Αρχίζουμε να ορίζουμε
Ας μου επιτραπεί να θέσω ένα όριο στο σημασιολογικό πεδίο της έννοιας της τύχης, τουλάχιστον γι' αυτές τις σελίδες. Αυτό μπορεί να μας βοηθήσει ν' αποφασίσουμε ποιο μέρος είμαστε διατεθειμένοι να της παραχωρήσουμε στις αποφάσεις μας και, τελικά, πόσο χώρο θα καταλήξουμε να της αναγνωρίσουμε στη ζωή μας.
Καταρχήν, μιλάμε για τύχη όταν κάποιος φαίνεται να επηρεάζεται σημαντικά από ένα απρόοπτο γεγονός.
Με άλλα λόγια, πρέπει να συνυπάρχουν και τα δύο (έκπληξη και συναισθηματικός αντίκτυπος) για να μιλήσουμε για τύχη.
Αν το γεγονός είναι καλό (ή κακό) για το άτομο αλλά δεν υπάρχει τίποτα το «τυχαίο» ή το απροσδόκητο, τότε δεν μιλάμε για τύχη. Για παράδειγμα δεν θεωρούμε τύχη το ότι μας έδωσαν τα ρέστα στις αγορές μας σε γνήσια χαρτονομίσματα, γιατί δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς. Στο ίδιο παράδειγμα, θα αρχίζαμε να αισθανόμαστε τυχεροί αν αποδεικνυόταν πως έχουμε στο πορτοφόλι μας μόνο γνήσια χαρτονομίσματα, ενώ πληροφορηθήκαμε ότι κυκλοφορούν ψεύτικα στην περιοχή μας„ και αρκετοί γείτονες έπεσαν θύματα.
Το στοιχείο του απροόπτου —ή και του άδικου ακόμα— είναι απολύτως αναγκαίο προκειμένου η τύχη να είναι αντάξια του ονόματός της. Μας το λέει και ο Μαρκ Τουέιν στον Χάκλμπερι Φιν:
Μας χαροποιεί περισσότερο
το ένα δολάριο που βρίσκουμε στο δρόμο,
παρά τα δέκα
που παίρνουμε μισθό.
Πρέπει να θυμόμαστε ότι, εκτός από το απρόοπτο που προβλέπεται εξ ορισμού, κάποιος ή κάποιοι πρέπει να επωφελούνται ή να ζημιώνουν από το γεγονός. Διαφορετικά, αν το συμβάν είναι εντελώς ουδέτερο για όλους, δεν μπορούμε να μιλάμε για τύχη. Ας δώσουμε ένα απλό παράδειγμα: δεν είναι ούτε καλή ούτε κακή τύχη το ότι συμπτωματικά, αυτή τη στιγμή, σε κάποιο απομονωμένο σημείο του Ειρηνικού βρέχει... εκτός αν φανταστούμε ότι έχουμε στοιχηματίσει με κάποιον γι' αυτό.
Αυτό μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε ότι η διάκριση μεταξύ τυχερού και άτυχου μόνο υποκειμενική μπορεί να είναι. Ποιος άλλος μπορεί, καλύτερα από μένα, να αξιολογήσει τα γεγονότα της ζωής μου σε μια δεδομένη στιγμή;
Το παραπάνω σημαίνει ότι σχεδόν οποιαδήποτε κατάσταση μπορεί να με κάνει να νιώσω αδικαιολόγητα τυχερός ή άτυχος, αφήνοντας να εννοηθεί ότι κάπου κρύβεται κάτι καλό για μένα που εγώ το αγνοώ — ή το αντίθετο. Κι ακόμα, ότι κάτι κακό για όλους μπορεί να είναι καλό για μένα — ή το αντίστροφο.
Πάντα με προβλημάτιζε η παρακάτω υπόθεση: η κοπελίτσα από το χωριό που είναι τρελά ερωτευμένη με τον πιο επικίνδυνο εγκληματία της μεγαλούπολης, τελικά γνωρίζεται μαζί του τυχαία και καταφέρνει να τον κάνει να την ερωτευτεί. Το κορίτσι είναι τυχερό ή άτυχο;
Δεν φτάνει που η τύχη είναι τυφλή, τυφλώνει και όσους ευνοεί.
Κικέρων
Από μια άλλη άποψη, μπορεί κάποιος να αισθάνεται τυχερός όταν αυτό που του συμβαίνει είναι απολύτως προβλέψιμο, ή αποτελεί την αναμενόμενη συνέπεια της συμπεριφοράς του (ή, αντιστρόφως, βρίσκει φυσικό αυτό που είναι για όλους ασυνήθιστο ή απολύτως απροσδόκητο).
Θα σας πω μια ιστορία για να χαμογελάσετε:
Επειδή η γυναίκα του δεν μπορούσε να τον συνοδεύσει εκείνη τη φορά, ο Αντόνιο κάλεσε τον φίλο του τον Μανουέλ να πάει μαζί του να γνωρίσει το Λας Βέγκας. Αφού του εξήγησε πόσο απλό είναι το παιχνίδι με τους κερματοδέκτες, ο Αντόνιο άφησε τον φίλο του στην αίθουσα των παιχνιδιών μ' ένα μπολ γεμάτο κέρματα και πήγε στο συνηθισμένο του τραπέζι του πόκερ. Δύο ώρες αργότερα γύρισε να πάρει τον Μανουέλ. Τον βρήκε μπροστά σε ένα αυτόματο μηχάνημα που πουλούσε λεμονάδα. Έβαζε ένα δολάριο, πατούσε το κουμπί κι έβγαζε ένα κουτάκι, μετά έβαζε άλλο δολάριο, πατούσε ένα άλλο κουμπί κι έβγαζε ένα άλλο κουτάκι. Δίπλα του είχε σχηματιστεί ένα βουνό από αναψυκτικά.
«Τι κάνεις εκεί;» τον ρωτάει ο Αντόνιο.
«Έχω τύχη» του λέει ο Μανουέλ. «Έχω κερδίσει κάπου είκοσι αναψυκτικά. Μέχρι να χάσω, δεν πρόκειται να σταματήσω.»
Αυτή τη στιγμή υπάρχουν δύο μόνο λόγοι που με κάνουν να αισθάνομαι —εγώ προσωπικά— πως ειμαι τυχερός. Θα μπορούσα με βεβαιότητα να πώ πως αισθάνομαι τυχερός όταν μου συμβαίνουν καλά πράγματα που δεν τα περίμενα, και όταν ΔΕΝ μου συμβαίνουν άσχημα πράγματα που θα έπρεπε να περιμένω να μου συμβούν.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου