Τρίτη 1 Νοεμβρίου 2022

Ανθολόγιο Αττικής Πεζογραφίας

ΘΟΥΚΥΔΙΔΗΣ, ΙΣΤΟΡΙΑΙ

ΘΟΥΚ 7.21.1–7.24.3

Κατάληψη του Πλημμυρίου από τους Συρακουσίους

Οι Αθηναίοι δεν αποδέχτηκαν το αίτημα του Νικία (βλ. σχετικά ΘΟΥΚ 7.10.1–7.15.2) για αντικατάστασή του, ενώ ενέκριναν την αποστολή ενισχύσεων στη Σικελία: ο στρατηγός Ευρυμέδοντας ξεκίνησε αμέσως με δέκα πλοία και χρήματα για τη Σικελία, ενώ ο νικητής της Σφακτηρίας, ο στρατηγός Δημοσθένης, έμεινε πίσω καθ' όλη τη διάρκεια του χειμώνα, για να προετοιμάσει μια αξιόμαχη δύναμη από Αθηναίους και συμμάχους. Την άνοιξη του 413 π.Χ οι Λακεδαιμόνιοι, παρακινημένοι από τον Αλκιβιάδη και τους συμμάχους τους, εισέβαλαν στην Αττική και οχύρωσαν τη Δεκέλεια.


[7.21.1] Ἐν δὲ τῇ Σικελίᾳ ὑπὸ τοὺς αὐτοὺς χρόνους τούτου τοῦ
ἦρος καὶ ὁ Γύλιππος ἧκεν ἐς τὰς Συρακούσας, ἄγων ἀπὸ
τῶν πόλεων ὧν ἔπεισε στρατιὰν ὅσην ἑκασταχόθεν πλείστην
ἐδύνατο. [7.21.2] καὶ ξυγκαλέσας τοὺς Συρακοσίους ἔφη χρῆναι
πληροῦν ναῦς ὡς δύνανται πλείστας καὶ ναυμαχίας ἀπό-
πειραν λαμβάνειν· ἐλπίζειν γὰρ ἀπ’ αὐτοῦ τι ἔργον ἄξιον
τοῦ κινδύνου ἐς τὸν πόλεμον κατεργάσεσθαι. [7.21.3] ξυνανέπειθε
δὲ καὶ ὁ Ἑρμοκράτης οὐχ ἥκιστα, τοῦ ταῖς ναυσὶ μὴ
ἀθυμεῖν ἐπιχειρῆσαι πρὸς τοὺς Ἀθηναίους, λέγων οὐδ’ ἐκεί-
νους πάτριον τὴν ἐμπειρίαν οὐδ’ ἀίδιον τῆς θαλάσσης ἔχειν,
ἀλλ’ ἠπειρώτας μᾶλλον τῶν Συρακοσίων ὄντας καὶ ἀναγ-
κασθέντας ὑπὸ Μήδων ναυτικοὺς γενέσθαι. καὶ πρὸς ἄνδρας
τολμηρούς, οἵους καὶ Ἀθηναίους, τοὺς ἀντιτολμῶντας χα-
λεπωτάτους ἂν [αὐτοῖς] φαίνεσθαι· ᾧ γὰρ ἐκεῖνοι τοὺς πέλας,
οὐ δυνάμει ἔστιν ὅτε προὔχοντες, τῷ δὲ θράσει ἐπιχειροῦντες
καταφοβοῦσι, καὶ σφᾶς ἂν τὸ αὐτὸ ὁμοίως τοῖς ἐναντίοις
ὑποσχεῖν. [7.21.4] καὶ Συρακοσίους εὖ εἰδέναι ἔφη τῷ τολμῆσαι
ἀπροσδοκήτως πρὸς τὸ Ἀθηναίων ναυτικὸν ἀντιστῆναι πλέον
τι διὰ τὸ τοιοῦτον ἐκπλαγέντων αὐτῶν περιγενησομένους ἢ
Ἀθηναίους τῇ ἐπιστήμῃ τὴν Συρακοσίων ἀπειρίαν βλά-
ψοντας. ἰέναι οὖν ἐκέλευεν ἐς τὴν πεῖραν τοῦ ναυτικοῦ καὶ
μὴ ἀποκνεῖν.

[7.21.5] Καὶ οἱ μὲν Συρακόσιοι, τοῦ τε Γυλίππου καὶ Ἑρμοκράτους
καὶ εἴ του ἄλλου πειθόντων, ὥρμηντό τε ἐς τὴν ναυμαχίαν
καὶ τὰς ναῦς ἐπλήρουν· [7.22.1] ὁ δὲ Γύλιππος ἐπειδὴ παρεσκευάσατο
τὸ ναυτικόν, ἀγαγὼν ὑπὸ νύκτα πᾶσαν τὴν στρατιὰν τὴν
πεζὴν αὐτὸς μὲν τοῖς ἐν τῷ Πλημμυρίῳ τείχεσι κατὰ γῆν
ἔμελλε προσβαλεῖν, αἱ δὲ τριήρεις τῶν Συρακοσίων ἅμα καὶ
ἀπὸ ξυνθήματος πέντε μὲν καὶ τριάκοντα ἐκ τοῦ μεγάλου
λιμένος ἐπέπλεον, αἱ δὲ πέντε καὶ τεσσαράκοντα ἐκ τοῦ
ἐλάσσονος, οὗ ἦν καὶ τὸ νεώριον αὐτοῖς, [καὶ] περιέπλεον
βουλόμενοι πρὸς τὰς ἐντὸς προσμεῖξαι καὶ ἅμα ἐπιπλεῖν τῷ
Πλημμυρίῳ, ὅπως οἱ Ἀθηναῖοι ἀμφοτέρωθεν θορυβῶνται.
[7.22.2] οἱ δ’ Ἀθηναῖοι διὰ τάχους ἀντιπληρώσαντες ἑξήκοντα ναῦς
ταῖς μὲν πέντε καὶ εἴκοσι πρὸς τὰς πέντε καὶ τριάκοντα τῶν
Συρακοσίων τὰς ἐν τῷ μεγάλῳ λιμένι ἐναυμάχουν, ταῖς δ’
ἐπιλοίποις ἀπήντων ἐπὶ τὰς ἐκ τοῦ νεωρίου περιπλεούσας.
καὶ εὐθὺς πρὸ τοῦ στόματος τοῦ μεγάλου λιμένος ἐναυμάχουν,
καὶ ἀντεῖχον ἀλλήλοις ἐπὶ πολύ, οἱ μὲν βιάσασθαι βουλό-
μενοι τὸν ἔσπλουν, οἱ δὲ κωλύειν. [7.23.1] ἐν τούτῳ δ’ ὁ Γύλιππος
τῶν ἐν τῷ Πλημμυρίῳ Ἀθηναίων πρὸς τὴν θάλασσαν ἐπι-
καταβάντων καὶ τῇ ναυμαχίᾳ τὴν γνώμην προσεχόντων
φθάνει προσπεσὼν ἅμα τῇ ἕῳ αἰφνιδίως τοῖς τείχεσι, καὶ
αἱρεῖ τὸ μέγιστον πρῶτον, ἔπειτα δὲ καὶ τὰ ἐλάσσω δύο,
οὐχ ὑπομεινάντων τῶν φυλάκων, ὡς εἶδον τὸ μέγιστον
ῥᾳδίως ληφθέν. [7.23.2] καὶ ἐκ μὲν τοῦ πρώτου ἁλόντος χαλεπῶς οἱ
ἄνθρωποι, ὅσοι καὶ ἐς τὰ πλοῖα καὶ ὁλκάδα τινὰ κατέφυγον,
ἐς τὸ στρατόπεδον ἐξεκομίζοντο· τῶν γὰρ Συρακοσίων ταῖς
ἐν τῷ μεγάλῳ λιμένι ναυσὶ κρατούντων τῇ ναυμαχίᾳ ὑπὸ
τριήρους μιᾶς καὶ εὖ πλεούσης ἐπεδιώκοντο· ἐπειδὴ δὲ
τὰ δύο τειχίσματα ἡλίσκετο, ἐν τούτῳ καὶ οἱ Συρακόσιοι
ἐτύγχανον ἤδη νικώμενοι καὶ οἱ ἐξ αὐτῶν φεύγοντες ῥᾷον
παρέπλευσαν. [7.23.3] αἱ γὰρ τῶν Συρακοσίων αἱ πρὸ τοῦ στόματος
νῆες ναυμαχοῦσαι βιασάμεναι τὰς τῶν Ἀθηναίων ναῦς οὐδενὶ
κόσμῳ ἐσέπλεον, καὶ ταραχθεῖσαι περὶ ἀλλήλας παρέδοσαν
τὴν νίκην τοῖς Ἀθηναίοις· ταύτας τε γὰρ ἔτρεψαν καὶ ὑφ’
ὧν τὸ πρῶτον ἐνικῶντο ἐν τῷ λιμένι. [7.23.4] καὶ ἕνδεκα μὲν ναῦς
τῶν Συρακοσίων κατέδυσαν, καὶ τοὺς πολλοὺς τῶν ἀνθρώπων
ἀπέκτειναν, πλὴν ὅσον ἐκ τριῶν νεῶν οὓς ἐζώγρησαν· τῶν
δὲ σφετέρων τρεῖς νῆες διεφθάρησαν. τὰ δὲ ναυάγια
ἀνελκύσαντες τῶν Συρακοσίων καὶ τροπαῖον ἐν τῷ νησιδίῳ
στήσαντες τῷ πρὸ τοῦ Πλημμυρίου, ἀνεχώρησαν ἐς τὸ ἑαυτῶν
στρατόπεδον.

[7.24.1] Οἱ δὲ Συρακόσιοι κατὰ μὲν τὴν ναυμαχίαν οὕτως ἐπεπρά-
γεσαν, τὰ δ’ ἐν τῷ Πλημμυρίῳ τείχη εἶχον, καὶ τροπαῖα
ἔστησαν αὐτῶν τρία. καὶ τὸ μὲν ἕτερον τοῖν δυοῖν τειχοῖν
τοῖν ὕστερον ληφθέντοιν κατέβαλον, τὰ δὲ δύο ἐπισκευά-
σαντες ἐφρούρουν. [7.24.2] ἄνθρωποι δ’ ἐν τῶν τειχῶν τῇ ἁλώσει
ἀπέθανον καὶ ἐζωγρήθησαν πολλοί, καὶ χρήματα πολλὰ τὰ
ξύμπαντα ἑάλω· ὥσπερ γὰρ ταμιείῳ χρωμένων τῶν Ἀθη-
ναίων τοῖς τείχεσι πολλὰ μὲν ἐμπόρων χρήματα καὶ σῖτος
ἐνῆν, πολλὰ δὲ καὶ τῶν τριηράρχων, ἐπεὶ καὶ ἱστία τεσσαρά-
κοντα τριήρων καὶ τἆλλα σκεύη ἐγκατελήφθη καὶ τριήρεις
ἀνειλκυσμέναι τρεῖς. [7.24.3] μέγιστόν τε καὶ ἐν τοῖς πρῶτον
ἐκάκωσε τὸ στράτευμα τὸ τῶν Ἀθηναίων ἡ τοῦ Πλημμυρίου
λῆψις· οὐ γὰρ ἔτι οὐδ’ οἱ ἔσπλοι ἀσφαλεῖς ἦσαν τῆς ἐπαγωγῆς
τῶν ἐπιτηδείων (οἱ γὰρ Συρακόσιοι ναυσὶν αὐτόθι ἐφορμοῦντες
ἐκώλυον, καὶ διὰ μάχης ἤδη ἐγίγνοντο αἱ ἐσκομιδαί), ἔς τε
τἆλλα κατάπληξιν παρέσχε καὶ ἀθυμίαν τῷ στρατεύματι.

***
[7.21.1] Κατά την ίδια πάνω–κάτω περίοδο της άνοιξης εκείνης, γύρισε κι ο Γύλιππος στις Συρακούσες φέρνοντας μαζί του από τις πολιτείες που κατόρθωσε να πείσει όσους περισσότερους στρατιώτες μπόρεσε να μαζέψει από την κάθε μια. [7.21.2] Κι αφού κάλεσε τους Συρακουσίους σε σύναξη, τους είπε πως πρέπει ν' αρματώσουν όσα περισσότερα καράβια γινόταν και να δοκιμάσουν να ναυμαχήσουνε με τους Αθηναίους· γιατί έλπιζε πως απ' αυτό θα 'βγαινε κάποιο αποτέλεσμα που θα ήτανε σημαντική συμβολή στην όλη πολεμική επιχείρηση, αντάξιο του κιντύνου που αναλάβαιναν. [7.21.3] Ο Ερμοκράτης υποστήριξε τη γνώμη αυτή και συνέργησε να τους αλλάξει την ιδέα για τον εαυτό τους, και να μην αισθάνονται κατάθλιψη με την προοπτική να δοκιμάσουν τη δύναμή τους ενάντια στους Αθηναίους, λέγοντάς τους πως ούτε κ' εκείνοι δεν είχαν κληρονομήσει την εμπειρία των θαλασσινών συμπλοκών, ούτε την είχαν εγγυημένη για πάντα, αλλά το εναντίο, ήταν πιο στεριανοί από τους Συρακουσίους, και είχαν αναγκαστεί από τους Μήδους να γίνουνε θαλασσινοί. Και σε άντρες τολμηρούς, όπως ήταν οι Αθηναίοι, όσοι κοτούσαν να τους αντισταθούν θα τους φαίνονταν πολύ επίφοβοι· γιατί με ό,τι κατατρομάζουν πολλές φορές αυτοί τους αντιπάλους τους, όχι δηλαδή με την υπεροχή της δύναμής τους, αλλά με την αποκοτιά που ρίχνονταν σε μια επίθεση, το ίδιο ακριβώς μπορούν να πάθουν κι αυτοί αν αντικρύσουν παρόμοιους εχτρούς. [7.21.4] Και ξέρουν καλά οι Συρακούσιοι, είπε, πως αν τολμήσουν ν' αντιπαλέψουνε με το στόλο των Αθηναίων χωρίς να το περιμένουν εκείνοι, αυτό θα τους προσδώσει πολύ μεγαλύτερα πλεονεκτήματα από τη μεγάλη σαστιμάρα που θα τους εμπνεύσει, παρά όσο θα τους ζημιώσουν οι Αθηναίοι με την ανώτερη τεχνική τους απέναντι στους άμαθους Συρακουσίους· ας προχωρήσουνε λοιπόν στη ναυτική τους απόπειρα κι ας μη διστάσουν.

[7.21.5] Οι Συρακούσιοι λοιπόν, με τις ορμήνειες του Γύλιππου και του Ερμοκράτη, κι όσων άλλων τυχόν είχαν την ίδια γνώμη, ένιωθαν τώρα μεγάλη όρεξη να ναυμαχήσουν, κ' έμπαιναν πιο πρόθυμα οι ίδιοι στα καράβια ως ναύτες.

[7.22.1] Ο Γύλιππος πάλι, αφού είχε πια ετοιμαστεί ο στόλος, οδήγησε τη νύχτα ολόκληρο το πεζικό κάτω, με το σκοπό να χτυπήσει αυτός ο ίδιος τα οχυρώματα στο Πλημύριο από τη στεριά, και τα καράβια των Συρακουσίων συγχρόνως, όταν τους έδινε το σύνθημα, ν' αρμενίσουν καταπάνω στους Αθηναίους, τριάντα πέντε ξεκινώντας από το μυχό του μεγάλου λιμανιού, ενώ άλλα σαράντα πέντε θα ξεκινούσαν από το μικρό λιμάνι, όπου ήταν κι ο ναύσταθμός τους, και θ' αρμένιζαν γύρω στο νησί, με το σκοπό να ενωθούνε με τ' άλλα, τα μέσα, και να πάνε καταπάνω στο Πλημύριο, έτσι ώστε οι Αθηναίοι να πέσουνε σε ταραχή από τη διπλή επίθεση. [7.22.2] Οι Αθηναίοι μπάρκαραν αμέσως πληρώματα σ' εξήντα καράβια, και με τα είκοσι πέντε απ' αυτά συγκρούστηκαν με τα τριάντα πέντε των Συρακουσίων μέσα στο μεγάλο λιμάνι, και με τα υπόλοιπα τριάντα πέντε βγήκαν να αντικρύσουν τα εχτρικά καράβια που αρμένιζαν από το ναύσταθμο γύρω στο νησί. Κ' έγινε ναυμαχία μπροστά στο έμπα του μεγάλου λιμανιού, και πολλήν ώραν άντεξαν, ο ένας στα χτυπήματα του άλλου, θέλοντας οι Συρακούσιοι να μπούνε με τη βία στο μεγάλο λιμάνι, κ' οι Αθηναίοι να τους εμποδίσουν.

[7.23.1] Στο μεταξύ, ενώ οι Αθηναίοι στο Πλημύριο είχαν κατέβει στην παραλία κι όλη τους η προσοχή ήτανε στραμμένη προς τη ναυμαχία, προφταίνει ο Γύλιππος, που είχε ξεκινήσει τα χαράματα, και πέφτει απάνω στα οχυρώματά τους ξαφνικά, και κυριεύει πρώτα το μεγάλο τείχος, κ' ύστερα τα δυο μικρότερα, όπου οι φρουροί δε στάθηκαν να τον αντιχτυπήσουν, όταν είδαν πως είχε πέσει το μεγάλο τόσο εύκολα. [7.23.2] Κι από το πρώτο βέβαια, με μεγάλη δυσκολία, όσοι φρουροί κατόρθωσαν να καταφύγουνε στα καράβια ή σε κάποιο φορτηγό, πέρασαν έξω από την επίθεση και γύρισαν στο στρατόπεδο· γιατί, ενόσω οι Συρακούσιοι νικούσανε στη ναυμαχία του μεγάλου λιμανιού, τους κυνηγούσε ένα γοργοτάξιδο πολεμικό· τη στιγμή όμως που έπεσαν τα δυο μικρότερα οχυρώματα, έτυχε να υποχωρούν οι Συρακούσιοι, κι όσοι φυγάδες βρίσκονταν μέσα στα καράβια που είπαμε, αρμένισαν ευκολότερα γύρω στην ακτή. [7.23.3] Τα καράβια δηλαδή των Συρακουσίων που ναυμαχούσανε στο έμπα του μεγάλου λιμανιού, αφού έσπρωξαν και στραπατσάρισαν τ' Αθηναϊκά, όρμησαν μέσα στο λιμάνι ανάκατα κι ακατάστατα, και μπερδεύτηκαν συναμεταξύ τους, κ' έτσι χάρισαν τη νίκη τους Αθηναίους, που τ' ανάγκασαν να υποχωρήσουν, τόσο αυτά, όσο και κείνα που τους είχαν προτήτερα νικήσει μέσα στο λιμάνι, [7.23.4] και βούλιαξαν έντεκα καράβια των Συρακουσίων και σκότωσαν τους περισσότερους ναύτες μέσα σ' αυτά, εξόν από τα πληρώματα τριών καραβιών, που έπιασαν ζωντανούς· κι από τα δικά τους καράβια καταστράφηκαν τρία. Κι αφού έσυραν στη στεριά τα ναυαγισμένα καράβια των Συρακουσίων, κ' έστησαν τρόπαιο πάνω στο νησάκι που βρίσκεται μπροστά στο Πλημύριο, έφυγαν από κει και γύρισαν στο στρατόπεδό τους.

[7.24.1] Οι Συρακούσιοι λοιπόν έτσι τα 'βγαλαν πέρα στη ναυμαχία, αλλά κρατούσαν τώρα τα τείχη στο Πλημύριο, κ' έστησαν τρία τρόπαια, ένα για κάθε οχύρωμα. Το ένα από τα δυο μικρότερα, που είχαν κυριέψει τελευταία, το γκρέμισαν, τ' άλλα δυο όμως τα διόρθωσαν κι άφησαν μέσα φρουρούς. [7.24.2] Πολλοί στρατιώτες είχαν σκοτωθεί ή πιαστεί αιχμάλωτοι όταν έπεσαν τα οχυρώματα κ' οι νικητές πήραν πολλά λάφυρα κάθε λογής· γιατί, επειδή οι Αθηναίοι χρησιμοποιούσαν τα οχυρώματα αυτά σαν αποθήκες, βρισκόταν εκεί–μέσα πολλή πραμάτια των εμπόρων, πολύ στάρι, και πολλά αγαθά που ανήκαν στους τριηράρχους· επίσης είχαν παρατήσει στη φυγή τους οι Αθηναίοι πανιά για σαράντα καράβια καθώς και τ' άλλα τους ξάρτια και τρία καράβια τραβηγμένα στη στεριά. [7.24.3] Αλλά το κυριότερο και βαρύτερο χτύπημα που ελάττωσε τη μαχητική δύναμη του Αθηναϊκού στρατού ήταν πως κυριεύτηκε το ίδιο το Πλημύριο· γιατί δε μπορούσαν τώρα πια να μπαίνουνε στο λιμάνι με ασφάλεια για να φέρνουνε τις προμήθειες (οι Συρακούσιοι είχαν τώρα βάλει καράβια να φρουρούν την είσοδο και τους εμπόδιζαν, κ' έτσι έπρεπε να πολεμήσουν κάθε φορά που έμπαζαν μέσα τρόφιμα), κι από κάθε άλλη άποψη τους είχε σαστίσει αυτό που έγινε και προκαλέσει μεγάλη κατάθλιψη στο στρατό.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου