ΙΣΟΚΡ 10.49–51
Ερμηνεία του τρόπου αντίδρασης Ελλήνων και Τρώων μετά την απαγωγή της Ελένης από τον Πάρη
Ο ρήτορας εγκωμίασε εκτενώς τον Θησέα, προκειμένου να αποδείξει ότι ένας τόσο σπουδαίος ήρωας, κάτοχος όλων των αρετών, νικήθηκε από την ομορφιά της Ελένης. Μετά τον θάνατό του πολλοί ήταν αυτοί που διεκδίκησαν την αγάπη της. Τελικά την άρπαξε ο Πάρης. Σε αντίθεση με την προηγούμενη παράδοση ο ρήτορας διατυπώνει εγκωμιαστικά σχόλια γι' αυτόν και του αποδίδει υψηλά κίνητρα.
[49] Τίς δ’ ἂν τὸν γάμον τὸν Ἑλένης ὑπερεῖδεν, ἧς
ἁρπασθείσης οἱ μὲν Ἕλληνες οὕτως ἠγανάκτησαν ὥσπερ
ὅλης τῆς Ἑλλάδος πεπορθημένης, οἱ δὲ βάρβαροι τοσοῦτον
ἐφρόνησαν, ὅσον περ ἂν εἰ πάντων ἡμῶν ἐκράτησαν.
δῆλον δ’ ὡς ἑκάτεροι διετέθησαν· πολλῶν γὰρ αὐτοῖς πρό-
τερον ἐγκλημάτων γενομένων περὶ μὲν τῶν ἄλλων ἡσυχίαν
ἦγον, ὑπὲρ δὲ ταύτης τηλικοῦτον συνεστήσαντο πόλεμον
οὐ μόνον τῷ μεγέθει τῆς ὀργῆς ἀλλὰ καὶ τῷ μήκει τοῦ χρό-
νου καὶ τῷ πλήθει τῶν παρασκευῶν ὅσος οὐδεὶς πώποτε
γέγονεν. [50] ἐξὸν δὲ τοῖς μὲν ἀποδοῦσιν Ἑλένην
ἀπηλλάχθαι τῶν παρόντων κακῶν, τοῖς δ’ ἀμελήσασιν
ἐκείνης ἀδεῶς οἰκεῖν τὸν ἐπίλοιπον χρόνον, οὐδέτεροι
ταῦτ’ ἠθέλησαν· ἀλλ’ οἱ μὲν περιεώρων καὶ πόλεις ἀναστά-
τους γιγνομένας καὶ τὴν χώραν πορθουμένην, ὥστε μὴ
προέσθαι τοῖς Ἕλλησιν αὐτήν, οἱ δ’ ᾑροῦντο μένοντες
ἐπὶ τῆς ἀλλοτρίας καταγηράσκειν καὶ μηδέποτε τοὺς
αὑτῶν ἰδεῖν μᾶλλον ἢ ’κείνην καταλιπόντες εἰς τὰς αὑτῶν
πατρίδας ἀπελθεῖν. [51] καὶ ταῦτ’ ἐποίουν οὐχ ὑπὲρ
Ἀλεξάνδρου καὶ Μενελάου φιλονικοῦντες, ἀλλ’ οἱ μὲν
ὑπὲρ τῆς Ἀσίας, οἱ δ’ ὑπὲρ τῆς Εὐρώπης, νομίζοντες, ἐν
ὁποτέρᾳ τὸ σῶμα τοὐκείνης κατοικήσειε, ταύτην εὐδαι-
μονεστέραν τὴν χώραν ἔσεσθαι.
***
Ποίος λοιπόν ήθελε καταφρονήσει τον γάμον της Ελένης, μετά την αρπαγήν της οποίας οι μεν Έλληνες τόσον ηγανάκτησαν, ωσάν όλη η Ελλάς να είχε καταστραφή υπό των εχθρών, οι δε βάρβαροι τόσον υπερηφανεύθησαν, ωσάν να είχον νικήσει όλους ημάς; Πώς δε διετέθησαν και οι δύο, είναι φανερόν· πρότερον δηλαδή, ενώ πολλαί αμφισβητήσεις παρουσιάσθησαν μεταξύ των, διά μεν τας άλλας ησύχαζον, αλλά διά την γυναίκα ταύτην ανέλαβον τόσον μεγάλον πόλεμον, ο οποίος όχι μόνον ως προς το μέγεθος της οργής, αλλ' ακόμη και ως προς την διάρκειαν αυτού και το μέγεθος των παρασκευών, δεν δύναται να παραβληθή προς ουδένα των προηγουμένων. Ενώ δε ηδύναντο οι μεν βάρβαροι, αφού αποδώσουν την Ελένην, να απαλλαγούν των παρόντων κακών, εις δε τους Έλληνας, αφού παύσουν να ενδιαφέρωνται διά την τύχην της, να ζουν τον υπόλοιπον χρόνον χωρίς φόβον, ούτε οι μεν, ούτε οι δε εδέχθησαν τας λύσεις ταύτας· αλλ' οι μεν βάρβαροι ηνείχοντο να βλέπουν και τας πόλεις των να καταστρέφωνται και την χώραν των να λεηλατήται, υπό τον όρον όμως να μη παραδώσουν αυτήν εις τους Έλληνας, οι δε Έλληνες επροτίμων μένοντες εις την ξένην χώραν να γηράσουν και ποτέ να μη ιδούν πλέον τας οικογενείας των μάλλον παρά να εγκαταλείψουν εκείνην και να επανέλθουν εις τας πατρίδας των. Και ταύτα έπραττον, όχι διότι ετάσσοντο με το μέρος του Αλεξάνδρου και του Μενελάου, αλλά διότι οι μεν εφρόντιζον διά την Ασίαν, οι δε διά την Ευρώπην, με την σκέψιν ότι εις οποιανδήποτε εκ των δύο ήθελε κατοικήσει το σώμα εκείνης, αύτη θα ήτο χώρα ευδαιμονεστέρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου