Τρίτη 1 Οκτωβρίου 2013

ΥΜΝΟΣ ΣΤΟΝ ΕΠΙΚΟΥΡΟ

ΥΜΝΟΣ ΣΤΟΝ ΕΠΙΚΟΥΡΟ

Χάμω σέρνονταν μπροστά στα μάτια όλων, ατιμασμένη η ανθρώπινη ζωή,
πλακωμένη από το βάρος της θρησκείας  που απ’ τα ουράνια πρόβαλλε την
τρομερή της όψη και απειλούσε τους θνητούς.
Τότε πρώτος ένας Έλληνας τόλμησε
να υψώσει τα μάτια του τα θνητά
καταπάνω της και να της αντιταθεί.
Αυτόν δεν τον σταμάτησαν οι κεραυνοί
μήτε το απειλητικό μουρμουρητό
τ’ ουρανού μήτε τα παραμύθια των θεών.
Ίσα-ίσα, που δυνάμωσαν το θάρροςτης ψυχής του
και τη θέληση να αποτινάξει, πρώτος αυτός, τις κλειδωνιές
που σφράγιζαν τα μυστικά της φύσης.
Και η ζωντανή ορμή τού νου θριάμβευσε
και διάβηκε τους φλογισμένους φράκτες τ’ ουρανού,
και περπάτησε το απέραντο Σύμπαν με λογισμό και πνεύμα.
Και μας ξανάρθε νικητής
για να μας πει τι μπορεί να γενεί και τι όχι,
και πώς ορίζεται, με νόμους ακλόνητους, η δύναμη στο κάθε τι.
Έτσι, με τη σειρά της, ποδοπατημένη συντρίβεται η θρησκεία,
κι εμάς η νίκη του μας υψώνει στα ουράνια.
Λουκρήτιος. Περί της Φύσεως των Όντων Ι 62-79

ΕΓΚΩΜΙΟ ΤΟΥ ΕΠΙΚΟΥΡΟΥ

Εσένα, στολίδι του γένους των Ελλήνων,
που πρώτος ύψωσες φως λαμπρό μες σε
φριχτά σκοτάδια, κι έδειξες τ’ αληθινά αγαθά της ζωής,
εσένα ακολουθώ, και τα πόδια μου πατούν πάνω στα ίδια σου τα χνάρια.
Όχι για να σε παραβγώ, αλλά γιατί από αγάπη θέλω να σε μιμηθώ. (…..)
Εσύ, πατέρα μου, φώτισες την αλήθεια, εσύ με τις νουθεσίες σου τις πατρικές,
απ’ τα δικά σου βιβλία, τρισένδοξε, τρεφόμαστε, σαν τις μέλισσες
που τρυγούν όλα τα λουλούδια στο ανθισμένο λιβάδι,
απ’ τα χρυσά σου λόγια που η αξία τους μένει αιώνια.
Γιατί μόλις η διδασκαλία σου η θεϊκή άρχισε να διαλαλεί τη φύση των πραγμάτων,
σκόρπισαν οι φόβοι της ψυχής κι άνοιξαν τα τείχη του κόσμου,
κι είδα να παίρνει σχήμα το κάθε τι μέσα στο χώρο.
Και βλέπω την δύναμη των θεών και τη γαλήνια κατοικία τους
που δεν τη δέρνουν άνεμοι ούτε τη βρέχουν τα σύννεφα με τις βροχές τους
ούτε το χιόνι που το σκληραίνει η παγωνιά.
Ένας αιθέρας αιώνια ασυννέφιαστος τη σκεπάζει χαμογελώντας μες στο απέραντο φως.
Όλα τούς τα προσφέρει η φύση και τη γαλήνη τους τίποτε δεν την ταράζει.
Μα πουθενά δε βλέπω τα μέρη του Αχέροντα. κι ας μη με εμπόδισε η γης να δω όλα
όσα γίνονται κάτω από τα πόδια μας, στα βάθη του κενού.
Μπρος σ’ όλα τούτα νιώθω κάτι σαν θεϊκή ηδονή κι ένα δέος,
που χάρη στη δύναμή σου τραβήχτηκαν τα πέπλα
και φανερώθηκε εμπρός μας η φύση.
Λουκρήτιος. Περί της Φύσεως των Όντων ΙΙΙ, 1-30

***********************************************************

Λουκρήτιος

Ο Τίτος Λουκρήτιος
PictureΚάρος (λατινικά Titus Lucretius Carus) γεννήθηκε περίπου στα 98-94 π.Χ. και πέθανε γύρω στα 55-53 π.Χ. Ήταν Ρωμαίος ποιητής και φιλόσοφος. Το μόνο γνωστό του έργο είναι το εκτενές φιλοσοφικό ποίημα De Rerum Natura (“Περί της φύσεως των πραγμάτων”). Παρ’ ότι η άνθιση του λατινικού εξάμετρου συνήθως αποδίδεται στον Βιργίλιο, είναι αναμφισβήτητη η επίδραση του De Rerum Natura στον τελευταίο και σε άλλους, μεταγενέστερους ποιητές. Είναι επίσης σημαντικό για το ρόλο που έπαιξε στη μετάδοση των ελληνικών φιλοσοφικών ιδεών και στην εκλέπτυνση της λατινικής γλώσσας.
Η διάσωση των κειμένων του ποιήματος είναι αξιοσημείωτο γεγονός, δεδομένης της εχθρότητας της χριστιανικής Εκκλησίας, η οποία και ήταν το μόνο μέσο μετάδοσης για λατινικά κείμενα σχετικά με τον Λουκρήτιο και τον Επίκουρο. Παρά ταύτα, τα διασωθέντα κείμενα είναι συνήθως παραποιημένα και έχουν γίνει επίπονες προσπάθειες για την αποκατάστασή τους.
Ο στόχος του έργου ήταν να απαλλάξει το νου των ανθρώπων από την προκατάληψη και το φόβο του θανάτου. Για να το πετύχει αυτό αναπτύσσει διεξοδικά τις θέσεις του Επίκουρου, τον οποίον και αποθεώνει. Ο Λουκρήτιος εκφράζει σε προσεγμένα κλασικά λατινικά τις επικούρειες απόψεις του για τη μεταφυσική, την υλιστική ατομική θεωρία και, γενικότερα, την υπεροχή των φυσικών φαινομένων ως κεντρικής ερμηνείας της λειτουργίας του κόσμου.
Ο Λουκρήτιος αντιπαθούσε και έβλεπε ως αβάσιμη τη δεισιδαιμονία καθώς δεν πίστευε ότι το Σύμπαν κυβερνάται από θεϊκές παρεμβάσεις ή υπερφυσικές δυνάμεις, όπως θεωρούσε η πλειοψηφία των ανθρώπων του καιρού του. Ο θάνατος για τον Λουκρήτιο δεν ήταν εγγενώς ούτε καλός ούτε κακός, μόνο μία απόλυτη παύση της ύπαρξης, και ο φόβος του θανάτου δεν ήταν παρά μία προβολή επίγειων, καθημερινών φόβων.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου