Μήνας Ολυμπιακών Αγώνων ο Αύγουστος και το ενδιαφέρον των περισσοτέρων είναι στραμμένο σε αυτούς. Κάποιοι τους κατακρίνουν, γιατί λένε πως έχουν εμπορευματοποιηθεί κι έχουν χάσει το αρχικό ιδεώδες.
Όμως, αν ψάξουμε λίγο καλύτερα στην ιστορία, θα δούμε πως αυτό δεν είναι σύμπτωμα μόνο των ημερών μας. Για παράδειγμα, στην Αίγυπτο των Πτολεμαίων, τότε που η Αλεξάνδρεια ήταν η μεγαλύτερη και πλουσιότερη πόλη στον κόσμο, είχαν καθιερωθεί... τα Πτολεμαία (μεγάλοι αγώνες, ισάξιοι των Ολυμπιακών). Τις μέρες των αγώνων, αθλητές, καλλιτέχνες, θεωροί (επίσημοι απεσταλμένοι πόλεων) και απλοί θεατές συνέρρεαν απ’ όλη την Ελλάδα στην πόλη και τη γέμιζαν ασφυκτικά. Μαζί τους, όμως, έφταναν διψασμένοι για κέρδος, έμποροι, πλανόδιοι μικροπωλητές, μικροαπατεώνες και πόρνες.
Οι επίσημοι καλεσμένοι έμεναν στους βασιλικούς ξενώνες, οι πλούσιοι στα πανδοχεία κι ο λαός κατασκήνωνε στις αλάνες της πόλης. Μόλις άρχιζαν οι εκδηλώσεις, τα στάδια και τα θέατρα γέμιζαν από κόσμο. Αθλητικοί αγώνες και αρματοδρομίες εναλλάσσονταν με μουσικούς και δραματικούς αγώνες, όπου οι συμμετέχοντες αγωνιζόντουσαν με στόχο τα μεγάλα χρηματικά έπαθλα, που είχαν αντικαταστήσει το ταπεινό στεφάνι από κλαδί ελιάς.
Τα βράδια τα φώτα της πόλης δεν έσβηναν ποτέ. Το πλήθος, ακούραστο, πηγαινοερχόταν στις ταβέρνες της πόλης και κατανάλωνε διψασμένο ό,τι έβρισκε μπροστά του, από τα καλύτερα κρασιά μέχρι την πιο φτηνή μπίρα. Παντού ήταν στημένοι πάγκοι, όπου πουλούσαν τρόφιμα, αναμνηστικά και ό,τι άλλο μπορούσε να βάλει ο νους του ανθρώπου.
Μετά το τέλος των αγώνων ακολουθούσε μεγαλειώδης παρέλαση με άρματα. Στα πεζοδρόμια, πολλές χιλιάδες λαού παρακολουθούσαν ζητωκραυγάζοντας.
Προπορευόταν η βασιλική φρουρά, που οδηγούσε την πομπή. Στο πρώτο άρμα ήταν τοποθετημένο το άγαλμα του Δία Σωτήρα. Στο επόμενο ήταν το άγαλμα του θεού Διονύσου, ντυμένο με πορφυρό χιτώνα. Από πίσω ερχόταν το άρμα με το άγαλμα του Πτολεμαίου Σωτήρα, του θεοποιημένου ιδρυτή της δυναστείας των Πτολεμαίων. Ακολουθούσε ο ίδιος ο βασιλιάς, που φορούσε κοντό χιτώνα κι από πάνω το βασιλικό έμβλημα, την πορφυρή χλαμύδα, για να θυμίζει σε όλους τη μακεδονική του καταγωγή. Χρυσά άρματα μετέφεραν τους πρίγκιπες και τη βασιλική οικογένεια. Ακολουθούσαν οι ιερείς, Έλληνες και Αιγύπτιοι και οι αξιωματούχοι. Μετά είχαν σειρά οι θησαυροί της χώρας και του βασιλιά. Κάρα με φανταχτερές πολύχρωμες τέντες, που τα έσερναν μουλάρια, ήταν γεμάτα με σκλάβους από την Ινδία. Καμήλες φορτωμένες με μεγάλες ποσότητες από λιβάνι, κρόκο, μύρο και κανέλλα. Αιθίοπες σκλάβοι κουβαλούσαν δεκάδες κρατήρες γεμάτους χρυσάφι και ασήμι, εκατοντάδες χαυλιόδοντες από ελέφαντες και χιλιάδες κορμούς από έβενο. Κάρα γεμάτα δούλους, μοίραζαν κρασί στον κόσμο και μετά, ακόμα περισσότεροι δούλοι, εξωτικά ζώα και θησαυροί.
Η πομπή κατέληγε στο κέντρο της πόλης, όπου γινόταν η μεγάλη θυσία και ακολουθούσε γλέντι με κρασί και φαγητό, που μοίραζε ο βασιλιάς στον λαό. Ο ίδιος παρέθετε επίσημο συμπόσιο προς τους αντιπροσώπους των ελληνικών πόλεων. Μπορεί να μην ξέρουμε λεπτομέρειες για το τι σερβίριζαν στο δείπνο αυτό, έχουμε όμως μια ωραία περιγραφή του χώρου. Ήταν μια σκηνή που εντυπωσίαζε τους πάντες με τις διαστάσεις και την πολυτέλειά της. Παραλληλόγραμμη, είχε από πέντε ξύλινους στύλους στις μεγάλες πλευρές και τέσσερις στις μικρές. Οι στύλοι αυτοί στήριζαν ένα επιστύλιο και τη στέγη, που παρίστανε έναν κόκκινο ουρανό, κεντημένο με άσπρη κλωστή. Διακοσμημένη με υφάσματα από τη Φοινίκη και χαλιά από την Ανατολή, η σκηνή είχε χώρο για εκατό χρυσά ανάκλιντρα, που είχαν πόδια σε σχήμα σφίγγας. Από τους στύλους κρέμονταν πίνακες Σικυώνιων ζωγράφων, με σκηνές από τη μυθολογία. Στο δάπεδο ήταν απλωμένα λουλούδια (που σχημάτιζαν περίπλοκα σχέδια σαν χαλιά) και από την οροφή ήταν κρεμασμένα λουλούδια, δάφνες και μυρτιές. (Καλλίξενος ο Ρόδιος, στον Αθήναιο)
Όμως, αν ψάξουμε λίγο καλύτερα στην ιστορία, θα δούμε πως αυτό δεν είναι σύμπτωμα μόνο των ημερών μας. Για παράδειγμα, στην Αίγυπτο των Πτολεμαίων, τότε που η Αλεξάνδρεια ήταν η μεγαλύτερη και πλουσιότερη πόλη στον κόσμο, είχαν καθιερωθεί... τα Πτολεμαία (μεγάλοι αγώνες, ισάξιοι των Ολυμπιακών). Τις μέρες των αγώνων, αθλητές, καλλιτέχνες, θεωροί (επίσημοι απεσταλμένοι πόλεων) και απλοί θεατές συνέρρεαν απ’ όλη την Ελλάδα στην πόλη και τη γέμιζαν ασφυκτικά. Μαζί τους, όμως, έφταναν διψασμένοι για κέρδος, έμποροι, πλανόδιοι μικροπωλητές, μικροαπατεώνες και πόρνες.
Οι επίσημοι καλεσμένοι έμεναν στους βασιλικούς ξενώνες, οι πλούσιοι στα πανδοχεία κι ο λαός κατασκήνωνε στις αλάνες της πόλης. Μόλις άρχιζαν οι εκδηλώσεις, τα στάδια και τα θέατρα γέμιζαν από κόσμο. Αθλητικοί αγώνες και αρματοδρομίες εναλλάσσονταν με μουσικούς και δραματικούς αγώνες, όπου οι συμμετέχοντες αγωνιζόντουσαν με στόχο τα μεγάλα χρηματικά έπαθλα, που είχαν αντικαταστήσει το ταπεινό στεφάνι από κλαδί ελιάς.
Τα βράδια τα φώτα της πόλης δεν έσβηναν ποτέ. Το πλήθος, ακούραστο, πηγαινοερχόταν στις ταβέρνες της πόλης και κατανάλωνε διψασμένο ό,τι έβρισκε μπροστά του, από τα καλύτερα κρασιά μέχρι την πιο φτηνή μπίρα. Παντού ήταν στημένοι πάγκοι, όπου πουλούσαν τρόφιμα, αναμνηστικά και ό,τι άλλο μπορούσε να βάλει ο νους του ανθρώπου.
Μετά το τέλος των αγώνων ακολουθούσε μεγαλειώδης παρέλαση με άρματα. Στα πεζοδρόμια, πολλές χιλιάδες λαού παρακολουθούσαν ζητωκραυγάζοντας.
Προπορευόταν η βασιλική φρουρά, που οδηγούσε την πομπή. Στο πρώτο άρμα ήταν τοποθετημένο το άγαλμα του Δία Σωτήρα. Στο επόμενο ήταν το άγαλμα του θεού Διονύσου, ντυμένο με πορφυρό χιτώνα. Από πίσω ερχόταν το άρμα με το άγαλμα του Πτολεμαίου Σωτήρα, του θεοποιημένου ιδρυτή της δυναστείας των Πτολεμαίων. Ακολουθούσε ο ίδιος ο βασιλιάς, που φορούσε κοντό χιτώνα κι από πάνω το βασιλικό έμβλημα, την πορφυρή χλαμύδα, για να θυμίζει σε όλους τη μακεδονική του καταγωγή. Χρυσά άρματα μετέφεραν τους πρίγκιπες και τη βασιλική οικογένεια. Ακολουθούσαν οι ιερείς, Έλληνες και Αιγύπτιοι και οι αξιωματούχοι. Μετά είχαν σειρά οι θησαυροί της χώρας και του βασιλιά. Κάρα με φανταχτερές πολύχρωμες τέντες, που τα έσερναν μουλάρια, ήταν γεμάτα με σκλάβους από την Ινδία. Καμήλες φορτωμένες με μεγάλες ποσότητες από λιβάνι, κρόκο, μύρο και κανέλλα. Αιθίοπες σκλάβοι κουβαλούσαν δεκάδες κρατήρες γεμάτους χρυσάφι και ασήμι, εκατοντάδες χαυλιόδοντες από ελέφαντες και χιλιάδες κορμούς από έβενο. Κάρα γεμάτα δούλους, μοίραζαν κρασί στον κόσμο και μετά, ακόμα περισσότεροι δούλοι, εξωτικά ζώα και θησαυροί.
Η πομπή κατέληγε στο κέντρο της πόλης, όπου γινόταν η μεγάλη θυσία και ακολουθούσε γλέντι με κρασί και φαγητό, που μοίραζε ο βασιλιάς στον λαό. Ο ίδιος παρέθετε επίσημο συμπόσιο προς τους αντιπροσώπους των ελληνικών πόλεων. Μπορεί να μην ξέρουμε λεπτομέρειες για το τι σερβίριζαν στο δείπνο αυτό, έχουμε όμως μια ωραία περιγραφή του χώρου. Ήταν μια σκηνή που εντυπωσίαζε τους πάντες με τις διαστάσεις και την πολυτέλειά της. Παραλληλόγραμμη, είχε από πέντε ξύλινους στύλους στις μεγάλες πλευρές και τέσσερις στις μικρές. Οι στύλοι αυτοί στήριζαν ένα επιστύλιο και τη στέγη, που παρίστανε έναν κόκκινο ουρανό, κεντημένο με άσπρη κλωστή. Διακοσμημένη με υφάσματα από τη Φοινίκη και χαλιά από την Ανατολή, η σκηνή είχε χώρο για εκατό χρυσά ανάκλιντρα, που είχαν πόδια σε σχήμα σφίγγας. Από τους στύλους κρέμονταν πίνακες Σικυώνιων ζωγράφων, με σκηνές από τη μυθολογία. Στο δάπεδο ήταν απλωμένα λουλούδια (που σχημάτιζαν περίπλοκα σχέδια σαν χαλιά) και από την οροφή ήταν κρεμασμένα λουλούδια, δάφνες και μυρτιές. (Καλλίξενος ο Ρόδιος, στον Αθήναιο)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου