Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου 2020

Τα μυστικά ονόματα και οι αφανείς υποστάσεις των Αιγυπτιακών θεοτήτων, τα ιερογλυφικά και η θεουργία

«Πόσο πολύμορφα είναι τα έργα σου! Είναι κρυμμένα από την όραση του ανθρώπου. Ω μοναδικέ Θεέ, που όμοιος σου δεν υπάρχει κανείς. Εσύ δημιούργησες τη γη σύμφωνα με την επιθυμία σου όταν ήσουν μόνος. Όλους τους ανθρώπους, όλα τα ζώα, μεγάλα και μικρά, και ότι στέκεται στα πόδια του πάνω στην γη και τρέχει ή πετάει ψηλά με τις φτερούγες του. Και στις χώρες της Συρίας, της Κούς (Αίγυπτος η υπό του Αιγαίου χώρα) – εσύ τοποθέτησες τον κάθε άνθρωπο στην θέση του και κάλυψες τις ανάγκες του. Ο Θεός είναι ένας και μόνος, και δεν υπάρχει άλλος μαζί του. Ο Θεός είναι ο ένας, ο ένας που έπλασε όλα τα πράγματα. Ο Θεός είναι το αιώνιο ΕΝ, είναι αιώνιος και άπειρος. Διαρκεί εις τους αιώνες των αιώνων. Διήρκησε αμέτρητους αιώνες και θα διαρκέσει μία αιωνιότητα». -Ύμνος του Αιρετικού Φαρώ Ακενατόν, στον Ήλιο - Aτόν ΡΑ

Καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας της, το πάνθεο της Αιγυπτιακής θρησκείας εμπλουτιζόταν διαρκώς με νέους θεούς, ενώ οι ήδη υπάρχοντες περιβάλλονταν με περισσότερες ιδιότητες και τίτλους. Ωστόσο οι παλαιοί θεοί, ακόμη και οι αρχαιότεροι, εξαιρετικά σπάνια αποβάλλονταν· αντιθέτως τις περισσότερες φορές είτε αναπτύσσονταν είτε συγκεράζονταν με νέους, δημιουργώντας σύνθετες θεότητες.

Οι θεοί της Αιγύπτου ήταν άρρηκτα συνδεδεμένοι με τη δημιουργία του σύμπαντος, τη ζωή, το θάνατο, το επέκεινα και γενικότερα με κάθε πτυχή της ύπαρξης. Στην πραγματικότητα οι Αιγυπτιακοί θεοί ονομάζονταν «neteru», που σημαίνει ενέργεια, κοσμική δύναμη, γεγονός που διαφοροποιεί την έννοια του Θεού/ων όπως την ορίζουμε σήμερα.

Σε κάθε περίπτωση στην αρχαία Αιγυπτιακή θρησκεία δεν υπήρχε καθολικό δόγμα ή ιερό βιβλίο, οι Θεοί ως «neteru» ήταν αμέτρητοι σε αριθμό και περιλάμβαναν θεότητες ανθρωπόμορφες, ζωόμορφες, υβριδικές, σύνθετες αλλά και με πιο συμβολική μορφή, εικονογραφία που απέδιδε συγκεκριμένες ιδιότητες και όχι απαραίτητα την πραγματική τους εμφάνιση, που σε πολλές περιπτώσεις θεωρούνταν κρυφή. Στο παρόν άρθρο θα γίνει αναφορά στην «κρυφή» πλευρά του Άμμωνος - Ρα, και στο τι σηματοδοτούσε τι αναφέρει η Αιγυπτιακή μυθολογίας για το «μυστικό» του όνομα.

Για παράδειγμα ο Άμμων Ρα σύμφωνα με την Αιγυπτιακή μυθολογία ήταν ο δημιουργός των θεών, των ανθρώπων, του κόσμου. Έμβλημά του ήταν ο ήλιος, το σύμβολο της ζωής, του φωτός, της γονιμότητας. Έδρα της λατρείας υπήρξε η πόλη Αννού, ή όπως οι αρχαίοι Έλληνες την αποκαλούσαν, η Ηλιούπολη

Αρχικά ο Άμμων και ο Ρα ήταν αρχικά ξεχωριστές θεότητες, Άμμων σημαίνει λίγο πολύ «το κρυφό», το Ρα σημαίνει «ήλιος». Ο Άμμων ήταν ο κοσμικός θεός δημιουργός, και ο Ρα ο Ηλιακός δίσκος. Όταν ανατέλλει απεικονίζεται ως Khepri, «αυτός που δημιουργήθηκε από τον εαυτό του», ο σκαραβαίος που κυλάει τον ηλιακό δίσκο έξω από τον Κάτω Κόσμο.

