ΠΡΟΣΦΑΤΑ, ΕΤΥΧΕ ΝΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΩ ΤΗΝ ΕΞΗΣ ΣΚΗΝΗ: ένα τρίχρονο αγοράκι σερνόταν αργά πίσω από τη μητέρα και τον πατέρα του μέσα σε ένα γεμάτο κόσμο αεροδρόμιο. Ανά πέντε δευτερόλεπτα, το νήπιο ούρλιαζε διαπεραστικά! Αυτό που έκανε τα πράγματα ακόμη χειρότερα, όμως, ήταν ότι ούρλιαζε γιατί το ήθελε. Δεν ήταν ότι είχε φτάσει στα όριά του και δεν είχε άλλο τρόπο να το διαχειριστεί. Ως γονιός, μπορούσα να καταλάβω από τον τόνο του ότι ούρλιαζε γιατί αυτό ήθελε να κάνει. Ενοχλούσε τόσο τους γονείς του όσο και εκατοντάδες άλλους ανθρώπους για να τραβήξει την προσοχή τους. Ίσως κάτι να χρειαζόταν εκείνη τη στιγμή. Όμως δεν υπήρχε τρόπος να το πάρει και οι γονείς του έπρεπε να του το έχουν πει. Τώρα, μπορεί να σκεφτείς: «Μα, ίσως να ήταν και οι γονείς εξαντλημένοι και να είχαν τζετ λαγκ, μετά από μια μεγάλη πτήση». Όμως, όποια και αν ήταν η κατάσταση των γονιών, αν αφιέρωναν Τριάντα δευτερόλεπτα για να εφαρμόσουν μια προσεκτικά εστιασμένη τεχνική επίλυσης προβλημάτων θα μπορούσαν να βάλουν ένα τέλος σε αυτό το ντροπιαστικό επεισόδιο. Κάποιοι άλλοι γονείς, περισσότερο σκεπτόμενοι, δεν θα άφηναν κάποιον για τον οποίον νοιάζονται, δηλαδή το παιδί τους, να γίνει αντικείμενο περιφρόνησης ενός ολόκληρου πλήθους.
Έχει τύχει να δω ένα τετράχρονο αγόρι να μένει νηστικό σε τακτική βάση. Η νταντά του είχε κάποιο ατύχημα και προσωρινά τον φρόντιζαν οι γείτονες εναλλάξ. Την ημέρα που ήταν η σειρά μας και η μητέρα του τον άφησε στο σπίτι μας, μας είπε ότι δεν έτρωγε απολύτως τίποτα, όλη την ημέρα. «Δεν πειράζει» είπε εκείνη. Φυσικά και πειράζει (σε περίπτωση που αυτό δεν είναι προφανές). Αυτό ήταν το ίδιο τετράχρονο αγόρι που αργότερα γαντζώθηκε επάνω στη γυναίκα μου για ώρες με απόλυτη απόγνωση και πλήρη αφοσίωση, όταν με πείσμα, επιμονή και φιλευσπλαχνία η γυναίκα μου κατάφερε να τον ταΐσει ένα ολόκληρο μεσημεριανό γεύμα, ενώ καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας τον επιβράβευε για τη συνεργασία του και αρνιόταν να τον αφήσει χωρίς φαγητό. Ξεκίνησε με κλειστό στόμα, ενώ καθόταν μαζί με όλους μας στο τραπέζι της τραπεζαρίας, τη γυναίκα μου, εμένα, τα δυο μας παιδιά και δυο γειτονόπουλα που φροντίζαμε στη διάρκεια της ημέρας. Έβαλε το πιρούνι μπροστά του, περιμένοντας υπομονετικά, πεισματικά, ενώ εκείνος. · κουνούσε το κεφάλι του μπρος πίσω, αρνούμενος να ανοίξει το στόμα του, χρησιμοποιώντας τις συνήθεις αμυντικές μεθόδους ενός μη συνεργάσιμου και όχι και τόσο καλά φροντισμένου παιδιού δύο ετών.
Δεν το άφησε όμως έτσι. Τον χάιδευε στο κεφάλι κάθε φορά που κατάφερνε να φάει μια μπουκιά, ενώ του έλεγε με ειλικρίνεια ότι ήταν ένα καλό παιδί» όποτε το έκανε αυτό. Και όντως η γυναίκα μου πίστευε ότι αυτό το αγόρι ήταν καλό παιδί. Ήταν ένα χαριτωμένο, πληγωμένο παιδί. Δέκα λεπτά αργότερα, χωρίς πολλή φασαρία, τελείωσε όλο του το φαγητό. Όλοι μας κοιτούσαμε με κομμένη την ανάσα, Μπροστά μας εκτυλισσόταν ένα δράμα ζωής και θανάτου.
«Κοίτα» είπε η γυναίκα μου, δείχνοντάς του το πιάτο. «Το τελείωσες όλα». , που όταν το είδα για πρώτη φορά στεκόταν στη γωνία μόνο του. Το αγόρι οικειοθελώς και με λύπη, το αγόρι που δεν έπαιζε με τα άλλα παιδιά, που συνέχεια ήταν κατσουφιασμένο, που δεν ανταποκρινόταν όταν το γαργαλούσα ή το τσίγκλαγα, καθώς προσπαθούσα να το πείσω να παίξει, αυτό το αγόρι έσκασε · Ένα πλατύ, λαμπερό χαμόγελο. Και αυτό έδωσε χαρά σε όλους μας στο τραπέζι. Και σήμερα, μετά από είκοσι χρόνια, καθώς γράφω για αυτό, μου έρχονται δάκρυα στα μάτια. Στη συνέχεια, για το υπόλοιπο της ημέρας το μικρό αυτό αγόρι ακολουθούσε τη γυναίκα μου γύρω γύρω στο σπίτι σαν κουτάβι και δεν ήθελε να την αφήσει από τα μάτια του. Όταν η γυναίκα μου καθόταν κάπου, το αγόρι πηδούσε στην αγκαλιά της, κουλουριαζόταν, ανοιγόταν και πάλι στον κόσμο, ενώ απεγνωσμένα έψαχνε την αγάπη που του είχαν για πολύ καιρό αρνηθεί. Αργότερα μέσα στην ίδια μέρα, αλλά υπερβολικά πολύ σύντομα, ξαναεμφανίστηκε η μητέρα του. Κατέβηκε τα σκαλιά που οδηγούσαν στο δωμάτιο που βρισκόμασταν όλοι. «Α, να και η σούπερ μαμά» ξεστόμισε με κακία, καθώς είδε τον γιο της κουλουριασμένο στην αγκαλιά της γυναίκας μου. Στη συνέχεια έφυγε, με τη μαύρη, δολοφονική της καρδιά ανέγγιχτη και το καταδικασμένο παιδί από το χέρι. Αυτή η γυναίκα ήταν ψυχολόγος. Αλίμονο τι βλέπει κανείς ακόμη και με ένα μάτι ανοιχτό. Δεν είναι παράλογο που οι άνθρωποι θέλουν να παραμένουν τυφλοί .
Κάποιοι εντοπίζουν όλα τα προβλήματα αυτού του είδους στον ενήλικο, είτε πρόκειται για τον γονέα είτε για την ευρύτερη κοινωνία. Άνθρωποι σαν και αυτούς λένε: «Δεν υπάρχουν κακά παιδιά, μόνο κακοί γονείς». Όταν μας έρχεται στον νου η εξιδανικευμένη εικόνα ενός άσπιλου παιδιού, τότε αυτή η ιδέα μοιάζει να δικαιολογείται πλήρως. Η ομορφιά, η ανοιχτοσύνη, η χαρά, η εμπιστοσύνη και η ικανότητα για αγάπη που χαρακτηρίζει τα παιδιά κάνουν εύκολο να προσδώσει κανείς όλη την ευθύνη στους ενήλικους που βρίσκονται εκεί. Όμως αυτή η στάση είναι επικίνδυνα και αφελώς ρομαντική. Είναι, επίσης, υπερβολικά μονομερής, στην περίπτωση των γονιών που έχουν έναν εξαιρετικά δύσκολο γιο ή μια εξαιρετικά δύσκολη κόρη. Επιπλέον, δεν είναι ό,τι καλύτερο να αποδίδουμε αδιακρίτως όλη την ανθρώπινη εξαχρείωση στην κοινωνία. Αυτό το συμπέρασμα μετακυλίει το πρόβλημα πίσω στον χρόνο. Δεν εξηγεί τίποτα και δεν λύνει κανένα πρόβλημα. Εάν η κοινωνία είναι αυτή που είναι εξαχρειωμένη και όχι τα άτομα που την απαρτίζουν, τότε από πού προήλθε η εξαχρείωση τους.
Εάν η κοινωνία είναι αυτή που είναι εξαχρειωμένη και όχι τα άτομα που την απαρτίζουν, τότε από πού προήλθε η εξαχρείωση; Πώς πολλαπλασιάστηκε; Είναι μια εντελώς μονομερής και βαθιά ιδεολογική θεωρία.
Ακόμη πιο προβληματική είναι η επιμονή που λογικά προέρχεται από αυτήν την υπόθεση σχετικά με την κοινωνική εξαχρείωση ότι όλα τα ατομικά προβλήματα, όσο σπάνια και να είναι, πρέπει να λύνονται με πολιτισμική αναδιάρθρωση, όσο ριζική και να είναι αυτή. Η κοινωνία μας αντιμετωπίζει ολοένα και περισσότερο το κάλεσμα να αποδομήσει τις σταθεροποιητικές της παραδόσεις συμπεριλάβει όλο και μικρότερους αριθμούς ανθρώπων που δεν ταιριάζουν ή δεν θέλουν να ταιριάξουν στις κατηγορίες στις οποίες βασίζονται οι αντιλήψεις μας. Αυτό δεν είναι καλό. Τα προσωπικά προβλήματα κάθε ανθρώπου δεν μπορούν να λυθούν από την κοινωνική επανάσταση, γιατί οι επαναστάσεις είναι αποσταθεροποιητικές και επικίνδυνες. Έχουμε μάθει να ζούμε μαζί και να οργανώνουμε τις περίπλοκες κοινωνίες μας αργά και σταδιακά, μετά από πολύ μεγάλα χρονικά διαστήματα, και δεν καταλαβαίνουμε με επαρκή ακρίβεια γιατί ό,τι κάνουμε λειτουργεί. Έτσι, το να αλλάξουμε τους τρόπους του κοινωνικού μας Είναι στο όνομα κάποιου ιδεολογικού συνθήματος (ένα από αυτά που μου έρχονται στον νου είναι η ποικιλομορφία) είναι πολύ πιθανό να προκαλέσει πολύ περισσότερα προβλήματα αντί να φέρει καλό, δεδομένης της ταλαιπωρίας που προκαλούν κατά κανόνα ακόμη και οι μικρές επαναστάσεις.
Ήταν πραγματικά καλό, για παράδειγμα, που απελευθερώθηκαν σε τόσο μεγάλο βαθμό οι νόμοι περί διαζυγίων τη δεκαετία του 1960; Δεν είμαι πολύ σίγουρος ότι θα συμφωνούσαν τα παιδιά οι ζωές των οποίων αποσταθεροποιήθηκαν από την υποθετική ελευθερία που έφερε αυτή η προσπάθεια απελευθέρωσης. Ο τρόμος και η φρίκη βρίσκονται πίσω από τους τοίχους που με τόση σοφία μας παρείχαν οι πρόγονοί μας. Γκρεμίζουμε αυτούς τους τοίχους με δικό μας κίνδυνο. Πατάμε, χωρίς να το ξέρουμε, επάνω σε λεπτό πάγο, με βαθιά, παγωμένα νερά από κάτω, όπου παραφυλάνε τέρατα πέρα από κάθε φαντασία.
Βλέπω τους σημερινούς γονείς να είναι τρομοκρατημένοι από τα παιδιά τους, αφενός γιατί έχουν θεωρηθεί οι κοντινότεροι εκπρόσωποι αυτής της υποθετικής τυραννίας, ενώ αφετέρου στερούνται τα εύσημα του ρόλου τους ως καλοπροαίρετων και απαραίτητων εκπροσώπων της πειθαρχίας, της τάξης και της συμβατικότητας. Βρίσκονται στο άβολο μεταίχμιο της ανασφάλειας που προκαλεί η πανίσχυρη σκιά του εφηβικού ήθους της δεκαετίας τους 1960, μιας δεκαετίας της οποίας οι υπερβολές οδήγησαν στην ευρεία υποτίμηση της ενηλικίωσης, σε μια άλογη δυσπιστία ως προς την ύπαρξη μιας ικανής δύναμης και στην ανικανότητα να διακρίνει κανείς μεταξύ του χάους της ανωριμότητας και της υπεύθυνης ελευθερίας. Όλα αυτά έχουν οδηγήσει στη μεγάλη ευαισθησία των γονιών προς τη βραχυπρόθεσμη ταλαιπωρία των παιδιών τους, ενώ έχει αυξήσει τον φόβο τους μην τυχόν καταστρέψουν τα παιδιά τους σε επώδυνο και μη παραγωγικό βαθμό… Ίσως σκεφτείς ότι είναι προτιμότερο αυτό παρά το αντίστροφο, όμως υπάρχουν καταστροφές που καραδοκούν σε κάθε άκρα κάθε ηθικού συνεχούς.
Ο ευγενής άγριος έχει ειπωθεί ότι κάθε άτομο είναι συνειδητός ή ασυνείδητος ακόλουθος κάποιου σημαντικού φιλοσόφου. Η πεποίθηση ότι το πνεύμα των παιδιών είναι εγγενώς αγνά και ότι καταστρέφεται μόνο από τον πολιτισμό και την κοινωνία προέρχεται σε μεγάλο βαθμό από τον Ζαν-Ζακ Ρουσώ, τον γαλλόφωνο φιλόσοφο του δεκάτου-ογδόου αιώνα από τη Γενεύη. Ο Ρουσώ ήταν ένθερμος υποστηρικτής της ιδέας ότι τόσο η ανθρώπινη κοινωνία όσο και η ατομική ιδιοκτησία έφερναν τη διαφθορά. Υποστήριζε ότι δεν υπήρχε τίποτα εξίσου ευγενικό και υπέροχο όσο ένας άνθρωπος στην προ του πολιτισμού κατάσταση. Ακριβώς την ίδια χρονική περίοδο, διαπιστώνοντας την ανικανότητά του ως πατέρα, εγκατέλειψε τα πέντε του παιδιά στη μοιραία φροντίδα των ορφανοτροφείων εκείνης της εποχής.
Ωστόσο, ο ευγενής άγριος που περιέγραψε ο Ρουσώ ήταν ένα ιδανικό, κάτι το αφηρημένο, αρχετυπικό και θρησκευτικό και όχι η χειροπιαστή πραγματικότητα που εκείνος επέθετε. Το μυθικά άψογο Θείο Βρέφος πάντοτε κυριαρχεί στη φαντασία μας. Είναι το δυναμικό της νιότης, ο νεογέννητος ήρωας, ο αδικημένος αθώος, ο χαμένος γιος του δίκαιου βασιλιά. Είναι οι υπαινιγμοί της αθανασίας που συνοδεύουν τις πρώιμες εμπειρίες μας. Είναι ο Αδάμ, ο τέλειος άνδρας, που περπατά αναμάρτητος μαζί με τον Θεό στον Κήπο της Εδέμ πριν από την Πτώση. Ωστόσο, οι άνθρωποι είναι τόσο κακοί όσο και καλοί και η σκιά που υπάρχει για πάντα στην ψυχή μας υπάρχει και σε μεγάλο μέρος του νεότερου εαυτού μας. Γενικά, οι άνθρωποι βελτιώνονται καθώς μεγαλώνουν, αντί να χειροτερεύουν: γίνονται πιο ευγενικοί, πιο ευσυνείδητοι και πιο σταθεροί συναισθηματικά καθώς τρομάζουν. Ο εκφοβισμός στην απόλυτη και συχνά φρικτή ένταση των σχολικών προαυλίων σπάνια εκδηλώνεται στην κοινωνία των ενηλίκων.
Επομένως, συμπεραίνουμε ότι δεν είναι απλώς λάθος να αποδίδουμε όλες τις βίαιες τάσεις των ανθρώπων στις παθολογίες της κοινωνικής δομής, Είναι τόσο λάθος που ισοδυναμεί με το να είναι κανείς στην ουσία οπισθοδρομικός. Η ζωτικής σημασίας διαδικασία της κοινωνικοποίησης προλαμβάνει μεγάλο μέρος του κακού και δημιουργεί τις προϋποθέσεις για μεγάλο μέρος του καλού. Τα παιδιά πρέπει να διαμορφώνονται και να ενημερώνονται, διαφορετικά δεν μπορούν να ευημερήσουν. Αυτό το γεγονός αντανακλάται με σκληρό τρόπο στη συμπεριφορά τους: τα παιδιά προσδοκούν με απόλυτη απελπισία την προσοχή των συνομηλίκων και των ενηλίκων γύρω τους γιατί αυτή η προσοχή, η οποία τα καθιστά αποτελεσματικά και εκλεπτυσμένα μέλη της κοινότητας, είναι απαραίτητη σε ζωτικό βαθμό. Τα παιδιά μπορεί να τα βλάψει εξίσου, ή και περισσότερο μάλιστα, η έλλειψη σημαντικής προσοχής σε σχέση με την κακοποίηση, τόσο την ψυχολογική όσο και τη σωματική. Η βλάβη που προκαλείται λόγω της έλλειψης προσοχής προκαλείται από την παράλειψη της πράξης, παρά από την ίδια την πράξη, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι είναι λιγότερο σοβαρή ή μακρά σε διάρκεια. Τα παιδιά υφίστανται βλάβη όταν οι «φιλεύσπλαχνα» απόντες γονείς δεν τα κάνουν εύστροφα και παρατηρητικά και ξύπνια και τα αφήνουν, αντιθέτως, σε μία ασυνείδητη και αδιαφοροποίητη κατάσταση. Τα παιδιά υφίστανται βλάβη όταν αυτοί που είναι επιφορτισμένοι με τη φροντίδα τους, φοβούμενοι την οποιαδήποτε σύγκρουση ή αναστάτωση, δεν τολμούν πλέον να τα διορθώσουν και τα αφήνουν χωρίς καθοδήγηση. Μπορώ ακόμη και στον δρόμο να αναγνωρίσω τα παιδιά που έχουν τέτοιους γονείς. Είναι μαλθακά, δεν έχουν στόχο και άγονται και φέρονται. Είναι σαν από μολύβι, θαμπά αντί να είναι από χρυσάφι και να λάμπουν. Είναι σαν τον άπλαστο πηλό, παγιδευμένα σε μια διαρκή κατάσταση αναμονής.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου