Ο άνθρωπος δεν υπέφερε πάντοτε από τις ίδιες ασθένειες.
Πάντοτε ο άνθρωπος αρρώσταινε. Από μολυσματικές ασθένειες οφειλόμενες σε παθογόνους μικροοργανισμούς και παράσιτα ή από εγγενείς δυσλειτουργίες του ίδιου του σώματός του. Και στις δύο περιπτώσεις, τόσο η φύση των ασθενειών όσο και η συνεισφορά τους στη συνολική νοσηρότητα ήταν άμεση συνάρτηση του περιβάλλοντος και του τρόπου ζωής. Για να προσβληθεί κανείς από ένα παθογόνο θα έπρεπε να συναντηθεί μαζί του στο ίδιο περιβάλλον, και μάλιστα με συχνότητα έκθεσης που να εγγυάται την επιτυχή προσβολή.
Κατά συνέπεια, οι μετακινήσεις, η χωρική σύμπτωση θύτη και θύματος και η πυκνότητα των αντίστοιχων πληθυσμών έχουν μεγάλη σημασία. Το ίδιο και οι διατροφικές συνήθειες, η συμπεριφορά και ο τρόπος ζωής, που κατά περιόδους μπορεί να αυξάνουν έναν συγκεκριμένο κίνδυνο προσβολής, ενώ μειώνουν έναν άλλο. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αλλάζουν με τον χρόνο και τα επιδημιολογικά πρότυπα, δηλαδή η σημασία των επιμέρους ασθενειών στον πληθυσμό.
Στους φυσικούς ζωικούς πληθυσμούς και σε φυσικά περιβάλλοντα, οι επιδημιολογικές μεταπτώσεις είναι σπάνιες και τόσο βραδείες, ώστε να καθίστανται αδιόρατες. Το περιβάλλον αλλάζει αρκετά αργά, ώστε να δίνει άπλετο χρόνο στη διαδικασία της εξέλιξης να παγιώνει οικολογικές σχέσεις και συμπεριφορές, και να εξισορροπεί την ισχύ των αμυντικών εξοπλισμών του θύματος και των επιθετικών εφοδίων του θύτη. Μια φαινομενική εξελικτική στασιμότητα, όπου κανείς δεν εξολοθρεύεται εντελώς, αλλά και κανείς δεν μένει νηστικός. Εξαίρεση αποτελούν οι σφοδρές περιβαλλοντικές αναταράξεις, οι αιφνίδιες εκείνες φυσικές ή άλλες καταστροφές, κατά τις οποίες οι λόγοι της νοσηρότητας και θνησιμότητας σχετίζονται με την ίδια την καταστροφή. Ως παράδειγμα, όλοι οι οργανισμοί που πλήττονται σήμερα από την ανθρώπινη δραστηριότητα και επέκταση διανύουν μια επιδημιολογική μεταπτώση που κάνει το ατύχημα την κυριότερη αιτία θανάτου.
Στην περίπτωση των μεταδιδόμενων ασθενειών, ο μολυσματικός παράγοντας μπορεί να ενδημεί, δηλαδή να διατηρείται προσβάλλοντας ένα ασήμαντα μικρό μέρος του πληθυσμού. Ωστόσο μετά από κάποια αλλαγή στο περιβάλλον ή στη συμπεριφορά το. ξενιστή, ο μολυσματικός παράγοντας μπορεί να αυξήσει τη συχνότητά του, προκαλώντας επιδημία. Αν η νοσηρότητα επεκταθεί σε όλους τους πληθυσμούς του είδους, τότε πρόκειται για πανδημία.
Οι έννοιες της υγείας και της αρρώστιας μεταβάλλονται όταν αλλάζουν το περιβάλλον και ο τρόπος ζωής.
Η αλματώδης ανάπτυξη του ανθρώπινου πληθυσμού μετά την υιοθέτηση της γεωργίας και της κτηνοτροφίας, και η συνακόλουθη πολιτισμική και τεχνολογική εξέλιξη, άλλαξαν άρδην το περιβάλλον, την ανθρώπινη συμπεριφορά και τον τρόπο ζωής με έναν ρυθμό που δεν έχει προηγούμενο στην ανθρώπινη ιστορία. Αντίστοιχα μεταβλήθηκαν και οι σχέσεις μεταξύ υγείας και ασθένειας τουλάχιστον δύο φορές. Μία κατά τη μετάβαση από την παλαιολιθική στη νεολιθική εποχή, που ξεκίνησε πριν από 12.000 χρόνια, και μία κατά τη Βιομηχανική Επανάσταση, που ξεκίνησε πριν από 300 περίπου χρόνια. Πιστεύεται ότι σήμερα αναδύεται μία τρίτη επιδημιολογική μετάπτωση, παρότι η προηγούμενη συνέβη μόλις πριν από 300 χρόνια. Ασφαλώς, τα χρονικά αυτά ορόσημα δεν είναι ίδια για όλο τον κόσμο. Η λεγόμενη Νεολιθική Επανάσταση δεν ολοκληρώθηκε παρά μόλις πριν από μερικές δεκαετίες, όταν και οι τελευταίες ομάδες κυνηγών-τροφοσυλλεκτών αναγκάστηκαν να υποκύψουν στο δέλεαρ της καλλιέργειας, ενώ υπάρχουν ακόμα γεωγραφικές περιοχές που έχουν ελάχιστα επηρεαστεί από τη Βιομηχανική Επανάσταση, εισπράττοντας περισσότερο το κόστος, παρά τα πλεονεκτήματα της ανάπτυξης.
Τις παραπάνω γενικότητες μπορούμε να δούμε με μεγαλύτερη λεπτομέρεια εξιστορώντας την πορεία της νοσηρότητας του ανθρώπου μέσα στον χρόνο. Η εξιστόρηση αυτή, η οποία είναι πιθανότατα ορθή, στηρίζεται στον συνδυασμό δεδομένων και λογικοφανών υποθέσεων, που εξάγονται από την προϊστορία, την ιστορία, την ανθρωπολογία, την αρχαιολογία, την παλαιοκλιματολογία, την παλαιο-ατροδικαστική και τη μοριακή βιολογία.
Το παλαιολιθικό υπόβαθρο
Από την εμφάνισή του, πριν 200 χιλιάδες χρόνια, και μέχρι τη Νεολιθική Επανάσταση, το είδος Homo sapiens ζει σε μικρές ομάδες που περιπλανώνται για την εύρεση τροφής. Οι ασθένειες που προσβάλλουν τον άνθρωπο σε αυτή την περίοδο είναι κειμήλια από τους ανθρωποειδείς μας προγόνους. Μια ιδέα μπορούμε να πάρουμε από αυτά που σήμερα προσβάλλουν στον φυσικό τους χώρο τους χιμπατζήδες, τους ουρακοτάγκους και τους γορίλες. Εντερικά παράσιτα όπως η ταινία, πρωτόζωα, ψείρες, σαλμονέλα, ίσως τύφος και σταφυλόκοκκος. Ωστόσο, η φυσική δραστηριότητα και η ποικιλία στη διατροφή του πρωτόγονου ανθρώπου κρατούν τη φυσική του κατάσταση σε ικανοποιητικά επίπεδα και τη νοσηρότητα χαμηλή. Οι μικρές ομάδες, που κινούνται συνεχώς ακολουθώντας τη μετανάστευση των θηραμάτων και την εποχική ανάπτυξη των φυτών, δεν ευνοούν τη δημιουργία μόνιμων εστιών ρύπανσης. Οι επαφές μεταξύ των ομάδων, κυρίως για την ανταλλαγή συντρόφων, ώστε να αποφεύγουν τις δυσμενείς συνέπειες της ενδογαμίας, είναι μάλλον σπάνιες. Οι μολυσματικές ασθένειες λοιπόν είναι σποραδικές, ενδημούν μεν αλλά δεν εξελίσσονται σε επιδημίες.
Οι εκφυλιστικές ασθένειες δεν προλαβαίνουν να εκδηλωθούν, μια και το προσδόκιμο επιβίωσης δεν ξεπερνά, κατά μέσον όρο, τα 30 χρόνια. Εικάζεται ότι αυτή η χαμηλή τιμή οφείλεται στη μεγάλη παιδική και μητρική θνησιμότητα λόγω επιπλοκών κατά τον τοκετό και στα τραύματα των νέων ανδρών κατά το κυνήγι ή κατά τις διενέξεις με γειτονικές ομάδες. Η πληθυσμιακή ισορροπία εξασφαλίζεται από τον συνδυασμό των περιορισμών στους περιβαλλοντικούς πόρους (κυνήγι, καρποί, ψάρεμα), και τον περιορισμό των γεννήσεων σε έναν τοκετό ανά γυναίκα και ανά τετραετία, δεδομένου ότι ο πλάνητας βίος δεν επιτρέπει τη μεταφορά περισσότερων παιδιών.
Πάντοτε ο άνθρωπος αρρώσταινε. Από μολυσματικές ασθένειες οφειλόμενες σε παθογόνους μικροοργανισμούς και παράσιτα ή από εγγενείς δυσλειτουργίες του ίδιου του σώματός του. Και στις δύο περιπτώσεις, τόσο η φύση των ασθενειών όσο και η συνεισφορά τους στη συνολική νοσηρότητα ήταν άμεση συνάρτηση του περιβάλλοντος και του τρόπου ζωής. Για να προσβληθεί κανείς από ένα παθογόνο θα έπρεπε να συναντηθεί μαζί του στο ίδιο περιβάλλον, και μάλιστα με συχνότητα έκθεσης που να εγγυάται την επιτυχή προσβολή.
Κατά συνέπεια, οι μετακινήσεις, η χωρική σύμπτωση θύτη και θύματος και η πυκνότητα των αντίστοιχων πληθυσμών έχουν μεγάλη σημασία. Το ίδιο και οι διατροφικές συνήθειες, η συμπεριφορά και ο τρόπος ζωής, που κατά περιόδους μπορεί να αυξάνουν έναν συγκεκριμένο κίνδυνο προσβολής, ενώ μειώνουν έναν άλλο. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να αλλάζουν με τον χρόνο και τα επιδημιολογικά πρότυπα, δηλαδή η σημασία των επιμέρους ασθενειών στον πληθυσμό.
Στους φυσικούς ζωικούς πληθυσμούς και σε φυσικά περιβάλλοντα, οι επιδημιολογικές μεταπτώσεις είναι σπάνιες και τόσο βραδείες, ώστε να καθίστανται αδιόρατες. Το περιβάλλον αλλάζει αρκετά αργά, ώστε να δίνει άπλετο χρόνο στη διαδικασία της εξέλιξης να παγιώνει οικολογικές σχέσεις και συμπεριφορές, και να εξισορροπεί την ισχύ των αμυντικών εξοπλισμών του θύματος και των επιθετικών εφοδίων του θύτη. Μια φαινομενική εξελικτική στασιμότητα, όπου κανείς δεν εξολοθρεύεται εντελώς, αλλά και κανείς δεν μένει νηστικός. Εξαίρεση αποτελούν οι σφοδρές περιβαλλοντικές αναταράξεις, οι αιφνίδιες εκείνες φυσικές ή άλλες καταστροφές, κατά τις οποίες οι λόγοι της νοσηρότητας και θνησιμότητας σχετίζονται με την ίδια την καταστροφή. Ως παράδειγμα, όλοι οι οργανισμοί που πλήττονται σήμερα από την ανθρώπινη δραστηριότητα και επέκταση διανύουν μια επιδημιολογική μεταπτώση που κάνει το ατύχημα την κυριότερη αιτία θανάτου.
Στην περίπτωση των μεταδιδόμενων ασθενειών, ο μολυσματικός παράγοντας μπορεί να ενδημεί, δηλαδή να διατηρείται προσβάλλοντας ένα ασήμαντα μικρό μέρος του πληθυσμού. Ωστόσο μετά από κάποια αλλαγή στο περιβάλλον ή στη συμπεριφορά το. ξενιστή, ο μολυσματικός παράγοντας μπορεί να αυξήσει τη συχνότητά του, προκαλώντας επιδημία. Αν η νοσηρότητα επεκταθεί σε όλους τους πληθυσμούς του είδους, τότε πρόκειται για πανδημία.
Οι έννοιες της υγείας και της αρρώστιας μεταβάλλονται όταν αλλάζουν το περιβάλλον και ο τρόπος ζωής.
Η αλματώδης ανάπτυξη του ανθρώπινου πληθυσμού μετά την υιοθέτηση της γεωργίας και της κτηνοτροφίας, και η συνακόλουθη πολιτισμική και τεχνολογική εξέλιξη, άλλαξαν άρδην το περιβάλλον, την ανθρώπινη συμπεριφορά και τον τρόπο ζωής με έναν ρυθμό που δεν έχει προηγούμενο στην ανθρώπινη ιστορία. Αντίστοιχα μεταβλήθηκαν και οι σχέσεις μεταξύ υγείας και ασθένειας τουλάχιστον δύο φορές. Μία κατά τη μετάβαση από την παλαιολιθική στη νεολιθική εποχή, που ξεκίνησε πριν από 12.000 χρόνια, και μία κατά τη Βιομηχανική Επανάσταση, που ξεκίνησε πριν από 300 περίπου χρόνια. Πιστεύεται ότι σήμερα αναδύεται μία τρίτη επιδημιολογική μετάπτωση, παρότι η προηγούμενη συνέβη μόλις πριν από 300 χρόνια. Ασφαλώς, τα χρονικά αυτά ορόσημα δεν είναι ίδια για όλο τον κόσμο. Η λεγόμενη Νεολιθική Επανάσταση δεν ολοκληρώθηκε παρά μόλις πριν από μερικές δεκαετίες, όταν και οι τελευταίες ομάδες κυνηγών-τροφοσυλλεκτών αναγκάστηκαν να υποκύψουν στο δέλεαρ της καλλιέργειας, ενώ υπάρχουν ακόμα γεωγραφικές περιοχές που έχουν ελάχιστα επηρεαστεί από τη Βιομηχανική Επανάσταση, εισπράττοντας περισσότερο το κόστος, παρά τα πλεονεκτήματα της ανάπτυξης.
Τις παραπάνω γενικότητες μπορούμε να δούμε με μεγαλύτερη λεπτομέρεια εξιστορώντας την πορεία της νοσηρότητας του ανθρώπου μέσα στον χρόνο. Η εξιστόρηση αυτή, η οποία είναι πιθανότατα ορθή, στηρίζεται στον συνδυασμό δεδομένων και λογικοφανών υποθέσεων, που εξάγονται από την προϊστορία, την ιστορία, την ανθρωπολογία, την αρχαιολογία, την παλαιοκλιματολογία, την παλαιο-ατροδικαστική και τη μοριακή βιολογία.
Το παλαιολιθικό υπόβαθρο
Από την εμφάνισή του, πριν 200 χιλιάδες χρόνια, και μέχρι τη Νεολιθική Επανάσταση, το είδος Homo sapiens ζει σε μικρές ομάδες που περιπλανώνται για την εύρεση τροφής. Οι ασθένειες που προσβάλλουν τον άνθρωπο σε αυτή την περίοδο είναι κειμήλια από τους ανθρωποειδείς μας προγόνους. Μια ιδέα μπορούμε να πάρουμε από αυτά που σήμερα προσβάλλουν στον φυσικό τους χώρο τους χιμπατζήδες, τους ουρακοτάγκους και τους γορίλες. Εντερικά παράσιτα όπως η ταινία, πρωτόζωα, ψείρες, σαλμονέλα, ίσως τύφος και σταφυλόκοκκος. Ωστόσο, η φυσική δραστηριότητα και η ποικιλία στη διατροφή του πρωτόγονου ανθρώπου κρατούν τη φυσική του κατάσταση σε ικανοποιητικά επίπεδα και τη νοσηρότητα χαμηλή. Οι μικρές ομάδες, που κινούνται συνεχώς ακολουθώντας τη μετανάστευση των θηραμάτων και την εποχική ανάπτυξη των φυτών, δεν ευνοούν τη δημιουργία μόνιμων εστιών ρύπανσης. Οι επαφές μεταξύ των ομάδων, κυρίως για την ανταλλαγή συντρόφων, ώστε να αποφεύγουν τις δυσμενείς συνέπειες της ενδογαμίας, είναι μάλλον σπάνιες. Οι μολυσματικές ασθένειες λοιπόν είναι σποραδικές, ενδημούν μεν αλλά δεν εξελίσσονται σε επιδημίες.
Οι εκφυλιστικές ασθένειες δεν προλαβαίνουν να εκδηλωθούν, μια και το προσδόκιμο επιβίωσης δεν ξεπερνά, κατά μέσον όρο, τα 30 χρόνια. Εικάζεται ότι αυτή η χαμηλή τιμή οφείλεται στη μεγάλη παιδική και μητρική θνησιμότητα λόγω επιπλοκών κατά τον τοκετό και στα τραύματα των νέων ανδρών κατά το κυνήγι ή κατά τις διενέξεις με γειτονικές ομάδες. Η πληθυσμιακή ισορροπία εξασφαλίζεται από τον συνδυασμό των περιορισμών στους περιβαλλοντικούς πόρους (κυνήγι, καρποί, ψάρεμα), και τον περιορισμό των γεννήσεων σε έναν τοκετό ανά γυναίκα και ανά τετραετία, δεδομένου ότι ο πλάνητας βίος δεν επιτρέπει τη μεταφορά περισσότερων παιδιών.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου