Κυριακή 1 Ιανουαρίου 2023

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΣ

ΙΣΟΚΡ 4.115–121

Η κατάσταση των ελληνικών πόλεων μετά την επιβολή της Ανταλκιδείου ειρήνης

Για να υποστηρίξει την άποψή του ότι οι Αθηναίοι δικαιούνταν ηγετικό ρόλο σε μια μελλοντική πανελλήνια εκστρατεία εναντίον των Περσών, ανάμεσα στα άλλα, ο ρήτορας στην αρχή αυτού του τμήματος του λόγου του, του συμβουλευτικού, υπενθύμισε ότι μετά την ήττα στον πελοποννησιακό πόλεμο και την ανάληψη της ηγεμονίας από τους Λακεδαιμονίους επικράτησαν στον ελλαδικό χώρο οι τυραννικές πρακτικές και η ηθική εξαχρείωση. Και συνεχίζει:


[115] Καὶ μὴν οὐδὲ τὴν παροῦσαν εἰρήνην, οὐδὲ τὴν
αὐτονομίαν τὴν ἐν ταῖς πολιτείαις μὲν οὐκ ἐνοῦσαν ἐν δὲ
ταῖς συνθήκαις ἀναγεγραμμένην, ἄξιον ἑλέσθαι μᾶλλον ἢ
τὴν ἀρχὴν τὴν ἡμετέραν. τίς γὰρ ἂν τοιαύτης καταστά-
σεως ἐπιθυμήσειεν, ἐν ᾗ καταποντισταὶ μὲν τὴν θάλατταν
κατέχουσι, πελτασταὶ δὲ τὰς πόλεις καταλαμβάνουσιν,
[116] ἀντὶ δὲ τοῦ πρὸς ἑτέρους περὶ τῆς χώρας πολεμεῖν
ἐντὸς τείχους οἱ πολῖται πρὸς ἀλλήλους μάχονται, πλείους
δὲ πόλεις αἰχμάλωτοι γεγόνασιν ἢ πρὶν τὴν εἰρήνην ἡμᾶς
ποιήσασθαι, διὰ δὲ τὴν πυκνότητα τῶν μεταβολῶν ἀθυμο-
τέρως διάγουσιν οἱ τὰς πόλεις οἰκοῦντες τῶν ταῖς φυγαῖς
ἐζημιωμένων· οἱ μὲν γὰρ τὸ μέλλον δεδίασιν, οἱ δ’ ἀεὶ κατιέ-
ναι προσδοκῶσιν. [117] τοσοῦτον δ’ ἀπέχουσι τῆς ἐλευ-
θερίας καὶ τῆς αὐτονομίας, ὥσθ’ αἱ μὲν ὑπὸ τυράννοις
εἰσί, τὰς δ’ ἁρμοσταὶ κατέχουσιν, ἔνιαι δ’ ἀνάστατοι γεγό-
νασι, τῶν δ’ οἱ βάρβαροι δεσπόται καθεστήκασιν· οὓς
ἡμεῖς διαβῆναι τολμήσαντας εἰς τὴν Εὐρώπην καὶ μεῖζον
ἢ προσῆκεν αὐτοῖς φρονήσαντας [118] οὕτω διέθεμεν,
ὥστε μὴ μόνον παύσασθαι στρατείας ἐφ’ ἡμᾶς ποιουμένους
ἀλλὰ καὶ τὴν αὑτῶν χώραν ἀνέχεσθαι πορθουμένην, καὶ
διακοσίαις καὶ χιλίαις ναυσὶν περιπλέοντας εἰς τοσαύτην
ταπεινότητα κατεστήσαμεν, ὥστε μακρὸν πλοῖον ἐπὶ τάδε
Φασήλιδος μὴ καθέλκειν, ἀλλ’ ἡσυχίαν ἄγειν καὶ τοὺς και-
ροὺς περιμένειν, ἀλλὰ μὴ τῇ παρούσῃ δυνάμει πιστεύειν.

[119] Καὶ ταῦθ’ ὅτι διὰ τὴν τῶν προγόνων τῶν ἡμετέρων
ἀρετὴν οὕτως εἶχεν, αἱ τῆς πόλεως συμφοραὶ σαφῶς ἐπέ-
δειξαν· ἅμα γὰρ ἡμεῖς τε τῆς ἀρχῆς ἀπεστερούμεθα καὶ
τοῖς Ἕλλησιν ἀρχὴ τῶν κακῶν ἐγίγνετο. μετὰ γὰρ τὴν ἐν
Ἑλλησπόντῳ γενομένην ἀτυχίαν ἑτέρων ἡγεμόνων κατα-
στάντων ἐνίκησαν μὲν οἱ βάρβαροι ναυμαχοῦντες, ἦρξαν δὲ
τῆς θαλάττης, κατέσχον δὲ τὰς πλείστας τῶν νήσων, ἀπέ-
βησαν δ’ εἰς τὴν Λακωνικήν, Κύθηρα δὲ κατὰ κράτος εἷλον,
ἅπασαν δὲ τὴν Πελοπόννησον κακῶς ποιοῦντες περιέπλευ-
σαν.

[120] Μάλιστα δ’ ἄν τις συνίδοι τὸ μέγεθος τῆς μετα-
βολῆς εἰ παραναγνοίη τὰς συνθήκας τάς τ’ ἐφ’ ἡμῶν
γενομένας καὶ τὰς νῦν ἀναγεγραμμένας. τότε μὲν γὰρ
ἡμεῖς φανησόμεθα τὴν ἀρχὴν τὴν βασιλέως ὁρίζοντες καὶ
τῶν φόρων ἐνίους τάττοντες καὶ κωλύοντες αὐτὸν τῇ
θαλάττῃ χρῆσθαι· νῦν δ’ ἐκεῖνός ἐστιν ὁ διοικῶν τὰ τῶν
Ἑλλήνων, καὶ προστάττων ἃ χρὴ ποιεῖν ἑκάστους, καὶ μόνον
οὐκ ἐπιστάθμους ἐν ταῖς πόλεσιν καθιστάς. [121] πλὴν
γὰρ τούτου τί τῶν ἄλλων ὑπόλοιπόν ἐστιν; οὐ καὶ τοῦ
πολέμου κύριος ἐγένετο καὶ τὴν εἰρήνην ἐπρυτάνευσε, καὶ
τῶν παρόντων πραγμάτων ἐπιστάτης καθέστηκεν; οὐχ
ὡς ἐκεῖνον πλέομεν ὥσπερ πρὸς δεσπότην ἀλλήλων κατη-
γορήσοντες; οὐ βασιλέα τὸν μέγαν αὐτὸν προσαγορεύομεν,
ὥσπερ αἰχμάλωτοι γεγονότες; οὐκ ἐν τοῖς πολέμοις τοῖς
πρὸς ἀλλήλους ἐν ἐκείνῳ τὰς ἐλπίδας ἔχομεν τῆς σωτη-
ρίας, ὃς ἀμφοτέρους ἡμᾶς ἡδέως ἂν ἀπολέσειεν;

***
[115] Αλλά ούτε η ειρήνη, που έχουμε τώρα, ούτε η δήθεν αυτονομία, που είναι γραμμένη βέβαια στις συνθήκες, μα δεν υπάρχει πραγματικά στις πολιτείες, αξίζει να προτιμηθούν μπροστά στη δικιά μας ηγεμονία. Και πράγματι ποιος θα ήταν δυνατό να επιθυμήσει μια τέτοια θλιβερή κατάσταση, όπου οι πειρατές κατέχουν τις θάλασσες, οι πελταστές κυριεύουν τις πόλεις, [116] και οι πολίτες, αντί να μάχονται με τους εχθρούς, για να υπερασπίσουν τις πόλεις τους, τρώγονται μεταξύ τους μες στα τείχη, όπου μετά την ειρήνη υποδουλώθηκαν με βία πόλεις ακόμα περισσότερες από όσες πριν από αυτή, όπου από τις συχνές πολιτικές αναστατώσεις πιο τρομαγμένοι είναι οι κάτοικοι στις πόλεις από αυτούς που βρίσκονται διωγμένοι σε εξορίες; Τρέμουν, βλέπετε, τι θα τους ξημερώσει, ενώ οι άλλοι έχουν τουλάχιστον ελπίδα πως θα γυρίσουν κάποτε στον τόπο τους.

[117] Και τόσο μακριά βρίσκονται από την ελευθερία και την αυτονομία, ώστε άλλες είναι στα χέρια των τυράννων, αλλού λύνουν και δένουν οι αρμοστές, πολλές έχουν καταστραφεί εντελώς και άλλες έχουν το βάρβαρο για αφέντη. Αυτόν που, όταν τόλμησε κάποτε να περάσει στην Ευρώπη και να το πάρει απάνω του πιότερο από όσο το άξιζε, [118] τον καταντήσαμε σε τέτοια κατάσταση εμείς, ώστε όχι μόνο να σταματήσει οριστικά τις εκστρατείες εναντίον μας, αλλά να ανέχεται να καταστρέφεται και η χώρα του. Και μόνο που έπλευσε για εδώ με χίλια διακόσια πλοία, σε τέτοια ταπείνωση τον ρίξαμε, ώστε πολεμικό καράβι να μην τολμάει να κατεβάσει πια εδώθε από την Φασήλιδα, μόνο να κάθεται ήσυχα, να περιμένει ίσως ευνοϊκή περίσταση, μα να μην έχει εμπιστοσύνη στις δυνάμεις που διέθετε.

[119] Και ότι τα πράγματα βάδισαν όπως βάδισαν μόνο με την ανδρεία των προγόνων μας, το έδειξαν ολοκάθαρα οι συμφορές της πόλης μας. Αμέσως, μόλις χάσαμε την ηγεμονία εμείς, άρχισαν και των Ελλήνων τα δεινά. Ύστερα δηλαδή από την καταστροφή μας στον Ελλήσποντο και αφού άλλοι ανάλαβαν πια την ηγεσία, οι βάρβαροι νίκησαν σε ναυμαχία, πήραν την εξουσία στη θάλασσα, κατέλαβαν τα περισσότερα νησιά, αποβιβάστηκαν στη Λακωνική, κυρίεψαν τα Κύθηρα με βία και έκαναν το γύρο της Πελοποννήσου λεηλατώντας και ρημάζοντας.

[120] Ο καλύτερος τρόπος μάλιστα για να αντιληφθεί κανείς το μέγεθος της μεταβολής που μεσολάβησε είναι να παραβάλει τα κείμενα των συνθηκών που έγιναν στις μέρες μας με αυτές που υπογράφτηκαν τώρα τελευταία. Από τη σύγκριση αυτή θα αποδειχτεί πως τότε εμείς βάζαμε περιορισμούς στην εξουσία του βασιλιά, ορίζαμε τους φόρους σε ορισμένες περιπτώσεις και του απαγορεύαμε να βγαίνει ελεύθερα στη θάλασσα· τώρα όμως εκείνος είναι που ρυθμίζει των Ελλήνων τα ζητήματα, τους δίνει εντολές πάνω στο τι πρέπει να κάμουν, και μόνο που δε βάζει Πέρσες σατράπες τοποτηρητές στις πόλεις μας.

[121] Γιατί τι άλλο πια απομένει έξω από αυτό; Μήπως δεν έκανε ό,τι ήθελε στον πόλεμο; Δεν υπαγόρευσε αυτός τους όρους της ειρήνης και δε ρυθμίζει σήμερα όπως θέλει τη γενική πολιτική κατάσταση; Δεν τρέχουμε σ' εκείνον, σαν να είναι αφεντικό μας, όταν είναι να κατηγορήσουμε η μια πόλη την άλλη; Δεν τον αποκαλούμε Μεγάλο Βασιλέα, σαν να είμαστε στα χέρια του αιχμάλωτοι; Και όταν πολεμούμε μεταξύ μας, ελπίδες σωτηρίας δε στηρίζουμε σ' εκείνον, που με μεγάλη του χαρά όλους θα μας εξόντωνε;

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου