Η ανθρωπότητα είναι ο καλεσμένος που απουσιάζει από τη γιορτή της Προέλευσης των Ειδών. Η διάσημη φράση, «θα ριχτεί φως στην προέλευση του ανθρώπου και στην ιστορία του», είναι ένας υπολογισμένος ευφημισμός που θα μπορούσε να ταιριάζει -στα χρονικά της επιστήμης- μόνο με την αντίστοιχη διάσημη φράση των Watson και Crick, «Δεν έχει ξεφύγει από την προσοχή μας ότι το ειδικό συνταίριασμα που προτείνουμε, παραπέμπει ευθέως σε έναν πιθανό μηχανισμό αντιγραφής του γενετικού υλικού». Μέχρι τη στιγμή που ο Δαρβίνος κατάφερε τελικά να ρίξει αυτό το φως το 1871, κάποιοι άλλοι είχαν βρεθεί εκεί πριν από αυτόν. Και το μεγαλύτερο μέρος του The Descent of Man (Η Καταγωγή του Ανθρώπου) δεν μιλάει για τους ανθρώπους, αλλά για μια «άλλη» θεωρία του Δαρβίνου, την επιλογή διά του φύλου («sexual selection»).
Η φαινομενική σύνδεση ανάμεσα στην επιλογή διά του φύλου και στην καταγωγή του ανθρώπου οφείλεται στο ότι ο Δαρβίνος πίστευε ότι η πρώτη αποτελούσε το κλειδί για την κατανόηση της δεύτερης ειδικά σε σχέση με την κατανόηση των ανθρώπινων φυλών, ένα θέμα που απασχόλησε τους βικτοριανούς περισσότερο από ότι απασχολεί εμάς.
Ο ίδιος ο Δαρβίνος είπε, σε ένα γράμμα του στον Wallace το 1867:
Ο λόγος που ενδιαφέρομαι τόσο πολύ επί του παρόντος για την επιλογή διά τoυ φύλου είναι ότι έχω σχεδόν αποφασίσει να εκδώσω μια μικρή πραγματεία σχετικά με την προέλευση τηs Ανθρωπότητας, και ακόμη πιστεύω ακράδαντα (αν και δεν κατάφερα να σε πείσω, και αυτό για εμένα είναι το μεγαλύτερο δυνατό πλήγμα) ότι η επιλογή διά του φύλου υπήρξε ο βασικός παράγοντας για τη δημιουργία των ανθρώπινων φυλών.
Ο Δαρβίνος ενθουσιαζόταν με την επιλογή διά του φύλου. Ο φυσιογνώστης μέσα του θαύμαζε την υπερβολική επίδειξη των νεαρών αρσενικών σκαθαριών και των φασιανών, ενώ ο θεωρητικός και δάσκαλος ήξερε ότι η επιβίωση είναι ένα μέσο προς τον τελικό σκοπό της αναπαραγωγής. Ο Wallace δεν μπορούσε να χωνέψει ότι μια παραξενιά αισθητικής φύσεως θα αποτελούσε την ικανοποιητική εξήγηση για την εξέλιξη των λαμπερών χρωμάτων και των άλλων προκλητικών γνωρισμάτων, για τα οποία ο Δαρβίνος επικαλούνταν την επιλογή των θηλυκών (ή των αρσενικών σε λίγες περιπτώσεις). Ακόμη και όταν πειθόταν ότι ορισμένα αρσενικά γνωρίσματα έχουν εξελιχθεί σαν διαφημιστικά κόλπα με στόχο τα θηλυκά άτομα, ο Wallace επέμενε ότι οι ιδιότητες που διαφήμιζαν πρέπει να είχαν πρακτική χρησιμότητα. Τα θηλυκά επιλέγουν αρσενικά όχι επειδή είναι όμορφα, αλλά επειδή είναι καλοί προμηθευτές, ή κάτι ισάξιο με αυτό.
Η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στη δαρβινική επιλογή διά του φύλου και σε εκείνη του Wallace είναι ένα ουσιαστικό στοιχείο που πρέπει να έχουμε υπόψη μας όταν διαβάζουμε το σημαντικό κεντρικό κομμάτι της Καταγωγής του Ανθρώπου. Ένα άλλο θέμα είναι ότι ο Δαρβίνος διαχώριζε ξεκάθαρα τη φυλετική από τη φυσική επιλογή, κάτι που σήμερα δεν είναι πάντοτε κατανοητό.
Η επιλογή διά του φύλου αφορά μόνο στον ανταγωνισμό ανάμεσα στα άτομα του ίδιου φύλου για το αντίθετο φύλο. Συνήθως παράγει προσαρμογές στα αρσενικά, ώστε να ανταγωνίζονται άλλα αρσενικά με επιτυχία: είτε για να παλεύουν με τους αντίζηλους, είτε για να προσελκύουν τα θηλυκά.
Όλα τα υπόλοιπα, που αφορούν στο αναπαραγωγικό σύστημα, δεν περιλαμβάνονται στην επιλογή διά του φύλου. Το πέος, ως όργανο εισχώρησης, είναι εκδήλωση της φυσικής επιλογής, και όχι της φυλετικής. Το αρσενικό χρειάζεται ένα πέος για να αναπαράγεται, είτε υπάρχουν ανταγωνιστικά αρσενικά τριγύρω είτε όχι. Όμως οι αρσενικοί κερκοπίθηκοι (Cercopithecus aethiops) διαθέτουν ένα φανταχτερό κόκκινο πέος που προβάλλει από ένα γαλάζιο όσχεο: αυτά επιδεικνύονται από κοινού σε άλλα αρσενικά κατά τη διάρκεια των επιδείξεων κυριαρχίας. Είναι τα χρώματά τους και όχι τα ίδια τα όργανα, για τα οποία ο Δαρβίνος θα επικαλούνταν την επιλογή διά του φύλου.
Για να αποφασίσουμε αν κάτι αποτελεί επιλεγμένη διά του φύλου προσαρμογή ή όχι, ας κάνουμε το ακόλουθο νοητικά πείραμα. Φανταστείτε ότι όλοι οι ανταγωνιστές του ίδιου φύλου θα μπορούσαν με κάποιο τρόπο να εξαφανισθούν διά μαγείας. Εάν, τώρα, η πίεση για την προσαρμογή εκλείψει, αυτό θα σημαίνει ότι ήταν επιλεγμένη διά του φύλου. Στην περίπτωση των κερκοπιθήκων είναι λογικό να υποθέσουμε, όπως θα έκανε στα σίγουρα ο Δαρβίνος, ότι αν ο ανταγωνισμός των αρσενικών αντιζήλων εξαφανιζόταν με ένα μαγικό ραβδί, το πέος και το όσχεο θα παρέμεναν, όμως το κόκκινο και το μπλε χρώμα τους, αντίστοιχα, θα ξεθώριαζε.
Τα φανταχτερά χρώματα είναι προϊόν της επιλογής διά του φύλου, τα χρηστικά όργανα της παραγωγής σπέρματος και της εισχώρησης είναι εκδηλώσεις της φυσικής επιλογής.
Ο διακεκριμένος Αμερικανός φιλόσοφος Daniel Dennett έχει αποδώσει στον Δαρβίνο τη μεγαλύτερη ιδέα που έχει συλλάβει ποτέ ανθρώπινος νους. Πρόκειται, βεβαίως, για τη φυσική επιλογή και εγώ θα προσέθετα την επιλογή διά του φύλου ως μέρος της ίδιας ιδέας. Όμως ο Δαρβίνος δεν ήταν μόνο μεγάλος στοχαστής, ήταν ένας φυσιογνώστης με εγκυκλοπαιδική γνώση και (πράγμα που δε συνεπάγεται απαραίτητα) με την ικανότητα να την κρατάει στο μυαλό του και να την αναπτύσσει προς εποικοδομητικές κατευθύνσεις. Ήταν ένας μεγάλος εγκυκλοπαιδιστής, που αντιπαρέβαλλε τεράστιες ποσότητες πληροφοριών και παρατηρήσεων που είχαν συλλέξει φυσιογνώστες από όλο τον κόσμο, καθένας από τους οποίους ήταν σχολαστικά αναγνωρισμένος για την «αφοσίωση» που είχε επιδείξει στο θέμα και μερικές φορές παραδεκτός ως «αξιόπιστος παρατηρητής». Βρίσκω μια εθιστική γοητεία σε αυτό το βικτοριανό ύφος της πρόζας του, πέρα από το αίσθημα που νιώθει κανείς έχοντας μυηθεί στη σκέψη ενός από τα μεγαλύτερα πνεύματα όλων των εποχών.
Πάνσοφος καθώς ήταν (ο Michael Ghiselin έχει πει ότι σκεφτόταν τουλάχιστον έναν αιώνα μπροστά από την εποχή του), ο Δαρβίνος ήταν εντούτοις και βικτοριανός, και το βιβλίο του θα πρέπει να διαβάζεται στο κλίμα της εποχής του, ακριβώς όπως είναι. Εκείνο που θα ακουστεί ενοχλητικό στο σύγχρονο αφτί είναι η αναμφίβολα βικτοριανή αντίληψη ότι τα ζώα γενικά, και οι άνθρωποι συγκεκριμένα, είναι κατανεμημένα σε μια κλίμακα αυξανόμενης ανωτερότητας.
Όπως όλοι οι βικτοριανοί, ο Δαρβίνος αναφερόταν σε συγκεκριμένα είδη ως «κατώτερα στη φυσική κλίμακα». Ακόμη και μερικοί σύγχρονοι βιολόγοι το κάνουν αυτό, αν και δε θα έπρεπε, διότι όλα τα έμβια όντα είναι ξαδέρφια που εξελίσσονται για ίσο ακριβώς χρονικό διάστημα από τότε που υπήρξε ο κοινός τους πρόγονος. Εκείνο που δεν κάνουν ποτέ οι μορφωμένοι σύγχρονοι, και που έκαναν πάντα οι αντίστοιχοί τους βικτοριανοί, είναι το να θεωρούν τις ανθρώπινες φυλές ιεραρχημένες με τον ίδιο τρόπο. Απαιτεί ειδική προσπάθεια από εμάς να διαβάσουμε δίχως αποστροφή κάτι σαν αυτό που ακολουθεί:
Με μια πρώτη ματιά η υπόθεση ότι το έντονο σκούρο χρώμα του νέγρου έχει επιτευχθεί μέσω τns επιλογής διά του φύλου φαίνεται τερατώδης [είναι π.χ., ελκυστικό προs το αντίθετο φύλο]... Η ομοιότητα του Pithecia satanas -με το έντονο μαύρο δέρμα του, τους άσπρους βολβούς των ματιών του, και τη χωρίστρα των μαλλιών στην κορυφή του κεφαλιού του- με έναν νέγρο σε μινιατούρα, είναι σχεδόν αστεία.
Είναι σημάδι ιστορικού παιδισμού το να διαβάζουμε τα κείμενα ενός αιώνα με τα πολιτικά χρωματισμένα γυαλιά ενός άλλου αιώνα. Ο ίδιος ο τίτλος, Καταγωγή του Ανθρώπου, θα προκαλέσει την οργή σε εκείνους που περιορίζονται αφελώς στα ήθη της εποχής μας. Μπορεί να υποστηριχθεί ότι η ανάγνωση ιστορικών εγγράφων που παραβιάζουν τα ταμπού ενός άλλου αιώνα δίνει πολύτιμα μαθήματα για την προσωρινότητα αυτών των ηθών. Ποιος ξέρει πώς θα μας κρίνουν οι απόγονοί μας;
Ας επανέλθουμε τώρα στην καταγωγή του ίδιου του ανθρώπου. Η εικασία του Δαρβίνου ότι το είδος μας γεννήθηκε στην Αφρική -ευρύτατα επιβεβαιωμένη σήμερα από τα πολυάριθμα απολιθώματα, κανένα από τα οποία δεν ήταν τότε στη διάθεσή του-, ήταν μπροστά από την εποχή της.
Είμαστε αφρικανικοί πίθηκοι, πιο στενοί συγγενείς με τους χιμπατζήδες και τους γορίλες από ό,τι είναι οι τελευταίοι με τους ουραγκοτάγκους και τους γίββωνες, χωρίς να αναφέρουμε τις μαϊμούδες.
Τα «quadrumana» («τετράχειρα») του Δαρβίνου είχαν οριστεί με τρόπο που να αποκλείει τους ανθρώπους: ήταν όλοι οι πίθηκοι και οι μαϊμούδες που διαθέτουν αντιτακτό δάκτυλο, τόσο στα μπροστινά όσο και στα πίσω πόδια. Τα πρώτα κεφάλαια του βιβλίου του αφορούν στην ελάττωση του κενού ανάμεσα σε εμάς και στα τετράχειρα, ένα κενό που το ακροατήριο του Δαρβίνου θα το θεωρούσε ως χάσμα ανάμεσα στο τελευταίο σκαλί μιας σκάλας και στο επόμενο που βρίσκεται κάτω από αυτό. Σήμερα δε θα βλέπαμε (ή δεν θα έπρεπε να βλέπουμε) καμία σκάλα. Αντίθετα, θα πρέπει να έχουμε στο μυαλό μας το δενδρόγραμμα που αποτελεί τη μοναδική εικονογράφηση στην Προέλευση των Ειδών.
Η ανθρωπότητα είναι απλώς ένα μικρό παρακλάδι, μεταξύ πολλών άλλων κάπου στο μέσο της πυκνής συστάδας των αφρικανικών πιθήκων.
Δύο θεμελιώδεις τεχνικές που δεν ήταν διαθέσιμες στον Δαρβίνο είναι η ραδιοχρονολόγηση των πετρωμάτων και τα μοριακά δεδομένα, συμπεριλαμβανομένου του «μοριακού ρολογιού». Εκεί που ο Δαρβίνος, στην προσπάθειά του να δείξει την ομοιότητα ανάμεσα σε εμάς και στα τετράχειρα, θα μπορούσε να καταφύγει στη συγκριτική ανατομία, συμπληρώνοντάς την με θελκτικά ανέκδοτα φυσιολογικής και συναισθηματικής ομοιότητας (επιχειρήματα που αναπτύσσονται στο Expression of the Emotions), εμείς έχουμε το προνόμιο να γνωρίζουμε την ακριβή, γράμμα-προς-γράμμα, αλληλουχία τεράστιων κειμένων DNA.
Σημειώνεται ότι πάνω από το 98 τοις εκατό του ανθρώπινου γονιδιώματος, όταν μετριέται με αυτόν τον τρόπο, είναι πανομοιότυπο με εκείνο των χιμπατζήδων. Ο Δαρβίνος θα ήταν γοητευμένος. Τέτοια ομοιότητα, και τέτοια ακρίβεια στη μέτρησή της, θα τον είχαν γοητεύσει πέρα και από τα πιο τολμηρά όνειρά του.
Ωστόσο, πρέπει να είμαστε προσεκτικοί και να μην ενθουσιαστούμε από όλη αυτήν την ευφορία. Αυτό το 98 τοις εκατό δε σημαίνει ότι είμαστε κατά 98 τοις εκατό χιμπατζήδες. Και έχει πραγματικά σημασία ποια μονάδα επιλέγετε για να κάνετε τη σύγκρισή σας. Εάν μετρήσετε τον αριθμό των ολόκληρων γονιδίων που είναι πανομοιότυπα, η τιμή μεταξύ ανθρώπων και χιμπατζήδων θα είναι κοντά στο μηδέν. Αυτό δεν είναι παράδοξο.
Σκεφτείτε το γονιδίωμα του ανθρώπου και το γονιδίωμα του χιμπατζή σαν δύο εκδόσεις του ίδιου βιβλίου, ας πούμε την πρώτη και τη δεύτερη έκδοση της Καταγωγής του Ανθρώπου. Αν μετρήσετε τον αριθμό των γραμμάτων που είναι ίδια με τα αντικρινά τους στην άλλη έκδοση, πιθανώς θα βρείτε ομοιότητα πάνω από 90 τοις εκατό. Αν όμως μετρήσετε τον αριθμό των κεφαλαίων που είναι πανομοιότυπα, μπορεί να είναι μηδέν. Αυτό συμβαίνει διότι αρκεί ένα μόνο γράμμα να είναι διαφορετικό, οπουδήποτε σε ένα κεφάλαιο, ώστε να θεωρηθεί ολόκληρο το κεφάλαιο είναι διαφορετικό ανάμεσα στις δύο εκδόσεις.
Όταν μετράς την επί τοις εκατό ομοιότητα δύο κειμένων, είτε είναι δύο εκδόσεις ενός βιβλίου είτε δύο εκδόσεις ενός αφρικανικού πιθήκου, η μονάδα που επιλέγεις για να συγκρίνεις (γράμμα ή κεφάλαιο - ζεύγος βάσεων DNA ή γονίδιο) δημιουργεί τεράστια διαφορά στο τελικό ποσοστό ομοιότητας.
Το θέμα είναι ότι θα πρέπει να χρησιμοποιούμε τέτοια ποσοστά όχι για την απόλυτη τιμή τους, αλλά για συγκρίσεις μεταξύ οργανισμών.
Η τιμή 98 τοις εκατό για τους ανθρώπους και τους χιμπατζήδες αρχίζει να έχει νόημα όταν τη συγκρίνουμε με το 96 τοις εκατό ομοιότητας μεταξύ ανθρώπων και ουραγκοτάγκων (το ίδιο 96 τοις εκατό είναι ανάμεσα στους χιμπατζήδες και στους ουραγκοτάγκους, και το ίδιο ανάμεσα στους γορίλες και στους ουραγκοτάγκους, διότι όλοι οι αφρικανικοί πίθηκοι συνδέονται με τους ασιατικούς ουραγκοτάγκους μέσω ενός κοινού αφρικανικού προγόνου). Για τον ίδιο λόγο, όλοι οι μεγάλοι πίθηκοι μοιράζονται το 95 τοις εκατό των γονιδιωμάτων τους με τους γίββωνες και τα σιαμάνγκ. Και όλοι οι πίθηκοι μοιράζονται το 92 τοις εκατό των γονιδιωμάτων τους με όλες τις μαϊμούδες του Παλαιού Κόσμου.
Η υπόθεση του μοριακού ρολογιού μάς επιτρέπει να χρησιμοποιήσουμε τέτοιου είδους τιμές ποσοστών για να χρονολογήσουμε καθεμία από αυτές τις διακλαδώσεις στο οικογενειακό μας δέντρο. Προϋποθέτει ότι, σε επίπεδο μοριακής γενετικής, η εξελικτική αλλαγή λαμβάνει χώρα με ένα κατά προσέγγιση σταθερό ρυθμό για κάθε γονίδιο.
Σύμφωνα με όσα περιγράφηκαν ως τώρα, το μοριακό ρολόι δίνει σχετικούς χρόνους, αλλά όχι απόλυτους. Μπορούμε να «διαβάσουμε» τη χρονομέτρηση των εξελικτικών διακλαδώσεων, αλλά μόνο σε αυθαίρετες μονάδες. Ευτυχώς, χάρη σε μια άλλη πρόοδο που θα είχε μαγέψει τον Δαρβίνο, έχουμε στη διάθεσή μας διάφορα απόλυτα ρολόγια για τη χρονολόγηση των απολιθωμάτων. Αυτά περιλαμβάνουν τους γνωστούς ρυθμούς διάσπασης των πυρήνων των ραδιοϊσοτόπων, που βρίσκονται μέσα σε ηφαιστειακά πετρώματα, τα οποία περιβάλλουν τα ιζηματογενή στρώματα όπου βρίσκονται τα απολιθώματα.
Παίρνοντας μια ομάδα ζώων με πλούσιο αρχείο απολιθωμάτων και χρονολογώντας τις διακλαδώσεις στο οικογενειακό τους δέντρο με δύο τρόπους -με το μοριακό γενετικό ρολόι και με το ρολόι των ραδιοϊσοτόπων-, οι αυθαίρετες μονάδες του γενετικού ρολογιού είναι δυνατόν να επαληθευτούν και ταυτόχρονα να βαθμονομηθούν σε (πραγματικά) εκατομμύρια έτη. Έτσι μπορούμε να εκτιμήσουμε ότι ο αποχωρισμός από τον κοινό πρόγονο ανάμεσα στους ανθρώπους και στους χιμπατζήδες συνέβη περίπου πριν από 5 έως 8 εκατομμύρια έτη, ο αποχωρισμός ανάμεσα στους αφρικανικούς πιθήκους και στους ουραγκοτάγκους περίπου πριν από 14 εκατομμύρια έτη και ο αποχωρισμός των πιθήκων και των μαϊμούδων του Παλαιού Κόσμου πριν από 25 εκατομμύρια έτη περίπου.
Τα απολιθώματα, τα οποία ανακαλύφθηκαν όλα μετά την έκδοση της Καταγωγής, μας παρέχουν μια σποραδική εικόνα για ορισμένα πιθανά ενδιάμεσα είδη, τα οποία μας συνδέουν με τον κοινό πρόγονο που μοιραζόμαστε με τους χιμπατζήδες. Δυστυχώς, δεν υπάρχουν απολιθώματα που να συνδέουν τους σύγχρονους χιμπατζήδες με εκείνον τον κοινό πρόγονο, αλλά, στην πλευρά του δικού μας κλάδου, έρχονται συνέχεια στην επιφάνεια αναφορές από ευρήματα νέων απολιθωμάτων, με ρυθμό που τον βρίσκω εντυπωσιακό και που σίγουρα θα εντυπωσίαζε και τον Δαρβίνο. Πηγαίνοντας προς τα πίσω, σταδιακά, κατά ένα εκατομμύριο έτη σε κάθε βήμα, βρίσκουμε: τον Homo erectus, τον Homo habilis, τον Australopithecus afarensis, τον Australopithecus anamensis, τον Ardipithecus, τον Orrorin και μια πρόσφατη ανακάλυψη, που μπορεί να χρονολογηθεί μέχρι και 7 εκατομμύρια έτη πριν από εμάς, τον Sahelanthropus. Αυτό το τελευταίο εύρημα είναι από το Τσαντ, μακριά στα δυτικά της κοιλάδας της μεγάλης τεκτονικής τάφρου (Rift Valley), η οποία μέχρι τώρα θεωρούνταν ότι αποτελούσε τον γεωγραφικό φραγμό που διαχώριζε τη δική μας εξελικτική γραμμή από εκείνη των χιμπατζήδων. Οι ορθόδοξες απόψεις μας κλονίζονται από καιρού εις καιρόν - δεν είναι καθόλου κακό.
Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί όταν υποθέτουμε ότι αυτή η χρονική σειρά απολιθωμάτων αναπαριστά τη σειρά προγόνων/απογόνων. Είναι πάντοτε πιο ασφαλές να υποθέτουμε ότι τα απολιθώματα είναι συγγενείς παρά πρόγονοί μας, όμως δεν είναι ντροπή να εικάσουμε ότι οι προγενέστεροι συγγενείς μας μπορούν να μας πληροφορήσουν, έστω και κατ’ ελάχιστο, για τους πραγματικούς προγόνους μας, που βρίσκονταν ανάμεσα στους σύγχρονούς τους.
Ποιες είναι οι κύριες αλλαγές που συνέβησαν μετά τον διαχωρισμό μας από τους χιμπατζήδες; Κάποιες, όπως η απώλεια του τριχώματος στο σώμα, είναι ενδιαφέρουσες, αλλά τα απολιθώματα δεν μπορούν να μας πουν τίποτε άμεσο σε σχέση μ’ αυτές.
Οι δύο κύριες αλλαγές, για τις οποίες μπορούμε να βοηθηθούμε από τα απολιθώματα, και όπου συνεπώς έχουμε μεγάλο πλεονέκτημα σε σχέση με τον Δαρβίνο, είναι ότι σηκωθήκαμε στα δύο πίσω πόδια μας, και ότι ο εγκέφαλός μας έγινε, εντυπωσιακά, μεγαλύτερος.
Άραγε, προηγήθηκε κάποια από αυτές τις αλλαγές, ή μήπως έγιναν ταυτόχρονα; Έχουν υποστηριχθεί και οι τρεις απόψεις, ενώ κάθε πιθανή αμφισβήτηση έχει αναπτυχθεί εδώ και δεκαετίες. Ο Δαρβίνος πίστευε ότι οι δύο μεγάλες αλλαγές έγιναν μαζί και προσπαθεί να το αποδείξει με πιστευτό τρόπο. Αυτή όμως είναι μια από τις σπάνιες στιγμές που μια αβέβαιη εικασία του Δαρβίνου αποδείχθηκε λανθασμένη.
Τα απολιθώματα δίνουν μια ικανοποιητικά οριστική και ξεκάθαρη απάντηση. Πρώτη ήρθε η δίποδη βάδιση· η εξέλιξή της ολοκληρώθηκε λίγο πριν αρχίσει να διογκώνεται ο εγκέφαλος.
Πριν από τρία εκατομμύρια χρόνια, ο Australopithecus ήταν δίποδος και είχε πόδια σαν τα δικά μας, ωστόσο εξακολουθούσε να βρίσκει καταφύγιο πάνω στα δέντρα. Αλλά ο εγκέφαλός του, αναλογικά με το σωματικό του μέγεθος, είχε το ίδιο μέγεθος με του χιμπατζή, και πιθανώς το ίδιο με τον κοινό πρόγονο των χιμπατζήδων.
Κανείς δεν γνωρίζει αν η δίποδη βάδιση δημιούργησε νέες επιλεκτικές πιέσεις που ενθάρρυναν την ανάπτυξη του εγκεφάλου, αλλά τα αρχικά επιχειρήματα του Δαρβίνου για την ταυτόχρονη εξέλιξη είναι δυνατόν να αναπροσαρμοστούν, ώστε να καταστήσουν κάτι τέτοιο αληθοφανές.
Η ανάπτυξη του εγκεφάλου ίσως είχε κάποια σχέση με τη γλώσσα, όμως σε αυτό το σημείο κανείς δεν γνωρίζει τίποτε και οι διαφωνίες αφθονούν. Υπάρχουν στοιχεία ότι ορισμένα τμήματα του ανθρώπινου εγκεφάλου είναι αποκλειστικά προ-συνδεδεμένα για να διαχειρίζονται γενικά τη γλώσσα, μολονότι κάθε συγκεκριμένη γλώσσα που χρησιμοποιείται μαθαίνεται, βεβαίως, τοπικά.
Μια άλλη ιδέα του εικοστού αιώνα, η οποία είναι πιθανότατα σημαντική για την ανθρώπινη εξέλιξη και η οποία πάλι θα είχε συναρπάσει τον Δαρβίνο, είναι η νεοτενία: ο εξελικτικός παιδισμός. Το αξολότλ, ένα αμφίβιο που ζει σε μια λίμνη του Μεξικού, μοιάζει ακριβώς με την προνύμφη της σαλαμάνδρας, αλλά μπορεί να αναπαραχθεί, και έχει διαγράψει το ενήλικο στάδιο της σαλαμάνδρας από τη φυσική του ιστορία. Πρόκειται για έναν σεξουαλικά ώριμο γυρίνο. Η νεοτενία αυτού του είδους έχει προταθεί ως ένας τρόπος με τον οποίο μια γενεαλογική γραμμή μπορεί (με μια απλή, ξαφνική κίνηση) να εγκαινιάσει μια εντελώς νέα κατεύθυνση στην εξέλιξη. Οι πίθηκοι δεν έχουν κάποιο διακριτό στάδιο προνύμφης, όπως αυτό του γυρίνου ή της κάμπιας, αλλά μια πιο βαθμιαία εκδοχή της νεοτενίας διακρίνεται κατά κάποιον τρόπο στην ανθρώπινη εξέλιξη. Οι ανήλικοι χιμπατζήδες μοιάζουν πολύ περισσότερο με ανθρώπους απ’ ό,τι οι ενήλικες.
Η ανθρώπινη εξέλιξη μπορεί να θεωρηθεί ως παιδισμός. Είμαστε πίθηκοι που έγιναν σεξουαλικά ώριμοι, ενώ μορφολογικά είμαστε ανήλικοι. Μήπως, αν εμείς οι άνθρωποι μπορούσαμε να ζήσουμε 200 χρόνια, καταφέρναμε τελικά να «ενηλικιωθούμε», να πέσουμε στα τέσσερα και να αναπτύξουμε τεράστια προγναθικά σαγόνια, σαν αυτά των χιμπατζήδων;
Η πιθανότητα δεν έχει χαθεί σύμφωνα με τους συγγραφείς της ειρωνικής φανταστικής λογοτεχνίας, ειδικά για τον Aldous Huxley στο After Many a Summer. Προφανώς έμαθε για τη νεοτενία από τον μεγαλύτερο αδελφό του, Julian, ο οποίος ήταν ένας από τους πρωτοπόρους της ιδέας και έκανε μια εκπληκτική μελέτη με τα αξολότλ, εγχέοντας ορμόνες για να τα κάνει να μεταμορφωθούν σε σαλαμάνδρες που κανείς ποτέ δεν είχε δει μέχρι τότε.
Επιτρέψτε μου να ολοκληρώσω, συνδέοντας τα δύο μισά του βιβλίου του Δαρβίνου. Έγραψε με ενθουσιασμό για την επιλογή διά του φύλου στην Καταγωγή του Ανθρώπου διότι τη θεωρούσε σημαντική για την εξέλιξη του ανθρώπου, και ειδικά επειδή πίστευε ότι αποτελούσε το κλειδί για την κατανόηση των διαφορών ανάμεσα στις ανθρώπινες φυλές.
Η φυλή, στη βικτοριανή εποχή, δεν ήταν το πολιτικό και συναισθηματικό ναρκοπέδιο που είναι σήμερα, σε σημείο που να μπορεί κανείς να γίνει προσβλητικός μόνο και μόνο αναφέροντας τη λέξη. Θα προχωρήσω προσεκτικά, αλλά δεν μπορώ να αγνοήσω το θέμα, διότι είναι αξιοπρόσεκτο στο βιβλίο του Δαρβίνου και ιδιαίτερα συναφές με την ενοποίηση των δύο μερών του.
Ο Δαρβίνος, όπως όλοι οι Βικτοριανοί, γνώριζε πολύ καλά τις διαφορές ανάμεσα στους ανθρώπους. Επίσης, γνώριζε -και τόνισε περισσότερο από οποιονδήποτε σύγχρονό του- τη θεμελιώδη ενότητα του είδους μας.
Στην Καταγωγή σκέφτηκε προσεκτικά και απέρριψε κατηγορηματικά την -κάπως ευνοημένη στην εποχή του- ιδέα ότι οι διαφορετικές ανθρώπινες φυλές θα πρέπει να θεωρούνται ως διαφορετικά είδη.
Σήμερα γνωρίζουμε ότι, σε γενετικό επίπεδο, το είδος μας παρουσιάζει υψηλό επίπεδο ομοιογένειας. Έχει διατυπωθεί ότι υπάρχει περισσότερη γενετική ποικιλομορφία μεταξύ των χιμπατζήδων μιας μικρής περιοχής στην Αφρική παρά σε ολόκληρο τον ανθρώπινο πληθυσμό (αυτό σημαίνει ότι στα προηγούμενα εκατό χιλιάδες χρόνια, περίπου, περάσαμε από μια πραγματική στενωπό).
Επιπλέον, το μεγαλύτερο μέρος της ανθρώπινης γενετικής ποικιλομορφίας βρίσκεται εντός των φυλών και όχι μεταξύ φυλών.
Αυτό σημαίνει ότι, εάν έπρεπε να εξαφανίσετε όλες τις ανθρώπινες φυλές εκτός από μία, η συντριπτική πλειονότητα της ανθρώπινης γενετικής διασποράς θα διατηρούνταν. Η διασπορά μεταξύ φυλών είναι ένα ελάχιστο επιπρόσθετο μέρος, κολλημένο πάνω στη μεγαλύτερη ποσότητα διασποράς εντός όλων των φυλών. Αυτός ακριβώς είναι ο λόγος που πολλοί γενετιστές συνηγορούν υπέρ της πλήρους εγκατάλειψης της έννοιας της φυλής.
Την ίδια στιγμή -το παράδοξο είναι παρόμοιο με εκείνο που αναγνώρισε ο ίδιος ο Δαρβίνος- τα εξωτερικά καταφανή γνωρίσματα που χαρακτηρίζουν τους τοπικούς πληθυσμούς σε όλο τον κόσμο φαίνονται πολύ διαφορετικά. Εάν ερχόταν ένας (εξωγήινος) ειδικός στην ταξινόμηση (ο οποίος δεν θα γνώριζε ότι όλες οι ανθρώπινες φυλές αναπαράγονται ευχαρίστως μεταξύ τους και που, επίσης, δεν θα γνώριζε ότι το μεγαλύτερο μέρος της υποκείμενης γενετικής διασποράς στο είδος μας διαμοιράζεται σε όλες τις φυλές), θα μπορούσε να παρασυρθεί από τις τοπικές διαφορές μας στο χρώμα του δέρματος, στα χαρακτηριστικά του προσώπου, στα μαλλιά, στο μέγεθος και στις αναλογίες του σώματος και να μας χωρίσει σε περισσότερα του ενός είδη.
Ποια είναι η λύση σ’ αυτό το παράδοξο; Και γιατί τόσο έντονες εξωτερικές διαφορές εξελίχθηκαν σε διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές, ενώ το μεγαλύτερο μέρος της λιγότερο εμφανούς ποικιλομορφίας διασκορπίζεται σε όλες τις γεωγραφικές περιοχές; Θα ήταν δυνατόν ο Δαρβίνος να έχει δίκιο πέρα για πέρα; Είναι η επιλογή διά του φύλου η απάντηση στο παράδοξο; Αυτό πιστεύει ο διακεκριμένος βιολόγος Jared Diamond, και τείνω να συμφωνήσω κι εγώ.
Έχουν ήδη προταθεί χρηστικές απαντήσεις στο ερώτημα της εξέλιξης των φυλετικών διαφορών, και ίσως υπάρχει κάποια αλήθεια σε αυτές. Το σκούρο δέρμα μπορεί να προστατεύει ενάντια στον καρκίνο του δέρματος στις τροπικές περιοχές, το ανοιχτόχρωμο δέρμα επιτρέπει την είσοδο των ευεργετικών ακτινών σε γεωγραφικά πλάτη χωρίς ηλιοφάνεια, όπου υπάρχει ο κίνδυνος για έλλειψη βιταμίνης D.
Το μικρό ανάστημα ωφελεί πιθανότατα τους κυνηγούς στα πυκνά δάση, όπως είναι οι πυγμαίοι της κεντρικής Αφρικής, και σε διάφορους κυνηγούς τροφοσυλλέκτες που εξελίχθηκαν ανεξάρτητα σε περιοχές των δασών του Αμαζόνιου και της Νοτιοανατολικής Ασίας. Η ικανότητα πέψης του γάλακτος από τον ενήλικα φαίνεται να έχει εξελιχθεί σε λαούς, οι οποίοι, για λόγους κουλτούρας, παρατείνουν τη χρήση αυτής της κατά κύριο λόγο νεογνικής τροφής. Είμαι όμως εντυπωσιασμένος από την ποικιλότητα των χαρακτηριστικών που είναι εξωτερικά και εμφανή, ενώ οι βαθύτερες διαφορές είναι τόσο μικρές.
Αυτό που η επιλογή διά του φύλου εξηγεί καλύτερα από τη φυσική επιλογή, είναι η ποικιλία που φαίνεται αυθαίρετη ή ακόμη και καθοδηγούμενη από μια ιδιοτροπία αισθητικής φύσεως. Ιδιαίτερα όταν η ποικιλομορφία αυτή είναι γεωγραφική, και όταν μερικά από τα χαρακτηριστικά που εξετάζονται -για παράδειγμα τα γένια και η κατανομή του τριχώματος στο σώμα και των υποδερμικών αποθεμάτων λίπους- διαφέρουν ανάμεσα στα δύο φύλα. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν έχουν πρόβλημα να αποδεχθούν ένα ανάλογο της επιλογής διά του φύλου για τάσεις που έχουν εδραιωθεί πολιτισμικά όπως τα καλύμματα στο κεφάλι, η ζωγραφική σώματος, τα περικαλύμματα πέους, οι τελετουργικοί ακρωτηριασμοί ή τα διακοσμητικά ενδύματα.
Με δεδομένο ότι οι πολιτισμικές διαφορές όπως αυτές της γλώσσας, της θρησκείας, των ηθών και των εθίμων σίγουρα προβάλλουν αντίσταση στις διασταυρώσεις και στη ροή των γονιδίων, νομίζω ότι είναι εντελώς αληθοφανές ότι οι γενετικές διαφορές ανάμεσα σε ανθρώπους διαφορετικών περιοχών, τουλάχιστον όταν είναι εξωτερικές, -δηλαδή όταν αφορούν σε εμφανή εξωτερικά χαρακτηριστικά-, έχουν εξελιχθεί μέσω της επιλογής διά του φύλου. Το είδος μας πραγματικά δείχνει να έχει ασυνήθιστα καταφανείς, ακόμη και εξεζητημένες, εξωτερικές διαφορές ανάμεσα στους τοπικούς πληθυσμούς, και συνάμα ασυνήθιστα χαμηλά επίπεδα συνολικής γενετικής ποικιλομορφίας. Αυτή η διπλή συγκυρία φέρει, κατά τη γνώμη μου, τη σφραγίδα της επιλογής διά του φύλου.
Από αυτήν την άποψη, οι ανθρώπινες φυλές μοιάζουν πολύ με τις ράτσες των σκύλων, άλλο ένα αγαπημένο θέμα του Δαρβίνου. Εξωτερικά, οι οικόσιτες ράτσες σκύλου ποικίλλουν εκπληκτικά, ακόμη περισσότερο κι από τις ανθρώπινες φυλές, ενώ οι υποκείμενες γενετικές διαφορές είναι ελάχιστες, και όλες εξελίχθηκαν ξεκάθαρα από τους λύκους, λίγες χιλιάδες χρόνια πριν. Η αναπαραγωγική απομόνωση διατηρείται σήμερα από αφοσιωμένους εκτροφείς σκύλων ράτσας, ενώ τα ίδια τα σχήματα και τα χρώματα των σκύλων κατευθύνονται μέσω της ταχείας εξέλιξής τους μάλλον από τα καπρίτσια του ανθρώπινου ματιού, παρά από την ιδιοτροπία των θηλυκών σκύλων. Όμως, τα βασικά χαρακτηριστικά αυτής της κατάστασης, όπως αντιλήφθηκε ο Δαρβίνος, είναι παρόμοια με εκείνα της επιλογής διά του φύλου.
Σε αυτό, όπως και σε τόσα πολλά ακόμη, υποπτεύομαι ότι ο Δαρβίνος είχε δίκιο. Η επιλογή διά του φύλου είναι πραγματικά ένας καλός υποψήφιος για την ερμηνεία μεγάλου μέρους της μοναδικής εξέλιξης του είδους μας. Μπορεί επίσης να είναι υπεύθυνη για ορισμένα μοναδικά χαρακτηριστικά του είδους μας που κατανέμονται ομοιόμορφα σε όλες τις φυλές, όπως είναι για παράδειγμα ο τεράστιος εγκέφαλός μας. Ο Geoffrey Miller, στο The Mating Mind, έχει αναπτύξει δυναμικά αυτό ακριβώς το θέμα, και αυτό θα άρεσε και στον Δαρβίνο διότι ο Miller χρησιμοποιεί την άποψη του Wallace για την επιλογή διά του φύλου. Αρχίζει να διαφαίνεται ότι, παρά τις αρχικές αμφιβολίες, ο Δαρβίνος είχε δίκιο να συμπεριλάβει σε έναν τόμο, την Επιλογή σε Σχέση με το Φύλο και την Καταγωγή του Ανθρώπου.
Richard Dawkins, Ο Εφημέριος του Διαβόλου
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου