Κυριακή 7 Μαρτίου 2021

Προσεγγίσεις στην φιλοσοφία του Ηρακλείτου – Ο τρόπος λειτουργίας του σύμπαντος

«Η σκέψη του Ηρακλείτου μοιάζει με την ψυχή του Άμλετ· όλοι την καταλαβαίνουν, αλλά ο καθένας διαφορετικά». -Spengler

«Υπάρχει ενοχή, αντίφαση και πόνος σε τούτο τον κόσμο; “Ναι” φωνάζει ο Ηράκλειτος, αλλά μόνο για τον κοντόθωρο, που αντικρίζει τα πράγματα χωριστά, ξεκομμένα. Όχι για τον θεατή του όλου θεό· γι’ αυτόν, όλες οι αντιφερόμενες δυνάμεις βαίνουν προς κάποια αρμονία, αφανή μεν στο κοινό μάτι, φανερή όμως σε όποιον αγκαλιάζει με το βλέμμα του τούτο τον κόσμο, σαν εκείνον τον θεϊκό οφθαλμό». -Φ. Νίτσε

«Αποδείχθηκε πως η φύση ολόκληρη βρίσκεται σε άμεση ροή και σε κυκλική πορεία. Έτσι ξαναγυρίσαμε στον τρόπο που έβλεπαν τα πράγματα οι μεγάλοι θεμελιωτές της ελληνικής φιλοσοφίας, στην αντίληψη ότι ολόκληρη η φύση, από το μικρότερο στοιχείο ως το μεγαλύτερο, από το σπυρί της άμμου ως τους ήλιους, από τα πρωτόζωα ως τον άνθρωπο, συνίσταται σε μιαν αδιάκοπη γέννηση και φθορά, σε μίαν αδιάκοπη ροή, σε μίαν ακατάπαυστη κίνηση και αλλαγή». -Φ. Ένγκελς

«Η σύγχρονη φυσική βρίσκεται κατά κάποιο τρόπο πολύ κοντά στη διδασκαλία του Ηρακλείτου. Αν αντικαταστήσει κάποιος την λέξη φωτιά με τη λέξη ενέργεια μπορεί να θεωρήσει τις αποφάνσεις του Ηρακλείτου, σχεδόν λέξη προς λέξη, σαν έκφραση της σύγχρονης αντίληψής μας. Η ενέργεια είναι στην πραγματικότητα η ύλη από την οποία προέρχονται τα στοιχειώδη σωματίδια, όλα τα άτομα, και κατά συνέπεια όλα τα πράγματα, και ταυτόχρονα η ενέργεια είναι ο κινούν». -Β. Χάιζενμπεργκ

Ο Ηράκλειτος είναι ένας από τους αγαπημένους μου φιλοσόφους. Όταν άρχισα να τον πρωτοδιαβάζω πριν κάποια χρόνια, διαπίστωνα μέρα με την μέρα ότι η επαφή μου με την σκέψη του με επηρέαζε βαθιά. Θυμάμαι ότι όταν έπεφτα να κοιμηθώ, όλα τα αποσπάσματα στριφογύριζαν στον νου μου. Όχι απαραιτήτως ότι συμφωνούσα σε όλα, αλλά τα λιγοστά αποσπάσματα που διαθέτουμε, είχαν τη δύναμη να προβληματίσουν και να συμβάλουν στην δημιουργία νέων ιδεών και αντιλήψεων. Το ίδιο συμβαίνει κάθε φορά που τον μελετώ. Η γόνιμη ηρακλείτεια σκέψη με βοηθά αποφασιστικά στην ζωή μου. Ανάλογη ωφέλιμη επίδραση μπορεί να έχει και στους άλλους. Φρονώ λοιπόν, ότι θα άξιζε η προσπάθεια να γραφτεί κάτι σχετικό. Να επιχειρηθεί προσπάθεια προσέγγισης της σκέψης αυτής. Όχι να ερμηνευθεί πλήρως. Ποιος θα μπορούσε άλλωστε να το διεκπεραιώσει; Η δυσκολία δεν είναι μόνο στην αποσπασματική μορφή του έργου του μεγάλου αυτού στοχαστή, ούτε στο σχεδόν αποφθεγματικό, συμπυκνωμένο, και μεστό ύφος του. Έγκειται στο ότι ο Ηράκλειτος δεν μπαίνει σε «καλούπια». Είναι έξω από αυτά και πάνω από αυτά, πράγμα που ισχύει κυρίως για τους φυσικούς προσωκρατικούς φιλόσοφους. Ούτε μόνο «ιδεαλιστικά», ούτε μόνο «υλιστικά» μπορούν να ερμηνευτούν πνεύματα τέτοιου αναστήματος. Πάντα κάτι θα αφήνει απ’ έξω μια τέτοια μονόπλευρη και μονόφθαλμη προσέγγιση. «Μονοφυσιτικές» και «μυωπικές» αντιλήψεις χαλάνε και καταστρέφουν την μαγεία και το κάλλος του φιλοσοφικού λόγου. Για παράδειγμα, πού ανήκει ο Παρμενίδης; Στον υλισμό ή στον ιδεαλισμό; Αυτός «είδε» το ον κατά τρόπο «ιδεαλιστικό», αλλά του προσέδωσε σωματικά χαρακτηριστικά. Πού ανήκει ο Εμπεδοκλής; Τα δύο σωζόμενα ποιήματά του «Περί Φύσεως» και «Καθαρμοί», εντάσσονται σε δύο εκ διαμέτρου αντίθετα «φιλοσοφικά» καλούπια. Ο Δημόκριτος πού; Ο άνθρωπος που ανέπτυξε τις ιδέες του Λευκίππου και έθεσε το άτομο ως αρχή του παντός, αυτός ο υμνητής της φιλοσοφικής παράδοσης του υλοζωισμού, δέχονταν ότι τα όνειρα μερικές φορές προλέγουν μελλοντικές καταστάσεις. Προσπάθησε να εξαλείψει τις δεισιδαιμονίες και τις δήθεν θεϊκές παρεμβάσεις, χωρίς να κρύψει το φαινόμενο «κάτω από το χαλί». Η ερμηνεία του βασίστηκε στην φύση. Σε ποιό φιλοσοφικό ρεύμα ανήκουν όλοι αυτοί και πλείστοι όσοι; Φρονώ ότι σε κανένα απόλυτα. Ανήκαν στον εαυτό τους και στον ελεύθερο στοχασμό. Τα υπόλοιπα σχηματοποιήθηκαν αργότερα. Για αυτό, ας αφήσουμε τα αποσπάσματα να μιλήσουν στην καρδιά μας κι ας μην θεωρεί κανείς ότι επειδή μελέτησε 5-10 καθηγητές, ότι έμαθε τα πάντα. Για όλα αυτά, θεωρώ την σειρά των άρθρων που θα ακολουθήσει μάλλον ως μια μικρή προσέγγιση (και μάλιστα όχι αλάνθαστη) που μακράν απέχει από μια πλήρη παρουσίαση. Ίσως αυτό που τελικά μετρά και είναι πραγματικά όφελος, είναι η συνειδητοποίηση ότι η γνώση μοιάζει με μια ανεξάντλητη πηγή που αναβλύζει αέναα και συμβάλει στην διεύρυνση του δικού μας ορίζοντα και της συνείδησης. Αλίμονο σε όποιον νομίζει ότι ο ωκεανός της γνώσης χωράει στο μικρό ποτήρι που λέγεται άνθρωπος.

Τον λόγο αυτό, που είναι πάντα αληθινός, οι άνθρωποι δεν τον κατανοούν ούτε πριν τον ακούσουν αλλά ούτε και μετά. Γιατί, μολονότι όλα συμβαίνουν σύμφωνα με το λόγο αυτό, οι άνθρωποι μοιάζουν εντελώς άπειροι όταν προσπαθούν να προσεγγίσουν πράξεις και λόγια σαν αυτά που εκθέτω εγώ ταξινομώντας τα σύμφωνα με τη φύση τους και εξηγώντας πως έχει το καθένα. Οι κοινοί άνθρωποι ξεχνούν όσα κάνουν στον ξύπνιο τους με τον ίδιο τρόπο που ξεχνούν τα όνειρά τους.
(απόσπασμα 1)

Το απόσπασμα αυτό θεωρείται από τους μελετητές του Ηρακλείτου ως εισαγωγικό του έργου του. Σε αυτό θίγονται δύο θέματα. Το ένα αφορά την λειτουργία του σύμπαντος, ενώ το άλλο σχετίζεται με την ανθρώπινη αντιληπτική ικανότητα, τη λήθη και την αφύπνιση. Το δεύτερο θα το δούμε σε ξεχωριστό άρθρο. Ο λόγος στον οποίο αναφέρεται ο Ηράκλειτος, έχει διττή σημασία. Αφ' ενός ακούγεται, που σημαίνει ότι εννοεί τον φιλοσοφικό λόγο που εκφράζει την κοσμική λειτουργία, αφ' ετέρου είναι η ίδια η λειτουργία. Ο λόγος αυτός, είναι πάντα αληθινός ή «εόντος αεί» κατά το κείμενο. Η λειτουργία του είναι το αέναο γίγνεσθαι. «Γινομένων γαρ πάντων κατά τον λόγον τόνδε». Αυτός, τόσο σε αυτό το απόσπασμα όσο και στο δεύτερο κατά σειράν, χαρακτηρίζεται ως «ξυνός», δηλαδή κοινός και καθολικός. «Του λόγου δ’ εόντος ξυνού». Το γίγνεσθαι φαίνεται ότι ξεφεύγει από την προσοχή των περισσότερων ανθρώπων, οι οποίοι αδυνατούν να το συλλάβουν ενορατικά στην ολότητά του.

Τον κόσμο αυτό, που είναι ο ίδιος για όλους, δεν τον έπλασε κανείς, ούτε θεός ούτε άνθρωπος, αλλά υπήρχε, υπάρχει, και θα υπάρχει πάντα· είναι μια φωτιά ζωντανή που ανάβει και σβήνει σύμφωνα με ορισμένα μέτρα.
(απόσπασμα 30)

Αυτό μπορεί να θεωρηθεί ως η επιτομή της ηρακλείτειας κοσμολογίας. Η λέξη «κόσμος» αναφέρεται στο σύμπαν, στο σύνολο των φαινομένων και των όντων. Στην ευταξία, την ομορφιά, την αρμονία, και την νομοτέλεια που το διέπει. Όλη αυτή τη μεγαλοπρέπεια, μας λέει ο φιλόσοφος, δεν την έπλασε κάποιος θεός ή άνθρωπος. Πρόκειται για ένα σύστημα που δεν χρειάζεται κάποιο εξωτερικό αίτιο για να πλαστεί και να συντηρηθεί. Δεν έχει την ανάγκη καμίας πρόνοιας, διότι είναι αυτοσυντηρούμενο, αυτοδύναμο, και αυτορυθμιζόμενο. Στην πραγματικότητα, άνευ αρχής και άνευ τέλους· «ην αεί και εστίν και έσται». Πάντοτε υπήρχε, υπάρχει, και θα υπάρχει. Και κάτι περισσότερο. Είναι ζωντανό και όχι απλά νεκρή ύλη. «Πυρ αείζωον, απτόμενον μέτρα και αποσβεννύμενον μέτρα». Ο Ηράκλειτος παραλληλίζει τον κόσμο με μια παντοτινά ζωντανή φωτιά, που ανάβει και σβήνει με μέτρο. Για την πλειονότητα των φιλοσόφων και απόλυτα για τις μυθικές κοσμογονίες, ο κόσμος είναι ένας τεράστιος ζωντανός οργανισμός, του οποίου ο καθένας μας αποτελεί ένα μικρό μέρος. Όλα κινούνται και κινείται και αυτός. Η φιλοσοφική έννοια της κίνησης δεν εξαντλείται μόνο σε αυτό που καταλαβαίνουμε. Κίνηση λογίζεται η κάθε λογής μεταβολή σε ποσότητα και ποιότητα, η γέννηση κι ο θάνατος, ο μετασχηματισμός και η μεταστοιχείωση. Η φθορά και η αλλοίωση. Το «μέτρο» δείχνει νομοτέλεια, ενώ το «πυρ» επελέγει συμβολικά ίσως διότι συνδυάζει –τρόπω τινά- τις υπόλοιπες τρεις καταστάσεις της ύλης, δηλαδή την υγρή, την στερεή και την αέρια. Οπωσδήποτε όμως δεν εννοεί κυριολεκτικά τη φωτιά. Όπως φαίνεται καθαρά από το απόσπασμα 31, η λέξη «πυρ» δεν σημαίνει την φωτιά κατά γράμμα. Σημαίνει κάτι το πολύ βαθύτερο, το οποίο το είχε συλλάβει ο Ηράκλειτος, αλλά δεν μπορούσε να το εκφράσει ακόμα με ακρίβεια. Εκεί διαβάζουμε ότι τα πάντα είναι μεταστοιχειώσεις του πυρός, ή «πυρός τροπαί» κατά το κείμενο. «Πυρός τροπαί πρώτον θάλασσα, θαλάσσης δε το μεν ήμισυ γη, το δε ήμισυ πρηστήρ». Το πυρ μένει σταθερό, ενώ το ίδιο αλλάζει μορφές. Δηλαδή, κατά την μεταφυσική του Ηρακλείτου, η πρώτη υλική αρχή που παραμένει αμετάβλητη μέσα στις μεταβολές, είναι το «πυρ». Το «είναι» μέσα στο «γίγνεσθαι». Για παράδειγμα, γίνεται θάλασσα, η θάλασσα γη και «πρηστήρ», δηλαδή τα ηλεκτρικά ατμοσφαιρικά φαινόμενα. Αυτή η κίνηση είναι αμφίδρομη. «Γη θάλασσα διαχέεται, και μετρέεται εις τον αυτόν λόγον, οκοιός πρόσθεν ην η γενέσθαι γη». Τίποτα δεν χάνεται. Τίποτα δεν προστίθεται. Όλα τα επιμέρους είναι «πυρ» που αλλάζει μορφή. Αυτό είναι το συνεχές γίγνεσθαι. Με τη λέξη «πυρ» εκφράζει το μόνο που παραμένει σταθερό και αναλλοίωτο πίσω από τις μεταστοιχειώσεις, το οποίο δεν είναι άλλο από αυτό που λέει η σύγχρονη φυσική· η ενέργεια. Όλα είναι ενέργεια, και οι μορφές της είναι τα όντα και τα φαινόμενα. «Πυρός τροπαί». Το άναμμα και το σβήσιμο «κατά μέτρα» που συντελείται στο σύμπαν (ή στα σύμπαντα, κατά τις νεότερες θεωρίες), μπορούμε να πούμε ότι είναι η γέννηση και ο θάνατος των άστρων, των ουράνιων συστημάτων, των γαλαξιών. Γέννηση και θάνατος σε μια αέναη διαδοχική κυκλική κίνηση.

Η σοφία είναι ένα μόνο πράγμα: να γνωρίζεις ότι ο ορθός λόγος κυβερνά τα πάντα μέσα από τις εσωτερικές τους σχέσεις.
(απόσπασμα 41)

Κατά την ηρακλείτεια σκέψη, τα πάντα κυβερνώνται εκ των έσω. Επισημαίνεται πολύ καθαρά, ότι το σύμπαν είναι αυτορυθμιζόμενο. Ο «ορθός λόγος», είναι η αρχή που κυβερνά. Δεν θα πρέπει να συγχέεται με κάποια θεότητα που δρα είτε εντός είτε εκτός του κόσμου (όπως είδαμε παραπάνω, ο κόσμος είναι αδημιούργητος). Είναι είδος λογικής που εμφορείται εντός του ηρακλείτειου «πυρός» και μας δίνει την αίσθηση της συμπαντικής νομοτέλειας. Πηγάζει από τα πάντα και επιδρά στα πάντα, μέσω της διαλεκτικής σχέσης που αναπτύσσουν οι διαφορετικές μορφές (όντα και δυνάμεις) της αυτής πρωταρχικής ύλης-ενέργειας. «Οτέη εκυβέρνησε πάντα δια πάντων».

Ο Ήλιος δεν θα υπερβεί τα καθορισμένα μέτρα. Διαφορετικά, οι Ερινύες, οι βοηθοί της Δίκης, θα τον ανακαλύψουν.
(απόσπασμα 94)

Όμορφα και λιτά, με εικόνες και έννοιες από την μυθολογική παράδοση, ο Ηράκλειτος εδραιώνει την νομοτέλεια. Καμία παρέκκλιση από τη φυσική τάξη των πραγμάτων δεν πρόκειται να συμβεί. Οι Ερινύες –που επεμβαίνουν κατά τη μυθολογία για να αποκαταστήσουν τη φυσική τάξη-, αλλά και η Δίκη, χρησιμοποιούνται ως παραδείγματα που δείχνουν ότι η κοσμική αρμονία δεν είναι δυνατό να διασαλευθεί. Ωστόσο, δεν πρέπει να νομίσουμε ότι ο φιλόσοφος αντιλαμβάνεται το πράγμα δικανικά. Απλά, εκφράζεται κατ’ αυτόν τον τρόπο προκειμένου να δώσει στους πολλούς να καταλάβουν τη σκέψη του, με ό,τι ήταν γνωστό σε αυτούς. Απεναντίας, στο απόσπασμα 52, ο Ηράκλειτος αντιλαμβάνεται το γίγνεσθαι, την εναλλαγή, ως ένα κοσμικό παιχνίδι. «Αιών παις εστί παίζων, πεσσεύων· παιδός η βασιληίη». Δηλαδή, ο χρόνος της ύπαρξης ή απλούστερα η ύπαρξη, είναι ένα παιδί που παίζει πεσσούς. Το παιδί εκφράζει την αθωότητα και τη χαρά. Δεν θα πρέπει να κατηγορείται όταν κτίζει βουναλάκια στην άμμο και μετά τα χαλάει. Ότι συμβαίνει, δεν θα πρέπει να αξιολογείται με τα στενά ηθικά κριτήρια που κατασκεύασε ο άνθρωπος. Το γίγνεσθαι απλά υπάρχει. Δεν είναι ένοχο για κάτι. Σε αυτό το παιχνίδι του γίγνεσθαι, τα όντα μετασχηματίζονται. Και αυτή η αλλαγή και εξέλιξη μπορεί να αφορά στα πάντα. Αυτό πάντα παραμένει, πάντα νικά, και συνεπώς σε αυτό ανήκει η βασιλεία.

Το παν είναι διαιρετό και αδιαίρετο, γενητό και αγένητο, θνητό και αθάνατο, λόγος και χρόνος, πατέρας και γιος, θεός και δίκαιο· όσοι άκουσαν όχι εμένα, αλλά τον λόγο, είναι σοφό να συμφωνήσουν ότι τα πάντα είναι ένα.
(απόσπασμα 50)

Σε αυτό το απόσπασμα, καταδεικνύεται η δυναμική ενότητα των αντιθέτων. Όσα νομίζουμε ότι είναι μεταξύ τους αντίθετα και ασυμβίβαστα, για την ηρακλείτεια σκέψη είναι συμπληρωματικά που οδηγούν σε μια αρμονία και ενότητα. Για την ηρακλείτεια διαλεκτική, είναι δυνατό να ισχύουν δύο διαφορετικά πράγματα για κάτι συγκεκριμένο. Οι πολλοί θα τα θεωρήσουν ασυμβίβαστα, επειδή δεν βλέπουν στην ολότητα αλλά στο επιμέρους, κρίνοντας ο καθένας με βάση τις αποσπασματικές του γνώμες. Το παν είναι διαιρετό, εφόσον μπορούμε και βλέπουμε τα επιμέρους όντα και τα φαινόμενα. Είναι όμως και αδιαίρετο, όταν σκεφτούμε την κοινή προέλευση που είναι το ηρακλείτειο «πυρ». Το γίγνεσθαι κινείται κυκλικά. «Σε μια πλήρη κυκλική περιφορά, η αρχή συμπίπτει με το τέλος» (απόσπασμα 103). Στον κύκλο κάθε σημείο του μπορεί να εκληφθεί ως αρχή ή ως τέλος ταυτόχρονα. Σύμφωνα με το σχήμα αυτό, το παν μπορεί να θεωρηθεί ως γενητό εφόσον κινείται εντός του κύκλου του γίγνεσθαι. Ταυτόχρονα, είναι και αγένητο, εφόσον αυτό πάντα υπάρχει. Κατά τον ίδιο τρόπο μπορεί να ιδωθεί ως θνητό-αθάνατο, λόγος-χρόνος («αιών», κατά το κείμενο), πατέρας-γιος, θεός-δίκαιο. Όλα διαφορετικά και ταυτόχρονα όλα ένα χωρίς να αναιρείται η ιδιαιτερότητα.

Για τη δυναμική ενότητα των αντιθέτων, καθώς και για την σχετικότητα του κάθε πράγματος, μπορούμε να δούμε τα κάτωθι παραδείγματα που διασώζονται στα ηρακλείτεια αποσπάσματα.

«Δεν κατανοούν με ποιο τρόπο ένα πράγμα που έρχεται σε αντίθεση με τον εαυτό του (διαφερόμενον εωυτωι),ταυτόχρονα βρίσκεται σε συμφωνία με αυτόν. Πρόκειται για αρμονία που προκύπτει από αντίρροπες κινήσεις (παλίντροπος αρμονίη), όπως στην περίπτωση του τόξου και της λύρας» (απόσπασμα 51).

«Οι άνθρωποι στην πλειονότητά τους έχουν για δάσκαλο τον Ησίοδο. Θεωρούν πως αυτός ήξερε τα περισσότερα πράγματα, παρ’ όλο που δεν γνώριζε την πραγματική φύση της ημέρας και της νύχτας, ότι δηλαδή τα δύο αυτά είναι ένα» (απόσπασμα 57).

«Οι γιατροί κόβουν, καυτηριάζουν, και με κάθε τρόπο βασανίζουν τους ασθενείς, και μετά ζητούν, αν και δεν το αξίζουν, να αμείβονται από τους αρρώστους, μολονότι κάνουν τα ίδια πράγματα, την θεραπεία και την αρρώστια» (απόσπασμα 58).

«Στη μηχανή του βυρσοδέψη, οι δύο κινήσεις, η ευθεία και η περιστροφική (η ευθεία και κυρτή περιστροφή του οργάνου που λέγεται κοχλίας· ανεβαίνει, δηλαδή, και περιστρέφεται ταυτόχρονα), είναι μια και η αυτή κίνηση» (απόσπασμα 59).

«Ο ανήφορος και ο κατήφορος είναι ένας και ο αυτός δρόμος» (απόσπασμα 60).

«Η θάλασσα είναι το πιο καθαρό και ταυτόχρονα το πιο ακάθαρτο νερό· για τα ψάρια είναι πόσιμο και ζωοποιό, για τους ανθρώπους μη πόσιμο και θανατηφόρο» (απόσπασμα 61).

Τίποτα δεν περισσεύει. Τίποτα δεν είναι απόλυτο. Το ένα εξαρτάται από το άλλο. Το ένα προσδιορίζεται από το αντίθετό του. Η διαλεκτική όλα τα αγκαλιάζει. Στην τελική, διαφορά δεν σημαίνει στην πραγματικότητα αντίφαση και χάσμα. Η θέση και η αντί-θεση, δημιουργούν την ενότητα της σύνθεσης. Ο λόγος και ο αντί-λογος, τον διάλογο. Κάθε τι, ενώ είναι ένα, μπορεί να έχει διαφορετικές εκφάνσεις.

«Οι διαφοροποιήσεις της φωτιάς, όταν αυτή αναμειγνύεται με τις διάφορες αρωματικές ουσίες και παίρνει το όνομα του κάθε αρώματος» (απόσπασμα 67).

Η αρμονία που δεν φαίνεται είναι ισχυρότερη από τη φανερή.
(απόσπασμα 54)

Σύμφωνα με τον φιλόσοφο, η αρμονία είναι μια, εφόσον όπως είδαμε και θα δούμε και στην συνέχεια «εν το παν». Η σχετική διάκριση σε «φανερή» και «κρυφή», έχει να κάνει από την άποψη του πως γίνεται αυτή κατανοητή. Ο μη φιλοσοφικός νους που δεν έχει ανέβει σε ύψος πνευματικό και δεν έχει εποπτεία των πραγμάτων, αντιλαμβάνεται την αρμονία (αν την αντιλαμβάνεται) μονόπλευρα και στατικά. Σαν μια απλή συνύπαρξη αντιθέτων. Με τρόπο δυϊστικό. Ο φιλοσοφικός νους όμως, επειδή έχει κάνει την υπέρβαση- άρα, είναι αφυπνισμένος, βλέποντας το όλον ως συνεχές χωρίς να το απομονώνει και να το αποσπά από τα επιμέρους, χωρίς να κομματιάζει και να καταλύει την ίδια την ύπαρξη, κατανοεί την αρμονία με τρόπο δυναμικό, ως συμφωνία πολλών και διαφορετικών μεταξύ τους στοιχείων, τα οποία όμως μετουσιώνονται το ένα στο άλλο. Όπως θα μας πει στο απόσπασμα 10, «Όλα είναι αλληλένδετα. Τα σύνολα και τα μη σύνολα, τα συγκλίνοντα και αποκλίνοντα, η συγχορδία κι η μονωδία. Όλα συνταιριάζονται σε ένα, και από το ένα προέρχονται όλα». «Εκ πάντων εν και εξ ενός πάντα». Αυτή η δυναμική διαλεκτική σχέση, ο φιλοσοφικός μονισμός που από την μια εναντιώνεται σε κάθε δυισμό και σε κάθε κοντόφθαλμη ματιά που επιδιώκει το χάσμα και το χώρισμα, και από την άλλη αρνείται την στατικότητα και την πλήρη ακινησία, είναι η καρδιά της ίδιας της φύσεως της πραγματικότητας. Για αυτό το λόγο λοιπόν, υπερτερεί η «αφανής» από την «φανερή» αρμονία. Επειδή λειτουργεί ως κριτήριο και μέτρο της ανθρώπινης -όχι απλά γνώσης- αλλά σοφίας. Την πολύ ενδιαφέρουσα ηρακλείτεια διάκριση «γνώσης»-«σοφίας», θα την δούμε προσεχώς.

Στη φύση αρέσει να κρύπτεται.
(απόσπασμα 123)

Η ρήση μπορεί να συνταιριάξει με όσα είπαμε παραπάνω. Επεκτείνοντας τις σκέψεις μας, η ανεύρεση της αλήθειας και η αποδοχή της βρίσκεται στην κατανόηση της φύσης, που όμως της αρέσει να κρύβεται. Όσο εξετάζει κανείς την ιστορία των επιστημών, τόσο διαπιστώνει ότι όσα πιο πολλά γνωρίζει ο άνθρωπος τόσα περισσότερα άγνωστα μονοπάτια ανοίγουν μπροστά του. Όλους αυτούς τους αιώνες πέρασαν ευφυή μυαλά. Μεγάλα πνεύματα πρόσφεραν ότι καλύτερο είχαν και συνετέλεσαν στην αύξηση της γνώσης. Και όμως, ο άνθρωπος δεν μπορεί να πει ποτέ ότι «τώρα τα γνώρισα όλα, δεν μένει τίποτα άλλο!». Θα φέρονταν ανόητα μέσα στην επιστημοσύνη του! Από τις πρώτες προσπάθειες του ανθρωπίνου πνεύματος μέσα από τις -ομολογουμένως σοφές- μυθικές κοσμογονίες των λαών, μέχρι τις πιο πρόσφατες ανακαλύψεις και θεωρίες όπως την επαναστατική θεωρία της κβαντικής μηχανικής, της θεωρίας των παράλληλων συμπάντων, των χορδών με τις δέκα διαστάσεις και της θεωρίας «Μ» των έντεκα, η ίδια αλήθεια που συνέλαβε ενστικτωδώς ο Ηράκλειτος ξεπροβάλει· «Φύσις κρύπτεσθαι φιλεί». Ποιός θα φαντάζονταν ποτέ ότι η κλασική νευτώνεια φυσική θα ανατρέπονταν κατά κάποιον τρόπο, ή (για να το πούμε καλύτερα) θα αποδεικνύονταν απλά ως τα αρχικά σκαλοπάτια της γνώσης και όχι το κεφαλόσκαλο;

Το αντίρροπο είναι χρήσιμο, και η ωραιότερη συναρμογή προκύπτει από τα διαφορετικά. Όλα γεννιούνται από την φιλονικία.
(απόσπασμα 8)

Άλλη μια διατύπωση για την δυναμική ενότητα των πάντων. Χρήσιμο το αντίρροπο ή «αντίξουν» κατά το κείμενο. Χρήσιμο και καθόλου περιττό, διότι όπως μας λέει στην συνέχεια «εκ των διαφερόντων καλλίστη αρμονίαν». Από τις διαφορές βγαίνει η ομορφότερη αρμονία. Πόσο φοβερή και βαθιά η ιδέα. Πόσο αληθινή. Πόσο ανατρεπτική σε έναν κόσμο ισοπέδωσης και ομοιομορφίας όπως ο δικός μας που έχει ήδη μπει στο ρεύμα της παγκοσμιοποίησης. Το διαφέρον είναι που δίνει το κάλλος, σπάει την μονοτονία, και δωρίζει τον πλούτο της ποικιλομορφίας. Το ίδιο, το στερεότυπο, το μαζοποιημένο, είναι νεκρό, ακίνητο, ομογενοποιημένο. Το μεν αναφέρεται στην ποιότητα, το δε στην ποσότητα, στην μάζα. Τα «διαφέροντα» παραμένουν «διαφέροντα» μέσα στην αρμονία που δημιουργούν χωρίς να συγχωνεύονται και να πολτοποιούνται. Διατηρεί το καθένα τα ποιοτικά χαρακτηριστικά που το κάνει να ξεχωρίζει από το άλλο. Όπως τα διαφορετικά γράμματα που απαρτίζουν την έκφραση ενός νοήματος. Όπως η μία μελωδία που δημιουργείται από ποικίλους φθόγγους και ήχους (βαρείς, μακρούς, και βραχείς). Μία συμφωνία από διαφορετικές φωνές, όπως θα έλεγε ο Αριστοτέλης. Η τελευταία όμως πρόταση του αποσπάσματος είναι η σημαντικότερη. «Πάντα κατ’ έριν γίνεσθαι». Ποιά όμως έριδα εννοεί; Μα φυσικά, τη δημιουργική έριδα, που φέρνει την «καλλίστη αρμονία». Είναι η ευγενής άμιλλα, ο αγών με την αρχαιοελληνική έννοια, ο σεβασμός στο έτερο και ταυτόχρονα η προσπάθεια υπερβάσεως του. Αυτός ο δυναμισμός είναι που οδηγεί τους πολιτισμούς στην δόξα και το μεγαλείο. Αυτός ο ανταγωνισμός -κατά το οποίο δεν συντρίβεται ο «αντίπαλος» ούτε υποτιμάται αλλά περισσότερο διεγείρεται προς το ανώτερο και την υπέρβαση- μπορεί να νοηθεί σε κάθε επίπεδο. Η πολυφωνία και η ποικιλομορφία στην σκέψη τρέφονται από την υγιή αυτή έριδα. Σε φυσικό επίπεδο, η έρις αφορά την πάλη των στοιχείων προς επικράτηση, χωρίς όμως να επικρατεί κανένα τελικά χάρη στη «Δίκη» και το μέτρο. Όλο αυτό επαναλαμβάνεται σε ένα αέναο γίγνεσθαι.

Ο πόλεμος είναι πατέρας και κυβερνήτης των πάντων. Αυτός άλλους τους αναδεικνύει θεούς και άλλους ανθρώπους, άλλους τους κάνει δούλους και άλλους ελεύθερους.
(απόσπασμα 53)

Έχει την ίδια σημασία με τη φράση «Όλα γεννιούνται από την φιλονικία». Το γίγνεσθαι έχει για οδηγό, αυτόν ακριβώς τον πόλεμο. Χωρίς την πάλη, δεν θα γύριζε ο τροχός του γίγνεσθαι και της εναλλαγής. Για αυτόν τον λόγο χαρακτηρίζεται ως πατέρας (επειδή γεννά) και κυβερνήτης (επειδή άρχει στα πάντα). Αυτός ο πόλεμος δεν έχει κανέναν ως τελικό νικητή, διότι τότε η ροή θα έφτανε σε ένα πέρας, κάτι ασυμβίβαστο με όσα έχουμε ήδη δει. Για παράδειγμα, αν επικρατούσε κάτι που θα υπέτασσε όλα τα άλλα, τότε ο κόσμος θα έπαυε να είναι «πυρ αείζωον» που ανάβει και σβήνει σύμφωνα με τα μέτρα. Αυτός ο πόλεμος -που οδηγεί ωστόσο στην αρμονία, έχει την έννοια της μεταστοιχείωσης του ενός στο άλλο. Ενώ το ίδιο το πυρ παραμένει σταθερό και αμετάβλητο, αλλάζει μορφές (όντα, ποιότητες, φαινόμενα). Ας δούμε μερικά παραδείγματα:

«Τα πάντα προκύπτουν από τη μεταλλαγή της φωτιάς και με τη σειρά τους όλα γίνονται φωτιά, όπως το χρυσάφι γίνεται χρήμα και το χρήμα χρυσάφι» (απόσπασμα 90).

«Τα ψυχρά θερμαίνονται, τα θερμά ψυχραίνονται, τα υγρά ξεραίνονται, τα ξερά υγραίνονται» (απόσπασμα 126).

Και συνεχίζει λέγοντας ότι ο πόλεμος άλλους τους αναδεικνύει θεούς και άλλους ανθρώπους, άλλους δούλους και άλλους ελεύθερους. Πριν από τον πόλεμο, κανείς δεν είναι ούτε «θεός» ούτε «άνθρωπος». Αυτό το «πριν» όμως ουδέποτε υπήρξε, εφόσον ο κόσμος «ην αεί και εστίν και έσται» (απόσπασμα 30). Σε έναν άναρχο κόσμο, δεν υπάρχει χρονική αρχή του γίγνεσθαι, άρα ούτε του «πολέμου». Δηλαδή, μιλώντας συμβολικά, αναφέρεται στην ανάδειξη της εκβάσεως του πολέμου. Άλλοι βγαίνουν νικητές και άλλοι ηττημένοι. Με άλλα λόγια, άλλοι καθίστανται «θεοί» και άλλοι «άνθρωποι», δούλοι και άλλοι ελεύθεροι. Βλέπουμε ότι υπάρχει αλληλεξάρτηση στις έννοιες. Τίποτα δεν μπορεί να νοηθεί χωρίς το αντίθετό του. Δεν θα ξέραμε τι είναι «δούλος», εάν δεν γνωρίζαμε τι πάει να πει ελεύθερος. Τα πράγματα, οι καταστάσεις, κοντολογίς τα πάντα αλλάζουν διαρκώς.

Δεν μπορείς να μπεις δύο φορές στο ίδιο ποτάμι, ούτε να αγγίξεις κάποια θνητή ουσία που να μένει στην ίδια κατάσταση, αλλά από την οξύτητα και την ταχύτητα της μεταβολής σκορπίζεται και πάλι συγκεντρώνεται ή μάλλον ούτε πάλι ούτε ύστερα αλλά ταυτόχρονα συνενώνεται και χάνεται, πλησιάζει και απομακρύνεται.
(απόσπασμα 91)

Όπως όλα μεταβάλλονται συνεχώς και ποτέ δεν είναι τα ίδια, έτσι και ο άνθρωπος. Δεν μπορείς να μπεις δύο φορές στο ίδιο ποτάμι. Αφενός τα νερά του ποταμού είναι διαφορετικά, αφετέρου εσύ ο ίδιος θα είσαι διαφορετικός. Δεν μπορούμε εύκολα να το συνειδητοποιήσουμε αυτό. Λέγοντας «ποτάμι», στον νου μας σχηματίζεται μια έννοια στατική. Ένα σχήμα παγωμένο. Είναι αυτό που έχει εντυπωθεί μέσα μας μέσω της αίσθησης της φυσικής οράσεως. Ωστόσο, η σχηματιζόμενη λογική έννοια, δεν υπάρχει σε αυτήν την σταθερή κατάσταση στην πραγματικότητα. Αυτό που υπάρχει είναι ένα ρεύμα που κυλά αδιάκοπα με συνεχώς νέα νερά. Αυτός ο τρόπος θεώρησης, το να βλέπεις τα πράγματα εκ των έσω- εν τω γίγνεσθαι τους- είναι η ενόραση. Περισσότερα θα δούμε όταν θα μιλήσουμε για την ηρακλείτεια γνωσιολογία. Ο εαυτός μας αλλάζει. Τόσο σε σωματικό όσο και σε πνευματικό επίπεδο. Ας κοιτάξουμε το φωτογραφικό μας άλμπουμ, και ας δούμε τον εαυτόν μας πριν πέντε, πριν δέκα, πριν είκοσι χρόνια. Δεν είμαστε οι ίδιοι. Όχι μόνο μορφολογικά, αλλά και σε οργανικό επίπεδο, εφόσον τα κύτταρα ανανεώνονται κάθε περίπου οκτώ έτη. Ας δούμε τώρα και στο «πνευματικό» μας άλμπουμ. Ο χαρακτήρας και οι αντιλήψεις μας δεν είναι οι ίδιες με αυτές που είχαμε πριν. Μάλιστα ορισμένες φορές είναι ριζικά διαφορετικά, ώστε να απορούμε σήμερα. Ψυχοσωματικά αλλάζουμε, και αυτό είναι απολύτως φυσιολογικό. Αυτό σημαίνει σε ένα ανώτερο επίπεδο αντίληψης, ότι δεν θα πρέπει να μπαίνουμε στα καλούπια που οι άλλοι θέλουν να μας χωρέσουν. Αυτοί οι άλλοι είναι οι οποιεσδήποτε συλλογικότητες, όπου κατά τον Μαξ Στίρνερ, λειτουργούν πάντα σε βάρος του ατόμου, του προσώπου. Θεωρώ ότι το υγιές είναι ο καθένας μέσω πειραματισμών να βρίσκει κάθε φορά τι του ταιριάζει ή καλύτερα κάθε φορά να κάνει την υπέρβαση του εαυτού του. Η αλλαγή είναι μια διαδικασία που δεν παρατηρείται ταυτοχρόνως με την συντέλεσή της. Μόνο κατόπιν είναι δυνατό να γίνουν οι συγκρίσεις. Όπως μας λέει και σε άλλο απόσπασμα, «Στα ίδια ποτάμια μπαίνουμε και δεν μπαίνουμε, υπάρχουμε και δεν υπάρχουμε» (απόσπασμα 49a).

Φαινομενικά λοιπόν, μπαίνει κανείς στο ποτάμι με την τάδε ονομασία. Στην πραγματικότητα όμως κάθε φορά που μπαίνουμε, βρεχόμαστε από διαφορετικά νερά. Άρα, δεν μπαίνουμε στο ίδιο ποτάμι. Φαινομενικά, υπάρχουμε κατά στατικό σταθερό τρόπο. Στην ουσία μας δεν υπάρχουμε έτσι, αλλά μεταβαλλόμαστε. «Ειμεν»(έχουμε τη δυνατότητα να είμαστε), και ταυτόχρονα «ουκ ειμεν» (δεν επιτύχαμε ακόμα αυτή τη δυνατότητα). Έχουμε το «δυνάμει» αλλά δεν κατορθώσαμε ακόμα το «ενεργεία».

Αναπαύεται μέσα απ’ τη συνεχή μεταλλαγή.
(απόσπασμα 84a)

Δεν θα ήταν ορθό εάν αποδίδαμε στην ηρακλείτεια σκέψη μόνο το στοιχείο της αέναης ροής. Εάν τίποτα δεν παρέμενε σταθερό μέσα στην αλλαγή, δεν θα υπήρχε ούτε η δυνατότητα της γνώσης ούτε το αντικείμενό της. Τί μπορεί να θεωρηθεί ως «αναπαυόμενο» μέσα στην μεταλλαγή; Είναι το «αείζωον πυρ» (το σταθερό στοιχείο) που τρέπεται και μεταστοιχειώνεται στα επιμέρους όντα και φαινόμενα. Είναι όμως και ο σταθερός ρυθμός της αλλαγής αυτής. Τα «μέτρα». Το «είναι» συνυπάρχει μέσα στο «γίγνεσθαι». Αν ρωτούσαμε σήμερα τον Ηράκλειτο, «τί είναι το είναι;», θα μας απαντούσε ότι το «είναι» του κόσμου είναι το γίγνεσθαι. Αν τον ρωτούσαμε «τί είναι το γίγνεσθαι;», θα μας απαντούσε ότι είναι το «είναι» του κόσμου.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου