Κυριακή 15 Οκτωβρίου 2023

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΠΛΑΤΩΝ, ΝΟΜΟΙ

ΠΛ Νομ 728c–730a

Η υποχρέωση των πολιτών να τιμούν το σώμα τους, τους νέους, τους συγγενείς και τους ξένους

Ο Κλεινίας ζήτησε από τους συνομιλητές του να τον βοηθήσουν στη θέσπιση της νομοθεσίας της καινούριας αποικίας που σκόπευαν να ιδρύσουν οι Κρήτες και τους κάλεσε να προχωρήσουν στη θεωρητική κατασκευή μιας νέας πόλης. Έτσι, επέλεξαν ως τύπο πολιτεύματος αυτό στο οποίο κυρίαρχος θα ήταν ο νόμος και δήλωσαν ότι σκοπός του νομοθέτη θα ήταν να κερδίσει την εύνοια και ευπείθεια των πολιτών απέναντι στους νόμους. Ο Αθηναίος ζήτησε από τους πολίτες της νέας πόλης να τιμούν και να σέβονται καταρχάς τους θεούς, τους ήρωες και τους γονείς τους και στη συνέχεια την ψυχή τους ως το ύψιστο αγαθό. Και συνεχίζει
:

[728c] τιμὴ δ’ ἐστὶν ἡμῖν, ὡς τὸ ὅλον εἰπεῖν, τοῖς μὲν ἀμείνοσιν
ἕπεσθαι, τὰ δὲ χείρονα, γενέσθαι δὲ βελτίω δυνατά, τοῦτ’
αὐτὸ ὡς ἄριστα ἀποτελεῖν.

Ψυχῆς οὖν ἀνθρώπῳ κτῆμα οὐκ ἔστιν εὐφυέστερον εἰς
[728d] τὸ φυγεῖν μὲν τὸ κακόν, ἰχνεῦσαι δὲ καὶ ἑλεῖν τὸ πάντων
ἄριστον, καὶ ἑλόντα αὖ κοινῇ συνοικεῖν τὸν ἐπίλοιπον βίον·
διὸ δεύτερον ἐτάχθη τιμῇ, τὸ δὲ τρίτον ―πᾶς ἂν τοῦτό γε
νοήσειεν― τὴν τοῦ σώματος εἶναι κατὰ φύσιν τιμήν· τὰς δ’
αὖ τιμὰς δεῖ σκοπεῖν, καὶ τούτων τίνες ἀληθεῖς καὶ ὅσαι
κίβδηλοι, τοῦτο δὲ νομοθέτου. μηνύειν δή μοι φαίνεται
τάσδε καὶ τοιάσδε τινὰς αὐτὰς εἶναι, τίμιον εἶναι σῶμα οὐ
τὸ καλὸν οὐδὲ ἰσχυρὸν οὐδὲ τάχος ἔχον οὐδὲ μέγα, οὐδέ
[728e] γε τὸ ὑγιεινόν ―καίτοι πολλοῖς ἂν τοῦτό γε δοκοῖ― καὶ μὴν
οὐδὲ τὰ τούτων γ’ ἐναντία, τὰ δ’ ἐν τῷ μέσῳ ἁπάσης ταύτης
τῆς ἕξεως ἐφαπτόμενα σωφρονέστατα ἅμα τε ἀσφαλέστατα
εἶναι μακρῷ· τὰ μὲν γὰρ χαύνους τὰς ψυχὰς καὶ θρασείας
ποιεῖ, τὰ δὲ ταπεινάς τε καὶ ἀνελευθέρους. ὡς δ’ αὔτως
ἡ τῶν χρημάτων καὶ κτημάτων κτῆσις, καὶ τιμήσεως κατὰ
τὸν αὐτὸν ῥυθμὸν ἔχει· τὰ μὲν ὑπέρογκα γὰρ ἑκάστων
[729a] τούτων ἔχθρας καὶ στάσεις ἀπεργάζεται ταῖς πόλεσιν καὶ
ἰδίᾳ, τὰ δ’ ἐλλείποντα δουλείας ὡς τὸ πολύ. μὴ δή τις
φιλοχρημονείτω παίδων γ’ ἕνεκα, ἵνα ὅτι πλουσιωτάτους
καταλίπῃ· οὔτε γὰρ ἐκείνοις οὔτε αὖ τῇ πόλει ἄμεινον. ἡ
γὰρ τῶν νέων ἀκολάκευτος οὐσία, τῶν δ’ ἀναγκαίων μὴ
ἐνδεής, αὕτη πασῶν μουσικωτάτη τε καὶ ἀρίστη· συμφω-
νοῦσα γὰρ ἡμῖν καὶ συναρμόττουσα εἰς ἅπαντα ἄλυπον τὸν
[729b] βίον ἀπεργάζεται. παισὶν δὲ αἰδῶ χρὴ πολλήν, οὐ χρυσὸν
καταλείπειν. οἰόμεθα δὲ ἐπιπλήττοντες τοῖς νέοις ἀναι-
σχυντοῦσιν τοῦτο καταλείψειν· τὸ δ’ ἔστιν οὐκ ἐκ τοῦ νῦν
παρακελεύματος τοῖς νέοις γιγνόμενον, ὃ παρακελεύονται
λέγοντες ὡς δεῖ πάντα αἰσχύνεσθαι τὸν νέον. ὁ δὲ ἔμφρων
νομοθέτης τοῖς πρεσβυτέροις ἂν μᾶλλον παρακελεύοιτο
αἰσχύνεσθαι τοὺς νέους, καὶ πάντων μάλιστα εὐλαβεῖσθαι
μή ποτέ τις αὐτὸν ἴδῃ τῶν νέων ἢ καὶ ἐπακούσῃ δρῶντα ἢ
[729c] λέγοντά τι τῶν αἰσχρῶν, ὡς ὅπου ἀναισχυντοῦσι γέροντες,
ἀνάγκη καὶ νέους ἐνταῦθα εἶναι ἀναιδεστάτους· παιδεία γὰρ
νέων διαφέρουσά ἐστιν ἅμα καὶ αὐτῶν οὐ τὸ νουθετεῖν, ἀλλ’
ἅπερ ἂν ἄλλον νουθετῶν εἴποι τις, φαίνεσθαι ταῦτα αὐτὸν
δρῶντα διὰ βίου. συγγένειαν δὲ καὶ ὁμογνίων θεῶν κοινω-
νίαν πᾶσαν ταὐτοῦ φύσιν αἵματος ἔχουσαν τιμῶν τις καὶ
σεβόμενος, εὔνους ἂν γενεθλίους θεοὺς εἰς παίδων αὑτοῦ
σπορὰν ἴσχοι κατὰ λόγον. καὶ μὴν τό γε φίλων καὶ ἑταίρων
[729d] πρὸς τὰς ἐν βίῳ ὁμιλίας εὐμενεῖς ἄν τις κτῷτο, μείζους μὲν
καὶ σεμνοτέρας τὰς ἐκείνων ὑπηρεσίας εἰς αὑτὸν ἡγούμενος
ἢ ’κεῖνοι, ἐλάττους δ’ αὖ τὰς αὑτοῦ διανοούμενος εἰς τοὺς
φίλους χάριτας αὐτῶν τῶν φίλων τε καὶ ἑταίρων. εἰς μὴν
πόλιν καὶ πολίτας μακρῷ ἄριστος ὅστις πρὸ τοῦ Ὀλυμ-
πίασιν καὶ ἁπάντων ἀγώνων πολεμικῶν τε καὶ εἰρηνικῶν
νικᾶν δέξαιτ’ ἂν δόξῃ ὑπηρεσίας τῶν οἴκοι νόμων, ὡς
[729e] ὑπηρετηκὼς πάντων κάλλιστ’ ἀνθρώπων αὐτοῖς ἐν τῷ βίῳ.
πρὸς δ’ αὖ τοὺς ξένους διανοητέον ὡς ἁγιώτατα συμβόλαια
ὄντα· σχεδὸν γὰρ πάντ’ ἐστὶ τὰ τῶν ξένων καὶ εἰς τοὺς
ξένους ἁμαρτήματα παρὰ τὰ τῶν πολιτῶν εἰς θεὸν ἀνηρτη-
μένα τιμωρὸν μᾶλλον. ἔρημος γὰρ ὢν ὁ ξένος ἑταίρων τε
καὶ συγγενῶν ἐλεεινότερος ἀνθρώποις καὶ θεοῖς· ὁ δυνά-
μενος οὖν τιμωρεῖν μᾶλλον βοηθεῖ προθυμότερον, δύναται
[730a] δὲ διαφερόντως ὁ ξένιος ἑκάστων δαίμων καὶ θεὸς τῷ ξενίῳ
συνεπόμενοι Διί. πολλῆς οὖν εὐλαβείας, ᾧ καὶ σμικρὸν
προμηθείας ἔνι, μηδὲν ἁμάρτημα περὶ ξένους ἁμαρτόντα ἐν
τῷ βίῳ πρὸς τὸ τέλος αὐτοῦ πορευθῆναι. ξενικῶν δ’ αὖ
καὶ ἐπιχωρίων ἁμαρτημάτων τὸ περὶ τοὺς ἱκέτας μέγιστον
γίγνεται ἁμάρτημα ἑκάστοις· μεθ’ οὗ γὰρ ἱκετεύσας μάρ-
τυρος ὁ ἱκέτης θεοῦ ἔτυχεν ὁμολογιῶν, φύλαξ διαφέρων
οὗτος τοῦ παθόντος γίγνεται, ὥστ’ οὐκ ἄν ποτε ἀτιμώρητος
πάθοι ὁ τυχὼν ὧν ἔπαθε.

***
Με μια λέξη λοιπόν: τιμή για μας είναι αφ' ενός μεν να ακολουθή κανείς τα καλύτερα, αφ' ετέρου δε να προσπαθή με τον καλύτερο δυνατό τρόπο να βελτιώση τα χειρότερα, εφ' όσον είναι επιδεκτικά βελτιώσεως.

Ο άνθρωπος, λοιπόν, δεν διαθέτει απ' τη φύση του καλύτερο πράμα από την ψυχή, στο ν' αποφεύγη μεν το κακό, ν' ανιχνεύη δε και να ξεχωρίζη το καλό, και αφού το ξεχωρίση να θέλη να ζη με τη συντροφιά του στον υπόλοιπο βίο του. Να γιατί την κατετάξαμε δεύτερη κατά σειράν στην απονομή τιμών, τρίτη δε ―αυτό δα θα το καταλάβαινε ο καθένας― την τιμή του σώματος, όπως είναι φυσικό. Πρέπει όμως, εξ άλλου, να εξετάσωμε τι είδους τιμές του απονέμονται, και ποιες απ' αυτές είναι αληθινές και ποιες ψεύτικες· κι' αυτό είναι δουλειά του νομοθέτου. Μου φαίνεται, λοιπόν, ότι οι τιμές αυτές είναι οι εξής και του εξής είδους ― θα σας τις αναφέρω ενδεικτικώς: άξιο τιμής είναι το σώμα όχι το ωραίο, ούτε το δυνατό, ούτε αυτό που είναι γρήγορο, ούτε μεγάλο, ούτε ακόμη αυτό που έχει υγεία ―αν και πολλοί είναι της γνώμης αυτής― και φυσικά ούτε τα αντίθετα τούτων, αλλά εκείνα τα σώματα που εγγίζουν το σωστό μέτρο όλων αυτών των ιδιοτήτων, αυτά είναι κατά πολύ πιο εγκρατή και ασφαλή· διότι τα μεν κάνουν τις ψυχές πομπώδεις και υπεροπτικές, ενώ τα άλλα ταπεινές και ανελεύθερες. Το ίδιο δηλαδή όπως συμβαίνει και με την κατοχή πλούτου και αγαθών, που είναι πράγματι, η εκτίμησις των οποίων γίνεται κατά τον ίδιο τρόπο: δηλαδή, όταν το κάθε ένα απ' αυτά είναι υπέρογκο, προκαλεί έχθρα και επαναστάσεις στις πόλεις και στα άτομα, όταν δε δεν υπάρχη καθόλου, συνεπάγεται ως επί το πλείστον δουλείαν. Ας μη κυνηγάη λοιπόν κανείς τα πλούτη για χάρη των παιδιών του, δηλαδή για να τα καταστήση όσο μπορεί πιο πλούσια· διότι αυτό δεν είναι το καλύτερο ούτε για κείνα ούτε για την πόλη. Διότι για τους νέους, η περιουσία που δεν προκαλεί κολακείες, αλλά και δεν τους αποστερεί από τα αναγκαία, αυτή είναι από όλες η καλύτερη και πιο αρμονική· διότι με το να είναι σε όλα σύμφωνη και σε αρμονία με μας, μας εξασφαλίζει βίο απηλλαγμένο από λύπες. Όσον αφορά, λοιπόν, τα παιδιά, πρέπει να τους αφήνη κανείς όχι χρυσάφι, αλλά αιδώ. Νομίζομε όμως πως θα μεταδώσωμε στους νέους την αρετή αυτή με το να τους επιπλήττωμε όταν κάνουν πράξεις αναίσχυντες· αλλ' αυτό δεν επιτυγχάνεται με την υπόδειξη που κάνομε τώρα στους νέους, λέγοντάς τους ότι «ο νέος οφείλει να σέβεται τον καθένα». Ο έμφρων νομοθέτης όμως, στους γεροντότερους μάλλον θά' πρεπε να συνιστούσε να σέβωνται τους νέους, και να προσέχουν πάνω απ' όλα μη τυχόν ποτέ κανείς από τους νέους ιδή ή ακούση κανένα τους να κάνη ή να λέη κάτι αισχρό, διότι εκεί που οι γέροντες αναισχυντούν, είναι αναπόφευκτο εκεί οι νέοι να δείχνωνται ακόμη πιο αναίσχυντοι· διότι η καλύτερη διαπαιδαγώγησις των νέων, αλλά και αυτών των ιδίων, είναι, όχι το να δίνη κανείς συμβουλές, αλλά να εφαρμόζη ο ίδιος σ' όλη του τη ζωή, κατά τρόπον έκδηλο, όλες εκείνες τις συμβουλές που θα 'δινε σ' έναν άλλο νουθετώντας τον. Εκείνος δε που τιμά και σέβεται τους συγγενείς του, με τους οποίους συνδέεται από τους προστάτας θεούς της οικογενείας, και με τους οποίους έχει εκ φύσεως το ίδιο αίμα, είναι λογικό να κερδίση την εύνοια των γενεθλίων θεών στη σπορά των παιδιών του. Όσον αφορά τους φίλους και τους συντρόφους στις κοινωνικές του σχέσεις, θα κερδίση την ευμένειά τους, με το να θεωρή πολύ πιο σημαντικές και μεγαλύτερες τις υπηρεσίες που προσφέρουν εκείνοι σ' αυτόν, από ό,τι (το θεωρούν) οι ίδιοι, κι' από την άλλη μεριά, με το να θεωρή μικρότερες τις δικές του εξυπηρετήσεις προς τους φίλους και τους συντρόφους του. Ως προς την πόλη τώρα και τους συμπολίτας, θα είναι κατά πολύ καλύτερος εκείνος, ο οποίος περισσότερο κι' απ' τους Ολυμπιακούς ―και όλους γενικά― τους αγώνας, τους πολεμικούς και τους ειρηνικούς, θα διάλεγε τη δόξα του να νικά στην εξυπηρέτηση των νόμων της πατρίδος του, με το να τους έχη υπηρετήσει σε όλη του τη ζωή κατά τον καλύτερο τρόπο από όλους τους ανθρώπους. Όσον αφορά τους ξένους, εξ άλλου, θα πρέπει να τους θεωρή σαν να είναι τα πιο ιερά συμβόλαια· διότι μπορεί να πη κανείς ότι σχεδόν όλα όσα τους αφορούν και όλα τα αδικήματα που γίνονται εις βάρος των ξένων, εν συγκρίσει με εκείνα που διαπράττονται εναντίον των συμπολιτών, έχουν πολύ περισσότερη εξάρτηση από τον εκδικητή θεό. Διότι καθώς είναι μόνος κι' έρημος από φίλους και συγγενείς, ο ξένος, προκαλεί περισσότερο τον οίκτο στους θεούς και στους ανθρώπους. Αυτός, λοιπόν, που μπορεί να τιμωρήση περισσότερο, βοηθεί με μεγαλύτερη προθυμία, πιο πολύ δε απ' όλους μπορεί ο προστάτης της φιλοξενίας θεός ή δαίμων του καθενός, οι οποίοι ακολουθούν τον Ξένιο Δία. Χρειάζεται λοιπόν πολύ μεγάλη προσοχή κανείς, έστω κι' αν είναι ελάχιστα προβλεπτικός, ώστε να βαδίση στο δρόμο της ζωής του, μέχρι τέλους, χωρίς να διαπράξη κανένα σφάλμα έναντι των ξένων. Αλλά μεγαλύτερο κι' από τα σφάλματα έναντι των συμπατριωτών και των ξένων είναι, για κάθε άνθρωπο, το σφάλμα που διαπράττεται έναντι των ικετών. Διότι ο θεός, του οποίου την προστασία επεκαλέσθη ο ικέτης ―και εξηπατήθη εν συνεχεία στις υποσχέσεις που του έδωσαν―, ο θεός αυτός γίνεται ο κατ' εξοχήν φύλακας του παθόντος, και μάλιστα σε σημείο να μη αφήση ανεκδίκητο τον εξαπατηθέντα για όσα υπέστη αυτός.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου