Όλοι η φιλοσοφία μετά τον Πλάτωνα είναι υποσημειώσεις στο έργο’
Κανείς δεν αντιλέγει, ότι ο Πλάτωνας θεωρείται ο βραχίονας της Φιλοσοφίας, καθώς ασχολήθηκε και θεμελίωσε εν πολλοίς, όλους τους κλάδους της (γνωσιοθεωρία, αισθητική, πολιτική φιλοσοφία κτλπ). Όμως τα τελευταία χρόνια, το απολυταρχικό κατασκεύασμα της Πολιτείας και οι οντολογικές θέσεις για την ύπαρξη ανώτερου όντος με την μορφή της καθολικής Ιδέας – που έχουν συθέμελα διαψευστεί από την επιστήμη- κάνουν την ανάγνωση του Πλάτωνος δύσπεπτη και ενοχλητική. Στην παραπάνω θέση, συνέβαλε η στηλίτευση του γραπτού λόγου όσο και ο δογματισμός είτε ο μυστικισμός του Έλληνα Φιλοσόφου, κυρίως μετά τον Διαφωτισμό, με την παράλληλη επικράτηση της Δημοκρατίας, της ισότητας και της κοινοποίησης της γνώσης. Ας μην ξεχνάμε ότι εκτός από τα άτομα, διαβάζουν και οι Εποχές, η Ιστορία που τείνει να αναγάγει τον συγγραφέα στα περιορισμένα, σφικτά σύνορα της.
”Η ανάγνωση του Πλάτωνα σημαίνει πάνω από όλα μια διανοητική απόλαυση. Η χαρά που προκαλεί η επαφή με την σκέψη του δεν προέρχεται από την διαδικασία της καλλιτεχνικής αρτιότητας των φιλοσοφικών δραμάτων (…) αλλά και μέρος κατά κάποιον τρόπο της ζωντανής συζήτησης, η οποία σχεδιάζεται με επιδέξιες πινελιές σαν να ήταν μια φυσική αλληλεπτίδραση μεταξύ των χαρακτήρων που μοιάζουν να είναι βγαλμένοι από την ίδια τη ζωή.΄΄
Είναι γνωστό τοις πάσι το μοντέλο γραφής του, δηλαδή το Διαλεκτικό, ως μοναδικό μέσο προσέγγισης της αλήθειας. Η αμεσότητα και η ποικιλία που χαρακτηρίζουν τους διαλόγους καθιέρωσαν τον Πλάτωνα ως τον πιο αποτελεσματικό στην αφύπνιση του φιλοσοφικού ενδιαφέροντος καθώς όποιος αρχίζει από την βάση του, έχει διαβεί το σωστό δρόμο, Η συζήτηση για τον τρόπο ανάγνωσής του, είναι ο τρόπος με τον οποίο ο αναγνώστης πλευρίζει το κείμενο. ΄΄Οτιδήποτε κι αν κάνουμε, δεν μπορούμε να αποστασιωποιηθούμε πλήρως από τα όρια, να ξεφύγουμε από τον πυρήνα του εαυτού μας κατά την ανάγνωση του έργου”. Όταν πρόκειται μάλιστα, για τον ίδιο τον Πλάτωνα, η μορφή του κειμένου μας φέρνει μοιραία στην σύγκρουση με τον προσωπικό Εγώ, το οποίο αναπόφευκτα την σήμερον ημέρα θα αντιδράσει. Άρα το ερώτημα του παρακάτω πονήματος είναι, κατά πόσο ενεργητικοί οφείλουμε να είμαστε για να μην εκτροχιαστούμε σε μονομερή δογματισμό.
”Ο Πλάτων έχει συνειδητοποιήσει περισσότερο από άλλον τον ρόλο των ατομικών ορίων στην πρόσληψη της σοφίας. Κατ’ επανάληψη μας κάνει να νιώσουμε πως ένας συνομιλητής στον διάλογο εμποδίζεται λόγω της ειδικής συγκρότησης να συλλάβει τι εννοείται΄΄
Η παραπάνω θέση είναι ο ακρογωνιαίος λίθος σύλληψης και προσέγγισης του Πλάτωνα, και γι αυτό θα καταλάβει το μεγαλύτερο μέρος του κειμένου. Σ’ ένα από τα γνωστά του παραδείγματα στον Γοργία ο Καλλικλής υποστηρίζει το φυσικό δίκαιο του ισχυρότερου. Αντί ο Πλάτωνας να βάλει τον Καλλικλή να την εκθέσει συστηματικά με μια κλιμάκωση αναδυόμενη από λογικούς συλλογισμούς, την παρουσιάζει ως απόσταγμα της νοσηρής φιλοδοξίας και του εγωκεντρισμό του. Όταν ο Σωκράτης φωτίζει τις αντιφάσεις του συνομιλητή του, ο δεύτερος δηλώνει καταφατικά ότι δεν μπορεί να τις παρακολουθήσει, όχι από έλλειψη ευφυίας αλλά λόγου του χαρακτήρα του. Ακόμα, κι ο ίδιος ο Σωκράτης δεν προχωράει σε μια διεύρυνση της επιχειρηματολογίας του για τα μέρη της ψυχής, όπως αυτή αναπτύσσεται στον Φαίδρο ή στην Πολιτεία, αφού ο Καλλικλής μη έχοντας τα ΄΄Μικρά΄΄ μυστήρια, δεν μπορεί να μετάσχει στα ΄΄Μεγάλα΄΄. Τέτοιες θέσεις φιλοσοφικής απόκρυψης ή μετάδοσης ανάλογης της οξύνοιας και πορείας του ΄΄μαθητή΄΄ του, θα συναντήσουμε στα: Λύσιν, Συμπόσιο, Φαίδρο και Πολιτεία. ”Η φιλία δεν σημαίνει μια υποκειμενική συμπάθεια, δηλαδή απλώς ένα συναίσθημα, αλλά αποτελεί συνέπεια του κοινού προσανατολισμού προς το << θείο >> και << αιώνιο ον >> εντέλει πως την Ιδέα του ίδιου του Αγαθού.
Φύση των διαλόγων: Απορία, αν όχι απέχθεια προκαλεί στον αμύητο αναγνώστη, το τέλμα, η αοριστολογία λύσης στα έργα του. Πιο συγκεκριμένα:
Α) Στους απορητικούς διαλόγους, μετά από μια μακροσκελή συζήτηση και μάχη για την αλήθεια, ο αναγνώστης μένει ζαρωμένος από απορία όταν η ΄΄λύσις΄΄ δεν έρχεται. Για ποιο λόγο τέτοια μάταιη αναζήτηση;
Β) Στους ΄΄εποικοδομητικούς΄΄ διαλόγους ( λόγοι της μέσης και ύστερης εποχής) πάλι αναρωτιόμαστε γιατί τόσο σχοινοτενής ανάπτυξη τέτοιων καίριων ζητημάτων και στοχασμών αν δεν καταλήγουν πουθενά, αν πέφτουν σε τείχη σιωπής;
Γ) Τέλος, στους πρώιμους και ύστερους διαλόγους ο αναγνώστης θα απαυδήσει με την αλαζονεία του αήττητου Σωκράτη, όσο και με την εξομοίωση όλων των αντιπάλων. Τους αντιμετωπίζει με την ίδια ευχέρεια και ευκολία, είτε πρόκειται για τον Ιππία ή τον ριζοσπαστικό Καλλικλή είτε για τον ξακουστό Πρωταγόρα. Φαίνεται δύσκολα αποδεκτό για την κοινωνία της Ισότητας του 19ου και 20ου αιώνα που επικρατεί ο Πλουραλισμός, η δημοκρατία και οι άνθρωποι είναι εναρμονισμένοι με τον συναισθηματικό σκεπτικισμό. Βάζουμε μπροστά μας τον εαυτό μας που λειτουργεί ως παραμορφωτικός καθρέφτης, διαστρεβλώνοντας και τυφλώνοντας την νηφάλια κριτική και την υπόκωφο μήνυμα. Πρέπει να συλλογιστούμε ότι Πλάτωνας και Σωκράτης έζησαν και έδρασαν σε μια άλλη εποχή που οι σημερινές ιδέες ηχούσαν ιλαρά. (βλ. και παρακάτω)
Το ζήτημα που απασχόλησε πολύ τους μελετητές, είναι σε ποιον απευθύνεται ο Πλάτωνας. Η εσωστροφική φιλοσοφία του σύμφωνα με την οποία, ο καρπός σκέψης του δύναται να αξιοποιηθεί μόνο από τους μαθητές του, αν και εν μέρει είναι σωστός, αναιρείται καθώς έργα όπως η Πολιτεία και ο Τιμαίος έχουν καθολικό, ουτοπικά ρεαλιστικό χαρακτήρα. Αν πάλι υποθέσουμε από τις υπόρρητες αναφορές ότι στοχεύει τους επαιοντές θα υποπέσουμε σε σφάλμα. Τα περισσότερα έργα του, είναι ευκατανόητα ακόμα κι από τους πλήρως αδαείς. Αυτό είναι πρόδηλο κι από τους αντιπάλους του, που απαρτίζουν ένα πολύχρωμο ψηφιδωτό, καλύπτοντας κάθε πτυχή σκέψης. Επομένως, ο Πλάτωνας απευθύνεται ΣΕ ΌΛΟΥΣ, Ο βαθμός ωρίμανσης του συνομιλητή προκαθορίζει το ποσοστό της αλήθειας που θα εκλάβει από το έργο του.
Η παραπάνω υπόθεση παίρνει αξιωματική μορφή αν εξετάσουμε τα υφολογικά στοιχεία των διαλόγων. Καταρχάς πρόκειται για συνομιλίες ενταγμένες στο χώρο και στο χρόνο. Είναι ακόμα απαραίτητη η παρουσίαση των πρωταγωνιστών που ναι φυσικά, πραγματικά επι το πλείστον, πρόσωπα με ιστορία. Σε κάθε συζήτηση υπάρχει μια κυρίαρχη μορφή που έχει το ρόλο του φωτοδότη. Το όνομα της, Σωκράτης. Αυτός θέλει να κατευθύνει την συζήτηση και να χαράσσει μέσω αυτής τον προσωπικό δρόμο των συνομιλητών. Θα σφάλουμε αν δεν έχουμε σφαιρική εικόνα της φιλοσοφίας του. Σύμφωνα μ΄ αυτή Η ΑΛΉΘΕΙΑ είναι προιούσα της μνήμης, και ο ρόλος του δασκάλου είναι παρόμοιος με της μαίας, δηλαδή βοηθάει να ξεθάψει την α- λήθεια που βρίσκεται απριόρι σφραγισμένη μέσα σ’ όλους. Μάλιστα, πρέπει να επισημανθεί η σημασιολογική έννοια της βοήθειας.
Βοηθείν γράφει 4-5 φορές στην Πολιτεία ή η λέξη χρησιμοποιείται με ταυτόσημα όπως το ΄΄επικουρείν΄΄ . Ο Σωκράτης δεν επιθυμεί εξαρχής να εκθέσει την άποψη του για τις Ιδέες, τα καθολικά πρότυπα και την μορφή της αιώνιας δικαιοσύνης, δηλαδή τα καθαυτά πράγματα που δεν είναι αντιληπτά με τις αισθήσεις αλλά με τον Νου. Εν τέλει, παρουσιάζει τις θέσεις του μετά από πιέσεις του Γλαύκωνα και του Αδείμαντου, πιέσεις που έρχονται σαν παράκληση, αδήριτη ανάγκη βοήθειας. Ακόμα, όταν ο Εχεκράτης ρωτά τον Φαίδωνα (ομώνυμος διάλογος) για την αντίδραση του Σωκράτη ως προς την ανθρώπινη διάσταση και την διάσταση της επιχειρηματολογίας, ο δεύτερος συνεχίζει να αφηγείται για το πόσο αξιοθαύμαστος αποδείχτηκε ο Σωκράτης. ΄΄Το βοηθείν το λόγω΄΄ που επιχείρησε ο Σωκράτης, είχε την δύναμη να ικανοποιήσει αυτούς που τον επέκριναν (102α).
Συγκεκριμένα
α) Το βοηθείν γίνεται από τον ΄΄Πρώτο΄΄ της συζήτησης
β) Έχει την δυνατότητα να αλλάξει το θέμα, με διακοπή, αλλά χωρίς να παρεκκλίνει από την αρχή της θέσης
γ) Το νέο θέμα σχετίζεται μ’ ένα ευρύτερο φάσμα ιδεών, οικουμενικό, που η σκιαγράφηση του οδηγεί στην γνώση των Πρώτων Αιτιών.΄΄ Η διαδικασία των υποθέσεων προβλέπει μια μοναχική άνοδο σε κάποιον ικανό, το οποίο είναι προφανές, ότι πρέπει να καταλάβουμε την αρχή (101 DE).
Μια τελευταία αναφορά στην ΄΄θεική έννοια ΄΄ της βοήθειας θα βρούμε στον Γοργία, όπου ο μαθητής του θα κληθεί, αποτυχημένα, να αποκαταστήσει τον Δάσκαλο του. Αυτή η ακαρπία, οφείλεται στην φύση της φιλοσοφίας του Γοργία που δεν ήταν σε θέση να διδάξει το ΄΄ επανορθώσασθαι τον λόγον΄΄
Επομένως, έγινε αντιληπτό το ότι μόνο με την οδό της Διαλεκτικής, το άτομο δύναται να γνωρίσει την αλήθεια, δηλαδή την θέαση του Αγαθού, που ταυτίζεται με το Εν ( άποψη του Αριστοτέλη όμως αμφισβητήσιμη).
Η διαλεκτική είναι ο διάλογος που εννοείται με την σημερινή έννοια της υπαρξιστικής φιλοσοφίας;
Κατά την γενική επιδερμική γνώμη ναι!
Όμως εδώ ο Πλάτωνας έρχεται να μας διαψεύσει! Αν δούμε στον Πρωταγόρα, κάνει έκκληση να είναι σύντομος, επειδή ΄΄ξεχνάει εύκολα΄΄. Δηλαδή, δεν δέχεται την τότε κρατούσα άποψη για έναν εκτενή μονόλογο των δασκάλων. Αφομοιώνει την μέθοδο των ερωταποκρίσεων που βοηθούν την εξαγωγή συμπερασμάτων εκ των έσω.
Και εδώ το μπαμ! Για να αναλύσει την κριτική του Αυτο-ακυρώνεται, βγάζοντας ένα όμορφο και μακροσκελή μονόλογο! Ακόμα, ένα από τα ομορφότερα κείμενα της παγκόσμιας λογοτεχνίας για τον έρωτα στον Φαίδρο, δίνεται στην ίδια μορφή. Τέλος, ο μοναδικός διάλογος που δεν υπάρχει συνομιλία αλλά έκθεση θεωριών μέσω ομοίων και ισάξιων, είναι στον Τιμαίο που αποτελεί απόπειρα για ερμηνεία της φύσης, υπό την ευρύτερη έννοιά της, με βάση την αριθμητική και τη γεωμετρία.
Στην ίδια υπόθεση φθάνουμε αν αναλογιστούμε τα ΄΄εσκεμμένα κενά ΄΄ του Πλατωνικού έργου, τόσο από τον Σωκράτη, όσο κι από τους αντιπάλους του. Ας το δούμε αναλυτικότερα.
Το μοτίβο της απόκρυψης έχει απίστευτη κανονικότητα. Κάθε φορά γεννιέται η υποψία ότι δεν αποκαλύπτουν οι συνομιλητές του την αλήθεια ή δείχνουν ότι εσκεμμένα αποσιωπούν για να δηλώσουν μια κατεπίφαση σοβαρότητα. Αυτό συμβαίνει είτε με τον Κρατύλο ή τον ψευτοθεολόγο Ευθύφρονα, είτε με τον Πρόδικο, για να ελέγξουν τους άλλους,. Βέβαια, αντιμετωπίζονται ως γελοιογραφίες και δεν ξεφεύγουν της ειρωνείας του Σωκράτους, η οποία είναι βασικό εργαλείο της μεθοδολογίας του αλλά πάντα σε επικουρικό ρόλο. Πάλι θα την συναντήσουμε – αν και δεν επισημάνθηκε- στον ΄΄Ευθύδημο΄΄, η πλοκή του οποίου συνίσταται στην προσπάθεια του Σωκράτη να φέρει τους δύο σοφιστές, Ευθύδημο και Διονυσόδωρο στο σημείο να παραμερίσουν τα φθηνά κόλπα τους, δηλώνοντας ότι ΄΄ έχουν σοβαρές ιδέες, που όμως τώρα σκόπιμα δεν τις έχουν εκθέσει΄΄.
Μάλιστα στον Ευθύδημο, ο Σωκράτης λειτουργεί ΄΄εσωτερικά΄΄. Γνωρίζοντας μια βαθύτερη Ιδέα, δεν θεωρεί ότι μπορεί να την εκθέσει γιατί οι αντίπαλοι δεν διαθέτουν την κατάλληλη προπαιδεία για να την δεχτούν! Η ικανότητα να αποσιωπάει κανείς την αλήθεια όταν δεν είναι δόκιμο, αποτελεί θεικό προνόμιο των αληθινών φιλοσόφων. Η φιλοσοφία δεν είναι οιονεί καταναλωτικό προιον που διαλαλούμε στην αγορά αλλά εσώτερη διαδικασία, μια διαλεκτική με τον ίδιο τον Νου εν αντιθέσει της στάσης των τότε δημοδασκάλων και σοφιστών. Επομένως ο φιλόσοφος στον διάλογο κομίζει ιδέες και αλήθειες που φέρει ήδη μέσα του σε ακατέργαστο υλικό. Δεν γεννιούνται αυτόματα μέσω της διαλεκτικής αλλά προυπάρχουν, φωτίζονται και μεταδίδονται μέσω της ορθής οδούς! Σ΄αυτήν την θέση μπορούμε να φθάσουμε κι από τα υφολογικά στοιχεία των ΄΄απρόσωπων διαλόγων΄΄ Συγκεκριμένα στο Συμπόσιο, ο Σωκράτης επικαλείται την Διοτίμα για να γνωστοποιήσει την ουσία του έρωτα ή στον Πρωταγόρα, σ΄ένα σημείο μιλάει με το αόρατο και ασώματο κοινό. Τέτοιοι διάλογοι δεν είναι παρά μια βύθιση στον πυρήνα του Νου και της Ψυχής με στόχο την αναζήτηση της αλήθειας μέσω ωσμώσεων και ζυμώσεων των νέων ιδεών.
Η ΄΄εσκεμμένη απόκρυψη΄΄ του Πλάτωνα είναι κομβική στην επεξήγηση και ερμηνεία του Έργου του. Γνωρίζει ότι η φιλοσοφία είναι ένα μακρύ μονοπάτι της ψυχής στην Θέαση του Αγαθού, και ένας μοναχικός ατέρμονος αγώνας. Δεν προσπαθεί να σου την διδάξει αλλά να σε ρίξει στο πέλαγος για την Ιθάκη. Ο πραγματικός φιλόσοφος είναι εσωτερικός!
Εδώ ερχόμαστε στο δεύτερο πυλώνα της κριτικής του Πλάτωνα: Την αδυναμία του Γραπτού λόγου στον Φαίδρο
«Άκουσα μια ιστορία για έναν από τους παλιούς αιγυπτιακούς θεούς, τον θεό Θευθ. Είναι αυτός που ανακάλυψε τον αριθμό και τους υπολογισμούς, τη γεωμετρία ακόμη και τους πεσσούς και την αστρονομία και τους κύβους, και πάνω από όλα τη γραφή. Βασιλιάς τότε όλης της Αιγύπτου ήταν ο Θαμους (Άμμωνας). Σ’ αυτόν λοιπόν ήρθε ο Θευθ, του επέδειξε τις τέχνες του και του είπε ότι θα πρέπει να διαδοθούν σε όλους τους Αιγυπτίους. ΟΒασιλιάς ρώτησε τότε ποια είναι η ωφέλεια της καθεμιάς, και καθώς εκείνος του εξηγούσε, άλλες από τις εξηγήσεις τις επαινούσε και άλλες τις κατέκρινε ανάλογα με το εάν του φαινόταν σωστό ή λάθος. Κάποια στιγμή όμως έφτασαν και στη γραφή. <<Aυτή η μάθηση βασιλιά μου>> είπε ο Θευθ, <<θα κάνει τους ανθρώπους σοφότερους και θα αυξήσει την μνήμη τους γιατί βρέθηκε το φάρμακο της μνήμης και της σοφίας>>. Και ο Θαμους απάντησε: <<Πολύτεχνε Θευθ, άλλος έχει την ικανότητα να γεννά τις τέχνες και άλλος να κρίνει εάν οι τέχνες αυτές θα βλάψουν ή θα ωφελήσουν. Εσύ λοιπόν τώρα, σαν πατέρας που είσαι της γραφής, έδειξες εύνοια σ’αυτήν και της προσέδωσες τις αντίθετες από πραγματικές τις δυνατότητες. Γιατί η γραφή θα φέρει λήθη στις ψυχές όσων την μάθουν, μια και αυτοί σίγουρα θα παραμελήσουν τη μνήμη τους δείχνοντας εμπιστοσύνη στην γραφή, θα φέρνουν στη θύμηση τους κάτι όχι από μέσα τους άλλα από κάποια ξένα εξωτερικά σημάδια. Αυτό που ανακάλυψες δεν είναι το φάρμακο της μνήμης αλλά της υπόμνησης. Στους μαθητές σου δεν φέρνεις την αληθινή σοφία αλλά μόνο την επίφαση της σοφίας. Τους κάνεις να ακούν πολλά χωρίς να τους διδάσκεις και τελικά φθάνουν να νομίζουν ότι γνωρίζουν και πολλά, ενώ δεν γνωρίζουν τίποτα’ γίνονται μάλιστα φορτικοί σε κάθε συντροφιά, αφού παριστάνουν τους σοφούς, χωρίς να είναι.»
Πλάτων, Φαίδρος 274c-275b
Ο Πλάτωνας είναι αναφανδόν κατά του Γραπτού λόγου. Αποτρόπαια, μεσαιωνική, σκοτεινή σκέψη για μας. Βέβαια χρησιμοποιεί τον διαλογικό γραπτό ως μοναδικό κακέκτυπο του προφορικού, της αληθινής εικόνας που κατοικεί στον απρόσιτο για μας κόσμο. Μόνο μέσω του προφορικού δια ζώσης μπορείς να φθάσεις στις ανώτερες φιλοσοφικές αρχές. Οι αδυναμίες του γραπτού είναι ενδογενείς, εκ συστάσεως: (συνοπτικά)
-Το βιβλίο μιλάει για όλους. Δεν μπορεί να επιλέξει τους αναγνώστες του!
-Η επιλογή της σιωπής είναι βασική στην φιλοσοφική διδασκαλία! Στην περίπτωση του βιβλίου αυτό δεν είναι δυνατό!
- Δεν μπορεί να προστατεύσει τον εαυτό του
-Το βιβλίο λέει πάντοτε το ίδιο, και δεν μπορεί να λύσει τις απορίες του αναγνώστη. Ο μόνος τρόπος είναι η επανάληψη του κειμένου και η παρερμηνεία.
Πάνω στο τελευταίο ζήτημα η ειρωνεία είναι αφοπλιστική. Ο Σωκράτης στο διάλογο με τον Πρωταγόρα, βάσει ενός στίχου του Σιμωνίδη. παρερμηνεύει εσκεμμένα ένα στίχο του,- που ο Σοφιστής βρίσκει αντίφαση- αίροντας την και αποδίδοντας στον ποιητή την δική του οντολογική του θέση(!). Επίσης, ο λόγος του Αλκιβιάδη στο Συμπόσιο (για παπουτσιάδες, χαλκιάδες, βυσοδέρψες). είναι έμμεση απόδειξη της παρερμηνείας του Σωκρατικού έρωτα για την φιλοσοφία που είναι νοερή κι όχι σαρκική . ( Ο Αλκιβιαδης δεν είναι παρών στο λόγο του Σωκράτη και της Διοτίμα αλλά έρχεται μετά, όπως ο αναγνώστης είναι παρών όταν απουσιάζει ο συγγραφέας).
Επομένως ο Πλάτωνας γιατί γράφει ; Καταρχάς, αν αναλογιστούμε τα ΄΄εσκεμμένα κρυφά΄΄ καταλαβαίνουμε ότι η γραφή είναι μόνο το κέντρισμα της συνείδησης για το φιλοσοφικό ταξίδι! Θέλει να αφήσει κάποιες ασάφειες που καλείται ο αναγνώστης, βάσει της ωρίμανσης και παιδείας του, να ανακαλύψει. Όπως λέει ο Βιτκγκενσταιν, κάθε βιβλίο είναι μια πόρτα, που την ανοίγει το κατάλληλο κλειδί (αναγώστης) Ο Πλάτωνας όμως έχει κι κρυφές πόρτες που μπορεί να ανακαλύψει ο εραστής της αλήθειας, κάνοντας την μελέτη Ψυχ-αγωγική! Επίσης, το γραπτό λειτουργεί ως υποβοηθητικό εργαλείο της ΄΄μνήμης΄΄ που γνωρίζει την αλήθεια, για τα βαθιά γηρατειά. Τέλος. μην αγνοούμε την τέρψη του συγγραφέα. Η γραφή είναι μια διαλεκτική με το είδωλο του εαυτού σου,διαλεκτική, ατέρμονη.
Τέλος, θα ασχοληθούμε με τον Μύθο. Η χρήση του είναι συνήθης τακτική. Η μυθοπλασία θεωρείται μέσω πλαισίωσης της αλήθειας. Ο μύθος του Σπηλαίου, της Πολιτείας, του Πρωταγόρα, του Φαίδρου αποτελούν αδιάσειστες αποδείξεις για την χρησιμότητα του. Η γραμμή μεταξύ μύθου και λόγου είναι αδιόρατη. Συγκεκριμένα στον Πρωταγόρα, ο σοφιστής ζητάει την άδεια του Σωκράτη για τον τρόπο με τον οποίο θα ξεκινήσει την επιχειρηματολογία προσδίδοντας ισάξιο ποσοστό και στις δύο μεθόδους. Όμως, πριν φθάσει στα κανονιστικά επιχειρήματα, αυτά γίνονται αντιληπτά από τον κοινό. Επίσης στον Φαίδρο, ο μύθος τοποθετείται σ΄ένα παρελθοντολογικό χρόνο κι σχετίζεται με την δράση των θεών. Ο Σωκράτης δεν έχει τελειώσει καλά καλά τον λόγο του, ενώ ο Φαίδρος τον ψέγει ότι εφηύρε έναν αιγυπτιακό λόγον. Ο μαθητής απομάκρυνε μόνος του τα φαινομενολογικά στοιχεία και συνέλαβε στηριγμένος στο λόγο το ενδότερο πυρήνα του μηνύματος της φιλοσοφίας. Όπως λέει κι ο Καμύ ΄΄ Η μυθοπλασία είναι φιλοσοφία μ’ εικόνες΄΄ Στον ίδιο διάλογο υπάρχει η απαράμιλλη παρομοίωση του έρωτα με το άρμα της ψυχής. Ο λόγος χαρακτηρίζεται ως αυτοαπόδειξη της θέσης ότι ο Έρωτας δίνεται από τους θεούς, απόδειξη που δεν θα είναι αποδεκτή από τους εξυπνάκηδες αλλά από τους σοφούς (245 c i-2). Άρα υπολόγιζε ότι υπάρχουν άτομα, που λόγου του μυθικού στοιχείου δεν θα το πιστέψουν, αλλά κι άτομα που θα αποσυμβολίσουν το έργο εκπέμποντας το Λόγον.
Δεν υπάρχει υπεροχή κάποιου στοιχείου, μύθου και λόγου, αλλά συμμετρία. Ο μύθος αποτελεί τον σκελετό του λόγου, σε αντίθεση με την κατηγορία πολλών για φαντασιοκόπημα. Λειτουργεί ως διακοσμητικό, επεξηγηματική μεταμφίεση των ιδεών που κατακτήθηκαν μ΄άλλο τρόπο. Η σημασιολογία του έγκειται στο χώρο που καταλαμβάνει. Στην διαλεκτική διείσδυση στην πραγματικότητα, η οποία επιτυγχάνεται με την επιχειρηματολογία είναι ο απώτατος σκοπός. Όσο για την εσωτερικότητα, αυτή έχει μια ειδολογική διαφορά από την μυστικότητα, Το χάσμα δεν είναι ορατό στην σημερινή εποχή, όπου οι όροι είναι συγκεχυμένοι. Συγκεκριμένα, η μυστικότητα χαρακτηρίζει τις πυθαγόρειες στοές. Σ΄ αυτές η κοινοποίηση της γνώσης αποτελεί επίορκη πράξη γιατί ο σκοπός της στοάς είναι η προσπόριση δύναμης για την ανάληψη της εξουσίας βασισμένη στον εξαναγκασμό. Σε αντίθεση, η εσωτερικότητα είναι η προσωπική επιζήτηση της αλήθειας, ο διάλογος με τον Νου χωρίς κανένα περιορισμό, η μεταφυσική αναζήτηση των ιδεών, του αιώνιου, της ευτυχίας, του Αγαθού. Η γνώση γίνεται αυτοσκοπός,
Η εσωτερική διδασκαλία έχει να κάνει με τα πράγματα, ενώ η μυστικότητα με την δύναμη.
Επομένως, το έργο του μεγαλύτερου φιλοσόφου γίνεται κατανοητό μόνο αν το δούμε μέσω της συνεχούς πλοκής και τις διαλεκτικής συνέχειας. Είναι μια σύγκρουση με τον εαυτό, μια μάχη, ένα ταξίδι, άνοδος προς την θέαση του πεφωτισμένου Αγαθού. Βέβαια, οι ιδέες του δεν πρέπει να λαμβάνονται άκριτα και αυθαίρετα ελέω αυθεντίας ή εξιδανικευμένης πρόσληψης του περίλαμπρου, αψεγάδιαστου αρχαιοελληνικού ιδεώδους. Πριν αφορίσουμε όμως πλήρως τον Πλάτωνα, η διατήρηση του μέτρου και η οριοθέτηση στο χωροχρονικό πλαίσιο πρέπει να ληφθούν υπόψιν. Ένα όμως είναι αδιαμφισβήτητο!
Το πλατωνικό έργο δεν σου παρουσιάζει εξαναγκαστικά όλη την φιλοσοφία αλλά σε βγάζει στο δρόμο γι αυτήν.
------------
*Μα θα προσάψω στον ίδιο σίγουρα ένα λάθος, όπως το έθεσε ο Νίτσε: στο ότι δεν υπάρχει ένας δρόμος. Και η αναζήτηση της, κι όχι καθαυτή, είναι Ιερή!
Ο Πλάτωνας είναι αναφανδόν κατά του Γραπτού λόγου. Αποτρόπαια, μεσαιωνική, σκοτεινή σκέψη για μας. Βέβαια χρησιμοποιεί τον διαλογικό γραπτό ως μοναδικό κακέκτυπο του προφορικού, της αληθινής εικόνας που κατοικεί στον απρόσιτο για μας κόσμο. Μόνο μέσω του προφορικού δια ζώσης μπορείς να φθάσεις στις ανώτερες φιλοσοφικές αρχές. Οι αδυναμίες του γραπτού είναι ενδογενείς, εκ συστάσεως: (συνοπτικά)
-Το βιβλίο μιλάει για όλους. Δεν μπορεί να επιλέξει τους αναγνώστες του!
-Η επιλογή της σιωπής είναι βασική στην φιλοσοφική διδασκαλία! Στην περίπτωση του βιβλίου αυτό δεν είναι δυνατό!
- Δεν μπορεί να προστατεύσει τον εαυτό του
-Το βιβλίο λέει πάντοτε το ίδιο, και δεν μπορεί να λύσει τις απορίες του αναγνώστη. Ο μόνος τρόπος είναι η επανάληψη του κειμένου και η παρερμηνεία.
Πάνω στο τελευταίο ζήτημα η ειρωνεία είναι αφοπλιστική. Ο Σωκράτης στο διάλογο με τον Πρωταγόρα, βάσει ενός στίχου του Σιμωνίδη. παρερμηνεύει εσκεμμένα ένα στίχο του,- που ο Σοφιστής βρίσκει αντίφαση- αίροντας την και αποδίδοντας στον ποιητή την δική του οντολογική του θέση(!). Επίσης, ο λόγος του Αλκιβιάδη στο Συμπόσιο (για παπουτσιάδες, χαλκιάδες, βυσοδέρψες). είναι έμμεση απόδειξη της παρερμηνείας του Σωκρατικού έρωτα για την φιλοσοφία που είναι νοερή κι όχι σαρκική . ( Ο Αλκιβιαδης δεν είναι παρών στο λόγο του Σωκράτη και της Διοτίμα αλλά έρχεται μετά, όπως ο αναγνώστης είναι παρών όταν απουσιάζει ο συγγραφέας).
Επομένως ο Πλάτωνας γιατί γράφει ; Καταρχάς, αν αναλογιστούμε τα ΄΄εσκεμμένα κρυφά΄΄ καταλαβαίνουμε ότι η γραφή είναι μόνο το κέντρισμα της συνείδησης για το φιλοσοφικό ταξίδι! Θέλει να αφήσει κάποιες ασάφειες που καλείται ο αναγνώστης, βάσει της ωρίμανσης και παιδείας του, να ανακαλύψει. Όπως λέει ο Βιτκγκενσταιν, κάθε βιβλίο είναι μια πόρτα, που την ανοίγει το κατάλληλο κλειδί (αναγώστης) Ο Πλάτωνας όμως έχει κι κρυφές πόρτες που μπορεί να ανακαλύψει ο εραστής της αλήθειας, κάνοντας την μελέτη Ψυχ-αγωγική! Επίσης, το γραπτό λειτουργεί ως υποβοηθητικό εργαλείο της ΄΄μνήμης΄΄ που γνωρίζει την αλήθεια, για τα βαθιά γηρατειά. Τέλος. μην αγνοούμε την τέρψη του συγγραφέα. Η γραφή είναι μια διαλεκτική με το είδωλο του εαυτού σου,διαλεκτική, ατέρμονη.
Άρα, μπορούμε να υποθέσουμε ότι ο Πλάτων κρίνει τα ίδια τα κείμενα του και ο φιλιππικός του δεν τα αποκλείει. Αυτή αποτελεί την μεγαλύτερη στρέβλωση του ίδιου. Προσωπικά δεν μπορώ να δεχτώ έστω και με τέτοια δικαιολογία καθώς η γνώση του εμπειρικού παρελθόντος φωτίζει και προσανατολίζει την ζωή του παρόντος και μέλλοντος. Ο προφορικός λόγος ακρωτηριάζει την αλήθεια μέσω τεχνασμάτων πειθούς ή συναισθηματικής διέγερσης”Για όσα δεν μπορεί να μιλά κανείς καλύτερα να σωπαίνει”
Τέλος, θα ασχοληθούμε με τον Μύθο. Η χρήση του είναι συνήθης τακτική. Η μυθοπλασία θεωρείται μέσω πλαισίωσης της αλήθειας. Ο μύθος του Σπηλαίου, της Πολιτείας, του Πρωταγόρα, του Φαίδρου αποτελούν αδιάσειστες αποδείξεις για την χρησιμότητα του. Η γραμμή μεταξύ μύθου και λόγου είναι αδιόρατη. Συγκεκριμένα στον Πρωταγόρα, ο σοφιστής ζητάει την άδεια του Σωκράτη για τον τρόπο με τον οποίο θα ξεκινήσει την επιχειρηματολογία προσδίδοντας ισάξιο ποσοστό και στις δύο μεθόδους. Όμως, πριν φθάσει στα κανονιστικά επιχειρήματα, αυτά γίνονται αντιληπτά από τον κοινό. Επίσης στον Φαίδρο, ο μύθος τοποθετείται σ΄ένα παρελθοντολογικό χρόνο κι σχετίζεται με την δράση των θεών. Ο Σωκράτης δεν έχει τελειώσει καλά καλά τον λόγο του, ενώ ο Φαίδρος τον ψέγει ότι εφηύρε έναν αιγυπτιακό λόγον. Ο μαθητής απομάκρυνε μόνος του τα φαινομενολογικά στοιχεία και συνέλαβε στηριγμένος στο λόγο το ενδότερο πυρήνα του μηνύματος της φιλοσοφίας. Όπως λέει κι ο Καμύ ΄΄ Η μυθοπλασία είναι φιλοσοφία μ’ εικόνες΄΄ Στον ίδιο διάλογο υπάρχει η απαράμιλλη παρομοίωση του έρωτα με το άρμα της ψυχής. Ο λόγος χαρακτηρίζεται ως αυτοαπόδειξη της θέσης ότι ο Έρωτας δίνεται από τους θεούς, απόδειξη που δεν θα είναι αποδεκτή από τους εξυπνάκηδες αλλά από τους σοφούς (245 c i-2). Άρα υπολόγιζε ότι υπάρχουν άτομα, που λόγου του μυθικού στοιχείου δεν θα το πιστέψουν, αλλά κι άτομα που θα αποσυμβολίσουν το έργο εκπέμποντας το Λόγον.
Δεν υπάρχει υπεροχή κάποιου στοιχείου, μύθου και λόγου, αλλά συμμετρία. Ο μύθος αποτελεί τον σκελετό του λόγου, σε αντίθεση με την κατηγορία πολλών για φαντασιοκόπημα. Λειτουργεί ως διακοσμητικό, επεξηγηματική μεταμφίεση των ιδεών που κατακτήθηκαν μ΄άλλο τρόπο. Η σημασιολογία του έγκειται στο χώρο που καταλαμβάνει. Στην διαλεκτική διείσδυση στην πραγματικότητα, η οποία επιτυγχάνεται με την επιχειρηματολογία είναι ο απώτατος σκοπός. Όσο για την εσωτερικότητα, αυτή έχει μια ειδολογική διαφορά από την μυστικότητα, Το χάσμα δεν είναι ορατό στην σημερινή εποχή, όπου οι όροι είναι συγκεχυμένοι. Συγκεκριμένα, η μυστικότητα χαρακτηρίζει τις πυθαγόρειες στοές. Σ΄ αυτές η κοινοποίηση της γνώσης αποτελεί επίορκη πράξη γιατί ο σκοπός της στοάς είναι η προσπόριση δύναμης για την ανάληψη της εξουσίας βασισμένη στον εξαναγκασμό. Σε αντίθεση, η εσωτερικότητα είναι η προσωπική επιζήτηση της αλήθειας, ο διάλογος με τον Νου χωρίς κανένα περιορισμό, η μεταφυσική αναζήτηση των ιδεών, του αιώνιου, της ευτυχίας, του Αγαθού. Η γνώση γίνεται αυτοσκοπός,
Η εσωτερική διδασκαλία έχει να κάνει με τα πράγματα, ενώ η μυστικότητα με την δύναμη.
Επομένως, το έργο του μεγαλύτερου φιλοσόφου γίνεται κατανοητό μόνο αν το δούμε μέσω της συνεχούς πλοκής και τις διαλεκτικής συνέχειας. Είναι μια σύγκρουση με τον εαυτό, μια μάχη, ένα ταξίδι, άνοδος προς την θέαση του πεφωτισμένου Αγαθού. Βέβαια, οι ιδέες του δεν πρέπει να λαμβάνονται άκριτα και αυθαίρετα ελέω αυθεντίας ή εξιδανικευμένης πρόσληψης του περίλαμπρου, αψεγάδιαστου αρχαιοελληνικού ιδεώδους. Πριν αφορίσουμε όμως πλήρως τον Πλάτωνα, η διατήρηση του μέτρου και η οριοθέτηση στο χωροχρονικό πλαίσιο πρέπει να ληφθούν υπόψιν. Ένα όμως είναι αδιαμφισβήτητο!
Το πλατωνικό έργο δεν σου παρουσιάζει εξαναγκαστικά όλη την φιλοσοφία αλλά σε βγάζει στο δρόμο γι αυτήν.
------------
*Μα θα προσάψω στον ίδιο σίγουρα ένα λάθος, όπως το έθεσε ο Νίτσε: στο ότι δεν υπάρχει ένας δρόμος. Και η αναζήτηση της, κι όχι καθαυτή, είναι Ιερή!