ΘΟΥΚ 4.21.1–4.23.2
Οι Αθηναίοι απορρίπτουν τις προτάσεις για ειρήνη
Κατά τη διάρκεια της ανακωχής που συνομολογήθηκε ανάμεσα σε Αθηναίους και Σπαρτιάτες μετά τον αποκλεισμό της σπαρτιατικής φρουράς στη Σφακτηρία (βλ. ΘΟΥΚ 4.15.1–4.16.3), Σπαρτιάτες απεσταλμένοι έφτασαν στην Αθήνα προτείνοντας ειρήνη και συμμαχία. Ως αντάλλαγμα ζήτησαν την απελευθέρωση των αποκλεισμένων και πολιορκούμενων στρατιωτών.
[4.21.1] Οἱ μὲν οὖν Λακεδαιμόνιοι τοσαῦτα εἶπον, νομίζοντες τοὺς
Ἀθηναίους ἐν τῷ πρὶν χρόνῳ σπονδῶν μὲν ἐπιθυμεῖν, σφῶν
δὲ ἐναντιουμένων κωλύεσθαι, διδομένης δὲ εἰρήνης ἀσμένους
δέξεσθαί τε καὶ τοὺς ἄνδρας ἀποδώσειν. [4.21.2] οἱ δὲ τὰς μὲν
σπονδάς, ἔχοντες τοὺς ἄνδρας ἐν τῇ νήσῳ, ἤδη σφίσιν
ἐνόμιζον ἑτοίμους εἶναι, ὁπόταν βούλωνται ποιεῖσθαι πρὸς
αὐτούς, τοῦ δὲ πλέονος ὠρέγοντο. [4.21.3] μάλιστα δὲ αὐτοὺς
ἐνῆγε Κλέων ὁ Κλεαινέτου, ἀνὴρ δημαγωγὸς κατ’ ἐκεῖνον
τὸν χρόνον ὢν καὶ τῷ πλήθει πιθανώτατος· καὶ ἔπεισεν
ἀποκρίνασθαι ὡς χρὴ τὰ μὲν ὅπλα καὶ σφᾶς αὐτοὺς τοὺς ἐν
τῇ νήσῳ παραδόντας πρῶτον κομισθῆναι Ἀθήναζε, ἐλθόντων
δὲ ἀποδόντας Λακεδαιμονίους Νίσαιαν καὶ Πηγὰς καὶ
Τροιζῆνα καὶ Ἀχαΐαν, ἃ οὐ πολέμῳ ἔλαβον, ἀλλ’ ἀπὸ τῆς
προτέρας ξυμβάσεως Ἀθηναίων ξυγχωρησάντων κατὰ ξυμ-
φορὰς καὶ ἐν τῷ τότε δεομένων τι μᾶλλον σπονδῶν, κομί-
σασθαι τοὺς ἄνδρας καὶ σπονδὰς ποιήσασθαι ὁπόσον ἂν
δοκῇ χρόνον ἀμφοτέροις. [4.22.1] οἱ δὲ πρὸς μὲν τὴν ἀπόκρισιν
οὐδὲν ἀντεῖπον, ξυνέδρους δὲ σφίσιν ἐκέλευον ἑλέσθαι οἵτινες
λέγοντες καὶ ἀκούοντες περὶ ἑκάστου ξυμβήσονται κατὰ
ἡσυχίαν ὅτι ἂν πείθωσιν ἀλλήλους. [4.22.2] Κλέων δὲ ἐνταῦθα δὴ
πολὺς ἐνέκειτο, λέγων γιγνώσκειν μὲν καὶ πρότερον οὐδὲν
ἐν νῷ ἔχοντας δίκαιον αὐτούς, σαφὲς δ’ εἶναι καὶ νῦν,
οἵτινες τῷ μὲν πλήθει οὐδὲν ἐθέλουσιν εἰπεῖν, ὀλίγοις δὲ
ἀνδράσι ξύνεδροι βούλονται γίγνεσθαι· ἀλλὰ εἴ τι ὑγιὲς
διανοοῦνται, λέγειν ἐκέλευσεν ἅπασιν. [4.22.3] ὁρῶντες δὲ οἱ
Λακεδαιμόνιοι οὔτε σφίσιν οἷόν τε ὂν ἐν πλήθει εἰπεῖν, εἴ
τι καὶ ὑπὸ τῆς ξυμφορᾶς ἐδόκει αὐτοῖς ξυγχωρεῖν, μὴ ἐς
τοὺς ξυμμάχους διαβληθῶσιν εἰπόντες καὶ οὐ τυχόντες, οὔτε
τοὺς Ἀθηναίους ἐπὶ μετρίοις ποιήσοντας ἃ προὐκαλοῦντο,
ἀνεχώρησαν ἐκ τῶν Ἀθηνῶν ἄπρακτοι. [4.23.1] ἀφικομένων δὲ
αὐτῶν διελέλυντο εὐθὺς αἱ σπονδαὶ αἱ περὶ Πύλον, καὶ τὰς
ναῦς οἱ Λακεδαιμόνιοι ἀπῄτουν, καθάπερ ξυνέκειτο· οἱ δ’
Ἀθηναῖοι ἐγκλήματα ἔχοντες ἐπιδρομήν τε τῷ τειχίσματι
παράσπονδον καὶ ἄλλα οὐκ ἀξιόλογα δοκοῦντα εἶναι οὐκ
ἀπεδίδοσαν, ἰσχυριζόμενοι ὅτι δὴ εἴρητο, ἐὰν καὶ ὁτιοῦν
παραβαθῇ, λελύσθαι τὰς σπονδάς. οἱ δὲ Λακεδαιμόνιοι
ἀντέλεγόν τε καὶ ἀδίκημα ἐπικαλέσαντες τὸ τῶν νεῶν
ἀπελθόντες ἐς πόλεμον καθίσταντο. [4.23.2] καὶ τὰ περὶ Πύλον
ὑπ’ ἀμφοτέρων κατὰ κράτος ἐπολεμεῖτο, Ἀθηναῖοι μὲν δυοῖν
νεοῖν ἐναντίαιν αἰεὶ τὴν νῆσον περιπλέοντες τῆς ἡμέρας
(τῆς δὲ νυκτὸς καὶ ἅπασαι περιώρμουν, πλὴν τὰ πρὸς τὸ
πέλαγος, ὁπότε ἄνεμος εἴη· καὶ ἐκ τῶν Ἀθηνῶν αὐτοῖς
εἴκοσι νῆες ἀφίκοντο ἐς τὴν φυλακήν, ὥστε αἱ πᾶσαι
ἑβδομήκοντα ἐγένοντο), Πελοποννήσιοι δὲ ἔν τε τῇ ἠπείρῳ
στρατοπεδευόμενοι καὶ προσβολὰς ποιούμενοι τῷ τείχει,
σκοποῦντες καιρὸν εἴ τις παραπέσοι ὥστε τοὺς ἄνδρας
σῶσαι.
***
[4.21.1] Τόσα λοιπόν μόνο είπαν οι Λακεδαιμόνιοι, νομίζοντας πως οι Αθηναίοι λαχταρούσαν βέβαια από πρωτύτερα να συνάψουν συνθήκη, εμποδίζονταν όμως από το γεγονός πως αυτοί, οι Λακεδαιμόνιοι, εναντιώνονταν, τώρα όμως που τους προσφερόταν η ειρήνη, θα την δέχονταν πρόθυμα και θα τους έδιναν πίσω τους άντρες. [4.21.2] Οι Αθηναίοι αντίθετα νόμιζαν πως τη συνθήκη την έχουνε στο χέρι εφ' όσον κρατούνε τους άντρες στο νησί, και μπορούνε να την κλείσουνε μαζί τους όποτε θέλουν, και γι' αυτό ορέγονταν τα περισσότερα. [4.21.3] Και περισσότερο απ' όλους τους έσπρωχνε σ' αυτό ο Κλέων ο γιος του Κλεαινέτου, άντρας που οδηγούσε το λαό τον καιρό εκείνο και είχε την τέχνη να κάνει τον κόσμο να τον πιστεύει. Αυτός λοιπόν τους έπεισε ν' αποκριθούν πως πρέπει πρώτα να παραδοθούν οι άντρες στο νησί, παραδίνοντας και τα όπλα τους και να μεταφερθούνε στην Αθήνα, κι' αφού έρθουν, να επιστρέψουν οι Λακεδαιμόνιοι την Νίσαια, τις Πηγές, την Τροιζήνα και την Αχαΐα, που δεν τα είχαν πάρει με πόλεμο, αλλά σύμφωνα με την προηγούμενη συνθήκη, αφού τους τα παραχώρησαν οι Αθηναίοι τότε που από τις συμφορές που είχαν πάθει είχαν αυτοί ανάγκη να κλείσουν ειρήνη, τότε μόνο νάρθουν να πάρουν τους άντρες τους και να κλείσουνε συνθήκη για όσον καιρό αποφασίσουν και οι δυο.
[4.22.1] Αυτοί δεν έφεραν αμέσως αντίρρηση σ' αυτά αλλά παρακίνησαν τους Αθηναίους να διαλέξουν αντιπροσώπους που θα συνεδρίαζαν μαζί τους και θα συμφωνούσαν συζητώντας ήσυχα με λόγο και αντίλογο για κάθε σημείο που θα μπορούσαν να πείσουν ο ένας τον άλλο· [4.22.2] εδώ πια τους ρίχτηκε ο Κλέων με μεγάλη οξύτητα, λέγοντας πως τόξερε και από άλλοτε πως οι Λακεδαιμόνιοι δε βάζουν ποτέ στο μυαλό τους κανένα δίκαιο σκοπό, και τώρα έγινε φως φανερό πως δεν έχουν καμιά διάθεση ν' ανακοινώσουν τίποτα στην ολομέλεια του λαού, αλλά θέλουνε μόνο να συνεδριάσουνε με λίγους άντρες· αν όμως έχουνε στο νου τους κάτι σωστό τους πρόσταξε να μιλήσουν μπροστά σε όλους. [4.22.3] Βλέποντας λοιπόν οι Λακεδαιμόνιοι πως δεν τους ήτανε μπορετό να μιλήσουν προς όλο το πλήθος, έστω κι' αν αποφάσιζαν εξ αιτίας της συμφοράς τους να κάνουν κάποια παραχώρηση, από το φόβο μήπως συκοφαντηθούν προς τους συμμάχους τους πως μίλησαν και δεν πέτυχαν, και πως ούτε οι Αθηναίοι θα έκαναν αυτά που τους προτείνανε με όρους μετριοπαθείς, έφυγαν από την Αθήνα χωρίς να κατορθώσουν τίποτα.
[4.23.1] Άμα γύρισαν αυτοί πίσω, έπαψαν την ίδια στιγμή να ισχύουν οι συμφωνίες σχετικά με την Πύλο, κ' οι Λακεδαιμόνιοι ζητούσαν να ξαναπάρουν τα καράβια τους, όπως είχε συμφωνηθεί· οι Αθηναίοι όμως επειδή είχαν αφορμές να τους κατηγορήσουν πως είχαν κάνει επιδρομή στο οχύρωμα παραβαίνοντας την ανακωχή και κάτι άλλες που δεν φαίνονται άξιες να τις μνημονέψει κανείς, δεν τους εγύρισαν τα καράβια, και υποστήριζαν επίμονα πως ήτανε γραμμένο πως και το παραμικρότερο αν αθετηθεί, οι σπονδές να θεωρούνται ακυρωμένες. Οι Λακεδαιμόνιοι όμως είχαν αντιρρήσεις κ' επειδή διαμαρτύρονταν πως ήταν παράνομο να κρατούν τα πλοία έφυγαν και ετοιμάζονταν πάλι για πόλεμο. [4.23.2] Και γύρω από την Πύλο γίνονταν αληθινός πόλεμος με τα όλα του και από τους δύο, και οι Αθηναίοι περιπολούσαν αδιάκοπα την ημέρα γύρω από το νησί με δυο καράβια που έπλεαν κατ' αντίθετη το ένα προς το άλλο κατεύθυνση (αλλά τη νύχτα αγκυροβολούσαν όλα γύρω εκεί εκτός απ' την ακτή προς την ανοιχτή θάλασσα όταν φυσούσε δυνατά· κ' έφτασαν από την Αθήνα για να φρουρούν το νησί άλλα είκοσι, ώστε όλα μαζί ήταν τώρα εβδομήντα) οι Πελοποννήσιοι πάλι έστησαν στρατόπεδο στη στεριά κ' έκαναν εφόδους στο οχύρωμα, καρτερώντας την ευκαιρία, αν τυχόν παρουσιαστεί για να σώσουνε τους άντρες εκεί.
[4.21.1] Τόσα λοιπόν μόνο είπαν οι Λακεδαιμόνιοι, νομίζοντας πως οι Αθηναίοι λαχταρούσαν βέβαια από πρωτύτερα να συνάψουν συνθήκη, εμποδίζονταν όμως από το γεγονός πως αυτοί, οι Λακεδαιμόνιοι, εναντιώνονταν, τώρα όμως που τους προσφερόταν η ειρήνη, θα την δέχονταν πρόθυμα και θα τους έδιναν πίσω τους άντρες. [4.21.2] Οι Αθηναίοι αντίθετα νόμιζαν πως τη συνθήκη την έχουνε στο χέρι εφ' όσον κρατούνε τους άντρες στο νησί, και μπορούνε να την κλείσουνε μαζί τους όποτε θέλουν, και γι' αυτό ορέγονταν τα περισσότερα. [4.21.3] Και περισσότερο απ' όλους τους έσπρωχνε σ' αυτό ο Κλέων ο γιος του Κλεαινέτου, άντρας που οδηγούσε το λαό τον καιρό εκείνο και είχε την τέχνη να κάνει τον κόσμο να τον πιστεύει. Αυτός λοιπόν τους έπεισε ν' αποκριθούν πως πρέπει πρώτα να παραδοθούν οι άντρες στο νησί, παραδίνοντας και τα όπλα τους και να μεταφερθούνε στην Αθήνα, κι' αφού έρθουν, να επιστρέψουν οι Λακεδαιμόνιοι την Νίσαια, τις Πηγές, την Τροιζήνα και την Αχαΐα, που δεν τα είχαν πάρει με πόλεμο, αλλά σύμφωνα με την προηγούμενη συνθήκη, αφού τους τα παραχώρησαν οι Αθηναίοι τότε που από τις συμφορές που είχαν πάθει είχαν αυτοί ανάγκη να κλείσουν ειρήνη, τότε μόνο νάρθουν να πάρουν τους άντρες τους και να κλείσουνε συνθήκη για όσον καιρό αποφασίσουν και οι δυο.
[4.22.1] Αυτοί δεν έφεραν αμέσως αντίρρηση σ' αυτά αλλά παρακίνησαν τους Αθηναίους να διαλέξουν αντιπροσώπους που θα συνεδρίαζαν μαζί τους και θα συμφωνούσαν συζητώντας ήσυχα με λόγο και αντίλογο για κάθε σημείο που θα μπορούσαν να πείσουν ο ένας τον άλλο· [4.22.2] εδώ πια τους ρίχτηκε ο Κλέων με μεγάλη οξύτητα, λέγοντας πως τόξερε και από άλλοτε πως οι Λακεδαιμόνιοι δε βάζουν ποτέ στο μυαλό τους κανένα δίκαιο σκοπό, και τώρα έγινε φως φανερό πως δεν έχουν καμιά διάθεση ν' ανακοινώσουν τίποτα στην ολομέλεια του λαού, αλλά θέλουνε μόνο να συνεδριάσουνε με λίγους άντρες· αν όμως έχουνε στο νου τους κάτι σωστό τους πρόσταξε να μιλήσουν μπροστά σε όλους. [4.22.3] Βλέποντας λοιπόν οι Λακεδαιμόνιοι πως δεν τους ήτανε μπορετό να μιλήσουν προς όλο το πλήθος, έστω κι' αν αποφάσιζαν εξ αιτίας της συμφοράς τους να κάνουν κάποια παραχώρηση, από το φόβο μήπως συκοφαντηθούν προς τους συμμάχους τους πως μίλησαν και δεν πέτυχαν, και πως ούτε οι Αθηναίοι θα έκαναν αυτά που τους προτείνανε με όρους μετριοπαθείς, έφυγαν από την Αθήνα χωρίς να κατορθώσουν τίποτα.
[4.23.1] Άμα γύρισαν αυτοί πίσω, έπαψαν την ίδια στιγμή να ισχύουν οι συμφωνίες σχετικά με την Πύλο, κ' οι Λακεδαιμόνιοι ζητούσαν να ξαναπάρουν τα καράβια τους, όπως είχε συμφωνηθεί· οι Αθηναίοι όμως επειδή είχαν αφορμές να τους κατηγορήσουν πως είχαν κάνει επιδρομή στο οχύρωμα παραβαίνοντας την ανακωχή και κάτι άλλες που δεν φαίνονται άξιες να τις μνημονέψει κανείς, δεν τους εγύρισαν τα καράβια, και υποστήριζαν επίμονα πως ήτανε γραμμένο πως και το παραμικρότερο αν αθετηθεί, οι σπονδές να θεωρούνται ακυρωμένες. Οι Λακεδαιμόνιοι όμως είχαν αντιρρήσεις κ' επειδή διαμαρτύρονταν πως ήταν παράνομο να κρατούν τα πλοία έφυγαν και ετοιμάζονταν πάλι για πόλεμο. [4.23.2] Και γύρω από την Πύλο γίνονταν αληθινός πόλεμος με τα όλα του και από τους δύο, και οι Αθηναίοι περιπολούσαν αδιάκοπα την ημέρα γύρω από το νησί με δυο καράβια που έπλεαν κατ' αντίθετη το ένα προς το άλλο κατεύθυνση (αλλά τη νύχτα αγκυροβολούσαν όλα γύρω εκεί εκτός απ' την ακτή προς την ανοιχτή θάλασσα όταν φυσούσε δυνατά· κ' έφτασαν από την Αθήνα για να φρουρούν το νησί άλλα είκοσι, ώστε όλα μαζί ήταν τώρα εβδομήντα) οι Πελοποννήσιοι πάλι έστησαν στρατόπεδο στη στεριά κ' έκαναν εφόδους στο οχύρωμα, καρτερώντας την ευκαιρία, αν τυχόν παρουσιαστεί για να σώσουνε τους άντρες εκεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου