Κυριακή 10 Νοεμβρίου 2019

Τα Ομηρικά Έπη και τα Ευαγγέλια

Μια κοινή αποδοχή που πολύ εύστοχα εξέφρασε πρώτος ο Γιώργος Σεφέρης, είναι πως στην τέχνη δεν υπάρχει παρθενογένεση. Και τι συμβαίνει με την περίπτωση των χριστιανικών ευαγγελίων; Τι γίνεται για παράδειγμα εάν κάποιος αντιμετωπίσει το ευαγγέλιο του Μάρκου, το πρώτο που γράφτηκε χρονικά, μόνο ως ένα λογοτεχνικό κείμενο, απενδεδυμένο των θρησκευτικών του μηνυμάτων; Και επιπρόσθετα, τι θα συμβεί εάν πραγματοποιήσει μια συγκριτική μελέτη με ένα παλαιότερο και πολύ πιο διάσημο έργο; Αναφερόμαστε στην Οδύσσεια του Ομήρου!
 
Εάν το εισαγωγικό κείμενο του παρόντος άρθρου σας φάνηκε κάπως αλλόκοτο, σας πληροφορούμε πως στις μέρες μας, πλήθος μελετητών –ανάμεσα τους και ο καθηγητής στην Θεολογική σχολή Claremont στην Καλιφόρνια, Dennis MacDonald- έχουν υποστηρίξει πως το κατά Μάρκον ευαγγέλιο, που κατά την επικρατούσα θεωρία γράφτηκε πρώτο, δεν είναι παρά ένα λογοτεχνικό κείμενο, το περιεχόμενο του οποίου είναι κατά πολύ επηρεασμένο, έως και βασισμένο, στην ομηρική Οδύσσεια! Κι αυτό γιατί οι συγγραφείς του χρησιμοποίησαν την αρχαία τεχνική της μίμησης.

Η τεχνική της μιμήσεως

Η «μίμησις» ενός έργου θεωρούνταν στην αρχαία ελληνική φιλολογία ως μια από τις υπέρτατες τιμές για τον αρχικό δημιουργό. Δεν ενείχε τη σημασία της λογοκλοπής, της αντιγραφής ή της απομίμησης του αρχικού έργου, όπως την εννοούμε σήμερα, ενώ υποκινούνταν μόνο από την αναγνώριση της ανάγκης να μεταφερθεί το νέο έργο σε ένα διαφορετικό χωροχρονικό πλαίσιο, ενδεδυμένο των συνθηκών, των ρευμάτων και των συνηθειών της εποχής. Η «ανανεωτική μεταμόρφωση», όπως την αποκαλούν οι μελετητές, ενός διάσημου έργου, είχε ως στόχο την εξυπηρέτηση των σκοπών του συγγραφέα του δεύτερου έργου ή της ομάδας στην οποία αυτός ανήκε. Αυτό ακριβώς υποστηρίζουν αρκετοί μελετητές πως συνέβη και με την περίπτωση των χριστιανικών Ευαγγελίων.

Χάρη στην τεχνική της μιμήσεως, κατά τα ελληνορωμαϊκά χρόνια, κατάφεραν να ευδοκιμήσουν αλλά και να εξαπλωθούν νέα φιλοσοφικά ρεύματα, θρησκείες και κινήματα, καταστρέφοντας συχνά τα υπόβαθρα στα οποία είχαν στηριχθεί οι προκάτοχοί τους.

Κεντρικός ήρωας: Η αιχμή του δόρατος

Ο Dennis MacDonald παρουσιάζει στο βιβλίο του «Το κατά Μάρκον ευαγγέλιον και τα Ομηρικά έπη» όλους τους κοινούς τόπους που έχει εντοπίσει ανάμεσα στο πρώτο ευαγγέλιο του Μάρκου και το Ομηρικό έπος της Οδύσσειας. Με λίγα λόγια υποστηρίζει ότι ο Μάρκος (ή τέλος πάντων το πρόσωπο που βρίσκεται πίσω από τη συγγραφή του Κατά Μάρκον ευαγγελίου) προσπάθησε να κατασκευάσει ένα ιουδαϊκό Έπος, που είχε τη βάση του στην Οδύσσεια, παρουσιάζοντας όμως τους ήρωες της δικής του ιστορίας περισσότερο ισχυρούς από αυτούς του Ομήρου!

Ο MacDonald επισημαίνει μια σειρά από ομοιότητες που παρουσιάζουν τα δύο έργα, όπως για παράδειγμα το ότι και οι δύο ήρωες (ο Ιησούς και ο Οδυσσέας) βασανίστηκαν: ο μεν Οδυσσέας από πλάσματα μυθικά όπως η Χάρυβδη, αλλά και η Καλυψώ και η Κίρκη, ο δε Ιησούς από δαίμονες, δαιμονισμένους αλλά και τους εξουσιαστές της εποχής του. Και οι δύο ταξίδευαν με συντρόφους ανίκανους να αντέξουν τα δεινά που περνούσαν, ενώ καταλήγουν να επιστρέφουν στο σπίτι τους για να το βρουν γεμάτο αντιπάλους έτοιμους να τους σκοτώσουν. Γίνονται και οι δύο υποκείμενα φροντίδας μυροφόρων γυναικών, ενώ αμφότεροι γεύονται το δείπνο μαζί με τους συντρόφους τους πριν την κάθοδο στον 'Αδη. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός πως σε ότι αφορά τον θάνατο του Ιησού, ο Μάρκος αφήνει την Οδύσσεια και βασίζεται στην Ιλιάδα και τον μαρτυρικό θάνατο του Εκτορα.

Μαθητές και σύντροφοι, βίοι παράλληλοι

Πιο αναλυτικά, η ομοιότητα που παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον είναι η υπεροχή των δύο κεντρικών προσώπων, Οδυσσέα και Ιησού, η οποία αναδεικνύεται χωρίς ιδιαίτερο κόπο, μέσα από τις ίδιες τις περιστάσεις που κάνουν τους συντρόφους και των δύο να φαίνονται κατώτεροι. Το ευαγγέλιο του Μάρκου, είναι αυτό που περισσότερο από τα άλλα παρουσιάζει τους 12 μαθητές ως κατ’ ουσίαν άπιστους –αφού όταν είδαν τον δάσκαλό τους να περπατάει πάνω στο νερό τον αμφισβήτησαν-, βαθειά φοβητσιάρηδες και δειλούς –όντας ψαράδες φοβούνταν τις τρικυμίες και δεν ήξεραν πώς να αντιδράσουν- αλλά και με περιορισμένη αντίληψη, αφού όταν, σύμφωνα με τον ευαγγελιστή, ο Ιησούς επιχείρησε να τους εξηγήσει το μυστήριο της βασιλείας του Θεού, χρειάστηκε να τους το επαναλάβει πολλές φορές. Αυτή η επιτηδευμένη ίσως ολιγωρία των μαθητών, φαίνεται επίσης από το γεγονός ότι συχνά διαπληκτίζονταν για το ποιος είναι ο καλύτερος και ο πιο αγαπητός του δασκάλου τους, αμελώντας την ουσία της πίστης τους. Οι σύντροφοι του Οδυσσέα από την άλλη πλευρά, είχαν περίπου τα ίδια χαρακτηριστικά. Αποδείχθηκαν ανόητοι, δειλοί, αγόμενοι από πάθη και αδυναμίες, στα οποία μόνο ο Οδυσσέας είχε το σθένος να αντισταθεί. Ο Όμηρος τους παρουσιάζει ως σκληροτράχηλους, αλλά και φυγόπονους, εξαιτίας των πολλών δεινών που είχαν περάσει στην εκστρατεία τους. Οι παράλληλες αυτές πορείες των μαθητών του Ιησού και των συντρόφων του Οδυσσέα γίνονται εμφανείς σε όλη την έκταση των κειμένων.

Μελετώντας προσεκτικά την εργασία του MacDonald, προκύπτουν ερωτηματικά τα οποία αναζητούν σαφείς απαντήσεις. Για παράδειγμα, πώς ένας απλοϊκός και αγράμματος ψαράς καταφέρνει να κατανοήσει την ομηρική γλώσσα, πετυχαίνοντας μάλιστα να εργαστεί πατώντας πάνω της; Η ερώτηση αυτή εγείρει νέες απορίες αναφορικά με τους πραγματικούς δημιουργούς των Ευαγγελίων και εν γένει των ιερών πρωτοχριστιανικών κειμένων. Όμως αυτό είναι ένα ζήτημα το οποίο αδυνατούμε να αναπτύξουμε εδώ λόγω του περιορισμένου χώρου.

Οι πηγές του Μάρκου και η ηγεμονία του Ομήρου

Ο MacDonald (αλλά και οι σύμφωνοι με αυτόν θρησκειολόγοι και ιστορικοί) έχοντας σχολαστικά προβεί σε συγκριτική μελέτη του κατά Μάρκον ευαγγελίου με πλήθος έργων από την ελληνική και λατινική γραμματεία των πρώτων μ.α.χ.χ αιώνων, καταλήγει σε ορισμένες ιδιαίτερα διαφωτιστικές παρατηρήσεις, σύμφωνα με τις οποίες ο Μάρκος έχει κάνει μια καταφανή προσπάθεια να διαμορφώσει το ιστορικό πρόσωπο του Ιησού, μέσα από μια σειρά χαρακτηριστικών αλλά και βιωμάτων, που κατάφεραν να τοποθετήσουν τον ομηρικό Οδυσσέα στο πάνθεον των σπουδαίων ανδρών της ιστορίας. Η οπτική που εισάγει ο MacDonald δεν σταματά στο πρώτο συνοπτικό ευαγγέλιο, καθώς όπως ο ίδιος επισημαίνει, οι αρχικές του παρατηρήσεις περί μιμήσεως βασίστηκαν στις πράξεις των Αποστόλων, κάθε μια από τις οποίες αντιστοιχούσε σε κάποια σκηνή από την ελληνική μυθολογία!

Σε ότι αφορά τον Μάρκο, η έρευνα του καθηγητή τον οδήγησε στο συμπέρασμα πως ο ευαγγελιστής βασίστηκε όχι μόνο σε ένα, αλλά σε περισσότερα φιλολογικά είδη και πάνω σε μια μεγάλη ποικιλία κειμένων, όπως ιουδαϊκά μαρτυρολόγια, κείμενα του Πλάτωνα, Έλληνες τραγωδούς, μυθιστορηματικά κείμενα των πρώτων αιώνων αλλά και βιογραφίες. Τείνει δε, να καταλήξει στο ότι ο Μάρκος ξεκίνησε την εργασία του με σκοπό να συγγράψει την βιογραφία του Ιησού, ιδέα όμως την οποία εγκατέλειψε γρήγορα, όταν αντιλήφθηκε την αναξιοπιστία και την ολιγωρία των πηγών που είχε στην διάθεση του.

Ο λόγος που προχώρησε σε αυτή την «ανανεωτική μεταμόρφωση» ήταν σαφώς η αδιαμφισβήτητη κυριαρχία του Ομήρου στην αρχαία παιδεία. Οι νέοι μάθαιναν αλφάβητο μέσα από τα έπη του μεγάλου ραψωδού και μόνο όταν αποκτούσαν καλή γνώση των δύο επών τους επιτρεπόταν να προχωρήσουν σε άλλα βιβλία. Όπως χαρακτηριστικά έχει γράψει ο Πλάτωνας, που δεν ήταν και ιδιαίτερα φιλικά προσκείμενος προς τον 'Ομηρο «ήταν ο ποιητής που μόρφωσε την Ελλάδα», ενώ δεν θα ήταν υπερβολικό να πούμε πως τα έπη αντιμετωπίζονταν στον αρχαίο κόσμο ως η θρησκευτική, πολιτιστική και ιστορική εγκυκλοπαίδεια της εποχής.

Και άλλες ομηρικές μιμήσεις

Ο Μάρκος, άλλωστε, δεν ήταν ο μόνος που αποφάσισε να μιμηθεί με το έργο του τον Ομηρο. Οπως έχει γράψει ο συγγραφέας και μουσικός Αριστείδης ο Κοϊντιλιανός «μεγαλύτερος στόχος του δημιουργού είναι η μίμηση καθώς εξίσου σημαντικό με το να έχει κανείς την πρωτότυπη έμπνευση είναι να αναπαράγει οτιδήποτε έχει εφαρμοστεί με επιτυχία στο παρελθόν». Στην λογική αυτή λοιπόν, τα έπη ακολούθησαν έργα όπως τα «Αργοναυτικά» του Απολλώνιου του Ρόδιου, η «Αινειάδα» του Βιργίλιου, τα «Διονυσιακά» του Νόννου του Πανοπολίτη, αλλά και μερικά ιουδαϊκά ποιήματα όπως το «Περί Ιουδαίων» του Θεόδοτου. Σε γενικές γραμμές πάντως, η Οδύσσεια κρατάει τα σκήπτρα, ως το πιο δημοφιλές έργο του αρχαίου κόσμου, αφού δημιουργήθηκαν με βάση αυτήν, λογοτεχνικά μορφώματα διαφορετικού είδους (από ποίημα σε πεζό), ύφους (από σοβαρό σε σατιρικό ή αστείο) αλλά και χωροχρονικών συνθηκών. Τέλος έγινε σημείο αναφοράς και μέσο εξύμνησης και εγκαθίδρυσης αξιών, κάτι που διατήρησαν τα εμπνευσμένα από αυτήν έργα, καθώς κατάφερναν να καθιερώνουν αξίες με την ίδια επιτυχία που το έκανε και το πρωτότυπο έργο, ακόμα και αν εκ πρώτης όψεως δεν εμφάνιζαν έναν «ομηρικό» χαρακτήρα.

Σύμφωνα με τον MacDonald, οι εμφανείς όσο και συγκαλυμμένες μιμήσεις του Μάρκου είναι αποκαλυπτικές της ανωτερότητας του Ομήρου. Για τον Αμερικανό καθηγητή, ο πρώτος ευαγγελιστής, μετέτρεψε το έπος σε πεζό λόγο, επικαιροποίησε το ομηρικό λεξιλόγιο και επανατοποθέτησε τα επεισόδια στον τόπο και τον χρόνο, σε μια όχι άκοπη διαδικασία, αφού δεν αρκέστηκε στο να ντύσει τον δικό του ήρωα με τα χαρακτηριστικά των επιφανών ανδρών του Ομήρου, αλλά έκανε μια προσπάθεια –και σε κάποιο βαθμό πέτυχε- να παρουσιάσει τον Ιησού ως πιο σπλαχνικό, πιο ευγενή και πιο σκληραγωγημένο από τον Οδυσσέα, καταναλώνοντας παράλληλα πολύ ενέργεια ώστε να συγκαλύψει το λογοτεχνικό του «δάνειο».

Υπάρχει κάποια βάση άραγε σε όλα αυτά; Η έρευνα στα ερευνητικά πεδία της αρχαίας λογοτεχνίας, της συγκριτικής μυθολογίας, αλλά και του Μυθικισμού, συνεχίζεται με αμείωτη ένταση, ρίχνοντας περισσότερο φως στο ομιχλώδες αίνιγμα της γέννησης της νέας θρησκείας 2.000 περίπου χρόνια πριν από σήμερα.

Ο «αιρετικός» καθηγητής

Ο Dennis Ronald MacDonald είναι καθηγητής της Καινής Διαθήκης στη Θεολογική Σχολή Claremont στην Καλιφόρνια και έχει γίνει γνωστός για τις ανατρεπτικές του θεωρίες. Εκτός από την ένταξη και χρήση του ρητορικού εργαλείου του ρομαντισμού –την μίμηση- στο σύμφωνα με την επικρατούσα θεωρία πρώτο ευαγγέλιο, αυτό του Μάρκου, αλλά και τις πράξεις των Αποστόλων, και τον εντοπισμό των κοινών τόπων τους με τα Ομηρικά έπη, ο MacDonald ασχολείται και με άλλα ζητήματα που άπτονται της ουσίας και της βάσης του χριστιανισμού.

Ενα ακόμα εξαιρετικό πόνημά του, είναι η μελέτη των Συνοπτικών ευαγγελίων, αναδεικνύοντας το πρόβλημα που υπήρχε με τα κοινά τους σημεία αλλά και τις πηγές τους. Σύμφωνα τόσο με τον MacDonald, αλλά και άλλους μελετητές, το ευαγγέλιο του Μάρκου παρουσιάζει αρκετές ομοιότητες με τα επόμενα δύο συνοπτικά, του Ματθαίου και του Λουκά, παρ’ όλα αυτά στα τελευταία εντοπίζονται σημαντικά πρωτότυπα χωρία τόσο σε σχέση με το ευαγγέλιο του Μάρκου, όσο και μεταξύ τους. Πρόκειται για ένα 25% της ύλης τους που παρουσιάζει σημαντικές διαφορές στην πλοκή, γεγονός που ενισχύει την πεποίθηση για την ύπαρξη μιας πρωταρχικής, άγνωστης σήμερα πηγής (οι ειδικοί την ονομάζουν Q), από την οποία εμπνεύστηκαν την ιστορία τους οι συγγραφείς των Ευαγγελίων. Ο MacDonald έχει μεταξύ αυτών γράψει πολλά ακόμα βιβλία, άρθρα και συγκριτικές λογοτεχνικές εργασίες, ενώ είναι και συνδιευθυντής στο Ινστιτούτο «Antiquity and Christianity» του Claremont.

Συνέντευξη με τον Dennis MacDonald: Τα Ομηρικά Έπη και τα Ευαγγέλια

Ποια είναι η άποψή σας για το πρόβλημα με την ιστορικότητα του Ιησού;

Δηλώνω υποστηρικτής της μυθοποίησης του Ιησού. Αυτό σαν προσθήκη στις μελέτες μου γύρω από την επιρροή της ελληνικής γραμματείας στα Ευαγγέλια και σε πάνω από είκοσι χρόνια προσπάθειας ανακατασκευής και κατανόησης του χαμένου Ευαγγελίου που είναι γνωστό ως Q (εκ του γερμανικού Quelle = πηγή), αν και η δική μου ανακατασκευή είναι δύο φορές μεγαλύτερη σε μέγεθος.

Δύο είδη επιχειρημάτων υφίστανται ουσιαστικά για μένα και τα παρουσιάζω στο τέλος του βιβλίου μου Two Shipwrecked Gospels: The Logoi of Jesus and Papias’s Exposition of Logia about the Lord. Το πρώτο είναι οι πολλαπλές καταθέσεις πληροφοριών για τον Ιησού στο χαμένο Ευαγγέλιο, τις αυθεντικές επιστολές του Παύλου και σ’αυτά που πιθανότατα εμφανίζονταν στα τρία αποσπάσματα του Ιωσήπου, αν και το ένα από αυτά εμπλουτίστηκε αργότερα από τους Χριστιανούς. Το δεύτερο επιχείρημα σχετίζεται με την θεολογικά αδιάφορη πλευρά του Ιησού που δεν παρουσιάζει κανένα μυθικό υπόβαθρο, ακόμα και αν κάποιος αποδεχτεί ότι η Q και οι παυλικές παραδόσεις εμπεριέχουν μυθικά στοιχεία.

Το μεγαλύτερο μέρος της δουλειάς  σας είναι αφιερωμένο  στον τρόπο με τον οποίο η Καινή Διαθήκη μιμείται τα Ομηρικά έπη (αρχικά με το Ευαγγέλιο του Μάρκου). Μπορείτε να μας εξηγήσετε τι σημαίνει “μίμηση” και πως ακολουθήσατε  αυτά τα ερευνητικά μονοπάτια;

Η πρώτη φορά που αντιλήφθηκα την χριστιανική μίμηση ήταν όταν μελετούσα τις Πράξεις του Ανδρέα, αλλά μετά την είδα εκτεταμένα στον Μάρκο. Η μίμηση διδάσκονταν ευρέως στην ελληνική λογοτεχνική εκπαίδευση και χρησιμοποιήθηκε από τους Εβραίους ήδη από τα 100 πΚΕ, όταν αλληλεπιδρούσαν με τον Ελληνισμό. Όσον αφορά τον Μάρκο και τον Λουκά-Πράξεις, επιχειρηματολόγησα πως η εκτεταμένη μίμηση των Ομηρικών Επών από τον Βιργίλιο στην Αινειάδα, ενέπνευσε αυτούς τους Ευαγγελιστές να παρουσιάσουν εναλλακτικές μιμήσεις σχετικά με την Βασιλεία του Θεού ως αντίθεση στην ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Αυτό θα μπορούσε να εξηγήσει τον λόγο που ο Μάρκος και o Λουκάς επέλεξαν να μιμηθούν τα ίδια επεισόδια που επέλεξε και ο Βιργίλιος.

Περιγράψτε μας εν συντομία την άποψή σας για την ταυτότητα των ανθρώπων που έγραψαν τα κείμενα της Καινής Διαθήκης, αλλά και τους λόγους που τους ώθησαν να χρησιμοποιήσουν την Οδύσσεια και την Ιλιάδα ως δομικό υλικό τους; Πως βλέπουν τις θέσεις σας οι συνάδελφοί σας;

Στο παρελθόν, οι μελετητές της Καινής διαθήκης αντιμετώπιζαν τους συγγραφείς των Ευαγγελίων περισσότερο ως παθητικούς αντιγραφείς μιας παράδοσης και ως επιμελητές κάποιων πηγών, παρά ως καλλιτέχνες της αφήγησης, που δεν είχαν κανένα ενδοιασμό στο να δημιουργήσουν ιστορίες με ένα συγκεριμένο λογοτεχνικό στυλ. Έτσι, παρέλειψαν εντελώς να ασχοληθούν με την επιρροή της αρχαϊκής και κλασικής ελληνικής γραμματείας, ιδιαίτερα της ποίησης. Πλέον γίνεται όλο και πιο προφανές πως αυτοί οι συγγραφείς ήταν, τουλάχιστον για τις κοινότητές τους, μια μορφωμένη ελίτ που μιμούνταν την Ιλιάδα και την Οδύσσεια για δικούς της σκοπούς.

Όσον αφορά την αποδοχή των θέσεων μου, είναι ελάχιστοι οι μελετητές που ασχολήθηκαν άμεσα. Η πιο συνηθισμένη αντίδραση είναι να αγνοούν την δουλειά μου, κυρίως επειδή αν έχω δίκιο, τότε ο όγκος της μελέτης των Ευαγγελίων αποδεικνύεται εσφαλμένος. Δεν είναι  υπερβολή να ισχυριστώ πως κάθε σχολιασμός πάνω στα Ευαγγέλια και τις Πράξεις πρέπει να ξαναγραφτεί και μια τέτοια τολμηρή κριτική απλά προσβάλει αρκετούς βετεράνους του χώρου. Οι νεότεροι μελετητές, ωστόσο, που δεν έχουν επενδύσει τόσο πολύ στα γραφόμενα των παλαιών, είναι πιο δεκτικοί. Είμαι τόσο σίγουρος για την Κριτική της Μίμησης που πιστεύω πως η κατάσταση σταδιακά θα αλλάξει.

Πιστεύετε πως ο σκοπός των συγγραφέων των Ευαγγελίων ήταν να χρησιμοποιήσουν τα Ομηρικά Έπη ως “μαγιά” και να παρουσιάσουν τους πρωταγωνιστές του Ευαγγελίου ως καλύτερους και πιο ηθικούς; Επιπλέον, από τις αρχές του δεύτερου μεταχριστιανικού αιώνα, ο Ιησούς είναι ιστοριοποιημένος. Με ποιον τρόπο θεωρείτε πως έγινε η μετάβαση από την αλληγορία στην κυριολεξία;

Μου αρέσει η ερμηνεία που δίνετε για τους πρωταγωνιστές του Ευαγγελίου ως “καλύτερους” και “πιο ηθικούς”, αλλά θα προσέθετα πως έχουν και μεγαλύτερες δυνάμεις. Επίσης συμφωνώ πως το κατρακύλισμα από την φαντασία στην ιστορία ήταν τραγικό για την ερμηνευτική αποδοχή του Ευαγγελίου.

Από την άλλη, το κατρακύλισμα ήταν σταδιακό και ανομοιόμορφο. Επιπλέον αυτό που σήμαινε “Ιστορία” για τους αρχαίους αναγνώστες ήταν αρκετά διαφορετικό από τη σημασία που προσέλαβε μετά τον Διαφωτισμό. Τέλος, ίσως προσέξατε πως δεν χρησιμοποιώ τον όρο αλληγορία όταν αναφέρομαι στην Μίμηση, αν και κάποιες φορές χρησιμοποιώ το sensus plenior, που σημαίνει μια πιο ευαίσθητη ανάγνωση.
 
Υπάρχουν άλλα κείμενα που χρονολογούνται στον πρώτο μεταχριστιανικό αιώνα και φαίνεται να επιβεβαιώνουν την θέση σας σχετικά με την “χριστιανοποίηση” των Ομηρικών Επών; Αν ναι, μπορείτε να αναφέρετε μερικά;

Επιτρέψτε μου να διευρύνω την ερώτηση σας συμπεριλαμβάνοντας εβραϊκά κείμενα και μιμήσεις της ελληνικής ποίησης γενικότερα. Εβραϊκές μιμήσεις του Ομήρου και των Βακχών του Ευριπίδη εμφανίζονται στην Ιουδήθ, τον Τωβίτ, τους Μακκαβαίους Γ, και στην Διαθήκη του Αβραάμ.

Χριστιανικές μιμήσεις εκτός της Καινής Διαθήκης εμφανίζονται στην Εξήγηση της Ψυχής, στις Πράξεις του Ανδρέα, στον Βίο της Μακρίνας, μιας βυζαντινής αναθεώρησης του Ευαγγελίου του Νικοδήμου,  και τα Ομηρόκεντρα (βιβλίο της Ευδοκίας).  ‘Εχω ισχυρές υποψίες πως υπάρχουν πολλά ακόμα να ανακαλυφθούν πάνω στο συγκεκριμένο θέμα.

Πέρα από τα Ομηρικά ‘Έπη, μέσα στα βιβλία σας έχετε επίσης περιγράψει τις επιρροές από τα έργα του Ευριπίδη και του Βιργιλίου στα Ευαγγέλια. Παρουσιάστε μας το γενικό συμπέρασμα της έρευνάς σας γι’ αυτές τις περιπτώσεις.

Η απάντηση μου σε αυτή την ερώτηση σχετίζεται με την προηγούμενη. Οι Μιμήσεις των Βακχών είναι ξεκάθαρες στην Ιουδήθ, στους Μακκαβαίους Γ, στον Λουκά-Πράξεις, στις Πράξεις του Ανδρέα και κατά έναν εντυπωσιακό τρόπο στο Κατά Ιωάννη, το οποίο θα μπορούσαμε να ονομάσουμε Διονυσιακό Ευαγγέλιο.

Η επιρροή του Βιργιλίου είναι κυρίως έμμεση και πάντα σχετίζεται με την Αινειάδα και την χρήση του Ομήρου και των Ομηρικών ύμνων από αυτή. Σε μερικά σημεία, ωστόσο, όταν ο Μάρκος και ο Λουκάς μιμούνται τον ‘Όμηρο, οι παραλλαγές τους συμφωνούν με εκείνες του Βιργιλίου, μια πιθανή απόδειξη εξάρτησης. Τώρα δουλεύω πάνω σε ένα άρθρο όπου παρουσιάζω αποδείξεις ότι ο Λουκάς ή κάποιος συνεργάτης του γνώριζε λατινικά.

Θα μπορούσατε να μας παρουσιάσετε το περιεχόμενο των τελευταίων σας βιβλίων;

Τελευταία εξέδωσα το The Dionysian Gospel: The Fourth Gospel and Euripides. Στο Mythologizing Jesus έγραψα για ένα πιο mainstream Κοινό. Εκεί παρουσιάζω 24 παραδείγματα μίμησης στον Μάρκο και τον Λουκά. Αρχικά αναδεικνύω την αγγλική μετάφραση του ευαγγελικού κειμένου και εξερευνώ, χωρίς να βασίζομαι βαριά στο ελληνικό κείμενο, τους αφηγηματικούς παραλληλισμούς. Το κυρίαρχο σχήμα λόγου είναι πως ο Ιησούς είναι ένας υπερήρωας συμπόνοιας και δικαιοσύνης, μια αντίθεση στην ηθική των ηρώων-θεών της ελληνικής μυθολογίας και της ρωμαϊκής αυτοκρατορικής προπαγάνδας.

Αν μου επιτρέπετε, ετοιμάζω την έκδοση ακόμα δύο βιβλίων. Το πρώτο είναι το From the Earliest Gospel (Q+) to the Gospel of Mark: Solving the Synoptic Problem with Mimesis Criticism. Εκεί επιχειρηματολογώ πως το χαμένο Ευαγγέλιο ήταν μια μίμηση του Δευτερονομίου προκειμένου να απεικονίσει τον Ιησού ως τον υποσχόμενο προφήτη όπως ήταν ο Μωυσής και πως ο Ευαγγελιστής του Μάρκου μιμήθηκε το χαμένο Ευαγγέλιο όσον αφορά τις διδασκαλίες του Ιησού και τα Ομηρικά Έπη όσον αφορά την αφήγηση.

Το άλλο βιβλίο έχει τίτλο Luke and the Politics of Homeric Imitation: Luke-Acts as a Rival to the Aeneid. Αυτό θα αποτελέσει έναν σχολιασμό του ζητήματος της Μίμησης με ιδιαίτερη προσοχή στους ομηρικούς παραλληλισμούς μεταξύ Βιργιλίου και Λουκά-Πράξεις.
 
Υπήρξαν άλλοι μελετητές που είχαν την εμπειρία να εισπνεύσουν την δυνατή μυρωδιά των Ομηρικών Επών στην Καινή Διαθήκη από τον 18ο αιώνα μέχρι σήμερα;

Δυστυχώς, σχεδόν κανένας. Οι ελάχιστες εξαιρέσεις είναι μελετητές που εξέτασαν τις Πράξεις των Αποστόλων. Άλλα παραδείγματα περιορίζουν την “δυνατή μυρωδιά” όχι στην μίμηση, αλλά σε γενικά πολιτισμικά πλαίσια.

Περιγράψτε μας τη σύγχρονη ακαδημαϊκή κατάσταση αναφορικά με την γνησιότητα των Ευαγγελίων και την ιστορικότητα του Ιησού; Θεωρείτε πως υπήρξαν μεταβολές κατά τις τελευταίες δεκαετίες και αν ναι, τι προμηνύουν για το μέλλον;

Δυστυχώς, θα πρέπει να πω πως τα παλιά ερμηνευτικά μοντέλα παραμένουν κυρίαρχα, όπως η κριτική της Δομής και των Πηγών. Αν και αρκετές μελέτες εστιάζουν στα λογοτεχνικά χαρακτηριστικά των Ευαγγελίων, η κυρίαρχη άποψη που τα εξετάζει ως βιογραφίες διαστρεβλώνει αυτό που πραγματικά είναι και συχνά προβάλει παλαβές υποθέσεις για τον Ιησού. Η “γλωσσική στροφή” στην μελέτη του αφηγήματος της Καινής Διαθήκης έχει πολύ δρόμο μπροστά της.
Από τη μεριά μου προτιμώ να πιστεύω πως τα Ευαγγέλια αποτελούν πολύπλοκα έργα ιστορίας και παράδοσης τα οποία διαμορφώθηκαν από πρώιμους χριστιανούς διανοούμενους κατά την διαμάχη τους με τους “άλλους”,  Εβραίους και, ας μου επιτραπεί να πω, Παγανιστές.

Το βίντεο που παρουσιάζουμε σήμερα μέσα από τον ΕΡΕΒΟΚΤΟΝΟ, αποτελεί μία συρραφή τριών επεισοδίων της πολύ ενδιαφέρουσας σειράς του Αμερικάνου Truth Surge, “Εxcavating the empty tomb”.

Η προαναφερθείσα έρευνα βασίζεται στις μελέτες του Dennis ΜacDonald και εξετάζει το κατά πόσο ο αρχικός ευαγγελιστής (Μάρκος) έχει δανειστεί λογοτεχνικά μοτίβα από το Ομηρικό Έπος της Οδύσσειας.

Στο διάρκειας 33 περίπου λεπτών βίντεο απαντώνται ερωτήματα όπως: Γιατί ο Ιησούς και οι μαθητές του περιοδεύουν συχνά με ένα πλοίο στο ευαγγέλιο του Μάρκου; Τι ρόλο παίζει η λογοτεχνική τεχνική της Μιμήσεως και το ομηρικό μοτίβο της “κρυφής ταυτότητας του ήρωα” στην ευαγγελική αφήγηση; Υπάρχουν αδιαμφισβήτητοι παραλληλισμοί στην ιστορία του Κύκλωπα με την ιστορία του δαιμονισμένου στα Γάδαρα; Πώς συνδέεται η σκηνή της Ευρύκλειας στην Οδύσσεια με εκείνη της ανώνυμης γυναίκας που χρίζει τον Ιησού στο ευαγγέλιο του Μάρκου;

Στο τέλος, ο θεατής αντιλαμβάνεται πώς βρίσκεται μπροστά σε ένα πρωτότυπο και αρκετά αναξιοποίητο για τα ελληνικά δεδομένα πεδίο Μυθικιστικής έρευνας, με έντονο, μάλιστα, ελληνικό ενδιαφέρον.

Παρακολουθήστε το υποτιτλισμένο βίντεο με τίτλο “Το χριστιανικό ευαγγέλιο και η Ομήρου Οδύσσεια”:
 
 
ΔΕΣ:


Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου