Τετάρτη 27 Απριλίου 2022

ΟΜΗΡΟΣ: Ἰλιάς (22.306-22.374)

Ὣς ἄρα φωνήσας εἰρύσσατο φάσγανον ὀξύ,
τό οἱ ὑπὸ λαπάρην τέτατο μέγα τε στιβαρόν τε,
οἴμησεν δὲ ἀλεὶς ὥς τ᾽ αἰετὸς ὑψιπετήεις,
ὅς τ᾽ εἶσιν πεδίονδε διὰ νεφέων ἐρεβεννῶν
310 ἁρπάξων ἢ ἄρν᾽ ἀμαλὴν ἤ πτῶκα λαγωόν·
ὣς Ἕκτωρ οἴμησε τινάσσων φάσγανον ὀξύ.
ὁρμήθη δ᾽ Ἀχιλεύς, μένεος δ᾽ ἐμπλήσατο θυμὸν
ἀγρίου, πρόσθεν δὲ σάκος στέρνοιο κάλυψε
καλὸν δαιδάλεον, κόρυθι δ᾽ ἐπένευε φαεινῇ
315 τετραφάλῳ· καλαὶ δὲ περισσείοντο ἔθειραι
χρύσεαι, ἃς Ἥφαιστος ἵει λόφον ἀμφὶ θαμειάς.
οἷος δ᾽ ἀστὴρ εἶσι μετ᾽ ἀστράσι νυκτὸς ἀμολγῷ
ἕσπερος, ὃς κάλλιστος ἐν οὐρανῷ ἵσταται ἀστήρ,
ὣς αἰχμῆς ἀπέλαμπ᾽ εὐήκεος, ἣν ἄρ᾽ Ἀχιλλεὺς
320 πάλλεν δεξιτερῇ φρονέων κακὸν Ἕκτορι δίῳ,
εἰσορόων χρόα καλόν, ὅπῃ εἴξειε μάλιστα.
τοῦ δὲ καὶ ἄλλο τόσον μὲν ἔχε χρόα χάλκεα τεύχεα,
καλά, τὰ Πατρόκλοιο βίην ἐνάριξε κατακτάς·
φαίνετο δ᾽ ᾗ κληῗδες ἀπ᾽ ὤμων αὐχέν᾽ ἔχουσι,
325 λαυκανίην, ἵνα τε ψυχῆς ὤκιστος ὄλεθρος·
τῇ ῥ᾽ ἐπὶ οἷ μεμαῶτ᾽ ἔλασ᾽ ἔγχεϊ δῖος Ἀχιλλεύς,
ἀντικρὺ δ᾽ ἁπαλοῖο δι᾽ αὐχένος ἤλυθ᾽ ἀκωκή·
οὐδ᾽ ἄρ᾽ ἀπ᾽ ἀσφάραγον μελίη τάμε χαλκοβάρεια,
ὄφρα τί μιν προτιείποι ἀμειβόμενος ἐπέεσσιν.
330 ἤριπε δ᾽ ἐν κονίῃς· ὁ δ᾽ ἐπεύξατο δῖος Ἀχιλλεύς·
«Ἕκτορ, ἀτάρ που ἔφης Πατροκλῆ᾽ ἐξεναρίζων
σῶς ἔσσεσθ᾽, ἐμὲ δ᾽ οὐδὲν ὀπίζεο νόσφιν ἐόντα,
νήπιε· τοῖο δ᾽ ἄνευθεν ἀοσσητὴρ μέγ᾽ ἀμείνων
νηυσὶν ἔπι γλαφυρῇσιν ἐγὼ μετόπισθε λελείμμην,
335 ὅς τοι γούνατ᾽ ἔλυσα· σὲ μὲν κύνες ἠδ᾽ οἰωνοὶ
ἑλκήσουσ᾽ ἀϊκῶς, τὸν δὲ κτεριοῦσιν Ἀχαιοί.»
Τὸν δ᾽ ὀλιγοδρανέων προσέφη κορυθαίολος Ἕκτωρ·
«λίσσομ᾽ ὑπὲρ ψυχῆς καὶ γούνων σῶν τε τοκήων,
μή με ἔα παρὰ νηυσὶ κύνας καταδάψαι Ἀχαιῶν,
340 ἀλλὰ σὺ μὲν χαλκόν τε ἅλις χρυσόν τε δέδεξο,
δῶρα τά τοι δώσουσι πατὴρ καὶ πότνια μήτηρ,
σῶμα δὲ οἴκαδ᾽ ἐμὸν δόμεναι πάλιν, ὄφρα πυρός με
Τρῶες καὶ Τρώων ἄλοχοι λελάχωσι θανόντα.»
Τὸν δ᾽ ἄρ᾽ ὑπόδρα ἰδὼν προσέφη πόδας ὠκὺς Ἀχιλλεὺς·
345 «μή με, κύον, γούνων γουνάζεο μηδὲ τοκήων·
αἲ γάρ πως αὐτόν με μένος καὶ θυμὸς ἀνείη
ὤμ᾽ ἀποταμνόμενον κρέα ἔδμεναι, οἷα ἔοργας,
ὡς οὐκ ἔσθ᾽ ὃς σῆς γε κύνας κεφαλῆς ἀπαλάλκοι,
οὐδ᾽ εἴ κεν δεκάκις τε καὶ εἰκοσινήριτ᾽ ἄποινα
350 στήσωσ᾽ ἐνθάδ᾽ ἄγοντες, ὑπόσχωνται δὲ καὶ ἄλλα,
οὐδ᾽ εἴ κέν σ᾽ αὐτὸν χρυσῷ ἐρύσασθαι ἀνώγοι
Δαρδανίδης Πρίαμος· οὐδ᾽ ὧς σέ γε πότνια μήτηρ
ἐνθεμένη λεχέεσσι γοήσεται, ὃν τέκεν αὐτή,
ἀλλὰ κύνες τε καὶ οἰωνοὶ κατὰ πάντα δάσονται.»
355 Τὸν δὲ καταθνῄσκων προσέφη κορυθαίολος Ἕκτωρ·
«ἦ σ᾽ εὖ γιγνώσκων προτιόσσομαι, οὐδ᾽ ἄρ᾽ ἔμελλον
πείσειν· ἦ γὰρ σοί γε σιδήρεος ἐν φρεσὶ θυμός.
φράζεο νῦν, μή τοί τι θεῶν μήνιμα γένωμαι
ἤματι τῷ ὅτε κέν σε Πάρις καὶ Φοῖβος Ἀπόλλων
360 ἐσθλὸν ἐόντ᾽ ὀλέσωσιν ἐνὶ Σκαιῇσι πύλῃσιν.»
Ὣς ἄρα μιν εἰπόντα τέλος θανάτοιο κάλυψε,
ψυχὴ δ᾽ ἐκ ῥεθέων πταμένη Ἄϊδόσδε βεβήκει,
ὃν πότμον γοόωσα, λιποῦσ᾽ ἀνδροτῆτα καὶ ἥβην.
τὸν καὶ τεθνηῶτα προσηύδα δῖος Ἀχιλλεύς·
365 «τέθναθι· κῆρα δ᾽ ἐγὼ τότε δέξομαι, ὁππότε κεν δὴ
Ζεὺς ἐθέλῃ τελέσαι ἠδ᾽ ἀθάνατοι θεοὶ ἄλλοι.»
Ἦ ῥα, καὶ ἐκ νεκροῖο ἐρύσσατο χάλκεον ἔγχος,
καὶ τό γ᾽ ἄνευθεν ἔθηχ᾽, ὁ δ᾽ ἀπ᾽ ὤμων τεύχε᾽ ἐσύλα
αἱματόεντ᾽· ἄλλοι δὲ περίδραμον υἷες Ἀχαιῶν,
370 οἳ καὶ θηήσαντο φυὴν καὶ εἶδος ἀγητὸν
Ἕκτορος· οὐδ᾽ ἄρα οἵ τις ἀνουτητί γε παρέστη.
ὧδε δέ τις εἴπεσκεν ἰδὼν ἐς πλησίον ἄλλον·
«ὢ πόποι, ἦ μάλα δὴ μαλακώτερος ἀμφαφάασθαι
Ἕκτωρ ἢ ὅτε νῆας ἐνέπρησεν πυρὶ κηλέῳ.»

***
Είπεν αυτά κι έσυρ᾽ ευθύς ακονημένο ξίφος
που στο μηρί του εκρέμουνταν και δυνατό και μέγα,
μαζώχθη και ωσάν αετός εχύθ᾽ υψηλοπέτης
που στην πεδιάδα χύνεται μέσ᾽ από μαύρα νέφη
310 λαγόν ν᾽ αρπάξει άνανδρον ή τρυφεράν αρνάδα·
τόσο και ο Έκτωρ όρμησε τινάζοντας το ξίφος.
Πετάχθη πάλιν και ο Αχιλλεύς με ορμήν πολέμου αγρίαν,
την εξαισίαν πρόβαλεν ασπίδα του εις το στήθος,
με το κεφάλι έκλιν᾽ εμπρός την περικεφαλαίαν,
315 και ολόγυρ᾽ αναδεύονταν οι ολόχρυσες πλεξίδες,
που από τον κώνον έσυρε πυκνές του Ηφαίστου η τέχνη·
και όπως μες στ᾽ άστρα προχωρεί λαμπρός ο αποσπερίτης,
που είναι τ᾽ ωραιότερο μες στ᾽ ουρανού τ᾽ αστέρια
τόσον η λόγχη έλαμπε, που στο δεξί του εκείνος
320 ετίναξε κακόγνωμα στον Έκτορα τον θείον
κοιτώντας ξέσκεπον να εβρεί το τρυφερό του σώμα.
Το άλλο σώμα εσκέπαζαν τα χάλκιν᾽ άρματά του
τα ωραία, που απ᾽ το λείψανον επήρε του Πατρόκλου·
αλλ᾽ όχι όπου ο τράχηλος χωρίζει από τον ώμον
325 και όπου μ᾽ απίστευτην ροπήν σβήν᾽ η ψυχή του ανθρώπου·
εκεί τον λόγχισ᾽ ο Αχιλλεύς, επάνω του ως ορμούσε
και απ᾽ τον απαλόν τράχηλον αντίκρυ εβγήκε η λόγχη·
δεν του ᾽κοψε τον λάρυγγα το χαλκοφόρο ακόντι,
δια να ᾽χει ακόμη την λαλιά στον άλλον ν᾽ απαντήσει·
330 κι επάνω του, αφού έπεσε, καυχήθηκε ο Πηλείδης:
«Ω Έκτωρ, όταν φόνευες τον Πάτροκλον, να πάθεις
δεν είχες φόβον, ούτ᾽ εμέ που έλειπα εστοχάσθης,
ανόητε, κι εβρίσκομουν εγώ στα κοίλα πλοία
εκδικητής του, στην ανδρειά πολύ καλύτερός σου,
335 που τώρα σε θανάτωσα· και σε θα σύρουν σκύλοι,
ενώ εκείνον οι Αχαιοί με μνήμα θα τιμήσουν».
Και ο Έκτωρ του απάντησε με την ψυχήν στο στόμα:
«Αχ! την ζωήν σου να χαρείς και των γλυκών γονέων
μη θέλεις βρώσιν των σκυλιών στες πρύμνες να μ᾽ αφήσεις·
340 δέξου από τον πατέρα μου και την σεπτήν μητέρα
λύτρα χρυσάφι και χαλκόν, και συ στα γονικά μου
οπίσω δώσ΄ το σώμα μου, κι εμέ τον πεθαμένον
θα καταλύσουν στην πυράν οι άνδρες και οι μητέρες».
Μ᾽ άγριο βλέμμ᾽ απάντησεν ο γρήγορος Πηλείδης:
345 «Μη μ᾽ εξορκίζεις, σκύλαρε, σ᾽ ότι αγαπά η καρδιά μου.
Τόσο να μ᾽ άφηνε η ψυχή κομμάτια να σου φάγω
ωμόν εγώ το σώμα σου, για όσα μόχεις κάμει,
όσο απ᾽ το στόμα των σκυλιών κανείς την κεφαλήν σου
δεν θα φυλάξει και αν εδώ ζυγοστατούσε δώρα
350 εικοσοπλάσια πάντοτε και αν υποσχόνταν και άλλα·
και ο Δαρδανίδης Πρίαμος να πρόσφερε χρυσάφι
του σώματός σου εξαγοράν· ποτέ δεν θα σε κλάψει
η μάνα οπού σ᾽ εγέννησε, στην νεκρικήν σου κλίνην
αλλά εσέ συγκόκαλον τ᾽ αγρίμια θα σπαράξουν».
355 Και ξεψυχώντας του ᾽λεγεν ο λοφοσείστης Έκτωρ:
«Το βλέπω από την όψιν σου, πως δεν θα σε μαλάξω
κι είναι η καρδιά σου σίδερο· μόνον στοχάσου τώρα,
μη εξ αφορμής μου οργή θεϊκή σε έβρει την ημέραν
που έμπροσθεν των Σκαιών Πυλών ο Αλέξανδρος και ο Φοίβος
360 θενά σου πάρουν την ζωήν, εξαίσιε πολεμάρχε».
Με αυτά τα λόγι᾽ απέθανε και παραπονεμένη
που άφησε της νεότητος και της ανδρειάς την χάριν
από τα μέλη του η ψυχή κατέβαινε στον Άδην·
και κείνον πάλιν και νεκρόν προσφώνησε ο Πηλείδης:
365 «Πήγαινε κι εγώ καρτερώ την ώραν του θανάτου
που ο Ζευς κι οι άλλοι αθάνατοι για με θ᾽ αποφασίσουν».
Και αφού την λόγχην τράβηξε και απόθεσε απ᾽ το σώμα,
τον γύμνωσε από τ᾽ άρματα στο αίμα του βαμμένα
κι έτρεχαν όλ᾽ οι Αχαιοί και γύρω θεωρούσαν
370 του Έκτορος το ανάστημα, την όμορφην ειδή του
και δεν εσίμωσε κανείς χωρίς να τον κεντήσει.
Και τότε κάποιος έλεγε κοιτώντας τον πλησίον:
«Ω, πόσο μαλακότερα πιάνετ᾽ ο Έκτωρ τώρα,
παρ᾽ όταν έβαλε φωτιά να κάψει τα καράβια».

ΜΟΝΑΞΙΑ: ΤΗ ΦΟΒΑΣΑΙ;

Μοναχικές στιγμές. Είναι κι αυτές πολύ ιερές.

Είναι υπέροχη η κοινωνικότητα, η παρέα, το γέλιο, οι κουβέντες, η εξωστρέφεια. Είναι όμως σπουδαίο να μπορείς να μένεις στο δωμάτιό σου, εσύ κι ο εαυτός σου. Μόνο. Νιώθοντας την ανάσα σου, την ησυχία και τη σιωπή του χώρου, αυτό το κενό, που οδηγεί στης καρδιάς το γέμισμα.

Είναι οι στιγμές που σου δίνεται η ευκαιρία να αγαπάς αυτό που είσαι, να τυλίγεις με στοργή την ύπαρξή σου, να νιώθεις την αξία σου, την εσωτερική ασφάλεια και δύναμή σου, την ελευθερία της ψυχής σου. Πέρα από τίτλους, ρόλους, σχήματα, αξιώματα, μορφές και χρώματα.

Είναι η ευκαιρία που έχεις να έρθεις σε επαφή με τον πυρήνα σου, να νιώσεις μια έμπνευση, μια δημιουργική διάθεση, να κάνεις ωραία σχέδια για σένα και για άλλους. Να πάρεις βαθιές ανάσες χαλάρωσης, να νιώσεις το σώμα σου, να γεμίσεις φως, αγάπη, ειρήνη. Να νιώσεις την ενότητα με όλους και όλα.

Αν δεν μπορείς τη σιωπή και μοναξιά, και θες συνέχεια θόρυβο, σημαίνει ότι δεν συντονίστηκες ακόμα με τον κόσμο της γαλήνης, με την ησυχία του δάσους, με το μυστήριο του βυθού των ωκεανών. Οι μόνιμοι θόρυβοι του κόσμου, ταράζουν.

Μη φοβάσαι την ησυχία της μοναξιάς. Οι πιο γόνιμες στιγμές της ζωής μου είναι οι άπειρες ώρες της σιωπής μου. Εκεί συναντώ την αλήθεια μου, το είναι μου. Αγγίζω τη λέξη αυτογνωσία, ανθρωπογνωσία, εμπειρία. Μη φοβάσαι τη σιωπή.

Μη φοβάσαι επίσης να κάνεις μια επιλογή: σε μια σχέση, μια αγορά, μια κίνηση στη ζωή σου. Κι αν βγει λάθος; Όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα, δεν σημαίνει ότι δεν μπορείς πάλι να χαρείς! Τίποτε δεν μπορεί να σε εμποδίσει από την ευτυχία, ακόμα κι αν δεν βρήκες την πιο μεγάλη ευκαιρία. Ίσως δεν βρεις την τέλεια γυναίκα, τον τέλειο άντρα. Δεν είναι τραγικό. Πάλι μπορείτε να περάσετε όμορφα! Πάντα θα υπάρχει κάτι πιο συναρπαστικό στη ζωή! Το μυαλό συγκρίνει και φέρνει απελπισία. Μα εσύ θα κάνεις τις επιλογές σου και θα λες: όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα, πάλι μπορώ να νιώσω ευτυχία! Και θα προχωράς! Και θα χαίρεσαι, και θα έχεις γαλήνη.

O οργασμός «la petite mort»

Κατά γενική ομολογία, κάνοντας διάφορες ιστορικές αναζητήσεις κι αναδρομές στο παρελθόν, ανακαλύπτουμε πράγματα που ούτε καν είχαμε φανταστεί ότι θα μπορούσαν να συμβούν, πόσω μάλλον ότι υπήρχε η τεχνογνωσία να συμβούν. Εκεί είναι που αντιλαμβανόμαστε για μια ακόμη φορά το πόσο μπροστά ήταν η επιστήμη κι η εξέλιξη αυτής και πώς χρησιμοποιούσε κάποια εργαλεία που σήμερα, εν έτη 2022, θα φάνταζαν ταμπού. Ακριβώς όμως επειδή αφορά την επιστήμη και στέκεται αυτή μπροστά, είναι ευκολότερο να εξετάσουμε πώς κατεστάλη μια περίεργη συνήθεια, χρησιμοποιώντας κάτι φοβερά καινοτόμο για εκείνα τα χρόνια.

Είναι πολύ ενδιαφέρον να σημειώσουμε ότι το 1880 εφευρέθηκε ο πρώτος δονητής και χρειάστηκαν δέκα ολόκληρα χρόνια μετά απ’ αυτόν, για να εφευρεθούν η ηλεκτρική σκούπα και το ηλεκτρικό σίδερο. Ο Άγγλος γιατρός Joseph Mortimer Granville, εξειδικευμένος στη γυναικολογία, εφηύρε αυτό το εργαλείο για καθαρά ιατρικούς λόγους. Προκειμένου να ανακουφίσει τη γυναικεία υστερία που εμφανίστηκε στην Αγγλία τον 19ο αιώνα, κατασκεύασε μαζί με τον συνεργάτη του, μια ηλεκτρομηχανική συσκευή, η οποία χρησιμοποιούνταν για πυελικό μασάζ κι έτσι προσέφερε στις γυναίκες συναισθηματική ανακούφιση κι αποφόρτιση. Επιτυγχάνονταν παράλληλα κι η εξάλειψη όλων των ενοχλητικών συμπτωμάτων της υστερίας. Έτσι λοιπόν, ο ονοματισμένος «υστερικός παροξυσμός» του 19ου αιώνα, είναι ο γυναικείος οργασμός του 21ου.

Η επιστημονική ματιά και προσέγγιση καταφέρνει πολλές φορές να μας κάνει να απενοχοποιήσουμε βασικά συναισθήματα υψίστης έντασης, όπως είναι αυτό του οργασμού. Οι Γάλλοι, τον ονομάζουν «la petite mort», δηλαδή «μικρό θάνατο». Είναι επιτυχής η αλληγορική αυτή αναφορά, γιατί αν απομονώσουμε εκείνη τη στιγμή των δευτερολέπτων που βιώνουμε την κορύφωση, είναι σαν να φεύγουμε απ’ το σώμα μας και να επιστρέφουμε μετά από λίγο. Κάπως έτσι, έχει περιγραφεί κι ο θάνατος, από ανθρώπους που έτυχε να έχουν κάποια μεταθανάτια εμπειρία κι επέστρεψαν.

Το Κολέγιο Τεχνών κι Επιστημών του Πανεπιστημίου Northwestern στο Evanston του Illinois, διενήργησε μια έρευνα με εθελόντριες γυναίκες που ήρθαν σε οργασμό κατά τη διάρκεια μιας μαγνητικής τομογραφίας. Τα ευρήματα είχαν να κάνουν με τη μέγιστη δραστηριότητα του εγκεφάλου και την απότομη πτώση αυτής. Κατά την κορύφωση, ενεργοποιήθηκαν μέρη όπως η αμυγδαλή, η παρεγκεφαλίδα, ο επικλινής πυρήνας κι ο ενδοκρινής αδένας. Απελευθερώθηκαν πληθώρα ενδορφινών και οξυτοκίνης λόγω της προκληθείσας απόλαυσης του οργασμού.

Αναφέρεται σαν μικρός θάνατος γιατί αφορά μια σημαντική αλλαγή στις γυναικείες αισθήσεις. Πολλές γυναίκες, τον περιγράφουν σαν απώλεια αισθήσεων ή ακόμη και λιποθυμία. Βάσει κάποιων μελετών, εμφανίζεται αλλαγή στο ηλεκτροεγκεφαλογράφημα κατά τη διάρκεια του οργασμού καθώς και μετά το πέρας του. Άλλωστε, η ένταση είναι ξεκάθαρα κλιμακούμενη. Ακόμη όμως και στον απόηχό του, προσφέρει καταπραϋντικές ιδιότητες κι ηρεμία. Επιπλέον, σε ποσοστό γυναικών που αγγίζει το 48%, έχει αποδειχθεί ότι ένας οργασμός προκαλεί γρηγορότερη ανακούφιση σ’ έναν πονοκέφαλο απ’ ό,τι ένα παυσίπονο.

Σκεφτήκαμε ποτέ ότι, κατά τη διάρκεια ενός οργασμού, εξαλείφονται τα σκοτεινά μας συναισθήματα; Φόβος, άγχος, λύπη, αναστολή, ντροπή είναι μερικά από εκείνα που δεν τα συναντάμε τις στιγμές εκείνες που ανακαλύπτουμε για ακόμη μια φορά τον τέλειο λόγο που υπάρχουμε. Η κορύφωση είναι αγχολυτική. Αυξάνει τη διάθεσή μας. Μας κάνει να νιώθουμε ότι μπορούμε να τα καταφέρουμε και εκεί εξίσου καλά όπως σε κάθε άλλη «δουλειά» που μας ανατίθεται. Με τη διαφορά, ότι αυτό είναι κάτι εκούσιο κι απολαυστικό κι όχι υποχρεωτικό. Δε μας ανατίθεται αλλά το αναθέτουμε εμείς στο σώμα μας.

Ο οργασμός είναι μια απόλαυση εναλλακτική και διαλλακτική. Εναλλακτική, γιατί όταν αφηνόμαστε και κινούμαστε στα δικά μας πλαίσια και δεδομένα, μπορεί να προσφέρει γρήγορες απολαύσεις που έχουμε ανάγκη για να μας ξεμπλοκάρουν και να μας κάνουν να νιώσουμε καλύτερα. Διαλλακτική, γιατί είναι μια απόλαυση που μπορεί να προκληθεί με ποικίλους τρόπους, σε πολλά μέρη και στον χρόνο που θα ορίσουμε εμείς.

Τις στιγμές αυτές, κορυφώνουμε και πνευματικά. Αυτή η αίσθηση της απόλυτης κυριαρχίας του παλλομένου σώματός μας, ξεπερνά κάθε εμπόδιο που μέχρι τώρα μας μπλόκαρε. Η δυνατότητα να φτάνουμε στην υπέρτατη κορύφωση χτίζει και την αυτοπεποίθησή μας. Είναι κάτι τόσο εσωτερικό και προσωπικό που δε θέλουμε να το πειράξει κανείς και να προκληθεί παύση. Είναι η στιγμή που αποχωριζόμαστε την ύλη μας κι αγγίζουμε την ψυχή μας.

Δεν είναι τυχαίο που, πολλές φορές, κρατάμε τα μάτια μας κλειστά κατά τη διάρκεια του «La petite mort». Είναι η υπέρτατη σύνδεση της ψυχής με το σώμα μας. Έχουμε και δεν έχουμε τον έλεγχο, μαζί. Σε καμία όμως περίπτωση δε θέλουμε να τελειώσει. Ο καθένας μας είναι μοναδικός κι ένας στον κόσμο αυτό. Έτσι είναι κι η προσωπική μας ερωτική ετικέτα. Αναφέρεται επάνω τ’ όνομά μας κι είμαστε περήφανοι γι’ αυτό. Δεν είναι κάτι μεμπτό αλλά κάτι απόλυτα φυσιολογικό, οπότε και δε θα βοηθούσε να πάμε κόντρα σε ένα δώρο της φύσης.

Δεν έχει φύλο και λειτουργεί κι ερμαφρόδιτα. Δεν είναι ποτέ απρόσκλητος επισκέπτης. Πηγαίνει εκεί που τον καλούν και πάντα με γεμάτα χέρια. Η έντασή του μπορεί να είναι άλλοτε χαμηλών τόνων κι άλλοτε να βαράει πολλά ντεσιμπέλ. Έχει όμως πάντα ένταση. Η επιστήμη το ανέδειξε ως πολυεργαλείο. Η ιατρική το χρησιμοποίησε ως εναλλακτικό τρόπο παυσίπονου. Η ψυχολογία το εφάρμοσε ως πηγή αγχόλυσης. Ο εαυτός μας το αξιολόγησε ως μια πνευματική έκσταση. Ο έρωτας το ανήγαγε στην τέλεια ένωση. Με σεβασμό και ταπεινότητα, του οφείλουμε πολλά και δεν είναι κακό, ακόμη κι αν ακούγεται περίεργο.

Tο μόνο που έχουμε κατάδικό μας, είναι μόνο ο χρόνος μας

Θεωρούμε ευλογία την μακρά ζωή. Αλλά μέχρι πόσο "μακρά", αυτή, παραμένει ευλογία;

Τι γίνεται όταν λίγο λίγο βλέπεις να χάνονται μπροστά σου όσα αγάπησες; Τι συμβαίνει όταν χάνονται ένα προς ένα όλα τα πρόσωπα που συνδέθηκαν με την ζωή σου, όλα τα πρόσωπα που έδωσαν περιεχόμενο σε αυτήν; Συνεχίζει τότε μια τέτοια μακρά ζωή να παραμένει ευλογία; Ή μήπως είναι ένα αργό ταξίδι οδύνης που δεν λέει να φτάσει στο τέλος του;

Πως μπορεί να μην είναι βαθιά επώδυνη κάθε απώλεια που βιώνεις καθώς εσύ συνεχίζεις όλο και πιο μόνος, μέχρι να μη σου έχει μείνει πια τίποτε από όσους αγάπησες και να καταλήγεις ολομόναχος με το μοναχικό σου σαρκίο;

Από την άλλη, η ζωή σου δεν είναι αυτόφωτη; Χρειάζονται άλλοι για να της δώσουν νόημα και αξία;

Αν χρειάζονται άλλοι, δεν είναι ήδη μια ζωή θλιβερά φτωχή; Αν υπάρχει η αναγκαιότητα εξωτερικής συμβολής για να βρεις περιεχόμενο στον βίο που αξιώθηκες, τι ανάξιος βίος είναι αυτός;

Δεν πρέπει να σου είναι αρκετός ο ίδιος σου ο εαυτός, για να νιώθεις το μεγαλείο της ζωής και να επιθυμείς περισσότερο χρόνο ανεξάρτητα από τις απώλειες γύρω σου;

Ομολογώ, δεν έχω σίγουρη την απάντηση. Αυτά που θέλω να λέω ότι πιστεύω, με οδηγούν στην δεύτερη εκδοχή: η ζωή μας είναι ένα μεγαλείο, που επιθυμούμε να το παρατείνουμε όσο γίνεται - στα όρια μιας ανέφικτης αθανασίας, αν ήταν δυνατό- ανεξάρτητα από την οδύνη του χαμού αγαπημένων προσώπων.

Ίσως αυτό το τελευταίο, να είναι το δίκαιο τίμημα ενός ασυνήθιστα μακρού βίου.

Την ίδια όμως στιγμή, δεν μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι θα ήθελα να μένω γαντζωμένος σε αυτό το εφήμερο βιώνοντας την φυγή όλων όσων αγαπάω: έναν προς έναν, ξανά και ξανά, μέχρι να μη μου έχει απομείνει πια πάρα μόνο η κουρασμένη ανάσα μου.

Δεν ξέρω, δεν μπορώ να αποφασίσω αν μια τέτοια μακρά ζωή είναι ευλογία ή κάτι σαν κατάρα.

Το ένα ή το άλλο, ίσως έχει μικρή σημασία γιατί η απάντηση είναι πιθανότατα απόλυτα εξατομικευμένη: κάποιος το νιώθει έτσι, άλλος μπορεί να το νιώθει αλλιώς.

Για ένα όμως είμαι σίγουρος. Για το αληθές των λίγων του υπέροχου Μάρκου Αυρήλιου, προς τον ανηψιό του Λουκιο:

«Omnia, Lucius, aliena sunt.
Tempus tantum nostrum est

Τα πάντα, Λούκιε, μας είναι ξένα (τίποτα δεν μας ανήκει).
Μονο ο χρόνος μας, είναι δικός μας.

Το τι κάνουμε με τον χρόνο μας, το πως νιώθουμε με αυτόν, αν τελικά τον βιώσουμε ως λίγο ή αρκετό ή παραπάνω από όσα θα θέλαμε, αυτό είναι μια άλλη ιστορία.

Αλλά το μόνο που έχουμε κατάδικό μας, είναι μόνο ο χρόνος μας.

Μόνο ο χρόνος μας είναι δικός μας. Τίποτε άλλο.

Είσαι το σύμπαν όλο σε ανθρώπινη μορφή

Είσαι το σύμπαν όλο σε ανθρώπινη μορφή,
είσαι ο ωκεανός ολόκληρος που περιβάλλει αυτή τη Γη..

Αφύπνισε κάθε κύτταρο σου και νιώσε τη στιγμή,
κάθε ανάσα που παίρνεις είναι αυτή η στιγμή..
Ξύπνησε μέσα σου μνήμες και γνώσεις Σοφίας…
Όχι γραμμένες σε χαρτί..
Όλη η Σοφία είναι μέσα σου…
Κοίταξε μέσα σου και θα την βρεις...
Μέσα σου είναι όλα τα μυστικά της ζωής...

Μέσα σου υπάρχουν γαλαξίες, πολιτείες από άλλη ζωή...
Δες αληθινά ποιος είσαι ΕΣΥ...
Ήρθες για να φέρεις γνώση,
όχι για να αιχμαλωτίζεσαι σαν πουλί σε κλουβί..
Άνοιξε τα φτερά σου ολόκληρα ήρθε η ώρα να πετάξεις..
Να δείξεις την δύναμη σου την πραγματική...
Στο πέταγμα σου επάνω να παρασέρνεις και αυτούς που είσαι μαζί...

Είμαστε όλοι ένα.. Αγάπη αιώνια και παντοτινή...
Μέσα στο άλλων τα μάτια καθρεφτίζεται και η δική σου η ψυχή...
Είμαστε όλοι ίσοι, φτιαγμένοι από την ίδια μαγική συνταγή,
σταμάτα να πλανεύεσαι και να πιστεύεις σε δασκάλους που ήρθαν να σου πουν ποιος είσαι ΕΣΥ...

Γνωρίζεις τα πάντα όλα.. Φτάνει να στραφείς μέσα στη δική σου ψυχή...
Εσύ είσαι ο δικός σου δάσκαλος.. Ο δικός σου καθοδηγητής...

Αφύπνισε ΤΩΡΑ όλη τη Σοφία που έχεις μέσα σου...
Τις μνήμες από κάθε κύτταρο σου...
Και θα έρθουν όλα τα θαύματα στη Γη...
Και όσο θα αφυπνίζεσαι να θυμάσαι ότι ΕΣΥ είσαι το μεγαλύτερο θαύμα που πατάει τα πόδια του σε αυτή τη Γη. Πάτησε γερά και νιώσε τις “ρίζες” σου να κατεβαίνουν δυναμικά στη Γη... Να γίνονται ένα με τον πυρήνα... Να σε συνδέουν με την ουσία σου σε γήινη μορφή...

Μέσα σου νιώσε έχεις εγκυκλοπαίδειες γνώσεων...
Αυτή είναι η Σοφία η αληθινή...
Άνοιξε τες και νιώσε γιατί βρίσκεσαι εδώ και τώρα ψυχή και σώμα πάνω σε αυτή τη Γη...
Είσαι τόσο ευλογημένος.. Σου χαρίστηκε αυτή η ζωή...
Για να βιώσεις πως είναι να ζεις και να αναπνέεις σαν ψυχή σε σώμα πάνω σε αυτή τη Γη...
Αυτά όλα που θα ζήσεις θα μπούνε στο δικό σου αρχείο της ψυχής...
Και πρόσβαση θα έχεις μονάχα ΕΣΥ...

ΝΙΩΣΕ, ΑΠΟΛΑΥΣΕ, ΖΗΣΕ ολοκληρωτικά κάθε στιγμή...
Αυτό ήρθες για να κάνεις...
Αυτό λαχταρά και η δική σου η ψυχή...
Που τρέφεται και “μεγαλώνει” από κάθε δική σου στο ΕΔΩ και ΤΩΡΑ στιγμή...
Νιώσε την με όλες τις αισθήσεις σου...
Που σου χαρίστηκαν σαν δώρο που θα κουβαλάς αιώνια ΕΣΥ...

Τι είναι ομορφιά

Ρώτησαν την Audrey Hepburn να αποκαλύψει τα μυστικά της ομορφιάς της, κι εκείνη απάντησε μ’ ένα ποίημα:

Για να έχετε χείλη ελκυστικά, προφέρετε λόγια καλοσύνης.

Για να έχετε μάτια ωραία, κοιτάζετε τι ωραίο έχουν οι άνθρωποι .

Για να μένετε λεπτός, μοιράζεστε το γεύμα σας μ’ εκείνους που πεινάνε.

Για να έχετε όμορφα μαλλιά, αφήστε ένα παιδί να τα χαϊδεύει.

Για να έχετε καλή σιλουέτα, βαδίζετε ξέροντας πως δεν είσθε μόνοι γιατί αυτοί που σας αγαπούν ή σας αγάπησαν σας συνοδεύουν.

Οι άνθρωποι έχουμε ανάγκη από στοργή, αναζωογόνηση, φροντίδα, ενδιαφέρον:
μην απορρίπτετε ποτέ κανέναν.

Σκεφθείτε: αν μια μέρα χρειαστείτε χείρα βοηθείας, θα βρείτε μία στην άκρη κάθε χεριού σας.

Γερνώντας, συνειδητοποιούμε ότι έχουμε δυο χέρια: Το ένα για να βοηθάμε τον εαυτό μας και το άλλο για να βοηθάμε όσους έχουν ανάγκη.

Η ομορφιά μιας γυναίκας δεν είναι στα ρούχα που φοράει, στο πρόσωπο ή στα μαλλιά της.

Η ομορφιά μιας γυναίκας φαίνεται στα μάτια της γιατί αυτή είναι η ανοιχτή πόρτα της καρδιάς, η πηγή της αγάπης της.

Η ομορφιά μιας γυναίκας δεν είναι στο μακιγιάζ της αλλά στην αληθινή ομορφιά της ψυχής της.
Είναι στην τρυφερότητα που δίνει, στην αγάπη που εκφράζει.

Η αναθεώρηση των θέσεων είναι αναγκαία

Ένας άνθρωπος μεταφέρεται στον γιατρό· αυτός του ανοίγει την αρτηρία του βραχίονα και αφήνει το αίμα να αναβλύσει – μισό λίτρο. Ο άνθρωπος λιποθυμάει. Την επομένη πρέπει να υπομένει άλλες πέντε αφαιμάξεις. Στις τρεις τελευταίες το αίμα αργεί να αναβλύσει, γι’ αυτό ο γιατρός τοποθετεί ένα μπαλονάκι με ζεστό αέρα πάνω στην τομή. Ο αέρας ψύχεται, παράγει ένα κενό και ρουφάει το αίμα. Ο άνθρωπος είναι ξαπλωμένος στο κρεβάτι, μισοπεθαμένος, με έξι τομές στο χέρι. Στα πιο ευαίσθητα σημεία των τομών ο γιατρός τοποθετεί βδέλλες, που γεμίζουν αργά με φρέσκο αίμα. Όταν φουσκώνουν από το αίμα και είναι έτοιμες να εκραγούν, τις αντικαθιστά με άλλες. Μετά από τρεις μήνες ο ασθενής επιστρέφει στο σπίτι του – αν δεν πεθάνει στο μεταξύ.

Η φλεβοτομία ήταν συνήθης πρακτική μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα. Η ιδέα της βδέλλας στηρίζεται στη θεωρία των τεσσάρων χυμών του σώματος. Σύμφωνα μ’ αυτήν τη θεωρία, όλες οι αρρώστιες αποδίδονται σε ανισορροπία των τεσσάρων χυμών – της κίτρινης χολής, της μαύρης χολής, του φλέγματος και του αίματος. Στην ακμή, στο άσθμα, στη χολέρα, στον διαβήτη, στην επιληψία, στην πανούκλα, στο εγκεφαλικό επεισόδιο, στη φυματίωση και σε εκατοντάδες άλλες αρρώστιες το σώμα υποτίθεται ότι περιείχε πάρα πολύ αίμα, εξού και η πρακτική της αφαίμαξης. Μόνο στη δεκαετία του 1830 η Γαλλία εισήγαγε πάνω από 40 εκατομμύρια βδέλλες. Η θεωρία των τεσσάρων σωματικών χυμών επικράτησε στην ιατρική για πάνω από 2.000 χρόνια. Καμιά άλλη επιστημονική θεωρία δεν άντεξε τόσον καιρό, παρόλο που επρόκειτο για φάρσα μεγάλης ολκής. Οι περισσότεροι ασθενείς παρουσίαζαν βελτίωση χωρίς αφαιμάξεις – και οι γιατροί το ήξεραν.

Επί 2.000 χρόνια το ιατρικό κατεστημένο είχε αγκιστρωθεί σε μια λανθασμένη θεωρία – πηγαίνοντας κόντρα στο προφανές. Γιατί;. Όσο απίστευτο κι αν φαίνεται, η θεωρία των τεσσάρων χυμών του σώματος είναι αντιπροσωπευτική όλων των θεωριών που επεξεργάζονται περίπλοκα συστήματα – τον άνθρωπο, το χρηματιστήριο, τους πολέμους, τις πόλεις, τα οικοσυστήματα, τις επιχειρήσεις. Δεν εγκαταλείπουμε μια θεωρία όταν αποδεικνύεται λανθασμένη, αλλά μόνον όταν εμφανίζεται κάποια καλύτερη. Είναι εντελώς παράλογο, αλλά πολύ διαδεδομένο. Θα ονομάσουμε αυτό το φαινόμενο φαινόμενο της αφαίμαξης.

Στη ζωή βρισκόμαστε συχνά ανάμεσα σε δύο δουλειές, δύο τόπους κατοικίας ή δύο ερωτικές σχέσεις – αλλά ποτέ ανάμεσα σε δύο γνώμες. Αν απορρίψουμε απότομα μια γνώμη, υιοθετούμε αμέσως μια άλλη. Είμαστε σαν τους άντρες που δεν μπορούν να μείνουν χωρίς να έχουν σχέση με γυναίκα ούτε μια μέρα. Στα μάτια μας, οι γνώμες είναι είτε «σωστές» είτε «λανθασμένες». Η συνειδητή άγνοια –το να γνωρίζουμε ότι δεν ξέρουμε (ακόμα) κάτι – δεν έχει θέση στον τρόπο με τον οποίο αισθανόμαστε τα πράγματα. Αγνοούμε τι είναι η αισθητή εμπειρία του να μην ξέρεις. Γι’ αυτό είμαστε καλύτεροι στο να ανακαλύπτουμε μια θεωρία παρά στο να παραδεχόμαστε την άγνοιά μας. Ο ιστορικός των επιστημών Τόμας Κουν το διατύπωσε σαφέστατα: «Οι θεωρίες δεν καταρρέουν υπό το βάρος των λαθών τους. Καταρρίπτονται μόνον όταν παρουσιάζεται μια άλλη θεωρία που φαίνεται καλύτερη».

Και γιατί αυτό είναι σοβαρό; Διότι συμβαίνει συχνά αυτή η «καλύτερη» θεωρία να μην υπάρχει ακόμα. Ο Άλαν Γκρίνσπαν, πρόεδρος της Αμερικανικής Ομοσπονδιακής Τράπεζας, λατρεύτηκε σαν ημίθεος επί δεκαετίες. Αλλά το φθινόπωρο του 2008, όταν έσκασε η φούσκα των οικονομικών αγορών, ήταν ένας από τους λίγους που έκανε την αυτοκριτική του δηλώνοντας σε μια επιτροπή του Κογκρέσου: «Όλο αυτό το διανοητικό οικοδόμημα κατέρρευσε». Ο πρόεδρος της επιτροπής τον ρώτησε: «Δηλαδή αντιληφθήκατε ότι ο τρόπος που βλέπατε τον κόσμο, το μοντέλο της σκέψης σας, ήταν λανθασμένο;». Ο Γκρίνσπαν απάντησε: «Ακριβώς». Εννοούσε τη θεωρία σύμφωνα με την οποία η οικονομία πρέπει να οδηγείται από την προσφορά χρήματος. Παρ’ όλα αυτά, οι κυβερνήσεις του δυτικού κόσμου δε θέλουν να εγκαταλείψουν αυτήν τη θεωρία – με όλες τις συνέπειες στα επίπεδα του χρέους, των τιμών του χρηματιστηρίου, του επιπέδου ζωής και του πληθωρισμού. Και όλα αυτά απλώς γιατί δεν υπάρχει ακόμα εναλλακτική προοπτική – το φαινόμενο της αφαίμαξης σε όλο του το μεγαλείο.

Το φαινόμενο της αφαίμαξης παίζει ρόλο και στην προσωπική σας ζωή. Αν δε θέλετε να χάσετε το αίμα σας σε διανοητικό επίπεδο, να αναθεωρείτε τακτικά τη στρατηγική σας στις επενδύσεις, τη φιλοσοφία ζωής και τη γνώμη σας για τους ομοίους σας. Αν τα γεγονότα δε συμβαδίζουν με τις θεωρίες σας, απαρνηθείτε τες αμέσως. Και, ακόμα σπουδαιότερο, μην περιμένετε να βρείτε μια «καλύτερη» θεωρία. Μπορεί να περάσουν 2.000 χρόνια.

Αν συμπεριφέρεστε ακριβώς όπως επιθυμείτε κάθε φορά, πιστεύετε πως θα έχετε καλύτερη επικοινωνία με τους ανθρώπους που σας περιβάλλουν;

Μπορείτε να συμπεριφέρεστε ακριβώς όπως επιθυμείτε. Το μόνο που έχετε να κάνετε είναι να βρείτε τη σωστή κατάσταση για να το κάνετε.

Υπάρχουν δύο περιπτώσεις στις οποίες μπορείτε να είστε απλώς ο εαυτός σας:

Η πρώτη κατάσταση είναι όταν βρίσκεστε μόνοι σας σε ένα δωμάτιο. Τότε δεν έχει σημασία πώς μιλάτε ή τι κάνετε. Δεν βλάπτει κανέναν αν ουρλιάξετε και βρίσετε ή αν απλώς θελήσετε να καθίσετε σιωπηλοί και να συλλογιστείτε τα μεγάλα μυστήρια της ζωής ή να αναρωτηθείτε γιατί τα μοντέλα μόδας πάντα φαίνονται τόσο τσατισμένα. Μονάχοι σας μπορείτε να συμπεριφέρεστε ακριβώς όπως νιώθετε. Απλό, έτσι δεν είναι;

Η δεύτερη κατάσταση όπου μπορείτε να είστε απολύτως ο εαυτός σας είναι όταν όλοι οι άλλοι στο δωμάτιο είναι ακριβώς όπως εσείς. Τι μας έμαθαν οι μανάδες μας; Να φερόμαστε στους άλλους όπως θέλουμε να μας φέρονται. Εξαιρετική συμβουλή και με πολύ καλές προθέσεις. Και επίσης λειτουργεί, αρκεί να είναι όλοι ίδιοι με εσάς. Το μόνο που χρειάζεται να κάνετε είναι μια λίστα με όλους τους ανθρώπους που γνωρίζετε οι οποίοι πιστεύουν ακριβώς ό,τι κι εσείς, σκέφτονται και ενεργούν ακριβώς όπως εσείς σε όλες τις περιπτώσεις. Στη συνέχεια τηλεφωνήστε τους και αρχίστε να κάνετε παρέα.

Σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση θα ήταν μάλλον καλή ιδέα να κατανοήσετε πώς σας αντιλαμβάνονται οι άλλοι και πώς λειτουργούν. Δεν νομίζω ότι θα κάνω κάποια βαρυσήμαντη δήλωση αν σας πω ότι οι περισσότεροι άνθρωποι που γνωρίζετε δεν μοιάζουν με εσάς.

Οι λέξεις μπορεί να έχουν απίστευτη δύναμη, αλλά οι λέξεις που επιλέγουμε και ο τρόπος με τον οποίο τις χρησιμοποιούμε ποικίλλουν. Όπως ξέρετε, υπάρχουν διαφορετικές ερμηνείες των λέξεων. Και όταν χρησιμοποιείτε τη λάθος λέξη, τότε, ναι, ίσως είστε ηλίθιος.

Περιστοιχιζόμαστε από ηλίθιους – ή μήπως όχι;

Τι σημαίνει βασικά αυτό; Καθώς έγραφα, μου ήρθε στο μυαλό η ακόλουθη αναλογία: τα μοτίβα συμπεριφοράς μοιάζουν με εργαλειοθήκη. Όλοι οι τύποι είναι απαραίτητοι. Ανάλογα με την περίσταση, ένα εργαλείο μερικές φορές είναι σωστό και μερικές λάθος. Μια βαριοπούλα γύρω στα δεκαπέντε κιλά είναι τέλεια για να γκρεμίζεις τοίχους, αλλά δεν ενδείκνυται αν θέλεις να κρεμάσεις μια φωτογραφία στο φουαγέ.

Κάποιοι αντιτίθενται στην ιδέα της ταξινόμησης των ανθρώπων σε διαφορετικούς τύπους προσωπικότητας. Ίσως κι εσείς πιστεύετε ότι δεν πρέπει να κατηγοριοποιείτε τους ανθρώπους με αυτόν τον τρόπο, ότι είναι λάθος να κατηγοριοποιεί κανείς τους ανθρώπους γενικότερα. Ωστόσο, όλοι το κάνουμε , ίσως με άλλο τρόπο, μολαταύτα όλοι καταγράφουμε τις διαφορές μας. Το γεγονός παραμένει ότι είμαστε διαφορετικοί και, κατά τη γνώμη μου, η επισήμανση αυτή μπορεί να είναι κάτι θετικό αν την κάνετε με τον σωστό τρόπο. Με ακατάλληλη χρήση κάθε εργαλείο μπορεί να είναι επιβλαβές. Έχει να κάνει περισσότερο με το άτομο που το χρησιμοποιεί παρά με το ίδιο το εργαλείο.

Τι ρόλο παίζουν τα όνειρα

Η έννοια της συνείδησης (consciousness) αναφέρεται σε κάποια υποκειμενική εμπειρία (πχ στην απολαυστική γεύση της Νουτέλα, στον οξύ πονόδοντο, στην αίσθηση ότι ο χρόνος κυλάει αργά όταν βαριόμαστε), στην αίσθηση της ζωτικότητας ή στο άγχος πριν από μια εξέταση. Τι όμως ακριβώς είναι η συνείδηση και τι δεν είναι;

Το ζήτημα έχει εμπνεύσει αμέτρητες φιλοσοφικές θεωρίες από την αρχαιότητα και πολλές επιστημονικές έρευνες από τον περασμένο αιώνα μέχρι σήμερα. Έχει ωστόσο δημιουργήσει και ορισμένες παρανοήσεις. Τους πέντε πιο συνήθεις μύθους για τη συνείδηση παρουσίασε στην Ουάσιγκτον Ποστ, ο διακεκριμένος νευροεπιστήμονας Κρίστοφ Κοχ, επικεφαλής επιστήμονας και πρόεδρος του αμερικανικού Ινστιτούτου Άλεν για την Επιστήμη του Εγκεφάλου (Allen Institute of Brain Science).

Μύθος 1: Ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι μοναδικός

Μύθος: Υπάρχει μια μακρά ιστορία ερευνών που επιχείρησαν να εντοπίσουν ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό στον ανθρώπινο εγκέφαλο για να εξηγήσουν την προχωρημένη συνείδηση μας και την πλανητική κυριαρχία μας. Η νευροεπιστήμονας Σουζάνα Χερκουλάνο – Χούζελ υποστηρίζει ότι το διακριτικό γνώρισμα του ανθρώπινου εγκεφάλου έγκειται στους πολυάριθμους νευρώνες που βρίσκονται στον εξωτερικό εγκεφαλικό φλοιό ή νεο-φλοιό: 16 δισεκατομμύρια από ένα σύνολο 86 δισεκατομμυρίων νευρώνων. Αυτή είναι η απλούστερη εξήγηση για τις ιδιαίτερες γνωστικές μας ικανότητες, δηλώνει. Έχουν γίνει και άλλες υποθέσεις, όπως ότι μόνο στους ανθρώπους υπάρχουν μερικές περιοχές του εγκεφάλου ή νευρικά κύτταρα (π.χ. von Economo) ή ότι ο ανθρώπινος εγκέφαλος καταναλώνει περισσότερες θερμίδες από τα άλλα είδη.

Αλήθεια: Ασφαλώς δεν έχουμε τον μεγαλύτερο εγκέφαλο, οι ελέφαντες και οι φάλαινες μάς ξεπερνούν. Πρόσφατες έρευνες έχουν δείξει ότι το μαυροδέλφινο έχει 37 δισεκατομμύρια νευρώνες. Οι φάλαινες, οι ελέφαντες -όχι μόνο οι άνθρωποι- έχουν επίσης τους νευρώνες von Economo. Oι άνθρωποι και τα ποντίκια έχουν περίπου τις ίδιες κατηγορίες εγκεφαλικών κυττάρων. Επιπρόσθετα, το νευρικό κύτταρο von Εconomo έχει εντοπιστεί και σε φάλαινες και άλλα ζώα. Δεν φαίνεται επομένως να υπάρχει απλή εγκεφαλο-κεντρική εξήγηση στο γιατί οι άνθρωποι βρίσκονται στην κορυφή της γνωστικής κλίμακας.

Μύθος 2: Η επιστήμη δεν θα κατανοήσει ποτέ τη συνείδηση

Μύθος: O διαπρεπής θεωρητικός φυσικός Έντουαρντ Γουίτεν είχε πει πως πιθανότατα η συνείδηση θα παραμείνει ένα μυστήριο, ενώ ο φιλόσοφος Ντέιβιντ Τσάλμερς μιλά για το «δύσκολο» ή «σκληρό» πρόβλημα της συνείδησης, αναφερόμενος στη δυσκολία να γίνει το αναγκαίο από την κατανόηση του ποια γεγονότα του εγκεφάλου συνδέονται με τη συνείδηση, στο πώς αναδύεται η συνείδηση στον εγκέφαλο. Πρόκειται για έναν ιδιαίτερα επιβλαβή μύθο, δεδομένου ότι παρεμποδίζει την έρευνα.

Αλήθεια: Από τον περασμένο αιώνα μάθαμε πολύ περισσότερα πράγματα για τη συνείδηση από ό,τι σε όλο το προηγούμενο παρελθόν. Ένα ολόκληρο επάγγελμα, η αναισθησιολογία, είναι αφιερωμένη στην ασφαλή “ενεργοποίηση” και “απενεργοποίηση” της συνείδησης. Γινόμαστε όλο και καλύτεροι στον εντοπισμό της παρουσίας ή της απουσίας συνείδησης σε ασθενείς με νευρολογικές βλάβες, οι οποίοι δεν μπορούν να μιλήσουν ή να αλληλοεπιδράσουν με το περιβάλλον, κινητοποιώντας τον εγκέφαλό τους με τη χρήση μαγνητικών παλμών και στη συνέχεια παρακολουθώντας την ηχώ της προκαλούμενης ηλεκτρικής δραστηριότητας που διασχίζει τον εγκεφαλικό φλοιό. Οι ερευνητές μελετούν τα νευρωνικά ίχνη της συνείδησης παρουσιάζοντας εικόνες ή άλλα ερεθίσματα σε άτομα που βρίσκονται σε μαγνητικό τομογράφο και παρατηρούν ποιες περιοχές του εγκεφάλου ανταποκρίνονται σε αυτά. Οι εξελίξεις αυτές δεν έχουν λύσει όλο το πρόβλημα, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν θα το κάνουν στο μέλλον.

Μύθος 3: Τα όνειρα περιλαμβάνουν στοιχεία για τις κρυφές επιθυμίες μας

Μύθος: O Φρόιντ έλεγε πως τα όνειρα είναι η βασιλική οδός προς το ασυνείδητο. Η σκέψη του 20ου αιώνα πάνω στα όνειρα έχει βασιστεί σε μεγάλο βαθμό σε αυτή τη θεώρηση, ότι δηλαδή στην καρδιά κάθε ονείρου βρίσκεται η εκπλήρωση μιας επιθυμίας που καταπιέζεται από το μυαλό. Στην ψυχαναλυτική θεώρηση τα όνειρα αναπαριστούν την προσπάθεια εκπλήρωσης ασυνείδητων επιθυμιών και τις συγκρούσεις, ενώ συχνά έχουν συμβολικό νόημα που πρέπει να αποκωδικοποιηθεί μέσω της μεθόδου του ελεύθερου συνειρμού ή με άλλες μεθόδους.

Αλήθεια: Η σύγχρονη έρευνα, η οποία μελετά τα όνειρα υγιών ανθρώπων και ασθενών που έχουν βιώσει τραύμα, δεν συμφωνεί με αυτή τη θεώρηση. Ένας ερευνητής ψυχολόγος, ο Γουίλιαμ Ντόμχοφ, διατηρεί σε μια διαδικτυακή τράπεζα ονείρων πάνω από 20.000 αναφορές ονείρων. Αυτή, όπως και άλλες πηγές, δείχνουν πως στα όνειρα βλέπουμε συνήθως πράγματα που μας απασχολούν στην καθημερινότητα μας, στα οποία παρεμβάλλονται άλλα φαντασιακά γεγονότα ή αναμνήσεις. Συνήθως υπάρχει συνέπεια μεταξύ των ονείρων και του τρόπου αντίληψης της πραγματικότητας: αυτοί π.χ. που έχουν άγχος, βλέπουν αγχώδη όνειρα, εκείνοι που έχουν βιώσει τραύμα, συχνά το αναβιώνουν (flashbacks). Μερικές φορές εκφράζουμε σεξουαλική επιθυμία για κάποιον, αλλά αυτό δεν απαιτεί κάποια αποκωδικοποίηση. Συμπερασματικά, τα όνειρα δεν “καμουφλάρουν” τις επιθυμίες μας, αλλά εκφράζουν με συνεκτικό και κατανοητό τρόπο αυτά που μας απασχολούν καθημερινά.

Μύθος 4: Είμαστε ευαίσθητοι στα υποσυνείδητα μηνύματα

Μύθος: Το ενδιαφέρον για τη διαφήμιση που περνά το μήνυμα της κάτω το “κατώφλι” της συνείδησης, ξεκίνησε το 1957, όταν ένας ερευνητής μάρκετινγκ ισχυρίστηκε ότι αύξησε σημαντικά τις πωλήσεις της Κόκα-Κόλα και του ποπ-κορν παρεμβάλλοντας στην οθόνη ένα μόνο «καρέ» με το μήνυμα Φάε ποπ-κορν ή Πιες κόκα-κόλα. Αργότερα ο Γουίλσον Κέι στο βιβλίο του Υποσυνείδητη Αποπλάνηση (1974) υποστήριξε ότι το 99% των διαφημίσεων για το αλκοόλ περιλαμβάνουν τέτοια μηνύματα. Το 2000 οι Ρεπουμπλικάνοι κατηγορήθηκαν ότι χρησιμοποίησαν τέτοια μηνύματα σε μια καμπάνια επίθεσης στους «γραφειοκράτες» προκειμένου να χειραγωγήσουν τους ψηφοφόρους.

Αλήθεια: Οι περισσότερες από τις έρευνες που έχουν γίνει ως τώρα για τα μηνύματα αυτού του είδους, δεν μπορούν να επαναληφθούν. Σύγχρονες μελέτες δείχνουν ότι η όποια επίδραση αυτών των μηνυμάτων είναι ασυνεπής, μικρή και έχει περιορισμένο χρόνο ζωής. Μια έρευνα του 2015 έδειξε πως τα υποσυνείδητα μηνύματα για μια μάρκα αύξησαν το ενδιαφέρον για τη μάρκα αυτή μόνο για 15 λεπτά. Όπως βλέπουμε στη σύγχρονη πολιτική προπαγάνδα, είναι τα συνειδητά μηνύματα αυτά που έχουν την πραγματική δύναμη.

Μύθος 5: Τα επιθανάτια οράματα συνιστούν απόδειξη της μετά-θάνατο ζωής

Μύθος: Οι επιζώντες από καρδιακή προσβολή ή άλλα επεισόδια που τους έφεραν κοντά στο θάνατο, αναφέρουν ορισμένες φορές ότι αισθάνθηκαν να διαχωρίζονται από το σώμα τους, ότι είδαν ένα λαμπερό φως ή ότι συνάντησαν μια απόκοσμη παρουσία. Πολλοί υποστηρίζουν ότι αυτές οι εμπειρίες αποτελούν αποδείξεις ύπαρξης ενός θεϊκού κόσμου. Ο νευροχειρουργός Έμπεν Αλεξάντερ στο μπεστ-σέλερ του Ο παράδεισος υπάρχει (εκδ. Κλειδάριθμος) αναφέρει ότι, ενώ βρισκόταν σε βαθύ κώμα, μεταφέρθηκε στον πιο περίεργο και όμορφο κόσμο που είχε δει ποτέ. Συλλογιζόμενος τη σημασία όσων βίωσε, γράφει: Οπότε επικοινωνούσα απευθείας με το Θεό; Αναμφισβήτητα.

Αλήθεια: Αν και αυτές οι ξεχωριστές εμπειρίες αγνοήθηκαν για χρόνια από τους ερευνητές, σήμερα οι ασυνήθιστες αυτές παραισθήσεις τραβούν την προσοχή. Επιδημιολογικές μελέτες δείχνουν πως αυτές οι επιθανάτιες εμπειρίες (Near-Death Experiences) δεν είναι τόσο σπάνιες και παρατηρούνται περίπου στο ένα δέκατο των ανθρώπων που έχουν υποστεί καρδιακή ανακοπή. Φαίνεται ότι σχετίζονται με νευρολογικά γεγονότα που λαμβάνουν χώρα σε περιοχές του εγκεφαλικού φλοιού, όταν έχουν έλλειψη οξυγόνου. Παρόλα αυτά, η αιτία τους παραμένει άγνωστη. Παρόμοιες έντονες εμπειρίες παρατηρούνται σε περιστατικά επιληπτικών κρίσεων ή κατά την ενεργοποίηση συγκεκριμένων περιοχών του εγκεφαλικού φλοιού στις νευροχειρουργικές επεμβάσεις.

Τα οράματα αυτά φαίνεται να είναι η προσπάθεια του εγκεφάλου να συνεχίσει να κάνει τη δουλειά του, να καταλαβαίνει δηλαδή τον κόσμο, ακόμα και όταν η ίδια του η λειτουργία παρεμποδίζεται και όταν ορισμένα μνημονικά ή αντιληπτικά του κέντρα είναι εκτός λειτουργίας ή δημιουργούν ψευδώς την αίσθηση της δραστηριότητας. Δεν χρειάζεται, επομένως, να στρεφόμαστε σε υπερφυσικές εξηγήσεις. Αυτό που είναι σημαντικό, είναι να μελετηθεί γιατί τέτοιες εμπειρίες αφήνουν στους ανθρώπους που τις έχουν βιώσει, μια αίσθηση ηρεμίας, γαλήνης και αποδοχής του επερχόμενου οριστικού τέλους. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε νέες θεραπευτικές ανακαλύψεις.

Άνθρωποι γίνονται ρομπότ

Άνθρωποι γίνονται ρομπότ στο υπόγειο του σπιτιού τους.

Σε ένα υπόγειο του Πιτσμπουργκ των ΗΠΑ, ένας καλλιτέχνης του piercing και ένας βετεράνος της Πολεμικής Αεροπορίας τοποθετούν μεταλλικά κομμάτια στις άκρες των δακτύλων τους με σκοπό να μεταμορφωθούν σε ρομπότ και καλωσορίζουν όποιον άλλον θέλει να το κάνει επίσης. Μην με ρωτήσεις γιατί ένας άνθρωπος να θέλει να κάνει κάτι τέτοιο; Δεν γνωρίζω -και δεν με ενδιαφέρει να γνωρίζω, είναι Άβυσσος ο νους (γιατί ψυχή δεν υπάρχει) και το μόνο άσχημο είναι το ό,τι ζούμε ανάμεσα τους.

Ένας δημοσιογράφος που επισκέφθηκε τις εν λόγω Ο.Π. μας περιγράφει πώς εμφύτευσαν μικρούς μεταλλικούς δίσκους στα ακροδάκτυλά τους και όλα αυτά σε ένα υπόγειο που είχαν μετατρέψει σε εργαστήριο. Μέσα στο εργαστήριο παρατήρησε μία σειρά Arduino motherboards, ηλεκτρόδια και μεταλλικά μέρη.

«Από τότε που ήμουν παιδί,» αναφέρει ο ένας από τους δύο, «έλεγα σε όλους ότι θέλω να γίνω ρομπότ. Αυτόν τον καιρό τελικά αυτό δεν φαίνεται και τόσο απίθανο. Το παράξενο αυτό ζευγάρι, θα τους ονομάζαμε βιονικούς biohackers έχουν εμμονή με την ανθρώπινη βελτίωση του σώματος και συνεχώς αναζητούν τρόπους να τοποθετήσουν μηχανικά κομμάτια στο σώμα τους. Έχουν επαφές με μία σειρά άλλους που έχουν την επιθυμία να τους μοιάσουν και ήδη μερικοί από αυτούς έχουν ήδη εμφυτεύσει στο σώμα τους μεταλλικά μέρη.

Το μαγνητικό εμφύτευμα δίνει την δυνατότητα σε όποιον το φέρει να αντιλαμβάνεται τα ηλεκτρομαγνητικά πεδία, όπως μικροκύματα ή ακόμα και τους συρμούς του μετρό που περνούν κάτω από το έδαφος. Πέρα όμως από αυτό, δεν υπάρχει κάτι άλλο επωφελές στο να έχει κάποιος εμφυτευμένο έναν μικρό μεταλλικό δίσκο. Αυτό όμως που κάνει την διαφορά, αναφέρουν οι biohackers είναι ότι πρόκειται μόνο για την αρχή.

«Το κόστος είναι πολύ μικρό και η τοποθέτηση δεν είναι αρκετά παρεμβατική στο σώμα. Σιγά σιγά συνηθίζεις στην ιδέα ότι έχεις ένα ξένο σώμα μέσα σου και όσο περνάει ο καιρός το βλέπεις πια σαν ένα κομμάτι του σώματός σου. Σίγουρα είναι πολύ ωραία να νιώθεις το μαγνητισμό, αλλά αυτό που το κάνει ξεχωριστό είναι ότι δίνει στο σώμα μία μικρή πινελιά τεχνολογίας»

Κοντολογίς προετοιμάζουν τον άνθρωπο για τις εμφυτεύσεις των μεταλλικών τσιπ, με ότι αυτό συνεπάγεται.

Η περίπτωση όμως αυτή, δηλαδή η μετατροπή ανθρώπων σε ρομπότ δεν είναι και η πρώτη στην ιστορία αφού οι μετανθρωπιστές Lepht Anonym και Kevin Warwick το κάνουν εδώ και χρόνια τώρα αν και υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ τους. Η Anonym είναι ερασιτέχνης hacker χωρίς κάποια εκπαίδευση και δεν χρησιμοποιεί αναισθησία ή ιατρικά εργαλεία σε αντίθεση με τον Warwick που είναι ακαδημαϊκός.

Σε κάποιο προφίλ για την Anonym διαβάζουμε ότι αυτό που θέλει να κάνει είναι να μοιραστεί την ιδέα «κάντο μόνος σου.» Δεν πρόκειται για μία μετανθρωπιστική ιδέα, δεν πρόκειται για την αθανασία ή υπερφυσικές ικανότητες, αλλά όταν μία φορά ένα από τα εμφυτεύματα σταμάτησε να λειτουργεί ήταν σαν τυφλή.

Ένας σχολιαστής στο ίδιο προφίλ πρόσθεσε τις δικές του ιδέες για την «μηχανική βελτίωση του σώματος»

“Η μηχανική βελτίωση του σώματος είναι απλά η αρχή, όπου το ήθος του Μετανθρωπισμού συναντά τις πραγματικότητες της ζωής. Δοκιμάζουμε τις ιδέες στα σώματά μας -πάντα γνωρίζοντας πολύ καλά τους κινδύνους τους οποίους αποδεχόμαστε πλήρως. Γιατί; Είμαστε πρόθυμοι να πάρουμε αυτό το ρίσκο έτσι ώστε να κάνουμε την διαφορά με τρόπους που οι άνθρωποι δεν μπορούσαν πριν.

Για να δει κάποιος τον κόσμο με νέο τρόπο, για να βρει νέα εργαλεία και να εφαρμόσει ώστε να πει ότι ένας καλύτερος, διαφορετικός και πιο άγριος κόσμος είναι πιθανός -αυτό μπορώ να σας το δείξω. Γιατί δεχόμαστε να παίρνουμε αυτό το ρίσκο; Για τον λόγο ότι δείχνει το πόσο σημαντικό θεωρούμε ότι είναι αυτό που κάνουμε. Γιατί να επιχειρήσεις να πιάσεις το άπιαστο, να γνωρίσεις τα όριά σου, να έχεις ένα καλύτερα προσαρμόσιμο σώμα, να κάνεις το ακατόρθωτο, να βοηθήσεις στην δημιουργία καλύτερων μέσων που συνδέονται με την τεχνολογία μας;”

Ο Warwick από την άλλη πλευρά, έχει μελετήσει την λειτουργία των εμφυτευμάτων στο εργαστήριο και για πολύ καιρό ήταν αρκετά δύσκολο να πείσει την ακαδημαϊκή κοινότητα ότι αυτό που έκανε δεν ήταν παράλογο. Τα πράγματα, όμως έχουν αλλάξει, όπως αναφέρει: «Μία δεκαετία πριν αν μιλούσες για μηχανική βελτίωση σώματος θα έβρισκες πολλές αντιδράσεις. Αν ο σκοπός σου δεν ήταν να βοηθήσεις όσους ήταν σωματικά ανάπηροι τότε δεν σήκωναν κουβέντα.»

Με την έλευση των smartphones αναφέρει ο Warwick όλα αυτά άλλαξαν. «Οι άνθρωποι αναγνώρισαν αυτή την εφαρμογή της τεχνολογίας επειδή ακριβώς τώρα επιβάλλεται να είναι κάποιος συνδεδεμένος συνεχώς.»

Γυρίζοντας πίσω στο Πίτσμπουργκ, ο δημοσιογράφος είδε μία μεγάλη ποικιλία από εμφυτεύματα για τα ακροδάκτυλα, από ένα εμφύτευμα που ελέγχει ένα smart phone μέχρι άλλα που κάνουν παρεμβολές στον εγκέφαλο.

Ο άνθρωπος είναι ήδη έτοιμος να δεχτεί μεταλλικά αντικείμενα στο σώμα του σαν κάτι φυσιολογικό, μόνο που τα συνεπακόλουθα αποτελέσματα δεν θα του αρέσουν καθόλου, μα καθόλου.

ΠΕΡΑΣΤΙΚΑ ΣΑΣ!

Stephen Hawking: Το φαινόμενο θαύμα

Όταν αποκαλύφθηκε ότι το Σύμπαν μας δεν είναι στατικό, ο Αϊνστάιν εξοβέλισε την κοσμολογική σταθερά από τη θεωρία του, χαρακτηρίζοντάς την ως τη μεγαλύτερη γκάφα της ζωής του. Ωστόσο, από παρατηρήσεις εξαιρετικά απομακρυσμένων υπερκαινοφανών αστέρων, οι οποίες διεξήχθησαν το 1998, αποκαλύφθηκε ότι το Σύμπαν διαστέλλεται με επιταχυνόμενο ρυθμό —αποτέλεσμα αδύνατο χωρίς τη δράση κάποιου είδους απωστικής δύναμης που να διατρέχει τον χώρο. Η ιδέα της κοσμολογικής σταθεράς αναβίωσε.

Δεδομένου ότι τώρα γνωρίζουμε πως η τιμή της δεν είναι μηδενική, παραμένει το ερώτημα γιατί έχει την τιμή που έχει. Οι φυσικοί έχουν παραθέσει επιχειρήματα για να εξηγήσουν τον τρόπο με τον οποίο θα μπορούσε να αναφύεται η δύναμη αυτή εξαιτίας κβαντομηχανικών φαινομένων, αλλά η τιμή που υπολογίζουν είναι κατά 120 περίπου τάξεις μεγέθους μεγαλύτερη από την τιμή η οποία προκύπτει μέσω της παρατήρησης υπερκαινοφανών.

Αυτό σημαίνει ότι είτε η συλλογιστική των υπολογισμών μας είναι λάθος είτε υπάρχει κάποιο άλλο φαινόμενο το οποίο απαλείφει κατά θαυμαστό τρόπο τον αριθμό που υπολογίζουμε, εκτός από ένα αφάνταστα απειροελάχιστο κλάσμα του. Το βέβαιο είναι ότι, αν η τιμή της κοσμολογικής σταθεράς ήταν πολύ μεγαλύτερη από όση είναι, το Σύμπαν μας θα είχε κυριολεκτικά ανατιναχτεί πριν σχηματιστούν οι γαλαξίες, οπότε —για μία ακόμη φορά— η ζωή όπως τη γνωρίζουμε θα ήταν αδύνατο να υπάρξει.

Τι θα μπορούσαμε να συναγάγουμε από αυτές τις συμπτώσεις; Η τύχη που ενέχεται στην ακριβή μορφή και φύση των θεμελιωδών φυσικών νόμων αποτελεί διαφορετικό είδος τύχης από αυτή την οποία βρίσκουμε στους περιβαλλοντικούς παράγοντες. Το ερώτημα δεν είναι τόσο εύκολο να απαντηθεί, ενώ έχει πολύ βαθύτερες φυσικές και φιλοσοφικές επιπτώσεις. Το Σύμπαν μας και οι νόμοι του μοιάζουν εξίσου κομμένα και ραμμένα στα μέτρα μας, ενώ, προκειμένου για την ύπαρξή μας, ελάχιστα περιθώρια αφήνουν για τροποποιήσεις. Δυσεξήγητο ζήτημα, το οποίο εγείρει το φυσικό ερώτημα γιατί είναι έτσι.

Στο σημείο αυτό, πολλοί θα ήθελαν να επικαλεστούμε τέτοιου είδους συμπτώσεις ως αποδεικτικά στοιχεία ότι όλα αυτά είναι έργο του Θεού. Η ιδέα ότι το Σύμπαν σχεδιάστηκε προκειμένου να φιλοξενήσει το ανθρώπινο γένος κάνει την εμφάνισή της σε θεολογίες και μυθολογίες που ανάγονται χιλιάδες χρόνια πριν. Στο μυθολογικό έπος Popol Vuh των Μάγια, οι θεοί διακηρύσσουν ότι

«καμία δόξα και τιμή δεν μας αξίζει για όλα τα πλάσματα που δημιουργήσαμε πριν από την ύπαρξη των ανθρώπων, πλασμάτων προικισμένων με ευαισθησία».

Σε ένα τυπικό αιγυπτιακό κείμενο που ανάγεται στο 2οοο π.Χ. διαβάζουμε:

«Οι άνθρωποι, τα κτήνη του θεού, έχουν αρκετά εφόδια. Αυτός (ο θεός ήλιος) έφτιαξε τον ουρανό και τη γη για δική τους ωφέλεια».

Στην Κίνα, ο ταοϊστής φιλόσοφος Τσουάνγκ Τζου (περ. 400 π.Χ.) εξέφρασε την ιδέα αυτή μετά λόγια του ήρωα ενός μύθου:

«Ο ουρανός κάνει να μεγαλώσουν τα πέντε είδη σιτηρών, και φέρνει τις πτερυγωτές και φτερωτές φυλές, ειδικά για το δικό μας όφελος».

Στον δυτικό πολιτισμό, η Παλαιά Διαθήκη περιέχει την ιδέα του θεϊκού σχεδίου στη δική της ιστορία περί Δημιουργίας· όμως, μεγάλη επίδραση δέχτηκε η παραδοσιακή χριστιανική άποψη και από τον Αριστοτέλη, ο οποίος πίστευε «σε έναν νοήμονα φυσικό κόσμο που λειτουργεί βάσει σκόπιμου σχεδιασμού». Ο Θωμάς Ακινάτης, χριστιανός θεολόγος του Μεσαίωνα, επιστράτευσε (έκλεψε) τις ιδέες του Αριστοτέλη σχετικά με την τάξη στη Φύση προκειμένου να επιχειρηματολογήσει υπέρ της ύπαρξης του Θεού.

Τον δέκατο όγδοο αιώνα, ένας άλλος χριστιανός θεολόγος έφτασε στο σημείο να ισχυριστεί ότι οι λαγοί έχουν λευκές ουρές για να είναι ευκολότερο για εμάς να τους πυροβολούμε. Μια περισσότερο σύγχρονη παρουσίαση της χριστιανικής άποψης δόθηκε Λίγα χρόνια πριν, όταν ο Κρίστοφ Σένμπορν, καρδινάλιος της Βιέννης, έγραψε:

«Σήμερα, στις απαρχές του εικοστού πρώτου αιώνα, καθώς ερχόμαστε αντιμέτωποι με επιστημονικούς ισχυρισμούς όπως ο νεοδαρβινισμός και η υπόθεση του πολυσύμπαντος, οι οποίοι έχουν επινοηθεί για να παρακάμψουν τις συντριπτικές ενδείξεις στη σύγχρονη επιστήμη υπέρ της ύπαρξης σκοπού και σχεδίου, η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία θα υπερασπιστεί για άλλη μία φορά την ανθρώπινη φύση, διακηρύσσοντας ότι το ενυπάρχον σχέδιο στη Φύση είναι αληθινό».

Στην κοσμολογία, οι συντριπτικές ενδείξεις υπέρ της ύπαρξης σκοπού και σχεδίου στις οποίες αναφερόταν ο καρδινάλιος είναι οι λεπτές ρυθμίσεις των φυσικών νόμων, που θίξαμε παραπάνω.

Το σημείο καμπής στην επιστημονική απόρριψη του ανθρωποκεντρικού Σύμπαντος υπήρξε το κοπερνίκειο μοντέλο του ηλιακού συστήματος, στο οποίο η Γη δεν κατείχε πλέον κεντρική θέση. Τι ειρωνεία, η ίδια η κοσμοθεωρία του Κοπέρνικου είναι ανθρωπομορφική, ακόμη και όταν μας καθησυχάζει υποδεικνύοντας ότι, παρά το ηλιοκεντρικό μοντέλο του, η Γη βρίσκεται σχεδόν στο κέντρο του Σύμπαντος: «Αν και [η Γη] δεν βρίσκεται στο κέντρο του Κόσμου, εντούτοις η απόσταση [από το κέντρο αυτό] είναι μηδαμινή αν τη συγκρίνουμε με εκείνη των απλανών αστέρων».

Με την εφεύρεση του τηλεσκοπίου, τον δέκατο έβδομο αιώνα, οι παρατηρήσεις, όπως το ότι ο πλανήτης μας δεν είναι ο μοναδικός με φεγγάρι σε τροχιά γύρω του, προσέφεραν επιπλέον υποστήριξη στην αρχή ότι δεν διαθέτουμε καμία προνομιακή θέση στο Σύμπαν. Τους αιώνες που ακολούθησαν, όσο περισσότερα ανακαλύπταμε για το Σύμπαν τόσο λιγότερο εξωτικός φαινόταν ο πλανήτης μας.

Ωστόσο, η σχετικά πρόσφατη ανακάλυψη της εξαιρετικά λεπτής ρύθμισης πολλών νόμων της Φύσης θα μπορούσε να οδηγήσει, ορισμένους έστω από εμάς, ξανά πίσω στην παλιά ιδέα ότι αυτό το μεγάλο σχέδιο αποτελεί έργο κάποιου μεγάλου σχεδιαστή. Στις ΗΠΑ, όπου το Σύνταγμα απαγορεύει τη θρησκευτική διδασκαλία στα σχολεία, ο τύπος αυτός ιδέας ονομάζεται «ευφυές σχέδιο», υπονοώντας εμμέσως πλην σαφώς ότι ο σχεδιαστής αυτός είναι ο Θεός.

Δεν είναι αυτή, όμως, η απάντηση της σύγχρονης επιστήμης. Είδαμε ότι το Σύμπαν μας φαίνεται να είναι ένα μεταξύ πολλών, καθένα με διαφορετικούς νόμους. Αυτή η ιδέα περί πολυσύμπαντος δεν έχει επινοηθεί για να εξηγηθεί το θαύμα της λεπτής ρύθμισης. Πρόκειται για συνέπεια της συνθήκης έλλειψης ορίου, αλλά και άλλων θεωριών της σύγχρονης κοσμολογίας.

Αν όμως αληθεύει, ανάγει την ισχυρή ανθρωπινή αρχή στην ασθενή εκδοχή της, θέτοντας τις λεπτές ρυθμίσεις των φυσικών νόμων στην ίδια βάση με τους περιβαλλοντικούς παράγοντες, διότι συνεπάγεται ότι το κοσμικό μας ενδιαίτημα —το σύνολο του παρατηρήσιμου Σύμπαντος— είναι μονάχα ένα μεταξύ πολλών, σαν το ηλιακό μας σύστημα. Αυτό σημαίνει ότι, όπως ακριβώς οι περιβαλλοντικές συμπτώσεις του ηλιακού μας συστήματος μπορούν να θεωρηθούν άνευ σημασίας βάσει της κατανόησης ότι υπάρχουν δισεκατομμύρια ακόμη παρόμοια συστήματα, έτσι και οι λεπτές ρυθμίσεις των νόμων της Φύσης μπορούν να εξηγηθούν με βάση την ύπαρξη πολλαπλών συμπάντων.

Διαμέσου των αιώνων, πολλοί απέδωσαν στον Θεό την ομορφιά και την πολυπλοκότητα της Φύσης που στην εποχή τους φαινόταν πως δεν έχουν επιστημονική εξήγηση. Αλλά όπως ακριβώς ο Δαρβίνος και ο Wallace εξήγησαν με ποιον τρόπο ο φαινομενικά θαυμαστός σχεδιασμός των έμβιων μορφών μπορούσε να προκόψει χωρίς την παρέμβαση κάποιου ανώτατου όντος, έτσι και η ιδέα του πολυσύμπαντος μπορεί να εξηγεί τις λεπτές ρυθμίσεις των φυσικών νόμων χωρίς ανάγκη επίκλησης ενός καλοκάγαθου δημιουργού ο οποίος έφτιαξε το Σύμπαν για δικό μας όφελος.

Ο Αϊνστάιν έθεσε κάποτε στον βοηθό του, Ernst Strauss, το εξής ερώτημα: «Είχε ο Θεός επιλογές όταν δημιουργούσε το Σύμπαν;». Ο Κέπλερ, στα τέλη του δεκάτου έκτου αιώνα, ήταν πεπεισμένος ότι ο Θεός είχε δημιουργήσει το Σύμπαν σύμφωνα με κάποια τέλεια μαθηματική αρχή. Ο Νεύτων έδειξε ότι οι ίδιοι νόμοι που ισχύουν στους ουρανούς ισχύουν και στη Γη, και ανέπτυξε μαθηματικές εξισώσεις για να εκφράσει τους νόμους αυτούς, οι οποίοι ήταν τόσο κομψοί ώστε ενέπνευσαν έναν σχεδόν θρησκευτικό ζήλο σε πολλούς επιστήμονες του δεκάτου ογδόου αιώνα, πρόθυμους να τους επικαλεστούν προ-κειμένου να δείξουν ότι ο Θεός είναι μαθηματικός.

Από την εποχή του Νεύτωνα, και ειδικά από την εποχή του Αϊνστάιν, στόχος της φυσικής είναι να βρει απλές μαθηματικές αρχές του είδους που είχε οραματιστεί ο Κέπλερ, ώστε με αυτές να οικοδομήσει μια ενοποιημένη Θεωρία των Πάντων η οποία θα εξηγεί κάθε λεπτομέρεια της ύλης και των δυνάμεων που παρατηρούμε στη Φύση.

Κατά τον δέκατο ένατο και τις αρχές του εικοστού αιώνα, ο Maxwell και ο Αϊνστάιν ενοποίησαν τις θεωρίες του ηλεκτρισμού, του μαγνητισμού και του φωτός.

Κατά τη δεκαετία του 1970, διαμορφώθηκε το Καθιερωμένο Μοντέλο, μια μοναδική θεωρία για την ασθενή πυρηνική, την ισχυρή πυρηνική και την ηλεκτρομαγνητική δύναμη. Ακολούθησαν η θεωρία χορδών και η θεωρία Μ, σε μια προσπάθεια συμπερίληψης και της εναπομένουσας δύναμης, της βαρυτικής. Στόχος ήταν να βρεθεί, όχι απλώς μια μοναδική θεωρία που να εξηγεί το σύνολο των δυνάμεων, αλλά μια θεωρία η οποία να εξηγεί τους θεμελιώδεις αριθμούς για τους οποίους κάναμε λόγο, όπως η ένταση των δυνάμεων ή η μάζα και το φορτίο των στοιχειωδών σωματιδίων.

Όπως το είχε θέσει ο Αϊνστάιν, ελπίδα μας ήταν να μπορέσουμε τελικά να πούμε ότι η Φύση «έχει συγκροτηθεί με τρόπο που να μπορούν λογικά να διατυπωθούν τόσο αυστηρά καθορισμένοι νόμοι ώστε, στο πλαίσιο των νόμων αυτών, να προκύπτουν μόνο ορθολογικά πλήρως καθορισμένες σταθερές (συνεπώς, όχι σταθερές των οποίων η αριθμητική τιμή θα μπορούσε να μεταβληθεί χωρίς να καταστραφεί η ίδια η θεωρία)».

Μια μοναδική θεωρία θα ήταν απίθανο να περιλαμβάνει τις λεπτές ρυθμίσεις που μας επιτρέπουν να υπάρχουμε. Αν όμως, υπό το φως των πρόσφατων εξελίξεων, ερμηνεύσουμε το όνειρο του Αϊνστάιν ως αυτό μιας μοναδικής θεωρίας η οποία εξηγεί το δικό μας και τα άλλα σύμπαντα, το καθένα με το δικό του σύνολο διαφορετικών νόμων, τότε κάλλιστα στη θέση τούτης της θεωρίας θα μπορούσε να βρίσκεται η θεωρία Μ. Αλλά είναι μοναδική η θεωρία Μ —συνάγεται υποχρεωτικά από κάποια απλή λογική αρχή; Μπορούμε να απαντήσουμε στο ερώτημα γιατί η θεωρία Μ;

Stephen Hawking & Leonard Mlodinow: Το Μεγάλο Σχέδιο.

Η Αρχαία Ελληνική Τέχνη και η Ακτινοβολία της

9.2.8. Μιχαήλ Άγγελος: Χρωστάω τα πάντα στην Αρχαιότητα!


Το 1503 ανατέθηκαν στον Λεονάρντο η Μάχη του Anghiari και στον Μιχαήλ Άγγελο (1475-1564) η Μάχη της Cascina, δύο τεράστιες τοιχογραφίες που θα διακοσμούσαν την αίθουσα του Μεγάλου Συμβουλίου στο Palazzo della Signoria στη Φλωρεντία. Αν και τα ζωγραφικά αυτά έργα δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ, στα προπαρασκευαστικά σχέδια και των δύο καλλιτεχνών παρατηρούνται ποικίλες επιρροές από ανάγλυφα ρωμαϊκών σαρκοφάγων. 

Για τον Μιχαήλ Άγγελο, τον πιο γνωστό και αντιπροσωπευτικό καλλιτέχνη της κλασικής Αναγέννησης, είχε προηγηθεί το ημιτελές του νεανικό ανάγλυφο, η Κενταυρομαχία, σήμερα στο Museo di Casa Buonarroti στη Φλωρεντία. Πρόκειται για μια πολύπλοκη μελέτη γυμνών σωμάτων, που συγκρούονται λυσσαλέα σε μια ξεχωριστή σύνθεση, ένα έργο που τοποθετήθηκε ανάμεσα σε σημαντικά αρχαία στον κήπο του Λορέντσο του Μεγαλοπρεπή των Μεδίκων στη Φλωρεντία. 

Περίπου 10 χρόνια αργότερα, το 1504, στήθηκε στην Piazza della Signoria ο περίφημος Δαβίδ του, ένα γυμνό υπερφυσικού μεγέθους, μια προσωπική, αλλά και κλασικίζουσα απάντηση στον Δαβίδ του Ντονατέλο. Ελάχιστα είναι τα σχέδια ή οι σπουδές του Μιχαήλ Αγγέλου που αντιγράφουν πιστά αρχαία έργα. Θεωρούν ότι είχε δει τον λεγόμενο Θησέα του Παρθενώνα σε σχέδιο του Κυριακού από την Ανκόνα και τον χρησιμοποίησε ως πρότυπο για τον Αδάμ στην περίφημη σύνθεσή του στην Καπέλα Σιστίνα (Capella Sixtina) στη Ρώμη. 

Ο Μιχαήλ Άγγελος είπε για τον εαυτό του ότι χρωστάει τα πάντα στην Αρχαιότητα. Τα κλασικά αγάλματα στο Belvedere του Βατικανού, καθώς και άλλα έργα της αρχαίας πλαστικής, προσφέρουν στον Μιχαήλ Άγγελο λύσεις και ιδέες που συνεχώς διασκευάζει και προσαρμόζει στις δικές του σταθερές. Ο Λαοκόων διακρίνεται πίσω από τον Απόστολο Ματθαίο (Φλωρεντία, Accademia) και πίσω από τους δυο Σκλάβους (Λούβρο), ενώ η μελέτη και επίδραση από τον κορμό Belvedere εμφανίζεται σε μορφές Σκλάβων στην οροφή της Καπέλα Σιστίνα, καθώς και στους περίφημους non finito (ημιτελείς) μαρμάρινους Σκλάβους Boboli.

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ, ΗΘΙΚΑ ΝΙΚΟΜΑΧΕΙΑ

ΑΡΙΣΤ ΗΝικ 1163b32–1165b36

Σχετικά με τη διατήρηση και διάλυση της φιλίας

Ο Αριστοτέλης στο Θ´ βιβλίο καθόρισε τα είδη και τα γενικά γνωρίσματα της φιλίας και άρχισε να εξετάζει πώς εκδηλώνεται αυτή στα ευρύτερα πλαίσια της κοινωνικής και πολιτικής ζωής. Η διερεύνηση αυτή συνεχίζεται σε ολόκληρο το Ι´ βιβλίο, το οποίο ξεκινά με το ακόλουθο απόσπασμα:

Ἐν πάσαις δὲ ταῖς ἀνομοιοειδέσι φιλίαις τὸ ἀνάλογον
ἰσάζει καὶ σῴζει τὴν φιλίαν, καθάπερ εἴρηται, οἷον καὶ
ἐν τῇ πολιτικῇ τῷ σκυτοτόμῳ ἀντὶ τῶν ὑποδημάτων ἀμοι-
(35) βὴ γίνεται κατ’ ἀξίαν, καὶ τῷ ὑφάντῃ καὶ τοῖς λοιποῖς.
[1164a] ἐνταῦθα μὲν οὖν πεπόρισται κοινὸν μέτρον τὸ νόμισμα, καὶ
πρὸς τοῦτο δὴ πάντα ἀναφέρεται καὶ τούτῳ μετρεῖται· ἐν
δὲ τῇ ἐρωτικῇ ἐνίοτε μὲν ὁ ἐραστὴς ἐγκαλεῖ ὅτι ὑπερφι-
λῶν οὐκ ἀντιφιλεῖται, οὐδὲν ἔχων φιλητόν, εἰ οὕτως ἔτυχεν,
(5) πολλάκις δ’ ὁ ἐρώμενος ὅτι πρότερον ἐπαγγελλόμενος
πάντα νῦν οὐδὲν ἐπιτελεῖ. συμβαίνει δὲ τὰ τοιαῦτα, ἐπει-
δὰν ὃ μὲν δι’ ἡδονὴν τὸν ἐρώμενον φιλῇ, ὃ δὲ διὰ τὸ χρή-
σιμον τὸν ἐραστήν, ταῦτα δὲ μὴ ἀμφοῖν ὑπάρχῃ. διὰ
ταῦτα γὰρ τῆς φιλίας οὔσης διάλυσις γίνεται, ἐπειδὰν
(10) μὴ γίνηται ὧν ἕνεκα ἐφίλουν· οὐ γὰρ αὐτοὺς ἔστεργον ἀλλὰ
τὰ ὑπάρχοντα, οὐ μόνιμα ὄντα· διὸ τοιαῦται καὶ αἱ φι-
λίαι. ἡ δὲ τῶν ἠθῶν καθ’ αὑτὴν οὖσα μένει, καθάπερ εἴρη-
ται. διαφέρονται δ’ ὅταν ἕτερα γίνηται αὐτοῖς καὶ
μὴ ὧν ὀρέγονται· ὅμοιον γὰρ τῷ μηδὲν γίνεσθαι, ὅταν
(15) οὗ ἐφίεται μὴ τυγχάνῃ, οἷον καὶ τῷ κιθαρῳδῷ ὁ ἐπαγ-
γελλόμενος, καὶ ὅσῳ ἄμεινον ᾄσειεν, τοσούτῳ πλείω· εἰς
ἕω δ’ ἀπαιτοῦντι τὰς ὑποσχέσεις ἀνθ’ ἡδονῆς ἡδονὴν ἀπο-
δεδωκέναι ἔφη. εἰ μὲν οὖν ἑκάτερος τοῦτο ἐβούλετο, ἱκανῶς
ἂν εἶχεν· εἰ δ’ ὃ μὲν τέρψιν ὃ δὲ κέρδος, καὶ ὃ μὲν ἔχει
(20) ὃ δὲ μή, οὐκ ἂν εἴη τὰ κατὰ τὴν κοινωνίαν καλῶς· ὧν
γὰρ δεόμενος τυγχάνει, τούτοις καὶ προσέχει, κἀκείνου
γε χάριν ταῦτα δώσει. τὴν ἀξίαν δὲ ποτέρου τάξαι ἐστί,
τοῦ προϊεμένου ἢ τοῦ προλαβόντος; ὁ γὰρ προϊέμενος ἔοικ’
ἐπιτρέπειν ἐκείνῳ. ὅπερ φασὶ καὶ Πρωταγόραν ποιεῖν·
(25) ὅτε γὰρ διδάξειεν ἁδήποτε, τιμῆσαι τὸν μαθόντα ἐκέλευεν
ὅσου δοκεῖ ἄξια ἐπίστασθαι, καὶ ἐλάμβανε τοσοῦτον. ἐν
τοῖς τοιούτοις δ’ ἐνίοις ἀρέσκει τὸ «μισθὸς δ’ ἀνδρί». οἱ δὲ
προλαμβάνοντες τὸ ἀργύριον, εἶτα μηδὲν ποιοῦντες ὧν ἔφα-
σαν διὰ τὰς ὑπερβολὰς τῶν ἐπαγγελιῶν, εἰκότως ἐν ἐγ-
(30) κλήμασι γίνονται· οὐ γὰρ ἐπιτελοῦσιν ἃ ὡμολόγησαν. τοῦτο
δ’ ἴσως ποιεῖν οἱ σοφισταὶ ἀναγκάζονται διὰ τὸ μηδένα ἂν
δοῦναι ἀργύριον ὧν ἐπίστανται. οὗτοι μὲν οὖν ὧν ἔλαβον τὸν
μισθόν, μὴ ποιοῦντες εἰκότως ἐν ἐγκλήμασίν εἰσιν. ἐν οἷς
δὲ μὴ γίνεται διομολογία τῆς ὑπουργίας, οἱ μὲν δι’ αὐτοὺς
(35) προϊέμενοι εἴρηται ὅτι ἀνέγκλητοι (τοιαύτη γὰρ ἡ κατ’
[1164b] ἀρετὴν φιλία), τὴν ἀμοιβήν τε ποιητέον κατὰ τὴν προαί-
ρεσιν (αὕτη γὰρ τοῦ φίλου καὶ τῆς ἀρετῆς)· οὕτω δ’ ἔοικε
καὶ τοῖς φιλοσοφίας κοινωνήσασιν· οὐ γὰρ πρὸς χρήμαθ’
ἡ ἀξία μετρεῖται, τιμή τ’ ἰσόρροπος οὐκ ἂν γένοιτο, ἀλλ’
(5) ἴσως ἱκανόν, καθάπερ καὶ πρὸς θεοὺς καὶ πρὸς γονεῖς, τὸ
ἐνδεχόμενον. μὴ τοιαύτης δ’ οὔσης τῆς δόσεως ἀλλ’ ἐπί
τινι, μάλιστα μὲν ἴσως δεῖ τὴν ἀνταπόδοσιν γίνεσθαι δο-
κοῦσαν ἀμφοῖν κατ’ ἀξίαν εἶναι, εἰ δὲ τοῦτο μὴ συμβαίνοι,
οὐ μόνον ἀναγκαῖον δόξειεν ἂν τὸν προέχοντα τάττειν,
(10) ἀλλὰ καὶ δίκαιον· ὅσον γὰρ οὗτος ὠφελήθη ἢ ἀνθ’ ὅσου
τὴν ἡδονὴν εἵλετ’ ἄν, τοσοῦτον ἀντιλαβὼν ἕξει τὴν παρὰ
τούτου ἀξίαν. καὶ γὰρ ἐν τοῖς ὠνίοις οὕτω φαίνεται γινόμε-
νον, ἐνιαχοῦ τ’ εἰσὶ νόμοι τῶν ἑκουσίων συμβολαίων δίκας
μὴ εἶναι, ὡς δέον, ᾧ ἐπίστευσε, διαλυθῆναι πρὸς τοῦτον
(15) καθάπερ ἐκοινώνησεν. ᾧ γὰρ ἐπετράφθη, τοῦτον οἴεται δι-
καιότερον εἶναι τάξαι τοῦ ἐπιτρέψαντος. τὰ πολλὰ γὰρ οὐ
τοῦ ἴσου τιμῶσιν οἱ ἔχοντες καὶ οἱ βουλόμενοι λαβεῖν· τὰ
γὰρ οἰκεῖα καὶ ἃ διδόασιν ἑκάστοις φαίνεται πολλοῦ ἄξια·
ἀλλ’ ὅμως ἡ ἀμοιβὴ γίνεται πρὸς τοσοῦτον ὅσον ἂν τάτ-
(20) τωσιν οἱ λαμβάνοντες. δεῖ δ’ ἴσως οὐ τοσούτου τιμᾶν ὅσου
ἔχοντι φαίνεται ἄξιον, ἀλλ’ ὅσου πρὶν ἔχειν ἐτίμα.

Ἀπορίαν δ’ ἔχει καὶ τὰ τοιαῦτα, οἷον πότερον δεῖ
πάντα τῷ πατρὶ ἀπονέμειν καὶ πείθεσθαι, ἢ κάμνοντα
μὲν ἰατρῷ πιστεύειν, στρατηγὸν δὲ χειροτονητέον τὸν πολε-
(25) μικόν· ὁμοίως δὲ φίλῳ μᾶλλον ἢ σπουδαίῳ ὑπηρετητέον,
καὶ εὐεργέτῃ ἀνταποδοτέον χάριν μᾶλλον ἢ ἑταίρῳ προετέον,
ἐὰν ἄμφω μὴ ἐνδέχηται. ἆρ’ οὖν πάντα τὰ τοιαῦτα ἀκρι-
βῶς μὲν διορίσαι οὐ ῥᾴδιον; πολλὰς γὰρ καὶ παντοίας
ἔχει διαφορὰς καὶ μεγέθει καὶ μικρότητι καὶ τῷ καλῷ καὶ
(30) ἀναγκαίῳ. ὅτι δ’ οὐ πάντα τῷ αὐτῷ ἀποδοτέον, οὐκ ἄδη-
λον· καὶ τὰς μὲν εὐεργεσίας ἀνταποδοτέον ὡς ἐπὶ τὸ πολὺ
μᾶλλον ἢ χαριστέον ἑταίροις, ὥσπερ καὶ δάνειον ᾧ ὀφεί-
λει ἀποδοτέον μᾶλλον ἢ ἑταίρῳ δοτέον. ἴσως δ’ οὐδὲ τοῦτ’
ἀεί, οἷον τῷ λυτρωθέντι παρὰ λῃστῶν πότερα τὸν λυσά-
(35) μενον ἀντιλυτρωτέον, κἂν ὁστισοῦν ᾖ, ἢ μὴ ἑαλωκότι
[1165a] ἀπαιτοῦντι δὲ ἀποδοτέον, ἢ τὸν πατέρα λυτρωτέον; δόξειε
γὰρ ἂν καὶ ἑαυτοῦ μᾶλλον τὸν πατέρα. ὅπερ οὖν εἴρηται,
καθόλου μὲν τὸ ὀφείλημα ἀποδοτέον, ἐὰν δ’ ὑπερτείνῃ ἡ
δόσις τῷ καλῷ ἢ τῷ ἀναγκαίῳ, πρὸς ταῦτ’ ἀποκλιτέον.
(5) ἐνίοτε γὰρ οὐδ’ ἐστὶν ἴσον τὸ τὴν προϋπαρχὴν ἀμείψασθαι,
ἐπειδὰν ὃ μὲν σπουδαῖον εἰδὼς εὖ ποιήσῃ, τῷ δὲ ἡ ἀντα-
πόδοσις γίνηται ὃν οἴεται μοχθηρὸν εἶναι. οὐδὲ γὰρ τῷ
δανείσαντι ἐνίοτε ἀντιδανειστέον· ὃ μὲν γὰρ οἰόμενος κομι-
εῖσθαι ἐδάνεισεν ἐπιεικεῖ ὄντι, ὃ δ’ οὐκ ἐλπίζει κομιεῖσθαι
(10) παρὰ πονηροῦ. εἴτε τοίνυν τῇ ἀληθείᾳ οὕτως ἔχει, οὐκ ἴσον
τὸ ἀξίωμα· εἴτ’ ἔχει μὲν μὴ οὕτως οἴονται δέ, οὐκ ἂν δό-
ξαιεν ἄτοπα ποιεῖν. ὅπερ οὖν πολλάκις εἴρηται, οἱ περὶ τὰ
πάθη καὶ τὰς πράξεις λόγοι ὁμοίως ἔχουσι τὸ ὡρισμένον
τοῖς περὶ ἅ εἰσιν. ὅτι μὲν οὖν οὐ ταὐτὰ πᾶσιν ἀποδοτέον,
(15) οὐδὲ τῷ πατρὶ πάντα, καθάπερ οὐδὲ τῷ Διὶ θύεται, οὐκ
ἄδηλον· ἐπεὶ δ’ ἕτερα γονεῦσι καὶ ἀδελφοῖς καὶ ἑταίροις
καὶ εὐεργέταις, ἑκάστοις τὰ οἰκεῖα καὶ τὰ ἁρμόττοντα
ἀπονεμητέον. οὕτω δὲ καὶ ποιεῖν φαίνονται· εἰς γάμους
μὲν γὰρ καλοῦσι τοὺς συγγενεῖς· τούτοις γὰρ κοινὸν τὸ γένος
(20) καὶ αἱ περὶ τοῦτο δὴ πράξεις· καὶ εἰς τὰ κήδη δὲ μάλιστ’
οἴονται δεῖν τοὺς συγγενεῖς ἀπαντᾶν διὰ ταὐτό. δόξειε δ’
ἂν τροφῆς μὲν γονεῦσι δεῖν μάλιστ’ ἐπαρκεῖν, ὡς ὀφείλον-
τας, καὶ τοῖς αἰτίοις τοῦ εἶναι κάλλιον ὂν ἢ ἑαυτοῖς εἰς
ταῦτ’ ἐπαρκεῖν· καὶ τιμὴν δὲ γονεῦσι καθάπερ θεοῖς, οὐ
(25) πᾶσαν δέ· οὐδὲ γὰρ τὴν αὐτὴν πατρὶ καὶ μητρί, οὐδ’ αὖ
τὴν τοῦ σοφοῦ ἢ τὴν τοῦ στρατηγοῦ, ἀλλὰ τὴν πατρικήν,
ὁμοίως δὲ καὶ μητρικήν. καὶ παντὶ δὲ τῷ πρεσβυτέρῳ τιμὴν
καθ’ ἡλικίαν, ὑπαναστάσει καὶ κατακλίσει καὶ τοῖς τοιού-
τοις· πρὸς ἑταίρους δ’ αὖ καὶ ἀδελφοὺς παρρησίαν καὶ
(30) ἁπάντων κοινότητα. καὶ συγγενέσι δὲ καὶ φυλέταις καὶ
πολίταις καὶ τοῖς λοιποῖς ἅπασιν ἀεὶ πειρατέον τὸ οἰκεῖον
ἀπονέμειν, καὶ συγκρίνειν τὰ ἑκάστοις ὑπάρχοντα κατ’
οἰκειότητα καὶ ἀρετὴν ἢ χρῆσιν. τῶν μὲν οὖν ὁμογενῶν ῥᾴων
ἡ σύγκρισις, τῶν δὲ διαφερόντων ἐργωδεστέρα. οὐ μὴν διά
(35) γε τοῦτο ἀποστατέον, ἀλλ’ ὡς ἂν ἐνδέχηται, οὕτω διοριστέον.

Ἔχει δ’ ἀπορίαν καὶ περὶ τοῦ διαλύεσθαι τὰς φιλίας
[1165b] ἢ μὴ πρὸς τοὺς μὴ διαμένοντας. ἢ πρὸς μὲν τοὺς διὰ τὸ
χρήσιμον ἢ τὸ ἡδὺ φίλους ὄντας, ὅταν μηκέτι ταῦτ’ ἔχω-
σιν, οὐδὲν ἄτοπον διαλύεσθαι; ἐκείνων γὰρ ἦσαν φίλοι· ὧν
ἀπολιπόντων εὔλογον τὸ μὴ φιλεῖν. ἐγκαλέσειε δ’ ἄν τις,
(5) εἰ διὰ τὸ χρήσιμον ἢ τὸ ἡδὺ ἀγαπῶν προσεποιεῖτο διὰ
τὸ ἦθος. ὃ γὰρ ἐν ἀρχῇ εἴπομεν, πλεῖσται διαφοραὶ
γίνονται τοῖς φίλοις, ὅταν μὴ ὁμοίως οἴωνται καὶ ὦσι
φίλοι. ὅταν μὲν οὖν διαψευσθῇ τις καὶ ὑπολάβῃ φιλεῖ-
σθαι διὰ τὸ ἦθος, μηδὲν τοιοῦτον ἐκείνου πράττοντος, ἑαυτὸν
(10) αἰτιῷτ’ ἄν· ὅταν δ’ ὑπὸ τῆς ἐκείνου προσποιήσεως ἀπατηθῇ,
δίκαιον ἐγκαλεῖν τῷ ἀπατήσαντι, καὶ μᾶλλον ἢ τοῖς τὸ
νόμισμα κιβδηλεύουσιν, ὅσῳ περὶ τιμιώτερον ἡ κακουργία.
ἐὰν δ’ ἀποδέχηται ὡς ἀγαθόν, γένηται δὲ μοχθηρὸς καὶ
δοκῇ, ἆρ’ ἔτι φιλητέον; ἢ οὐ δυνατόν, εἴπερ μὴ πᾶν φιλη-
(15) τὸν ἀλλὰ τἀγαθόν; οὔτε δὲ φιλητὸν <τὸ> πονηρὸν οὔτε δεῖ·
φιλοπόνηρον γὰρ οὐ χρὴ εἶναι, οὐδ’ ὁμοιοῦσθαι φαύλῳ· εἴρη-
ται δ’ ὅτι τὸ ὅμοιον τῷ ὁμοίῳ φίλον. ἆρ’ οὖν εὐθὺς διαλυ-
τέον; ἢ οὐ πᾶσιν, ἀλλὰ τοῖς ἀνιάτοις κατὰ τὴν μοχθηρίαν;
ἐπανόρθωσιν δ’ ἔχουσι μᾶλλον βοηθητέον εἰς τὸ ἦθος ἢ τὴν
(20) οὐσίαν, ὅσῳ βέλτιον καὶ τῆς φιλίας οἰκειότερον. δόξειε δ’
ἂν ὁ διαλυόμενος οὐδὲν ἄτοπον ποιεῖν· οὐ γὰρ τῷ τοιούτῳ
φίλος ἦν· ἀλλοιωθέντα οὖν ἀδυνατῶν ἀνασῶσαι ἀφίσταται.
εἰ δ’ ὃ μὲν διαμένοι ὃ δ’ ἐπιεικέστερος γίνοιτο καὶ πολὺ
διαλλάττοι τῇ ἀρετῇ, ἆρα χρηστέον φίλῳ; ἢ οὐκ ἐνδέχεται;
(25) ἐν μεγάλῃ δὲ διαστάσει μάλιστα δῆλον γίνεται, οἷον ἐν
ταῖς παιδικαῖς φιλίαις· εἰ γὰρ ὃ μὲν διαμένοι τὴν διά-
νοιαν παῖς ὃ δ’ ἀνὴρ εἴη οἷος κράτιστος, πῶς ἂν εἶεν φίλοι
μήτ’ ἀρεσκόμενοι τοῖς αὐτοῖς μήτε χαίροντες καὶ λυπού-
μενοι; οὐδὲ γὰρ περὶ ἀλλήλους ταῦθ’ ὑπάρξει αὐτοῖς, ἄνευ
(30) δὲ τούτων οὐκ ἦν φίλους εἶναι· συμβιοῦν γὰρ οὐχ οἷόν
τε. εἴρηται δὲ περὶ τούτων. ἆρ’ οὖν οὐθὲν ἀλλοιότερον πρὸς
αὐτὸν ἑκτέον ἢ εἰ μὴ ἐγεγόνει φίλος μηδέποτε; ἢ δεῖ
μνείαν ἔχειν τῆς γενομένης συνηθείας, καὶ καθάπερ φίλοις
μᾶλλον ἢ ὀθνείοις οἰόμεθα δεῖν χαρίζεσθαι, οὕτω καὶ τοῖς
(35) γενομένοις ἀπονεμητέον τι διὰ τὴν προγενομένην φιλίαν,
ὅταν μὴ δι’ ὑπερβολὴν μοχθηρίας διάλυσις γένηται.

***
Εις όλας δε τας ανομοιογενείς φιλίας δημιουργεί, ως ελέχθη, τον συμβιβασμόν και διατηρεί την φιλίαν ο κανών της ισότητος. Τοιουτοτρόπως και εις τας μεταξύ των πολιτών σχέσεις ο υποδηματοποιός λαμβάνει διά τα υποδήματά του την ανάλογον αμοιβήν, (35) ομοίως και ο υφάντης και οι λοιποί χειρώνακτες. [1164a] Επί του προκειμένου μέτρον κοινόν τυγχάνει το χρήμα, εις το οποίον αναφέρονται και διά του οποίου κανονίζονται τα πάντα. Αλλ' εις τας ερωτικάς σχέσεις ενίοτε ο εραστής, καίτοι δεν είναι διόλου αξιέραστος, παραπονείται, ότι, μολονότι αυτός αγαπά υπερβολικά, δεν ανταγαπάται, (5) συχνά δε οι αγαπώμενοι δυσανασχετούν διά το ότι οι ερασταί, ενώ προηγουμένως τους υπεσχέθησαν τα πάντα, τώρα δεν τους δίδουν τίποτε. Συμβαίνουν δε τα τοιαύτα, επειδή ο μεν εραστής αγαπά χάριν της ηδονής, ο δε ερώμενος χάριν του συμφέροντος∙ και οι δύο ευρίσκουν, ότι δεν πραγματοποιούν την πρόθεσίν των, διότι η επί τοιούτου είδους προθέσεων εδραζομένη φιλία διαλύεται, (10) όταν δεν παρέχεται εκείνο, διά το οποίον είχε συναφθή, διότι οι φίλοι δεν ηγαπώντο δι' εαυτούς, αλλ' ο είς διά τα υπάρχοντα του άλλου, τα οποία δεν είναι μόνιμα, διό δεν είναι μόνιμοι και αι τοιαύται φιλίαι. Τουναντίον η ηθική φιλία, ήτις συνάπτεται μόνον δι' εαυτήν, είναι σταθερά, καθώς είπομεν.

Εν τούτοις δημιουργούνται προστριβαί μεταξύ φίλων, όταν είς εξ αυτών δεν λαμβάνη εκείνο, το οποίον ποθεί, αλλά κάτι άλλο, διότι το να μη λαμβάνη κανείς εκείνο, το οποίον ορέγεται, (15) είναι, ως εάν μη ελάμβανε τίποτε. Τούτο συνέβη εις τον κιθαρωδόν εκείνον, εις τον οποίον κάποιος υπεσχέθη, ότι θα του έδιδε τόσω μεγαλυτέραν αμοιβήν, όσον ωραιότερον θα ήτο το άσμα του. Όταν όμως την επομένην πρωίαν ο κιθαρωδός εζήτησε την υπεσχημένην αμοιβήν, ο ακροατής του απήντησεν, ότι επλήρωσεν απόλαυσιν αντί απολαύσεως. Εάν και ο είς και ο έτερος επεθύμουν τούτο, το πράγμα θα ήτο ικανοποιητικόν δι' αμφοτέρους. Αλλά δοθέντος ότι ο μεν πρώτος επεδίωκε το υλικόν κέρδος, ο δε δεύτερος την απόλαυσιν, και ότι ο μεν δεύτερος επέτυχε τον σκοπόν του, (20) ο δε πρώτος δεν τον επραγματοποίησε, η συναφθείσα αμοιβαία συμφωνία δεν ετηρήθη, όπως έπρεπε. Διότι εφιστά τις την προσοχήν αυτού εις εκείνο, το οποίον του χρειάζεται και θα έδιδε διά ν' αποκτήση αυτό τα πάντα. Αλλά τις εκ των δύο οφείλει να καθορίση την δικαίαν αμοιβήν, εκείνος, όστις δίδει πρώτος ή εκείνος όστις λαμβάνει; Εκείνος, όστις δίδει πρώτος, παρέχει, ως φαίνεται, την εμπιστοσύνην αυτού εις τον λαμβάνοντα, πράγμα το οποίον έκαμνε και ο Πρωταγόρας. (25) Δηλαδή, όταν εδίδασκεν, εζήτει από τους μαθητάς του να υπολογίσουν την αξίαν των αποκτηθεισών γνώσεων και συμφώνως προς τον υπολογισμόν αυτών την αμοιβήν του. Εις τοιαύτας περιπτώσεις ευχαριστεί μερικούς το ρητόν:

«Στον άνδρα την αμοιβή του».

Εκείνοι όμως, οι οποίοι λαμβάνουν προκαταβολικώς χρήματα, αλλά, λόγω του ότι έδωσαν υπερβολικάς υποσχέσεις, δεν εξετέλεσαν τίποτε εξ εκείνων, τα οποία υπεσχέθησαν, (30) ευλόγως εκτίθενται εις αντεγκλήσεις, δεδομένου ότι δεν ανταπεκρίθησαν προς τας ανειλημμένας υποχρεώσεις των. Ίσως αναγκάζονται να πράττουν τούτο οι σοφισταί, διότι ουδείς δίδει εις αυτούς χρήματα διά να μάθη ό,τι αυτοί γνωρίζουν. Εκείνοι λοιπόν, οίτινες δεν εκτελούν εκείνο, διά το οποίον έλαβον χρήματα, κατακρίνονται δικαίως. Εκεί όμως, όπου δεν έχει συναφθή συμφωνία ως προς τας τυχόν παρασχεθείσας υπηρεσίας, ουδεμία λαμβάνει χώραν προστριβή, (35) εν περιπτώσει καθ' ην ο είς εξυπηρετεί τον άλλον άνευ ουδεμιάς ιδιοτελούς προθέσεως (τοιαύτη είναι πράγματι η φιλία, [1164b] η εδραζομένη επί της αρετής). Εν προκειμένω η αμοιβαιότης δέον να καθορίζεται συμφώνως προς μίαν περιεσκεμμένην βούλησιν (διότι τούτο είναι το γνώρισμα της φιλίας και της αρετής. Το αυτό δε φαίνεται ισχύον και ως προς τους συμμετασχόντας της φιλοσοφίας διότι το χρήμα δεν δύναται να χρησιμεύση εις την αποτίμησιν της αξίας της διδασκαλίας, δεδομένου ότι ουδεμία αμοιβή τυγχάνει ισότιμος. (5) Διό και ίσως θα ήτο αρκετόν να προσφέρωμεν εν τη περιπτώσει ταύτη ό,τι δυνάμεθα, όπως πράττομεν και εν σχέσει προς τους θεούς και τους γονείς ενδεχομένως). Εάν όμως η παροχή δεν είναι τοιαύτης φύσεως, αλλ' αποτιμάται βάσει μιας αντιπαροχής, τότε πρέπει να γίνεται δι' αμφότερα τα μέρη κατ' αξίαν. Εάν δεν συμβαίνη τούτο, φαίνεται όχι μόνον αναγκαίον, (10) αλλά και δίκαιον, όπως ο λαμβάνων την παροχήν καθορίζη εκ των προτέρων την αξίαν της. Διότι, εάν ο έτερος των συμβαλλομένων λαμβάνη και αυτός την αμοιβήν της παρασχεθείσης βοηθείας ή της απολαύσεως, η αντιπαροχή θα είναι δικαία. Τούτο συμβαίνει και όσον αφορά εις τας αγοραπωλησίας. Είς τινας όμως τόπους υπάρχουν νόμοι μη επιτρέποντες την διενέργειαν δικών, προκειμένου περί εκουσίων συμβολαίων διά τον λόγον, ότι έν πρόσωπον, που παρέσχε την εμπιστοσύνην του εις έν άλλο, οφείλει να κανονίζη την υπόθεσίν του (15) συμφώνως προς την καταρτισθείσαν σύμβασιν. Διότι φαίνεται εις τον νομοθέτην δικαιότερον, όπως την αντιπαροχήν καθορίζη το πρόσωπον, εις το οποίον παρεσχέθη η εμπιστοσύνη και ουχί το πρόσωπον, που την παρέσχε. Διότι πολλάκις συμβαίνει, ώστε ο κάτοχος ενός αντικειμένου και ο επιθυμών να το αποκτήση, δεν αποτιμούν κατ' ίσην μοίραν την αξίαν του. Ο καθείς αγαπά και εκτιμά εκείνο, το οποίον κατέχει και δίδει.

Κατά ταύτα η ανταλλαγή πρέπει να διενεργήται συμφώνως προς την αποτίμησιν της αξίας του αντικειμένου εκ μέρους (25) του λαμβάνοντος. Οπωσδήποτε πρέπει να είναι ανάλογος προς την αξίαν, συμφώνως προς την οποίαν ο κάτοχος έκρινε το αντικείμενον πριν ή το αποκτήση και όχι προς την αξίαν, την οποίαν του απέδωσεν, όταν περιήλθε πλέον εις την κατοχήν του.

Ωσαύτως απορίαν γεννούν και τα επόμενα ζητήματα: Ο υιός οφείλει να παραχωρή τα πάντα εις τον πατέρα του και να τον υπακούη εις κάθε περίστασιν; Ή, εν περιπτώσει κατά την οποίαν είναι άρρωστος, να συμμορφώνεται προς τας συνταγάς του ιατρού; Πρέπει να εκλέγεται ως στρατηγός ο κατάλληλος διά την διεξαγωγήν του πολέμου; Οφείλομεν να εξυπηρετούμεν ένα φίλον μάλλον ή ένα ενάρετον άνθρωπον; (25) Οφείλομεν ν' απονέμωμεν φόρον ευγνωμοσύνης εις ένα ευεργέτην μας μάλλον παρά να κάμνωμεν δώρα εις ένα φίλον μας, εφ' όσον δεν δυνάμεθα ν' ανταποκριθώμεν προς τας δύο αυτάς υποχρεώσεις; Άραγε δεν είναι δύσκολον να δώση κανείς απάντησιν ακριβή εις όλα τα τοιούτου είδους ζητήματα; (Διότι εις τα θέματα ταύτα εμφιλοχωρούν πολλαί διακρίσεις, έχουσαι μεγάλην κατά το μάλλον ή ήττον σημασίαν εν σχέσει προς το ηθικώς ωραίον και (30) το αναγκαίον). Το ότι δεν πρέπει να παρέχωμεν τα πάντα εις έν και το αυτό πρόσωπον, είναι φανερόν. Επίσης πρέπει ν' ανταποδίδωμεν τας ευεργεσίας μάλλον παρά να ευχαριστούμεν τους συντρόφους μας, δεδομένου ότι η ευεργεσία δέον να παραβληθή με ένα δάνειον, επί του οποίου ο δανειστής έχει μεγαλυτέραν αξίωσιν παρά ο σύντροφος. Αλλ' ίσως και τούτο να μη ισχύη δι' όλας τας περιπτώσεις. Εάν λόγου χάριν, εξαγορασθή κανείς διά λύτρων καταβληθέντων εις ληστάς, (35) οφείλει και αυτός να εξαγοράση τον λυτρωτήν του, οστισδήποτε και αν είναι, ή πρέπει να επιστρέψη το καταβληθέν ποσόν, και αν ακόμη το πρόσωπον, το οποίον τον απηλευθέρωσε, δεν έχη συλληφθή υπό ληστών, [1165a] αλλ' απαιτή την επιστροφήν των οφειλομένων ή, τέλος, οφείλει ν' απελευθερώση προ παντός άλλου τον αιχμάλωτον πατέρα του; Διότι φαίνεται ότι έχει κανείς την υποχρέωσιν να εξαγοράση μάλλον τον πατέρα του παρά αυτόν τον ίδιον τον εαυτόν του. Όπως λοιπόν είπομεν, ισχύει ο κανών, ότι προ παντός άλλου οφείλει να εκτελή κανείς τας υποχρεώσεις του. Εάν όμως η δωρεά απευθύνεται προς ένα πρόσωπον ενάρετον ή ευρισκόμενον εις την ανάγκην, πρέπει, χάριν αυτών των περιστάσεων, να παρεκκλίνωμεν από τον κανόνα. (5) Ενίοτε δεν φαίνεται ανταποκρινόμενον προς την ισότητα το ν' ανταποδίδη κανείς την υπηρεσίαν, την οποίαν του έκαμαν, δηλαδή όταν κανείς εξυπηρετή ένα πρόσωπον, το οποίον γνωρίζει ότι είναι ενάρετον, ενώ ο εξυπηρετηθείς θ' ανταπέδιδε την υπηρεσίαν εις άνθρωπον τον οποίον γνωρίζει, ότι είναι κακός. Ουδέ πρέπει κανείς ενίοτε να δανείζη εις ένα δανειστήν του, διότι ο μεν είς εδάνεισεν εις έντιμον πρόσωπον, βέβαιος ότι θα τω επεστρέφετο το οφειλόμενον ποσόν, ο δε έτερος δεν ηδύνατο να ελπίζη, ότι θα εξωφλείτο το χορηγηθέν δάνειον (10) παρ' ενός ασυνειδήτου οφειλέτου.

Εάν όντως έχουν ούτω τα πράγματα, η αρχή της δράσεως δεν είναι δικαία, εάν δε πάλιν πρόκειται περί διαλογισμού μη ανταποκρινομένου προς την πραγματικότητα, δυνατόν να φανή, ότι οι άνθρωποι δεν ενεργούν ανοήτως. Όπως ήδη πολλάκις είπομεν, κάθε διαλογισμός σχετικός προς τα πάθη και τας πράξεις του ανθρώπου έχει τας καθ' έκαστον περιπτώσεις ως όριον.

Το ότι λοιπόν δεν πρέπει ν' απονέμωμεν εις όλους τα αυτά, (15) ούτε εις αυτόν τον πατέρα μας τα πάντα, όπως και δεν προσφέρονται τα πάντα ως θυσία εις τον Δία, είναι φανερόν. Επειδή δε οι γονείς, οι αδελφοί, οι σύντροφοι, οι ευεργέται έχουν αξιώσεις διαφόρους, πρέπει ν' αποδίδη τις εις έκαστον εξ αυτών ό,τι του ανήκει και του αρμόζει. Και φαίνεται, ότι οι άνθρωποι ενεργούν πράγματι κατά τον τρόπον τούτον. Εις τους γάμους προσκαλούν τους συγγενείς (διότι το γένος είναι κοινόν (20) και κοιναί αι πράξεις, αίτινες το ενδιαφέρουν). Επίσης φρονούν, ότι και εις τας κηδείας πρέπει να παρευρίσκωνται οι συγγενείς διά τον αυτόν λόγον. Ωσαύτως φαίνεται, ότι δέον να εξασφαλίζωμεν τα προς το ζην προ παντός άλλου εις τους γονείς μας, ως οφειλέται προς αυτούς, και ότι έχει μεγαλυτέραν ηθικήν αξίαν το να παρέχωμεν τα μέσα της διατροφής εις εκείνους, εις τους οποίους οφείλομεν την ύπαρξίν μας, παρά εις ημάς τους ιδίους. Ομοίως οφείλομεν ν' απονέμωμεν τιμάς εις τους γονείς μας, καθώς ακριβώς εις τους θεούς, (25) αλλ' ουχί όλας ανεξαιρέτως τας τιμάς. Διότι δεν πρέπει ν' αποδίδωμεν τας ιδίας τιμάς εις τον πατέρα και την μητέρα, ούτε τας οφειλομένας εις τους σοφούς και τους στρατηγούς, αλλά τας προσηκούσας εις τον πατέρα και την μητέρα. Ομοίως πρέπει ν' απονέμωμεν σεβασμόν και προς τους πρεσβυτέρους αναλόγως της ηλικίας των, να σηκωνώμεθα, όταν μας πλησιάζουν, να δίδωμεν εις αυτούς την τιμητικήν θέσιν εις το τραπέζι και τα τοιαύτα. Εις τους συντρόφους και τους αδελφούς μας οφείλομεν ειλικρίνειαν και (30) κοινότητα των πάντων. Τέλος, εις τους συγγενείς μας, τα μέλη της φυλής μας, τους συμπολίτας μας και εις όλους τους λοιπούς πρέπει να προσπαθούμεν πάντοτε ν' απονέμωμεν ό,τι τους ανήκει αναλόγως του βαθμού της συγγενείας και κατά το μέτρον της αρετής και της αξίας, την οποίαν έχουν εν σχέσει προς ημάς. Όσον αφορά εις πρόσωπα έχοντα την αυτήν καταγωγήν, το πράγμα είναι ευκολώτερον, δυσκολώτερον δε ως προς ξένους. Πλην όμως τούτο δεν πρέπει να μας κάμνη να παραλείπωμεν το καθήκον μας, (35) γαλλά δέον να έχωμεν προ οφθαλμών τας ανωτέρω μνημονευθείσας διακρίσεις, εφ' όσον είναι δυνατόν.

Απορίαν γεννά και το ζήτημα, εάν πρέπει να διαλύωμεν [1165b] ή μη την φιλίαν με εκείνους, οι οποίοι δεικνύονται διαφορετικοί απ' ό,τι ήσαν. Δεν είναι ίσως διόλου άτοπον να διακόπτωμεν την φιλίαν με εκείνους, με τους οποίους συνεδέθημεν χάριν συμφέροντος ή απολαύσεως, όταν ούτοι παύσουν να είναι ωφέλιμοι ή ευχάριστοι; Αλλ' ευλόγως θα ηδύνατό τις να κατακρίνη εκείνον, ο οποίος, μολονότι δεν επεζήτει εις την φιλίαν παρά μόνον ωφέλειαν ή απόλαυσιν, (5) υπεκρίνετο, ότι ήθελε να συνδέεται διά φιλικών δεσμών μαζί μας χάριν του ήθους μας. Καθώς είπομεν εις την αρχήν, αι μεταξύ φίλων έριδες προέρχονται εκ του ότι ούτοι δεν ανταποκρίνονται προς εκείνο, το οποίον ανεμένετο παρ' αυτών. Εάν κανείς απατηθή, φανταζόμενος ότι αγαπάται διά το ήθος του, ενώ ο δήθεν φίλος δεν πράττει τίποτε ανταποκρινόμενον προς τας προσδοκίας του, (10) ας αιτιάται τον εαυτόν του. Εάν όμως παραπλανηθή από την υποκρισίαν εκείνου, δίκαιον είναι να κατακρίνη τον υποκριτήν και μάλιστα περισσότερον παρ' όσον θα κατέκρινεν ένα κιβδηλοποιόν, διότι το αντικείμενον, το προσβαλλόμενον υπό τοιαύτης ανηθίκου ενεργείας, είναι πολυτιμότερον. Αλλ' εάν προσφέρη κανείς την φιλίαν του εις ένα πρόσωπον, το οποίον εξέλαβε ως έντιμον και χρηστόν, κατόπιν δε αντιληφθή, ότι το πρόσωπον αυτό είναι διεστραμμένον, πρέπει να εξακολουθήση να το αγαπά; Ή τούτο είναι αδύνατον; Δεδομένου ότι η φιλία μας δεν πρέπει ν' απευθύνεται αδιακρίτως προς πάντα, (15) αλλ' αποκλειστικώς προς το αγαθόν, δεν θέλομεν ν' αγαπώμεν το κακόν, ούτε οφείλομεν να πράττωμεν τούτο; Διότι δεν πρέπει να είμεθα φίλοι του κακού και να εξομοιούμεθα προς τους φαύλους. Πρέπει λοιπόν να διαλύωμεν τους φιλικούς δεσμούς ευθύς αμέσως; Ή πρέπει να εγκαταλείπωμεν μόνον τους φίλους εκείνους, η διαστροφή των οποίων είναι ανίατος και να παρέχωμεν την βοήθειάν μας εις τους επιδεκτικούς βελτιώσεως μάλλον υπό ηθικήν παρά υπό υλικήν έποψιν, (20) πράγμα το οποίον είναι προτιμότερον και περισσότερον ανταποκρινόμενον προς την φιλίαν; Και όμως ο διαλύων τους φιλικούς δεσμούς δεν φαίνεται ότι εκτελεί άτοπόν τινα πράξιν. Η φιλία δεν απηυθύνετο προς τοιούτου χαρακτήρος άνθρωπον. Επειδή δε ο άνθρωπος αυτός εν τω μεταξύ μετεβλήθη, και δεν δύναται κανείς να τον επαναφέρη εις την ευθείαν οδόν, χωρίζεται από αυτόν. Αλλ' εάν ο μεν παλαιός φίλος έμεινεν, όπως ήτο, ο δε άλλος έγινεν εν τω μεταξύ κοσμιώτερος, και υπερβάλλη πολύ τον πρώτον ως προς την αρετήν, δύναται να διατηρήση την φιλίαν ή είναι αδύνατον; (25) Όσον είναι μεγαλυτέρα η μεταξύ των φίλων απόστασις, τόσον η περίπτωσις αύτη καθίσταται σαφεστέρα, καθώς επί παραδείγματι, εις την φιλίαν εκείνην, την συναφθείσαν κατά την παιδικήν ηλικίαν. Εάν ο είς των φίλων παραμένη παιδίον ως προς την διάνοιαν, ο δε έτερος γίνεται άριστος ανήρ, πώς είναι δυνατόν να μείνουν αυτοί οι δύο φίλοι, εφ' όσον ούτε θα εύρισκον εις τα αυτά αντικείμενα απόλαυσιν, ούτε θα εδοκίμαζον τας ιδίας ηδονάς και οδύνας; Επίσης δεν θα τους ήρεσκον ούτε θ' απήρεσκον τα αυτά πράγματα. (30) Αλλ' άνευ αυτού είναι αδύνατον να υπάρξουν φίλοι, διότι εν τη περιπτώσει ταύτη δεν είναι δυνατή η συμβίωσις. Πρέπει λοιπόν να συμπεριφερθώμεν προς τον φίλον μας, ως εάν ουδέποτε υπήρξε τοιούτος; Ή οφείλομεν να διατηρήσωμεν την ανάμνησιν του παλαιού φιλικού δεσμού και, όπως φρονούμεν ότι πρέπει να ευχαριστούμεν τους φίλους μας περισσότερον παρά τους ξένους, (35) δεν πρέπει να προκρίνωμεν οπωσδήποτε τους φίλους μας χάρις εις την παλαιάν φιλίαν, εκτός εάν η διάλυσις αυτής οφείλεται εις κάποιαν υπερβολικήν διαστροφήν;