Σύμφωνα επίσης με τη Λιτανεία του Ρα (Νέο Βασίλειο) πετάει κάθε βράδυ στον Κάτω Κόσμο με τη μορφή πουλιού και, όπως τα υπόλοιπα πλάσματα εκεί, κατοικεί σε σπηλιά. Ο Άμμων Ρα είναι αποτέλεσμα της συγχώνευσης δύο θεοτήτων που λατρευόταν κυρίως στη Θήβα. Δεν είναι ξεκάθαρο πότε συμβαίνει αυτός ο συνδυασμός, αλλά συνήθως το νέο Βασίλειο (περίπου 1550-1077 π.Χ.) αναφέρεται, σχετικά αργά.

Παριστάνεται συνήθως ως άνδρας με κεφαλή ιέρακος. Στο δεξί του τεταμένο - κατά το μήκος του σώματος - χέρι, κρατά το σύμβολο της ζωής – Ανγχ [1]. Στο αριστερό του χέρι, αντίθετα, το προτεταμένο, κρατά την ράβδο ή το σκήπτρο της εξουσίας, ενώ στο κεφάλι του φέρει τον ηλιακό δίσκο με τον ουραίο όφη.

Ένας μύθος κάνει αναφορά στο μυστικό όνομα του Ρα. Η γνώση και προφορά του ονόματος αυτού συνδεόταν με μαγικές ιδιότητες. Για τον λόγο αυτό, ο Ρα θέλησε να κρατήσει κρυφό το θεϊκό του όνομα. Στην καρδιά της Ίσιδος, όμως, φώλιασε η επιθυμία να μάθει το όνομα αυτό, ώστε να κερδίσει ένα μέρος από τη δύναμή του και να το χρησιμοποιεί στα μαγικά της ξόρκια.

Γι' αυτό, δημιούργησε ένα φίδι που το τοποθέτησε στον δρόμο από τον οποίο θα περνούσε ο Ρα, ώστε να τον δαγκώσει με το δηλητήριο του. Πράγματι, ο Ρα σύντομα χτυπιόταν από τους πόνους. Το δάγκωμα τον σούβλιζε και τον έκαιγε. Από τις φωνές του Ρα συναθροίζονται οι θεοί, μαζί και η Ίσις. Τότε ο θεός - ήλιος παρακάλεσε την Ίσιδα να τον λυτρώσει από τους πόνους. Αυτή, σαν αντάλλαγμα, του ζήτησε να της αποκαλύψει το μυστικό, μαγικό του όνομα. Τότε ο θεός ξεφώνισε μέσα από τις κραυγές του πόνου του: «Είμαι ο Χέφρι το πρωί, ο Ρα το μεσημέρι, και ο Άτον το απόγευμα».

Η Ίσιδα όμως δεν ήταν ικανοποιημένη από την απάντηση του Ρα. Τελικά συμφωνήθηκε να μάθει μόνο ο θεός Ώρος το μυστικό όνομα, ώστε να συμπληρώσει τη φράση στο μαγικό ξόρκι που θα έλεγε η Ίσιδα για την θεραπεία, και έτσι ο Ρα να θεραπευτεί. Το πρωτότυπο, μάλιστα, κείμενο του μύθου, σωσμένο σε πάπυρο, τελειώνει με οδηγίες, για το πώς πρέπει να χρησιμοποιούνται τα μαγικά λόγια της Ίσιδος, ώστε να θεραπεύεται κανείς από ένα δάγκωμα φιδιού.

Στην Αιγυπτιακή μυθολογία, ο Κάτω Κόσμος είναι γεμάτος διόδους και πύλες που πρέπει να περάσει ο νεκρός και ο Ρα προκειμένου να φθάσουν στην ανατολή. Κάθε μία αποδίδεται με αρχιτεκτονικά στοιχεία, φέρει το όνομα μιας θεάς και φρουρείται από τουλάχιστον έναν δαίμονα - φύλακα, ο οποίος επιτρέπει την είσοδο μόνο σε όποιον γνωρίζει το «μυστικό», όνομά του. Οι Αιγύπτιοι πίστευαν πως το όνομα φέρει εντός του «μαγικές δυνάμεις», για αυτό και γίνονται ειδικές επικλήσεις στους Θεούς τους, με ονόματα τα οποία είναι γνωστά μόνο τους ανώτερους ιερείς τους.

Συνήθως τα ονόματα αυτά είναι αρχικά δηλωτικά Γράμματα ή αριθμοί, που κρύβουν εντός τους αλήθειες και ιδιότητες. Το όνομα για τους Αιγυπτίους δεν νοείται απλώς ως δηλωτικό της γνώσης ενός προσώπου, εφόσον αυτό αντιπροσωπεύει όλες τις ιδιότητες και τα ξεχωριστά χαρακτηριστικά ενός προσώπου, αλλά και της σύνδεση του με τη «ζώσα ενέργεια», το «ΚΑ».

Η γνώση και κατοχή των «μυστικών ονομάτων» είτε ανθρώπων όταν αυτοί έχουν λάβει τέτοια είτε Θεοτήτων , από τον μάγο ή τον ιερουργό εξασφαλίζει τον έλεγχο των υπάρξεων αυτών. Για τους Αιγυπτίους είναι τόση η δύναμη του ονόματος, που πιστεύουν πως η σκόπιμη διαγραφή του ονόματος από το μνημείο, ταφικό ή θρησκευτικό, οδηγεί στην «καταδίκη σε λήθη» του ιδιοκτήτη του μνημείου. Χωρίς το όνομα του ο νεκρός δεν μπορεί να αναγνωριστεί στη διαδικασία της ψυχοστασίας και να επιβιώσει στο «Ντουάτ».

Για τους Αιγυπτίους (και όχι μόνο όπως θα διαπιστώσετε στην συνεχεία) τα ιερογλυφικά είναι δείγμα μιας ιερής γλώσσας που μεταφέρει μία μυστική γνώση σε συμβολική μορφή, και περιγράφει τις έννοιες πίσω από τα φυσικά αντικείμενα. Έλεγαν πως πριν οι άνθρωποι μάθουν γράμματα, οι Θεοί τους ήταν γνωστοί μέσα από τα ιερογλυφικά. Τι άλλο εξάλλου έλεγαν είναι οι Ουρανοί, η Γη, και κάθε ζωντανό πλάσμα, παρά ιερογλυφικά και εμβλήματα της Δόξας της φύσης. Τα ιερογλυφικά είναι «επιστήμη και σοφία», επίγεια έκφανση της αληθινής σοφίας που υπάρχει στην περιοχή των Θεών, για αυτό και είναι η ιερότερη μορφή γραφής και συμβολικής απεικόνισης, ώστε να αποκλείονται οι αδαής.

Σε μαγικά κείμενα του Νέου Βασιλείου (περίπου 1152-1295 π.Χ.) πολλές αποτρεπτικές φόρμουλες και δαιμονικά ονόματα αποδίδονταν σε ξένες διαλέκτους. Οι τελευταίες θεωρούνταν υποδεέστερες της Αιγυπτιακής και δεν μπορούσαν να εκφράσουν πλήρως το «μαγικό λόγο». Χρησιμοποιούνταν μόνο ως μέσο ελέγχου των ξένων θεϊκών κα δαιμονικών οντοτήτων. Ας μη ξεχνάμε ότι, σύμφωνα με την Αιγυπτιακή κοσμοθεωρία, ο δημιουργός θεός έπλασε τον κόσμο, τους θεούς και ανθρώπους προφέροντας τα ονόματά τους στην «μυστική ιερή γλώσσα» της Αιγύπτου.

Οι ξένοι, κατά συνέπεια, θεωρούνταν ως οι «άλλοι», οι «βάρβαροι» που δε γνώριζαν την εσώτερη φύση της θεϊκής διάνοιας και, έτσι, δε μπορούσαν να συνάψουν άμεση και στενή σχέση με αυτήν. Αν και οι θεότητες του Αιγυπτιακού πανθέου είχαν πολυάριθμα ονόματα και υποστάσεις, το πραγματικό τους όνομα, που περιείχε όλες τις ιδιότητες της θείας φύσης τους, παρέμενε μυστικό και μπορούσε να αποκαλυφθεί μόνο στους κατέχοντες την ανώτερη μαγική γνώση ιερουργούς, σύμφωνα με το μύθο του Ρα και της Ίσιδος.

Αυτά τα μυστικά ονόματα των θεών διατυπώνονταν αποκλειστικά στην Αιγυπτιακή διάλεκτο. Κατά συνέπεια, όσα βαρβαρικά ονόματα αναφέρονται στα μαγικά κείμενα, εκλαμβάνονταν ως διαφορετικές εκφάνσεις των Αιγυπτιακών θεϊκών προτύπων και βρίσκονταν υπό τον έλεγχο των ιερέων/μάγων. Η γλώσσα, επομένως, λειτουργούσε ως ένα ακόμη σημαντικό κριτήριο διαχωρισμού των φυλετικών ομάδων στα μαγικά κείμενα.

Οι Αιγύπτιοι θεωρούσαν τους Έλληνες μη-καθαρούς, γιατί θυσίαζαν και κατανάλωναν ιερά ζώα: «εξαιτίας αυτής της συμπεριφοράς, απαγορευόταν σε κάθε Αιγύπτιο, άνδρα ή γυναίκα, να φιλήσει (αρχαίο) Έλληνα στο στόμα, ή να χρησιμοποιήσει το μαχαίρι ενός Έλληνα, ή να φάει το κρέας ενός ζώου που είχε σφαγιαστεί από Έλληνα».

Πολύ αργότερα ο ιδρυτής του Νέο Πλατωνισμού Πλωτίνος, ο οποίος γεννήθηκε και ζούσε την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, απείχε από το κρέας, αλλά στις Εννεάδες ποτέ δεν θίγεται το θέμα, ενώ ο μαθητής του Πορφύριος συνέγραψε μια πραγματεία σχετικά με αυτό το ζήτημα (Περί απο­χής εμψύχων). Οι ύστεροι Νεοπλατωνικοί είχαν μεγαλύτερη δυ­σκολία, μιας και η θυσία του ζώου, η οποία περιλάμβανε κατανά­λωση ενός μέρους του, ήταν χαρακτηριστικό πολλών παραδοσια­κών τελετουργικών τα οποία ήθελαν να υπερασπιστούν.

Αλλά και τα ιερογλυφικά για την Νεοπλατωνική αλλά και Ερμητική φιλοσοφική σκέψη, σχετίζονται με τα αρχετυπικά σύμβολα (η τα Πλατωνικά Ιδεώδη) τα οποία υλοποιούνται σε εικόνες, έτσι ώστε η υλική εικόνα να μας ταξιδεύει ξανά στις ιδέες και την αλληλεπίδραση μεταξύ μικρόκοσμου και μακρόκοσμου.

Ξεκινώντας από την οπτική επαφή με ένα σύμβολο, εάν εντρυφήσουμε επισταμένως σε αυτό μέσω της συμβολικής αντίληψης, μπορούμε να αντιληφθούμε τόσο την εσωτερική φύση των πραγμάτων και του ανθρώπου, όσο και την μεταξύ τους σχέση, συνεπώς την σχέση μας με το Όλον. Tο σώμα και η ψυχή μιλούν δύο διαφορετικές γλώσσες, ενίοτε αντιφατικές, αλλά και μη κατανοητές η μία της άλλης. Μόνο η εσωτερική αίσθηση μπορεί να ακούσει και να καταλάβει και τις δύο.

H συμβολική αντίληψη, ερμηνεύεται βάση ενός ένα τετραπλού ερμηνευτικού σχήματος, που περιλαμβάνει τον κυριολεκτικό/ιστορικό, τον αλληγορικό, τον ηθικό και τέλος, τον διαισθητικό τύπο ερμηνείας ενός συμβόλου αλλά και της πραγματικότητας. Ο τελευταίος τύπος, δηλαδή η αναγωγική αντίληψη, υπαινίσσεται και μια μυητική εμπειρία μέσα από σύνδεση της εξωτερικής αποκάλυψης με μια βαθιά διαισθητική γνώση. Αναφέρει σχετικά ο Πλωτίνος:

«Είτε ως αποτέλεσμα επακριβών ερευνών, είτε ενστικτωδώς όταν μετέδιδαν την σοφία τους οι Αιγύπτιοι σοφοί, δεν χρησιμοποιούσαν προκειμένου να εκφράσουν την διδασκαλία τους και τα διδάγματα τους γραπτά σύμβολα που να αποτελούν μιμήσεις τη φωνής και του λόγου. Αντίθετα χάρασαν εικόνες στις εγχαράξεις των ναών τους, εικονίζοντας την σκέψη που ταίριαζε σε κάθε ένα ξεχωριστό πράγμα, έτσι ώστε κάθε εικόνα να είναι ένα αντικείμενο που ενσωματώνει την γνώση και την σοφία σε μία ενότητα, χωρίς καμία εξήγηση ή σχόλιο». Εννεάδες V. 8. 6. 1

Τα ιερογλυφικά ως το πρώτο είδος γραφής αποτελούσαν μια θαυμαστή γλώσσα η οποία μετέφερε μία μυστική γνώση σε συμβολική μορφή, και που περιέγραφε τις έννοιες πίσω από τα φυσικά αντικείμενα. Ακόμα όμως και η ανάπτυξη της γραφής, η οποία μας οδήγησε στον πολιτισμό, δημιούργησε την λήθη στην βιωματική γνώση, υποστηρίζει στο τελευταίο τμήμα του Πλατωνικού Φαίδρου (274c - 275b), ο Πλάτωνας μέσω του Σωκράτη :

ΣΩΚΡΑΤΗΣ: «Άκουσα λοιπόν, πως γύρω εκεί στη Ναύκρατιν, στην Αίγυπτο, υπάρχει ένας από τους παλιούς θεούς του τόπου· αυτού είναι και το ιερό πουλί που το λένε Ίβι. Και του ίδιου του θεού το όνομα είναι Θεύθ. Κι αυτός πρώτος βρήκε και τον αριθμό και την αρίθμηση και τη γεωμετρία και την αστρονομία, ακόμα και το παιχνίδι με τους πεσσούς και το παιχνίδι με τους κύβους και ακόμα και τα γράμματα.

Και τον καιρό εκείνο ήτανε βασιλιάς σ' όλη την Αίγυπτο ο Θαμούς κι έμενε στη μεγάλη πόλη του επάνω τόπου, που οι Έλληνες την ονομάζουν Αιγυπτιακές Θήβες, και το θεό τον ονομάζουν Άμμωνα· σ' αυτόν ήλθε ο Θεύθ κι έδειξε τις τέχνες του και είπε, ότι πρέπει να διαδοθούν στους άλλους Αιγύπτιους. Κι ο βασιλιάς ρώτησε, ποια ωφέλεια έχει κανείς από την καθεμιά. Κι ενώ εκείνος τα εξηγούσε, ο βασιλιάς ό,τι νόμιζε πως το έλεγε καλά, ό,τι νόμιζε πως το έλεγε άσχημα, το ένα το έψεγε, το άλλο το επαινούσε.

Πολλά λοιπόν για την κάθε τέχνη χωριστά καλά και κακά λένε πως ο Θαμούς είπε στο Θεύθ, και θα πολυλογούσαμε, αν τα λέγαμε ένα–ένα. Και όταν ήρθανε στα γράμματα:

Τούτο δα το μάθημα βασιλιά μου, είπεν ο Θεύθ, θα κάμη τους Αιγύπτιους πιο σοφούς, και το μνημονικό τους πιο καλό, γιατί για τη μνήμη και για τη σοφία βρέθηκε το φάρμακο.

Ο βασιλιάς όμως είπε:

Πολύτεχνε Θεύθ, άλλος έχει τη δύναμη να γεννάη τις τέχνες, κι άλλος πάλι να κρίνη πόσο θε να βλάψουν και θε να ωφελήσουν εκείνους που μέλλουν να τις μεταχειρισθούν.

Και συ τώρα, σαν πατέρας των γραμμάτων, από εύνοια είπες το αντίθετο απ' εκείνο που αυτά μπορούν. Γιατί τα γράμματα στις ψυχές εκείνων που θα τα μάθουν, θα φέρουν λησμονιά, μια και αυτοί θα παραμελήσουν τη μνήμη τους, γιατί από εμπιστοσύνη στη γραφή θα φέρνουν τα πράγματα στη μνήμη τους απ' έξω με ξένα σημάδια, όχι από μέσα από τον εαυτό τους τον ίδιο. Ώστε δεν ευρήκες το φάρμακο για τη μνήμη την ίδια, αλλά για το να ξαναφέρνης κάτι στη θύμηση.

Κι από τη σοφία δίνεις στους μαθητές σου μια δόκηση, κι όχι την αλήθεια γιατί έχοντας πολλά ακούσει χωρίς να τα διδαχθούνε, θα ‘χουν τη γνώμη πως ξέρουνε πολλά, ενώ είναι ανίδεοι στα πιο πολλά και φορτικοί στη συντροφιά τους, και θα έχουν γίνει αντίς σοφοί δοκησίσοφοι.»

Ως επιμύθιο είναι χρήσιμο να αναφέρω πως ένας από τους τελευταίους φιλοσόφους της Νέο Πλατωνικής σχολής ο Ιάμβιχος ( γεννημένος στην Συρία π.245-π.325 μ.χ, εμφανώς επηρεασμένος από τις αρχαίες Αιγυπτιακές παραδόσεις, έρχεται σε αντίθεση με τον Πλωτίνο, και υποστηρίζει ότι η ποθητή λύτρωση της ανθρώπινης ψυχής δεν μπορεί να επέλθει με θεωρητική μόνον ενατένιση και γνώση, όπως στον Πλωτίνο, αλλά χρειάζεται αναγκαστικά τη συνδρομή της θείας χάριτος, η οποία παρέχεται μέσω της ενεργού συμμετοχής του ενδιαφερομένου σε ιερές τελετές.

Ο Ιάμβλιχος είναι ξεκάθαρος, δεν είναι η σκέψη που ενώνει τους θεουργούς με τους θεούς γιατί τότε τί θα εμπόδιζε όσους φιλοσοφούν θεωρητικά να απολαμβάνουν τη θεουργική ένωση με τους θεούς; Η αλήθεια όμως δεν είναι έτσι: την θεουργική ένωση την παρέχει η τέλεση των άρρητων ιεροπραξιών που λειτουργούν με θαυμαστό τρόπο πέρα από κάθε ανθρώπινη κατανόηση καθώς και η δύναμη των ανέκφραστων συμβόλων που κατανοούνται μόνον από τους θεούς.

Ο όρος θεουργία (θεός + ἔργον), ένας τεχνικός νεολογισμός της ύστερης αρχαιότητας συνδεόμενος στενά με τα Χαλδαϊκά λόγια, δημιουργήθηκε σε αντιδιαστολή προς τον παλαιό όρο θεολογία ( θεός + λόγος). Κυριολεκτικά, θεουργία είναι το «το έργο που επιτελούν οι άνθρωποι επί των θεών» (ή, εναλλακτικά, «το έργο που επιτελούν οι θεοί»). Ο όρος αναφερόταν ειδικά στις μαγικές πρακτικές που απώτερο στόχο είχαν την ένωση της ανθρώπινης ψυχής με έναν θεό αλλά μπορούσε επίσης, όπως συμβαίνει στον Ιάμβλιχο, να περιλαμβάνει το σύνολο των παραδοσιακών τρόπων λατρείας (θυσίες, πομπές, μαντεία κλπ.).

Κεντρικό ρόλο στις θεουργικές τελετουργίες έπαιζαν τα σύμβολα ή τα μυστικά μαγικά ονόματα, και η χρήση ειδικών υλικών αντικείμενων που θεωρούνταν ότι διαθέτουν ιδιαίτερες δυνάμεις ώστε να προκαλούν θαυματουργικά αποτελέσματα (εμψυχώσεις αγαλμάτων, αισθητές φανερώσεις θεών και δαιμόνων, τηλεκίνηση κλπ.). Θεουργός ήταν ο γνώστης και χρήστης όλων αυτών των ιερών πρακτικών και συμβόλων. Η γνώση που διέθετε ονομαζόταν επίσης, εκτός από θεουργία, ἱερατική (ενν. ἐπιστήμη ή τέχνη) και βασιζόταν στη φυσική διασύνδεση και αλληλεπίδραση των μερών του σύμπαντος που είναι γνωστή με τον στωικό όρο συμπάθεια .

Κατά τον Ιάμβλιχο, η τέλεση των παραδοσιακών ιεροπραξιών δεν εξαναγκάζει τους θεούς σε δράση, ούτε τους καθιστά δέσμιους της ανθρώπινης βούλησης: οι θεοί συντονίζονται ελεύθερα με τα δρώμενα στον υλικό κόσμο και αποφασίζουν αυτεξουσίως να παράσχουν βοήθεια στην εγγενή ανθρώπινη έλλειψη. Οι κανόνες, άλλωστε, τέλεσης των θεουργικών πράξεων έχουν, κατά τον Ιάμβλιχο, οριστεί από τους ίδιους τους θεούς ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες των διαφόρων λαών [2]. Στην θέση αυτή του Ιάμβλιχου εντοπίζεται η οριστική απομάκρυνση από τον κλασικό αρχαίο Ελληνικό φιλοσοφικό λόγο, και την υιοθέτηση Ανατολικών πρακτικών και ιερουργικών πεποιθήσεων οι οποίες τελικά επέφεραν εκ του αποτελέσματος και την παρακμή της αρχαίας Ελληνικής φιλοσοφίας.

ΔΕΣ: ΑΙΓΥΠΤΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΧΕΣΕΙΣ ΜΕ ΤΟ ΑΙΓΑΙΟ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΧΑΛΚΟΥ

Παραπομπές:

[1] Το Ankh - Ανκ είναι ένα από τα σημαντικότερα σύμβολα της αρχαίας Αιγύπτου. Το ονόμαζαν Κλειδί της Ζωής, κλειδί των Μυστηρίων της Φύσης και αντιπροσωπεύει την Αιώνια ζωή. Το χρησιμοποιούσαν για να «ανοίγουν» πόρτες ανάμεσα στον ορατό (ύλη- σταυρός ) και τον αόρατο (πνεύμα-κύκλος) κόσμο.

Αναπαριστά την ανατολή του ήλιου, με την θηλιά στο άνω μέρος να συμβολίζει τον ήλιο που προβάλει πάνω από τον ορίζοντα, ο οποίος αναπαριστάται με την κάθετη στήλη, όπως επίσης και με την πορεία του ήλιου. Οι οριζόντιες γραμμές αναπαριστούν το συνδυασμό της θηλυκής και αρσενικής ενέργειας και η άνω θηλιά συμβολίζει τον ήλιο στον ορίζοντα συμβολίζοντας κατ’ αυτό τον τρόπο την κυκλική ροή του χρόνου, την ταύτιση του σημείου της αρχής και του τέλους στον κύκλο (ουροβόρο) την αναγέννηση.

Υπήρξε το σύμβολο της πνευματικής και σωματικής ανάτασης των ανθρώπων, εκφράζοντας τον πρώτο χαιρετισμό της ημέρας με απλωμένα χέρια και το κεφάλι ψηλά. Οι θεοί συχνά κρατούν ένα Ankh κοντά στα χείλη κάποιου, αυτό σημαίνει την πρόσφορα: «της ανάσας της ζωής», η ανάσα που θα χρειαστεί στην μετέπειτα ζωή.

Όσο για το εξατομικευμένο ανθρώπινο ον, αναφέρεται στη διαφορά ανάμεσα στη φυσική (σταυρός) και την πνευματική (κύκλος) ύπαρξη. Ο κύκλος αντιπροσωπεύει την τελειότητα, τον πνευματικό κόσμο ή την Αιωνιότητα. Ο σταυρός αντιπροσωπεύει το ενσαρκωμένο Πνεύμα ή τον Εκδηλωμένο Κόσμο.

[2] Ιάμβλιχος: η υπεράσπιση της θεουργίας

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου