Ο έρωτας είναι τυφλός. Ο θάνατος είναι τυφλός. Ο θεός Πλούτος στην αρχαία ελληνική παράδοση είναι τυφλός. Αυτό που μας ωθεί εν τέλει να κάνουμε πράγματα, να υπερβούμε καταστάσεις της ζωής είναι το αόρατο στοιχείο μέσα μας, το χθόνιο. Η συνειδητοποίηση ότι ήμαστε περαστικοί μας κάνει να θέλουμε να αφήσουμε κάτι αθάνατο πίσω μας, να δημιουργήσουμε σπουδαία πνευματικά έργα ή σε βιολογικό επίπεδο να κάνουμε παιδιά ούτος ώστε ούτε εμείς, αλλά ούτε και το γένος μας να χαθεί τελείως. Άρα το σημαντικότερο στοιχείο μας είναι το χθόνιο κομάτι του εαυτού μας. Το σημαντικότερο στοιχείο μας είναι αυτό που δεν βλέπουμε.
Πόσοι όμως κατανοούμε αυτά που δεν βλέπουμε μέσα σας; Πόσοι έχουμε την αυτογνωσία να τα κατανοήσουμε;
Σε πόσους ανθρώπους επιλέγουμε να μην χαμογελάμε κάθε μέρα επειδή ήμαστε καχύποπτοι και σε πόσους επιλέγουμε να χαμογελάμε για λόγους ιδιοτέλειας;
Η άγνοια μας κάνει πάντα καχύποπτους.
Πως μπορούμε όμως να ελέγξουμε κάτι που δεν βλέπουμε;
Γι’ αυτό το λόγω ακριβώς οι αρχαίοι Έλληνες και όχι μόνο, είχανε θεσπίσει τα μυστήρια, κάτι που μας βοηθάει να δούμε αυτό που δεν φαίνεται, που είναι αόρατο μέσα από την διαδικασία της διδασκαλίας, της κατήχησης, της μυσταγωγίας, από το ρήμα «μυώ» που σημαίνει εισάγω κάποιον στα μυστήρια, κάτι σαφώς μεγαλύτερο από το «μύω» που σημαίνει κλείνω τα μάτια ή τα χείλια, εξού και μύωψ (η ανικανότητα κάποιου να βλέπει μακριά).
Η μύηση είναι το βίωμα, η διαδικασία της είδωσης μέσα μας. Γι’ αυτόν που καταφέρνει να δει δεν έχει κανένα νόημα, αλλά και δεν του επιτρέπεται να μιλήσει για αυτά που έχει δει, διότι ο καθένας μας πρέπει να περάσει από την διαδικασία της κάθαρσης, της εμπειρίας, του βιώματος μόνος του, ως μία διαδικασία εσωτερικής κατάκτησης, εξέλιξης.
Βεβαίως η ζωή δεν αφήνει κανέναν να εφησυχάζει, μόνο που όλοι θυμόμαστε τις θεμελιώδεις αλήθειες που κρύβονται μέσα μας, κυρίως όταν η ζωή μας χτυπήσει την πόρτα.
Γι’ αυτό και κατ’ ουσίαν τις πραγματικές μυήσεις τις δίνει η ίδια η ζωή όταν καλούμαστε να υπερβούμε μία κατάσταση και όχι η όποια ομάδα εσωτερισμού, που δυστυχώς τα τελευταία χρόνια φυτρώνουν σαν μανιτάρια ειδικά στις μεγαλουπόλεις.
Ο Πλούταρχος μας λέει ότι όταν κάποιος μυηθεί και το δει μοιάζει για έναν άλλο σα να μην είναι τίποτα, γιατί δεν είναι ο χώρος που δημιουργεί την μύηση, αλλά η διαδικασία και για να φτάσεις σε αυτή την διαδικασία θα πρέπει να δεις στο άδειο το γεμάτο, γιατί εσύ το γεμίζεις. Για να φτάσεις όμως να γεμίσεις το άδειο θα πρέπει να αφαιρέσεις από μέσα σου πολλά πράγματα (και τον εαυτό και τους άλλους και το ποιος είσαι και το τι θέλεις και πολλά άλλα πράγματα που πριν θεωρούσες σημαντικά). Η διαδικασία δηλαδή των μυστηρίων είναι βήματα.
Λέγεται ότι αυτός που ήταν μυημένος τον ξεχώριζαν στην πόλη από τον τρόπο που βάδιζε, με λίγα λόγια έχει σωματοποιηθεί η γνώση στα οστά και στις αρθρώσεις, την έφερε πάνω του ως ιδιότητα. Όταν κανείς αλλάζει επίπεδο δράσης μεταμορφώνει ή παραμορφώνει τον ψυχισμό του αλλάζοντας και η μορφή του προσώπου του. Όλη η ιστορία των μύθων αυτό μας δείχνει, για παράδειγμα η μεταμόρφωση του υάκινθου σε λουλούδι είναι η ολοκλήρωση ενός κύκλου σε μία νέα μορφή ικανή να φιλοξενήσει την ανώτερη και πειθαρχημένη συνείδηση. Αλλά και η «λύτρωση» της παραμόρφωσης όπως για παράδειγμα ενός ναρκομανούς ή ενός που είχε ένα ατύχημα, σε φυτό, είναι η επιστροφή του σε μία παλαιότερη αρχέγονη μορφή της φύσης. Για να μπορεί όμως κανείς να μορφοποιεί τον εαυτό του θα πρέπει να δρα, γιατί η δράση είναι μία βουλητική διαδικασία, ενώ η εξήγηση είναι εφησυχασμός της νόησης.
Ζούμε σε μία χώρα που καλώς η κακώς λέγεται Ελλάδα και στην αρχαιότητα ζούσανε αντίστοιχα στην ίδια χώρα οι πρόγονοί μας και βιώνανε αυτά που λέμε εμείς σήμερα. Η ναυμαχία της Σαλαμίνας κρίθηκε σε μεγάλο βαθμό, μας λέει ο Ηρόδοτος, από τους μύστες της Σαλαμίνας. Υπήρχανε χιλιάδες μύστες οι οποίοι μετακινήθηκαν στην Σαλαμίνα και ήτανε έτοιμοι να πεθάνουνε για αυτό που εμείς σήμερα λέμε χώρα, έθνος, τόπο ή ιδέα. Για να έχουν το δικαίωμα οι απόγονοί τους, να μυηθούνε στο άγνωστο.
Πόσοι από μας είναι έτοιμοι για κάτι τέτοιο σήμερα;
Υπάρχουνε τρόποι ακόμη και σήμερα να μυηθούμε στο άγνωστο;
Αυτή την στιγμή κοινωνώ την άγνοιά μου μαζί σας. Ο καθένας από εμάς βρίσκεται πολλές φορές σε αυτό το σημείο, να κοινωνήσει την άγνοιά του με τους άλλους. Πόσοι όμως μεταφέρουν απλά το μήνυμα τους χωρίς να έχουν γίνει οι ίδιοι το μήνυμά τους; Αν θέλετε να εκθέσουν τον εαυτό τους σε μία «δημόσια γέννα». Να πουν σε έναν άλλο άνθρωπο σ’ αγαπώ ή απλά σ’ ευχαριστώ που υπάρχεις δίπλα μου.
Οι θεοί, οι ανώτερες λειτουργίες μας ή αν θέλετε η εξελιγμένη πλευρά του εγκεφάλου μας τρομάζει όταν δεν βρίσκει μέσα μας βλαστούς για να τραφεί.
Ο Ερμής, ο θεός της επικοινωνίας μεταξύ πόρου και πλούτου, ο θεός της ρητορικής, προσπαθεί να πείσει τον Πλούτωνα να φέρει την Περσεφόνη, την ψυχή μας, στον πάνω κόσμο και ναι μεν ο Πλούτων δέχεται την επιστροφή της Περσεφόνης στον πάνω κόσμο με τον όρο όμως ότι αυτή θα ξανά επιστρέψει πάλι στον Άδη.
Άρα τι μας διδάσκει ο μύθος; Τους κύκλους της ζωής, την αναζήτηση του βλαστού, της ψυχής μας μέσα από την ουσιαστική επαφή μας με τους άλλους και με τον εαυτό μας στον κόσμο του αοράτου, γνωρίζοντας όμως ότι θα την ξαναχάσουμε (την ψυχή μας) ή τον εαυτό μας αν θέλετε και κάποια στιγμή θα τον ξανακερδίσουμε και πάλι. Όσο όμως αυτό γίνεται γρηγορότερα η συνείδηση μας γίνετε ταχύτερη, είμαστε εν εαυτό δεν έχουμε διάσπαση, διάσταση.
Οι άνθρωποι είναι σε διάσπαση ενώ οι θεοί είναι σε συγκέντρωση, δεν διασπώνται είναι σε αρμονία. Αυτή η σύλληψη της αρμονίας εκφράστηκε στις μορφές των θεών, μέσα από την τέχνη της γλυπτικής. Ας μάθουμε λοιπόν να ανοιγοκλείνουμε την ψυχή μας.
Όταν οι άνθρωποι παύουν να έχουν βεβαιότητες μέσα τους. Όταν καταφέρνουν να ανοιγοκλείνουν την ψυχή τους, να είναι συνδεδεμένοι όλο και περισσότερο με τον ανώτερο εαυτό τους. Όταν καταφέρνουν να δουν εκεί που κανένα κέντρο εσωτερισμού δεν δίνατε να τους χαρίσει μια τέτοια είδωση τότε οι ίδιοι γίνονται μυστήριο για τους άλλους.
Πόσοι όμως κατανοούμε αυτά που δεν βλέπουμε μέσα σας; Πόσοι έχουμε την αυτογνωσία να τα κατανοήσουμε;
Σε πόσους ανθρώπους επιλέγουμε να μην χαμογελάμε κάθε μέρα επειδή ήμαστε καχύποπτοι και σε πόσους επιλέγουμε να χαμογελάμε για λόγους ιδιοτέλειας;
Η άγνοια μας κάνει πάντα καχύποπτους.
Πως μπορούμε όμως να ελέγξουμε κάτι που δεν βλέπουμε;
Γι’ αυτό το λόγω ακριβώς οι αρχαίοι Έλληνες και όχι μόνο, είχανε θεσπίσει τα μυστήρια, κάτι που μας βοηθάει να δούμε αυτό που δεν φαίνεται, που είναι αόρατο μέσα από την διαδικασία της διδασκαλίας, της κατήχησης, της μυσταγωγίας, από το ρήμα «μυώ» που σημαίνει εισάγω κάποιον στα μυστήρια, κάτι σαφώς μεγαλύτερο από το «μύω» που σημαίνει κλείνω τα μάτια ή τα χείλια, εξού και μύωψ (η ανικανότητα κάποιου να βλέπει μακριά).
Η μύηση είναι το βίωμα, η διαδικασία της είδωσης μέσα μας. Γι’ αυτόν που καταφέρνει να δει δεν έχει κανένα νόημα, αλλά και δεν του επιτρέπεται να μιλήσει για αυτά που έχει δει, διότι ο καθένας μας πρέπει να περάσει από την διαδικασία της κάθαρσης, της εμπειρίας, του βιώματος μόνος του, ως μία διαδικασία εσωτερικής κατάκτησης, εξέλιξης.
Βεβαίως η ζωή δεν αφήνει κανέναν να εφησυχάζει, μόνο που όλοι θυμόμαστε τις θεμελιώδεις αλήθειες που κρύβονται μέσα μας, κυρίως όταν η ζωή μας χτυπήσει την πόρτα.
Γι’ αυτό και κατ’ ουσίαν τις πραγματικές μυήσεις τις δίνει η ίδια η ζωή όταν καλούμαστε να υπερβούμε μία κατάσταση και όχι η όποια ομάδα εσωτερισμού, που δυστυχώς τα τελευταία χρόνια φυτρώνουν σαν μανιτάρια ειδικά στις μεγαλουπόλεις.
Ο Πλούταρχος μας λέει ότι όταν κάποιος μυηθεί και το δει μοιάζει για έναν άλλο σα να μην είναι τίποτα, γιατί δεν είναι ο χώρος που δημιουργεί την μύηση, αλλά η διαδικασία και για να φτάσεις σε αυτή την διαδικασία θα πρέπει να δεις στο άδειο το γεμάτο, γιατί εσύ το γεμίζεις. Για να φτάσεις όμως να γεμίσεις το άδειο θα πρέπει να αφαιρέσεις από μέσα σου πολλά πράγματα (και τον εαυτό και τους άλλους και το ποιος είσαι και το τι θέλεις και πολλά άλλα πράγματα που πριν θεωρούσες σημαντικά). Η διαδικασία δηλαδή των μυστηρίων είναι βήματα.
Λέγεται ότι αυτός που ήταν μυημένος τον ξεχώριζαν στην πόλη από τον τρόπο που βάδιζε, με λίγα λόγια έχει σωματοποιηθεί η γνώση στα οστά και στις αρθρώσεις, την έφερε πάνω του ως ιδιότητα. Όταν κανείς αλλάζει επίπεδο δράσης μεταμορφώνει ή παραμορφώνει τον ψυχισμό του αλλάζοντας και η μορφή του προσώπου του. Όλη η ιστορία των μύθων αυτό μας δείχνει, για παράδειγμα η μεταμόρφωση του υάκινθου σε λουλούδι είναι η ολοκλήρωση ενός κύκλου σε μία νέα μορφή ικανή να φιλοξενήσει την ανώτερη και πειθαρχημένη συνείδηση. Αλλά και η «λύτρωση» της παραμόρφωσης όπως για παράδειγμα ενός ναρκομανούς ή ενός που είχε ένα ατύχημα, σε φυτό, είναι η επιστροφή του σε μία παλαιότερη αρχέγονη μορφή της φύσης. Για να μπορεί όμως κανείς να μορφοποιεί τον εαυτό του θα πρέπει να δρα, γιατί η δράση είναι μία βουλητική διαδικασία, ενώ η εξήγηση είναι εφησυχασμός της νόησης.
Ζούμε σε μία χώρα που καλώς η κακώς λέγεται Ελλάδα και στην αρχαιότητα ζούσανε αντίστοιχα στην ίδια χώρα οι πρόγονοί μας και βιώνανε αυτά που λέμε εμείς σήμερα. Η ναυμαχία της Σαλαμίνας κρίθηκε σε μεγάλο βαθμό, μας λέει ο Ηρόδοτος, από τους μύστες της Σαλαμίνας. Υπήρχανε χιλιάδες μύστες οι οποίοι μετακινήθηκαν στην Σαλαμίνα και ήτανε έτοιμοι να πεθάνουνε για αυτό που εμείς σήμερα λέμε χώρα, έθνος, τόπο ή ιδέα. Για να έχουν το δικαίωμα οι απόγονοί τους, να μυηθούνε στο άγνωστο.
Πόσοι από μας είναι έτοιμοι για κάτι τέτοιο σήμερα;
Υπάρχουνε τρόποι ακόμη και σήμερα να μυηθούμε στο άγνωστο;
Αυτή την στιγμή κοινωνώ την άγνοιά μου μαζί σας. Ο καθένας από εμάς βρίσκεται πολλές φορές σε αυτό το σημείο, να κοινωνήσει την άγνοιά του με τους άλλους. Πόσοι όμως μεταφέρουν απλά το μήνυμα τους χωρίς να έχουν γίνει οι ίδιοι το μήνυμά τους; Αν θέλετε να εκθέσουν τον εαυτό τους σε μία «δημόσια γέννα». Να πουν σε έναν άλλο άνθρωπο σ’ αγαπώ ή απλά σ’ ευχαριστώ που υπάρχεις δίπλα μου.
Οι θεοί, οι ανώτερες λειτουργίες μας ή αν θέλετε η εξελιγμένη πλευρά του εγκεφάλου μας τρομάζει όταν δεν βρίσκει μέσα μας βλαστούς για να τραφεί.
Ο Ερμής, ο θεός της επικοινωνίας μεταξύ πόρου και πλούτου, ο θεός της ρητορικής, προσπαθεί να πείσει τον Πλούτωνα να φέρει την Περσεφόνη, την ψυχή μας, στον πάνω κόσμο και ναι μεν ο Πλούτων δέχεται την επιστροφή της Περσεφόνης στον πάνω κόσμο με τον όρο όμως ότι αυτή θα ξανά επιστρέψει πάλι στον Άδη.
Άρα τι μας διδάσκει ο μύθος; Τους κύκλους της ζωής, την αναζήτηση του βλαστού, της ψυχής μας μέσα από την ουσιαστική επαφή μας με τους άλλους και με τον εαυτό μας στον κόσμο του αοράτου, γνωρίζοντας όμως ότι θα την ξαναχάσουμε (την ψυχή μας) ή τον εαυτό μας αν θέλετε και κάποια στιγμή θα τον ξανακερδίσουμε και πάλι. Όσο όμως αυτό γίνεται γρηγορότερα η συνείδηση μας γίνετε ταχύτερη, είμαστε εν εαυτό δεν έχουμε διάσπαση, διάσταση.
Οι άνθρωποι είναι σε διάσπαση ενώ οι θεοί είναι σε συγκέντρωση, δεν διασπώνται είναι σε αρμονία. Αυτή η σύλληψη της αρμονίας εκφράστηκε στις μορφές των θεών, μέσα από την τέχνη της γλυπτικής. Ας μάθουμε λοιπόν να ανοιγοκλείνουμε την ψυχή μας.
Όταν οι άνθρωποι παύουν να έχουν βεβαιότητες μέσα τους. Όταν καταφέρνουν να ανοιγοκλείνουν την ψυχή τους, να είναι συνδεδεμένοι όλο και περισσότερο με τον ανώτερο εαυτό τους. Όταν καταφέρνουν να δουν εκεί που κανένα κέντρο εσωτερισμού δεν δίνατε να τους χαρίσει μια τέτοια είδωση τότε οι ίδιοι γίνονται μυστήριο για τους άλλους.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου