Ο διαμελισμένος Ορφέας, παίζοντας επίμονα και μυστηριωδώς τη λύρα του, μας γητεύει: στρέφουμε διαρκώς τη προσοχή μας στους ηλεκτρονικούς μας υπολογιστές, τα τάμπλετ και τα κινητά μας. Ο μύθος το’ χει να μη μπορούν να του αντισταθούν ούτε οι πέτρες, ούτε τα δέντρα στις μελωδικές αφηγήσεις του. Πως είναι δυνατόν να τον αρνηθούμε εμείς; Χαϊδεύουμε με ένα ή δυο δάκτυλα τρυφερά τις οθόνες, σφιχτοκρατάμε όπως το χέρι του αξιολάτρευτου έρωτα μας τα πλαστικά ποντίκια, χάνουμε την υπομονή μας όταν ένα βίντεο αργεί να ξεκινήσει σα να μας έστησε σε ραντεβού. Γκρινιάζουμε καμιά φορά, πως η τεχνολογία μας έχει στερήσει τη ψυχή μας ή μας αποξενώνει από τον διπλανό άνθρωπο. Αλλά αλήθεια ποιον κοιτάζουμε όταν αλληθωρίζουμε εμμονικά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης; Την Αφροδίτη να μας προκαλεί ποζάροντας με duckface (η πάπια σε μερικούς μύθους ήταν σύμβολο της όμορφης θεάς), την Άρτεμη να αλυχτά ζητώντας εκδίκηση για τους πληγωμένους της σκύλους, τον Άρη να κεραυνοβολά με σαρκαστικά επιχειρήματα τους εχθρούς του, την Ήρα να μας καθησυχάζει με γνωμικά γεμάτα δηλητήριο και ζήλια, τον Ερμή να περιγελά το χρόνο στα μαυρόασπρα gifακια του…
Η αλήθεια ίσως είναι πικρή, αλλά αγαπάμε αυτά τα μαραφέτια. Πιθανόν δε μας έχουν κλέψει τη ψυχή, αλλά αντίθετα εκείνη μας αναζητάει μέσα από αυτά. Ο Freud μας διευκολύνει στο συγκεκριμένο επιχείρημα, έχοντας μιλήσει για τη “πολύμορφη διαστροφή” και ο Jung στα Σεμινάρια του στο Bollingen για τα Όνειρα μας επιβεβαιώνει: “Δεν έχουμε όνομα κάποιας διαστροφής για το πιάνο, αλλά μπορεί να υπάρξει κάτι τέτοιο. Μπορεί ακόμη [η libido] να εισρεύσει στη κεντρική θέρμανση. Υπάρχει ένα υπόλειμμα της libido, που ρέει τόσο αργά, που θα μπορούσε να διατεθεί για το επόμενο πράγμα που θα συναντήσουμε”. Αν λοιπόν είναι ανθρώπινο να έχουμε ερωτική επιθυμία για τον καυστήρα μας, γιατί να μην είμαστε ερωτευμένοι με τα κινητά μας;
Άλλωστε μπορούμε εκεί να απολαύσουμε μια φαντασιωσική, μυθολογική πλευρά του εαυτού μας. Μαγικά φίλτρα στις φωτογραφίες που μας μεταμορφώνουν, συσσωρευμένη σοφία σε λίγες λέξεις όπως τα ξόρκια, μαντικοί διαλογισμοί σε παράδοξες ιδέες, απολλώνιες μουσικές, διονυσιακά γλέντια, κακίες, η καλοσύνη μας – όλα αφηγούνται την αλήθεια μας. Και είναι προφανέστατα αιρετικό να μιλούμε για αλήθεια, διότι όλοι είμαστε σίγουροι πως στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δε φαίνεται ο “πραγματικός εαυτός μας”. Πως παρουσιάζουμε μια καλοστημένη βιτρίνα και περιμένουμε να χορτάσει ο ναρκισσισμός μας σα ξεραμένη γη τη βροχή από επιβραβευτικά χεράκια. Όποιος στο φλερτ ή στη δουλειά του είναι αυτό που λέμε ο “πραγματικός εαυτός του” ας πετάξει τη πρώτη πέτρα. Πάντως, αν θέλουμε να είμαστε δίκαιοι, η ούτως ή άλλως προβληματική έννοια “πραγματικός εαυτός”, οπωσδήποτε περιλαμβάνει ως τμήμα και τη φαντασίωση αυτού που θα θέλαμε να είμαστε. Πως είναι δυνατόν να υποστηρίζουμε πως γνωρίζουμε κάποιον, χωρίς να ξέρουμε ή να υποθέτουμε τις απόκρυφες φιλοδοξίες του;
Αγαπάμε τα κινητά και τα pc μας, μάλλον επειδή μας προκαλούν την αίσθηση ότι εκείνα μας κοιτάζουν με αγάπη. Και είναι αυτό το ζεστό βλέμμα που μας έχει στερήσει η αδιάφορη, κυνική μονομανία. Ο Hillman γράφει: “Φυσικά και είμαι σε μια απελπισμένη ναρκισσιστική ανάγκη… επειδή ο κόσμος χωρίς ψυχή δε μπορεί να προσφέρει οικειότητα, δε μπορεί να επιστρέψει το βλέμμα μου, δε μπορεί να με κοιτάξει ελκυστικά, με ευγνωμοσύνη…”(The thought of the heart and the soul of the world).Αν κάθε σύμπτωμα είναι και μια εκδήλωση της ψυχής μας και των παραμελημένων αναγκών της, τότε ίσως ο διαστροφικός, σχεδόν εξαρτητικός έρωτας μας για το διαδίκτυο και τους αγγέλους του είναι η εκδήλωση της ανάγκης μας να ξανασυνδεθούμε με την ανθρωπότητα. Να αποδεχτούμε πως την έχουμε απόλυτη ανάγκη και “μέσα” αλλά και “έξω” μας.
“- Μα είναι δυνατόν να βρει κανείς την αγάπη στην ανόργανη ύλη;” θα διαμαρτυρηθεί κανείς εύλογα. Μα και ο Ορφέας την Ευριδίκη του, στο Κάτω Κόσμο την έψαξε. Στο κόσμο των μη ζωντανών όντων. “- Και Θα τη βρούμε σίγουρα εκεί;” θα ρωτήσει κάποιος λίγο πιο ανυπόμονος. Μα αυτό δε σημαίνει σε τελική ανάλυση και τίποτε οριστικό. Και ο Ορφέας, όταν τη βρήκε, την κοίταξε νωρίτερα από ότι είχε ειδοποιηθεί να πράξει και τη ξαναέχασε. Είναι η νομοτελειακή δυσπιστία ή ελπίδα που εξαναγκάζει το είδος μας να διαμελίζεται από το αναπόφευκτο πένθος.
Ο Έρωτας, ως η θεμελιώδης ορμή προς τη διατήρηση της ζωής είναι εκ των πραγμάτων αιρετικός. Το επιβεβαιώνει η μοναξιά μας, στο γνωστό μας σύμπαν. Αυτή η όψιμη μοναξιά τους είδους μας, χωρίς τα βέλη του Έρωτα, θα μας οδηγούσε σε μια φριχτή υπαρξιακή απελπισία. Σε ένα κενό σύμπαν δε θα είχαμε άλλη συντροφιά παρά τη κοσμική κατάθλιψη. Είναι ο έρωτας με τις φορτισμένες συναντήσεις του, με τις γεμάτες λυρισμό φαντασιώσεις του που μας προσκαλεί στο μυστήριο παιχνίδι της συνέχισης της ζωής. Μα δε θα πρέπει να ξεχνάμε πως η δουλειά του είναι να μας προσκαλέσει. Δε μπορεί να μας υποσχεθεί τίποτε περισσότερο. Ως γιος του Χάους, ο θεός Έρως είναι η αποδιοργανωτική έλξη προς το άλλο, ο ανανεωτικός διαμελισμός της μονόπλευρης μας ύπαρξης.
Εν συντομία, συμβαίνουν τα ακόλουθα: Σε συναντώ. Σε ερωτεύομαι. Βλέπω τα μάτια σου να με κοιτούν με θαυμασμό και αγαπώ τον εαυτό μου. Είμαστε μαζί. Προσπαθούμε να εκμηδενίσουμε την απόσταση. Το καταφέρνουμε ορισμένες φορές. Η απόσταση αναδύεται εκ νέου. Δεν είμαι σίγουρος ότι αγαπώ τον εαυτό μου. Δεν είμαι σίγουρος ότι σε συναντώ. Ποια είσαι; Ποιος είμαι;
Αν όλα τα άλλα είναι εύκολο, λίγο πολύ, να τα αναγνωρίσουμε, το μυστήριο παραμένει: Τι υπάρχει εκεί σε αυτή την απόσταση που δημιουργείται ανάμεσα σε εσένα και εμένα; Και πως μπορούμε να αντέξουμε την απροσδιόριστη, μετέωρη αυτή απόσταση χωρίς να τραπούμε σε φυγή ή να καταπιούμε ο ένας τον άλλο;
Ο χώρος ανάμεσα μας, είναι ο προνομιακός χώρος της ψυχής. Ο τόπος που εκτυλίσσεται η κατεξοχήν ανθρώπινη περιπέτεια. Ίσως να είναι και το ηφαιστειακό ρήγμα μέσα από το οποίο αναδύθηκε η συνείδηση. Ας ονειροπολήσουμε τη στιγμή, που μια ερωτευμένη με το βρέφος της μητέρα το βοηθά να αντέξει την απόσταση μεταξύ τους, που λίγες μέρες πριν ήταν αδιανόητη. Η απόσταση αυτή γεμίζει από τη ψυχή της (εικόνες, αναμνήσεις, βιώματα, ελπίδες) βοηθώντας το μικρό πλάσμα να αρχίσει δειλά να αποκτά μια αίσθηση της δικής του ψυχής. Αν η μητέρα εκμηδενίσει την απόσταση, δε θα υπάρχει αρκετός χώρος για εκείνο (ή εκείνη). Αν η μητέρα απουσιάσει υπερβολικά το βρέφος κινδυνεύει να κατακλυστεί θανάσιμα από το κενό.
Κάθε ερωτική συνάντηση, είναι μια ευκαιρία να πάρουμε απόσταση από τον Εγώ μας. Αυτό συμβαίνει μέσα από τη κοινωνία με το άλλο και τη βουτιά στο εμείς. Αυτή η ερωτικά φορτισμένη απόσταση, επιτρέπει στη ψυχή να αναδυθεί. Όπως γίνεται στα όνειρα. Όπως γίνεται στα ποιήματα των ερωτικά απογοητευμένων, ή τα δάκρυα των αποχαιρετισμών. Όπως γίνεται στον εργασιομανή που μισεί στα κρυφά τη δουλειά του ή την ανορεξική γυναίκα που σιχαίνεται το με κόπο διαλυμένο σώμα της. Όπως γίνεται στη ψυχοθεραπεία με τις παραξενιές της μεταβίβασης. Ο Έρως και η Ψυχή είναι ένα αιώνιο ζευγάρι που το δράμα του θα επαναλαμβάνεται ολόιδιο κάθε φορά που ένα βέλος θα τρυπά μια καρδιά που χτυπά μηχανικά και μονότονα.
Ένα άρθρο που μιλά για τον έρωτα και ξεκινά με αναφορές στον εθισμό μας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ακούγεται μάλλον ανορθόδοξο. Όμως αυτό που επιχειρήθηκε είναι να τονιστεί ο αιρετικός χαρακτήρας του έρωτα: Η ικανότητα του να τρυπώνει παντού ενοχλητικά και να μας δίνει οδυνηρές ευκαιρίες να συναντήσουμε τη ψυχή μας. Στη δουλειά μου, είναι εύκολο να παρατηρήσει κανείς πως οι άνθρωποι είμαστε ερωτευμένοι με τα προβλήματα μας. Τι θα προτιμήσουμε; Να αφεθούμε στο δόγμα ότι ο άνθρωπος είναι μια μηχανή που χαλάει και χρειάζεται μια οικονομικά συμφέρουσα επιδιόρθωση, ή να ασπαστούμε την ερωτική αίρεση;
Η αλήθεια ίσως είναι πικρή, αλλά αγαπάμε αυτά τα μαραφέτια. Πιθανόν δε μας έχουν κλέψει τη ψυχή, αλλά αντίθετα εκείνη μας αναζητάει μέσα από αυτά. Ο Freud μας διευκολύνει στο συγκεκριμένο επιχείρημα, έχοντας μιλήσει για τη “πολύμορφη διαστροφή” και ο Jung στα Σεμινάρια του στο Bollingen για τα Όνειρα μας επιβεβαιώνει: “Δεν έχουμε όνομα κάποιας διαστροφής για το πιάνο, αλλά μπορεί να υπάρξει κάτι τέτοιο. Μπορεί ακόμη [η libido] να εισρεύσει στη κεντρική θέρμανση. Υπάρχει ένα υπόλειμμα της libido, που ρέει τόσο αργά, που θα μπορούσε να διατεθεί για το επόμενο πράγμα που θα συναντήσουμε”. Αν λοιπόν είναι ανθρώπινο να έχουμε ερωτική επιθυμία για τον καυστήρα μας, γιατί να μην είμαστε ερωτευμένοι με τα κινητά μας;
Άλλωστε μπορούμε εκεί να απολαύσουμε μια φαντασιωσική, μυθολογική πλευρά του εαυτού μας. Μαγικά φίλτρα στις φωτογραφίες που μας μεταμορφώνουν, συσσωρευμένη σοφία σε λίγες λέξεις όπως τα ξόρκια, μαντικοί διαλογισμοί σε παράδοξες ιδέες, απολλώνιες μουσικές, διονυσιακά γλέντια, κακίες, η καλοσύνη μας – όλα αφηγούνται την αλήθεια μας. Και είναι προφανέστατα αιρετικό να μιλούμε για αλήθεια, διότι όλοι είμαστε σίγουροι πως στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δε φαίνεται ο “πραγματικός εαυτός μας”. Πως παρουσιάζουμε μια καλοστημένη βιτρίνα και περιμένουμε να χορτάσει ο ναρκισσισμός μας σα ξεραμένη γη τη βροχή από επιβραβευτικά χεράκια. Όποιος στο φλερτ ή στη δουλειά του είναι αυτό που λέμε ο “πραγματικός εαυτός του” ας πετάξει τη πρώτη πέτρα. Πάντως, αν θέλουμε να είμαστε δίκαιοι, η ούτως ή άλλως προβληματική έννοια “πραγματικός εαυτός”, οπωσδήποτε περιλαμβάνει ως τμήμα και τη φαντασίωση αυτού που θα θέλαμε να είμαστε. Πως είναι δυνατόν να υποστηρίζουμε πως γνωρίζουμε κάποιον, χωρίς να ξέρουμε ή να υποθέτουμε τις απόκρυφες φιλοδοξίες του;
Αγαπάμε τα κινητά και τα pc μας, μάλλον επειδή μας προκαλούν την αίσθηση ότι εκείνα μας κοιτάζουν με αγάπη. Και είναι αυτό το ζεστό βλέμμα που μας έχει στερήσει η αδιάφορη, κυνική μονομανία. Ο Hillman γράφει: “Φυσικά και είμαι σε μια απελπισμένη ναρκισσιστική ανάγκη… επειδή ο κόσμος χωρίς ψυχή δε μπορεί να προσφέρει οικειότητα, δε μπορεί να επιστρέψει το βλέμμα μου, δε μπορεί να με κοιτάξει ελκυστικά, με ευγνωμοσύνη…”(The thought of the heart and the soul of the world).Αν κάθε σύμπτωμα είναι και μια εκδήλωση της ψυχής μας και των παραμελημένων αναγκών της, τότε ίσως ο διαστροφικός, σχεδόν εξαρτητικός έρωτας μας για το διαδίκτυο και τους αγγέλους του είναι η εκδήλωση της ανάγκης μας να ξανασυνδεθούμε με την ανθρωπότητα. Να αποδεχτούμε πως την έχουμε απόλυτη ανάγκη και “μέσα” αλλά και “έξω” μας.
“- Μα είναι δυνατόν να βρει κανείς την αγάπη στην ανόργανη ύλη;” θα διαμαρτυρηθεί κανείς εύλογα. Μα και ο Ορφέας την Ευριδίκη του, στο Κάτω Κόσμο την έψαξε. Στο κόσμο των μη ζωντανών όντων. “- Και Θα τη βρούμε σίγουρα εκεί;” θα ρωτήσει κάποιος λίγο πιο ανυπόμονος. Μα αυτό δε σημαίνει σε τελική ανάλυση και τίποτε οριστικό. Και ο Ορφέας, όταν τη βρήκε, την κοίταξε νωρίτερα από ότι είχε ειδοποιηθεί να πράξει και τη ξαναέχασε. Είναι η νομοτελειακή δυσπιστία ή ελπίδα που εξαναγκάζει το είδος μας να διαμελίζεται από το αναπόφευκτο πένθος.
Ο Έρωτας, ως η θεμελιώδης ορμή προς τη διατήρηση της ζωής είναι εκ των πραγμάτων αιρετικός. Το επιβεβαιώνει η μοναξιά μας, στο γνωστό μας σύμπαν. Αυτή η όψιμη μοναξιά τους είδους μας, χωρίς τα βέλη του Έρωτα, θα μας οδηγούσε σε μια φριχτή υπαρξιακή απελπισία. Σε ένα κενό σύμπαν δε θα είχαμε άλλη συντροφιά παρά τη κοσμική κατάθλιψη. Είναι ο έρωτας με τις φορτισμένες συναντήσεις του, με τις γεμάτες λυρισμό φαντασιώσεις του που μας προσκαλεί στο μυστήριο παιχνίδι της συνέχισης της ζωής. Μα δε θα πρέπει να ξεχνάμε πως η δουλειά του είναι να μας προσκαλέσει. Δε μπορεί να μας υποσχεθεί τίποτε περισσότερο. Ως γιος του Χάους, ο θεός Έρως είναι η αποδιοργανωτική έλξη προς το άλλο, ο ανανεωτικός διαμελισμός της μονόπλευρης μας ύπαρξης.
Εν συντομία, συμβαίνουν τα ακόλουθα: Σε συναντώ. Σε ερωτεύομαι. Βλέπω τα μάτια σου να με κοιτούν με θαυμασμό και αγαπώ τον εαυτό μου. Είμαστε μαζί. Προσπαθούμε να εκμηδενίσουμε την απόσταση. Το καταφέρνουμε ορισμένες φορές. Η απόσταση αναδύεται εκ νέου. Δεν είμαι σίγουρος ότι αγαπώ τον εαυτό μου. Δεν είμαι σίγουρος ότι σε συναντώ. Ποια είσαι; Ποιος είμαι;
Αν όλα τα άλλα είναι εύκολο, λίγο πολύ, να τα αναγνωρίσουμε, το μυστήριο παραμένει: Τι υπάρχει εκεί σε αυτή την απόσταση που δημιουργείται ανάμεσα σε εσένα και εμένα; Και πως μπορούμε να αντέξουμε την απροσδιόριστη, μετέωρη αυτή απόσταση χωρίς να τραπούμε σε φυγή ή να καταπιούμε ο ένας τον άλλο;
Ο χώρος ανάμεσα μας, είναι ο προνομιακός χώρος της ψυχής. Ο τόπος που εκτυλίσσεται η κατεξοχήν ανθρώπινη περιπέτεια. Ίσως να είναι και το ηφαιστειακό ρήγμα μέσα από το οποίο αναδύθηκε η συνείδηση. Ας ονειροπολήσουμε τη στιγμή, που μια ερωτευμένη με το βρέφος της μητέρα το βοηθά να αντέξει την απόσταση μεταξύ τους, που λίγες μέρες πριν ήταν αδιανόητη. Η απόσταση αυτή γεμίζει από τη ψυχή της (εικόνες, αναμνήσεις, βιώματα, ελπίδες) βοηθώντας το μικρό πλάσμα να αρχίσει δειλά να αποκτά μια αίσθηση της δικής του ψυχής. Αν η μητέρα εκμηδενίσει την απόσταση, δε θα υπάρχει αρκετός χώρος για εκείνο (ή εκείνη). Αν η μητέρα απουσιάσει υπερβολικά το βρέφος κινδυνεύει να κατακλυστεί θανάσιμα από το κενό.
Κάθε ερωτική συνάντηση, είναι μια ευκαιρία να πάρουμε απόσταση από τον Εγώ μας. Αυτό συμβαίνει μέσα από τη κοινωνία με το άλλο και τη βουτιά στο εμείς. Αυτή η ερωτικά φορτισμένη απόσταση, επιτρέπει στη ψυχή να αναδυθεί. Όπως γίνεται στα όνειρα. Όπως γίνεται στα ποιήματα των ερωτικά απογοητευμένων, ή τα δάκρυα των αποχαιρετισμών. Όπως γίνεται στον εργασιομανή που μισεί στα κρυφά τη δουλειά του ή την ανορεξική γυναίκα που σιχαίνεται το με κόπο διαλυμένο σώμα της. Όπως γίνεται στη ψυχοθεραπεία με τις παραξενιές της μεταβίβασης. Ο Έρως και η Ψυχή είναι ένα αιώνιο ζευγάρι που το δράμα του θα επαναλαμβάνεται ολόιδιο κάθε φορά που ένα βέλος θα τρυπά μια καρδιά που χτυπά μηχανικά και μονότονα.
Ένα άρθρο που μιλά για τον έρωτα και ξεκινά με αναφορές στον εθισμό μας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ακούγεται μάλλον ανορθόδοξο. Όμως αυτό που επιχειρήθηκε είναι να τονιστεί ο αιρετικός χαρακτήρας του έρωτα: Η ικανότητα του να τρυπώνει παντού ενοχλητικά και να μας δίνει οδυνηρές ευκαιρίες να συναντήσουμε τη ψυχή μας. Στη δουλειά μου, είναι εύκολο να παρατηρήσει κανείς πως οι άνθρωποι είμαστε ερωτευμένοι με τα προβλήματα μας. Τι θα προτιμήσουμε; Να αφεθούμε στο δόγμα ότι ο άνθρωπος είναι μια μηχανή που χαλάει και χρειάζεται μια οικονομικά συμφέρουσα επιδιόρθωση, ή να ασπαστούμε την ερωτική αίρεση;
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου