ΛΥΣ 15.1–12
Επίθεση στους υπερασπιστές του κατηγορούμενου – Ανάγκη για δίκαιη απόφαση των δικαστών
Ο κατήγορος του Αλκιβιάδη επανέρχεται στην τριτολογία αυτή και τον κατηγορεί ότι αποφεύγοντας να καταταγεί ως οπλίτης διέπραξε το αδίκημα της ἀστρατείας.
[1] Ἐγὼ μέν, ὦ ἄνδρες δικασταί, καὶ ὑμᾶς αἰτοῦμαι τὰ
δίκαια ψηφίσασθαι, καὶ τῶν στρατηγῶν δέομαι, ἐπεὶ καὶ
ἐν τῇ ἄλλῃ ἀρχῇ πολλοῦ ἄξιοι τῇ πόλει γεγόνασι, καὶ
τῶν τῆς ἀστρατείας γραφῶν κοινοὺς εἶναι τῷ τε διώκον-
τι καὶ τῷ φεύγοντι, καὶ μὴ βοηθοῦντας ᾧ ἂν βούλωνται
πᾶσαν προθυμίαν ἔχειν παρὰ τὸ δίκαιον ὑμᾶς ψηφίσασθαι,
[2] ἐνθυμουμένους ὅτι σφόδρ’ ἂν ἠγανακτεῖτε, εἰ <ἐν> τῇ
ὑμετέρᾳ δοκιμασίᾳ οἱ θεσμοθέται ἀναβάντες ὑμῶν ἐδέοντο
καταψηφίσασθαι, ἡγούμενοι δεινὸν εἶναι εἰ οἱ τιθέντες
τὸν ἀγῶνα καὶ τὴν ψῆφον διδόντες παρακελεύσονται τῶν
μὲν μὴ <καταψηφίζεσθαι τῶν δὲ> καταψηφίζεσθαι.
[3] τί δ’ ἂν αἴσχιον ἔθος ἢ δεινότερον πρᾶγμα τούτου <ἐν>
τῇ πόλει γένοιτο, εἰ τολμήσει ὁ μὲν ἄρχων ἐν ταῖς τῶν
ἐπικλήρων δίκαις ἀντιβολεῖν καὶ ἱκετεύειν τοὺς δικαστὰς
ὅ τι ἂν βούληται πραχθῆναι, ὁ δὲ πολέμαρχος καὶ οἱ ἕνδεκα
δεήσονται ἐν ταῖς δίκαις ταῖς ὑφ’ ἑαυτῶν εἰσαγομέναις,
ὥσπερ καὶ νῦν; [4] χρὴ τοίνυν καὶ ὑπὲρ ὑμῶν αὐτῶν τὴν αὐτὴν
γνώμην ἔχειν, ἐνθυμουμένους ὅτι οὐδὲν διοίσει ὑμᾶς ἰδίᾳ
περὶ τῆς ἀστρατείας βοηθεῖν, ἢ τούτων τινὰς δεῖσθαι αὐτοὺς
τὴν ψῆφον διδόντας. [5] σκέψασθε δέ, ὦ ἄνδρες δικασταί, ἐὰν
ἱκανὸν γένηται τεκμήριον ὅτι οὐδείς πω τῶν ἀρχόντων ἐν
τῷ στρατοπέδῳ Ἀλκιβιάδῃ ἦν παρεσκευασμένος. ἐχρῆν
γὰρ αὐτούς, εἴπερ ἀληθῆ λέγουσιν, ἀνακαλεῖν μὲν Πάμ-
φιλον, ὅτι ἀφαιρῶν τὸν ἵππον ἱππέως ἀπεστέρει τὴν πόλιν,
ἐπιβάλλειν δὲ τῷ φυλάρχῳ, ὅτι ἐξελαύνων Ἀλκιβιάδην
ἐκ τῆς φυλῆς ἄκυρον ἐποίει τὴν τούτων τάξιν, κελεύειν
δὲ τὸν ταξίαρχον ἐξαλείφειν αὐτὸν ἐκ τοῦ τῶν ὁπλιτῶν
καταλόγου. [6] νῦν δὲ τούτων οὐδὲν ἐποίησαν, ἀλλ’ ἐν μὲν
τῷ στρατοπέδῳ περιεώρων αὐτὸν ὑπὸ πάντων προπηλα-
κιζόμενον κἀν τοῖς ἱπποτοξόταις ἱππεύοντα, ἐπειδὴ δὲ
ὑμᾶς δεῖ παρὰ τῶν ἀδικούντων δίκην λαμβάνειν, χαριζό-
μενοι μαρτυροῦσιν ὑφ’ ἑαυτῶν αὐτὸν τετάχθαι. καίτοι δει-
νόν, ὦ ἄνδρες δικασταί, αὐτοὺς μὲν τοὺς στρατηγοὺς ὑπὸ
τοῦ δήμου χειροτονηθέντας μὴ ἂν τολμῆσαι πρότερον ἡμῶν
ἡγήσασθαι, ἕως [ἂν] ἐδοκιμάσθησαν κατὰ τοὺς νόμους, Ἀλκι-
βιάδην δὲ τολμᾶν παρὰ τοὺς τῆς πόλεως νόμους ὑπ’ αὐτῶν
ταχθῆναι. [7] δεινὸν δέ μοι δοκεῖ εἶναι, ὦ ἄνδρες δικασταί,
εἰ τῶν μὲν δεδοκιμασμένων ἱππέων οὐκ ἐπὶ τούτοις ἐστὶν
ὅντινα βούλονται αὐτοὶ εἰς τοὺς ὁπλίτας καταλέξαι, τῶν
δὲ ὁπλιτῶν ἀδοκιμάστων ὄντων ἐπὶ τούτοις ἔσται ὅντιν’
ἂν βούλωνται ἱππεύειν. [8] εἰ μὲν τοίνυν, ὦ ἄνδρες δικασταί,
ὄντες κύριοι πολλῶν βουλομένων μηδένα τῶν ἄλλων ἱπ-
πεύειν εἴασαν, οὐκ ἂν δικαίως χαρίζοισθε αὐτοῖς· εἰ δ’ ἄκυ-
ροι ὄντες ὁμολογήσουσι τάξαι, ἐνθυμεῖσθαι χρὴ ὅτι ὀμω-
μόκατε τὰ δίκαια γνώσεσθαι, ἀλλ’ οὐχ ὅ τι ἂν οὗτοι κε-
λεύωσι ψηφιεῖσθαι, ὥστε οὐδένα χρὴ τῶν δεομένων περὶ
πλείονος ὑμῶν αὐτῶν καὶ τῶν ὅρκων ποιεῖσθαι. [9] καὶ μὲν
δή, ὦ ἄνδρες δικασταί, εἴ τῳ δοκεῖ μεγάλη ἡ ζημία εἶναι
καὶ λίαν ἰσχυρὸς ὁ νόμος, μεμνῆσθαι χρὴ ὅτι οὐ νομοθε-
τήσοντες περὶ αὐτῶν ἥκετε, ἀλλὰ κατὰ τοὺς κειμένους νό-
μους ψηφιούμενοι, οὐδὲ τοὺς ἀδικοῦντας ἐλεήσοντες, ἀλλὰ
πολὺ μᾶλλον αὐτοῖς ὀργιούμενοι καὶ ὅλῃ τῇ πόλει βοηθή-
σοντες, εὖ εἰδότες ὅτι ὑπὲρ τῶν παρεληλυθότων ὀλίγους
τιμωρησάμενοι πολλοὺς ποιήσετε κοσμιωτέρους ἐν τοῖς
μέλλουσι κινδυνεύειν. [10] χρὴ δέ, ὦ ἄνδρες δικασταί, ὥσπερ
οὗτος ἀμελήσας τῆς πόλεως τὴν αὑτοῦ σωτηρίαν ἐσκέ-
ψατο, οὕτως ὑμᾶς ἀμελήσαντας τούτου τῇ πόλει τὰ βέλ-
τιστα ψηφίσασθαι, ἄλλως τε καὶ ὅρκους ὀμωμοκότας καὶ
περὶ Ἀλκιβιάδου μέλλοντας ψηφίσασθαι, ὃς ἐὰν ὑμᾶς
ἐξαπατήσῃ, καταγελῶν τῆς πόλεως ἄπεισιν· οὐ γὰρ δὴ
χάριν γε ὑμῖν ἀποδώσει τῇ ψήφῳ κρύβδην εὖ παθών,
ὃς τῶν φίλων τοὺς φανερῶς αὐτὸν εὖ ποιήσαντας κα-
κῶς ποιεῖ. [11] ὑμεῖς οὖν, ὦ ἄνδρες δικασταί, τὰς τούτων δεή-
σεις περὶ ἐλάττονος <τῶν νόμων> ποιησάμενοι τὰ δίκαια
ψηφίσασθε. ἀποδέδεικται δὲ καταλεγεὶς εἰς τοὺς ὁπλί-
τας καὶ λιπὼν τὴν τάξιν καὶ τῶν νόμων κωλυόντων
ἀδοκίμαστος ἱππεύσας, καὶ περὶ ὧν οἱ νόμοι διαρρήδην
οὔτε στρατηγὸν οὔτε ἵππαρχον οὔτε ἄλλον οὐδένα κυ-
ριώτερον ἐκείνων ἀποδεικνύουσι, περὶ τούτων ἰδιώτης ὢν
τὴν ἐξουσίαν αὑτῷ δεδωκώς. [12] ἐγὼ μὲν οὖν καὶ φίλῳ
ὄντι Ἀρχεστρατίδῃ βοηθῶν, καὶ Ἀλκιβιάδην ἐχθρὸν ὄντα
ἐμαυτοῦ τιμωρούμενος, δέομαι τὰ δίκαια ψηφίσασθαι·
ὑμᾶς δὲ χρὴ τὴν αὐτὴν γνώμην ἔχοντας τὴν ψῆφον φέ-
ρειν, ἥνπερ ὅτε ᾤεσθε πρὸς τοὺς πολεμίους διακινδυ-
νεύσειν.
***
Εγώ μεν, κύριοι δικασταί, και σας παρακαλώ τα δίκαια να ψηφίσετε, και τους στρατηγούς ικετεύω, αφού και εις πάσαν άλλην εξουσίαν, την οποίαν διεχειρίσθησαν, εφάνησαν πολλού λόγου άξιοι εις την πόλιν, να είναι αμερόληπτοι και εις τας περί αποφυγής της στρατιωτικής υπηρεσίας μηνύσεις και διά τον μηνυτήν και διά τον μηνυόμενον, και να μη δεικνύουν πάσαν προθυμίαν να ψηφίσετε σεις παρά το δίκαιον με το να βοηθούν οιονδήποτε, διότι σεις οι στρατηγοί θα εστενοχωρείσθε υπερβολικά, εάν οι θεσμοθέται, κατά την εποχήν που εγίνετο η νόμιμος έρευνα, εάν είχετε τα απαιτούμενα προσόντα, αναβάντες εις το βήμα παρεκάλουν τους δικαστάς να σας καταψηφίσουν, διότι θα ενομίζατε ότι είναι φοβερόν, εάν οι πρόεδροι των δικαστηρίων και επιβλέποντες την ψηφοφορίαν θα παρακαλούσαν άλλους μεν να αθωώνετε, άλλους δε να καταδικάζετε. Ποία δε ασχημοτέρα συνήθεια ή ποίον φοβερώτερον πράγμα από τούτο ημπορεί να συμβή εις την πόλιν, εάν δηλαδή θα τολμήση ο επώνυμος άρχων εις τας δίκας των κληρονόμων περιουσίας να παρακαλή και να ικετεύη τους δικαστάς να πράξουν ό,τι αυτός θέλει, εάν δε ο πολέμαρχος και οι θεσμοθέται αναβάντες εις το βήμα εις τας υπ' αυτών προεδρευομένας δίκας θα παρακαλέσουν τους δικαστάς να πράξουν ό,τι αυτοί επιθυμούν; Πρέπει λοιπόν ομοίως και διά τον εαυτόν σας να σκέπτεσθε, έχοντες υπ' όψιν σας ότι ουδεμίαν θα έχη διαφοράν σεις μεροληπτικώς, καθώς τώρα, να βοηθήτε τους παραβάτας των περί αποφυγής της στρατιωτικής υπηρεσίας νόμων, από του να παρακαλέσετε μερικούς από τους δικαστάς (να ψηφίσουν ό,τι σεις θέλετε), αφού και σεις (όπως και οι πρόεδροι των άλλων δικαστηρίων) θέτετε το ζήτημα εις ψηφοφορίαν. Σκεφθήτε δε, κύριοι δικασταί, εάν σας φαίνεται ότι είναι αρκετή απόδειξις ότι ουδείς από τους στρατηγούς ήτο ακόμη διατεθειμένος να βοηθή τον Αλκιβιάδην εις το στρατόπεδον. Διότι έπρεπε αυτοί (οι στρατηγοί), εάν λέγουν την αλήθειαν, να διατάξουν τον ίππαρχον Πάμφιλον να καλέση (τον Αλκιβιάδην) και να τον αποκαταστήση εις την θέσιν του, διότι αφαιρέσας τον ίππον αυτού εστέρει ενός ιππέως την πόλιν, να επιβάλλουν πρόστιμον δε εις τον φύλαρχον, διότι εκδιώκων τον Αλκιβιάδην από τους ιππείς της φυλής του ηκύρωνε την διαταγήν αυτών, να διατάξουν δε τον αρχηγόν των οπλιτών της φυλής του Αλκιβιάδου να τον σβύση από τον κατάλογον των οπλιτών. Τότε όμως ουδέν εκ τούτων οι στρατηγοί έπραξαν, αλλά εις μεν το στρατόπεδον άφηναν αυτόν να εξευτελίζεται υπό πάντων, και να υπηρετή ως ιππεύς εις το σώμα των ιπποτοξοτών, όταν δε πρέπει σεις να τιμωρήτε τους αδικούντας, τότε χαριζόμενοι εις αυτόν βεβαιώνουν ότι αυτοί τον έταξαν. Και βέβαια είναι φοβερόν, κύριοι δικασταί, αυτοί οι στρατηγοί εκλεγέντες υπό του λαού να μη τολμούν να άρχουν ημών, προτού υποστούν την νόμιμον δοκιμασίαν ενώπιον των αρμοδίων αρχόντων, να τολμούν δε να μαρτυρούν ότι ο Αλκιβιάδης παρά τους νόμους ετάχθη υπ' αυτών (εις τους ιπποτοξότας). Μου φαίνεται δε, κύριοι δικασταί, ότι είναι φοβερόν, εάν από τους δεδοκιμασμένους μεν ιππείς δεν έχουν την εξουσίαν (οι στρατηγοί) να κατατάξουν εις τους οπλίτας όποιον θέλουν, από τους αδοκιμάστους δε οπλίτας θα έχουν την εξουσίαν να διατάσσουν να υπηρετή εις το ιππικόν, όποιον αυτοί θέλουν. Εάν μεν λοιπόν, κύριοι δικασταί, έχοντες εξουσίαν (οι στρατηγοί να κατατάσσουν εις όποιον σώμα θέλουν) δεν επέτρεψαν να υπηρετήση εις το ιππικόν ουδείς από τους πολλούς άλλους τους επιθυμούντας να υπηρετήσουν, δεν ήτο δίκαιον να χαρίζωνται εις αυτόν· εάν δε, ενώ δεν είχον δικαίωμα να το πράξουν, ομολογούν ότι τον κατέταξαν εις το ιππικόν, πρέπει να έχετε υπ' όψιν σας ότι έχετε ορκισθή να ψηφίσετε σύμφωνα με το δίκαιον, και δεν θα ψηφίσετε, ό,τι ούτοι (οι στρατηγοί) σας διατάσσουν να ψηφίσετε, ώστε κανένα από τους παρακαλούντας υμάς δεν πρέπει να θεωρήσετε ανώτερον των όρκων, που εδώσατε, και της ευσυνειδησίας σας. Και βέβαια, κύριοι δικασταί, εάν κανείς φρονεί ότι η τιμωρία είναι μεγάλη, και ο νόμος λίαν αυστηρός, πρέπει να έχετε υπ' όψιν σας, ότι δεν ήλθετε εδώ διά να νομοθετήσετε περί τούτων των πραγμάτων, αλλά διά να εφαρμόσετε τους κειμένους νόμους, ουδέ διά να ευσπλαγχνισθήτε τους αδικούντας, αλλά τουναντίον οργιζόμενοι εναντίον αυτών να βοηθήσετε ολόκληρον την πόλιν, με την πεποίθησιν ότι τιμωρούντες ολίγους διά τα εις το παρελθόν εγκλήματά τους θα κάμετε πολλούς εις το μέλλον κοσμιωτέρους και προθυμοτέρους να κινδυνεύουν. Πρέπει δε, κύριοι δικασταί, καθώς ούτος αδιαφορήσας διά την πόλιν εσκέφθη μόνον διά την σωτηρίαν του, τοιουτοτρόπως και σεις αδιαφορήσαντες διά τούτον να ψηφίσετε εκείνο, που απαιτεί το συμφέρον της πόλεως, και μάλιστα αφού και όρκον έχετε δώσει, και περί του Αλκιβιάδου πρόκειται να ψηφίσετε, ο οποίος, εάν σας εξαπατήση και τον αθωώσετε, θα απέλθη του δικαστηρίου χλευάζων υμάς· διότι ουδεμίαν ασφαλώς χάριν θα σας γνωρίζη διά την κρυφίως διδομένην ψήφον σας, εάν ευεργετηθή υφ' υμών εκείνος, ο οποίος βλάπτει τους φανερώς ευεργετήσαντες αυτόν φίλους του. Σεις λοιπόν, κύριοι δικασταί, μη λαμβάνοντες υπ' όψιν τας παρακλήσεις τούτων, να ψηφίσετε το δίκαιον. Έχει αποδειχθή δε ότι καταταγείς εις τους οπλίτας εγκατέλιπε την τάξιν, και ότι υπηρέτησεν εις το ιππικόν άνευ της νομίμου δοκιμασίας παρά την απαγόρευσιν του νόμου, και ότι, στα όσα οι νόμοι ωρισμένως ούτε στρατηγόν ούτε ίππαρχον, ούτε ουδένα άλλον ανώτερόν τους παραδέχονται, αυτός απλώς ων οπλίτης ιδιοποιήθη την περί τούτων εξουσίαν. Εγώ μεν λοιπόν βοηθών τον φίλον μου Αρχεστρατίδην και εκδικούμενος τον εχθρόν μου Αλκιβιάδην σας παρακαλώ να ψηφίσετε το δίκαιον. Πρέπει δε να ψηφίσετε έχοντες την ιδίαν γνώμην, την οποίαν είχετε, ότε ενομίζετε ότι διετρέχετε κίνδυνον πολεμούντες εναντίον των εχθρών.
Εγώ μεν, κύριοι δικασταί, και σας παρακαλώ τα δίκαια να ψηφίσετε, και τους στρατηγούς ικετεύω, αφού και εις πάσαν άλλην εξουσίαν, την οποίαν διεχειρίσθησαν, εφάνησαν πολλού λόγου άξιοι εις την πόλιν, να είναι αμερόληπτοι και εις τας περί αποφυγής της στρατιωτικής υπηρεσίας μηνύσεις και διά τον μηνυτήν και διά τον μηνυόμενον, και να μη δεικνύουν πάσαν προθυμίαν να ψηφίσετε σεις παρά το δίκαιον με το να βοηθούν οιονδήποτε, διότι σεις οι στρατηγοί θα εστενοχωρείσθε υπερβολικά, εάν οι θεσμοθέται, κατά την εποχήν που εγίνετο η νόμιμος έρευνα, εάν είχετε τα απαιτούμενα προσόντα, αναβάντες εις το βήμα παρεκάλουν τους δικαστάς να σας καταψηφίσουν, διότι θα ενομίζατε ότι είναι φοβερόν, εάν οι πρόεδροι των δικαστηρίων και επιβλέποντες την ψηφοφορίαν θα παρακαλούσαν άλλους μεν να αθωώνετε, άλλους δε να καταδικάζετε. Ποία δε ασχημοτέρα συνήθεια ή ποίον φοβερώτερον πράγμα από τούτο ημπορεί να συμβή εις την πόλιν, εάν δηλαδή θα τολμήση ο επώνυμος άρχων εις τας δίκας των κληρονόμων περιουσίας να παρακαλή και να ικετεύη τους δικαστάς να πράξουν ό,τι αυτός θέλει, εάν δε ο πολέμαρχος και οι θεσμοθέται αναβάντες εις το βήμα εις τας υπ' αυτών προεδρευομένας δίκας θα παρακαλέσουν τους δικαστάς να πράξουν ό,τι αυτοί επιθυμούν; Πρέπει λοιπόν ομοίως και διά τον εαυτόν σας να σκέπτεσθε, έχοντες υπ' όψιν σας ότι ουδεμίαν θα έχη διαφοράν σεις μεροληπτικώς, καθώς τώρα, να βοηθήτε τους παραβάτας των περί αποφυγής της στρατιωτικής υπηρεσίας νόμων, από του να παρακαλέσετε μερικούς από τους δικαστάς (να ψηφίσουν ό,τι σεις θέλετε), αφού και σεις (όπως και οι πρόεδροι των άλλων δικαστηρίων) θέτετε το ζήτημα εις ψηφοφορίαν. Σκεφθήτε δε, κύριοι δικασταί, εάν σας φαίνεται ότι είναι αρκετή απόδειξις ότι ουδείς από τους στρατηγούς ήτο ακόμη διατεθειμένος να βοηθή τον Αλκιβιάδην εις το στρατόπεδον. Διότι έπρεπε αυτοί (οι στρατηγοί), εάν λέγουν την αλήθειαν, να διατάξουν τον ίππαρχον Πάμφιλον να καλέση (τον Αλκιβιάδην) και να τον αποκαταστήση εις την θέσιν του, διότι αφαιρέσας τον ίππον αυτού εστέρει ενός ιππέως την πόλιν, να επιβάλλουν πρόστιμον δε εις τον φύλαρχον, διότι εκδιώκων τον Αλκιβιάδην από τους ιππείς της φυλής του ηκύρωνε την διαταγήν αυτών, να διατάξουν δε τον αρχηγόν των οπλιτών της φυλής του Αλκιβιάδου να τον σβύση από τον κατάλογον των οπλιτών. Τότε όμως ουδέν εκ τούτων οι στρατηγοί έπραξαν, αλλά εις μεν το στρατόπεδον άφηναν αυτόν να εξευτελίζεται υπό πάντων, και να υπηρετή ως ιππεύς εις το σώμα των ιπποτοξοτών, όταν δε πρέπει σεις να τιμωρήτε τους αδικούντας, τότε χαριζόμενοι εις αυτόν βεβαιώνουν ότι αυτοί τον έταξαν. Και βέβαια είναι φοβερόν, κύριοι δικασταί, αυτοί οι στρατηγοί εκλεγέντες υπό του λαού να μη τολμούν να άρχουν ημών, προτού υποστούν την νόμιμον δοκιμασίαν ενώπιον των αρμοδίων αρχόντων, να τολμούν δε να μαρτυρούν ότι ο Αλκιβιάδης παρά τους νόμους ετάχθη υπ' αυτών (εις τους ιπποτοξότας). Μου φαίνεται δε, κύριοι δικασταί, ότι είναι φοβερόν, εάν από τους δεδοκιμασμένους μεν ιππείς δεν έχουν την εξουσίαν (οι στρατηγοί) να κατατάξουν εις τους οπλίτας όποιον θέλουν, από τους αδοκιμάστους δε οπλίτας θα έχουν την εξουσίαν να διατάσσουν να υπηρετή εις το ιππικόν, όποιον αυτοί θέλουν. Εάν μεν λοιπόν, κύριοι δικασταί, έχοντες εξουσίαν (οι στρατηγοί να κατατάσσουν εις όποιον σώμα θέλουν) δεν επέτρεψαν να υπηρετήση εις το ιππικόν ουδείς από τους πολλούς άλλους τους επιθυμούντας να υπηρετήσουν, δεν ήτο δίκαιον να χαρίζωνται εις αυτόν· εάν δε, ενώ δεν είχον δικαίωμα να το πράξουν, ομολογούν ότι τον κατέταξαν εις το ιππικόν, πρέπει να έχετε υπ' όψιν σας ότι έχετε ορκισθή να ψηφίσετε σύμφωνα με το δίκαιον, και δεν θα ψηφίσετε, ό,τι ούτοι (οι στρατηγοί) σας διατάσσουν να ψηφίσετε, ώστε κανένα από τους παρακαλούντας υμάς δεν πρέπει να θεωρήσετε ανώτερον των όρκων, που εδώσατε, και της ευσυνειδησίας σας. Και βέβαια, κύριοι δικασταί, εάν κανείς φρονεί ότι η τιμωρία είναι μεγάλη, και ο νόμος λίαν αυστηρός, πρέπει να έχετε υπ' όψιν σας, ότι δεν ήλθετε εδώ διά να νομοθετήσετε περί τούτων των πραγμάτων, αλλά διά να εφαρμόσετε τους κειμένους νόμους, ουδέ διά να ευσπλαγχνισθήτε τους αδικούντας, αλλά τουναντίον οργιζόμενοι εναντίον αυτών να βοηθήσετε ολόκληρον την πόλιν, με την πεποίθησιν ότι τιμωρούντες ολίγους διά τα εις το παρελθόν εγκλήματά τους θα κάμετε πολλούς εις το μέλλον κοσμιωτέρους και προθυμοτέρους να κινδυνεύουν. Πρέπει δε, κύριοι δικασταί, καθώς ούτος αδιαφορήσας διά την πόλιν εσκέφθη μόνον διά την σωτηρίαν του, τοιουτοτρόπως και σεις αδιαφορήσαντες διά τούτον να ψηφίσετε εκείνο, που απαιτεί το συμφέρον της πόλεως, και μάλιστα αφού και όρκον έχετε δώσει, και περί του Αλκιβιάδου πρόκειται να ψηφίσετε, ο οποίος, εάν σας εξαπατήση και τον αθωώσετε, θα απέλθη του δικαστηρίου χλευάζων υμάς· διότι ουδεμίαν ασφαλώς χάριν θα σας γνωρίζη διά την κρυφίως διδομένην ψήφον σας, εάν ευεργετηθή υφ' υμών εκείνος, ο οποίος βλάπτει τους φανερώς ευεργετήσαντες αυτόν φίλους του. Σεις λοιπόν, κύριοι δικασταί, μη λαμβάνοντες υπ' όψιν τας παρακλήσεις τούτων, να ψηφίσετε το δίκαιον. Έχει αποδειχθή δε ότι καταταγείς εις τους οπλίτας εγκατέλιπε την τάξιν, και ότι υπηρέτησεν εις το ιππικόν άνευ της νομίμου δοκιμασίας παρά την απαγόρευσιν του νόμου, και ότι, στα όσα οι νόμοι ωρισμένως ούτε στρατηγόν ούτε ίππαρχον, ούτε ουδένα άλλον ανώτερόν τους παραδέχονται, αυτός απλώς ων οπλίτης ιδιοποιήθη την περί τούτων εξουσίαν. Εγώ μεν λοιπόν βοηθών τον φίλον μου Αρχεστρατίδην και εκδικούμενος τον εχθρόν μου Αλκιβιάδην σας παρακαλώ να ψηφίσετε το δίκαιον. Πρέπει δε να ψηφίσετε έχοντες την ιδίαν γνώμην, την οποίαν είχετε, ότε ενομίζετε ότι διετρέχετε κίνδυνον πολεμούντες εναντίον των εχθρών.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου