Η ιστορία δεν γράφεται από μόνη της. Εμείς τη γράφουμε με τις πράξεις και τις παραλείψεις μας. Και κινείται προς την κατεύθυνση όσων τη διαμορφώνουν και ενάντια σ’ εκείνους που την περιμένουν ως ώριμο φρούτο, γιατί το φρούτο που πέφτει από μόνο του το φθινόπωρο είναι συνήθως σάπιο. Και πρέπει να σταματήσουμε να τρώμε σάπιους μύθους και σάπιες ιδεολογίες, αν θέλουμε να μην τρώμε σάπιους νόμους, σάπιες ιδέες και σάπιες τροφές που δηλητηριάζουν το μυαλό και το κορμί μας"
Ο μύθος για τον ηθικοπλαστικό και σωτηριολογικό σκοπό των θρησκειών, για τον παρηγορητικό και φιλανθρωπικό ρόλο των Εκκλησιών και, τέλος, για την ‘αγιότητα’ των ιερατείων και των ιερωμένων δεν είναι παρά το υποκριτικό προσωπείο της εξουσίας του μάγου, του δουλοκτήτη, του ιερατείου, του φεουδάρχη, του βασιλιά, του καπιταλιστή, του κεφαλαίου. Της εξουσίας των λίγων πάνω στους πολλούς.
Είναι η μεγάλη αρρώστια του ψεύδους και της υποκρισίας που νόθευσε το ανθρώπινο όνειρο για ευτυχία και λοξοδρόμησε τον ανθρώπινο πολιτισμό από την επιδίωξη της κοινωνικής ισότητας και τoν οδήγησε στη σημερινή καπιταλιστική βαρβαρότητα. Αυτόν τον σκοταδιστικό και εξουσιαστικό μύθο που στηρίζεται στην άγνοια, στο φόβο, στο δόλο και στη βία, οφείλουμε όλοι ως άτομα, ως κοινωνίες και ως ανθρωπότητα να τον αποκαλύψουμε, να τον καταγγείλουμε, να τον αφοπλίσουμε και να τον ακυρώσουμε, για να ξαναβρούμε το δρόμο της γνώσης, της συνείδησης, της ανθρωπιάς και της πάλης για έναν καλύτερο πραγματικό κόσμο.
Για έναν κόσμο της κοινοκτησίας, της ισοκατανομής και της κοινωνικής ισότητας, την μοναδική αναγκαία και ικανή συνθήκη για την καθολική ευημερία και ευτυχία, την παγκόσμια ειρήνη και για έναν οικουμενικό ουμανιστικό πολιτισμό
Όταν το ψέμα επισκιάζει και εκτοπίζει την αλήθεια και γίνεται το ίδιο η ‘μοναδική αλήθεια’, όταν οι σκοταδιστικοί μύθοι και οι εξουσιαστικές ιδεολογίες πλαστογραφούν την ιστορία και εκτοπίζουν τα πραγματικά γεγονότα, τις αυθεντικές εμπειρίες, τη Λογική και τη μνήμη των ανθρώπων, όταν η εξουσία στραγγαλίζει την επιστημονικά έγκυρη και κοινωνικά χρήσιμη γνώση και παρουσιάζει την επιστήμη-έρευνα-ανακάλυψη ως θρησκεία-πίστη-αποκάλυψη, όταν η υποκρισία εκτοπίζει την ευγένεια και την ειλικρίνεια και όταν το κάλπικο και το εικονικό εμφανίζονται ως γνήσιο και πραγματικό, τότε το σκοτάδι γίνεται το θαμπό φως της ‘αγίας άγνοιας’, τη ‘θεία φώτιση’ που τυφλώνει.
Τότε τα ανθρώπινα όντα γίνονται σκιές του εαυτού τους, ζωντανά εργαλεία που παράγουν πλούτο για τους δαμαστές τους και οι ζωές τους τείνουν να εξομοιωθούν με, ή να γίνουν και χειρότερες από, αυτές των ζώων εργασίας. Γίνονται κοπάδια οπαδών που αναπαράγουν άκριτα και σε βάρος τους μύθους με θεούς και δαίμονες, με σκοταδιστικές ανοησίες και εξουσιαστικές ιδεολογίες που τους καθιστούν εθελόδουλους φονιάδες, γκρεμιστές πολιτισμών και πολιτικούς αυτόχειρες. Από τότε που η βία των νικητών επέβαλε τη δουλεία και οι εξουσίες οργανώθηκαν σε κράτος και νομοθέτησαν την ατομική ιδιοκτησία πάνω στη γη και γενικά πάνω στα μέσα παραγωγής, οι σκοταδιστικοί μύθοι έγιναν σωτηριολογικές θρησκείες, οι οποίες, ως εξουσιαστικές ιδεολογίες, έγιναν εργαλεία εκφοβισμού και βίας, πειθαναγκασμού και υποταγής, αλλοτρίωσης και εξαθλίωσης των πιστών και εξουσιαζόμενων.
Από τότε, βέβαια, και οι εξουσιαζόμενοι, άλλοι ενστικτώδικα και άλλοι συνειδητά, προσπαθούν με κάθε τρόπο και με αμέτρητους αγώνες και θυσίες, να βελτιώσουν τις συνθήκες της ζωής τους και να δημιουργήσουν τις αναγκαίες προϋποθέσεις για την οριστική απελευθέρωσή τους από τους σκοταδιστικούς μύθους και τις εξουσιαστικές ιδεολογίες, από τα σκοταδιστικά και εξουσιαστικά ιερατεία, από τους καταπιεστές και εκμεταλλευτές τους με στόχο πάντα την κοινωνική ισότητα.
Σ’ αυτόν τον αγώνα τους οι εξουσιαζόμενοι χρειάστηκαν συχνά τη βοήθεια όσων, από τους απέναντι, ήταν πρόθυμοι να προσφέρουν τη γνώση τους για τη διεκδίκηση μιας καλύτερης ζωής. Το αποτέλεσμα ήταν πάντα ένα μικρό βήμα προς το καλύτερο, αλλά η πλήρης απελευθέρωσή τους αργούσε, όπως αργούν τα φρούτα να ωριμάσουν πάνω στα δέντρα και οι ιδέες να γίνουν πράξεις.
Η απογοήτευση μα και η ελπίδα πορεύονται χέρι-χέρι με την ιστορία και μάλιστα σε μια σχέση όπου η ελπίδα μεγαλώνει σε βάρος της απογοήτευσης. Κι αυτό γιατί οι δυνάμεις της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού μέσα από τους αγώνες και τις εμπειρίες τους αποθησαυρίζουν γνώσεις, κατεβάζουν ιδέες, κατασκευάζουν ουτοπίες, οραματίζονται έναν κάθε φορά καλύτερο κόσμο κι έτσι γίνονται βαθμιαία σοφότερες, σε βαθμό που άρχισαν να κατανοούν σταδιακά όλο και περισσότερο, όλο και περισσότεροι, πως η κοινωνική ισότητα που διεκδικούν προϋποθέτει την πνευματική τους απελευθέρωση, η οποία όμως δεν μπορεί να είναι προσφορά, δώρο των εν ενεργεία ή των εν εφεδρεία εξουσιαστών τους, αλλά μπορεί και πρέπει να είναι αποκλειστικά και μόνο έργο δικό τους.
Οι κάθε φορά νέοι αγώνες συσσωρεύουν νέα γνώση, νέες εμπειρίες, νέες ιδέες μέχρι που η αναζήτηση της κύριας, της βασικής αιτίας της καθήλωσης πολλών ανθρώπων στους σκοταδιστικούς μύθους και στις εξουσιαστικές ιδεολογίες άρχισε να αγγίζει ‘ιερά και απαραβίαστα ταμπού’ και να απομυθοποιεί τον εξουσιαστικό ρόλο των θρησκειών.
Είναι, βέβαια, προφανές πως σ’ αυτή τη συνειδητοποίηση του σκοταδιστικού και εξουσιαστικού ρόλου των θρησκειών η ανθρωπότητα δεν έφτασε αυθαίρετα και τυχαία, αλλά μέσα από τις διαχρονικές εμπειρίες που απόκτησε από τη συμπεριφορά και τη δράση των θρησκειών, οι οποίες υποκριτικά μακαρίζουν τους φτωχούς, αλλά στην πράξη στηρίζουν τους εξουσιαστές-εκμεταλλευτές και διασπούν την ανθρωπότητα σε θανάσιμα εχθρικές συμμορίες, οι οποίες κάθε τόσο και πολύ συχνά αιματοκυλούν λαούς και καταστρέφουν χώρες και πολιτισμούς με τους ατέλειωτους κατακτητικούς αποικιοκρατικούς και ιμπεριαλιστικούς τοπικούς, περιφερειακούς και παγκόσμιους πολέμους. Κι όλα αυτά, όχι για τους πολλούς, τους πιστούς, για την πατρίδα και την πίστη, όπως υποκριτικά ισχυρίζονται τα ιερατεία, αλλά, για τους λίγους, τους εξουσιαστές και για τον σφετερισμό του φυσικού και του κοινωνικού πλούτου.
Βέβαια, αυτό το θέμα, της υποκριτικής φύσης και του εξουσιαστικού ρόλου της θρησκείας, είναι ακόμα ταμπού για πολλούς συνανθρώπους μας και το άγγιγμά του αποτελεί γι’ αυτούς ‘προσβολή της πίστης τους’ και για τα σκοταδιστικά ιερατεία ‘έγκλημα καθοσιώσεως’. Για πολλούς ακόμα πνευματικά λεηλατημένους συνανθρώπους μας οι θρησκείες, τα σύμβολά τους και τα ιερατεία τους αποτελούν και θα συνεχίσουν, όσο η εκάστοτε θεοκρατική και εξουσιαστική μορφή κοινωνικής οργάνωσης αδυνατεί ή αρνείται να ανταποκριθεί στον στοργικό ρόλο της απέναντί τους, να αποτελούν, σε συνθήκες τεχνητής ανασφάλειας, τη μοναδική ελπίδα, ακόμα κι αν αυτή αναφέρεται στο Επέκεινα και όχι σ’ αυτήν τη ζωή.
Κι ίσως αυτός να είναι και ο λόγος που πολλοί αξιόλογοι διανοητές αλλά και απλοί υποψιασμένοι άνθρωποι, αποφεύγουν να το αγγίξουν, γιατί δεν θέλουν, άλλοι από φόβο και άλλοι από υστεροβουλία, να προκαλέσουν προσβολή της πίστης, φόβο και ανασφάλεια σε καλοπροαίρετους ανθρώπους-πιστούς, αλλά και κύρια γιατί δεν θέλουν να ανοίξουν λογαριασμούς με τα σκοταδιστικά και τα εξουσιαστικά ιερατεία, που έχουν αποδείξει ότι είναι αδίστακτα και δεν αστειεύονται. Όμως αυτή η φαυλοκυκλική σιωπή μας γίνεται χρυσός για τα ιερατεία και την εξουσία, γιατί εκλαμβάνεται ως συμφωνία και αποδοχή του μύθου της αλλοτρίωσης και της βίας, πράγμα που αποθρασύνει την εξουσία και συνεπώς η σιωπή μας λειτουργεί ως προδοσία της κοινωνίας και στραγγαλισμός της συνείδησής μας και καταλήγει σε έναν απάνθρωπο ‘ωχαδερφισμό’, σε συνενοχή και πνευματική αυτοκτονία.
Είναι γνωστό πως κανένας άνθρωπος δεν επέλεξε τη θρησκεία και την πίστη του, αλλά, με το που γεννιέται, του την φυτεύουν στο κεφάλι, και την καλλιεργούν συστηματικά και σκόπιμα και από ιδιοτέλεια τα κατά τόπους και χρόνους σκοταδιστικά και εξουσιαστικά ιερατεία. Γνωστό είναι επίσης ότι όλες οι θρησκείες επιβλήθηκαν με τη βία των εξουσιών και λειτούργησαν ως ιδεολογίες υποταγής σ’ αυτές τις εξουσίες και πολλοί λαοί αναγκάστηκαν ν’ αλλάξουν τη θρησκεία τους με αυτήν του εκάστοτε κατακτητή τους, γιατί ακριβώς η κάθε εξουσία διασφαλίζει την κυριαρχία της και μέσω της επιβολής της δικής της θρησκευτικής ιδεολογίας. Γνωστό είναι ακόμα ότι κανένας άνθρωπος δεν χρειάζεται σκοταδιστικούς μύθους και εξουσιαστικές ιδεολογίες, ψεύτικους θεούς που κρύβουν πραγματικά αφεντικά, μίσος και καταπίεση, βία, εξουσία και ψευδαισθήσεις για να ζήσει, να είναι δημιουργικός και ευτυχισμένος.
Αντίθετα εκείνο που χρειάζεται είναι τροφή, στοργή, στέγη, ασφάλεια, αναγνώριση, ισονομία, ισοπολιτεία, ελευθερία, παιδεία και ίσες ευκαιρίες για να προσφέρει στο κοινωνικό σύνολο ανάλογα με τις δυνατότητές του και να απολαμβάνει ανάλογα με τις ανάγκες του. Αντί γι’ αυτά οι εκάστοτε εξουσίες κατασκεύασαν μύθους-ταμπού για θεούς και δαίμονες, για κόλαση και παράδεισο με βασιλείς επίγειους και επουράνιους, με σκοπό να κάνουν τους ανθρώπους δουλικούς και μοιρολάτρες, να ‘πιστεύουν χωρίς να ερευνούν’ και να δέχονται την καταπίεση και την εκμετάλλευση των αφεντικών τους ως ‘θεία βούληση και δοκιμασία’.
Γνωστό είναι, τέλος, πως ελάχιστοι άνθρωποι καταφέρνουν, από μόνοι τους και χωρίς τη βοήθεια της εκπαίδευσης, της παιδείας, της αυτομόρφωσης και του κοινωνικού διαλόγου, ν’ απαλλαγούν οριστικά από τις όποιες θρησκευτικές ψευδαισθήσεις τους, ενώ πολλοί αναγκάζονται να αλλαξοπιστήσουν κάτω από συνθήκες άμεσης ή έμμεσης βίας για να βρουν μια στέγη ή την ησυχία τους, για να σώσουν τη ζωή τους ή τη δουλειά τους.
Νεκρές οικογενειακές, τοπικιστικές, φυλετικές και εθνικιστικές παραδόσεις, εξωπραγματικές θρησκευτικές δοξασίες και θανατόφιλα δόγματα μπλοκάρουν τη λογική, εμποδίζουν την ομαλή-φυσιολογική και προκαλούν τη στρεβλή κοινωνικοποίησή μας, πράγμα που υπονομεύει τον αυτοσεβασμό μας και διαταράσσει την αρμονική συμβίωσή μας.
Όλα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα τον ακρωτηριασμό της προσωπικότητάς μας, την προσήλωση σ’ ένα ωραιοποιημένο παρελθόν που ποτέ δεν υπήρξε, την καλλιέργεια της νοσηρής αντίληψης της δικής μας ανώτερης πίστης, η οποία οδηγεί στην πνευματική και κοινωνική υποταγή μας με αντάλλαγμα την υστερόβουλη και γι’ αυτό πλανημένη προσδοκία για την ατομική μας σωτηρία που ποτέ δεν επαληθεύεται.
Μ’ αυτόν τον τρόπο, οι θρησκείες μάς αποσπούν, ερήμην μας, από το κοινωνικό σύνολο στο οποίο ανήκουμε και μάς εντάσσουν στο ‘εκκλησιαστικό ποίμνιο’ με στόχο και συνέπεια να δεχτούμε, τόσο στις μεταξύ μας διανθρώπινες σχέσεις όσο και στις σχέσεις μας με την κοινωνία και με τη Φύση, τη διαμεσολάβηση της θεοκρατικής ψευδαίσθησης, την οποία εκπροσωπούν τα σκοταδιστικά και εξουσιαστικά ιερατεία που δημιούργησαν αυτήν την ψευδαίσθηση.
Κι όλα αυτά για να εμποδίσουν την ανάπτυξη της αυτοπεποίθησής μας, προϋπόθεση για τη συνειδητή και δημιουργική συμμετοχή μας στο κοινωνικό γίγνεσθαι και στην κοινωνική αυτοδιεύθυνση, ώστε αποκομμένους από το κοινωνικό σύνολο και αποδυναμωμένους να μάς οδηγήσουν ατομικά και ως ζώα εργασίας στη δουλεία, στον εξανδραποδισμό και στην εκμετάλλευση.
Οι θρησκείες, όμως, αν θέλουμε να είμαστε λογικοί και ρεαλιστές, δεν είναι μόνο μονολιθικές εξουσιαστικές ιδεολογίες, αλλά και σκληρές εκμεταλλευτικές οικονομικές επιχειρήσεις που διαπλέκονται με την οικονομική, πολιτική και πνευματική ολιγαρχία και εμπορεύονται ψεύτικες ελπίδες, συντηρώντας την αγραμματοσύνη, καλλιεργώντας δεισιδαιμονίες και σπέρνοντας τον φόβο του θανάτου και της κόλασης, του χαφιέ και του χωροφύλακα, του ρατσιστή, του φανατικού φονταμενταλιστή και του φασίστα.
Γι’ αυτό, η σιωπή για τον υποκριτικό, απάνθρωπο, αντικοινωνικό και εξουσιαστικό ρόλο της θρησκείας, που ριζώνει στην άγνοια, στον φόβο, στη βία, στο ψέμα και στο εγωιστικό ιδιωτικό-ταξικό-ιμπεριαλιστικό συμφέρον, θα το επαναλάβω, δεν είναι χρυσός, αλλά συνειδητή συνενοχή στο έγκλημα που συντελείται από το κεφάλαιο κατά συρροή, κατά συνείδηση και κατ’ εξακολούθηση σε βάρος της ανθρωπότητας και του πολιτισμού της. Θα ήταν, επομένως, χρήσιμο και με αφορμή αυτό το βιβλίο να επαναφέρουμε καλόπιστα το θέμα της φύσης και του ρόλου της θρησκείας στον δημόσιο διάλογο, από τον οποίο δεν έχασε ποτέ κανένας, εκτός από εκείνους που έχουν συμφέρον να κουκουλώνουν νοσηρές καταστάσεις για να μην τις αγγίζει ο δημόσιος διάλογος.
Στον ελεύθερο δημόσιο διάλογο μπορούμε να ξεκινάμε από διαφορετικές αφετηρίες και θέσεις. Μπορεί και είναι φυσικό να διαφωνούμε στην αρχή. Αλλά εκείνο που μας οδηγεί σ’ αυτόν είναι η κοινή επιτακτική ανάγκη και η επιθυμία μας να ξεπεράσουμε ότι και όσα τεχνητά θρησκευτικά, ιδεολογικά, τοπικιστικά, φυλετικά κ.ά. εμπόδια μάς χωρίζουν, μάς αποδυναμώνουν και μάς καθιστούν αντικείμενο εκμετάλλευσης και εξαθλίωσης για λογαριασμό των σκοταδιστικών και εξουσιαστικών ιερατείων.
Και να σφυρηλατήσουμε την ενότητά μας πάνω σε όσα μάς ενώνουν με μοναδικό σκοπό να κατανοήσουμε τον κόσμο και την κοινωνία μας από τη δική μας σκοπιά. Από τη σκοπιά των δυνάμεων της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού και να καταλήξουμε σε μια κοινή αντίληψη για τον κόσμο, τη ζωή και την κοινωνία στην οποία θέλουμε και μπορούμε να ζήσουμε. Και συνεπώς να δράσουμε όλοι μαζί και συντονισμένα ενάντια στη θεοκρατούμενη, παρακμιακή καπιταλιστική βαρβαρότητα, αποκαθιστώντας την κυριαρχία της αυτοδιευθυνόμενης κοινωνίας πάνω στην οικονομία, καταργώντας οριστικά το κεφάλαιο ως εξουσιαστική σχέση κοινωνικής ανισότητας, υποδούλωσης και εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο.
Είναι συνεπώς ηθικό χρέος όλων μας να υπερασπιστούμε τους καλοπροαίρετους αλλά παραπλανημένους ‘πιστούς’, που δεν έχουν φωνή. Να καταγγείλουμε όλους εκείνους τους θεσμούς, όπως εξουσίες, θρησκείες και ιερατεία, που, ως ‘γραμματείς, φαρισαίοι και υποκριτές’, μετέτρεψαν την Εκκλησία από αμεσοδημοκρατική λαϊκή συνάθροιση σε ποιμνιοστάσια δουλικών και κωφάλαλων πιστών, σε μονοπωλιακές πολυεθνικές επιχειρήσεις, με τις οποίες συνειδητά και ξεδιάντροπα εκμεταλλεύονται οικονομικά, κοινωνικά, ηθικά, πνευματικά και πολιτικά την εμφυτευμένη στα κεφάλια πίστη των ανυπεράσπιστων συνανθρώπων μας και με τις δράσεις τους χειραγωγούν τοπικές κοινωνίες, έθνη και συνολικά την ανθρωπότητα, ξεστρατίζοντάς την από την ιστορική πορεία της προς την κοινωνική ισότητα.
Ακόμα μεγαλύτερο ηθικό χρέος έχουμε όλοι απέναντι στους νέους ανθρώπους, στις νέες ζωές και γενιές που έρχονται στον κόσμο, οι οποίοι ως νεογέννητα, ανήμποροι όπως είναι να κρίνουν, να συγκρίνουν και να επιλέξουν ή να απορρίψουν, καταλήγουν, όπως όλοι μας, απροστάτευτοι σε μια στείρα και αποβλακωτική «θρησκευτική παράδοση», σ’ ένα θεοκρατούμενο αχρείο ταξικό εκπαιδευτικό σύστημα που λιθοβολεί την γνήσια περιέργειά μας για γνώση και λοβοτομεί το μυαλό μας για να προτιμάει τον μύθο και την άγνοια, να ‘πιστεύει και να μην ερευνά’, αντί να ψάχνει, να αμφισβητεί, να δημιουργεί και να ευτυχεί.
Για όλους αυτούς τους λόγους, αυτό το βιβλίο μπορεί να γίνει αντιληπτό ως ένα δημόσιο κατηγορώ ενάντια στα σκοταδιστικά και εξουσιαστικά ιερατεία που χρησιμοποιούν το μυαλό των παιδιών ως σκουπιδοτενεκέ και το μπουκώνουν με σκοτεινούς μύθους, με τοξικές και σάπιες ιδέες, με ληγμένα και άχρηστα πνευματικά και πολιτιστικά παραπροϊόντα, με μηδενιστικές, μυστικιστικές και θανατόφιλες δοξασίες και με απάνθρωπες, ανταγωνιστικές-ατομικιστικές εξουσιαστικές ιδεολογίες.
Μπορεί να γίνει αντιληπτό και ως διαμαρτυρία, γιατί η αφέλεια των ‘πιστών’ και η κακόβουλη δράση των θρησκειών, Εκκλησιών και ιερατείων δεν επηρεάζει μόνο αρνητικά και τη δική μας ζωή, αλλά κατακρεουργεί τις ανθρώπινες κοινωνίες και σπρώχνει την ανθρωπότητα προς τη θεοκρατική καπιταλιστική βαρβαρότητα, που φράζει τον δρόμο στο μέλλον των παιδιών μας και του ανθρώπινου πολιτισμού.
Σ’ αυτόν το δημόσιο διάλογο και στον δύσκολο αγώνα για ν’ απελευθερωθούμε και να κατακτήσουμε την κοινωνική ισότητα, έχουμε ο καθένας μας σύμμαχο το μυαλό μας και το μυαλό του άλλων, το ανθρώπινο μυαλό που αντιστέκεται στην αποβλάκωση και παρ’ όλα τα εμπόδια καταφέρνει, αργά αλλά σταθερά, να σπρώχνει τις εξελίξεις μπροστά, ενισχύοντας την αισιοδοξία της ιστορίας, στους κόλπους της οποίας ένας καινούργιος καλύτερος κόσμος γεννιέται μέρα τη μέρα.
Στο πλαίσιο αυτής της ιστορικής διαδικασίας οι σύγχρονες δυνάμεις της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού αργά αλλά σταθερά αξιοποιούν την με πολλές θυσίες αποκτημένη και αποθησαυρισμένη έγκυρη και χρήσιμη γνώση όλων των περασμένων γενεών και γεμίζουν μ’ αυτήν το μυαλό τους για να σπάσουν τον φαύλο κύκλο της παρακμής και ν’ ανοίξουν τον δρόμο για να κάνει η ανθρωπότητα το επόμενο βήμα προς την κοινωνική ισότητα.
Για όλους αυτούς τους ζωτικής σημασίας λόγους πρέπει όλοι να συνειδητοποιήσουμε έγκαιρα ότι ο εγκέφαλος των παιδιών δεν είναι σκουπιδοτενεκές και συνεπώς πρέπει να σταματήσουμε τον βιασμό των παιδικών εγκεφάλων, να τα προστατέψουμε από τον σκοταδισμό και τις εξουσιαστικές ιδεολογίες, να φροντίσουμε για την ομαλή κοινωνικοποίησή τους, με την έννοια της διαδικασίας του εκκοινωνισμού, για την ομαλή ένταξή τους στην κοινωνία.
Και ταυτόχρονα να καλλιεργήσουμε την κριτική σκέψη τους για να κάνουν τις δικές τους επιλογές στη ζωή τους και να τα εκπαιδεύσουμε να αγαπούν τη ζωή και να αγωνίζονται για την κοινωνική ισότητα, την ελευθερία και τον ανθρωπισμό, ακόμα κι αν χρειαστεί να συγκρουστούν με όλες τις εξουσίες, τις θρησκείες, τις ιδεολογίες και τα φανταχτερά σκιάχτρα τους.
Η υπεράσπιση της ζωής, της επιβίωσης του ανθρώπινου είδους, της προόδου των κοινωνιών και της ανθρωπότητας, της αξιοπρέπειας του ατόμου και της αρμονικής συνύπαρξης κοινωνίας και Φύσης, ο ουμανισμός της κοινωνικής αυτοδιεύθυνσης, της άμεσης δημοκρατίας, της ελευθερίας και της ειρήνης, μπορεί και πρέπει ν’ αποτελέσει τη μοναδική κοσμοθεωρία για τον άνθρωπο του 21ου αιώνα. Γιατί μόνο μια τέτοια κοσμοαντίληψη, πέρα από μύθους και θρησκείες, ιδεολογίες και εξουσίες, μπορεί να δώσει απάντηση στο αιώνιο ερώτημα:
Τι συμβαίνει και ενώ οι άνθρωποι γεννιούνται ελεύθεροι και ίσοι μεταξύ τους, τελικά οι περισσότεροι, το 99%, χάνουν τη ζωή τους σε συγκρούσεις απάνθρωπης και καταστροφικής πολεμικής υστερίας, ή την περνάνε σε συνθήκες γενικευμένης μαζικής φτώχειας, ακραίας οικονομικής και κοινωνικής ανισότητας, εξαθλίωσης και αναξιοπρέπειας που τις επιβάλλει το 1% των συνανθρώπων μας;
Τα ιερατεία, οι ιδεαλιστές και οι εξουσιαστές υποστηρίζουν, ότι το ερώτημα έχει απάντηση και αυτή είναι, η ‘ατελής, άπληστη και γι’ αυτό αμαρτωλή ανθρώπινη φύση’, ως συνέπεια της ‘βούλησης του θεού-δημιουργού’ και συνεπώς ‘αυτή είναι η μοίρα του ανθρώπου’, οπότε, το πρόβλημα της οικονομικής και κοινωνικής ανισότητας, δηλαδή της φτώχειας, της δυστυχίας, της ανελευθερίας και του πολέμου, δεν έχει λύση.
Όμως αυτή η θεώρηση κάνει το λάθος, που δεν είναι τυχαίο, ούτε και αθώο, να εμφανίζει το δημιούργημα της Φύσης, το ‘δίποδο ζώον’, ως δημιούργημα του υποτιθέμενου θεού. Κάνει κυρίως το λάθος να παραγνωρίζει ότι το δημιούργημα της Φύσης δεν το παραλαμβάνει, το ταΐζει και το μεγαλώνει κανένας θεός, αλλά το παραλαμβάνει η οικογένειά του και η κοινωνία και το διαμορφώνει σε ‘ζώον πολιτικόν’, δηλαδή σε κοινωνικό ον, το οποίο ατομικά και συλλογικά δημιουργεί και αλλάζει το περιβάλλον του, τον εαυτό του και την κοινωνία του και συνεπώς είναι ο ίδιος ο άνθρωπος που δημιουργεί και τη μοίρα του, οπότε αυτή δεν είναι δεδομένη και συνεπώς υπάρχει απάντηση.
Σήμερα πια, στον 21ο αιώνα, όλοι γνωρίζουμε ότι η απάντηση στο ερώτημα δεν είναι ή λεγόμενη ‘ατελής, υποτελής και αμαρτωλή ανθρώπινη φύση’, γιατί η ανθρώπινη φύση δεν είναι αυθαίρετο και αναλλοίωτο δημιούργημα ανύπαρκτων, φανταστικών, μεταφυσικών δυνάμεων, ‘θεών και δαιμόνων’, αλλά προϊόν συγκεκριμένων υπαρκτών ιστορικών κοινωνικών δυνάμεων και συνθηκών. Όσον αφορά στην ‘ανθρώπινη φύση’, αυτή δεν είναι παρά το δημιούργημα των εκάστοτε κοινωνικών συνθηκών, όπως αυτές διαμορφώνοντα από το συσχετισμό των κοινωνικών δυνάμεων.
Συνεπώς είναι επόμενο, σε συνθήκες ακραίας κοινωνικής ανισότητας, αλληλοεξοντωτικού ανταγωνισμού, ταξικών και εθνικών συγκρούσεων, ανεργίας, πείνας και καπιταλιστικής βαρβαρότητας, η ανθρώπινη φύση να εκφράζεται αντίστοιχα με τη θέση του καθενός στην κοινωνία ως άπληστη, ιδιοτελής, άδικη, εκμεταλλευτική, καταστροφική και απάνθρωπη για τους εξουσιαστές και ως δουλική ή αντεξουσιαστική για τους εξουσιαζόμενους.
Η ιστορία όμως διδάσκει ότι η ανθρώπινη φύση, σε συνθήκες άμεσης δημοκρατίας και αταξικής κοινωνίας στη βάση της κοινωνικής ισότητας, της αλληλέγγυας συνεργασίας, της ισοκατανομής, του ανθρωπισμού και της ειρήνης είναι, ως δύναμη ζωής, ενότητας, δημιουργίας, συναδέλφωσης, αγάπης, ευτυχίας και πολιτισμού, πολύ διαφορετική και πολύ καλύτερη.
Συνεπώς το πρόβλημα έχει λύση και αυτή, στη σημερινή ιστορική συγκυρία, δείχνει προς την κατεύθυνση της υπέρβασης των σκοταδιστικών μύθων, των θρησκειών του μίσους και των εξουσιαστικών ιδεολογιών, με φυσικό επακόλουθο την κατάργηση της αδιέξοδης ιδιοτελούς καπιταλιστικής οργάνωσης της οικονομίας, η οποία λειτουργεί σε βάρος του ανθρώπου, της Φύσης, της κοινωνίας και της ανθρωπότητας και την αντικατάστασή της από ένα σύστημα κοινωνικής ισότητας, δηλαδή ισοκτησίας, ισονομίας και ισοκατανομής. Άλλη εναλλακτική λύση, άλλη ρεαλιστική διέξοδος δεν υπάρχει.
Οι επιτακτικές ζωτικές ανάγκες και οι συνυφασμένοι μ’ αυτές αγώνες του ανθρώπου και της κοινωνίας δείχνουν ότι στη διάσταση του ιστορικού κύκλου η πορεία και η κατεύθυνση της ανθρωπότητας δεν καθορίζεται από τα εκάστοτε σκοταδιστικά και εξουσιαστικά ιερατεία, που έρχονται και παρέρχονται, αλλά από τις διαχρονικές δυνάμεις της Εργασίας, της Επιστήμης και του Πολιτισμού που είναι σταθερά προσανατολισμένες προς μια μορφή κοινωνικής οργάνωσης στη βάση της κοινωνικής ισότητας.
Η αλήθεια ως ψέμα και το ψέμα ως αλήθεια και ως εξουσιαστική ιδεολογία, έχουν εξελιχθεί σ’ ένα θανάσιμο γόρδιο δεσμό που τώρα, χάρη στην τεράστια ιστορική εμπειρία, στη σύγχρονη επιστήμη και τεχνολογία, αλλά και στον γόνιμο πνευματικό πολιτισμό, μπορεί και πρέπει να κοπεί, για να ανασάνει η ανθρωπότητα και να βγει στο φως ο πολιτισμός της ζωής και της ανθρωπιάς. Για την ακρίβεια μάλιστα, αυτή η διαδικασία της υπέρβασης της καπιταλιστικής μορφής της κοινωνικής οργάνωσης, που στέκεται εμπόδιο στον βασικό στρατηγικό στόχο της ανθρωπότητας για τη συνέχιση της πορείας της προς την κοινωνική ισότητα, βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη και με αυτήν την έννοια ο καλύτερος κόσμος γεννιέται καθημερινά και αθόρυβα μέσα στους κόλπους του παλιού που παρακμάζει και πεθαίνει.
Οφείλω, όμως, να υπογραμμίσω αυτό που όλοι μας γνωρίζουμε και βιώνουμε καθημερινά, ότι δηλαδή αυτή η γέννα της ιστορίας δεν είναι στον καθένα μας ορατή ως πραγματικότητα που έρχεται. Γι’ αυτό χρειάζεται ν’ ανοίξουμε τα μάτια μας για να την δούμε, να απλώσουμε τα χέρια μας για να την αγγίξουμε και να την βοηθήσουμε να ολοκληρωθεί.
Δεν είναι βέβαια εύκολη υπόθεση, κι αυτό γιατί οι προβολείς είναι στραμμένοι προς τους σκοταδιστικούς μύθους και τα Κολοσσαία των αποβλακωτικών θεαμάτων, αλλά και γιατί τα μικρά και τα μεγάλα, τα πραγματικά και τα φανταστικά αφεντικά ‘απαγορεύουν και τιμωρούν όσους νιώθουν την ανάγκη να γευτούν τους καρπούς του δέντρου της γνώσης του καλού και του κακού’.
Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο ιδιωτικές βιβλιοθήκες δεν υπάρχουν, ή υπάρχουν ελάχιστες, και οι δημοτικές και οι δημόσιες είναι συνήθως άδειες τη στιγμή που τα ‘πρωινάδικα’ και η ‘αθλητική μας ενημέρωση’ σπάζουν τα ταβάνια της τηλεθέασης και τα γήπεδα στενάζουν από τις κραυγές όσων τρέφονται με ‘άρτον και θεάματα’ ‘δοξάζοντας τον Κύριον’.
Η σημερινή καθολική κρίση δεν είναι κρίση της ανθρώπινης φύσης, υπόστασης και συνείδησης, δεν είναι κρίση της ανθρώπινης κοινωνίας και του ανθρώπινου πολιτισμού, όπως προσπαθούν κάποιοι να την παρουσιάσουν, αλλά είναι κρίση του τρόπου με τον οποίο είναι οργανωμένη η οικονομική δραστηριότητα και κατά συνέπεια και η κοινωνία-ανθρωπότητα.
Είναι, δηλαδή, κρίση του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής, είναι κρίση του καπιταλισμού που στηρίζεται στην οικονομική και κοινωνική ανισότητα, στη βία, στην καταστροφή και στον πόλεμο, η οποία πηγάζει από την ατομική και κρατική ιδιοκτησία και στηρίζεται στην ατομική και κρατική εξουσία και γι’ αυτό βρίσκεται σε αντίθεση με την ανθρώπινη φύση, με τη φύση της ανθρώπινης κοινωνίας και με τους διαχρονικούς σκοπούς της για κοινωνική ισότητα, καθολική ευημερία και ευτυχία.
Για όλους αυτούς τους λόγους έκρινα χρέος και χρήσιμο να αναδείξω μ’ αυτό το βιβλίο και στο μέτρο των δυνατοτήτων μου το επίπεδο στο οποίο βρίσκεται σήμερα ο σχετικός δημόσιος διάλογος αναφορικά με τη σχέση θεού και κεφαλαίου, θρησκείας και εξουσίας, ψυχής και ιδιοκτησίας, ανθρώπου και κοινωνίας. Όποιος έχει ασχοληθεί έστω και λίγο με την προβληματική της εμφάνισης, της εξέλιξης και των συνεπειών των θρησκειών στην εξέλιξη των κοινωνιών και της ανθρωπότητας και ιδιαίτερα με τον μύθο περί ‘αθάνατης ψυχής’ γνωρίζει τις δυσκολίες της συλλογής, της ταξινόμησης, της αξιολόγησης και της αξιοποίησης του σχετικού υλικού.
Κι αυτό, τόσο εξ αιτίας του τεράστιου όγκου και της πολλαπλότητάς του, όσο και εξ αιτίας των πολλών αντιφάσεων και διαφωνιών μεταξύ των συγγραφέων της θρησκευτικής φιλολογίας, πράγμα που καθιστά την προσπάθεια κάθε κριτικού συγγραφέα δύσκολη και εκτεθειμένη στον κακοπροαίρετο αντίλογο θεολόγων, θεολογούντων και του ιερατείου που δεν χρειάζεται να αποδείξουν τίποτα παρά μόνο να παραπέμψουν ‘εις τας γραφάς’ και ανάλογα με την περίπτωση και τη ζημιά που τους κάνεις να σε καταγγείλουν ‘στας αρχάς’ ως εχθρό της ‘πατρίδας, θρησκείας και οικογένειας’, ως εχθρό του λαού. Αυτό όμως δεν αποτελεί διάλογο, αλλά επίδειξη δύναμης και κρυφτούλι με παράλληλους μονόλογους.
Θέλω, τέλος, να υπογραμμίσω ότι προσπάθησα, διασταυρώνοντας και χρησιμοποιώντας επίσημες θρησκευτικές πηγές και επιστημονικά έγκυρη βιβλιογραφία, να κρίνω αντικειμενικά την πραγματική ουσία και τον ρόλο της θρησκείας, όχι βέβαια ως θεολόγος ή οπαδός μιας αντίπαλης θρησκείας, αλλά ως άνθρωπος που κατάφερε να απελευθερώσει τη σκέψη του από το φόβο των θρησκευτικών μύθων και των υποκριτικών ιερατείων τους, που υπηρετούν ότι πιο ανήθικο και απάνθρωπο, τις εκάστοτε εκμεταλλευτικές εξουσίες.
Από αυτήν την ανάλυση προκύπτει ο αντικοινωνικός ρόλος των θρησκειών, η περιττότητα και η αντικοινωνικότητα των θρησκευτικών μύθων, από τους οποίους η ανθρωπότητα οφείλει ν’ απαλλαγεί προκειμένου ν’ αποκατασταθεί η γνησιότητα και η αμοιβαιότητα των σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων, των λαών και των εθνών.
Οι θρησκείες, ως εξουσιαστικές ιδεολογίες, διέσπασαν τις κοινωνίες, έσπειραν διχόνοιες, αιματοκύλισαν και συνεχίζουν να αιματοκυλούν την ανθρωπότητα, για λογαριασμό των οργανωμένων εξουσιαστικών συμμοριών που εκμεταλλεύονται οικονομικά, πνευματικά, κοινωνικά και πολιτικά τους λαούς και προσπαθούν να επιβάλουν την ηγεμονία τους πάνω στην ανθρωπότητα.
Γι’ αυτό και το ξεπέρασμά τους θα συμβάλει θετικά στην απελευθέρωση των κοινωνιών από τις απάνθρωπες και καταστροφικές εξουσίες, στην κοινωνική αυτοδιεύθυνση, στη συνεργασία και στην ειρηνική συνύπαρξη των λαών και των εθνών. Γι’ αυτό και παρά την προπαγανδιστική καταιγίδα για τη φύση και τον ρόλο των θρησκειών, των Εκκλησιών και των ιερατείων, όλο και λιγότεροι πιστεύουν σε προφητείες ‘αγιοποιημένων’ τσαρλατάνων, σε θεϊκά θαύματα και σε ιδεολογικές χιμαιρικές ουτοπίες και όλο και περισσότεροι άνθρωποι συνειδητοποιούν πως θαύματα δεν κάνουν πια οι ‘θεοί’, οι θρησκείες, τα μουλατεία και οι εξουσίες, αλλά οι ελεύθεροι, ενημερωμένοι, συνειδητοποιημένοι και συνεργαζόμενοι άνθρωποι, οι αντικειμενικές επιστήμες και οι πραγματικές κοινωνικές δημοκρατίες.
Βέβαια, είναι γνωστός ο βαθμός ταύτισης πολλών ακόμα συνανθρώπων μας με τους θρησκευτικούς μύθους, αλλά αυτό ακριβώς αποτελεί σοβαρότατο λόγο να διευρυνθεί και να ενταθεί ο δημόσιος διάλογος γύρω από τη φύση και τη λειτουργία των θρησκειών, με στόχο να αφαιρέσουμε από παρένθετα πρόσωπα, από διαμεσολαβητές και εξουσιαστικές καταστάσεις την ευθύνη για τη ζωή μας και να διαμορφώσουμε τους όρους να αποφασίζουμε εμείς οι ίδιοι γι’ αυτήν στο πλαίσιο αμεσοδημοκρατικών, αταξικών κοινωνιών.
Πολλοί θεωρούν αυτήν την αντίληψη για τη ζωή και την κοινωνία δύσκολη και άλλοι την θεωρούν αδύνατη. Αν ήταν πράγματι δύσκολη ή αδύνατη η κατάκτηση της κοινωνικής ισότητας, τότε τα σκοταδιστικά και εξουσιαστικά ιερατεία δεν θα ξόδευαν τόσο πλούτο, δεν θα φίμωναν ασφυκτικά τις επιστήμες και δεν θα επιστράτευαν αμέτρητες στρατιές προπαγανδιστών για να μας πείσουν ότι είμαστε καταδικασμένοι να είμαστε δούλοι κάποιου ανύπαρκτου ‘θεού’ και πολλών υπαρκτών αχρείων και άπληστων αφεντάδων.
Η πραγματικότητα, όπως εκφράζεται μέσα από την ιστορική εμπειρία, δείχνει πως η κοινωνία-ανθρωπότητα πορεύεται σταδιακά, αργά ίσως αλλά σταθερά, με τους δικούς της ρυθμούς, προς την πνευματική και κοινωνική απελευθέρωσή της, προς την αταξική κοινωνία, προς έναν καλύτερο κόσμο, χωρίς σκοταδιστικούς μύθους και εξουσιαστικές ιδεολογίες, χωρίς θεούς και αφέντες, με πρότυπο τον Νέο Άνθρωπο, τον συνειδητοποιημένο, δημιουργικό και ευτυχισμένο άνθρωπο, τον homo humanisticus universalis. Μόνο που, όπως η ιστορία διδάσκει, η απόσυρση του παλιού, του παρακμασμένου και αντιδραστικού συστήματος και η συνέχιση της προόδου προς την κοινωνική ισότητα δεν έρχεται από μόνη της, αλλά ως αποτέλεσμα της συνειδητής παρέμβασης και των κοινωνικών αγώνων όλων μας σε ατομικό, συλλογικό, εθνικό και οικουμενικό επίπεδο.
Η ιστορία δεν γράφεται από μόνη της. Εμείς τη γράφουμε με τις πράξεις και τις παραλείψεις μας. Και κινείται προς την κατεύθυνση όσων τη διαμορφώνουν και ενάντια σ’ εκείνους που την περιμένουν ως ώριμο φρούτο, γιατί το φρούτο που πέφτει από μόνο του το φθινόπωρο είναι συνήθως σάπιο. Και πρέπει να σταματήσουμε να τρώμε σάπιους μύθους και σάπιες ιδεολογίες, αν θέλουμε να μην τρώμε σάπιους νόμους, σάπιες ιδέες και σάπιες τροφές που δηλητηριάζουν το μυαλό και το κορμί μας.
Αυτός είναι ο προβληματισμός και ο προσανατολισμός αυτού του βιβλίου, εκτιμώ, και πολλών συνανθρώπων μας. Κι όποιος έχει κάτι καλύτερο να προτείνει για τον άνθρωπο, την κοινωνία-ανθρωπότητα και τον πολιτισμό της, ας μην το κρατάει για τον εαυτό του. Ας το καταθέσει με παρρησία, ως ηθική συμβολή στον αγώνα του Ανθρώπου για έναν καλύτερο κόσμο.
Το μέλλον δεν υπάρχει, και αν θέλουμε το δικό μας να είναι καλύτερο, τότε πρέπει να το δημιουργήσουμε εμείς οι ίδιοι και να πάψουμε να το εμπιστευόμαστε εργολαβικά στα σκοταδιστικά και εξουσιαστικά ιερατεία, γιατί αυτά διαμορφώνουν το δικό τους μέλλον, συντηρώντας και θωρακίζοντας το απάνθρωπο και σκοταδιστικό παρελθόν, μέσα στο οποίο δεν υπάρχει θέση για εμάς, πέρα από τη γνωστή του δούλου, του οποίου αλλάζει κάθε τόσο το όνομά του αλλά όχι η ζωή του.
Για όλους αυτούς τους λόγους οφείλουμε να απαλλαγούμε από θρησκευτικές, φυλετικές, εθνικιστικές, ιδεολογικές-κομματικές εντάξεις, ταξινομήσεις και ταυτότητες με τις οποίες τα σκοταδιστικά και εξουσιαστικά ιερατεία μας δένουν στην καταπιεστική και απάνθρωπη εξουσία τους και να αναζητήσουμε συνθετικά την αλήθεια της ύπαρξής μας και του πολιτισμού μας, όπως οι μέλισσες αναζητούν τη γύρη και το μέλι σε όλα τα λουλούδια της άνοιξης, και χωρίς δογματισμούς και με ασυμβίβαστη κριτική σκέψη να επεξεργαστούμε, να χτίσουμε και να πραγματοποιήσουμε συλλογικά ένα καινούργιο όραμα για το μέλλον μας, για το μέλλον της ανθρωπότητας στη βάση της κοινωνικής ισότητας, δηλαδή, της ισοκτησίας, της ισοκατανομής και της άμεσης δημοκρατίας με περιεχόμενο την αταξική κοινωνία σε τοπική, εθνική και οικουμενική κλίμακα και στα πλαίσια ενός σύγχρονου οικουμενικού ουμανιστικού πολιτισμού.
Σε τελική ανάλυση να συνεχίσουμε τον ανειρήνευτο αγώνα όλων των προηγούμενων γενιών να έρθουν πιο κοντά στον διαχρονικό τους στόχο, στην οικονομική και κοινωνική ισότητα, αφήνοντας οριστικά πίσω μας την απάνθρωπη και καταστροφική θρησκευτική βαρβαρότητα με όλα τα συμπράγκαλά της.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου