγώ, αυτό το εγώ διαχωρίζεται από το Απεριόριστο. Ο ίδιος ο παρατηρητής νοιώθει διαχωρισμένος. Αντιλαμβάνεται και τοποθετεί την Πραγματικότητα Πέραν τον ορίων του (σαν Ελευθερία, Φώτιση, κλπ.), αλλά αυτό είναι μια «σκεπτοσύλληψη». Όσες προσπάθειες κι αν κάνει να ξεπεράσει τα όριά του - επειδή ακριβώς οι προσπάθειες γίνονται από τον παρατηρητή – αποτυγχάνουν, παραμένει μέσα στα όρια του παρατηρητή.
Πως λοιπόν ο παρατηρητής μπορεί να ελευθερωθεί; Πως μπορεί να ξεπεράσει τα όριά του; τον εαυτό του; πως μπορεί να πάει Πέραν του εγώ; Πρόκειται για ένα καθαρά (όχι Φυσικό αλλά) λογικό πρόβλημα. Απλά επειδή ο παρατηρητής είναι ο περιορισμός δεν μπορεί να υπερβεί τον εαυτό του, να γίνει Απεριόριστος: Πρέπει να πάψει να υπάρχει.
Εφόσον ο παρατηρητής τοποθετεί την Πραγματικότητα, την Φώτιση, Πέραν του παρατηρητή – στο Άγνωστο , το Ελεύθερο, το Απεριόριστο – δεν μπορεί να το Φτάσει: Πρέπει να πάψει να υπάρχει.
Αλλά αυτό ακριβώς δεν μπορεί να το κάνει ο παρατηρητής. Ο παρατηρητής δεν μπορεί να αυτοκαταργηθεί, γιατί και πάλι θα είναι ο παρατηρητής που «καταργείται» - πάλι ο παρατηρητής (καταλαβαίνετε σε τι φαύλο κύκλο είμαστε «μπλεγμένοι»;).
Άρα το πρόβλημα να ελευθερωθεί ο παρατηρητής είναι ένα λογικό πρόβλημα. Ένα πρόβλημα που δεν λύνεται, που δεν χρειάζεται να λυθεί: ένα ψευτοπρόβλημα: ο παρατηρητής δεν μπορεί να ελευθερωθεί γιατί αυτός ο ίδιος είναι ο περιορισμός, η μη-ελευθερία. Σε ένα ψεύτικο πρόβλημα δεν μπορείς να δώσεις λύση. Απλά αναγνωρίζεις ότι πρόκειται για ένα ψεύτικο πρόβλημα. Η λύση δεν μπορεί να δοθεί στα πλαίσια του παρατηρητή, της σκέψης, γιατί όλα είναι σκέψη – παρατηρητής.
Η Λύση που Πρέπει να Δοθεί στο Πρόβλημα του Όντος είναι Φυσική, όχι λογική (στα πλαίσια της σκέψης): Απλά πρέπει να πάψει να υπάρχει ο παρατηρητής – αλλά αυτό δεν μπορεί να το κάνει ο παρατηρητής. Αυτό πρέπει να γίνει στο Φυσικό Πεδίο, όχι στο χώρο της σκέψης, της δραστηριότητας, του χρόνου.
.
Η Αντίληψη Είναι Αυτή που Είναι, Ελεύθερη Απεριόριστη Αιώνια – η Αίσθηση Παρουσίας.
Η σκέψη (η διαδικασία δημιουργίας του παρατηρητή) δεν είναι παρά μια φυσική λειτουργία όπως η συναίσθηση, η εξωτερική αίσθηση ή η σωματική δραστηριότητα. Η σκέψη ελέγχεται με την Βούληση, δημιουργείται ή αποδομείται κατά βούληση.
Και στην περίπτωση που είμαστε εγκλωβισμένοι στην σκέψη, πρέπει να κατανοήσουμε ότι δεν υπάρχει διέξοδος μέσα στην σκέψη. Πρέπει να «σταματήσουμε», να «απαγκιστρωθούμε» από όλο αυτό, να Παρατηρήσουμε Ήρεμα, τι συμβαίνει πραγματικά, την ίδια την διαδικασία της σκέψης, πως αναδύεται, πως οικοδομείται, πως οδηγεί στο αδιέξοδο… να πάρουμε τον έλεγχο, να μάθουμε να χειριζόμαστε την λειτουργία: Να μπορούμε κατά βούληση να παραμένουμε Ήρεμοι σε μια Αντίληψη χωρίς παρατηρητή ή να γινόμαστε σκέψη, παρατηρητής, κατά βούληση. Στην πραγματικότητα είναι – ή θα έπρεπε να είναι – τόσο εύκολο όσο το να κλείνουμε την παλάμη μας σε γροθιά ή να την ανοίγουμε και χάνεται η γροθιά. Η σκέψη είναι μια διαδικασία –μια κίνηση – όπως το σφίξιμο της γροθιάς. Η σκέψη δεν είναι μια μόνιμη ή σταθερή ή τρομερή διαδικασία που δεν μπορούμε να ελέγξουμε με φυσικό τρόπο (να δομείται ή να διαλύεται), είναι σαν την κίνηση του χεριού μας, τόσο απλά, τόσο εύκολα.
.
Η Αντίληψη (που στην πραγματικότητα τα Αγκαλιάζει Όλα) Είναι Φυσικό Γεγονός (που Βιώνουμε). Ζούμε Πραγματικά στο Χώρο του Είναι, των Αληθινών Συμβάντων. Είμαστε Ελεύθεροι (με Αντίληψη Ελεύθερη Απεριόριστη Ανοιχτή Χωρίς Εμπόδια) ή είμαστε περιορισμένοι – σκεφτόμαστε, εικονοποιούμε την Πραγματικότητα, ονειρευόμαστε. Αυτά είναι Φυσικά Περιστατικά (και το ένα και το άλλο).
Όταν «εισερχόμαστε» στο χώρο της σκέψης φανταζόμαστε ό,τι θέλουμε, Θεούς, Φωτισμούς, σκλαβιές, προσπάθειες, θρησκευτικές δραστηριότητες – όλο αυτό το «θέατρο», το διανοητικό σκουπιδαριό. Όλα αυτά όμως είναι στο χώρο της σκέψης, είναι φαντασία κι είναι αδιέξοδα και μέσα από εκεί δεν υπάρχει διέξοδος, γιατί το περιορισμένο δεν έχει διέξοδο, δεν μπορεί να γίνει Απεριόριστο.
Πρέπει να πάψει να υπάρχει το περιορισμένο – η σκέψη, ο παρατηρητής – για να Υπάρξει το Απεριόριστο. Αυτή Είναι η Μόνη Φυσική Δράση. Διαλύεται το περιορισμένο (με φυσικό τρόπο, με την Βούληση) επειδή ακριβώς αναγνωρίζεται η «φύση» του κι Αναδύεται το Απεριόριστο, το Ελεύθερο, η Αλήθεια της Πραγματικότητας.
Όταν η Αντίληψη Αντιλαμβάνεται την Φύση της και την Λειτουργία της, διαχειρίζεται όλες τις καταστάσεις – και της Ελευθερίας και των περιορισμών – με τον ίδιο τρόπο, σαν συμβάντα. Λειτουργεί Ελεύθερα, χωρίς εμπόδιο, σκέφτεται, συναισθάνεται, αισθάνεται, δρα, χωρίς εμπόδιο… μέσα στην Αντίληψη της Ελευθερίας και της Ενότητας της Ύπαρξης…
.
Όταν Αυτή η Ίδια (η Απόλυτη) Αντίληψη «γίνεται» σκέψη, τότε δημιουργείται αυτόματα ένας παρατηρητής που καθίσταται υποκείμενο διακρίνοντας τον εαυτό από το άλλο, το αντικειμενικό και παγιώνεται σε ένα εγώ μέσα και απέναντι στον κόσμο. Σε αυτή την περίπτωση η Αντίληψη είναι περιορισμένη μέσα σε αυτή την διαδικασία κι αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα μέσα από ένα «κέντρο» παρουσίας κι ερμηνεύει τον κόσμο μέσα από αυτή την οπτική.
Στην συγκεκριμένη περίπτωση (είτε μιλάμε απλά για ένα ον στον χώρο της ύπαρξης, είτε για ένα ενσωματωμένο ον, έναν άνθρωπο στη γη, είναι το ίδιο) η Αντίληψη είναι εγκλωβισμένη μέσα στον παρατηρητή, μέσα στο εγώ κι αντιλαμβάνεται μέσα από την διαδικασία της σκέψης την πραγματικότητα – έχει μια εικόνα της πραγματικότητας – ή αλλιώς μεταφέρει τα υπάρχοντα, τα συμβαίνοντα, σε ένα θεωρητικό-λογικό-συμβολικό επίπεδο και γλώσσα. Δεν αντιλαμβάνεται άμεσα την Πραγματικότητα, τα συμβαίνοντα, αλλά τα «σκέφτεται».
Το Πρόβλημα λοιπόν που έχει το ον στην συγκεκριμένη περίπτωση (που είναι παρατηρητής, υποκείμενο, εγώ) δεν είναι πρόβλημα της Φύσης του (που έτσι κι αλλιώς Είναι Πάντα Αναλλοίωτη Και Παρούσα – σαν Αντίληψη), είναι πρόβλημα «λειτουργίας». Η Αντίληψη (η Παρούσα Αντίληψη) λειτουργεί μέσα από την περιοριστική και περιορισμένη διαδικασία της σκέψης κι αντιλαμβάνεται (σε θεωρητικό-λογικό-συμβολικό-λεκτικό επίπεδο) ότι είναι εγκλωβισμένη στην διαδικασία της σκέψης (στον παρατηρητή, στο υποκείμενο, στο εγώ).
Αντιλαμβάνεται ότι υπάρχει ένα Πέραν, Ένας Ελεύθερος Χώρος, ο Χώρος της Πραγματικότητας, της Αλήθειας, της Φώτισης, που δεν μπορεί να προσεγγίσει μέσα από προσπάθειες. Κι αντιλαμβάνεται ακόμα ότι όντας μέσα στην διαδικασία της σκέψης, όσα προσπαθεί και κάνει οδηγούν στην δημιουργία παρατηρητή, υποκειμένου, εγώ. Ό,τι κι αν κάνει στην πραγματικότητα είναι σκέψη. Η Αντίληψη ενός Πέραν της σκέψης, είναι επίσης σκέψη. Η προσπάθεια διαφυγής είναι επίσης σκέψη, η παραίτηση είναι επίσης σκέψη, ό,τι κι αν συμβαίνει είναι σκέψη (κι εδώ «τρελαίνεσαι»…).
Στην πραγματικότητα, τι ακριβώς συμβαίνει σε αυτό το ον (που μπορεί να είναι ο καθένας μας); Δηλαδή τι συμβαίνει στα όντα, στους ανθρώπους; – γιατί όλα τα όντα σχεδόν είναι σε αυτή την κατάσταση.
Το πρόβλημα που έχει το ον δεν είναι Πρόβλημα Φύσης: να είναι, να γίνει κάτι, να πραγματοποιήσει κάτι.
Πρόκειται καθαρά για ένα πρόβλημα θεωρητικό, πρόβλημα της ίδιας της σκέψης που οφείλεται στην «φύση της σκέψης», η οποία είναι μια περιοριστική και περιορισμένη διαδικασία. Από την στιγμή που τίθεται το κέντρο παρατήρησης, το υποκείμενο, το εγώ, αυτό το εγώ διαχωρίζεται από το Απεριόριστο. Ο ίδιος ο παρατηρητής νοιώθει διαχωρισμένος. Αντιλαμβάνεται και τοποθετεί την Πραγματικότητα Πέραν τον ορίων του (σαν Ελευθερία, Φώτιση, κλπ.), αλλά αυτό είναι μια «σκεπτοσύλληψη». Όσες προσπάθειες κι αν κάνει να ξεπεράσει τα όριά του - επειδή ακριβώς οι προσπάθειες γίνονται από τον παρατηρητή – αποτυγχάνουν, παραμένει μέσα στα όρια του παρατηρητή.
Πως λοιπόν ο παρατηρητής μπορεί να ελευθερωθεί; Πως μπορεί να ξεπεράσει τα όριά του; τον εαυτό του; πως μπορεί να πάει Πέραν του εγώ; Πρόκειται για ένα καθαρά (όχι Φυσικό αλλά) λογικό πρόβλημα. Απλά επειδή ο παρατηρητής είναι ο περιορισμός δεν μπορεί να υπερβεί τον εαυτό του, να γίνει Απεριόριστος: Πρέπει να πάψει να υπάρχει.
Εφόσον ο παρατηρητής τοποθετεί την Πραγματικότητα, την Φώτιση, Πέραν του παρατηρητή – στο Άγνωστο , το Ελεύθερο, το Απεριόριστο – δεν μπορεί να το Φτάσει: Πρέπει να πάψει να υπάρχει.
Αλλά αυτό ακριβώς δεν μπορεί να το κάνει ο παρατηρητής. Ο παρατηρητής δεν μπορεί να αυτοκαταργηθεί, γιατί και πάλι θα είναι ο παρατηρητής που «καταργείται» - πάλι ο παρατηρητής (καταλαβαίνετε σε τι φαύλο κύκλο είμαστε «μπλεγμένοι»;).
Άρα το πρόβλημα να ελευθερωθεί ο παρατηρητής είναι ένα λογικό πρόβλημα. Ένα πρόβλημα που δεν λύνεται, που δεν χρειάζεται να λυθεί: ένα ψευτοπρόβλημα: ο παρατηρητής δεν μπορεί να ελευθερωθεί γιατί αυτός ο ίδιος είναι ο περιορισμός, η μη-ελευθερία. Σε ένα ψεύτικο πρόβλημα δεν μπορείς να δώσεις λύση. Απλά αναγνωρίζεις ότι πρόκειται για ένα ψεύτικο πρόβλημα. Η λύση δεν μπορεί να δοθεί στα πλαίσια του παρατηρητή, της σκέψης, γιατί όλα είναι σκέψη – παρατηρητής.
Η Λύση που Πρέπει να Δοθεί στο Πρόβλημα του Όντος είναι Φυσική, όχι λογική (στα πλαίσια της σκέψης): Απλά πρέπει να πάψει να υπάρχει ο παρατηρητής – αλλά αυτό δεν μπορεί να το κάνει ο παρατηρητής. Αυτό πρέπει να γίνει στο Φυσικό Πεδίο, όχι στο χώρο της σκέψης, της δραστηριότητας, του χρόνου.
.
Η Αντίληψη Είναι Αυτή που Είναι, Ελεύθερη Απεριόριστη Αιώνια – η Αίσθηση Παρουσίας.
Η σκέψη (η διαδικασία δημιουργίας του παρατηρητή) δεν είναι παρά μια φυσική λειτουργία όπως η συναίσθηση, η εξωτερική αίσθηση ή η σωματική δραστηριότητα. Η σκέψη ελέγχεται με την Βούληση, δημιουργείται ή αποδομείται κατά βούληση.
Και στην περίπτωση που είμαστε εγκλωβισμένοι στην σκέψη, πρέπει να κατανοήσουμε ότι δεν υπάρχει διέξοδος μέσα στην σκέψη. Πρέπει να «σταματήσουμε», να «απαγκιστρωθούμε» από όλο αυτό, να Παρατηρήσουμε Ήρεμα, τι συμβαίνει πραγματικά, την ίδια την διαδικασία της σκέψης, πως αναδύεται, πως οικοδομείται, πως οδηγεί στο αδιέξοδο… να πάρουμε τον έλεγχο, να μάθουμε να χειριζόμαστε την λειτουργία: Να μπορούμε κατά βούληση να παραμένουμε Ήρεμοι σε μια Αντίληψη χωρίς παρατηρητή ή να γινόμαστε σκέψη, παρατηρητής, κατά βούληση. Στην πραγματικότητα είναι – ή θα έπρεπε να είναι – τόσο εύκολο όσο το να κλείνουμε την παλάμη μας σε γροθιά ή να την ανοίγουμε και χάνεται η γροθιά. Η σκέψη είναι μια διαδικασία –μια κίνηση – όπως το σφίξιμο της γροθιάς. Η σκέψη δεν είναι μια μόνιμη ή σταθερή ή τρομερή διαδικασία που δεν μπορούμε να ελέγξουμε με φυσικό τρόπο (να δομείται ή να διαλύεται), είναι σαν την κίνηση του χεριού μας, τόσο απλά, τόσο εύκολα.
.
Η Αντίληψη (που στην πραγματικότητα τα Αγκαλιάζει Όλα) Είναι Φυσικό Γεγονός (που Βιώνουμε). Ζούμε Πραγματικά στο Χώρο του Είναι, των Αληθινών Συμβάντων. Είμαστε Ελεύθεροι (με Αντίληψη Ελεύθερη Απεριόριστη Ανοιχτή Χωρίς Εμπόδια) ή είμαστε περιορισμένοι – σκεφτόμαστε, εικονοποιούμε την Πραγματικότητα, ονειρευόμαστε. Αυτά είναι Φυσικά Περιστατικά (και το ένα και το άλλο).
Όταν «εισερχόμαστε» στο χώρο της σκέψης φανταζόμαστε ό,τι θέλουμε, Θεούς, Φωτισμούς, σκλαβιές, προσπάθειες, θρησκευτικές δραστηριότητες – όλο αυτό το «θέατρο», το διανοητικό σκουπιδαριό. Όλα αυτά όμως είναι στο χώρο της σκέψης, είναι φαντασία κι είναι αδιέξοδα και μέσα από εκεί δεν υπάρχει διέξοδος, γιατί το περιορισμένο δεν έχει διέξοδο, δεν μπορεί να γίνει Απεριόριστο.
Πρέπει να πάψει να υπάρχει το περιορισμένο – η σκέψη, ο παρατηρητής – για να Υπάρξει το Απεριόριστο. Αυτή Είναι η Μόνη Φυσική Δράση. Διαλύεται το περιορισμένο (με φυσικό τρόπο, με την Βούληση) επειδή ακριβώς αναγνωρίζεται η «φύση» του κι Αναδύεται το Απεριόριστο, το Ελεύθερο, η Αλήθεια της Πραγματικότητας.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου