Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2019

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΑΙ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟ ΕΘΟΣ

Η συζήτηση αυτή θα έπρεπε κανονικά να είχε γίνει πριν από ενάμιση αιώνα, όταν το νεοελληνικό κράτος αναζητούσε μία έγκυρη εθνική ταυτότητα την οποία όμως, δυστυχώς, έκρινε σωστό να εφεύρει αντί ν’ ανακαλύψει, καταδυόμενο στο χώρο των ιδεολογημάτων, του ανιστόρητου, και της κολακείας κάποιων κατεστημένων, που ιστορικά τουλάχιστον ανήκουν στο ημίφως του Μεσαίωνος. Οι των πραγμάτων έχοντες συνείδηση, γνωρίζουμε καλά, ότι ομιλώντας για τέτοια πράγματα, μόλις δυόμιση χρόνια πριν την εκπνοή της δεύτερης χιλιετίας, από την απαρχή του χριστιανικού τρόπου χρονολογήσεως, φαινόμαστε μικροσκοπικοί και αργοπορημένοι εμπρός στους σαρωτικούς καιρούς που όλο και πιο συχνά-πυκνά αφήνουν υπονοούμενα, ότι για εμάς τους Έλληνες, ως έθνος, είναι πολύ πιο αργά από όσο νομίζουμε. Συμμετέχουμε λοιπόν σε αυτήν τη συζήτηση γνωρίζοντας το ΚΑΙΡΙΟ της εποχής, καθώς επίσης και ότι σε τέτοιες ακριβώς συνθήκες είναι, που καλούμαστε να πάψουμε να αυτοναρκωνόμαστε και ν’αντιμετωπίσουμε επιτέλους το αρκετά επώδυνο, πλην όμως αναγκαίο, ερώτημα, με ποιον να πάμε και ποιον να αφήσουμε.

Ίσως δεν θα χρειαζόταν καν, να κάνουμε αυτή τη συζήτηση, αν οι ιδέες και οι απόψεις, δηλαδή από-όψεις ή θέσεις / όψεις από τις οποίες αντικρύζουμε τα πράγματα, δηλαδή όλα εκείνα που απαρτίζουν αυτό που λέμε κοσμοαντίληψη, παρέμεναν μέσα στα ανθρώπινα μυαλά που τις κατέχουν, ή στην καλύτερη των περιπτώσεων αποτυπώνονταν απλώς με τυπογραφικά στοιχεία πάνω σε λευκό χαρτί. Όμως αυτό, όπως είναι γνωστόν, δεν συμβαίνει, αλλ’ αντιθέτως αυτές βγαίνουν δυναμικά προς τα έξω, ως πολιτισμικά θεμέλια πλέον, και δημιουργούν ήθη, τρόπους συμπεριφοράς, θεσμούς, ιδεολογίες και γενικώς μία καθημερινή πραγματικότητα την οποία ΟΛΟΙ ΜΑΣ, ομοφρονούντες ή αντιφρονούντες καλούμεθα να υποστούμε.

Αν παραφρασθεί ένα από τα γνωστότερα συνθήματα, του περίφημου “Μάη του 68”, τότε όποιος δεν θέλει να έχει ένα πτώμα στο στόμα του, όταν ομιλεί για ιδέες και απόψεις οφείλει να αναφέρεται ρητά στο με ποιόν ακριβώς τρόπο αυτές μετασχηματίζονται σε στάσεις και συμπεριφορές της καθημερινής ζωής. Αν θέλουμε λοιπόν να εξετάσουμε την όποια σχέση ή μη σχέση δύο κοσμοαντιλήψεων ή δύο παραγώγων τους πολιτισμικών μορφών, δεν έχουμε παρά να συγκρίνουμε τα καθημερινά ΕΘΗ που δημιουργούνται από αυτές, καθώς και τους συγκεκριμένους ανθρώπινους τύπους που γεννώνται και διαμορφώνονται μέσα τους. Αυτό θα κάνει συνεπώς ο ομιλών, για ανίχνευση της σχέσεως ή μη σχέσεως του πολυθεϊστικού Ελληνικού Κόσμου προς τον χριστιανικό Κόσμο της Νέας Ρώμης του Βοσπόρου, όσο βέβαια του επιτρέπει το αρκετά περιορισμένο χρονικό όριο που έχει δοθεί για τις εισηγήσεις αυτού του Συνεδρίου.

Ο Κόσμος των Ελλήνων ανέπτυξε και εδόξασε, αν όχι τις πρώτες, τουλάχιστον τις βέλτιστες, των πολιτικά αυτοθεσμιζομένων κοινωνιών οι οποίες ενεφανίσθησαν επάνω σε τούτον τον πλανήτη. Ελειτούργησε μέσα από κοινωνίες που, κατά θαυμαστό τρόπο, το ατομικό και το δημόσιο συμφέρον, υπήρξαν απολύτως ταυτόσημα. Ελειτούργησε μέσα από κοινωνίες που ώριζαν την έννοια “ελευθερία” όχι ως ατομική συλλογή δικαιωμάτων άμυνας, απέναντι σε μία διαχωρισμένη εξουσία και απέναντι σε ανταγωνιστές συνυπήκοους (συν-υπακούοντες), αλλά, αντίθετα, ως το δικαίωμα του ενεργού πολίτου στην αξιοπρέπεια και την αυτορρύθμιση της καθημερινής του ζωής.

Oι χριστιανοί Ρωμαίοι της Nova Roma, από τους 107 αυτοκράτορες της οποίας, μόνο οι 34 κατώρθωσαν να.. πεθάνουν στο κρεβάτι τους, σε αντίθεση προς τον Ελληνικό Κόσμο που μάλιστα τον απεκάλεσαν civitas diaboli, δηλαδή “πολιτεία του Διαβόλου” (Ευσέβιος Καισαρείας), ανέπτυξαν μία, καθόλου πρωτότυπη βέβαια για τα μεσαιωνικά δεδομένα, στυγνή θεοκρατία επάνω σε απροσώπους και ταπεινωμένους πνευματικώς και πολιτικώς υπήκοους. Μία απόλυτη και αυταρχική Εξουσία, μοιρασμένη δυαρχικά ανάμεσα στον Αυτοκράτορα, που μονοκρατούσε την Δικαστική Εξουσία και επί πλέον, κατά κανόνα, απετέλη πειθήνιο όργανο της Εκκλησίας, και στην ίδια την Εκκλησία που απετέλη παντοδύναμη κοσμική και πνευματική αυταρχία.

Στον Ελληνικό Κόσμο και στους καιρούς φυσικά που το έθνος των Ελλήνων δεν ήταν υπόδουλο σε ξένους κατακτητές, ο πολιτικός άνθρωπος είχε φροντίσει ν’ ακυρώσει κάθε πιθανότητα αυταρχίας, ανακαλύπτοντας και αναδεικνύοντας τον θαυμαστό θεσμό που ακούει στο όνομα “Βουληφόρος Αγορά”. Πρόκειται για έναν ψυχογεωγραφικό χώρο που μέσα του, η κίνηση των ιδεών, ο Διάλογος και η λογική επιχειρηματολογία και γνώμη, θεσμοποιούνται ως απαραίτητες προϋποθέσεις για την ανθρώπινη ιδιότητα.

Στον μακρινό αντίποδα αυτής της αντιλήψεως που ενέπνευσαν Βουλαίοι, Αγοραίοι, Θέσμιοι, Φίλιοι, Εταιρείοι και Λεσχανόριοι Θεοί, η θεοκρατία της Νova Roma τού Βοσπόρου κατήργησε όλους τους πολιτικούς θεσμούς των υπόδουλων σε αυτήν εθνών και εκμηδένισε τον Διάλογο και τη λογική επιχειρηματολογία και γνώμη, ορίζοντας μοναδικό κοινωνικό (και όχι μόνο) θεσμό την Εκκλησία. Ο θρίαμβος αυτής της τυραννίας ολοκληρώθηκε επί αυτοκράτορος Γιουτπράδα (ελληνιστί Ιουστινιανού), όταν ετέθησαν εκτός νόμου όλα τα εναπομείναντα Βουλευτήρια των ελληνικών πόλεων. Το άτομο δεν δικαιούται πλέον ν’ αγορεύει ενώπιον πλήθους ατόμων. Το δικαίωμα του λόγου το έχουν πλέον μόνο οι κρατούντες σε έναν εφιαλτικό λόγο δίχως αντίλογο και ούτε καν στους ναούς δεν επιτρέπονται πλέον οι ερωτήσεις ή οι αγορεύσεις από την απρόσωπη βάση. Ακόμη και το πολυθεϊστικό απομεινάρι της ρωμαϊκής Συγκλήτου, μετατρέπεται σε Άφωνο Σώμα, Σιλέντσιο νεκροζώντανων που απλώς συγκεντρώνονται για να τους ανακοινωθούν οι αποφάσεις του αυτοκράτορος και των εκκλησιαστικών αξιωματούχων.

Σε ακόμα χειρότερη μοίρα ευρίσκεται φυσικά ο εξαθλιωμένος μέσος υπήκοος της αυτοκρατορίας. Δίχως παιδεία, δίχως αξιοπρέπεια και, κυρίως, δίχως φωνητικές χορδές, κουβαλάει απλώς τον τίτλο του “δούλου” του Ιουδαίου θεού και από εκεί και πέρα απόλυτο σκότος βασιλεύει στον ψυχικό και εθνικό του ορίζοντα. Για εθνική συνείδηση ούτε λόγος. Είναι παντελώς ανύπαρκτη. Το μόνο που αισθάνεται όντως να είναι ο υπήκοος της αυτοκρατορίας της Nova Roma, είναι χριστιανός και ανυπεράσπιστο θύμα των φοροεισπρακτόρων. Όταν έξω από την πόλη του, παρατάσσονται οι Πέρσες, οι Άραβες αργότερα, και τελικά οι Τούρκοι, πάμπολλες φορές ανοίγει την πόρτα, ή συλλαμβάνει τη ρωμαιοχριστιανική φρουρά και την παραδίδει στους πολιορκητές, που τους βλέπει ως.... απελευθερωτές του (!).

Σε αυτή την απέραντη απαξίωση της έννοιας “πατρίδα” δεν ήταν φυσικά διόλου αμέτοχη η κυρίαρχη θρησκεία των Βυζαντινών, ο ανατολικός δηλαδή Χριστιανισμός, ο οποίος αρεσκόμενος παθολογικά σε μία συνεχή εφεύρεση υποτιθέμενων χρονικών στιγμών που θα εσηματοδοτούσαν δήθεν, την επίσης υποτιθέμενη “συντέλεια” του Κόσμου, οδηγούσε τα αποβλακωμένα πλήθη που ήλεγχε πνευματικά, σε τακτές περιοδικές υστερικές εξάρσεις (1) τής ούτως ή άλλως συνεχούς παραιτήσεώς τους σε καθημερινή βάση. Αυτή η γελοία εσχατολογία, που συνεχώς ανεκοίνωνε ως δήθεν προ των πυλών το.. τέλος του Κόσμου (που το είχε προβλέψει για το έτος 500, 557, 875, 941, κ.λ.π. κ.λ.π., όπως αναφέρει ο Mango), απεδείχθη τελικώς ολέθρια για την ίδια την αυτοκρατορία των Βυζαντινών. Ελάχιστοι γνωρίζουν ότι ο Γεννάδιος Σχολάριος, ο παραδόσας την Νέα Ρώμη στους Τούρκους και μετέπειτα πρώτος υπότουρκος Πατριάρχης, επρόδωσε το γένος του προφανώς επειδή ενόμιζε ότι, ούτως ή άλλως, δεν απέμενε πολύς χρόνος στον κόσμο των φθαρτών εγκοσμίων πραγμάτων! Το τέλος της έβδομης χιλιετίας από κτίσεως Κόσμου (δηλαδή από το έτος 5.500 πριν την χρονολόγηση των χριστιανών), που υποτίθεται ότι θα εσηματοδοτούσε την... Δευτέρα Παρουσία του ομοουσίου Υιού του Ιαχωβά, είχε υπολογισθεί στο έτος 1492 από τον ιεροκήρυκα Ιωσήφ Βρυέννιο και στο έτος 1493 από τον ίδιο τον Γεννάδιο.

Αιώνες πριν, τον καιρό των Ελλήνων, η εθνική συνείδηση ήταν ζώσα, πλην όμως όχι με τρόπο μαγικό. Ήταν ζώσα, γιατί ζώσα και υπαρκτή ήταν και η “πατρίδα”, που για τον Έλληνα οριζόταν με σαφήνεια ως το σύνολο των κληρονομημένων χωμάτων που στοιχειώνονταν από την σποδό των πατέρων και από τους Θεούς της κάθε πόλεως. Υπάρχει άλλωστε και ετέρα προϋπόθεση για την υγιή και ξεκάθαρη εθνική συνείδηση, που δεν είναι άλλη από τη σχέση ανάμεσα στην προσωπική συνείδηση και την κοινοτική εκείνη. Και δεν αποκτάται αυτή η υγεία και καθαρότητα, παρά μόνο με την ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ του πολίτου στα κοινά, αρχή που με τη σειρά της γεννά και ένα άλλο θαυμαστό χαρακτηριστικό του Έλληνος Ανθρώπου που λέγεται Παρρησία και δεν είναι άλλο από την υποχρέωση να λέει ο ελεύθερος άνθρωπος με κάθε κόστος τη γνώμη του, ακόμη και σε βάρος της προσωπικής του ασφάλειας. Δεν είναι τυχαίο, ότι η λέξη Παρρησία εξηφανίσθη μετά την πλήρη καταστροφή των ελληνικών πολιτικών θεσμών από τους εκχριστιανισμένους Ρωμαίους και έκτοτε σε ελάχιστες μόνο περιπτώσεις, και αυτές στους σύγχρονους καιρούς μόνο, επέστρεψε αυτή ξανά στο αυθεντικό της νόημα και μέγεθος. Ο καθένας μπορεί να καταλάβει το γιατί ήταν εκείνη η πολύ συγκεκριμένη θέαση και στάση ζωής που διεμόρφωσε τον αυθεντικό Έλληνα, κάνοντάς τον υπεύθυνο και ελεύθερο πολίτη που θεωρεί ως ύψιστη των αρετών, το να πεθαίνει για το καλό του συνόλου στο οποίο ανήκει και του οποίου αποτελεί ένα οργανικό και αναπόσπαστο τμήμα.

Ποια βιοτική υποθήκη μάς άφησε από την άλλη όλο εκείνο το σχεδόν χιλιόχρονο σύμφυρμα εκχριστιανισμένων εθνών, που οι ιστορικοί των τελευταίων αιώνων απεκάλεσαν (κακώς !) “Βυζάντιο”; Τίποτε το σοβαρό που να μπορεί να προσφέρει λύσεις στον σύγχρονο άνθρωπο. Σε προσωπικό επίπεδο αναχωρητισμό και ιδιώτευση. Σε πολιτικό επίπεδο, αν μπορεί να λεχθεί πολιτικό, βασιλεία του τρόμου και ασυδοσία των θεοκρατών, των εχθρών του ανθρώπινου πνεύματος, των συνωμοτών και των ευνούχων παρακοιμωμένων. Στην Παρρησία των Ελλήνων η χριστιανική ρωμαϊκή αντιπρόταση είναι Δουλοπρέπεια και Κρυψίνοια, συνταγές συμπεριφοράς που δυστυχώς, μέχρι του από εμάς ευκταίου απροόπτου που θα επιφέρει το σάρωμά τους, εξακολουθούν να κυριαρχούν σε αυτόν τον τόπο.

Μία από τις σπουδαιότερες βιοτικές υποθήκες των Ελλήνων είναι και η θέληση για αρίστευση. Μέσα από αυτήν, ανάμεσα σε πάμπολλα άλλα, εγεννήθη ο πανελλήνιος θεσμός των Αγώνων, θεσμός θρησκευτικός που μέσα από αυτόν, απεδίδετο ΛΑΤΡΕΙΑ προς Θεούς που αγωνίστηκαν και αυτοί, στα δικά τους πνευματικά επίπεδα, για να διαταχθεί σε Κόσμο το αρχικά άτακτο Άπειρο. Μέσα από αυτούς τους Αγώνες, εκτός από την επίτευξη του πανελληνισμού, οι πρόγονοί μας ανέδειξαν στο μάξιμουμ δυνατό, το ανθρώπινο σώμα και την ανθρώπινη προσωπικότητα. Η τελευταία, ανεδείχθη και με τον άλλο θρησκευτικό και παιδευτικό θεσμό που ακούει στο όνομα “Θέατρο” και που κάποιες μικρές του πτυχές γνωρίζουμε από τα ελάχιστα έργα που έχουν διασωθεί.

Στην εκχριστιανισμένη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία της Ανατολής οι πιο πάνω θεσμοί ήσαν, φυσικά, απαγορευμένοι. Στον υποτιθέμενο αθλητικό χώρο, ανθούσε ο Ιππόδρομος, ως συνέχεια της προγενεστέρας ρωμαϊκής Αρένας αλλά και καλό δημόσιο σημείο για σταυρώσεις και κτηνώδεις διαπομπεύσεις, ενώ στον υποτιθέμενο παιδευτικό, το απαγορευμένο ως “προπύργιο της ειδωλολατρίας” Θέατρο, είχε αντικατασταθεί από τον ρηχό παντόμιμο και το λεγόμενο Εκκλησιαστικό Δράμα, που απλώς επεβεβαίωνε ιδεολογικά το θρησκευτικό καθεστώς. Ακόμη και αυτό το όνομα “Ελλην”, αυτό το ιερό εθνικό μας όνομα, είχε υποβιβαστεί σε βρισιά, έχοντας ταυτιστεί με τις έννοιες “αντίχριστος”, “θεομάχος”, “παράφρων” και “ειδωλοπροσκυνητής”.

Το τελευταίο ήλθε ως φυσικό επακόλουθο της μονοθεϊστικής μισαλλοδοξίας και του απερίγραπτου δογματισμού που έσπειρε ο εκχριστιανισμός της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Η ευρύνοια και η ανοχή των φιλόθεων και ευσεβών εθνικών, είχε ήδη “πέσει” και αυτή, κάτω από το φάσγανο, μαζί με τους τελευταίους που την εκπροσώπησαν με τίμημα τη ζωή τους. Η ανθρωπότητα είχε όντως γίνει “καινή” με άλφα-ιώτα, δηλαδή καινούργια, με άλλο είδος ανθρώπου να άρχει επάνω σε άλλου είδους καιρούς. Ο Κόσμος των Ελλήνων, ένας Κόσμος που ετόνωσε την ιδεόσφαιρα του πλανήτη με φωτεινές έννοιες, όπως Ευνομία, Μέτρο, Δίκη, Λόγος, Έρως, Ευβουλία, Αρετή και αμέτρητες άλλες, θα εκπροσωπείται έκτοτε από ένα υπόδουλο έθνος, που αποσπασματικά κάποια φωτισμένα τέκνα του, θα προσπαθούν από καιρού εις καιρό να ξαναφέρουν την ελευθερία και το φώς. Μία υπόθεση που, ευτυχώς, ποτέ δεν έκλεισε και ποτέ δεν θα κλείσει, μέχρι της πλήρους εθνικής παλιγγενεσίας, μέχρι της πλήρους επιστροφής του Έλληνος Ανθρώπου.

Είπαμε αμέσως πιο πάνω, για τα πολλά δώρα του Κόσμου των Ελλήνων προς την Ιδεόσφαιρα του πλανήτη. Αν αναζητήσουμε τώρα το τί δόθηκε προς αυτήν από τους Βυζαντινούς, αλλά και από όλους τους χριστιανούς, για να μην περιορίζουμε την οπτική μας, τότε τίποτε το θετικό δεν θα μπορέσει να βρεί κάποιος, αφού τα υποτιθέμενα πνευματικά τους δημιουργήματα πισωγύρισαν βίαια την ανθρωπότητα πάμπολλους αιώνες, ενώ τα ελάχιστα που δεν το έπραξαν απετέλεσαν απλώς κοινότοπες επαναλήψεις και κακές αντιγραφές ή διαστρεβλώσεις, των όσων ήδη είχαν εκφρασθεί από τον Κόσμο των Ελλήνων. Το μόνο που συνεισέφεραν αυτοί, στην Ιδεόσφαιρα του πλανήτη, είναι Δυστυχία (2) με την μορφή τής Μισαλλοδοξίας (δηλαδή του Μίσους) και της Θεοφοβίας (δηλαδή του Τρόμου). Χίλια χρόνια ζωής του Βυζαντίου δεν μπόρεσαν να δώσουν στην ανθρωπότητα ούτε ένα σχεδόν (μη θρησκευτικό) έργο που να μπορεί να διαβασθεί με ενδιαφέρον από τον σύγχρονο άνθρωπο. Και αυτό υπήρξε φυσικό αποτέλεσμα του μίσους των χριστιανών για την χαρά, την γνώση και τη σκέψη των εθνικών. Οι “Αποστολικοί Κανόνες”, είναι κάτι περισσότερο από σαφείς όταν εξισώνουν τις τελευταίες με δημιουργήματα του Διαβόλου. (3)

Για αυτά λοιπόν, που αρκετά συνοπτικά αναφέραμε πιο πάνω, αλλά και άπειρα άλλα, που ο χρόνος δεν επιτρέπει δυστυχώς να τα θέσουμε και αυτά κάτω από τον φακό της συγκρίσεως, κατά την προσωπική γνώμη του ομιλούντος, ο Κόσμος των πραγματικών, πολυθεϊστών και πολυαρχικών Ελλήνων, καμμία απολύτως θετική σχέση δεν έχει με εκείνον που εγέννησε και έθρεψε επί αρκετούς αιώνες η καταθλιπτική και αντιανθρώπινη θεοκρατία της Νέας Ρώμης του Βοσπόρου. Το αυτό ισχύει και για το ΕΘΟΣ και -κυρίως- για τον ΤΥΠΟ ανθρώπου που κάθε ένας από αυτούς τους δύο αντιδιαμετρικούς Κόσμους, εδημιούργησε.
------------------
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1) Αντίστοιχες εξάρσεις συναντάει κανείς και στους επιγόνους των Βυζαντινών, λ.χ. στην ορθόδοξη και καθυστερημένη Ρωσία του 17ου αιώνος, με το περιβόητο «Βιβλίο της Πίστεως» (1648) που εθεώρη το έτος 1666 ως χρονικό σημείο ελεύσεως του... Αντιχρίστου (!!) και το 1669 (μετά δυόμισυ έτη σύμφωνα με την επίσης περιβόητη «Αποκάλυψη» του Ιωάννου) ως έτος της... Δευτέρας Παρουσίας. Από το 1668 λοιπόν, οι περισσότεροι Ρώσοι είχαν πάψει να σπέρνουν τα χωράφια τους, ενώ το 1669 εγκατέλειψαν ακόμη και τις στοιχειώδεις προς επιβίωση εργασίες. Εξαθλιωμένοι και μαζεμένοι σε ομάδες γύρω από τους παπάδες τους επερίμεναν, ματαίως φυσικά, να... τελειώσει ο Κόσμος (sic)!

2) Όπως πολύ σωστά παρατηρεί ο Εμπεδοκλής, αυτοί που έχουν σκοτεινή ιδέα για τους Θεούς είναι δυστυχισμένοι.

3) «Απόφευγε όλα τα εθνικά βιβλία. Τι χρειάζεσαι τις ξένες συγγραφές, τους νόμους, τους ψευδοπροφήτες που οδηγούν τους ανοήτους μακριά από την πίστη; Τι βρίσκεις να λείπει από τους Θείους Νόμους και το αναζητάς στους μύθους των εθνικών; Αν θέλεις Ιστορία έχεις το Βιβλίο των Βασιλειών, αν ρητορική και ποιητική έχεις τους προφήτες, τον Ιώβ, τις Παροιμίες… Αν επιθυμείς τραγούδια έχεις τους ψαλμούς, αν αρχαίες γενεαλογίες έχεις την Γένεση, αν νομικά βιβλία και επιταγές έχεις τον Θείο Νόμο. Για αυτό απόφευγε με επιμονή κάθε εθνικό και διαβολικό βιβλίο...». Η παραπομπή που δίνει ο Μάνγκο, από όπου άντλησα, είναι: Const. apost. i. 6, εκδ. F. X. Funk, Didascalia et Constitutiones apostolorum, Paderborn 1905, 13 - 15.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου