Η αλήθεια είναι ότι χρειάζεται η ωριμότητα σε όλο της το μεγαλείο καθώς επίσης και η καλύτερη των διαθέσεων ώστε να καταφέρει να εισέλθει κάποιος στα ευαίσθητα θέματα της πίστης καθώς κινδυνεύει από την πρώτη ατυχή λέξη να παραβιάσει το …άσυλο.
Δεν είναι καθόλου περίεργη η παρουσία της δυστυχούς εμπάθειας όσο και της περήφανης ιδεοληψίας πάντων των πλευρών περί της μίας και μόνης ορθής γνώσης. Δυστυχώς. Και αυτό αποδεικνύει πρωτίστως φανατισμό.
Ο κάθε ένας γνωρίζει από πρώτο χέρι όλα εκείνα που διδάχθηκε, που έμαθε, που αποκόμισε από τη μέχρι τώρα πορεία του στη ζωή, πράγματα κατασταλαγμένα και αδιαπραγμάτευτα. Και πάλι δυστυχώς, διότι ουδείς παντογνώστης. Σας θυμίζω το ‘’γηράσκω αεί διδασκόμενος’’ και η διδαχή αυτή δεν έχει να κάνει μόνο με την αληθή πλευρά των γεγονότων αλλά και με τα αντιδρώντα επιχειρήματα. Σωστά ή λαθεμένα. Όλα πρέπει να ακούονται.
Σε άλλη περίπτωση, η από εδώ πλευρά ή η από εκεί, μπορεί να φωνάζει, να ωρύεται εν μέσω των ατράνταχτων επιχειρημάτων της, να δυστυχεί, να λυπάται, να χαίρεται και τέλος να ηρεμεί απαυδισμένη δίχως να έχει καταφέρει το παραμικρό έναντι της οιασδήποτε άλλης.
Δεν είναι ελληνικό φαινόμενο. Είναι ανθρώπινη συνταγή ο θρησκευτικός φανατισμός από όπου και να προέρχεται και θαρρώ πως παίρνει τεράστιες διαστάσεις διότι αφορά όλους μια και όλοι έχουμε γνώμη και ενδεχομένως και σιγουριά.
Οπωσδήποτε όμως χρειάζεται μία ελευθερότερη ματιά καθόσον πάντοτε χρόνος υπάρχει και για μετάνοια αλλά και για αναδίπλωση.
Καταλαβαίνουμε (αποστασιοποιούμενοι των οικείων) ότι στην πράξη βεβαίως, ουδείς δύναται να κομπάζει περί της κατοχής της μίας αλήθειας την ίδια ώρα που όλες ανεξαιρέτως οι πίστεις έχουν να επιδείξουν αδιάσειστες αποδείξεις περί της μοναδικότητας τους. Θαύματα χειροπιαστά που υπερβαίνουν των λόγων.
Αρκεί προς τεκμηρίωση τούτου να ανατρέξει κάποιος στο διαδίκτυο (ή προς αναζήτηση προσωπικών μαρτυριών εάν έχει τη δυνατότητα να το πράξει εις τους ανά των κόσμο πιστούς) για να ακούσει ιδίοις ωσί μοναδικές φυσικές υπερβάσεις. Θαύματα στους Μουσουλμάνους, στους Ινδουιστές, στους Χριστιανούς και ακόμα στη θρησκεία Βουντούν (Όχι Βουντού. Η οποία είναι και η πλέον παρεξηγημένη).
Εάν ο ερευνητής έχει καλή προαίρεση θα δει ότι τα μάτια των πιστών όλου του κόσμου λένε την αλήθεια. Ανεξαρτήτως ονόματος θρησκείας.
· Επιμένω ειδικώς στα θαύματα διότι πέραν της πίστεως* είναι η μόνη ατράνταχτη απόδειξη της ύπαρξης μιας ανωτέρας δυνάμεως.
*Η πίστη απαιτεί την εξ’ ολοκλήρου απόλυτη κατάφαση στον ισχυρισμό πέραν της λογικής. Η απουσία της γνώσεως κρίνεται απαραίτητη, άλλως δεν ομιλούμε περί πίστεως!
Δύο πράγματα λοιπόν μπορούν να συμβαίνουν:
1. Να θεωρήσουμε ψεύδος, την κάθε αναφορά Θεϊκής παρουσίας στο αντίπαλο δόγμα, ομολογώντας εν παραλλήλω εαυτούς, τους μόνους κατέχοντες την μία αλήθεια και όλους τους εν κόσμω υπόλοιπους αδελφούς παραπλανημένους. Αυτά, στη μία και την καλή περίπτωση, εις δε κάποια φανατικότερη άλλη, συλλήβδην τους αλλόθρησκους ως τσαρλατάνους ή σφετεριστές του οικείου δόγματος. Ομοίως και εκείνοι εμάς!
2. Να λένε όντως την αλήθεια οι οπαδοί των άλλων θρησκειών και πράγματι να έχουν συμβεί τα θαύματα που ισχυρίζονται στους πιστούς τους, πράγμα το οποίο όμως, θα πρέπει να μας οδηγήσει στο ασφαλές (και μεταξύ μας ορθό) συμπέρασμα, ότι ο μεγάλος Θεός δεν νοιάζεται για το όνομα το οποίο του προσδίδεται (πώς θα ήταν δυνατόν άλλωστε), ούτε και για τα τυπικά μέσω των οποίων λατρεύεται -μια και το κάθε δόγμα υιοθετεί διαφορετικά τέτοια- αλλά για την ουσία της κάθε πράξης του κάθε πιστού.
Αυτή η δεύτερη περίπτωση, η οποία φαντάζει περισσότερο αληθής θα πρέπει να προσδώσει στο μυαλό μας ένα διαφορετικό εύρος (σκέψης) ώστε να υπερκεράσει το αυστηρό πατροπαράδοτο δόγμα και να σταθεί στην ουσία του κάθε θέματος ξεχωριστά, στο βάθος, στον σκοπό της αντίδρασης (και όχι σε αυτή καθ’ εαυτή) μια και τον –κάθε- Θεό ενδιαφέρει πρωτίστως η πρόθεση, η ψυχή, η θέληση, ακόμα και η προσπάθεια.
Το κάθε ζήτημα (ακόμα και το όμοιο το ίδιο δηλαδή) είναι στο βάθος του (για τον κάθε έναν από εμάς) διαφορετικό, διότι η ουσία του ως είναι φυσικό ερμηνεύεται από τις ψυχές όλων ημών με τρόπο αλλιώτικο, λαμβάνοντας κάθε φορά βαφή από τις ισχυρές αποχρώσεις των διαφορετικών βιωμάτων μας, των αλλιώτικων προσδοκιών μας, των διάφορων αντοχών μας, των άνισων θελήσεών μας, του μικρότερου ή μεγαλύτερου βαθμού της πίστης μας.
Ακόμα και οι γνώμες των πνευματικών-συμβουλατόρων της δικής μας θρησκείας (οι οποίοι θεωρείται ότι έχουν τη χάρη της επιφοιτήσεως του Θεού τη δεδομένη στιγμή), διαφέρουν ως προς τις ειδικές συμβουλές τους, διότι υπεισέρχεται και εδώ ο ανθρώπινος παράγων, (με ή όχι τη θέληση του Θεού) Πόσο μάλλον οι ιδέες όλων ημών…
Προσωπικά θεωρώ αναλαμβάνοντας πλήρως την ευθύνη των γραφομένων μου ότι εν κατακλείδι ο όποιος ανά το σύμπαν άξιος Θεός θα στεκόταν μονάχα στην ουσία παρακάμπτοντας την άξια ανάγνωση τού εκάστοτε τυπικού, διότι το τυπικό ενέχει κατά τη ταπεινή μου άποψη το ρόλο εκείνο της υποβολής. Τον ρόλο εκείνο τον όμοιο που διαδραματίζει η αποτύπωση της εικόνας του άγιου/ας επάνω στο ξύλο που δεν είναι άλλος από την πνευματική βοήθεια για ανάταση-διεύρυνση του πνεύματος ώστε να χαθεί-αφομοιωθεί αυτούσια η σκέψη του πιστού, στο μεγαλείο της Θείας Χάριτος.
Σε άλλη περίπτωση –κατά την προσωπική μου πάντοτε άποψη- το όλο θέμα θα υφίστατο υποβάθμιση. Θα χρειαζόταν ο φθόγγος, η παραγωγή του συγκεκριμένου ηχητικού κύματος ώστε να παραστεί η Παρέμβασις και να λάβει αγιοσύνη το Μυστήριο και όλη η κατάσταση θα παρέπεμπε σε τυπικό μαγείας, όσο σκληρή και εάν ακούγεται η λέξη.
Πέραν όλων αυτών, θεωρώ (εκ των ουκ άνευ) ότι θα πρέπει όλοι όσοι εξ’ ημών θεωρούμε εαυτόν τουλάχιστον λογικό, να αντέχουμε τον αντίλογο δίχως τη βεβαιότητα της μίας και μόνης γνώσης. Οφείλουμε γενικώς να θεωρήσουμε ακόμα και την αθεΐα ως άξια επιλογή κάποιου ακούγοντας τα δικά του επιχειρήματα σοβαροί, προσμετρώντας τα λόγια του, αντιτάσσοντας διάλογο και εκτίμηση.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τονίσουμε ότι όλοι οι χριστιανοί αντέχουμε ευκολότερα κάποια άλλη συμπαθή θρησκεία ή κάποια φίλα προσκείμενη αίρεση στο δικό μας δόγμα, παρά την αθεΐα την οποία αρνούμαστε να συγκαταλέξουμε στις υγιείς επιλογές κάποιου ατόμου. Μέγα το λάθος, θα τολμούσα να ονομάσω ακόμα και ρατσιστικό τον αποκλεισμό ή άλλως κάποιο κατάλοιπο επιταγής του μεσαίωνα.
Το στίγμα ‘’άθεος’’ πλασάρεται ακόμα και στις μέρες μας ως μομφή, όπως παλαιότερα πλασαριζόταν στους κοινωνικούς κύκλους το προσωνύμιο ιδίως σε γυναίκα ‘’χωρισμένη’’. Ως στίγμα.
Η πεμπτουσία της πίστης μας –ως χριστιανοί- είναι η αγάπη και με αυτήν οφείλουμε να πλαισιώνουμε -με τον τρόπο που καθένας μπορεί-, την όποια ‘’παρέκκλιση’’ από όλα εκείνα που εμείς θεωρούμε ορθά. Θα ήταν ολέθριο να θεωρούμε εαυτούς ως τους μόνους ενάρετους κατόχους της ορθής δοξασίας, την στιγμή που εκτός από απίθανο θα ήταν και άκρως εγωιστικό. Δεν θα επιδεχόταν καν εξέλιξης.
Καταλήγοντας, μια και το θέμα είναι αστείρευτο, θα ήθελα να θυμίσω πως ο ρόλος της κάθε –γνωστής σε εμέ- θρησκείας είναι μέσες άκρες η νουθεσία του πιστού για την πορεία προς τη Θέωση. Με τον ένα ή με τον άλλον τρόπο. Με απλούστερα λόγια οι οδηγίες του κάθε δόγματος προς το δεκτικό άτομο ώστε μέσα από την εναρετότητα να φτάσει κατά το δυνατόν πλησιέστερα στο Θείον.
Πίσω λοιπόν από αυτόν τον υπέρτατο στόχο κάθε φθηνή αντιπαράθεση προς κάθε τι το διάφορο υποβιβάζει την προσπάθεια. Η κάθε μετά μίσους επιβολή –της γνώμης- απόσχει του θεωρήματος και καταντά το υποκείμενο –λογικά- έκπτωτο στα μάτια του Σωτήρα, όσους ‘’σταυρούς’’ ή ‘’προϋποθέσεις’’ και αν καταθέσει. Ο σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα. Η πορεία έχει την αξία.
Όλες οι θρησκείες στις ρίζες τους κάπου συναντώνται και όλες έχουν να κάνουν με την ευτυχία του ατόμου, ενώ κάποιες άλλες προχωρούν και παραπέρα υποσχόμενες και αιώνιες απολαβές. Θεμιτό και αυτό και ορθά εντασσόμενο στην απαλοιφή του μεταθανάτιου άλγους.
Το ερώτημα επί της παρούσης είναι το εξής:
Η απόφαση περί του ονόματος της πίστης μας είναι τελικά καθαρά δική μας;
Μήπως υποχρεωνόμαστε λόγω γεωγραφικής θέσης της γεννήσεώς μας να ακολουθήσουμε το δόγμα που εδρεύει στο τόπο αυτό;
Και ερωτώ υπό την καλυτέρα των αιρέσεων. Με διάθεση φιλοσοφίας και μόνο του γεγονότος. Πόσοι εξ’ ημών θα γινόμαστε χριστιανοί γεννημένοι στο Ιράν για παράδειγμα;
Κάποιος Μωαμεθανός έχει δικαίωμα στο μοναδικό παράδεισο όπου και επικαλείται η δική μας θρησκεία;
‘’Ασφαλώς’’ θα απαντήσουν πλείστοι εξ’ ημών, ‘’υπό προϋποθέσεις’’. Και ορθά θα συνηγορήσω. Μήπως να νομίσουμε ότι είμαστε περισσότερο φίλοι με όλους τους άλλους από όσο θεωρούμε μια και από τύχη βρεθήκαμε ο καθένας στον τόπο του; Και εκεί που συμφωνούμε επανέρχομαι θέτοντας ένα άλλο ζήτημα: μα εάν οι πράξεις του μουσουλμάνου αυτού ήταν αντίθετες με αυτές της δικής μας θρησκείας; Η δική μας θρησκεία σε καμία από τις αιρέσεις της -όπως και πολλές άλλες άλλωστε- δεν μιλά για την ιερότητα κάποιου πολέμου (τζιχάντ).
Εγείρεται λοιπόν ένα νέο θέμα μείζονος σημασίας (το οποίο δεν θα αναλύσουμε σε αυτό το άρθρο). Το θέμα εκείνο που θα μπορούσε να απαλλάξει τον πιστό από τις αμαρτίες εκείνες που δεν διδάχθηκε ως τέτοιες… Με αυτή την θεώρηση όμως και πάλι ενσκήπτουν νέα θέματα, μείζονος επίσης σημασίας. Τελικά μήπως οι θρησκείες ευεργετούν εκτός από την ψυχή και άλλα συμφέροντα; Και εάν ο Θεός είναι ένας –πανανθρώπινος- τότε λογικά θα ερμηνεύεται διαφορετικά…
Ξεφεύγουμε.
Για να επανέλθουμε αναφέρω ότι μάλλον θα πρέπει να διευρύνουμε το μυαλό μας αφήνοντας να περάσει μέσα πρωτίστως η ουσία των γεγονότων που λέγαμε παραπάνω. Να εισέλθουμε στο βαθύτερο νόημα της γενικότερης θεώρησης των όποιων ιερών προσταγών, οι οποίες δείχνουν να απέχουν όλο και λιγότερο από τις μακρινές μας προσδοκίες και όχι στο απλό –ξύλινο- στερεότυπο τυπικό.
Με την εκδοχή αυτή θα καταστεί ευκολότερος ο συγκερασμός μερικών ουσιωδών διαφορών λογικής–πίστης.
Είναι πράγματι οξύμωρο σχήμα ο φόβος ενός πιστού (με την αρτιότητα της φιλοσοφικής αριστείας) για τον θάνατο.
Οφείλεται θεωρώ, τουλάχιστον στο μέτρο που ισχύει αυτό, η πλήρης αναθεώρηση τόσο της βαθύτητας της πίστης του όσο και εκείνης της πειστικότητας του δόγματος. (Η απαλλαγή λόγω της ανθρώπινης υπόστασης του υποκειμένου εξαιρείται-αναιρείται διότι ετέθη πρωτίστως το άριστον της πίστεως)
Ο παράδεισος και μόνον αυτός είναι ο μοναδικός στόχος του μόνου εν Χριστώ αδελφού. Η ανθρώπινη ύπαρξη είναι το μεσοδιάστημα που χωρίζει τον κοινό θνητό- μέτοχο του προπατορικού, από την πλήρη-ολοσχερή απαλλαγή του και ακολούθως μετάληψη των ‘’δεδουλεμένων’’ της αφοσίωσης-πίστης στον Κύριο.
Η βάδισις λοιπόν (όσο ακραίο και εάν ακούγεται το παράδειγμα) σε τεντωμένο σχοινί δίχως δίχτυ ασφαλείας από κάποιον αδαή(σχοινοβάτη)- πιστό, κάλλιστα θα μπορούσε να είναι μία πρόκληση τεκμηρίωσης της απόλυτης πίστης, μια και το αποτέλεσμα δεν θα μπορούσε παρά να είναι καλό διότι
α) Ή, η πορεία θα είναι επιτυχής και θα ομιλώμεν περί θαύματος ή έστω κάποιας άνωθεν βοηθείας
ή
β) και πάλι επιτυχής(!) γιατί ο θάνατος (θέλημα Θεού είναι*, όπως θα δούμε παρακάτω) θα επιφέρει στον ‘’ευτυχή’’, όλες εκείνες τις απολαβές που διακαώς επιθυμεί και υπόσχονται οι γραφές. Περί παραδείσου ο λόγος.
*Η όποια πράξη η οποία βαρύνει τον κάθε συνειδητά (και ενδεχομένως και μη) άνθρωπο είναι καθαρά θέλημα Θεού. Ακόμα και η κίνηση μίας τρίχας της κεφαλής ημών και υμών! Δόγμα, γνωστόν και μη εξαιρετέο.
Τα περί αμαρτιών επιχειρήματα που θα μπορούσαν να αναχαιτίσουν την πορεία του τολμηρού (προς την αιώνια απολαβή), κάλλιστα δύνανται να απαλειφθούν με μία άξια-ειλικρινή εξομολόγηση αμέσως πριν το εγχείρημα.
Ιδού η πρόκλησις λοιπόν…
Βεβαίως και κανείς πιστός δεν πρόκειται να πράξει το χαζό ευφυολόγημα.
Οσαύτως το ερώτημα παραμένει. Είμαστε αρκετά πιστοί;
Όντως πιστεύουμε όλα εκείνα που διακηρύττουμε-διατεινόμεθα; Ή απλώς μηρυκάζουμε όλα εκείνα που ακούμε και (ορθά ή μη) πιστεύουμε;
Η απάντηση είναι πως όχι. Πως όλοι μας πιστεύουμε στο περίπου. Κάποιος περισσότερο και κάποιος λιγότερο και αυτό οφείλεται στην απόλυτη θέση της εκκλησίας σε πλείστα θέματα-ζητήματα. Το ιερό και ανάλαγο δόγμα, το οποίο επίσης βεβαίως, (μια και έχει δοθεί από τον ίδιο το Θεό δεν θα ήταν δυνατόν να αλλάξει για προφανείς λόγους)**, είναι η αιτία μιας μικρής(;) αμφιβόλου κατάστασης.
** Εάν επιδέχετο αλλαγής δεν θα ήτο Θεϊκό, διότι δεν θα είχε προβλέψει… Θα έπρεπε η αλλαγή να επέλθει στις μέρες μας, δια μέσου Εκείνου…
Το βέβαιον είναι ότι όλοι θα ήμασταν άριστοι αιρετικοί εάν μας παρέχετο η δυνατότητα να σύρουμε και την αίρεση μας αυτή στον παράδεισο. Σε αυτό πολλοί θα συμφωνήσουν, όπως επίσης θα συγκατανεύσουν και με το θεώρημα που θα μπορούσε να λέει ότι: ‘’Ο Θεός μας έδωσε το μυαλό και βάσει αυτού ο καθένας πορεύεται. Κρίνει και κρίνεται από τις πράξεις του…’’
Αλήθεια τι σωστότερον αυτού;
Το πλέον εγωιστικό πράγμα που θα μπορούσαμε να κάνουμε είναι να θεωρήσουμε τον εαυτό μας ως το κέντρο του κόσμου. Τη γη εν προκειμένω.
Βεβαίως το είδος αυτό του εγωκεντρισμού δεν έλειψε από την ιστορία…
Προοδεύσαμε όμως.
Από το 300 π.χ. περίπου ο Αρίσταρχος από τη Σάμο πρότεινε …τον ήλιο ως το κέντρο του σύμπαντος (ηλιοκεντρικό) αργότερα κάποιοι άλλοι το ηλιακό μας σύστημα στο σύνολό του και φτάσαμε σήμερα εδώ να γνωρίζουμε ότι απλά το σύμπαν ‘’αγνοεί’’ την ύπαρξή μας και πως τίποτα πλην των ιδεών μας και της …σελήνης δεν περιστρέφεται γύρω από εμάς. Τίποτα απολύτως. Όλα τα υπόλοιπα που το κάνουν έχουν μια τυχαία ...περιοδικότητα το μέγεθος της οποίας προσπερνάει κατά πολύ τον θαυμασμό μας.
Πάει καλά, λέμε να τα καταφέρουμε και μόνοι μας.
Κατόπιν αυτών, μαζί με το κορμί μας έχουμε και τις ιδέες μας. Δικά μας αμφότερα και το σύμπαν μπορεί να πάει σύμφωνα με πολλούς από εκεί που ήρθε. Τις λύσεις θα τις δώσουμε μονάχοι μας.
Μονάχοι μας, ναι, αλλά πριν το κάνουμε θα πρέπει να συμφωνήσουμε. Ωραία να συμφωνήσουμε.
-Αμ δε!
-Αμ δε;
-Ναι. Αμ δε που θα το κάνουμε.
Παύουμε λοιπόν το ωραία, που είναι μία λέξη η οποία δεν είναι καθόλου ''ωραία'' διότι δεν πρόκειται όπως συμφωνήσαμε να συμφωνήσουμε.
Πάει καλά και το δεύτερο. Κατανοητό και αυτό αλλά δεν ανησυχούμε διότι στις δημοκρατίες όπως ξέρουμε δεν υπάρχουν αδιέξοδα, αλλά λέω τώρα, αφού δεν υπάρχουν σε αυτές που μετράει η γνώμη όλων, πώς θα μπορούσαν να υπάρξουν στις τυραννίες όπου η γνώμη του ενός αρκεί. Θα έπρεπε ο ένας αυτός να μάλωνε με τον εαυτό του για να μην ισχύει... Να διαφωνούσε με τη γνώμη του. Σωστό και αυτό.
Άρα γενικώς δεν υπάρχουν αδιέξοδα γενικώς στην ελεύθερη βούληση, υπάρχουν μονάχα δεσμευμένες βουλήσεις. Και αυτό μοιάζει σωστό. Δεν μοιάζει; Βουλήσεις δηλαδή που δεν καταφέρνουν να δουν πέρα από τις ίδιες θεωρήσεις. Πολλά τα παραδείγματα.
Πάει -και πάλι- καλά.
-Θα κάνουμε συνάξεις να τα βρούμε μεταξύ οι λιγότεροι
-Να τις κάνουμε.
-Εμείς από εδώ και εσείς από εκεί.
-Όπως θέλετε.
Στην Αμερική αυτοί, στην Ευρώπη εμείς, στη Ασία κάποιοι υπόλοιποι, και όπου αλλού θέλει και κάποιοι άλλοι δεν θα σκάσουμε τώρα…
-Εμάς εδώ μας γέννησε ο Θεός
-Κι εμάς από εκεί, αυτός μας γέννησε.
-Ναι, αλλά ο δικός μας έχει τις καλύτερες προθέσεις…
-Και ποιες να είναι αυτές;
Εκείνες που σέβεται το κάθε έθνος χωριστά. Εκείνες στις οποίες υποκλίνεται η βαθύτερη γνώση και το ηθικό ''πρέπει'' του εκάστοτε πολιτισμού τής κάθε κουλτούρας. Τα καλά που εξυπηρετούν ακόμα και τις πολιτικές του (διότι μέσω αυτών θα υπάρξει ασφαλές το δόγμα) Απαιτείται λοιπόν άρρηκτη συνεργασία (ξεφεύγουμε όμως...)
Επανερχόμεθα.
-Ο δικός λέγεται Χριστός.
-Ο δικός μας Αλλάχ.
-Στον δικό μας –λέει ο τρίτος- δεν έχουμε δώσει ακόμα όνομα.
Ο τελευταίος κρατάει πισινή. Πονηρός ων επιφυλάσσεται… Θα δει, μας λέει.
-Μα οι θρησκείες έχουν καταθέσει τις απόψεις τους εδώ και χιλιάδες χρόνια.
-Και πόσα χρόνια υπάρχει η γη; Μας ρωτάει.
-Πριν 4,5 δις χρόνια. Του απαντάμε.
-Αργήσατε. Πολύ αργήσατε. Ομοίως και εγώ, αλλά εάν σκεφτείτε τις μερικές χιλιάδες χρόνια που έχετε κατά νου τη γνώμη σας, θα δείτε ότι σε συμπαντικό χρόνο σχεδόν ακόμα δεν υφίστασθε… Επιφυλάσσομαι λοιπόν και δικαίως το πράττω. Πολλά αλλάζουν...
Τι κουβέντα ήταν αυτή!
Σύσσωμοι, ορθοί. Με χέρια απλωμένα να δικαιούμεθα φωνές, ύβρεις και σε κάποιες περιπτώσεις κατάρες (εάν ήταν παρούσα η Λουκά). Βοή.
Κατόπιν αυτών κάποιος επιστήμων επέμεινε ότι η γη δεν έχει αυτή την ηλικία η οποία της προδίδεται διότι η μέτρηση με την οποία επετεύχθη το αποτέλεσμα είναι εσφαλμένο...
Ελπίδες.
Προσδιόρισε λοιπόν την ηλικία της με τέτοιο τρόπο (επιστημονικό) που δικαιολογούσε την καθυστέρηση της ανάπτυξης της θεωρίας μας. Πολύ βολικό. Γιατί να πιστέψουμε τον άλλον και όχι αυτόν που μας εξυπηρετεί κιόλας! Την ώρα που μπορούμε να το στηρίξουμε; (από επιχειρήματα να φάνε και οι κότες. Ο λόγος τους, στο λόγο μας). Οι πιθανότητες να λαθεύουν οι θεωρίες -εάν κρατήσουμε ίσες αποστάσεις είναι οι αυτές...
Ησυχάσαμε.
Κάναμε τον σταυρό μας εμείς και λίγο μακριά μας προσκύνησαν κάποιοι μωαμεθανοί. Ομοίως πιστοί με εμάς, να μην πω και χειρότεροι (με την έννοια του καλού ασφαλώς)…
Ησυχασμένοι όλοι μια και είχαμε το πάτημα της μη ανατροπής. Τη δικαιολογία- μεστό επιχείρημα, που κρατάει ζωντανή τη φυτεμένη μας ιδέα.
Δεν πέρασαν μερικές ημέρες (από κάποτε) και ανέτειλε κάποια άλλη θεωρία. Κάποιοι Ιαχωβάδες ξετρελάθηκαν. Τους βόλευε λέει. Αποδείκνυε όλα εκείνα που ωρυόταν χρόνια τώρα και όλοι της γης οι πλανεμένοι απαξιούσαν…
Τους είδαμε ως ήταν φυσικό με την απαξίωση που κοιτούσαν και αυτοί εμάς. Τους είπαμε πλανεμένους και μας απάντησαν πως πράγματι ήμασταν εμείς!
Διάολε να μην μπορούμε να τους πείσουμε ότι η μόνη αλήθεια είναι με το μέρος το δικό μας…
Τα χρόνια περνούσαν και η Βαβέλ μεγάλωνε. Διογκωνόταν και γέμιζε από ανθρώπους όπου γνώριζαν τη μόνη αλήθεια. Τη δική τους αλήθεια! Τη βολική των γονιών τους; Ίσως αυτή. Δεν είναι κακό. Σε κάποια θα πίστευαν άλλωστε, μια και το αποζητούσε η ‘’ανάγκη τους’’. Εκείνη των πολλών...
Απαίτηση ήταν λοιπόν! Της ψυχής ίσως, το ''φως'' η απάντηση, που έπαυε το φόβο της ερώτησης... Η ανάγκη-απαίτηση όταν εξυπηρετείται με τρόπο που δεν βλάπτει τον διπλανό, καλά κάνει και εξυπηρετείται. Όλα να λέμε και να συμφωνούμε κιόλας.
Ωραίααα.
Ο καθένας με τα πιστεύω του λοιπόν, τα οποία τείνουν γίνουν περισσότερα από εμάς τους ίδιους, (διότι κάποιοι αμφιταλαντεύονται μεταξύ δύο καλών!) αλλά ούτε και αυτό είναι κακό. Είπαμε ελευθερία.
Από την άλλη μεριά κάποιοι άλλοι κρατούν ακόμα πισινές. Δείχνουν άπιστοι με την καλύτεροι των εννοιών. Είναι κάποιοι από εκείνους τους φυσικούς λένε…
Επιμένουν ότι τελικά δεν χρειάστηκε το χέρι κανενός Θεού να φτιάξει όλα αυτά που υπάρχουν, αλλά επειδή από κάπου φαντάζει λογικό να ξεπήδησαν, μιλάνε για μία νέα θεωρία η οποία -λέει- από το έκαναν από το μηδέν. Υπάρχει τρόπος να παραχθεί ύλη -λένε- από το ...τίποτα. Άκουσον- άκουσον. Επιμένουν ότι από το σημείο του απόλυτου, τού φιλοσοφικού ‘’μηδέν’’ όπου ο χρόνος συστρέφεται και γυρίζει προς τα μέσα συμβαίνει μια ατυχία στην απόλυτη τυχαιότητα και ξεπηδάει ο χρόνος δημιουργώντας ύλη*. Θετική ενέργεια και αντίστοιχα κάπου αλλού αρνητική, το σύνολο πάλι μηδέν!
*Αναφέρω στην τύχη μία θεωρία η οποία προσφάτως επεξεργάζεται (η επεξεργασία από την βεβαιότητα ασφαλώς και απέχει)
Τρελός!
Μπορεί, γιατί να μην μπορεί να είναι; Τρελός εννοώ.
-Μπορεί και όχι ,απαντά άλλος.
Το ότι από κάποιο σημείο και μετά παύει να ισχύει η φυσική όπως τη γνωρίζουμε μπορούμε να το υποθέσουμε, τα άλλα όμως όχι. Όχι, την ώρα όπου υπάρχουν οι γραφές τα ευαγγέλια, το κοράνι κ.ά. που εξηγούν τα πάντα. Όχι, την ώρα όπου ένα ολάκερο σύστημα κουμαντάρει δισεκατομμύρια δεκτικές ψυχές.
-Και κερδίζει.
Κερδίζει; Φθηνό το επιχείρημα αλλά δεν κοιτούσε-εννοούσε (το επιχείρημα) το κέρδος με την όψη του χρήματος, αλλά με την λοξή ματιά, εκείνη την άλλη της επιρροής(!). Πάει καλά όμως, αφού δεν αρέσει ας το αποσύρουμε. Μιλάμε για δόξες και για κατοχές των ''απόλυτων γνώσεων'' μια άλλη φορά.
Συνεχίζουμε λοιπόν λέγοντας ότι δεν μπορούν να εκφέρονται όμοιες κουβέντες την ίδια ώρα όπου εξ’ αποκαλύψεως υποχρεούμεθα πίστη.
-Μπαρντόν; Τι θα πει εξ’ αποκαλύψεως;
Εκείνος ο τρισάθλιος ο οποίος εξ αρχής επιφυλασσόταν (μη παραδεχόμενος κάποιο δόγμα) επιμένει ότι ο ανατρέχων στις αρχές της όποιας θρησκείας θα βρεθεί εμπρός σε ένα ερώτημα αναπάντητο, στο οποίο πάντοτε αναφέρεται-καλύπτει (το κάθε δόγμα) με τρόπο υπερβατικό:
-Διότι -επιμένει- έτσι μεταφέρθηκε η αλήθεια από τον Θεό στον άνθρωπο. Η μόνη αλήθεια! Απόδειξη και πάλι οι γραφές, οι προφήτες, τα οράματα (και προς απόδειξη τούτων …προστρέχουν και κάποια θαύματα). Υπάρχει δηλαδή σε κάθε θρησκευτική θεωρία η εξ’ αποκαλύψεως πίστη!
Η πίστη βεβαίως επ’ ουδενί σημαίνει γνώση. Εάν γνωρίζαμε δεν θα πιστεύαμε, διότι θα ξέραμε! Πιστεύει κάποιος εκείνο το οποίο φαντάζεται ως αληθές πεπεισμένος των επιχειρημάτων των οποίων μετέρχεται (το οτιδήποτε). Το οποίο ‘’οτιδήποτε’’, επιστρατεύει τα μύρια όσα. Θεμιτό από κάποια θεώρηση, από το δικαίωμα του καθενός να υπερασπίζεται τις απόψεις του με τα μέσα που επιθυμεί.
Πάει καλά.
Εδώ όμως ενσκήπτει ένα ζήτημα.
Αφ’ στιγμής δεν υπάρχουν παρά μόνον ενδείξεις τότε και δικαιούμαι αλλά και οφείλω (εάν επιθυμώ) να επιλέξω την πίστη μου. Την όποια πίστη μου ή την απιστία μου.
Τέλειο! Αυτό μου φαντάζει υπέροχο. (γουστάρω να γίνω Βουδιστής μια και έλκει το τάδε του επιχείρημα ή χριστιανός ή κάτι άλλο δικό μου ή και τίποτα, εάν θεωρώ ότι κάτι από αυτά δεν συμβαίνει και κανείς μη ιδιοτελής δεν θα μπορεί να μου προσάψει το παραμικρό λάθος στην απόφασή μου)
Εάν υπήρχαν αποδείξεις, δεν θα χρειαζόταν να πιστεύουμε, θα γνωρίζαμε. Εάν λοιπόν γνώριζε έστω και ένας, θα μπορούσε να μας μεταδώσει την αποδεδειγμένη του γνώση και τότε όλοι θα μαθαίναμε με απλά μαθηματικά και το σωστό και το λάθος.
Μία θρησκεία θα υπήρχε, όχι δεύτερη διότι θα ήταν άνευ συζητήσεως καθώς (η μία) απολύτως αποδεδειγμένη!).
Μία γνώση (όχι πίστη) με όμοιους νόμους-απαγορεύσεις. (θέμα προς τεράστια συζήτηση. Νόμος=απαγόρευση)
Όταν μάθει κάποιος, παύει να πιστεύει-θεωρεί, διότι η πίστη φαντάζει ελάχιστη επάνω στη γνώση. Δείχνει αίολη, πιθανή, εικασία περιφερόμενη. Η εικοτολογία υπολείπεται της γνώσης χιλιάδες μίλια. Το μέγεθος της πίστης του κάθε ενός, αφορά καθαρά αυτόν τον ίδιο και μόνο αυτόν, καθώς το μέγεθός της έγκειται αποκλειστικά και μόνον στη θέλησή του και όχι σε αντικειμενικά παραδεκτούς παράγοντες.
Λογικό.
Πιστεύω λοιπόν σε μια ανώτερη δύναμη ή όχι. Το κάνω επειδή θέλω να το κάνω και μόνο για αυτό. Επιλέγω τον Θεό που θέλω ή που μου πρότειναν-έπεισαν για καλό, καλύτερο από τους άλλους υπάρχοντες-προτεινόμενους, ως άριστο έχοντας γνώση απτή ότι εξυπηρετώ μία ανθρώπινη ανάγκη μου γνωρίζοντας ότι οι πιθανότητες ύπαρξης του Θεού είναι όμοιες και περί της μη υπάρξεώς του.
Βεβαίως πίσω από την γνώση της αμφίβολης ύπαρξης του Θείου πώς μπορεί να υπάρξει η άδολη πίστη-παραδοχή του από τον οποιοδήποτε ορθά σκεπτόμενο. Πώς μπορεί να εδραιωθεί η παραδοχή (του αμφίβολου) χωρίς να υπάρχει μέσα της η δόλια ματιά στα μεταθανάτια οφέλη… Απλά δεν γίνεται.
Για αυτό το λόγο οι πίστεις γυρεύουν την απολυτότητα. Το άσπρο και το μαύρο. Τίποτα έξω από αυτό. Ή πιστεύει κάποιος το σύνολο του δόγματος ή είναι απορριπτέος. ‘’Τους χλιαρούς θα τους εμμέσω…’’
Η αμφιβολία, συνιστά εχθρό. Η λέξη Μεσαίωνας θυμίζει κάτι; Φανταστείτε ότι είναι ελάχιστα χρόνια (στο σύνολο) πίσω. Ελάχιστα!
Αντιλαμβάνομαι τις διαφοροποιήσεις πολλών, όμως πέρα από αυτές (άπασες θεμιτές-σεβαστές) όλοι μας οφείλουμε να έχουμε στο πίσω μέρος του μυαλού μας το ενδεχόμενο του λάθους μας. Η άκρατη πίστη δεν είναι επιχείρημα, ομοίως και η απόλυτη απιστία.
Θεοκρατικές απόψεις επιμένουν ότι ο κόσμος ερμηνεύεται μέσα από την θρησκεία, ότι ολόκληρο το σύμπαν εμπεριέχεται μέσα σε αυτήν μια και προήλθε από τον Θεό. Οι υπόλοιπες, ότι η θρησκεία εμπεριέχεται στο κόσμο, ότι είναι δημιούργημα του ανθρώπου που πρέπει να εξετάζεται ως τέτοιο, έξω την ουσία τού κάθε δόγματος, προς αυτό.
Τα πάντα οφείλουν να τίθενται επί τάπητος κάθε, ώστε ο καθένας να επιλέγει-αναθεωρεί (εάν το καταφέρει) το αρεστό της ψυχής του δίχως φόβο και δίχως πάθος.
Δεν είναι καθόλου περίεργη η παρουσία της δυστυχούς εμπάθειας όσο και της περήφανης ιδεοληψίας πάντων των πλευρών περί της μίας και μόνης ορθής γνώσης. Δυστυχώς. Και αυτό αποδεικνύει πρωτίστως φανατισμό.
Ο κάθε ένας γνωρίζει από πρώτο χέρι όλα εκείνα που διδάχθηκε, που έμαθε, που αποκόμισε από τη μέχρι τώρα πορεία του στη ζωή, πράγματα κατασταλαγμένα και αδιαπραγμάτευτα. Και πάλι δυστυχώς, διότι ουδείς παντογνώστης. Σας θυμίζω το ‘’γηράσκω αεί διδασκόμενος’’ και η διδαχή αυτή δεν έχει να κάνει μόνο με την αληθή πλευρά των γεγονότων αλλά και με τα αντιδρώντα επιχειρήματα. Σωστά ή λαθεμένα. Όλα πρέπει να ακούονται.
Σε άλλη περίπτωση, η από εδώ πλευρά ή η από εκεί, μπορεί να φωνάζει, να ωρύεται εν μέσω των ατράνταχτων επιχειρημάτων της, να δυστυχεί, να λυπάται, να χαίρεται και τέλος να ηρεμεί απαυδισμένη δίχως να έχει καταφέρει το παραμικρό έναντι της οιασδήποτε άλλης.
Δεν είναι ελληνικό φαινόμενο. Είναι ανθρώπινη συνταγή ο θρησκευτικός φανατισμός από όπου και να προέρχεται και θαρρώ πως παίρνει τεράστιες διαστάσεις διότι αφορά όλους μια και όλοι έχουμε γνώμη και ενδεχομένως και σιγουριά.
Οπωσδήποτε όμως χρειάζεται μία ελευθερότερη ματιά καθόσον πάντοτε χρόνος υπάρχει και για μετάνοια αλλά και για αναδίπλωση.
Καταλαβαίνουμε (αποστασιοποιούμενοι των οικείων) ότι στην πράξη βεβαίως, ουδείς δύναται να κομπάζει περί της κατοχής της μίας αλήθειας την ίδια ώρα που όλες ανεξαιρέτως οι πίστεις έχουν να επιδείξουν αδιάσειστες αποδείξεις περί της μοναδικότητας τους. Θαύματα χειροπιαστά που υπερβαίνουν των λόγων.
Αρκεί προς τεκμηρίωση τούτου να ανατρέξει κάποιος στο διαδίκτυο (ή προς αναζήτηση προσωπικών μαρτυριών εάν έχει τη δυνατότητα να το πράξει εις τους ανά των κόσμο πιστούς) για να ακούσει ιδίοις ωσί μοναδικές φυσικές υπερβάσεις. Θαύματα στους Μουσουλμάνους, στους Ινδουιστές, στους Χριστιανούς και ακόμα στη θρησκεία Βουντούν (Όχι Βουντού. Η οποία είναι και η πλέον παρεξηγημένη).
Εάν ο ερευνητής έχει καλή προαίρεση θα δει ότι τα μάτια των πιστών όλου του κόσμου λένε την αλήθεια. Ανεξαρτήτως ονόματος θρησκείας.
· Επιμένω ειδικώς στα θαύματα διότι πέραν της πίστεως* είναι η μόνη ατράνταχτη απόδειξη της ύπαρξης μιας ανωτέρας δυνάμεως.
*Η πίστη απαιτεί την εξ’ ολοκλήρου απόλυτη κατάφαση στον ισχυρισμό πέραν της λογικής. Η απουσία της γνώσεως κρίνεται απαραίτητη, άλλως δεν ομιλούμε περί πίστεως!
Δύο πράγματα λοιπόν μπορούν να συμβαίνουν:
1. Να θεωρήσουμε ψεύδος, την κάθε αναφορά Θεϊκής παρουσίας στο αντίπαλο δόγμα, ομολογώντας εν παραλλήλω εαυτούς, τους μόνους κατέχοντες την μία αλήθεια και όλους τους εν κόσμω υπόλοιπους αδελφούς παραπλανημένους. Αυτά, στη μία και την καλή περίπτωση, εις δε κάποια φανατικότερη άλλη, συλλήβδην τους αλλόθρησκους ως τσαρλατάνους ή σφετεριστές του οικείου δόγματος. Ομοίως και εκείνοι εμάς!
2. Να λένε όντως την αλήθεια οι οπαδοί των άλλων θρησκειών και πράγματι να έχουν συμβεί τα θαύματα που ισχυρίζονται στους πιστούς τους, πράγμα το οποίο όμως, θα πρέπει να μας οδηγήσει στο ασφαλές (και μεταξύ μας ορθό) συμπέρασμα, ότι ο μεγάλος Θεός δεν νοιάζεται για το όνομα το οποίο του προσδίδεται (πώς θα ήταν δυνατόν άλλωστε), ούτε και για τα τυπικά μέσω των οποίων λατρεύεται -μια και το κάθε δόγμα υιοθετεί διαφορετικά τέτοια- αλλά για την ουσία της κάθε πράξης του κάθε πιστού.
Αυτή η δεύτερη περίπτωση, η οποία φαντάζει περισσότερο αληθής θα πρέπει να προσδώσει στο μυαλό μας ένα διαφορετικό εύρος (σκέψης) ώστε να υπερκεράσει το αυστηρό πατροπαράδοτο δόγμα και να σταθεί στην ουσία του κάθε θέματος ξεχωριστά, στο βάθος, στον σκοπό της αντίδρασης (και όχι σε αυτή καθ’ εαυτή) μια και τον –κάθε- Θεό ενδιαφέρει πρωτίστως η πρόθεση, η ψυχή, η θέληση, ακόμα και η προσπάθεια.
Το κάθε ζήτημα (ακόμα και το όμοιο το ίδιο δηλαδή) είναι στο βάθος του (για τον κάθε έναν από εμάς) διαφορετικό, διότι η ουσία του ως είναι φυσικό ερμηνεύεται από τις ψυχές όλων ημών με τρόπο αλλιώτικο, λαμβάνοντας κάθε φορά βαφή από τις ισχυρές αποχρώσεις των διαφορετικών βιωμάτων μας, των αλλιώτικων προσδοκιών μας, των διάφορων αντοχών μας, των άνισων θελήσεών μας, του μικρότερου ή μεγαλύτερου βαθμού της πίστης μας.
Ακόμα και οι γνώμες των πνευματικών-συμβουλατόρων της δικής μας θρησκείας (οι οποίοι θεωρείται ότι έχουν τη χάρη της επιφοιτήσεως του Θεού τη δεδομένη στιγμή), διαφέρουν ως προς τις ειδικές συμβουλές τους, διότι υπεισέρχεται και εδώ ο ανθρώπινος παράγων, (με ή όχι τη θέληση του Θεού) Πόσο μάλλον οι ιδέες όλων ημών…
Προσωπικά θεωρώ αναλαμβάνοντας πλήρως την ευθύνη των γραφομένων μου ότι εν κατακλείδι ο όποιος ανά το σύμπαν άξιος Θεός θα στεκόταν μονάχα στην ουσία παρακάμπτοντας την άξια ανάγνωση τού εκάστοτε τυπικού, διότι το τυπικό ενέχει κατά τη ταπεινή μου άποψη το ρόλο εκείνο της υποβολής. Τον ρόλο εκείνο τον όμοιο που διαδραματίζει η αποτύπωση της εικόνας του άγιου/ας επάνω στο ξύλο που δεν είναι άλλος από την πνευματική βοήθεια για ανάταση-διεύρυνση του πνεύματος ώστε να χαθεί-αφομοιωθεί αυτούσια η σκέψη του πιστού, στο μεγαλείο της Θείας Χάριτος.
Σε άλλη περίπτωση –κατά την προσωπική μου πάντοτε άποψη- το όλο θέμα θα υφίστατο υποβάθμιση. Θα χρειαζόταν ο φθόγγος, η παραγωγή του συγκεκριμένου ηχητικού κύματος ώστε να παραστεί η Παρέμβασις και να λάβει αγιοσύνη το Μυστήριο και όλη η κατάσταση θα παρέπεμπε σε τυπικό μαγείας, όσο σκληρή και εάν ακούγεται η λέξη.
Πέραν όλων αυτών, θεωρώ (εκ των ουκ άνευ) ότι θα πρέπει όλοι όσοι εξ’ ημών θεωρούμε εαυτόν τουλάχιστον λογικό, να αντέχουμε τον αντίλογο δίχως τη βεβαιότητα της μίας και μόνης γνώσης. Οφείλουμε γενικώς να θεωρήσουμε ακόμα και την αθεΐα ως άξια επιλογή κάποιου ακούγοντας τα δικά του επιχειρήματα σοβαροί, προσμετρώντας τα λόγια του, αντιτάσσοντας διάλογο και εκτίμηση.
Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τονίσουμε ότι όλοι οι χριστιανοί αντέχουμε ευκολότερα κάποια άλλη συμπαθή θρησκεία ή κάποια φίλα προσκείμενη αίρεση στο δικό μας δόγμα, παρά την αθεΐα την οποία αρνούμαστε να συγκαταλέξουμε στις υγιείς επιλογές κάποιου ατόμου. Μέγα το λάθος, θα τολμούσα να ονομάσω ακόμα και ρατσιστικό τον αποκλεισμό ή άλλως κάποιο κατάλοιπο επιταγής του μεσαίωνα.
Το στίγμα ‘’άθεος’’ πλασάρεται ακόμα και στις μέρες μας ως μομφή, όπως παλαιότερα πλασαριζόταν στους κοινωνικούς κύκλους το προσωνύμιο ιδίως σε γυναίκα ‘’χωρισμένη’’. Ως στίγμα.
Η πεμπτουσία της πίστης μας –ως χριστιανοί- είναι η αγάπη και με αυτήν οφείλουμε να πλαισιώνουμε -με τον τρόπο που καθένας μπορεί-, την όποια ‘’παρέκκλιση’’ από όλα εκείνα που εμείς θεωρούμε ορθά. Θα ήταν ολέθριο να θεωρούμε εαυτούς ως τους μόνους ενάρετους κατόχους της ορθής δοξασίας, την στιγμή που εκτός από απίθανο θα ήταν και άκρως εγωιστικό. Δεν θα επιδεχόταν καν εξέλιξης.
Καταλήγοντας, μια και το θέμα είναι αστείρευτο, θα ήθελα να θυμίσω πως ο ρόλος της κάθε –γνωστής σε εμέ- θρησκείας είναι μέσες άκρες η νουθεσία του πιστού για την πορεία προς τη Θέωση. Με τον ένα ή με τον άλλον τρόπο. Με απλούστερα λόγια οι οδηγίες του κάθε δόγματος προς το δεκτικό άτομο ώστε μέσα από την εναρετότητα να φτάσει κατά το δυνατόν πλησιέστερα στο Θείον.
Πίσω λοιπόν από αυτόν τον υπέρτατο στόχο κάθε φθηνή αντιπαράθεση προς κάθε τι το διάφορο υποβιβάζει την προσπάθεια. Η κάθε μετά μίσους επιβολή –της γνώμης- απόσχει του θεωρήματος και καταντά το υποκείμενο –λογικά- έκπτωτο στα μάτια του Σωτήρα, όσους ‘’σταυρούς’’ ή ‘’προϋποθέσεις’’ και αν καταθέσει. Ο σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα. Η πορεία έχει την αξία.
Όλες οι θρησκείες στις ρίζες τους κάπου συναντώνται και όλες έχουν να κάνουν με την ευτυχία του ατόμου, ενώ κάποιες άλλες προχωρούν και παραπέρα υποσχόμενες και αιώνιες απολαβές. Θεμιτό και αυτό και ορθά εντασσόμενο στην απαλοιφή του μεταθανάτιου άλγους.
Το ερώτημα επί της παρούσης είναι το εξής:
Η απόφαση περί του ονόματος της πίστης μας είναι τελικά καθαρά δική μας;
Μήπως υποχρεωνόμαστε λόγω γεωγραφικής θέσης της γεννήσεώς μας να ακολουθήσουμε το δόγμα που εδρεύει στο τόπο αυτό;
Και ερωτώ υπό την καλυτέρα των αιρέσεων. Με διάθεση φιλοσοφίας και μόνο του γεγονότος. Πόσοι εξ’ ημών θα γινόμαστε χριστιανοί γεννημένοι στο Ιράν για παράδειγμα;
Κάποιος Μωαμεθανός έχει δικαίωμα στο μοναδικό παράδεισο όπου και επικαλείται η δική μας θρησκεία;
‘’Ασφαλώς’’ θα απαντήσουν πλείστοι εξ’ ημών, ‘’υπό προϋποθέσεις’’. Και ορθά θα συνηγορήσω. Μήπως να νομίσουμε ότι είμαστε περισσότερο φίλοι με όλους τους άλλους από όσο θεωρούμε μια και από τύχη βρεθήκαμε ο καθένας στον τόπο του; Και εκεί που συμφωνούμε επανέρχομαι θέτοντας ένα άλλο ζήτημα: μα εάν οι πράξεις του μουσουλμάνου αυτού ήταν αντίθετες με αυτές της δικής μας θρησκείας; Η δική μας θρησκεία σε καμία από τις αιρέσεις της -όπως και πολλές άλλες άλλωστε- δεν μιλά για την ιερότητα κάποιου πολέμου (τζιχάντ).
Εγείρεται λοιπόν ένα νέο θέμα μείζονος σημασίας (το οποίο δεν θα αναλύσουμε σε αυτό το άρθρο). Το θέμα εκείνο που θα μπορούσε να απαλλάξει τον πιστό από τις αμαρτίες εκείνες που δεν διδάχθηκε ως τέτοιες… Με αυτή την θεώρηση όμως και πάλι ενσκήπτουν νέα θέματα, μείζονος επίσης σημασίας. Τελικά μήπως οι θρησκείες ευεργετούν εκτός από την ψυχή και άλλα συμφέροντα; Και εάν ο Θεός είναι ένας –πανανθρώπινος- τότε λογικά θα ερμηνεύεται διαφορετικά…
Ξεφεύγουμε.
Για να επανέλθουμε αναφέρω ότι μάλλον θα πρέπει να διευρύνουμε το μυαλό μας αφήνοντας να περάσει μέσα πρωτίστως η ουσία των γεγονότων που λέγαμε παραπάνω. Να εισέλθουμε στο βαθύτερο νόημα της γενικότερης θεώρησης των όποιων ιερών προσταγών, οι οποίες δείχνουν να απέχουν όλο και λιγότερο από τις μακρινές μας προσδοκίες και όχι στο απλό –ξύλινο- στερεότυπο τυπικό.
Με την εκδοχή αυτή θα καταστεί ευκολότερος ο συγκερασμός μερικών ουσιωδών διαφορών λογικής–πίστης.
Είναι πράγματι οξύμωρο σχήμα ο φόβος ενός πιστού (με την αρτιότητα της φιλοσοφικής αριστείας) για τον θάνατο.
Οφείλεται θεωρώ, τουλάχιστον στο μέτρο που ισχύει αυτό, η πλήρης αναθεώρηση τόσο της βαθύτητας της πίστης του όσο και εκείνης της πειστικότητας του δόγματος. (Η απαλλαγή λόγω της ανθρώπινης υπόστασης του υποκειμένου εξαιρείται-αναιρείται διότι ετέθη πρωτίστως το άριστον της πίστεως)
Ο παράδεισος και μόνον αυτός είναι ο μοναδικός στόχος του μόνου εν Χριστώ αδελφού. Η ανθρώπινη ύπαρξη είναι το μεσοδιάστημα που χωρίζει τον κοινό θνητό- μέτοχο του προπατορικού, από την πλήρη-ολοσχερή απαλλαγή του και ακολούθως μετάληψη των ‘’δεδουλεμένων’’ της αφοσίωσης-πίστης στον Κύριο.
Η βάδισις λοιπόν (όσο ακραίο και εάν ακούγεται το παράδειγμα) σε τεντωμένο σχοινί δίχως δίχτυ ασφαλείας από κάποιον αδαή(σχοινοβάτη)- πιστό, κάλλιστα θα μπορούσε να είναι μία πρόκληση τεκμηρίωσης της απόλυτης πίστης, μια και το αποτέλεσμα δεν θα μπορούσε παρά να είναι καλό διότι
α) Ή, η πορεία θα είναι επιτυχής και θα ομιλώμεν περί θαύματος ή έστω κάποιας άνωθεν βοηθείας
ή
β) και πάλι επιτυχής(!) γιατί ο θάνατος (θέλημα Θεού είναι*, όπως θα δούμε παρακάτω) θα επιφέρει στον ‘’ευτυχή’’, όλες εκείνες τις απολαβές που διακαώς επιθυμεί και υπόσχονται οι γραφές. Περί παραδείσου ο λόγος.
*Η όποια πράξη η οποία βαρύνει τον κάθε συνειδητά (και ενδεχομένως και μη) άνθρωπο είναι καθαρά θέλημα Θεού. Ακόμα και η κίνηση μίας τρίχας της κεφαλής ημών και υμών! Δόγμα, γνωστόν και μη εξαιρετέο.
Τα περί αμαρτιών επιχειρήματα που θα μπορούσαν να αναχαιτίσουν την πορεία του τολμηρού (προς την αιώνια απολαβή), κάλλιστα δύνανται να απαλειφθούν με μία άξια-ειλικρινή εξομολόγηση αμέσως πριν το εγχείρημα.
Ιδού η πρόκλησις λοιπόν…
Βεβαίως και κανείς πιστός δεν πρόκειται να πράξει το χαζό ευφυολόγημα.
Οσαύτως το ερώτημα παραμένει. Είμαστε αρκετά πιστοί;
Όντως πιστεύουμε όλα εκείνα που διακηρύττουμε-διατεινόμεθα; Ή απλώς μηρυκάζουμε όλα εκείνα που ακούμε και (ορθά ή μη) πιστεύουμε;
Η απάντηση είναι πως όχι. Πως όλοι μας πιστεύουμε στο περίπου. Κάποιος περισσότερο και κάποιος λιγότερο και αυτό οφείλεται στην απόλυτη θέση της εκκλησίας σε πλείστα θέματα-ζητήματα. Το ιερό και ανάλαγο δόγμα, το οποίο επίσης βεβαίως, (μια και έχει δοθεί από τον ίδιο το Θεό δεν θα ήταν δυνατόν να αλλάξει για προφανείς λόγους)**, είναι η αιτία μιας μικρής(;) αμφιβόλου κατάστασης.
** Εάν επιδέχετο αλλαγής δεν θα ήτο Θεϊκό, διότι δεν θα είχε προβλέψει… Θα έπρεπε η αλλαγή να επέλθει στις μέρες μας, δια μέσου Εκείνου…
Το βέβαιον είναι ότι όλοι θα ήμασταν άριστοι αιρετικοί εάν μας παρέχετο η δυνατότητα να σύρουμε και την αίρεση μας αυτή στον παράδεισο. Σε αυτό πολλοί θα συμφωνήσουν, όπως επίσης θα συγκατανεύσουν και με το θεώρημα που θα μπορούσε να λέει ότι: ‘’Ο Θεός μας έδωσε το μυαλό και βάσει αυτού ο καθένας πορεύεται. Κρίνει και κρίνεται από τις πράξεις του…’’
Αλήθεια τι σωστότερον αυτού;
Το πλέον εγωιστικό πράγμα που θα μπορούσαμε να κάνουμε είναι να θεωρήσουμε τον εαυτό μας ως το κέντρο του κόσμου. Τη γη εν προκειμένω.
Βεβαίως το είδος αυτό του εγωκεντρισμού δεν έλειψε από την ιστορία…
Προοδεύσαμε όμως.
Από το 300 π.χ. περίπου ο Αρίσταρχος από τη Σάμο πρότεινε …τον ήλιο ως το κέντρο του σύμπαντος (ηλιοκεντρικό) αργότερα κάποιοι άλλοι το ηλιακό μας σύστημα στο σύνολό του και φτάσαμε σήμερα εδώ να γνωρίζουμε ότι απλά το σύμπαν ‘’αγνοεί’’ την ύπαρξή μας και πως τίποτα πλην των ιδεών μας και της …σελήνης δεν περιστρέφεται γύρω από εμάς. Τίποτα απολύτως. Όλα τα υπόλοιπα που το κάνουν έχουν μια τυχαία ...περιοδικότητα το μέγεθος της οποίας προσπερνάει κατά πολύ τον θαυμασμό μας.
Πάει καλά, λέμε να τα καταφέρουμε και μόνοι μας.
Κατόπιν αυτών, μαζί με το κορμί μας έχουμε και τις ιδέες μας. Δικά μας αμφότερα και το σύμπαν μπορεί να πάει σύμφωνα με πολλούς από εκεί που ήρθε. Τις λύσεις θα τις δώσουμε μονάχοι μας.
Μονάχοι μας, ναι, αλλά πριν το κάνουμε θα πρέπει να συμφωνήσουμε. Ωραία να συμφωνήσουμε.
-Αμ δε!
-Αμ δε;
-Ναι. Αμ δε που θα το κάνουμε.
Παύουμε λοιπόν το ωραία, που είναι μία λέξη η οποία δεν είναι καθόλου ''ωραία'' διότι δεν πρόκειται όπως συμφωνήσαμε να συμφωνήσουμε.
Πάει καλά και το δεύτερο. Κατανοητό και αυτό αλλά δεν ανησυχούμε διότι στις δημοκρατίες όπως ξέρουμε δεν υπάρχουν αδιέξοδα, αλλά λέω τώρα, αφού δεν υπάρχουν σε αυτές που μετράει η γνώμη όλων, πώς θα μπορούσαν να υπάρξουν στις τυραννίες όπου η γνώμη του ενός αρκεί. Θα έπρεπε ο ένας αυτός να μάλωνε με τον εαυτό του για να μην ισχύει... Να διαφωνούσε με τη γνώμη του. Σωστό και αυτό.
Άρα γενικώς δεν υπάρχουν αδιέξοδα γενικώς στην ελεύθερη βούληση, υπάρχουν μονάχα δεσμευμένες βουλήσεις. Και αυτό μοιάζει σωστό. Δεν μοιάζει; Βουλήσεις δηλαδή που δεν καταφέρνουν να δουν πέρα από τις ίδιες θεωρήσεις. Πολλά τα παραδείγματα.
Πάει -και πάλι- καλά.
-Θα κάνουμε συνάξεις να τα βρούμε μεταξύ οι λιγότεροι
-Να τις κάνουμε.
-Εμείς από εδώ και εσείς από εκεί.
-Όπως θέλετε.
Στην Αμερική αυτοί, στην Ευρώπη εμείς, στη Ασία κάποιοι υπόλοιποι, και όπου αλλού θέλει και κάποιοι άλλοι δεν θα σκάσουμε τώρα…
-Εμάς εδώ μας γέννησε ο Θεός
-Κι εμάς από εκεί, αυτός μας γέννησε.
-Ναι, αλλά ο δικός μας έχει τις καλύτερες προθέσεις…
-Και ποιες να είναι αυτές;
Εκείνες που σέβεται το κάθε έθνος χωριστά. Εκείνες στις οποίες υποκλίνεται η βαθύτερη γνώση και το ηθικό ''πρέπει'' του εκάστοτε πολιτισμού τής κάθε κουλτούρας. Τα καλά που εξυπηρετούν ακόμα και τις πολιτικές του (διότι μέσω αυτών θα υπάρξει ασφαλές το δόγμα) Απαιτείται λοιπόν άρρηκτη συνεργασία (ξεφεύγουμε όμως...)
Επανερχόμεθα.
-Ο δικός λέγεται Χριστός.
-Ο δικός μας Αλλάχ.
-Στον δικό μας –λέει ο τρίτος- δεν έχουμε δώσει ακόμα όνομα.
Ο τελευταίος κρατάει πισινή. Πονηρός ων επιφυλάσσεται… Θα δει, μας λέει.
-Μα οι θρησκείες έχουν καταθέσει τις απόψεις τους εδώ και χιλιάδες χρόνια.
-Και πόσα χρόνια υπάρχει η γη; Μας ρωτάει.
-Πριν 4,5 δις χρόνια. Του απαντάμε.
-Αργήσατε. Πολύ αργήσατε. Ομοίως και εγώ, αλλά εάν σκεφτείτε τις μερικές χιλιάδες χρόνια που έχετε κατά νου τη γνώμη σας, θα δείτε ότι σε συμπαντικό χρόνο σχεδόν ακόμα δεν υφίστασθε… Επιφυλάσσομαι λοιπόν και δικαίως το πράττω. Πολλά αλλάζουν...
Τι κουβέντα ήταν αυτή!
Σύσσωμοι, ορθοί. Με χέρια απλωμένα να δικαιούμεθα φωνές, ύβρεις και σε κάποιες περιπτώσεις κατάρες (εάν ήταν παρούσα η Λουκά). Βοή.
Κατόπιν αυτών κάποιος επιστήμων επέμεινε ότι η γη δεν έχει αυτή την ηλικία η οποία της προδίδεται διότι η μέτρηση με την οποία επετεύχθη το αποτέλεσμα είναι εσφαλμένο...
Ελπίδες.
Προσδιόρισε λοιπόν την ηλικία της με τέτοιο τρόπο (επιστημονικό) που δικαιολογούσε την καθυστέρηση της ανάπτυξης της θεωρίας μας. Πολύ βολικό. Γιατί να πιστέψουμε τον άλλον και όχι αυτόν που μας εξυπηρετεί κιόλας! Την ώρα που μπορούμε να το στηρίξουμε; (από επιχειρήματα να φάνε και οι κότες. Ο λόγος τους, στο λόγο μας). Οι πιθανότητες να λαθεύουν οι θεωρίες -εάν κρατήσουμε ίσες αποστάσεις είναι οι αυτές...
Ησυχάσαμε.
Κάναμε τον σταυρό μας εμείς και λίγο μακριά μας προσκύνησαν κάποιοι μωαμεθανοί. Ομοίως πιστοί με εμάς, να μην πω και χειρότεροι (με την έννοια του καλού ασφαλώς)…
Ησυχασμένοι όλοι μια και είχαμε το πάτημα της μη ανατροπής. Τη δικαιολογία- μεστό επιχείρημα, που κρατάει ζωντανή τη φυτεμένη μας ιδέα.
Δεν πέρασαν μερικές ημέρες (από κάποτε) και ανέτειλε κάποια άλλη θεωρία. Κάποιοι Ιαχωβάδες ξετρελάθηκαν. Τους βόλευε λέει. Αποδείκνυε όλα εκείνα που ωρυόταν χρόνια τώρα και όλοι της γης οι πλανεμένοι απαξιούσαν…
Τους είδαμε ως ήταν φυσικό με την απαξίωση που κοιτούσαν και αυτοί εμάς. Τους είπαμε πλανεμένους και μας απάντησαν πως πράγματι ήμασταν εμείς!
Διάολε να μην μπορούμε να τους πείσουμε ότι η μόνη αλήθεια είναι με το μέρος το δικό μας…
Τα χρόνια περνούσαν και η Βαβέλ μεγάλωνε. Διογκωνόταν και γέμιζε από ανθρώπους όπου γνώριζαν τη μόνη αλήθεια. Τη δική τους αλήθεια! Τη βολική των γονιών τους; Ίσως αυτή. Δεν είναι κακό. Σε κάποια θα πίστευαν άλλωστε, μια και το αποζητούσε η ‘’ανάγκη τους’’. Εκείνη των πολλών...
Απαίτηση ήταν λοιπόν! Της ψυχής ίσως, το ''φως'' η απάντηση, που έπαυε το φόβο της ερώτησης... Η ανάγκη-απαίτηση όταν εξυπηρετείται με τρόπο που δεν βλάπτει τον διπλανό, καλά κάνει και εξυπηρετείται. Όλα να λέμε και να συμφωνούμε κιόλας.
Ωραίααα.
Ο καθένας με τα πιστεύω του λοιπόν, τα οποία τείνουν γίνουν περισσότερα από εμάς τους ίδιους, (διότι κάποιοι αμφιταλαντεύονται μεταξύ δύο καλών!) αλλά ούτε και αυτό είναι κακό. Είπαμε ελευθερία.
Από την άλλη μεριά κάποιοι άλλοι κρατούν ακόμα πισινές. Δείχνουν άπιστοι με την καλύτεροι των εννοιών. Είναι κάποιοι από εκείνους τους φυσικούς λένε…
Επιμένουν ότι τελικά δεν χρειάστηκε το χέρι κανενός Θεού να φτιάξει όλα αυτά που υπάρχουν, αλλά επειδή από κάπου φαντάζει λογικό να ξεπήδησαν, μιλάνε για μία νέα θεωρία η οποία -λέει- από το έκαναν από το μηδέν. Υπάρχει τρόπος να παραχθεί ύλη -λένε- από το ...τίποτα. Άκουσον- άκουσον. Επιμένουν ότι από το σημείο του απόλυτου, τού φιλοσοφικού ‘’μηδέν’’ όπου ο χρόνος συστρέφεται και γυρίζει προς τα μέσα συμβαίνει μια ατυχία στην απόλυτη τυχαιότητα και ξεπηδάει ο χρόνος δημιουργώντας ύλη*. Θετική ενέργεια και αντίστοιχα κάπου αλλού αρνητική, το σύνολο πάλι μηδέν!
*Αναφέρω στην τύχη μία θεωρία η οποία προσφάτως επεξεργάζεται (η επεξεργασία από την βεβαιότητα ασφαλώς και απέχει)
Τρελός!
Μπορεί, γιατί να μην μπορεί να είναι; Τρελός εννοώ.
-Μπορεί και όχι ,απαντά άλλος.
Το ότι από κάποιο σημείο και μετά παύει να ισχύει η φυσική όπως τη γνωρίζουμε μπορούμε να το υποθέσουμε, τα άλλα όμως όχι. Όχι, την ώρα όπου υπάρχουν οι γραφές τα ευαγγέλια, το κοράνι κ.ά. που εξηγούν τα πάντα. Όχι, την ώρα όπου ένα ολάκερο σύστημα κουμαντάρει δισεκατομμύρια δεκτικές ψυχές.
-Και κερδίζει.
Κερδίζει; Φθηνό το επιχείρημα αλλά δεν κοιτούσε-εννοούσε (το επιχείρημα) το κέρδος με την όψη του χρήματος, αλλά με την λοξή ματιά, εκείνη την άλλη της επιρροής(!). Πάει καλά όμως, αφού δεν αρέσει ας το αποσύρουμε. Μιλάμε για δόξες και για κατοχές των ''απόλυτων γνώσεων'' μια άλλη φορά.
Συνεχίζουμε λοιπόν λέγοντας ότι δεν μπορούν να εκφέρονται όμοιες κουβέντες την ίδια ώρα όπου εξ’ αποκαλύψεως υποχρεούμεθα πίστη.
-Μπαρντόν; Τι θα πει εξ’ αποκαλύψεως;
Εκείνος ο τρισάθλιος ο οποίος εξ αρχής επιφυλασσόταν (μη παραδεχόμενος κάποιο δόγμα) επιμένει ότι ο ανατρέχων στις αρχές της όποιας θρησκείας θα βρεθεί εμπρός σε ένα ερώτημα αναπάντητο, στο οποίο πάντοτε αναφέρεται-καλύπτει (το κάθε δόγμα) με τρόπο υπερβατικό:
-Διότι -επιμένει- έτσι μεταφέρθηκε η αλήθεια από τον Θεό στον άνθρωπο. Η μόνη αλήθεια! Απόδειξη και πάλι οι γραφές, οι προφήτες, τα οράματα (και προς απόδειξη τούτων …προστρέχουν και κάποια θαύματα). Υπάρχει δηλαδή σε κάθε θρησκευτική θεωρία η εξ’ αποκαλύψεως πίστη!
Η πίστη βεβαίως επ’ ουδενί σημαίνει γνώση. Εάν γνωρίζαμε δεν θα πιστεύαμε, διότι θα ξέραμε! Πιστεύει κάποιος εκείνο το οποίο φαντάζεται ως αληθές πεπεισμένος των επιχειρημάτων των οποίων μετέρχεται (το οτιδήποτε). Το οποίο ‘’οτιδήποτε’’, επιστρατεύει τα μύρια όσα. Θεμιτό από κάποια θεώρηση, από το δικαίωμα του καθενός να υπερασπίζεται τις απόψεις του με τα μέσα που επιθυμεί.
Πάει καλά.
Εδώ όμως ενσκήπτει ένα ζήτημα.
Αφ’ στιγμής δεν υπάρχουν παρά μόνον ενδείξεις τότε και δικαιούμαι αλλά και οφείλω (εάν επιθυμώ) να επιλέξω την πίστη μου. Την όποια πίστη μου ή την απιστία μου.
Τέλειο! Αυτό μου φαντάζει υπέροχο. (γουστάρω να γίνω Βουδιστής μια και έλκει το τάδε του επιχείρημα ή χριστιανός ή κάτι άλλο δικό μου ή και τίποτα, εάν θεωρώ ότι κάτι από αυτά δεν συμβαίνει και κανείς μη ιδιοτελής δεν θα μπορεί να μου προσάψει το παραμικρό λάθος στην απόφασή μου)
Εάν υπήρχαν αποδείξεις, δεν θα χρειαζόταν να πιστεύουμε, θα γνωρίζαμε. Εάν λοιπόν γνώριζε έστω και ένας, θα μπορούσε να μας μεταδώσει την αποδεδειγμένη του γνώση και τότε όλοι θα μαθαίναμε με απλά μαθηματικά και το σωστό και το λάθος.
Μία θρησκεία θα υπήρχε, όχι δεύτερη διότι θα ήταν άνευ συζητήσεως καθώς (η μία) απολύτως αποδεδειγμένη!).
Μία γνώση (όχι πίστη) με όμοιους νόμους-απαγορεύσεις. (θέμα προς τεράστια συζήτηση. Νόμος=απαγόρευση)
Όταν μάθει κάποιος, παύει να πιστεύει-θεωρεί, διότι η πίστη φαντάζει ελάχιστη επάνω στη γνώση. Δείχνει αίολη, πιθανή, εικασία περιφερόμενη. Η εικοτολογία υπολείπεται της γνώσης χιλιάδες μίλια. Το μέγεθος της πίστης του κάθε ενός, αφορά καθαρά αυτόν τον ίδιο και μόνο αυτόν, καθώς το μέγεθός της έγκειται αποκλειστικά και μόνον στη θέλησή του και όχι σε αντικειμενικά παραδεκτούς παράγοντες.
Λογικό.
Πιστεύω λοιπόν σε μια ανώτερη δύναμη ή όχι. Το κάνω επειδή θέλω να το κάνω και μόνο για αυτό. Επιλέγω τον Θεό που θέλω ή που μου πρότειναν-έπεισαν για καλό, καλύτερο από τους άλλους υπάρχοντες-προτεινόμενους, ως άριστο έχοντας γνώση απτή ότι εξυπηρετώ μία ανθρώπινη ανάγκη μου γνωρίζοντας ότι οι πιθανότητες ύπαρξης του Θεού είναι όμοιες και περί της μη υπάρξεώς του.
Βεβαίως πίσω από την γνώση της αμφίβολης ύπαρξης του Θείου πώς μπορεί να υπάρξει η άδολη πίστη-παραδοχή του από τον οποιοδήποτε ορθά σκεπτόμενο. Πώς μπορεί να εδραιωθεί η παραδοχή (του αμφίβολου) χωρίς να υπάρχει μέσα της η δόλια ματιά στα μεταθανάτια οφέλη… Απλά δεν γίνεται.
Για αυτό το λόγο οι πίστεις γυρεύουν την απολυτότητα. Το άσπρο και το μαύρο. Τίποτα έξω από αυτό. Ή πιστεύει κάποιος το σύνολο του δόγματος ή είναι απορριπτέος. ‘’Τους χλιαρούς θα τους εμμέσω…’’
Η αμφιβολία, συνιστά εχθρό. Η λέξη Μεσαίωνας θυμίζει κάτι; Φανταστείτε ότι είναι ελάχιστα χρόνια (στο σύνολο) πίσω. Ελάχιστα!
Αντιλαμβάνομαι τις διαφοροποιήσεις πολλών, όμως πέρα από αυτές (άπασες θεμιτές-σεβαστές) όλοι μας οφείλουμε να έχουμε στο πίσω μέρος του μυαλού μας το ενδεχόμενο του λάθους μας. Η άκρατη πίστη δεν είναι επιχείρημα, ομοίως και η απόλυτη απιστία.
Θεοκρατικές απόψεις επιμένουν ότι ο κόσμος ερμηνεύεται μέσα από την θρησκεία, ότι ολόκληρο το σύμπαν εμπεριέχεται μέσα σε αυτήν μια και προήλθε από τον Θεό. Οι υπόλοιπες, ότι η θρησκεία εμπεριέχεται στο κόσμο, ότι είναι δημιούργημα του ανθρώπου που πρέπει να εξετάζεται ως τέτοιο, έξω την ουσία τού κάθε δόγματος, προς αυτό.
Τα πάντα οφείλουν να τίθενται επί τάπητος κάθε, ώστε ο καθένας να επιλέγει-αναθεωρεί (εάν το καταφέρει) το αρεστό της ψυχής του δίχως φόβο και δίχως πάθος.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου