Δεν έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που ήταν διεθνές ανάθεμα η στάση «παράτασης και υποκρισίας» ότι όλα είναι υπό έλεγχο. Η καταδίκη της αναβλητικότητας ήταν κεντρική θέση σε επίσημα fora μετά το 2008: ηγέτες κρατών, υπουργοί, διεθνείς οργανισμοί είχαν τοποθετηθεί υπέρ της απαραίτητης μετάβασης σε μια νέα αρχιτεκτονική στην οικονομία και κατά της μεταρρυθμιστικής δειλίας που κρύβει κάτω από το χαλί τούς «δράκους» που αποκάλυψε η κρίση.
Ενα έθνος μάλιστα, το ελληνικό, έγινε με το στανιό παράδειγμα επιβολής «δύσκολων λύσεων» (άλλο αν η εφαρμογή τους αφέθηκε στην τύχη της...). Αρμόδιοι κάθε τύπου μιλούσαν για την ευκαιρία που έδωσε η κρίση για αλλαγές αναγκαίες από καιρό. Ελεγαν ότι η εποχή της αφέλειας, των φουσκωμένων αριθμών και των φανταστικών αποτιμήσεων πέρασε ανεπιστρεπτί. Αυτό που δεν είπαν, ήταν ότι τη θέση της παίρνει η εποχή της επιλεκτικής στατιστικής, που ξανα-ανοίγει την πόρτα στα παραπάνω.
Μετά το 2012, όλο και περισσότεροι ήθελαν να ακουμπήσουν στην αυτοπεποίθηση των κεντρικών τραπεζών. Η ανάγκη να αφήσουν πίσω τον πανικό συντόνισε την προσοχή στα αισιόδοξα στοιχεία και δείκτες. Εξαντλημένοι, ακόμα και οι απαισιόδοξοι αποδέχθηκαν τη θετική ανάγνωση των δεικτών. Ο πλανήτης όλος σήμερα δεν έχει πρόβλημα με την παράταση, ούτε με την υποκρισία. Το ποτήρι φαίνεται πιο μισογεμάτο από ποτέ. Είναι όμως;
Την Πέμπτη, διεθνή πρακτορεία και αγορές συναγωνίζονταν σε θετικά σχόλια για την υποχώρηση του επίσημου ποσοστού της ανεργίας στην Αμερική. Το αντίστοιχο υπουργείο εργασίας των ΗΠΑ ανακοίνωσε ότι οι θέσεις μισθωτής εργασίας τον Ιούνιο αυξήθηκαν κατά 288.000, ξεπερνώντας τις προβλέψεις για 215.000. Ομως κάτω από τον τίτλο, η είδηση έδινε περισσότερες πληροφορίες: Από τον Μάιο στον Ιούνιο, σχεδόν 800.000 Αμερικανοί βρήκαν part time απασχόληση. Αλλά την ίδια περίοδο πάνω από μισό εκατομμύριο πλήρως απασχολούμενοι έχασαν τις θέσεις τους για πάντα: Στις τελευταίες τρεις κρίσεις, οι ανακάμψεις που ακολούθησαν δεν επανέφεραν τις χαμένες full time θέσεις.
Οι ανακοινώσεις για την αμερικανική απασχόληση είναι θετικές γιατί επιβεβαιώνουν ότι υπάρχει κινητικότητα στη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου. Επιβεβαιώνουν όμως και την πορεία σε ένα ανεπαρκές μοντέλο απασχόλησης, στο οποίο περισσότερος από τον μισό χρόνο εργασίας πληρώνει λιγότερα από τα μισά: δεν καλύπτει το κόστος ζωής, δεν δημιουργεί συνταξιοδοτικές αποταμιεύσεις, δεν μπορεί να χρηματοδοτήσει κανένα –έστω και υποτυπώδες– σύστημα υγείας.
Η στατιστική –έστω επιλεκτική– επιβεβαιώνει πως η απασχόληση αλλάζει, αλλά οι κοινωνίες είναι ανέτοιμες. Αυτή η αλλαγή ενισχύεται από τεχνολογικούς και οικονομικούς παράγοντες, αλλά και από τον γενικότερο εφησυχασμό. Στη βάση όμως η απόγνωση αυξάνει. Κάθε εργαζόμενος θα πρέπει να αναζητήσει περισσότερους εργοδότες ή ροές εσόδων. Θα πρέπει να ασχοληθεί πιο ενεργητικά με τις συνταξιοδοτικές του αποταμιεύσεις, οι αυτοματισμοί εξασφάλισης έχουν τελειώσει. Αλλά οι περισσότεροι εργαζόμενοι δεν είναι έτοιμοι για μια τέτοια ζωή, δεν τους εκπαίδευσε κανείς, ούτε τους εξηγεί κάποιος γιατί συμβαίνουν όλα αυτά.
Το «πλεονέκτημα» του να ζούμε στο επίκεντρο της παγκόσμιας κρίσης είναι ότι σχεδόν όλοι έχουμε επίγνωση πόσο μεγάλο είναι αυτό που συμβαίνει. Το ποσοστό των Ελλήνων που αναμένουν ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής τους κατάστασης διαμορφώνεται στο 51%. Συνολικά, μόνο το 1,3% των πολιτών της Ε.Ε. έχει αυτή την απαισιόδοξη άποψη, οι υπόλοιποι παραμένουν ακόμα αμέριμνοι. Ακόμα και οι Ελληνες όμως έχουμε το μισό σενάριο. Ξέρουμε ότι η απασχόληση συρρικνώνεται, ότι οι part time εργαζόμενοι αυξάνονται, ότι η ασφαλιστική εξίσωση έχει καταρρεύσει. Δεν έχουμε ιδέα πώς θα προσαρμοστούμε στη νέα κατάσταση. Και σε αυτό φταίει «η παράταση και υποκρισία» και η ανθρώπινη φύση: Η διεθνής υποχώρηση του πανικού ανέβαλε την πίεση για ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις – όχι απλώς διορθωτικές κινήσεις για να μην καταρρεύσει το σύστημα. Οι ανεπτυγμένες οικονομίες υπνοβατούν, υποστηρίζοντας και υποστηριζόμενες από επιλεκτική στατιστική και μια αισιόδοξη αφήγηση. Την ίδια ώρα όμως, οι κοινωνίες χάνουν τα στηρίγματά τους (εργασία και ασφάλεια) και γλιστρούν σε ένα πέλαγος ανασφάλειας όπως ένας ξεκολλημένος παγετώνας γλιστράει –αργά αλλά επιταχυνόμενος– προς τη θάλασσα. Ισως στον επόμενο πανικό, κάτι να αλλάξει...
Ενα έθνος μάλιστα, το ελληνικό, έγινε με το στανιό παράδειγμα επιβολής «δύσκολων λύσεων» (άλλο αν η εφαρμογή τους αφέθηκε στην τύχη της...). Αρμόδιοι κάθε τύπου μιλούσαν για την ευκαιρία που έδωσε η κρίση για αλλαγές αναγκαίες από καιρό. Ελεγαν ότι η εποχή της αφέλειας, των φουσκωμένων αριθμών και των φανταστικών αποτιμήσεων πέρασε ανεπιστρεπτί. Αυτό που δεν είπαν, ήταν ότι τη θέση της παίρνει η εποχή της επιλεκτικής στατιστικής, που ξανα-ανοίγει την πόρτα στα παραπάνω.
Μετά το 2012, όλο και περισσότεροι ήθελαν να ακουμπήσουν στην αυτοπεποίθηση των κεντρικών τραπεζών. Η ανάγκη να αφήσουν πίσω τον πανικό συντόνισε την προσοχή στα αισιόδοξα στοιχεία και δείκτες. Εξαντλημένοι, ακόμα και οι απαισιόδοξοι αποδέχθηκαν τη θετική ανάγνωση των δεικτών. Ο πλανήτης όλος σήμερα δεν έχει πρόβλημα με την παράταση, ούτε με την υποκρισία. Το ποτήρι φαίνεται πιο μισογεμάτο από ποτέ. Είναι όμως;
Την Πέμπτη, διεθνή πρακτορεία και αγορές συναγωνίζονταν σε θετικά σχόλια για την υποχώρηση του επίσημου ποσοστού της ανεργίας στην Αμερική. Το αντίστοιχο υπουργείο εργασίας των ΗΠΑ ανακοίνωσε ότι οι θέσεις μισθωτής εργασίας τον Ιούνιο αυξήθηκαν κατά 288.000, ξεπερνώντας τις προβλέψεις για 215.000. Ομως κάτω από τον τίτλο, η είδηση έδινε περισσότερες πληροφορίες: Από τον Μάιο στον Ιούνιο, σχεδόν 800.000 Αμερικανοί βρήκαν part time απασχόληση. Αλλά την ίδια περίοδο πάνω από μισό εκατομμύριο πλήρως απασχολούμενοι έχασαν τις θέσεις τους για πάντα: Στις τελευταίες τρεις κρίσεις, οι ανακάμψεις που ακολούθησαν δεν επανέφεραν τις χαμένες full time θέσεις.
Οι ανακοινώσεις για την αμερικανική απασχόληση είναι θετικές γιατί επιβεβαιώνουν ότι υπάρχει κινητικότητα στη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου. Επιβεβαιώνουν όμως και την πορεία σε ένα ανεπαρκές μοντέλο απασχόλησης, στο οποίο περισσότερος από τον μισό χρόνο εργασίας πληρώνει λιγότερα από τα μισά: δεν καλύπτει το κόστος ζωής, δεν δημιουργεί συνταξιοδοτικές αποταμιεύσεις, δεν μπορεί να χρηματοδοτήσει κανένα –έστω και υποτυπώδες– σύστημα υγείας.
Η στατιστική –έστω επιλεκτική– επιβεβαιώνει πως η απασχόληση αλλάζει, αλλά οι κοινωνίες είναι ανέτοιμες. Αυτή η αλλαγή ενισχύεται από τεχνολογικούς και οικονομικούς παράγοντες, αλλά και από τον γενικότερο εφησυχασμό. Στη βάση όμως η απόγνωση αυξάνει. Κάθε εργαζόμενος θα πρέπει να αναζητήσει περισσότερους εργοδότες ή ροές εσόδων. Θα πρέπει να ασχοληθεί πιο ενεργητικά με τις συνταξιοδοτικές του αποταμιεύσεις, οι αυτοματισμοί εξασφάλισης έχουν τελειώσει. Αλλά οι περισσότεροι εργαζόμενοι δεν είναι έτοιμοι για μια τέτοια ζωή, δεν τους εκπαίδευσε κανείς, ούτε τους εξηγεί κάποιος γιατί συμβαίνουν όλα αυτά.
Το «πλεονέκτημα» του να ζούμε στο επίκεντρο της παγκόσμιας κρίσης είναι ότι σχεδόν όλοι έχουμε επίγνωση πόσο μεγάλο είναι αυτό που συμβαίνει. Το ποσοστό των Ελλήνων που αναμένουν ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής τους κατάστασης διαμορφώνεται στο 51%. Συνολικά, μόνο το 1,3% των πολιτών της Ε.Ε. έχει αυτή την απαισιόδοξη άποψη, οι υπόλοιποι παραμένουν ακόμα αμέριμνοι. Ακόμα και οι Ελληνες όμως έχουμε το μισό σενάριο. Ξέρουμε ότι η απασχόληση συρρικνώνεται, ότι οι part time εργαζόμενοι αυξάνονται, ότι η ασφαλιστική εξίσωση έχει καταρρεύσει. Δεν έχουμε ιδέα πώς θα προσαρμοστούμε στη νέα κατάσταση. Και σε αυτό φταίει «η παράταση και υποκρισία» και η ανθρώπινη φύση: Η διεθνής υποχώρηση του πανικού ανέβαλε την πίεση για ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις – όχι απλώς διορθωτικές κινήσεις για να μην καταρρεύσει το σύστημα. Οι ανεπτυγμένες οικονομίες υπνοβατούν, υποστηρίζοντας και υποστηριζόμενες από επιλεκτική στατιστική και μια αισιόδοξη αφήγηση. Την ίδια ώρα όμως, οι κοινωνίες χάνουν τα στηρίγματά τους (εργασία και ασφάλεια) και γλιστρούν σε ένα πέλαγος ανασφάλειας όπως ένας ξεκολλημένος παγετώνας γλιστράει –αργά αλλά επιταχυνόμενος– προς τη θάλασσα. Ισως στον επόμενο πανικό, κάτι να αλλάξει...
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου