Η αντίθεση ανάμεσα στην ατομική και την κοινωνική ψυχολογία ή ψυχολογία των μαζών, η οποία εκ πρώτης όψεως ενδέχεται να μας φαίνεται πολύ σημαντική, χάνει ύστερα από λεπτομερέστερη παρατήρηση μεγάλο μέρος της έντασής της. Η ατομική ψυχολογία ασχολείται μεν με τον μεμονωμένο άνθρωπο και παρακολουθεί τους τρόπους με τους οποίους εκείνος προσπαθεί να επιτύχει την ικανοποίηση των ενορμήσεών του, σπάνια ωστόσο, και υπό ορισμένες συνθήκες, βρίσκεται στη θέση να μη συνυπολογίσει τις σχέσεις του συγκεκριμένου ανθρώπου με άλλα άτομα.
Στην ψυχική ζωή του μεμονωμένου ανθρώπου, ο Άλλος εκλαμβάνεται συχνά ως πρότυπο, ως αντικείμενο, ως βοηθός ή ως αντίπαλος, και συνεπώς η ατομική ψυχολογία είναι εξαρχής ταυτόχρονα και κοινωνική ψυχολογία, υπό αυτήν τη διευρυμένη αλλά απόλυτα δικαιολογημένη έννοια.
Η σχέση του μεμονωμένου ανθρώπου με τους γονείς του και τα αδέλφια του, με το αντικείμενο της αγάπης του και με το γιατρό του, όλες δηλαδή οι σχέσεις που έως τώρα αποτελούσαν το κύριο αντικείμενο της ψυχαναλυτικής έρευνας, μπορούν να εγείρουν την αξίωση να αναγνωριστούν ως κοινωνικά φαινόμενα και σε αυτή την περίπτωση θα έρθουν σε αντίθεση με τις διεργασίες που ονομάζουμε ναρκισσιστικές και στις οποίες η ικανοποίηση των ενορμήοεων ξεφεύγει την επιρροή άλλων προσώπων ή παραιτείται από αυτά. Η αντίθεση ανάμεσα στις κοινωνικές και τις ναρκισσιστικές —ο Bleuler ίσως θα έλεγε αυτιστικές— ψυχικές πράξεις εμπίπτει λοιπόν απολύτως στο πεδίο της ατομικής ψυχολογίας και δε δικαιολογεί το διαχωρισμό της από μια κοινωνική ψυχολογία ή ψυχολογία των μαζών.
Στις σχέσεις που ανέφερα προηγουμένως με τους γονείς και τα αδέρφια, με την ερωμένη, με το φίλο και με το γιατρό, ο μεμονωμένος άνθρωπος βιώνει πάντα την επιρροή ενός μόνο προσώπου ή ενός πολύ μικρού αριθμού προσώπων, το καθένα από τα οποία έχει αποκτήσει εξαιρετικά μεγάλη σημασία γι' αυτόν. Έχουμε συνηθίσει, όποτε μιλούμε για κοινωνική ψυχολογία ή ψυχολογία των μαζών, να παραβλέπουμε αυτές τις σχέσεις και να απομονώνουμε ως αντικείμενο έρευνας τον ταυτόχρονο επηρεασμό του ατόμου από ένα μεγάλο αριθμό προσώπων με τα οποία το συνδέει κάτι, παρόλο που κατά τα άλλα μπορεί να του είναι ξένα από πολλές απόψεις. Η ψυχολογία των μαζών πραγματεύεται λοιπόν το μεμονωμένο άνθρωπο ως μέλος μιας φυλής, ενός λαού, μιας κάστας, μιας κοινωνικής θέσης, ενός θεσμού ή ως συστατικό στοιχείο ενός ανθρώπινου πλήθους που σε μια συγκεκριμένη στιγμή οργανώνεται σε μάζα για ένα συγκεκριμένο σκοπό. Ύστερα από αυτήν τη διάρρηξη μιας φυσικής συνάφειας, ήταν εύκολο να θεωρήσουμε τις εκφάνσεις που παρουσιάζονται κάτω από αυτές τις ιδιαίτερες προϋποθέσεις ως εκδηλώσεις μιας ιδιαίτερης, μη αναγόμενης περαιτέρω ενόρμησης -herd instinct, group mind-, η οποία υπό άλλες συνθήκες δεν εκφράζεται.
Μπορούμε όμως κάλλιστα να αντιτείνουμε ότι μας είναι δύσκολο να παραχωρήσουμε μια τόσο μεγάλη σπουδαιότητα στο στοιχείο του αριθμού, πως μόνο αυτό είναι σε θέση να ξυπνήσει στην ανθρώπινη ψυχική ζωή μια νέα και, κατά τα άλλα, μη ενεργοποιημένη ενόρμηση. Έτσι, η προσδοκία μας οδηγείται σε δύο άλλες δυνατότητες: ότι η κοινωνική ενόρμηση δεν μπορεί να είναι πρωταρχική και αδιαίρετη και ότι οι απαρχές του σχηματισμού της μπορούν να βρεθούν σε στενότερο κύκλο, όπως για παράδειγμα σε αυτόν της οικογένειας.
Η ψυχολογία των μαζών, παρόλο που βρίσκεται στα αρχικά της στάδια, περικλείει μια ανυπολόγιστη ακόμη πληθώρα μεμονωμένων προβλημάτων και θέτει στον ερευνητή αμέτρητα προβλήματα που μέχρι τώρα δεν έχουν καν ταξινομηθεί σωστά. Η απλή ομαδοποίηση των διαφορετικών μορφών μαζικού σχηματισμού και η περιγραφή των ψυχολογικών φαινομένων που εκδηλώνονται από αυτές απαιτούν μεγάλη επένδυση σε παρατήρηση και εξεικόνιση και έχουν ήδη δώσει πλούσια βιβλιογραφία. Όποιος συγκρίνει αυτό το λεπτό βιβλιαράκι με το εύρος της ψυχολογίας των μαζών, εύκολα θα υποθέσει ότι εδώ δεν πραγματεύομαι παρά μόνο λίγα από τα σημεία τou συνολικού υλικού. Και όντως θα είναι μερικά μόνο ερωτήματα, για τα οποία η βαθύτερη έρευνα της ψυχανάλυσης δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
S. FREUD, ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΜΑΖΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΕΓΩ
Στην ψυχική ζωή του μεμονωμένου ανθρώπου, ο Άλλος εκλαμβάνεται συχνά ως πρότυπο, ως αντικείμενο, ως βοηθός ή ως αντίπαλος, και συνεπώς η ατομική ψυχολογία είναι εξαρχής ταυτόχρονα και κοινωνική ψυχολογία, υπό αυτήν τη διευρυμένη αλλά απόλυτα δικαιολογημένη έννοια.
Η σχέση του μεμονωμένου ανθρώπου με τους γονείς του και τα αδέλφια του, με το αντικείμενο της αγάπης του και με το γιατρό του, όλες δηλαδή οι σχέσεις που έως τώρα αποτελούσαν το κύριο αντικείμενο της ψυχαναλυτικής έρευνας, μπορούν να εγείρουν την αξίωση να αναγνωριστούν ως κοινωνικά φαινόμενα και σε αυτή την περίπτωση θα έρθουν σε αντίθεση με τις διεργασίες που ονομάζουμε ναρκισσιστικές και στις οποίες η ικανοποίηση των ενορμήοεων ξεφεύγει την επιρροή άλλων προσώπων ή παραιτείται από αυτά. Η αντίθεση ανάμεσα στις κοινωνικές και τις ναρκισσιστικές —ο Bleuler ίσως θα έλεγε αυτιστικές— ψυχικές πράξεις εμπίπτει λοιπόν απολύτως στο πεδίο της ατομικής ψυχολογίας και δε δικαιολογεί το διαχωρισμό της από μια κοινωνική ψυχολογία ή ψυχολογία των μαζών.
Στις σχέσεις που ανέφερα προηγουμένως με τους γονείς και τα αδέρφια, με την ερωμένη, με το φίλο και με το γιατρό, ο μεμονωμένος άνθρωπος βιώνει πάντα την επιρροή ενός μόνο προσώπου ή ενός πολύ μικρού αριθμού προσώπων, το καθένα από τα οποία έχει αποκτήσει εξαιρετικά μεγάλη σημασία γι' αυτόν. Έχουμε συνηθίσει, όποτε μιλούμε για κοινωνική ψυχολογία ή ψυχολογία των μαζών, να παραβλέπουμε αυτές τις σχέσεις και να απομονώνουμε ως αντικείμενο έρευνας τον ταυτόχρονο επηρεασμό του ατόμου από ένα μεγάλο αριθμό προσώπων με τα οποία το συνδέει κάτι, παρόλο που κατά τα άλλα μπορεί να του είναι ξένα από πολλές απόψεις. Η ψυχολογία των μαζών πραγματεύεται λοιπόν το μεμονωμένο άνθρωπο ως μέλος μιας φυλής, ενός λαού, μιας κάστας, μιας κοινωνικής θέσης, ενός θεσμού ή ως συστατικό στοιχείο ενός ανθρώπινου πλήθους που σε μια συγκεκριμένη στιγμή οργανώνεται σε μάζα για ένα συγκεκριμένο σκοπό. Ύστερα από αυτήν τη διάρρηξη μιας φυσικής συνάφειας, ήταν εύκολο να θεωρήσουμε τις εκφάνσεις που παρουσιάζονται κάτω από αυτές τις ιδιαίτερες προϋποθέσεις ως εκδηλώσεις μιας ιδιαίτερης, μη αναγόμενης περαιτέρω ενόρμησης -herd instinct, group mind-, η οποία υπό άλλες συνθήκες δεν εκφράζεται.
Μπορούμε όμως κάλλιστα να αντιτείνουμε ότι μας είναι δύσκολο να παραχωρήσουμε μια τόσο μεγάλη σπουδαιότητα στο στοιχείο του αριθμού, πως μόνο αυτό είναι σε θέση να ξυπνήσει στην ανθρώπινη ψυχική ζωή μια νέα και, κατά τα άλλα, μη ενεργοποιημένη ενόρμηση. Έτσι, η προσδοκία μας οδηγείται σε δύο άλλες δυνατότητες: ότι η κοινωνική ενόρμηση δεν μπορεί να είναι πρωταρχική και αδιαίρετη και ότι οι απαρχές του σχηματισμού της μπορούν να βρεθούν σε στενότερο κύκλο, όπως για παράδειγμα σε αυτόν της οικογένειας.
Η ψυχολογία των μαζών, παρόλο που βρίσκεται στα αρχικά της στάδια, περικλείει μια ανυπολόγιστη ακόμη πληθώρα μεμονωμένων προβλημάτων και θέτει στον ερευνητή αμέτρητα προβλήματα που μέχρι τώρα δεν έχουν καν ταξινομηθεί σωστά. Η απλή ομαδοποίηση των διαφορετικών μορφών μαζικού σχηματισμού και η περιγραφή των ψυχολογικών φαινομένων που εκδηλώνονται από αυτές απαιτούν μεγάλη επένδυση σε παρατήρηση και εξεικόνιση και έχουν ήδη δώσει πλούσια βιβλιογραφία. Όποιος συγκρίνει αυτό το λεπτό βιβλιαράκι με το εύρος της ψυχολογίας των μαζών, εύκολα θα υποθέσει ότι εδώ δεν πραγματεύομαι παρά μόνο λίγα από τα σημεία τou συνολικού υλικού. Και όντως θα είναι μερικά μόνο ερωτήματα, για τα οποία η βαθύτερη έρευνα της ψυχανάλυσης δείχνει ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
S. FREUD, ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΜΑΖΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΕΓΩ
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου