Δευτέρα 18 Μαΐου 2015

Η Φιλοσοφία είναι «η μέγιστη μουσική τέχνη»

Πολλοί αναρωτιούνται αν η Φιλοσοφία μπορεί να παίξει στη ζωή μας σήμερα ένα ρόλο βασικό, τέτοιο που να ανακουφίζει τον άνθρωπο, ο οποίος ζεί και κινείται καθημερινά μέσα σε διάφορα προβλήματα, ατομικά και κοινωνικά, ή είναι γι’ αυτόν μια πολυτέλεια του παρελθόντος, ενασχόληση ίσως πνευματικών ανθρώπων, που έχοντας εξασφαλίσει την ικανοποίηση των βιοτικών τους αναγκών, διαθέτουν χρόνο για να συζητούν διάφορα επίκαιρα και ενδιαφέροντα γι’ αυτούς θέματα.
 
Ο προβληματισμός δεν είναι σημερινός. Ήδη ο Αριστοφάνης στις «Νεφέλες» του δίνει την εντύπωση ότι η φιλοσοφική ενασχόληση μπορεί να αποτελέσει και αντικείμενο διακωμώδησης, και μάλιστα στο πρόσωπο του Σωκράτη, όταν αυτός διαλέγεται με το Στρεψιάδη, που πήγε να τον βρει για να ζητήσει τη σοφή συμβουλή του σε οικονομικής φύσεως ζητήματα, ενώ ο Σωκράτης παρουσιάζεται «να μεριμνά και να τυρβάζη περί πολλά»:
«Στρεψιάδης: Ὦ Σώκρατες, ὦ Σωκρατίδιον.
  Σωκράτης: Τί μέ καλεῖς ὧ φήμερε;
  Στρεψιάδης: Πρῶτον μέν ὅτι δρᾶς ἀντιβολῶ κάτειπέ μοι.
  Σωκράτης: Ἀεροβατῶ καί περι­φρονῶ τόν ἥλιον. εἶναι “ἡ μεγίστη μουσική τέχνη”
  Στρεψιάδης: Ἔπειτ’ ἀπό ταρρού τούς θεούς ὑπερφρονεῖς, ἀλλ’ οὐκ ἀπό τῆς γῆς  εἴπερ;
  Σωκράτης: Ὅν γάρ ἄν ποτέ ἐξηῦ ρον ὀρθῶς τά μετέωρα πράγματα, εἰ μή κρεμάσας τό νόημα καί τήν φροντί­δα λεπτήν καταμείξας ἔς τόν  ὅμοιον ἀέρα. Εἰ δ’ ὧν  χαμαί τάνω κάτωθεν ἐσκόπουν, ονκ ἄν ποθ’ ηὗρον οὐ γάρ ἀλλ’ ἡ γῆ βία ἕλκει πρός αὐτήν τήν ἰκ­μάδα τῆς φροντίδος. Πάσχει δέ ταυτό τοῦτο καί τά κάρδαμα.
  Στρεψιάδης: Τί φῆς; Ἡ φροντίς  ἕλκει τήν ἰκμάδ’ ἐς τά κάρδαμα; Ίθι νῦν κατάβηθ’ ὧ Σωκρατίδιον ὡς ἐμέ, ἵνα μέ διδάξης ὧνπερ οὐνεκ ἐλήλνθα»1.
 
Βεβαίως η ασχολία με τη Φιλοσοφία προϋποθέτει, εκτός από την καλλιέργεια του νου, και την πρόσκτηση βασικών γνώσεων που ξεκινούν από τη θέαση, την παρατήρηση και το θαυμασμό δηλαδή της φύσης και του περιβάλλοντος κόσμου, όπως εμφανίσθηκε ως προδιάθεση σ’ όλους τους μεγάλους πολιτισμούς της Ιστορίας· «διά γάρ τό θαυμάζειν οἱ ἄνθρωποι καί νῦν καί τό πρῶτον ἤρξαντο φιλοσοφεῖν, ἐξ ἀρχῆς μέν τά πρόχειρα τῶν ἀτόπων θαυμάσαντες, εἴτε κατά μικρόν οὕτω προϊόντες καί περί τῶν μειζόνων διαπορήσαντες, οἷον περί τε τῶν τῆς σελήνης παθημάτων καί περί τόν ἥλιον καί (τά) ἄστρα καί περί τῆς τόν πα­ντός γενέσεως»1. Τελικός στόχος του ανθρώπου είναι ο προβληματισμός και η φιλοσοφική ενατένιση μέσω του επαγωγικού ή του παραγωγικού συλ­λογισμού, επειδή, όπως λέγει ο Ηράκλειτος, «ὁ θεός ὁ ἐντριβής οὔτε λέγει οὔτε κρύπτει, ἀλλά σημαίνει». Στα α­νωτέρω πρέπει να προστεθεί, ως αναγκαία, και κάποια εξοικείωση με το «φιλοσοφικώς σκέπτεσθαι» και την Ιστορία της Φιλοσοφίας, για την ευχερή σύνδεση του παρελθόντος με το παρόν, με απώτερο στόχο το αριστοτελικό «εὖ ζῆν»3, την «εὐβουλίαπερί τῶν οἰκείων καί περί τῶν τῆς πόλεως»4, δηλαδή την πολιτική αρετή ή, κατά τον στωικό Μάρκο Αυρήλιο, τη «βιωτική τέχνη»5, που είναι προϋπόθεση του «ένδον βλέπε» και του «ένδον σκάπτε»6.
 
Η αυτογνωσία λοιπόν είναι πρωταρχικό μέλημα του σωστού ανθρώπου, ο οποίος, μιμούμενος το δελφικό «γνώθι σ’ αυτόν», αντιλαμβάνεται ότι «ὁ ἀνεξέταστος βίος οὐ βιωτός ἀνθρώπω»7. Η γνωσιολογική αυτή εξέταση ως απόρροια φιλοσοφικής παιδείας, συντελεί στην ατομική και κοινωνική βελτίωση του ατόμου και, επομένως, στην κυριαρχία στον εαυτό του και τη ζωή του. Πρόκειται για ικανοποίηση που προέρχεται από την ηθική νίκη του «ανδρείου», κατά την πλατωνική έννοια, ανθρώπου πάνω στα πάθη και τις αδυναμίες του, επειδή «τό νικᾶν αὐτόν ἑαυτόν παςῶν νικῶν πρώτη τε καί ἀρίστη, τό δέ ἡττᾶσθαι αὐτόν ὑφ’ ἑαυτοῦ πάντωναἴσχιστον  ἅμα καί κάκιστον»8. 
 
Στη συνέχεια η βελτίωση της κοινωνικής ζωής έχει ως συνέπεια τη νηφαλιότητα και τη γαλήνη, όπως την εί­δαν τόσο ο Δημόκριτος, όσο και ο Επίκουρος, με το γνωστό «ἀπέχου καί ἀνέχου», καθώς και τη χρυσή συνταγή του μέτρου: «ἀνθρώποισι γάρ ἐυθυμίη γίνεται μετριότητι τέρψιος καί βίου συμμετρίη· τά δ’ ἐλλείποντα καί ὑπερβάλλοντα μεταπίπτειν τε φιλεῖ καί με­γάλος κινήσιας ἐμποιεῖν τῇ ψχῇ· αἱδέ ἐκ μεγάλων διαστημάτων κινούμενοι τῶν ψυχέων οὔτε ἐυσταθέες εἰσίν οὔτε εὔθυμοι»9. Η Φιλοσοφία λοιπόν χωρίς να συνιστά τη ραθυμία, διδάσκει την ενδοσκόπηση και την αυτοβελτίωση του ανθρώπου, με συνέπεια την κριτι­κή ενατένιση της ζωής και την παρό­τρυνση «λάθε βιώσας» του Επικούρου»10 την τόσο χρήσιμη σε δύσκολες περιστάσεις του βίου και σκο­τεινές εποχές της ανθρώπινης Ιστο­ρίας, όπως εκείνη της Οσμανοκρατίας· για τούτο και ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος ο εξ απορρήτων (1641 – 1709) τη συνιστά στο γιο του Νικόλαο, ως παρακαταθήκη ζωής και ασφαλούς επιβίωσης».
 
Στα πλαίσια της κοινωνικής και πολιτικής συνεργασίας των ανθρώπων εξάλλου, η Φιλοσοφία ευνόησε μια κοσμοπολιτική αντίληψη, που απέβλεπε στην ειρηνική συνύπαρξη των αρχαιοελληνικών πόλεων – κρατών ή, έστω, στη διαλεκτική τους συμπόρευση, καθ’ υπέρβαση των στενών κρατικών τους πλαισίων, προς αντιμετώπιση των κοινών προβλημάτων, χωρίς τούτο να μειώνει στο ελάχιστο την αγάπη των πολιτών προς την πατρίδα τους. Έτσι ο Δημόκριτος πίστευε ότι «ψυχῆς ἀγα­θῆς πατρίς ὁ ξύμπας κόσμος»12 και η στωική διδασκαλία περί παγκόσμιας αδελφότητας συμπλήρωνε: «εἰς ἐν συ­ντείνει, ἵνα μή κατά πόλεις μηδέ κατά δήμους οἰκῶεν…, ἀλλά πάντας ἀν­θρώπους ἡγώμεθα δημότας καί πολίτας, εἰς δέ βίος ἤ καί κόσμος, ὥσπερ ἀγέλης συννόμου νόμῳ κοινῷ συντρεφομένης»13. Οι αρχαίοι Έλληνες πρωτοτύπησαν και σ’ αυτό ακόμη, στο ότι δηλαδή αντελήφθησαν πως η Μεσόγει­ος αποτελεί σταυροδρόμι λαών και πολιτισμών, άποψη που υποστήριξε σθεναρά στον αιώνα μας ο ιστορικός Fernand Braudel, ο οποίος είδε τη Μεσόγειο ως ενιαίο χώρο, (ως σύνθετη ολότητα, που με την πολυμορφία της, τη «μεγαλειώδη και πολυτάραχη ζωή της», καθώς και τον «εξαιρετικά μεγάλο ανθρώπινο πλούτο της» υπήρξε ι­στορικός χώρος, μέσα στον οποίο ζυμώθηκε ο πολιτισμός, αλλά και χώρος διαχρονικής συνάντησης πολιτισμών.
 
Η σύγχρονη επιστήμη της Κοινωνιομετρίας, που ως ενδιάμεσος ερευνητικός τομέας Κοινωνιολογίας και Ψυχιατρικής αποσκοπεί στην ψυχοθεραπεία της κοινωνικής ομάδας με κύριο εκπρόσωπό της τον Moreno, ξεκινώντας από τις ίδιες διανθρώπινες σχέσεις, που διαμορφώνονται στις μικρές κοινωνικές ομάδες, και επεκτεινόμενη σε ευρύτερα κοινωνικά σύνο­λα,14 ανταμώνει με τον αρχαιοελληνικό κοσμοπολιτισμό του Διογένη και του Μενάνδρου. Προσπαθεί δε να προσεγγίσει την ευδαιμονία, την πλατωνική δηλαδή αρμονία ψυχής, εσωτε­ρικής, νοητικής και ηθικής τάξης, την αριστοτελική ομορφιά και τελείωση της ύπαρξης, καθώς και την επικού­ρεια ψυχοπνευματική ηδονή, την ως «… ἐκ τῶν διαφερόντων καλλίστην ἁρμονίαν», κατά τον Ηράκλειτο15.
 
Εξέλιξη ευρύτερη στις μέρες μας αποτελεί και το λειτούργημα του φιλοσοφικού συμβούλου16, του επιστήμονα που έρχεται να αντικαταστήσει τον ψυχαναλυτή και να προσφέρει στον αγχώδη άνθρωπο της εποχής μας αντί για ψυχαναλύσεις και ψυχοφάρμακα, τη βοήθεια της αναντικατάστατης Φι­λοσοφίας με διάλογο, που στηρίζεται στα διδάγματα των μεγάλων φιλοσό­φων, αρχίζοντας από τους αρχαίους Έλληνες και φθάνοντας μέχρι τους συγχρόνους, επειδή «ὀργῆς νοσούσης εἰσίν ἱατροί λόγοι»17. Έτσι, επειδή κάθε κακό είναι αρρώστια της ψυχής, σύμφωνα με το Σωκράτη, γι’ αυτό στην εποχή μας προσπαθούμε να το θεραπεύσουμε με την «Ιατρική της Φιλοσοφίας»18. Η Φιλοσοφία που από μερικούς περιφρονείται, καλείται να συνδράμει τον πάσχοντα άνθρωπο και πάλι, αρχίζει δηλαδή εκεί που τελειώνει το έργο της η επιστήμη, αποτελώντας ένα είδος περιφερειακής ζώνης, με όπλο την αγάπη της σοφίας, η οποία νοείται εδώ με την ευρύτερη σημασία του όρου. Επομένως, η Φιλοσοφία σήμερα δεν αφήνει τον άνθρωπο αβοήθητο στη δυσκολία, την αρρώ­στια, τη θλίψη και τη συμφορά, αλλά του παρέχει την ευκαιρία να δει την κατάστασή του σε μια προοπτική. Γίνεται, κοντολογίς, ένα είδος καταφυγίου και μια πηγή παρηγοριάς για τον πληγωμένο άνθρωπο της εποχής μας19.
 
Μήπως θα πρέπει λοιπόν η διδασκαλία της Φιλοσοφίας στην ελληνική εκπαίδευση να γίνεται πιο συστηματικά με την αύξηση των υποχρεωτικών διδακτικών ωρών του μαθήματος και να πλαισιώνεται με σύγχρονα σχολικά εγχειρίδια, μοντέρνα μέθοδο διδασκαλίας και, προπάντων, ειδικευμένο διδακτικό προσωπικό, το οποίο να αγαπήσει το μάθημα; Ας μην ξεχνάμε ότι ο Πλάτων στη Φιλοσοφία και τους φιλοσόφους εναπέθετε τις ελπίδες του για χρηστή διοίκηση του κράτους και θεραπεία των κακών της πολιτείας! Ο «Ἐάν μή… ἤ οἱ φιλόσοφοι βασιλεύσωσιν ἐν ταῖς πόλεσιν ἤ οἱ βασιλεῖς τε νῦν λεγόμενοι καί δυνάσται φιλοσοφήσωσι γνησίως τε καί ικανώς, καί τοῦτο εἰς ταυτόν συμπέσῃ, δύναμίς τε πολιτική καί Φιλοσοφία, τῶν δέ νῦν πορευομένων χωρίς ἐφ’ ἑκάτερον αἱ πολλοί φύσεις ἐξ ἀνάγκης ἀποκλεισθῶσιν, οὐκ ἐστί κακῶν παῦλα, ὦ φί­λε Γλαύκων. ταῖς πόλεσι, δοκῶ δ’ οὐδέ τῷ ἀνθρωπίνῳ γένει…»20. νοών νοείτω.
----------------------
Σημειώσεις – Παραπομπές
1.   Αριστσφ. Νεφέλ. 221 – 238.
2.   Αριστ. Μεταφ. Α, 2, 982 Β. 12. Πρβλ. και Μοσχονά Σπ. Γ., Φιλοσοφικές αρχές, Αθήνα 1979, σσ. 12 – 14.
3.   Αριστ. Πολιτ. Γ, 5, 1280 Α, 31 και Β,40.
4.   Πλάτ. Πρωτ. 318 Ε.
5.   Εις αυτόν, Ζ, 61.
6.   Ό.π. Σ’Γ, 3, Ζ, 59.
7.   Πλάτ. Απσλ. XXVII, 38Α.
8.   Πλάτ. Νομ. Α, 626 Ε.
9.   Στοβ. 3,210 Δ-ου Diels 68Β, 191.
10.  Προσφώνησις, 86.
11.  Βλ. προχείρως Πολάτωφ Χρ. Ν., Φιλο­σοφία και πολιτική σκέψη του Αλεξάν­δρου Μαυροκορδάτου του εξ απορρή­των (1641 – 1709), Φιλοσοφία και Παι­δεία 7, (1997), σσ. 16 – 18.
12.  Δημοκρ. απ. 2.
13.  Πλουτάρχου, Περί Αλεξάνδρου τύχης ή αρετής 1, 6, σ. 329.
14.  Βλ. Σαρρή Νεοκλή, Εισαγωγή στην Κοι­νωνιομετρία, στην ομαδική ψυχοθερα­πεία και το ψυχόδραμα, Αθήνα 1995, σ. 31.
15.  Αριστ. Ηθ. Νικ. Θ, 2, 1155Β, 4.
16.  Η κίνηση αυτή που έχει την αρχή της στη Γερμανία του 1982, ξεκίνησε με το Dr. Gernt Ahenbach. Στη συνέχεια ο Dr. Marinoff του City College της Ν. Υόρκης οργάνωσε το 1994 για πρώτη φορά συνέ­δριο «Φιλοσοφικών συμβούλων» και ε­ξέδωσε τα «Δοκίμια Φιλοσοφικών Συμβουλών», με σκοπό να βοηθηθούν όσοι έχουν ανάγκη θεραπείας.
17.  Αισχ. Προμηθ. Δεσμ. 378.
18.  Πλάτ. Γοργ. 464 BD, 513, D, 521, Ε-522 Α.
19.  Πρβλ. το έργο του Βοηθίου, Consolatio Phillosophiae.
20.  Πλάτ. Πολιτ. Ε. 743 C-D.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου