Κυριακή 22 Μαΐου 2022

Η ομοφυλοφιλία στο Βυζάντιο

ΜΕΡΟΣ Α'

Στο μνημειώδες έργο του «Βυζαντινών βίος και πολιτισμός» ο Φαίδων Κουκουλές μάς παρουσιάζει αναλυτικότατα όλες τις όψεις της καθημερινής ζωής των Βυζαντινών. Είναι τόσο σχολαστικός στο θέμα αυτό, ώστε θεώρησε καθήκον του να μας διαφωτίσει και για την ερωτική τους ζωή με πάσα λεπτομέρεια, ακόμα κι όταν αυτή η ερωτική ζωή παρεξέκλινε σε συνήθειες που την εποχή που εκδόθηκε το έργο του κανείς δεν ήθελε να αναφέρει. Γράφει στον πρόλογο του συγκεκριμένου κεφαλαίου:

«Εις την δημοσίευσιν της παρούσης μελέτης με ώθησεν ουχί βεβαίως η πρόθεσις να σκανδαλίσω τους αναγνώστας μου αναπτύσσων θέματα τας ταπεινοτέρας ορμάς υποδαυλίζοντα, αλλ’ η επιθυμία μου να γνωσθή μία ακόμη, ελάχιστα γνωστή, πλευρά του βίου των Βυζαντινών προγόνων μας εις τα ήθη και τον πολιτισμόν αυτών αναφερομένη».

Καλού κακού, για να μην ξεσηκώσει και τη μήνη της Εκκλησίας που έχει οικειοποιηθεί την Βυζαντινή Ιστορία ως δικό της αποκλειστικό κτήμα και πεδίο γνώσης, προσθέτει:

«Επιθυμώ να τονίσω ότι, όσα κατωτέρω θα είπω, αποτελούσιν εκτροπάς διεστραμμένων ατόμων σφόδρα ψεγομένας, επ’ ουδενί δε λόγω ανταποκρίνονται προς τας συνηθείας της μεγίστης πλειονότητος του εγκρατούς Βυζαντινού λαού».

Περί του εγκρατούς Βυζαντινού λαού δεν μας πείθει ο Φαίδων Κουκουλές, διότι σε άλλα κεφάλαια του έργου του αναλυτικότατα μάς περιγράφει πώς απολάμβαναν παντοιοτρόπως το σεξ οι Βυζαντινοί μας πρόγονοι και απλώς το καταδίκαζαν δημόσια, ως σεμνότυφη κοινωνία που ήταν.

Στο συγκεκριμένο κεφάλαιο, «Τα ου φωνητά των Βυζαντινών», ο συγγραφέας καταπιάνεται με τις ομοφυλοφιλικές δραστηριότητές τους που, ως φαίνεται, δεν ήταν καθόλου αμελητέες.

Gay δεν τους λέει βέβαια ούτε ομοφυλόφιλους. Επίσης δεν κάνει τη διάκριση μεταξύ ομοφυλόφιλων και παιδεραστών, καθώς τέτοια διάκριση δεν υπήρχε στην αρχαιότητα, το μεσαίωνα και μέχρι πριν μερικές δεκαετίες ούτε και στη δική μας σύγχρονη κοινωνία.

Οι ομοφυλοφιλικές προτιμήσεις χαρακτηρίζονται ως πάθος:

«Οι Βυζαντινοί δεν ήσαν απηλλαγμένοι του πάθους της παιδεραστίας και της ανδρομανίας», μας λέει.

Οι Βυζαντινοί χρησιμοποιούν τη δική τους ορολογία. Οι ομοφυλόφιλοι είναι κατ’ αυτούς «οι νοσούντες την θήλειαν νόσον».

Ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς απέτρεπε τους συγχρόνους του από την «αρρενομιξίαν» και την «άκαρπον σποράν» λέγοντας ότι συχνά οι άνδρες «έπασχον τα γυναικών».

Ο Μακάριος ο Αιγύπτιος καταριέται «την των Σοδόμων ασθένειαν ή Σοδομικήν αμαρτίαν».

Ο Χρυσόστομος μιλά περί «μαλακών νέων» και αναφέρει ότι κάποιοι σκόρπιζαν την περιουσία τους «παισί πεπορνευμένοις» ή ότι ανάγκαζαν τους νεαρούς υπηρέτες τους «υπηρετείν διακονίαις ατόποις και έρωτι μιαρώ», προσθέτοντας ότι αυτό ήταν πια καθημερινή συνήθεια, όπως καθημερινή συνήθεια ήταν και η παιδεραστία. Λέει μάλιστα απογοητευμένος ότι καταντά περιττό το γένος των γυναικών «αφού πάντα τα εκείνων πράττουσιν οι άνδρες».

Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος αναφέρεται σε ένα «ασελγές μειράκιον ώσπερ αι πόρναι αισχρά λυγιζόμενον και καμπτόμενον» και μιλά για «θηλυδρίας άρρενας, οίτινες ούτε άνδρες ήσαν ούτε γυναίκες».

Παρόμοιες αναφορές κάνουν και ο Μ. Βασίλειος και ο Γρηγόριος ο Νύσσης, ο Αμασείας Αστέριος, ο Ισίδωρος Πηλουσιώτης και ο ασκητής Νείλος.

Οι Διαταγές των Αγίων Αποστόλων συνιστούν: «Ου παιδοφθορήσεις, παρά φύσιν γαρ το κακόν».

Ο Ιουστινιανός αναφέρει στις Νεαρές του ότι μερικοί από τους συγχρόνους του χωρίς φόβο τολμούσαν «άρρενες άρρεσι την ασχημοσύνην εργαζόμενοι».

Τον 13ο αιώνα ο πατριάρχης Αθανάσιος ζητά από τον αυτοκράτορα Ανδρόνικο Παλαιολόγο να μη μένουν ατιμώρητοι οι αρρενομανούντες.

Ο δε Ιωσήφ Βρυέννιος στα τελευταία χρόνια της αυτοκρατορίας πιστεύει ότι οι συμφορές πλήττουν το κράτος, επειδή οι άνθρωποι είναι «αρρενομανίας εγκείμενοι».

Ομοίως ο Γεωργιλάς θεωρεί ότι την υποδούλωση στους Τούρκους την προκάλεσαν μεταξύ άλλων και οι «ανδρομανιές». Και ο Μανόλης Σκλάβος συνιστά στους συγχρόνους του να αφήσουν την αρσενοκοιτία.

Τον 15ο αιώνα ο Κύπριος χρονογράφος Λεόντιος Μαχαιράς αναφέρει ότι την αρσενοκοιτία τη συνήθιζαν πολύ οι κάτοικοι της Αμμοχώστου.

Οι ευνούχοι και οι νεαροί δούλοι στο Βυζάντιο ήθελαν δεν ήθελαν πλάγιαζαν με τα αφεντικά τους. Ο Αλεξανδρείας Κύριλλος λέει ότι: «τα των γυναικών έπασχον μετ’ ανδρών ως γυναίκες μαλακώς ευναζόμενοι».

Ο Ιωάννης ο Νηστευτής απαιτούσε να ρωτούν τον εξομολογούμενο «περί συνουσίας ευνούχου», πράγμα που σημαίνει ότι αυτό συνηθιζόταν ευρέως.

Επί Ιουστινιανού ο ύπαρχος Ιωάννης Καππαδόκης «ετρύφα μειρακίοις ψιλοίς και μήπω λείω του σώματος αρρενοφανέσι». Εκτός από τον Ιωάννη Καππαδόκη και πολλοί άλλοι άρχοντες και αρχιερείς βρέθηκαν να είναι «αρρενοφθόροι» στα χρόνια του Ιουστινιανού.

Ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος ο Μικρός «εφίλει έρωτι Χρυσάφιον κουβικουλάριον ως πάνυ ευπρεπή όντα». Το ίδιο και ο Κωνσταντίνος ο Ε΄ που είχε αδυναμία στους όμορφους. Επί Λέοντος του Α΄ η συνήθεια αυτή επικρατούσε «ου μόνο παρά τοις τυχούσι, αλλά και μέχρι των αρχικωτάτων τούτων και περιβλέπτων ανδρών», όπως μας βεβαιώνει ο Νεόφυτος ο Έγκλειστος.

Γράφει ο Φαίδων Κουκουλές:

Παιδάρια βινούμενα ή και νέους ηδύνατό τις να συναντήσει είτε εις των πλουσίων τα συμπόσια, ένθα μνημονεύονται «αβρών κλάσεις παίδων κινουμένων ανάνδρως» ή «καθ’ εκάστην ημέραν κυμβαλίζοντες πεπορνευμένοι» ή εις διάφορα εργαστήρια και καπηλεία, είτε εις πορνεία είτε και εις τα θέατρα, όπου ορχησταί ήσκουν και αθεμίτους έρωτας. Τα άθλια ταύτα υποκείμενα, ίνα τους εραστάς προσελκύσωσι, διάφορα μετεχειρίζοντο μέσα ή δηλαδή κύπτοντες έκαμνον απρεπείς κινήσεις, απογυμνούντα τα της φύσεως απόρρητα ή απρεπώς τα χείρας εκίνουν ή την κεφαλήν εδώ και εκεί έκλινον, ακρατώς και αναιδώς γελώντα. Προς τούτοις εκοσμούντο καθ’ υπερβολήν. Ο Αλεξανδρεύς Κλήμης ομιλεί περί καλλωπισμού των προϊσταμένων παιδαρίων, τα οποία προς τούτο οι ανδραποδοκάπηλοι εβίαζον... ετόνισε δε και ο Ισίδωρος Πηλουσιώτης ότι επί της εποχής του οι ανδρόγυνοι εθήρευον τους άνδρας διά του καλλωπισμού.

Μέρος του καλλωπισμού τους ήταν να μαζεύουν τα μαλλιά τους ψηλά σε κότσο, να αλείφονται με μύρα και να φοράνε χρυσά περιδέραια.

Το πάθος της αρσενοκοιτίας, συνεχίζει ο Φαίδων Κουκουλές, εχαρακτηρίζετο από τους Βυζαντινούς ως η των Σοδόμων ασθένεια ή Σοδομιτισμός, οι δ’ εις τούτο δουλεύοντες Σοδομίται ή Σοδομηνοί. Απέναντι της τοιαύτης εκτροπής ο Χριστιανισμός έλαβε στάσιν διδάσκων ότι η παρά φύσιν εργασία εξοργίζει τον Θεόν, όστις, πλην άλλων δεινών, και σεισμούς πέμπει και άλλα σημεία και τέρατα ποιεί.

Η Πολιτεία έλαβε μέτρα εναντίον τους. Ο αυτοκράτωρ Κώνστας όρισε την ποινή του θανάτου για τους «αρσενοκοίτες» (αν και ο ίδιος αργότερα έγινε παθιασμένος «αρσενοκοίτης»). Ο Ιουστινιανός το ίδιο. Ο Λέων ο Α΄ τούς φυλάκιζε, τους εξόριζε ή τους έριχνε στη θάλασσα. Επί Κωνσταντίνου του Πορφυρογέννητου «οι ασελγείς, ο τε ποιών και ο υπομένων ξίφει τιμωρήσθωσαν. Ει δε ο υπομένων ήττων των δώδεκα ετών ευρεθή, συγχωρείσθω ως της ηλικίας δηλούσης μη ειδέναι αυτόν (δηλαδή δεν καταλάβαινε) το τι υπομένει». Όποιος ήταν μικρότερος από δώδεκα χρονών, πρώτα τον έδερναν και μετά τον έκλειναν σε μοναστήρι.

Αργότερα οι ποινές μετριάστηκαν. Όσους «ανδρομανείς» έπιαναν, τους έδερναν, τους κούρευαν και τους εξόριζαν.

Σύμφωνα με τις Ασίζες της Κύπρου «οι Σοδομίται εντέχουνται να αποθάνουν κακόν θάνατον, άσχημον».

Ο Φαίδων Κουκουλές αναφέρει «και την καυλοκόπησιν του αθεμιτουργούντος και είτα την διαπόμπευσιν αυτού».

Η Εκκλησία είχε τις δικές της ποινές.

Γράφει ο Φαίδων Κουκουλές:

Κατά τον Μ. Βασίλειο «ο την ασχημοσύνην εις τους άρρενας διαπράξας, μετανοήσας και εξομολογηθείς, επί δέκα και πέντε έτη έπρεπε να κωλύεται των αγιασμάτων, νηστεύων και προσκλαίων». Ο δε Γρηγόριος ο Νύσσης «επί δέκα και οκτώ έτη εκώλυε της μεταλήψεως τον αρσενοκοιτούντα». Την ποινή κατέβασε ο Θεόδωρος Στουδίτης στα δύο έτη, «αφού ελεγχθή ότι πράγματι μετενόησεν, εν τω μεταξύ ξηροφαγών και κάμνων ημερησίως διακοσίας μετανοίας».

Τέλος «ο δια νηπιότητα ή πτωχείαν ή βίαν ή καθ’ όλου βινηθείς δεν επιτρεπόταν να γίνει διάκονος ή ιερέας, αν δε κάποιος γενόμενος κληρικός, εξηκολούθει να βινήται, τότε, κατά τον Ιωάννην τον Νηστευτήν, απηγορεύετο να ιερουργή. Σύμφωνα με τον ίδιο, «ηδύνατο να ιερωθεί παιδίον ουχί φθαρέν, αλλά ει εις τους μηρούς την ροήν εδέξατο».

Η βυζαντινή κοινωνία ήταν αυστηρή περί τα σεξουαλικά ήθη, αυτό είναι γνωστό. Παρ’ όλα αυτά οι Βυζαντινοί, ως κανονικοί άνθρωποι με ορμές, απολάμβαναν την ερωτική ευχαρίστηση με τον τρόπο που ήθελαν, με τη διαφορά ότι μετά οι περισσότεροι ένιωθαν ένοχοι και αμαρτωλοί.

Αν κάτι καλό έχει η εποχή μας, είναι ότι προσπαθεί να απεμπλέξει την ερωτική ευχαρίστηση από την ενοχή και την αίσθηση της αμαρτίας.

Χρειάστηκαν πάντως αρκετοί αιώνες για να μεταμορφωθούν οι αρσενοκοίτες, οι ανδρομανείς, οι νοσούντες την θήλειαν νόσον, οι αρρενομίκτες, οι πάσχοντες τα των γυναικών, οι θηλυδρίες άνδρες, οι άρρενες άρρεσι την ασχημοσύνην εργαζόμενοι, οι αρρενοφθόροι, οι ανδραποδοκάπηλοι, οι Σοδομίτες, οι την ασχημοσύνην εις τους άρρενας διαπράξαντες, οι αρρενομανούντες σε ομοφυλόφιλους και μετά σε gay που μπορούν να παντρεύονται μεταξύ τους και να κάνουν και οικογένεια.

Η παιδεραστία ωστόσο παραμένει ταμπού, εφόσον έχει να κάνει με παιδιά που υποχρεώνονται με τη βία ή την πειθώ να κάνουν κάτι που δεν θέλουν, δεν τους αρέσει και τους προκαλεί ψυχικό τραύμα.

Και στο θέμα αυτό η εποχή μας διακρίνεται από τις περασμένες εποχές και έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο, εφόσον στο παρελθόν τα παιδιά αντιμετωπίζονταν με ωμότητα και κυνισμό, όχι μόνο όταν επρόκειτο για σεξ, αλλά σε όλους τους τομείς της ζωής.

Αν ήταν εδώ ο Χριστός θα τους αποστόμωνε με την φράση «Ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω». Αλλά οι κληρικοί, που θα έπρεπε να ντρέπονται για την κτηνώδη βυζαντινή κληρονομιά τους των εκτελέσεων, των συχνά θανατηφόρων από αιμορραγία καυλοτομιών, της εξορίας, των διαπομπεύσεων των ομοφυλόφιλων με τους νόμους κακούργων (συχνά διαβόητων ομοφυλόφιλων) ευσεβών αυτοκρατόρων και με τις ευλογίες αισχρών εκκλησιαστικών πατέρων

ΜΕΡΟΣ Β'

Η ομοφυλοφιλία στο Βυζάντιο: έγκλημα και τιμωρία

Πολλά έχουν γραφτεί το τελευταίο διάστημα για τη βιολογική, ψυχολογική, νομική και κοινωνική διάσταση του ζητήματος που ανέκυψε από την πρόσφατη υπερψήφιση του νόμου για την αναγνώριση ταυτότητας φύλου.

Οι περισσότεροι επικριτές του νόμου, όσοι δεν είναι υποκριτές και καιροσκόποι, είναι αναμφίβολα αδαείς και ως εκ τούτου αρνητές μιας διαχρονικής πραγματικότητας, γνωστής στις κοινωνίες όλων των ιστορικών περιόδων.

Εστιάζουν στην ηθική διάσταση του θέματος με συνεχείς αναφορές στην Εκκλησία και επικλήσεις στα προστάγματά της για τη συγκεκριμένη «παρεκτροπή» στη σεξουαλική συμπεριφορά των πιστών της.

Ποια ήταν λοιπόν η αρχέτυπη θέση της Εκκλησίας και της θεοκρατικής πολιτικής εξουσίας του Βυζαντίου απέναντι στο «αδίκημα» της ομοφυλοφιλίας;

Τόσο στο Κανονικό Δίκαιο της Εκκλησίας όσο και στα νομοθετικά κείμενα του βυζαντινού κράτους, η συγκεκριμένη «παρεκτροπή», σε κάθε μορφή της εκδήλωσής της, εμφανίζεται μόνο με την έννοια της ομοφυλοφιλίας και αποδίδεται με όρους όπως ανδροκοιτία, αρσενοκοιτία, αρρενοφθορία, παιδεραστία ή, με περιφραστικό τρόπο, τόσο για άνδρες όσο και για ομοφυλόφιλες γυναίκες.

Προοίμιο των αυστηρών σχετικών Κανόνων της χριστιανικής Εκκλησίας αποτελούν ανάλογοι Κανόνες της Παλαιάς Διαθήκης, οι οποίοι εμπεριέχουν μάλιστα διατάξεις θανάτωσης σε περίπτωση ομοφυλοφιλικής πράξης ανδρών: «Ος αν κοιμηθή μετά άρσενος κοίτην γυναικός, βδέλυγμα εποίησεν˙ αμφότεροι θανατούσθωσαν».

Την οργή του από την έντονη και ελεύθερη εκδήλωση των ομοφυλοφυλικών σχέσεων ανδρών και γυναικών στις μέρες του (ρωμαϊκή εποχή), εκφράζει ο Απόστολος Παύλος στην Α' προς Ρωμαίους Επιστολή του, με τη χαρακτηριστική φράση: «αι τε γαρ θήλειαι αυτών μετήλλαξαν την φυσικήν χρήσιν εις την παρά φύσιν, ομοίως δε και οι άρσενες αφέντες την φυσικήν χρήσιν της θηλείας εξεκαύθησαν εν τη ορέξει αυτών εις αλλήλους, άρσενες εν άρσεσι την ασχημοσύνην κατεργαζόμενοι».

Οι ποινές που προβλέπονταν στους Κανόνες της Εκκλησίας ποίκιλλαν και αυξομειώνονταν κατά περίπτωση, ανάλογα με τη βαρύτητα του σχετικού «εγκλήματος».

Πολυετής αφορισμός από την Εκκλησία (10, 15, 18 έτη), εκατοντάδες καθημερινές γονυκλισίες και ξηροφαγία ήσαν οι συνήθεις ποινές που επέβαλλε η Εκκλησία.

Για την Εκκλησία και ο λεσβιακός έρωτας συνιστούσε μεγάλο ερωτικό έγκλημα. Στις παντρεμένες ομοφυλόφιλες επιβαλλόταν η ποινή που προβλεπόταν για τις μοιχαλίδες, ενώ στις ανύπαντρες, τις χήρες και τις μοναχές εκείνη των εκδιδόμενων γυναικών.

Στα νομοθετικά κείμενα της βυζαντινής περιόδου η Πολιτεία, σε αγαστή συνεργασία (συναλληλία) με την Εκκλησία, κατέταξε την ομοφυλοφιλία στην ομάδα των βαριών εγκλημάτων, για τα οποία προβλεπόταν η θανατική ποινή.

Εκτός της θανάτωσης με ξίφος, σκληρή και επώδυνη για τους ομοφυλόφιλους ήταν η ποινή της «καυλοτομής», της αποκοπής δηλαδή του ανδρικού μορίου για λόγους πρόληψης και αποτροπής τυχόν υποτροπής του «δράστη».

Στην επιβολή της καυλοτομής, η οποία συχνά λόγω αιμορραγίας προκαλούσε τον θάνατο, αναφέρονται ιστορικοί της βυζαντινής περιόδου, όπως ο Μαλάλας και ο Ζωναράς: «ευθέως προσέταξεν ο βασιλεύς [Ιουστινιανός] τους αρρενοφθόρους καυλοτομείσθαι» και «κατά των ανδρομανών πολύς έπνευσε και πλείστους διά ταύτην την αιτίαν εκόλασε, την αιδώ τούτων εκτέμνων».

Στη βαρύτητα του «εγκλήματος» της ομοφυλοφιλίας επικεντρώνονται στους πύρινους Λόγους τους οι Πατέρες της Εκκλησίας, κυρίως οι Ιωάννης Χρυσόστομος και Μέγας Βασίλειος, με τον πρώτο να παροτρύνει τους νέους που έχουν αυτή τη ροπή ν’αυτοκτονούν παρά να ατιμάζονται με αυτό τον τρόπο.

Ο ίδιος, φανατικός εκφραστής του ιδεώδους της παρθενίας, απαντά στους επικριτές του ότι «η ομοφυλοφιλία ευθύνεται για την υπογεννητικότητα στην εποχή του και όχι η παρθενία».

Οι Ιεράρχες θεωρούσαν τις ομοφυλοφυλικές σχέσεις, που εκδηλώνονταν στην εποχή τους (4ος αι.), σύμπτωμα της χαλαρής ηθικής της ρωμαϊκής κοινωνίας που ακόμη επικρατούσε στις μέρες τους, και ήλπιζαν ότι με τις βαριές ποινές που προβλέπονταν από την Εκκλησία και την Πολιτεία τα φαινόμενα αυτά, με την πάροδο του χρόνου, θα εξέλιπαν.

Αυτό βέβαια δεν συνέβη, όπως αποδεικνύεται από τις συνεχείς αναφορές σε σχετικά περιστατικά και την επιβολή σκληρών ποινών έως το τέλος του Βυζαντίου.

Παρ’ όλο που οι Λόγοι των Πατέρων της Ορθοδοξίας είχαν απήχηση στο ποίμνιό τους (το συγκινούσαν και συνάμα το τρόμαζαν), δεν κατάφεραν εν τέλει να καταπνίξουν τα ανθρώπινα πάθη και να αδρανοποιήσουν τα φυσικά ένστικτα.

Σε όλο το φάσμα της βυζαντινής κοινωνίας (ανάμεσα στους πολιτικούς, τους κληρικούς, τους μοναχούς και τους απλούς πολίτες) εκδηλώνονταν και συνάπτονταν ομοφυλοφιλικές σχέσεις.

Αυτό καταδεικνύει ότι, ακόμη και στη θεοκρατική βυζαντινή κοινωνία, παρά τον εξαναγκασμό και την ακραία βία που της ασκούσαν οι δύο κυρίαρχοι φορείς εξουσίας, Πολιτεία και Εκκλησία, υπήρξαν κατηγορίες ανθρώπων που δεν υιοθετούσαν καθολικά τον ηθικό τους κώδικα˙ ενίοτε δε ακολουθούσαν τις προσωπικές ερωτικές επιλογές τους, ρισκάροντας ακόμη και την ίδια τη ζωή τους.

Εν κατακλείδι, τίθεται το απλό ερώτημα: έγκλημα ήταν η εκδήλωση και σύναψη ομοφυλοφιλικών σχέσεων ή η αντιμετώπισή τους από την Εκκλησία και την Πολιτεία με τον τρόπο που περιέγραψα πιο πάνω; Προς τι λοιπόν οι οιμωγές και οι υστερικές κραυγές στο όνομα μάλιστα των επιταγών και παραδόσεων της Εκκλησίας;

ΜΕΡΟΣ Γ'

Μια διεστραμμένη παρεκτροπή. Μια θεομίσητη πράξη. Το όνειδος της ανθρωπότητας. Μια λαίλαπα. Μια μυσαρή πράξη. Αποσπάσματα από το ευαγγέλιο της αγάπης της Εκκλησίας. Ω, παίδες ευλογείτε!

Ποιος ξεχνάει την απύθμενου βάθους και ακράτου χριστιανικότητος ρήση του εν Χριστώ πατρός ημών Χριστοδούλου τον Νοέμβριο του 2004. «Σκεφτείτε πού έχουμε φτάσει, σε ποιο κατάντηµα έχει φτάσει η ανθρωπότητα, η οποία την αμαρτία, – που είναι διακεκηρυγµένη, βοώσα και κράζουσα, θέλει να την καλύψει, να µη λέμε, να µη μιλάμε, γιατί ενοχλούνται αυτοί που έχουν το κουσούρι. Γιατί θέλουν όλοι οι άλλοι να το παραδεχθούν ως μια φυσιολογική κατάσταση». [in.gr, 31/10/2004]

Πριν αλέκτωρ λαλήσει τού ήρθαν κατακέφαλα τα σκάνδαλα της Αγίας Εκκλησίας. Μητροπολίτες και αρχιμανδρίτες με καλλιτεχνικά ψευδώνυμα τύπου Μπέμπα Μπλάνς, Κάλας, Σούλα, Λέλα, Ρίτα και παρόμοια χαριτόβρυτα (γνωστά στους κοντινούς της Εκκλησίας από χρόνια [Το Καλάμι] γίνονταν επί σειράν εβδομάδων τηλεοπτικές ρόμπες. Ταυτόχρονα, εκατοντάδες άλλες παπαδιές και μοναχές του ανωτέρου και κατωτέρου κλήρου βίωναν ανενόχλητες το «κουσούρι» τους στην ασφάλεια της ανωνυμίας τους.

Τα τηλεοπτικά παράθυρα είχαν πάρει φωτιά, ο αρχιεπίσκοπος (ο οποίος inter alia μας έχει δηλώσει ότι «δεν ασχολείται με τα γήινα» [Έθνος, 14/11/2005]) προανήγγειλε κάθαρση και ξαφνικά, όλα σταμάτησαν, η Εκκλησία αυτοκαθάρθηκε στη Κολυμβήθρα του Σιλωάμ και όλα μέλι γάλα.

Entre nous, εχέσθημεν για τα εσωτερικά της Εκκλησίας και θα την είχαμε γραμμένη στα παλαιότερα των υποδημάτων μας, αν το σχιζοφρενικό ιερατείο της δεν φρόντιζε να μας τσιγκλίζει κάθε λίγο και λιγάκι. Σαν τον αισωπικό μύθο όπου καθένας έχει δύο τσουβάλια, μπροστά του αυτό με τα ελαττώματα των άλλων και πίσω του εκείνο με τα δικά του και βλέπει μόνο το μπροστινό, έτσι και η Αγία του Χριστού Εκκλησία, ξεχνώντας τα δικά της βγαίνει να πολεμήσει τους τρισκατάρατους ομοφυλόφιλους, πηγή κάθε κακού στην ελληνική κοινωνία. Αλλά ποιους ομοφυλόφιλους; Τους άλλους φυσικά! Τους δικούς της ούτε κατά διάνοια. Σαρξ εκ σαρκός της είναι, αυτούς θα πολεμήσει; Να μην τρελαθούμε κιόλας!

Έτσι η Αγία Ιερά Σύνοδος με την Μπέμπα Μπλάνς, την Κάλας, τη Σούλα, τη Λέλα, τη Ρίτα και τις λοιπές θεές, από δω το γύρισε, από κει το έφερε, μας είπε (2/6/2005) [Περιοδικό Εκκλησία, 7/2005] ότι η ομοφυλοφιλική συμπεριφορά ενός κληρικού είναι παντελώς άσχετη με την άσκηση του δημοσίου λειτουργήματός του. Και ότι οι κληρικοί δεν είναι δημόσια πρόσωπα, επομένως είναι πολύ κακό να βγαίνουν τα άπλυτά τους στη φόρα.

Εκατοντάδες «παπαδιές» βιώνουν ανενόχλητες το «κουσούρι» τους, ενώ η Αγία του Χριστού Εκκλησία πολεμά τους τρισκατάρατους ομοφυλόφιλους. Αλλά ποιους ομοφυλόφιλους; Τους άλλους φυσικά! Τους δικούς της ούτε κατά διάνοια. Σαρξ εκ σαρκός της είναι. Μην τρελαθούμε κιόλας!

Δεν μας απασχολεί αν οι κληρικοί είναι ή δεν είναι δημόσια πρόσωπα («είναι» αποφάνθηκε ο πρώτος πρόεδρος της Ανεξάρτητης Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων κ. Δαφέρμος) [Έθνος της Κυριακής, 24-25/12/2005, σ. 37]. Δεν μας απασχολεί αν οι «δραστηριότητες» ενός παπά επηρεάζουν την άσκηση του λειτουργήματός του την επομένη (ενδεχομένως να μην την επηρεάζει). Δεν μας απασχολεί ούτε το κατά πόσο εμπαίζουν την κοινωνία οι παπάδες που κάνουν ακριβώς αυτά που μετά βδελυγμίας καταδικάζουν (την ομοφυλοφιλία επί του προκειμένου). Αυτά είναι προβλήματα της Εκκλησίας και των πιστών της. Ας τα βρουν μόνοι τους (που απ΄ ότι φαίνεται μια χαρά τα έχουν βρει – δεν υπάρχει χειρότερος τυφλός απ’ αυτόν που δεν θέλει να δει).

Εκείνο όμως που μας διαολίζει, είναι ότι η Μπέμπα Μπλάνς, η Κάλας, η Σούλα, η Λέλα, η Ρίτα, η Βίκυ, η Μπούλα κλπ εκφέρουν ανερυθρίαστα δημοσίως γνώμη για το αν επιτρέπεται ή όχι να αναγνωριστεί νομικά η συμβίωση ατόμων του ίδιου φύλου και επηρεάζουν τη θρησκόληπτη μερίδα της κοινωνίας που πιστεύει ότι έτσι πολεμάει τον ηθικόν ξεπεσμόν του έθνους. Λόγω της αρρωστημένης σχέσης Κράτους-Εκκλησίας, οι παραπάνω γεροντοκοπέλες έχουν τη δύναμη να αρνούνται δικαιώματα στους ομοφυλόφιλους φορολογούμενους πολίτες, την ίδια στιγμή που οι ίδιες πίσω από κλειστές πόρτες παίρνονται με τεκνά του μπερντέ.

Και έχουν σοβαρούς λόγους να αρνούνται δικαιώματα σε αμαρτωλούς, γιατί ένα χρόνο μετά τις αποκαλύψεις και τα σκάνδαλα είναι σίγουρες ότι «η ομοφυλοφιλία είναι μια διεστραμμένη παρεκτροπή από του φυσικού. Είναι μία θεομίσητη μιαρή πράξη εντελώς έξω από την ακτινοβολία του χριστιανισμού. Είναι το όνειδος της ανθρωπότητας και ο μεγάλος κίνδυνος της ανθρώπινης κοινωνίας με ανυπολόγιστες επιπτώσεις. Επιφέρει συσκότιση των φύλων και εμπνέει ιδεολογίες που προωθούν την αμφισβήτηση της οικογένειας, η οποία κατά τη φύση αποτελείται από δύο ετερόφυλους γονείς, τον άνδρα και τη γυναίκα. Παρίσταται ανάγκη όπως μπροστά σε αυτή τη λαίλαπα της ομοφυλοφιλίας, πολιτεία, εκκλησία και κοινωνία γενικώς, προ της διάλυσης της οικογένειας και της πολλαπλής διάβρωσης της κοινωνίας μας, να φροντίσουν ώστε να παταχθεί η μυσαρή αυτή πράξη της ομοφυλοφιλίας με τα απαραίτητα δραστικά μέτρα πριν να είναι πολύ αργά». Τα παραπάνω υπογράφει ο κ. Ε. Κολλάς, γενικός γραμματέας του Ιερού Συνδέσμου Κληρικών Ελλάδας στο Βήμα της Κυριακής στις 10/7/2005 [To Βήμα, 10/7/2005] .

Η Μπέμπα Μπλάνς, η Κάλας, η Σούλα, η Λέλα, η Ρίτα, η Βίκυ, η Μπούλα δίνουν πάτημα στον Υπουργό Δικαιοσύνης ώστε να αρνείται κατηγορηματικά να νομοθετήσει υπέρ της συμβιώσεως ατόμων ίδιου φύλου επικαλούμενος διάφορες αρλούμπες [To Βήμα, 31/12/2005], γιατί τρέμει την αντίδραση των θρησκόληπτων ψηφοφόρων του!

Πρόσφατα μάλιστα (5/1/2006) ο μητροπολίτης Καλαβρύτων Αμβρόσιος ζήτησε από την Ιερά Σύνοδο να βγάλει διάγγελμα που θα καταδικάζει την ομοφυλοφιλία! [in.gr, 4/1/2006] Αυτό και αν είναι! Είχε να γίνει από το 390 μ.Χ. με τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο. Καλά πάμε, σε λίγο έρχονται οι απαγχονισμοί, ε, κύριε υπουργέ;

Πώς το είχε πει ο πρώτος (και τελευταίος) Χριστιανός επί της γης; Ουαί υμίν Γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί;

ΔΕΣ: ΑΓΙΑ ΖΕΥΓΑΡΙΑ ΟΜΟΦΥΛΩΝ - Κάποτε η Εκκλησία ευλογούσε την συμβίωση ομοφυλόφιλων

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου